#Στάζει έρωτα...
Explore tagged Tumblr posts
thewomengr · 5 days ago
Text
Στάζει έρωτα...
[Γράφει η Άνδρεα Αρβανιτίδου] Πάθος χρώματος βαθύ κόκκινο, αγκαλιές καυτές και στιγμές σκεπασμένες από την λάβα δύο σωμάτων. Έκρηξη ηφαιστείου σε μια και μόνο στιγμή που καίει τα πάντα στο πέρασμά της. Καρδιές που χτυπάνε έντονα και ανάσες απόλυτα συγχρονισμένες, χαμένες στην ένταση ενός έρωτα που σαν γλυκό κόκκινο κρασί σε ζαλίζει στην στιγμή.
Παθιασμένα φιλιά διάρκειας, σεντόνια τσαλακωμένα και ανάσες που έγιναν ένα, σε μια μελωδία που ενώθηκε και σύνθεσε την πιο ωραία μουσική.Πάθος χρώματος βαθύ κόκκινο, αγκαλιές καυτές και στιγμές σκεπασμένες από την λάβα δύο σωμάτων.Έκρηξη ηφαιστείου σε μια και μόνο στιγμή που καίει τα πάντα στο πέρασμά της.Καρδιές που χτυπάνε έντονα και ανάσες απόλυτα συγχρονισμένες, χαμένες στην ένταση ενός έρωτα…
0 notes
justforbooks · 9 months ago
Text
Tumblr media
ΕΙΝΑΙ ΑΣΧΗΜΟΣ, συνεσταλμένος και παλιομοδίτης, κι ας προσποιείται το αντίθετο σ’ όσους συναντά. Επί εννιά δεκαετίες, όσα και τα χρόνια του, ζει στο ίδιο ηλιόλουστο, αποικιακού ρυθμού σπίτι, χωρίς περιουσία, χωρίς γυναίκα, σκυμμένος πάνω από τα χειρόγραφά του – επιφυλλίδες για κυριακάτικη εφημερίδα, σύντομες μουσικοκριτικές για περιοδικά. Είναι ένα γεροντοπαλίκαρο που δεν «πρόλαβε» να παντρευτεί και δεν ευτύχησε ν’ αγαπήσει, ένας άντρας βυθισμένος σε ενενήντα χρόνια μοναξιάς. Κι είναι ο αφηγητής της νουβέλας του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες «Οι δύστυχες πουτάνες της ζωής μου», που έμελλε να είναι και η τελευταία του.
Αποζημιωμένος και με το παραπάνω από το θαύμα του να είναι ζωντανός στην ηλικία του, ο χρεοκοπημένος συνταξιούχος δημοσιογράφος του Μάρκες, τη χρονιά που συμπληρώνει τα ενενήντα, αποφασίζει να προσφέρει στον εαυτό του ό,τι πιο δελεαστικό γι’ αυτόν: ��μια νύχτα τρελού έρωτα με μια έφηβη παρθένα». Αδιαφορεί για το κόστος, θα ξεπουλήσει ό,τι του έχει απομείνει. Ποτέ δεν πλάγιασε με γυναίκα χωρίς να την πληρώσει, άλλωστε, και τις λίγες που δεν ήταν του επαγγέλματος τις έπειθε να δεχτούν χρήματα κι ας τα πετούσαν στα σκουπίδια.
Να τος λοιπόν απέναντι σ’ ένα κοριτσάκι, το πολύ στα δεκατέσσερα, ολόγυμνο και κακομακιγιαρισμένο, με τον ιδρώτα να στάζει στα σκέλια του, ποτισμένο με βαλεριάνες και παραδομένο στον ύπνο. Να τος μπροστά στο «ταυράκι για την ταυρομαχία του». Θα χιμήξει ή θα κουρνιάσει δίπλα του; Ποιος πόθος θ’ αναδειχτεί πιο πιεστικός; Του κορμιού ή της καρδιάς;
Σε μια περίοδο όπου όλοι σχεδόν είχαν πιστέψει πως ο Μάρκες (1927-2014) είχε «κλείσει» ως συγγραφέας κι ότι, καταπονημένος από την πολυετή μάχη του με τον καρκίνο, θ’ ασχολιόταν μόνο με την ολοκλήρωση της αυτοβιογραφίας του, εκείνος έκανε την έκπληξη.
Όπως σημείωνε η Κλαίτη Σωτηριάδου, πρώτη μεταφράστρια της νουβέλας το 2004, «από τη συλλογική μοναξιά μιας ολόκληρης ηπείρου, ο Γκαρσία Μάρκες, ζωγραφίζοντας αριστοτεχνικά μια μινιατούρα με λεπτεπίλεπτο πενάκι, μας φέρνει τώρα αντιμέτωπους με την ιδιωτική μοναξιά του ενός».
Κι ήταν τέτοια η ανυπομονησία των θαυμαστών του που το βιβλίο έπεσε θύμα όχι μόνο ηλεκτρονικής αλλά και εκδοτικής πειρατείας. Τα χιλιάδες, ωστόσο, κλεψίτυπα που πλημμύρισαν τους δρόμους της Κολομβίας και αγοράστηκαν μισοτιμής στέρησαν από τους βιαστικούς αναγνώστες το αυθεντικό φινάλε της ιστορίας που έδωσε ο «Γκάμπο» την τελευταία στιγμή.
Παρά τον τίτλο της, αυτή η νουβέλα, η πρώτη του μετά από μια σιωπηλή μυθιστορηματικά δεκαετία, ούτε ακριβώς μας ξεναγεί στα στέκια του αγοραίου έρωτα ούτε αποτελεί πινακοθήκη με δύστυχες, θλιμμένες πουτάνες. Πρόκειται για το γλυκόπικρο τραγούδι κάποιου που βίωνε το σεξ σαν παρηγοριά για την αγάπη που είχε στερηθεί και ο οποίος, στο λυκόφως της ζωής του, ανταμείβεται μ’ ένα «θαύμα». Μ’ έναν έρωτα ανιδιοτελή, χωρίς τις αναστολές της ντροπής και τις βιασύνες τ��υ πόθου, που του αποκαλύπτει έστω και καθυστερημένα το αληθινό νόημα της ύπαρξης.
Κεντημένες πάνω σε μοτίβα γνώριμα κι από τα προηγούμενα έργα του δημοφιλούς νομπελίστα, οι «Δύστυχες πουτάνες της ζωής μου» είναι μια ελεγεία για τα γηρατειά και την αγάπη κι έ��ας ύμνος αισιοδοξίας για την πραγματική ζωή που, σύμφωνα με τον Μάρκες, δεν τελειώνει ποτέ. Γιατί, όπως λέει κάπου κι ο ήρωάς του, «δεν είναι κάτι που περνάει σαν το ορμητικό ποτάμι του Ηράκλειτου, αλλά μια μοναδική ευκαιρία να γυρίσουμε πάνω στη σχάρα και να συνεχίσουμε να ψηνόμαστε από την άλλη πλευρά για άλλα ενενήντα χρόνια».
✔ Η τελευταία νουβέλα του Μάρκες κυκλοφόρησε στα ελληνικά με τίτλο «Οι θλιμμένες πουτάνες της ζωής μου» ταυτόχρονα με τον ισπανόφωνο κόσμο και πολύ νωρίτερα από την υπόλοιπη ευρωπαϊκή αγορά, το 2004 από τον Λιβάνη σε μετάφραση Κλ. Σωτηριάδου. Επανεκδόθηκε το 2019 σε μετάφραση Μ. Παλαιολόγου από τον Ψυχογιό ως «Οι δύστυχες πουτάνες της ζωής μου».
Daily inspiration. Discover more photos at Just for Books…?
2 notes · View notes
laocoon · 11 months ago
Text
Έρως και.
Σύγχυση πνίγει τα άτσαλα βήματα της.
