#αρετή
Explore tagged Tumblr posts
allo-frouto · 8 days ago
Note
ΠΕΡΙΜΕΝΩ ΣΤΟ ΤΑΙΝΙΟΜΑΝΙΑ ΝΑ ΜΠΟΥΝ ΤΑ 3 ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ ΤΟΥ ARCANE ΠΟΥ ΒΓΗΚΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΚΑΙ ΔΕΝ ΜΠΑΊΝΟΥΝ!!
ΚΑΝΕ ΥΠΟΜΟΝΗ.
0 notes
rotenotes · 23 days ago
Text
Πρωταγόρας (διάλογος) (el.wikipedia.org)
{{Βιβλίο | πρωτότυπο_όνομα_βιβλίου   = Πρωταγόρας (διάλογος) | εικόνα                    = [[αρχείο:Protagoras by Plato.JPG|250px]] | λεζάντα                   = </small>«””’Πόθεν ω Σώκρατες, φαίνει;””’»<small><br>(Έκδοση του κειμένου με ελληνικές και λατινικές επεξηγήσεις, 1854) | συγγραφέας                = [[Πλάτων]] | είδος                     = διάλογος | εκδότης                   = |…
0 notes
opstandelse · 23 days ago
Text
Πρωταγόρας (διάλογος) (el.wikipedia.org)
{{Βιβλίο | πρωτότυπο_όνομα_βιβλίου   = Πρωταγόρας (διάλογος) | εικόνα                    = [[αρχείο:Protagoras by Plato.JPG|250px]] | λεζάντα                   = </small>«””’Πόθεν ω Σώκρατες, φαίνει;””’»<small><br>(Έκδοση του κειμένου με ελληνικές και λατινικές επεξηγήσεις, 1854) | συγγραφέας                = [[Πλάτων]] | είδος                     = διάλογος | εκδότης                   = |…
0 notes
our-har-world · 1 year ago
Text
Τώρα μας κτυπούν με λόγια οδυνηρότερα και από πέτρες. Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος
  Πιστέψτε με τώρα είναι μπροστά μας να υποστούμε χειρότερα από όσα έπαθε ο Παύλος. Τότε εκείνοι κτυπούσαν τον Παύλο με πέτρες. Τώρα μας κτυπούν με λόγια οδυνηρότερα και από πέτρες. Τι πρέπει να κάνουμε λοιπόν; Ότι έκανε και κείνος. Δεν εμίσησε εκείνους που τον ελιθοβόλησαν, αλλά ενώ εκείνον τον έσυραν δια της βίας έξω από την πόλη, αυτός μπήκε πάλι για να ευεργετήσει εκείνους που τόσο τον…
Tumblr media
View On WordPress
0 notes
greek-ride · 11 months ago
Text
συλλογές
περνάει ο χρόνος και επιμένεις στη σιωπή.. την έχεις για αρετή τη σιωπή, είναι γιατί ακούς τις κρυφές σου φωνές μόνον εσύ, τις επιτρέπεις να αναπηδούν όπως θέλουν. πας κι έρχεσαι σε χρόνια και εποχές, σε πλουσιόσπιτα και γιαπιά, σε λινά και κουρέλια, μια μπρος, μια πίσω και ξανά, κι όταν βαραίνεις μέσα τους, τις σπρώχνεις με δύναμη και το σκας.  είναι τότε που ακούς τα άκρα σου να κινούνται, τα…
View On WordPress
0 notes
mauradusus · 2 years ago
Link
“Μενεξέδες και ζουμπούλια και θαλασσι��ά πουλιά αν ιδείτε το πουλ�� μου χαιρετίσματα πολλά“
0 notes
booksanddarkchocolate · 2 years ago
Text
In gotg3 the spaceship of the villains is called ‘arete’ and I found that hilarious because arete (αρετή) is Greek for virtue and everything that happened there was anything but that
79 notes · View notes
justforbooks · 9 days ago
Text
Tumblr media
Κάτω από το ηφαίστειο του Μάλκολμ Λόουρι
Οι αναλογίες μεταξύ του μυθιστορηματικού βίου του Βρετανού συγγραφέα και του κορυφαίου έργου του είναι παραπάνω από δραματικές, όπως και αυτές μεταξύ της υπαρξιακής πτώσης του και του σημερινού, αδιέξοδου κόσμου.