Έτοιμη να χτυπήσει, αρχίζει να πλησιάζει,
Το φεγγαρόφως από ψηλά ακόμα στάζει,
Το φρικτό θέαμα με φόβο να αντικρίσει
Τον Έρωτα να σπαράζει την ψυχή της.
5 notes · View notes
Text
ΓΙΑΤΙ ΜΟΥ ΤΟ ΧΑΛΑΣΕΣ MARSEAUX ✨Στίχοι✨
Βράδυ
Σ' ένα κλάμπ στο σκοτάδι
Πάλι
Μόνη αδειάζει μπουκάλι
Στάζει
Στην οθόνη το δάκρυ
Γράφει
Γιατί μου το χάλασες?
Πνιγώσουν σε μια κουταλιά νερό
Όσο εγώ για 'σένα πάλευα σε άγριες θάλασσες
Σου 'πα πως όλα για 'μας τα μπορώ
Αρκεί να 'σαι 'δω.
Μα σ' ένα τίποτα με άφησες
Τον έρωτα σκότωσες εν ψυχρώ
Μα εσύ αγάπη μου ελπίζω ν' ανάσανες
Θέλω να σε συγχαρώ
Που μ' έφτασες πια να μη σε συγχωρώ
Γιατί μου το χάλασες?
Πες μου γιατί τα παράτησες?
Τ' όνειρο που έταξες στην μέση μου το 'φησες
Γιατί μ�� πρόδωσες?
Γιατί με σκότωσες?
Γιατί με διάλεξες αφού δε μ' αγάπησες?
Λύσε μου έστω μια απορία
Για όλη αυτή την ιστορία...
Γιατί?
Γιατί?
Γιατί μου το χάλασες?
Αυτό τραγουδούν τα κορίτσια όταν κλαίνε
Με καρδιές ραγισμένες
Οι φίλες μου μεθυσμένες
Ξενυχτάν και γυρνάν διαλυμένες
Απ' τον έρωτα κουρασμένες
πληγωμένες λες και κάπου φταίνε
Φιλάνε με χείλη που καίνε
Όσ' ακούνε για σένα μου λένε
Δεν ήσουν εντάξει καθόλου
Άλλαξα τον αριθμό μου
Πέταξα το κινητό μου
Γιατί απ' τα νεύρα έσπασα την οθόνη του
Όταν είδα το μύνημα
Που μου εύχεσαι τα καλύτερα
Εγω δε σου εύχομαι τίποτα
Το κακό θα σε βρει από μόνο του
Γιατί μου το χάλασες?
Πες μου γιατί τα παράτησες?
Τ' όνειρο που έταξες στην μέση μου το 'φησες
Γιατί με πρόδωσες?
Γιατί με σκότωσες?
Γιατί με διάλεξες αφού δε μ' αγάπησες?
Βράδυ
Σ' ένα κλάμπ στο σκοτάδι
Πάλι
Μόνη αδειάζει μπουκάλι
Στάζει
Στην οθόνη το δάκρυ
Γράφει
Γιατί μου το χάλασες?
Πες μου γιατί τα παράτησες?
Τ' όνειρο που έταξες στην μέση μου το 'φησες
Γιατί με πρόδωσες?
Γιατί με σκότωσες?
Γιατί με διάλεξες αφού δε μ' αγάπησες?
Λύσε μου έστω μια απορία
Για όλη αυτή την ιστορία...
Γιατί?
Γιατί?
Γιατί μου το χάλασες?
@solmeister13
(icant find ti marseaux idk an exei tumblr, so tag mono ton sol:3)
(Αν έχω κάνει κάτι λάθος ή έχω χάσει κάτι ορ σαμθινγκ πειτε μ)
Enjoy!!
2 notes · View notes
giasemi · 1 year ago
Text
Δεν είχα ποτέ μου την παρόρμηση, την απαίτηση ακόμη και την ανάγκη να μιλήσω για εσένα.
Σήμερα λοιπόν, 14 Σεπτεμβρίου το 2021, σαν σήμερα σε γνώρισα. Δύο χρόνια πρίν. Ήσουν τόσο αρρενωπός μαγευτικός μα συνάμα μυστήριος με μια νότα του ξένου. Η γαλάζια πτυχή των ματιών σου άφησαν ένα αγκάθι κατάβαθα στην ψυχή μου όταν μπόρεσα και σε κοίταξα.
Ίσως, ήταν επειδή μέσα μου γνώριζα πως μέσα σε λίγους μήνες θα άφηνα τον ευατο μου να παρασυρθεί.
Βρίσκομαι δύο χρόνια μπροστά, και οι εφιάλτες μου με στοιχειώνουν διηνεκώς. Οι αναμνήσεις μου μέσα στη μέρα μου δίνουν μια πινελιά του ανελέητου πόνου που μου πρόσφερες τον Μάρτιο, και αφού τώρα λοιπόν, βρήκα το θάρρος να μιλήσω ελεύθερα, εχω να πω πως δεν μου έχει απομείνει τίποτα από εσένα.
Μονάχα μερικές σκόρπιες κενές αναμνήσεις, από τον έναν και μοναδικό άνθρωπο που με προόρισε να γευτώ, την πίκρα της φυγής του, τον πόνο του έρωτα του, την λησμονιά της δικής του οπτικής.
Δεν ήσουν τίποτα παραπάνω από ένα αγκάθι που με τρύπησε, με τη μόνη διαφορά πως όσο το αίμα κυλούσε νωχελικα στο κορμί μου, με κάθε σταγόνα να στάζει από πάνω μου, το σημάδι που μου άνοιξες, δεν έφυγε, ούτε φεύγει, ούτε θα φύγει.
Με μια υπενθύμιση, πως εσύ ήσουν εκείνος που με χάραξες.
0 notes
m-rosaaa · 2 years ago
Text
Πώς σταματάμε να κοιτάμε κάποιον με τον έρωτα να στάζει από τα μάτια μας;
Χμ;
3 notes · View notes
xehasmenesithakes · 4 years ago
Note
🦋(2ο)
Εγώ τον έρωτα τον αντιλαμβάνομαι να τρέφεται από όλα σου τα μόρια .
Από το κάθετι που στάζει από το μυαλό σου και ποτίζει το δικό μου.
Θέλω να φυτέψεις, όλα σου τα δύστροπα , επάνω μου.
Όπου βλέπεις λογική, φύτεψε λιγάκι τρέλα .
Θέλω απ' τους δύο μας να ανθίσει ο πιο αντιφατικός έρωτας που γνώρισα.
Εισαι πολυ πολυ καλος/η γαμωωω:)
13 notes · View notes
the-sun-the-green · 6 years ago
Text
Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας | IV
Τώρα θα πέφτει απότομα το βράδυ. Θα βιάζονται οι άνθρωποι στου�� δρόμους. Οι γυναίκες θα κλείνουν τρομαγμένες την πόρτα τους και θ’ αγκαλιάζουν    τα παιδιά τους. Μα τα πεινασμένα πρόσωπα των παιδιών ρίχνουν στον τοίχο    έναν ίσκιο μαύρο σαν τον ίσκιο ενός ψωμιού. Εσύ θα κάθεσαι στο ίδιο εκείνο χαμηλό σκαμνί μας η στέγη ολοένα θα στάζει από ένα παλιό σεντόνι θα ράβεις τα ρουχαλάκια του παιδιού μας θα μπαλώνεις με την πίκρα σου το κενό του χωρισμού. Άραγε φέγγει ακόμα ο ουρανός που βλέπαμε απ’ το παράθυρο ανθίζει πάντα στην αυλή η μικρή ροδακινιά; Ένας-ένας θα χάνονται οι εργάτες απ’ τ’ αντικρινό μηχανουργείο. Μα όταν χτυπάει η πόρτα μας τη νύχτα  η μητέρα σου δε θα φοβάται πια. Θ’ ανάβει μονάχα τη λάμπα για να μη χάνουνε το δρόμο    οι μελλοθάνατοι ύστερα θα φυσάει τη φωτιά για νάχουν ζεστασιά οι σκοτωμένοι κ’ εσύ θ’ ανοίγεις με χέρια σίγουρα και θ’ αφουγκράζεσαι στη    νύχτα εκείνον το μεγάλο θόρυβο εκείνο το ασίγαστο και μακρινό ποδοβολητό. Γιατί τώρα, αγαπημένη, ξέρεις γιατί ξέρουμε. Χιλιάδες άνθρωποι υπερασπίζονται τον κόσμο  και την αγάπη μας.
Ναι, αγαπημένη μου, εμείς γι’ αυτά τα λίγα κι απλά πράματα πολεμάμε για να μπορούμε νάχουμε μια πόρτα, έν’ άστρο, ένα σκαμνί έναν χαρούμενο δρόμο το πρωί ένα ήρεμο όνειρο το βράδυ. Για νάχουμε έναν έρωτα που να μη μας τον λερώνουν ένα τραγούδι που να μπορούμε να το τραγουδάμε. Όμως αυτοί σπάνε τις πόρτες μας πατάνε πάνω στον έρωτα μας. Πριν πούμε το τραγούδι μας μάς σκοτώνουν. Μας φοβούνται και μας σκοτώνουν. Φοβούνται τον ουρανό που κοιτάζουμε φοβούνται το πεζούλι που ακουμπάμε φοβούνται το αδράχτι της μητέρας μας και το αλφαβητάρι του     παιδιού μας φοβούνται τα χέρια σου που ξέρουν να αγκαλιάζουν τόσο τρυφερά και να μοχτούνε τόσο αντρίκεια φοβούνται τα λόγια που λέμε οι δυο μας με φωνή χαμηλωμένη φοβούνται τα λόγια που θα λέμε αύριο όλοι μαζί μάς φοβούνται, αγάπη μου, κι όταν μάς σκοτώνουν νεκρούς μάς φοβούνται πιο πολύ. Σ’ αγαπώ όσο δεν μπορώ να σου πω με λόγια. Όλη η χαρά είναι στα μάτια σου, ολάκερη η ζωή στα χέρια σου όλος ο κόσμος σ’ έναν τοίχο που πέφτει ο ίσκιος σου το βράδυ. Όχι, δεν θα μπορούσα να ζήσω μακριά σου αγαπημένη μου. Όμως εμείς μπορούμε ν’ αγαπάμε και να χωρίζουμε αυτό θα μείνει πάντοτε δικό μας αυτό δεν μπορεί κανείς να μάς το πάρει Αυτήν την αγάπη, αυτόν τον πόλεμο, αυτήν την πίστη μας στη    ζωή. Αντίο, λοιπόν, αντίο.  Για νάναι πάντοτε τα μάτια σου γελαστά αντίο για να μην χαθούν οι όμορφες στιγμές που ζήσαμε αντίο για να μη μας τρομάζει η νύχτα, να μη μας κλέβουνε τον ουρανό αντίο. Για να πάρει τέλος πια η αδικία στον κόσμο αντίο. Μπορεί κιόλας να σκοτωθούμε, αγάπη μου. Μα ποιος το λογαριάζει. Χιλιάδες άνθρωποι πεθαίνουν κάθε μέρα δίχως όνομα χιλιάδες γυναίκες ξύπνησαν ξαφνικά το πρωί και βρέθηκαν για πάντοτε μονάχες. Τα παιδιά δεν έχουν ούτε χάδι, ούτε ψωμί. Αντίο. Ίσως να μην ξαναγυρίσω. Ένας άλλος θα κλειδώσει τα χέρια του γύρω απ’ το ζεστό     κορμί σου.  Μη με ξεχάσεις. Μα όχι, όχι, αγάπη μου, πρέπει να με ξεχάσεις. Θα πρέπει ολάκερη να του δοθείς όπως κάποτε δόθηκες και σε μένα  Μονάχα όταν κάποτε ακούσετε ζητωκραυγές και σταθείτε στη    μέση του δρόμου κοιτάζοντας τις σημαίες μας να ξεδιπλώνονται στον ήλιο  τότε ω, τότε, θυμήσου με -θυμήσου με μια στιγμή- μια στιγμή μόνο. Κ’ ύστερα σφίξε το χέρι του κι ανοίξτε το βήμα σας βαδίζοντας προς το μέλλον. Έλα, λοιπόν, σκούπισε τα μάτια σου, μην κλαις. Θέ μου, τι όμορφα     μάτια! Θυμάσαι, αλήθεια, ένα βράδυ που καθόμαστε στο παράθυρο μακριά ένα γραμμόφωνο κι ακούγαμε δίχως να μιλάμε. Είπες: Ας μην έχουμε γραμμόφωνο, κι ας μη βάλανε αυτή την    πλάκα του για μας. Όμως αυτό το σιγαλό τραγούδι είναι δικό μας. Κι αυτό   το βράδυ είναι δικό μας. Κ’ εκείνο τ’ άστρο, εκεί είναι καταδικό μας. Έτσι είχες πει. Μιλάς σαν ποιητής, αγάπη μου, έκανα ξαφνιασμένος. Πέρασες τα όμορφα μπράτσα σου γύρω απ’ το λαιμό μου και με φίλησες. Όπως εσύ μονάχα ξέρεις να φιλάς. Έλα, λοιπόν, μην κλαις. Έτσι μπράβο, έτσι μ’ αρέσεις - να χαμογελάς. Εμείς θα ζήσουμε, αγαπημένη μου, και θα νικήσουμε. Ό, τι     κι αν κάνουν θα νικήσουμε. Μια μέρα θα ξαναβρεθούμε. Θ’ αγοράσουμε τότε κ’ εμείς ένα δικό μας γραμμόφωνο και θα το βάζουμε να παίζει όλη την ώρα. Ναι, αγάπη μου, θα κάτσουμε κιόλας στο παράθυρο, κοντά-κοντά. Θα ξαναβρεθούμε μια μέρα. Και τότε όλα τα βράδια κι όλα τ’ άστρα κι όλα τα τραγούδια θάναι δικά μας.
304 notes · View notes
terrestrialdevil · 6 years ago
Text
Σκέφτομαι αυτή τη στιγμή πόσο θέλω να μου κάνεις έρωτα...
Να μπεις μέσα μου όπως η νικοτίνη από το τσιγάρο, που δεν πρέπει αλλά την θέλω... Να σε νιώσω μέσα στο στήθος μου να με καις και να μείνεις μέσα μου όσο αντέξω, όπως ο καπνός...
Να αγγίξεις το πρόσωπό μου και να με φιλήσεις βίαια, σα να θες να μάθεις όλες τις γεύσεις από ένα φιλί-το δικό μου φιλί! Να γεμίσεις σημάδια τα χέρια μου από την δύναμη που θα με σφίγγεις να ακολουθήσω τους ρυθμούς σου...
Σκέφτομαι πως θα με κάνεις να χορεύω στο κρεβάτι. Έτσι δεν είναι;Να μου κάνεις έρωτα λες και είναι η πρώτη φορά, μα και η τελευταία μαζί μου... Να προσέξω θέλω, τον ιδρώτα να στάζει στο σώμα σου και να ��γγίζει το δικό μου σε μια ηδονική διάσταση... Να με κάνεις να νιώσω πως αν τελειώσω μαζί σου, οι ρυθμοί της ζωής θα ακολουθούν τους χτύπους της καρδιάς μου...
Κάνε μου άγριο και τρυφερό έρωτα, προσπάθησε να ζήσεις όλες μας τις ερωτικές στιγμές σε μια. Αύριο βλέπουμε-δεν με νοιάζει-το αύριο μαζί σου θα'ναι πάντα αλλιώς γιατί σε θέλω... Κάνε με να ''φοβηθώ'' και έτσι να αφεθώ για να σε ακολουθήσω ολοκληρωτικά σε έναν χορό που μόνο εμείς χορεύουμε...
Φίλα με...