Όταν πλάθει κανείς τη ζωή με πρώτο υλικό τη γλώσσα των ποιητών, αναζητώντας ταυτόχρονα την απάντηση στο αιώνιο ερώτημα ποιος είναι ο σκοπός του ανθρώπου, προσπαθεί να βρει τα εργαλεία που θα τον βοηθήσουν να φτιάξει το απόλυτο δράμα, πολλές φορές πέρα από τα όρια της λογοτεχνίας: είτε έξω από τα ιερά σύνορα της πόλης, στα μακρινά μέρη της Θήβας, είτε στις απέραντες στέπες, στη ρωσική ύπαιθρο, είτε στα πιο σκοτεινά υπόγεια της Μόσχας. Στην περίπτωση του Μάλκολμ Λόουρι, του Βρετανού συγγραφέα που θέλησε να γράψει ένα μυθιστόρημα για τον μοντέρνο άνθρωπο τη στιγμή ακριβώς της πτώσης του, μια «μεθυσμένη Θεία Κωμωδία», όπως την είχε αποκαλέσει, τα χωροχρονικά δεδομένα είναι τα ηφαιστειακά μέρη του Μεξικού την Ημέρα των Νεκρών.
Σε αυτό το πλαίσιο, και συγκεκριμένα στην πόλη Κουαουναγουάκ, μοιάζει να κινείται ο πρωταγωνιστής του Κάτω από το ηφαίστειο, ο πρόξενος Τζέφρι Φέρμιν, ατενίζοντας το κενό της ύπαρξής του, «όπως οι άγγελοι του Σβέντενμποργκ», του Σουηδού φιλοσόφου, θεολόγου και χριστιανού μυστικιστή που ο Θεός τού επέτρεψε να επισκεφθεί τον Παράδεισο, το Καθαρτήριο και την Κόλαση και να συνομιλήσει ��ε αγγέλους και δαίμονες – για να αναφέρουμε έναν μόνο γνήσιο μεταφυσικό συνομιλητή του. Για να καταφέρει, ωστόσο, να προσδώσει στην αφήγηση, εκτός από μεταφορική δύναμη, απόλυτη πιστότητα και ύψιστο λόγο, ο Λόουρι μετατρέπει τον πρωταγωνιστή του σε έναν παράξενο Δάντη στις πιο επίγειες εκδοχές της Κόλασης, ο οποίος βιώνει τις στιγμές της έκλαμψης μπροστά από κάποια cantina, όπως αποκαλούν στο Μεξικό τα υπαίθρια μέρη όπου πουλούν αλκοόλ, αναπολώντας τον μεγάλο του έρωτα και βιώνοντας την έξαψη και την πτώση με παραπάνω δόσεις ουίσκι και μεσκάλ. «Αυτό το μυθιστόρημα, για να χρησιμοποιήσω μια φράση του Έντμουντ Γουίλσον», γράφει με ενάργεια στον πρόλογο του βιβλίου ο συγγραφέας, «έχει ως θέμα τις δυνάμεις που κατοικούν μέσα στον άνθρωπο και τον οδηγούν να βλέπει με τρόμο τον εαυτό του. Θέμα του είναι επίσης η πτώση του ανθρώπου, οι τύψεις του, ο αδιάκοπος αγώνας του να βγει στο φως υπό το βάρος του παρελθόντος – το αιώνιο πεπρωμένο του».
Το μόνιμο άτυπο μότο, οι στίχοι του Μποντλέρ «μεθάτε αδιάκοπα, από κρασί, από ποίηση ή από αρετή», που μοιάζει να υπαγορεύει τη συγγραφή του αριστουργηματικού αυτού μυθιστορήματος, συνοδεύεται, επομένως, από τη βαθιά ανάγκη του συγγραφέα να καταθέσει το ύψιστο έργο για το τι σημαίνει να απομακρύνεται ο άνθρωπος από τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά του και να μετατρέπεται στον απόλυτο δραματικό ήρωα που, για να σωθεί, πρέπει να αντιμετωπίσει τη στιγμή της πτώσης του. Ο μεθυσμένος πρόξενος θαρρείς πως μας μιλάει από το εσωτερικό ενός χαμένου κόσμου, ως ένας εκπεσών άγγελος στη γη, ενδεχομένως και ως ένας σύγχρονος άνθρωπος του σήμερα που βλέπει την κατάπτωση σε κάθε σφαίρα δραστηριοποίησης του μοντέρνου κόσμου, μεταφερμένη στο σήμερα – μια παραπομπή στα πρόσφατα παγκόσμια αδιέξοδα και στις εξελίξεις στην Αμερική είναι απολύτως νόμιμη. Ο εαυτός του γίνεται έτσι το παράδειγμα για να δούμε την πραγματικότητα στη μέγιστη αποσύνθεσή της, αναζητώντας έναν άλλο μοναδικό τόπο, έναν μοναδικό Κήπο της Εδέμ που θα μπορούσε να φιλοξενήσει τους ουσιαστικούς σκοπούς του ανθρώπου.
«Τι άλλο είναι ο άνθρωπος πέρα από μια μικρή ψυχή που κρατάει ορθό ένα πτώμα;» αναρωτιέται σε μια καίρια στιγμή του βιβλίου ο πρόξενος, υιοθετώντας το υπαρξιακό ερώτημα του Μάρκου Αυρήλιου από τα Εις εαυτόν. Σε αυτήν τη μεγαλειώδη φόρμα που δεν αφήνει ανεκμετάλλευτη καμία δραματική αναφορά, αποδεικνύοντας ταυτόχρονα την υπαρξιακή υπέρβαση και κατάπτωση, υπάρχει ένας αφηγηματικός μηχανισμός που φτάνει μέχρι τον Θερβάντες –δεν είναι τυχαίο το ότι στο βιβλίο εμφανίζεται ο Σερβάντες– με τα διαρκή οράματα, τη φαντασιοπληξία και την εκτενή παρέκβαση. Είναι ένας τρόπος που αποπνέει μια μοναδική αφηγηματική ελευθερία, αυτή που λάτρεψαν αργότερα οι καταστασιακοί, οι οποίοι έσπευσαν να υιοθετήσουν το Ηφαίστειο, διαμορφώνοντας μια τεράστια ανθρώπινη τοιχογραφία σαν εκείνες του Ντιέγκο Ριβέρα, ο οποίος αναφέρεται στο βιβλίο, απολύτως ανάλογη της ευρύτητας της ύπαρξης, που αναδεικνύει τη σύνδεση μυθιστορηματικού και ιστορικού χρόνου.
Χαρακτηριστικό είναι ότι το κύριο μέρος της αφήγησης καταλαμβάνει δώδεκα ώρες μίας μόνο μέρας, ενώ το μυθιστόρημα αποτελείται συνολικά από δώδεκα κεφάλαια που καλύπτουν δώδεκα μήνες. Αναδεικνύεται με αυτόν τον τρόπο ο αριθμός δώδεκα που έχει τεράστια σημασία για την εβραϊκή Καμπάλα, την οποία είχε διδαχτεί ο συγγραφέας από νωρίς και επανέρχεται σε διαφορετικές στιγμές της αφήγησης. Κάθε φράση, άλλωστε, είναι ένας ερμητικός συνδυασμός που μένει να αποκωδικοποιηθεί, κάθε βήμα του πρόξενου απηχεί την πτώση του ανθρώπου από τον κήπο της χάριτος, που μοιάζει όλο και πιο αναστρέψιμη. Πρόκειται ουσιαστικά για διαφορετικές εικόνες της ίδιας Βαβυλώνας τυλιγμένης στα παραισθησιακά πέπλα του ποτού και στη βαριά ατμόσφαιρα του ηφαιστείου. Όλα αυτά αναδεικνύουν ένα υπερφυσικό σύστοιχο, βγαλμένο από τη φιλοσοφία των στωικών, τον κόσμο του Οράτιου και του Σαίξπηρ, απηχώντας τις αρχές του έπους και της τραγωδίας, τις οποίες βοηθούν πολύ να κατανοήσουμε οι άκρως κατατοπιστικές υποσημειώσεις της μεταφράστριας Κατερίνας Σχινά που μας χαρίζει μια απόδοση στα ελληνικά ισάξια του κειμένου (τα εύσημα και στις εκδόσεις Μεταίχμιο για την απόφαση να κυκλοφορήσουν μια νέα μετάφραση).
Ο Λόουρι είχε, άλλωστε, καταδείξει με το παράδειγμά του ότι μπορούσε να γευτεί παραισθητικές στιγμές και πυρακτωμένα οράματα εξίσου αυθεντικά με εκείνα των μεγάλων ρομαντικών, όπως ο αγαπημένος του Σέλεϊ, στον οποίο παραπέμπει συχνά, αλλά και ο Μέλβιλ, στον οποίο έχει κάθε λόγο να κάνει συχνές αναφορές. Ο ίδιος είχε ζήσει για χρόνια στις θάλασσες, μπαρκάροντας με φορτηγό πλοίο για Ιαπωνία, Κίνα και Νορβηγία, σε μια προσπάθεια να αφήσει πίσω του ��ις σκληρές αναμνήσεις των εφηβικών του χρόνων. Και αυτές δεν ήταν λίγες: εκτός από το άκρως συντηρητικό περιβάλλον όπου μεγάλωσε, κατά τη διάρκεια των σπουδών του στο Κέμπριτζ, όπου απέκτησε κλασική παιδεία, βίωσε το μεγάλο τραύμα της αυτοκτονίας του συγκατοίκου του Πολ Φάιτ ο οποίος τον είχε ερωτευθεί παράφορα. Στη μνήμη του γράφει ένα ανέκδοτο διήγημα, που κάηκε σε πυρκαγιά, αλλά και το Σκοτεινά, όπως ο τάφος που ο φίλος μου κείται (είχε κυκλοφορήσει στα ελληνικά από εκδόσεις Αστάρτη), το οποίο λειτουργεί ως συμπληρωματικό ανάγνωσμα του Ηφαιστείου.