Αν κουραστείς δεν πειράζει, θα έχω ζήσει από εσένα για λίγο... Δανείζομαι τις ανάσες σου. Θα σου τις επιστρέψω με σκέψεις φωτιά και ετούτο εδώ το σημείωμα. Έτσι σε θέλω, μέσα μου και ας μην πρέπει, κολλημένο στο σώμα μου σαν βρεγμένο ρούχο να νιώθω την θερμοκρασία σου. Να με αγγίζεις για να νιώσω πόσο σε θέλω ξανά. Και ξανά... Έτσι θέλω να μου μάθεις... έτσι θέλω να είναι... Ένας χορός ατελείωτος και ένα τσιγάρο συντροφιά και απόλαυση μωρό μου. Έτσι πρέπει να είναι μαζί σου..
Λοιπόν, μπορείς πιστεύεις να μου κάνεις τέτοιον έρωτα;
8 notes · View notes
theofilosofspring · 2 years ago
Video
youtube
Μετείκασμα
ημιδιάφανες κλειδαρότρυπες ρυτιδιασμένη ντουλάπα σημειώματα μ’ αμνησία τέως μαγικό χαλί οι συνήθειες αυτού του δωματίου ιδρωμένα περίστροφα από κάποιο πράσινο απόσταγμα μάλλον ενώ το ψυγείο πάγωσε δίχως να είναι στο ρεύμα
έψαχνε το πρωί στους κάδους τους πράσινους έτρεξα μα δεν τον πρόλαβα έτρεξα μα είχε φύγει έτρεξα μα εξαφανίστηκε έτρεξα γιατί έτρεξα;
στου ύπνου τα χωράφια οι κεραίες αγγίζουν τα σύρματα του θεού η λάσπη ρούχο στων λυσικόμων φιγούρων τη σκιά η διαύγεια γρατζουνιά στους τοίχους ορθωμένη καμινάδα ψυγείου η σύνεση τρίζει το πάτωμα αγαπημένη σκηνή μια τρύπα στο κέντρο της γης ήρθ’ η ώρα
βάζω στις κόγχες των ματιών εκεί π’ άλλοτε ήταν σύννεφα δυο κουταλιές μέλι κρυσταλλωμένο φωνήεντα π’ ακούγονται συμφωνικά και σύμφωνα φονικά ενενήντα τέσσερα σκαλοπάτια κάτω κάθε φορά που μετράω θυμάμαι το κρυφτό πράσινοι θύσανοι κρέμονται στο γαλάζιο πλάτη με ρίγες στολισμένη πάντα ήθελα να γίνω ζέβρα να ριχτώ ενάντια σ’ οτιδήποτε γκρι δυο χρώματα υπάρχουν άλλωστε τα υπόλοιπα των ποιητών κι όσων καθυστερούν εγώ όμως έτρεξα γιατί έτρεξα;
σ’ έναν πίδακα μηδικών θέλω βρέθηκα απορημένες συντεταγμένες είδα να κάνουν έρωτα μ’ άγραφους χάρτες διαμάντια να πέφτουν σε μαύρες τρύπες (ανα)φιλητά στοιχισμένα να παρελαύνουν ρόδες αντί για καρδιές αλυσίδες αντί γι’ αγκαλιές τούλια εθελοντές προσκόπους μωρά να βυζαίνουν κεριά να μηλιώνουν έναν ορίζοντα να στάζει προσχήματα ροπές να γίνονται δάκρυα πεπρωμένα κρεμάμενα απ’ άγρια μανταλάκια και μικρά ψέματα π’ ονειρεύονταν να γίνουν μεγάλα «τι θες να γίνεις όταν μεγαλώσεις;» - συγχώρεση
1 note · View note
exhaled-spirals · 7 years ago
Text
« Tου έρωτα και του θανάτου
Στης πικροδάφνης τον ανθό και στης ιτιάς το δάκρυ  που στάζει όλο παράπονο στης ποταμιάς την άκρη στου κόρφου σου τα βότανα και στην ποδιά σου πάνω έγειρα να αποκοιμηθώ, τον πυρετό να γιάνω 
 Έκλεισα τα ματάκια μου κι είδα όνειρο μεγάλο πως σε μια αυλή, για χάρη σου, πάλευα με το χάρο Και φώναξες σαν σ' άρπαξε και μ' είδες να σαστίζω: "μη με φοβάσαι αγάπη μου λιβάνι κι αν μυρίζω, μόνο σκουλήκι να γενείς, να 'ρθεις να μ' ανταμώσεις κρυφά στο σώμα μου να μπεις, γλυκό φιλί να δώσεις Ένα φιλί αλλιώτικο που ανάσα δε θα φέρνει μα μες στης γης τις μυρωδιές τα κάλλη μου θα σπέρνει" 
Σκουλήκι γίνηκα κι εγώ κι ήρθα να σ' ανταμώσω, κρυφά στο σώμα σου να μπω, γλυκά φιλιά να δώσω Στο έμπα χίλια σου 'δωκα, στο έβγα δυο χιλιάδες, γλυκά να λιώσεις, να χυθείς, σαν τις χλωμές λαμπάδες 
Κι εκεί στης γης τις μυρωδιές, στην παιχνιδιάρα σήψη ο Έρωτας τον Θάνατο μπόρεσε να νικήσει Απ' τα φιλιά που χάρισα στα κάλλη του κορμιού σου λουλούδι φύτρωσε μικρό που πίνει απ' τους χυμούς σου Λουλούδι που κι αν μαραθεί τη μυρωδιά δε χάνει γιατί δακρύζει σαν ιτιά κι ανθεί σαν πικροδάφνη.
- Μαρία Μουτσάκη
of Love and of Death
On the oleander's flower and on the willow's tear that drips full of grievance at the river's edge on the herbs at your bosom and on top of your apron i lay down to sleep, the fever to cure 
i closed my little eyes and i saw a great dream that in a courtyard, for you, i was fighting with Charon and you shouted when he grabbed you and you saw me freezing: don't fear me my love even if i smell like incense only become a worm and come to find me  secretly enter my body a sweet kiss to give  one different kiss that won't carry breath  but inside the scents of the earth will sow my beauty 
worm i became and i came to find you secretly your body to enter, sweet kisses to give on entering i gave you a thousand, on exit two thousand sweetly so you will melt, and be poured, like the pale candles 
and there in the scents of the earth, at the playful sepsis Love managed to defeat Death from the kisses i gifted the beauty of your body  a small flower bloomed that drinks from your juices a flower that doesn’t lose its scent even if it withers because it weeps like a willow and blooms like an oleander. »
— Maria Moutsaki
13 notes · View notes
thoughtfullyblogger · 7 years ago
Text
  Πάει, λέει, ένας Αθηναίος στα Ανώγεια.
Κάθεται με την παρέα του να φάνε σε μια ταβέρνα.
Ζητάει κατάλογο από τον σερβιτόρο (που ήδη έχει αρχίσει να τον κοιτάζει περίεργα) και αφού ρίχνει μια πρόχειρη ματιά, τον ρωτάει:
«Από θαλασσινά τι έχετε»;
Για ν’ απαντήσει κοφτά ο Ανωγειανός:
«Αλάτσι…»
Το συγκεκριμένο (βγαλμένο απ’ την πραγματικότητα) ανεκδοτάκι μπορεί να σου φαίνεται αστείο. Στα ορεινά όμως της Κρήτης δεν αστειεύονται καθόλου με το φαγητό τους.
Δεν δέχονται… αντιρρήσεις για το τι θα φας ΚΙ ΕΣΥ αν βρεθείς στα μέρη τους. Και υπάρχει ένα ακαταμάχητος λόγος που τελικά έχουν δίκιο:
Το ευλογημένο αντικριστό!
Τι να πρωτοπείς για τον «Μαραντόνα» της κρητικής κουζίνας; Γι’ αυτό το ξελόγιασμα του ουρανίσκου (όπως εύκολα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από κριτή του Master Chef);
Γι’ αυτό το τροφικό ναρκωτικό, που είναι από μόνο του λόγος να εγκατασταθείς ΜΟΝΙΜΑ στο νησί;
Γιατί αν μια Κρητικοπούλα είναι ικανή να σου προκαλέσει έρωτα με την πρώτη ματιά, το αντικριστό είναι βέβαιο ότι θα σου προκαλέσει έρωτα με την πρώτη… μπουκιά!
Συνταγή των βοσκών στις ορεινές τοποθεσίες του νησιού (που χωρίς τεχνικά μέσα στη διάθεσή τους έπρεπε να αυτοσχεδιάσουν) το αντικριστό δεν είναι απλά ένα ψητό αρνί. Ή μάλλον «οφτό», όπως λέγεται στην Κρήτη.
Είναι (το) κάτι άλλο. Είναι ιεροτελεστία. Είναι μυσταγωγία. Και μια απόδειξη ότι η απλότητα μπορεί να κάνει θαύματα.
Δεν χρειάζονται λοιπόν σούβλες. Δεν χρειάζονται μπαχαρικά, μαρινάδες και καρυκεύματα.
Το αρνί κόβεται απλώς σε τέσσερα κομμάτια (τα επονομαζόμενα «γουλίδια») που αλατίζονται έντονα και περνιόνται το καθένα σε ένα μυτερό ξύλο
Αφού ανάψουν λοιπόν τα κάρβουνα, οι αυτοσχέδιες ξύλινες σούβλες στήνονται απέναντι (αντικριστά) και όχι πάνω από τη φωτιά.
Τα πάντα παίζουν ρόλο για το πού ακριβώς θα τοποθετηθούν: Η ένταση της θράκας, η απόσταση, ο αέρας.
Κι από ‘κει και πέρα… υπομονή. Το ψήσιμο μπορεί να διαρκέσει και ώρες. Πού -πίστεψέ με- αξίζουν ΟΛΕΣ τον κόπο.
Γιατί με τον συγκεκριμένο τρόπο μαγειρέματος (που θεωρείται από τους αρχαιότερους και περιγράφεται ακόμα και στην Ιλιάδα του Ομήρου) το λίπος του κρέατος στάζει στο χώμα και όχι στη φωτιά. Το αρνί δεν καπνίζεται και δεν τσικνίζεται.
Και όταν τελικά φτάνει στο στόμα σου συμφωνείς (με κλειστά τα μάτια και πνιχτά επιφωνήματα ευχαρίστησης) ότι τέτοιο πράγμα δεν έχεις ξαναφάει!
Εξάλλου η εικόνα του και μόνο είναι μαγευτική. Σαν βγαλμένη από υπέρτατη φαντασίωση χοληστερίνης.
Βλέπεις μπροστά σου αυτό τον υπέροχο λόφο από πέτσες και ψαχνά και σου στάζει σαλάκι από το ακρόχειλο.
Θέλεις να χορέψεις γύρω του με τον ενθουσιασμό Ινδιάνου. Να ξαπλώσεις δίπλα του και απλά να… μαστουρώσεις από την τσίκνα.
Είναι τόσο σαγηνευτικό και το θέαμα (πέρα από τη γεύση) που μέχρι και τροχαία μπορεί να προκαλέσει!
Πέρυσι το καλοκαίρι λοιπόν κάποιοι τουρίστες σε χωριό της Κρήτης παραλίγο να σκοτωθούν, περνώντας με το αμάξι από σημείο όπου είχαν στηθεί αντικριστά.
Γιατί χαζεύοντας (όπως ομολόγησαν έπειτα) το λαχταριστό σκηνικό, δεν πρόσεξαν… γκρεμό που υπήρχε μπροστά τους!
Κι αντί να φάνε εκείνοι το αντικριστό (συμφωνώντας πως ναι, γίνεται να επιτευχθεί οργασμός από το στόμα) παραλίγο το αντικριστό να φάει εκείνους!
Αντικριστό: Το κρητικό φαγητό που μπορείς να τρως μέχρι λιποθυμίας!
  Πάει, λέει, ένας Αθηναίος στα Ανώγεια. Κάθεται με την παρέα του να φάνε σε μια ταβέρνα. Ζητάει κατάλογο από τον σερβιτόρο (που ήδη έχει αρχίσει να τον κοιτάζει περίεργα) και αφού ρίχνει μια πρόχειρη ματιά, τον ρωτάει: «Από θαλασσινά τι έχετε»; Για ν’ απαντήσει κοφτά ο Ανωγειανός: «Αλάτσι…»
Αντικριστό: Το κρητικό φαγητό που μπορείς να τρως μέχρι λιποθυμίας!
  Πάει, λέει, ένας Αθηναίος στα Ανώγεια. Κάθεται με την παρέα του να φάνε σε μια ταβέρνα. Ζητάει κατάλογο από τον σερβιτόρο (που ήδη έχει αρχίσει να τον κοιτάζει περίεργα) και αφού ρίχνει μια πρόχειρη ματιά, τον ρωτάει: «Από θαλασσινά τι έχετε»; Για ν’ απαντήσει κοφτά ο Ανωγειανός: «Αλάτσι…»
Αντικριστό: Το κρητικό φαγητό που μπορείς να τρως μέχρι λιποθυμίας!
  Πάει, λέει, ένας Αθηναίος στα Ανώγεια. Κάθεται με την παρέα του να φάνε σε μια ταβέρνα. Ζητάει κατάλογο από τον σερβιτόρο (που ήδη έχει αρχίσει να τον κοιτάζει περίεργα) και αφού ρίχνει μια πρόχειρη ματιά, τον ρωτάει: «Από θαλασσινά τι έχετε»; Για ν’ απαντήσει κοφτά ο Ανωγειανός: «Αλάτσι…»
Αντικριστό: Το κρητικό φαγητό που μπορείς να τρως μέχρι λιποθυμίας!   Πάει, λέει, ένας Αθηναίος στα Ανώγεια. Κάθεται με την παρέα του να φάνε σε μια ταβέρνα. Ζητάει κατάλογο από τον σερβιτόρο (που ήδη έχει αρχίσει να τον κοιτάζει περίεργα) και αφού ρίχνει μια πρόχειρη ματιά, τον ρωτάει: «Από θαλασσινά τι έχετε»; Για ν’ απαντήσει κοφτά ο Ανωγειανός: «Αλάτσι…»
1 note · View note
skandaladiaplokidiafthora · 7 years ago
Text
  Πάει, λέει, ένας Αθηναίος στα Ανώγεια.
Κάθεται με την παρέα του να φάνε σε μια ταβέρνα.
Ζητάει κατάλογο από τον σερβιτόρο (που ήδη έχει αρχίσει να τον κοιτάζει περίεργα) και αφού ρίχνει μια πρόχειρη ματιά, τον ρωτάει:
«Από θαλασσινά τι έχετε»;
Για ν’ απαντήσει κοφτά ο Ανωγειανός:
«Αλάτσι…»
Το συγκεκριμένο (βγαλμένο απ’ την πραγματικότητα) ανεκδοτάκι μπορεί να σου φαίνεται αστείο. Στα ορεινά όμως της Κρήτης δεν αστειεύονται καθόλου με το φαγητό τους.
Δεν δέχονται… αντιρρήσεις για το τι θα φας ΚΙ ΕΣΥ αν βρεθείς στα μέρη τους. Και υπάρχει ένα ακαταμάχητος λόγος που τελικά έχουν δίκιο:
Το ευλογημένο αντικριστό!
Τι να πρωτοπείς για τον «Μαραντόνα» της κρητικής κουζίνας; Γι’ αυτό το ξελόγιασμα του ουρανίσκου (όπως εύκολα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από κριτή του Master Chef);
Γι’ αυτό το τροφικό ναρκωτικό, που είναι από μόνο του λόγος να εγκατασταθείς ΜΟΝΙΜΑ στο νησί;
Γιατί αν μια Κρητικοπούλα είναι ικανή να σου προκαλέσει έρωτα με την πρώτη ματιά, το αντικριστό είναι βέβαιο ότι θα σου προκαλέσει έρωτα με την πρώτη… μπουκιά!
Συνταγή των βοσκών στις ορεινές τοποθεσίες του νησιού (που χωρίς τεχνικά μέσα στη διάθεσή τους έπρεπε να αυτοσχεδιάσουν) το αντικριστό δεν είναι απλά ένα ψητό αρνί. Ή μάλλον «οφτό», όπως λέγεται στην Κρήτη.
Είναι (το) κάτι άλλο. Είναι ιεροτελεστία. Είναι μυσταγωγία. Και μια απόδειξη ότι η απλότητα μπορεί να κάνει θαύματα.
Δεν χρειάζονται λοιπόν σούβλες. Δεν χρειάζονται μπαχαρικά, μαρινάδες και καρυκεύματα.
Το αρνί κόβεται απλώς σε τέσσερα κομμάτια (τα επονομαζόμενα «γουλίδια») που αλατίζονται έντονα και περνιόνται το καθένα σε ένα μυτερό ξύλο
Αφού ανάψουν λοιπόν τα κάρβουνα, οι αυτοσχέδιες ξύλινες σούβλες στήνονται απέναντι (αντικριστά) και όχι πάνω από τη φωτιά.
Τα πάντα παίζουν ρόλο για το πού ακριβώς θα τοποθετηθούν: Η ένταση της θράκας, η απόσταση, ο αέρας.
Κι από ‘κει και πέρα… υπομονή. Το ψήσιμο μπορεί να διαρκέσει και ώρες. Πού -πίστεψέ με- αξίζουν ΟΛΕΣ τον κόπο.
Γιατί με τον συγκεκριμένο τρόπο μαγειρέματος (που θεωρείται από τους αρχαιότερους και περιγράφεται ακόμα και στην Ιλιάδα του Ομήρου) το λίπος του κρέατος στάζει στο χώμα και όχι στη φωτιά. Το αρνί δεν καπνίζεται και δεν τσικνίζεται.
Και όταν τελικά φτάνει στο στόμα σου συμφωνείς (με κλειστά τα μάτια και πνιχτά επιφωνήματα ευχαρίστησης) ότι τέτοιο πράγμα δεν έχεις ξαναφάει!
Εξάλλου η εικόνα του και μόνο είναι μαγευτική. Σαν βγαλμένη από υπέρτατη φαντασίωση χοληστερίνης.
Βλέπεις μπροστά σου αυτό τον υπέροχο λόφο από πέτσες και ψαχνά και σου στάζει σαλάκι από το ακρόχειλο.
Θέλεις να χορέψεις γύρω του με τον ενθουσιασμό Ινδιάνου. Να ξαπλώσεις δίπλα του και απλά να… μαστουρώσεις από την τσίκνα.
Είναι τόσο σαγηνευτικό και το θέαμα (πέρα από τη γεύση) που μέχρι και τροχαία μπορεί να προκαλέσει!
Πέρυσι το καλοκαίρι λοιπόν κάποιοι τουρίστες σε χωριό της Κρήτης παραλίγο να σκοτωθούν, περνώντας με το αμάξι από σημείο όπου είχαν στηθεί αντικριστά.
Γιατί χαζεύοντας (όπως ομολόγησαν έπειτα) το λαχταριστό σκηνικό, δεν πρόσεξαν… γκρεμό που υπήρχε μπροστά τους!
Κι αντί να φάνε εκείνοι το αντικριστό (συμφωνώντας πως ναι, γίνεται να επιτευχθεί οργασμός από το στόμα) παραλίγο το αντικριστό να φάει εκείνους!
Αντικριστό: Το κρητικό φαγητό που μπορείς να τρως μέχρι λιποθυμίας!
  Πάει, λέει, ένας Αθηναίος στα Ανώγεια. Κάθεται με την παρέα του να φάνε σε μια ταβέρνα. Ζητάει κατάλογο από τον σερβιτόρο (που ήδη έχει αρχίσει να τον κοιτάζει περίεργα) και αφού ρίχνει μια πρόχειρη ματιά, τον ρωτάει: «Από θαλασσινά τι έχετε»; Για ν’ απαντήσει κοφτά ο Ανωγειανός: «Αλάτσι…»
Αντικριστό: Το κρητικό φαγητό που μπορείς να τρως μέχρι λιποθυμίας!   Πάει, λέει, ένας Αθηναίος στα Ανώγεια. Κάθεται με την παρέα του να φάνε σε μια ταβέρνα. Ζητάει κατάλογο από τον σερβιτόρο (που ήδη έχει αρχίσει να τον κοιτάζει περίεργα) και αφού ρίχνει μια πρόχειρη ματιά, τον ρωτάει: «Από θαλασσινά τι έχετε»; Για ν’ απαντήσει κοφτά ο Ανωγειανός: «Αλάτσι…»
1 note · View note
spoilersgr · 4 years ago
Link
Ένα βίντεο όπου και ποζάρει για πρώτη φορά μαζί με το σύντροφό της, Κωνσταντίνο Κωνσταντίνου μοιράστηκε το απόγευμα της Παρασκευής η Demy. Συγκεκριμένα, η τραγουδίστρια, με αφορμή τα γενέθλιά της, δημοσίευσε ένα Instastory, στο οποίο απεικονίζεται η ίδια να σβήνει το κεράκι της, σχολιάζοντας μάλιστα, πως η ευχή της έχει ήδη πραγματοποιηθεί. Ντέμι   Πληροφορίες από nassosblog
0 notes
saraazn · 7 years ago
Text
z\ώ
Δάγκωσε ένα μεγάλο κομμάτι τυρί ευχήθηκε να μη ξανά πέσει σε κατάθλιψη και αποχώρησε.
Στην αποψινή ημέρα, θα έχουμε 3 ιστορίες διαφορετικών μη φανταστικών ανύπαρκτων ανθρώπων και μαζί μας θα τρέχουν τα σύννεφα και θα βράζει ένα αβγό.
_Ένα βράδυ όταν ακόμα ήταν καλοκαίρι, ένας νεαρός βγήκε έξω να περπατήσει την πόλη. Κατέληξε να πίνει σε ένα παγκάκι και ύστερα να ξαπλώνει στα γρασίδια. Μετά από αρκετή ώρα ανεπιτυχών προσπαθειών ανύψωσης κατάφερε να φτάσει στον προορισμό του, σε ένα πέτρινο παγκάκι και κάθισε. Πίσω από τον αριστερό του ώμο, ένας άντρας με γκρίζα μαλλιά κοντομάνικο και βερμούδα φώναζε πράγματα που σε όλους βγάζαν νόημα, κυρίως έβριζε “μωρή καργιόλα, θα σε γαμΉσω μωρή βρωμιάρα, ξεκωλιάρα βρώμα.” δε γύρισε κανείς το κεφάλι του γιατί οι περαστικοί στις 3 τα ξημερώματα είναι περαστικοί των δρόμων εκείνων για παρόμοιους λογους. Λίγο ��ργότερα ο άντρας εκείνος κατευθύνθηκε προς το πέτρινο παγκάκι και άρχισε να εξετάζει μια θεωρία και ύστερα μίλησε και είπε “Εσύ νεαγέ που κάγεσαι εδώ τώρα κικαι με ακούγ τόση ώρα που φωνάζω και λέω πράματα να ξερεις πως έχω καταλάβ βει ότι είσαι μεθυσμένος και βλέπεις, σπείρες! Σπίτια σπείρες, ββήματα σπέιρες, εμένανα σπείρα, τους πούστηδες ταξιτζήδες σπέιρες, να δες εδώ που τρέχει αίμα απ'το πόδι μου, εκείνοι το καμαν, κάποιος από ‘κεινους το καμε εγώ το ξέρω ΜΠΑΣΤΑΡΡΔΟΙ αλλά εσύ τωρα ζαλισμένος βλέπεις σπείρες ashtu nuk është, νεαρέ μου; Έτσι είναι, αποκρίθηκε εκείνος. Και γιατί συμβαίνει αυτό; είπες ο άντρας, και απ'ολα τα σχήμαατα εσύ βλεπεις, σπείρες; Γιατί συμβαίνει; του ‘κανε ο νεαρός. Γιατί το σχήμα αυτό υπάρχει παντού και οι αρχαίοι μαθηματικοί φυσικοί καλλιτέχνες κι επιστήμονες το θαύμαζαν, το λάτρευαν. Οι ανεμοστρόβιλοι, το κέλυφος των σαλιγκαριών, τα κοχύλια, οι ηλίανθοι, το γάλα στον καφέ, τα αποτυπώματά μας και το dna, και ο γαλαξίας νεαρέ μου, ο γαλαξίας!! Σπείρες!Το "φ”!!!“ "Μάλιστα..γι'αυτό συμβαίνει” έκανε ο νεαρός..“ και να σας ρωτήσω, επειδή το έχω ψάξει κι εγώ αυτό για τη σπείρα..” “Πες μου νεαρέ, πες μου!” “ναι και επειδή το είχα απορία πάντα.. "Τι ειναι; τι;;;” “τελικά αφού τόση ιστορία με το φ, το σχήμα.. γιατι η ίδια η λέξη ξεκινάει από σίγμα;” “ΑΝΤΕ ΡΕ ΓΑΜΗΣΟΥ ΨΩΡΙΑΡΗ ΓΚΩΛΟΠΑΙΔΟ” και άρχισε να τον κυνηγάει ο πρεζάκιας τον νεαρό, αλλά δεν τον έφτασε γιατί πριν που κάρφωσε τη βελόνα στο γόνατο αρχισε να αιμορραγεί.»
“Καλησπέρα σε όλους εσάς. Ονομάζομαι Πίτε. Τώρα θα σας πω την ιστορία μου, κι εσείς θα με ακούσετε. Την γνώρισα ένα μεσημέρι και για αρκετές μέρες δεν έμαθα τίποτα γι'αυτή. Δε μου έλεγε τίποτα, ούτε το όνομά της. Αλλά αυτό καθόλου δεν με ενδιέφερε γιατί πάντοτε επικοινωνούσαμε με κώδικες. Αυτούς τους κώδικες τους κουβαλούσαμε εγώ κι εκείνη, ο καθένας από καιρό στο μυαλό του, στην καθημερινότητα του, και έτσι γνωρίζαμε όταν συναντηθήκαμε ότι η επικοινωνία μας με ��υτόν τον τρόπο, τον κωδικοποιημένο, ήταν αρκετή. Ποτέ δεν αναφέραμε ότι επικοινωνούμε με κώδικες. Την ερωτεύτηκα παράφορα, ήμουν όμως πάντοτε συγκρατημένος. Της το εκδήλωνα πάντοτε μέσα από τους κώδικες, ποτέ ανθρώπινα. Εκείνη, γνώριζε πράγματα που εγώ είχα την ανάγκη να μάθω και μια εσωτερική επιθυμία να τα μάθω από εκείνη, πιο ισχυρή από οποιαδήποτε άλλη μπορείτε να σκεφτείτε. Φυσικά, τίποτα απ'όλα αυτά δεν ήταν αληθινό, γιατί τα αληθινά πράγματα τα γνωρίζαμε, εκείνο που συνέχεια μας διέφευγε και δεν μπορούσαμε να πλησιάσουμε ήταν μέχρι που μπορούσε να φτάσει η φαντασία μας. Τα μη πραγματικά δηλαδή πράγματα, για τα οποία οι περισσότεροι σε αυτό το δωμάτιο χρησιμοποιείτε τη λέξη "τρέλα” για να χαρακτηρίσετε, εκείνα για τα οποία επιλέξατε να γίνετε ψυχολόγοι, άλλοι φιλόσοφοι και εκείνοι τους οποίους θαυμάζω πιο πολύ απ'όλους για τη -φαντασία- που διαθέτουν, γιατί εγώ δεν θα μπορούσα ποτέ να φτάσω σε αυτό το επίπεδο, εκείνοι που αποκαλούν τους εαυτούς τους “δασκάλους”. Ναι..τέλος απάντων, δεν θα ήθελα να με παρεξηγήσετε πριν ολοκληρώσω. Η επικοινωνία μας όσο περνούσε ο καιρός γινόταν για εσάς όλο και πιο περίπλοκη, δεν είχα φίλους, αλλά και να είχα, δεν θα μπορούσα να συζητάω μαζί τους για εμένα και για εκείνη. Κανένας δεν θα με πίστευε, κανένας δεν θα καταλάβαινε. Μπροστά μας υπήρχε ένας ολόκληρος κόσμος, κι εμείς είχαμε αφαιρεθεί. Όταν απομακρύνθηκε και άρχισε το βλέμμα της να με γεμίζει ερωτηματικά αντί να μου λύνει απορίες, αρρώστησα. Τόσο πολύ μάλιστα που δεν τα κατάφερα. Την έχω αγγίξει ελάχιστες φορές, δηλαδή, παρόλο που πέρασα τόσο χρόνο μαζί της, ακούμπησα με τα δικά μου χέρια, το δικό μου σώμα, το δικό της, ελάχιστα. Κάναμε έρωτα ένα βράδυ. Της άρπαξα τα χέρια, την έβαλα κάτω, εκείνη έτρεμε αλλά το πρόσωπό της ήταν ανέκφραστο, την έβαλα κάτω βίαια, εκείνη με έσπρωχνε, με κλωτσούσε, το πρόσωπό της ήταν ανέκφραστο, μου έγδαρε το δέρμα, ούρλιαζε αλλά το πρόσωπό της ήταν ανέκφραστο και τότε ήταν που έβαλα το χέρι μου στο στόμα της, γιατί ηταν βράδυ, εκείνη ούρλιαζε και όλοι κοιμόντουσαν, και ακόμα μπορώ να νιώσω τα σάλια της στη παλάμη μου, εδώ, κοιτάξτε, έχω σημάδια απ'τα δόντια της. Εκείνη με κοιτούσε, το βλέμμα της με γέμιζε ερωτηματικά, ένιωθα την αρρώστια μέσα μου να ξεσπάει και να εξαπλώνεται σε κάθε μου κύτταρο, το σώμα μου να κινείται πάνω κάτω, μέσα έξω ολοένα και πιο γρήγορα και τα χέρια μου από το στόμα της στο λαιμό της, να τον σφίγγουν, εκείνη να γουρ��ώνει τα μάτια, το πρόσωπό της ανέκφραστο, τα χέρια της στο πάτωμα, το στόμα της κλειστό, τα χέρια μου στο λαιμό της να τον σφίγγουν, τα μάτια μου γουρλωμένα πάνω στα δικά της και ο ιδρώτας μου να στάζει ρυθμικά στο μάγουλό της. Ένιωσα το μουνί της να χύνει, την ανάσα της να κόβεται, την αρρώστια μου να πεθαίνει. Κάναμε έρωτα. Κι από τότε είμαι σαν όλους εσάς. Ανθρώπινος, αποκωδικοποιημένος, υγιής και φυσικά ένοχος, ή βιαστής, ή φονίας, όπως επιθυμείτε. Αυτό ακριβώς είμαι. Σας ευχαριστώ εξώ και γύρω απ'την καρδιά μου, τα από μέσα τα κρατάω για τον εαυτό μου, για τον χρόνο σας και τα βλέμματά σας, Μπορείτε τώρα να συνεχίσετε ευχαρίστως με τις καταθέσεις σας, τις αποπληρώσεις σας, τις ανανεώσεις σας ή οτιδήποτε ήρθατε να κάνετε σε αυτήν εδώ την τράπεζα..Πάντως, θα συμφωνήσετε κι εσείς πιστεύω μαζί μου, πως περισσότερες θα ήταν οι πιθανότητες να ήσασταν εδώ σήμερα παρόντες σε μια ένοπλη ληστεία τραπέζης, παρά στην αφήγηση μιας τέτοιας ιστορίας.. Γι'αυτό, την ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου. Καλό σας μεσημέρι και αντίο σας, πηγαίνω για ύπνο!“
1. Εισαγωγή. 2. 3.
34 notes · View notes
thereflectionofeternity · 8 years ago
Text
Οι τρείς ιθαγενείς
ΚΥΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ/ Το σκληρό μου «εγώ»
Ένα ερωτικό ποίημα δεν είναι ερωτικό όταν δεν έχει μέσα την λέξη καύλα, χύσι, προσμονή
Και οι ταινίες σου είναι για την ελίτ, αφού δεν βάζεις υπότιτλους για τους βαρήκοους
Ένα ερωτικό ποίημα πρέπει να είναι φλύαρο
Για να σε πείσει πως όσα λες είναι αληθινά
«Αλήθεια, αυτό το ποίημα το έγραψες για εμένα ή για εσένα;», σε ρωτάω
Αλήθεια, δοκίμασες ποτέ να μπεις πιο βαθιά στις σκέψεις σου για να με βρεις;
Υπέρβαση
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ/ Το δήθεν σοφό μου «εγώ»
 «Πως μοιάζει ο πρίγκιπάς σου;», με ρωτάς
«Συναισθάνεται. Κατανοεί. Έχει βάθος.», απαντώ
Κοίτα γύρω σου κι αν είσαι τυχερή και δεις κάποιον ‘’άνθρωπο’’, άρχισε να παρατηρείς τις εκφράσεις του, τα δάχτυλά του όταν ‘’σπάνε’’ για να ανάψει το τσιγάρο, τα χείλη του όταν μιλά. Σου μοιάζει; Τότε είμαστε σε καλό δρόμο. Τώρα πλησίασε τον και πιάσε ένα γυάλινο ποτήρι στο χέρι σου. Πέταξέ το με δύναμη στο έδαφος. Εάν σου φωνάξει ‘’πρόσεχε, θα κοπείς’’, τότε είναι εκείνος που αναζητάς. Όσο για το βάθος, παιδί μου, βάθος έχουν οι άνθρωποι που βάζουν την ψυχή τους πιο βαθιά από την πληγή τους και συνεχίζουν.
Όποτε σε φέρνω στο μυαλό μου, παίζει από πίσω Σιδηρόπουλος. Και σκέφτομαι εμένα κι εσένα να μπαίνουμε αγκαλιά σε ένα μπαρ κάπου στο Θησείο. Μετά για λίγο σε σκέφτομαι να μπαίνεις με άλλη και παρατηρώ. Ποτέ το ύφος σου δεν είναι όπως όταν μας σκέφτομαι μαζί. Το μυαλό μου οργιάζει. Ακόμη ένα βράδυ.
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ/ Το χαζο-ρομαντικό μου εγώ»
Να την σκεπάζεις πριν κοιμηθείς πλάι της. Να την ξυπνάς με στίχους από παιδικά τραγούδια. Να σέβεσαι το όχι της. Να της χαμογελάς σε κάθε ναι. Να της φτιάχνεις χυμό πορτοκάλι με πάγο και καλαμάκι. Κι ας είναι χειμώνας. Να της φέρνεις για έκπληξη παγωτό σοκολάτα. Σε χωνάκι. Για να στάζει η σοκολάτα και να την βλέπεις να την γλείφει κατά μήκος του μπισκότου για να μην λερωθεί το φόρεμα της. Να της λες ιστορίες για νεράιδες. Να της λες ιστορίες απ’τη ζωή σου κι ας φοβάσαι μην τρομάξει. Να την γλείφεις για ώρες μέχρι να σου πει φτάνει, μπες μέσα μου τώρα. Να την φωνάζεις με ψευδώνυμα. Να την συστήνεις ως το κορίτσι σου. Να της λες πως είναι η πιο όμορφη από κάθε γυναίκα είδες ποτέ. Να το εννοείς. Να της προσφέρεις κρασί. Κόκκινο κρασί. Και κρέας με αίμα. Σχεδόν ωμό. Να της βάζεις τη μουσική δυνατά. Να της λες ‘’τραγούδησέ μου’’. Να της λες πως είσαι τυχερός. Να το εννοείς. Να την ξυπνάς στον ύπνο της με δάκρια. Να της πεις ‘’φοβάμαι τον θάνατο, σφίξε με στην αγκαλιά σου’’. Να την ξυπνάς στον ύπνο με τρόμο. Να της λες ‘’είδα τον χειρότερο εφιάλτη που έχω δει ποτέ’’ και να της τον διηγείσαι. Να την φιλάς. Στα χείλη. Στα δόντια. Στο κούτελο. Στο μάγουλο. Στα χέρια. Στα μάτια. Και να την κοιτάς. Στα μάτια. Να χαμογελάς. Να την μαλώνεις. Επειδή σου έπλυνε τα πιάτα. Να την δαγκώνεις απαλά. Να την γαργαλάς. Να την γαμάς. Δυνατά. Να της διαβάζεις θεατρικά. Να αλλάζεις τις φωνές σου στους διαλόγους. Να της διαβάζεις τα ποιήματά σου. Να της λες τις ιστορίες που κρύβονται πίσω από αυτά. Να μετράς μαζί της τα αστέρια. Να μάθεις που βρίσκεται κάθε πλανήτης. Να της λες πως υπάρχουν νεράιδες. Πως κάποτε είδες μια. Να της κάνεις έρωτα στα βράχια. Να της σηκώνεις τη φούστα για να δεις τον κώλο της, στο δρόμο. Να καυλώνεις τους περαστικούς. Να της χαρίζεις δαχτυλίδια από αναψυκτικά. Να της χαρίσεις έναν κλέφτη. Να της ζητήσεις να μην τον φυσήξει ποτέ. Να της δώσεις να πιεί το σπέρμα σου μέσα από ένα σφηνάκι. Στον καφέ της. Στο λευκό της κρασί. Να την πάρεις στην τουαλέτα ενός μπαρ που μισεί. Να της βάλεις ξανά προσεκτικά το κραγιόν πριν βγείτε. Να της αγοράσεις ένα βιβλίο κι έναν δίσκο. Να της δώσεις ό,τι σου ζητήσει. Να την αφήνεις ελεύθερη. Να της λες ‘’μαζί σου νιώθω ελεύθερος ξανά’’. Να της τρίβεις την πλάτη με σφουγγάρι αληθινό. Να την κάνεις να χύνει σε μια μπανιέρα γεμάτη καυτό νερό. Να την βγάζεις γυμνές φωτογραφίες σε βράχια. Να την βγάζεις αστείες φωτογραφίες ενώ έχει μόλις ξυπνήσει. Να της μιλάς για το σύμπαν και τα σύννεφα που χάνονται κι ας κλάψει. Να της λες ‘’��ίσαι κι εσύ ένα σύννεφο, μα μείνε εδώ’’. Να την πηγαίνεις σε μέρη που δεν πήγε ποτέ κανείς. Να της ζητάς να κοιμάται γυμνή στο κρεβάτι σου. Να της ανοίγεις την πετσέτα όταν τουρτουρίζει τον χειμώνα μετά το μπάνιο. Να της λες ‘’σε’’ και να ξέρει. Να της λες ‘’με;’’ Και να απαντά. Να χάνεις στα παιχνίδια για να κερδίζει εκείνη. Να αποτυγχάνεις και να λες συγγνώμη. Να είσαι έτοιμος να τα παρατήσεις αλλά να μην τα παρατάς. Να της δίνεις κουράγιο. Να την κάνεις να νιώθει αθάνατη. Να την κάνεις περήφανη. Να την κάνεις καλά. Να την φαντάζεσαι όταν λείπει, γυμνή. Να την αγκαλιάζεις σαν να τελείωσε ο χρόνος. Να την φιλάς βαθιά. Να την ακούς. Να ακούς την καρδιά της να χτυπά ενώ κοιμάται. Να την κοιτά στα μάτια της. Να διαβάζεις πίσω από τα μάτια της.        
18 notes · View notes