Όπως όλοι οι συγγραφείς της εποχής, κάποια στιγμή ο Λόουρι μεταβαίνει στο Παρίσι, όπου παραμένει μέχρι το 1934, συναναστρεφόμενος διάφορους λογοτέχνες και ποιητές και αναπτύσσοντας ερωτική σχέση με τη συγγραφέα Τζαν Γκάμπριαλ. Η σχέση οδηγήθηκε σε γάμο και σύντομα σε χωρισμό, με διαρκείς φάσεις μάταιης επανασύνδεσης, με πιο χαρακτηριστική εκείνη στην Κουαουναγουάκ του Μεξικού, ακριβώς όπως αυτή που περιγράφει στο βιβλίο. Το 1940 παντρεύεται τη συγγραφέα και πρώην αστέρα του βωβού κινηματογράφου Μάρτζερι Μπόνερ, ενώ η επιστροφή του στο άκρως πλέον Μεξικό σημαδεύει για πάντα τη συγγραφή του Κάτω από το ηφαίστειο. Η βούλησή του να πολεμήσει στον Β’ Παγκόσμιο και η ακόλουθη απόρριψη διαπερνά επίσης τις σελίδες του βιβλίου – δεν είναι τυχαίες οι εξονυχιστικές αναφορές στον ισπανικό εμφύλιο αλλά και κατά του φασισμού. Η απόγνωσή του από την επικράτηση των Ναζί στην Ευρώπη τον έκανε να αποσυρθεί από τα εγκόσμια και να ζήσει μαζί με τη Μάρτζερι σε μια καλύβα, σε παραλία βόρεια του Βανκούβερ, όπου δούλεψε το κορυφαίο αυτό έργο, το Ηφαίστειο, το οποίο εκδόθηκε το 1947· τότε δεν έγινε κατανοητό, όπως αποδεικνύει η μακροσκελής επιστολή που έστειλε στον εκδότη του. Η κατάθλιψη που ακολούθησε και τα προβλήματα του αλκοολισμού προκάλεσαν διάφορα προβλήματα στον γάμο του, μάλιστα η σύζυγός του έδωσε αντιφατικές εξηγήσεις αναφορικά με τον θάνατό του, ο οποίος επισήμως αποδόθηκε σε δηλητηρίαση από βαρβιτουρικά και υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ. Ο Λόουρι πέθανε στις 26 Ιουνίου του 1957, σε ένα απομακρυσμένο χωριό της Αγγλίας του Σάσεξ, όπου διέμενε με τη γυναίκα του.
Το μεγαλόπνοο έργο του, που εκλαμβάνεται πλέον ως μια προφητεία για την αποσύνθεση του επερχόμενου κόσμου και της πλανητικής κατάπτωσης, αναγνωρίστηκε μετά θάνατον και καταλαμβάνει πλέον περίοπτη θέση στη λίστα με τα καλύτερα βιβλία στην ιστορία της λογοτεχνίας. Διαβάζεται, πάντως, και ως το προσωπικό ημερολόγιο ενός ανθρώπου που, όπως το alter ego του, ο Τζέφρι Φέρμιν, ομολογεί: «Μου αρέσει να περιφέρω τη θλίψη μου στη σκιά παλιών μοναστηριών, την ενοχή μου σε περιστύλια, κάτω από ταπισερί, στην ευσπλαχνία κάθε απόκοσμης cantina, όπου μελαγχολικοί αλήτες και κουτσοί ζητιάνοι πίνουν καθώς χαράζει μια αυγή που την παγωμένη, αχνοκίτρινη, κρινένια ομορφιά της ξαναβρίσκεις τον θάνατο. (..). Όχι, τα μυστικά μου είναι του τάφου και πρέπει να μείνουν μυστικά. Κι έτσι σκέφτομαι μερικές φορές τον εαυτό μου σαν έναν μεγάλο εξερευνητή που ανακάλυψε κάποια μαγική χώρα απ’ όπου δεν θα μπορέσει ποτέ να επιστρέψει για να χαρίσει τη γνώση του στον κόσμο: το όνομά όμως αυτής της χώρας είναι Κόλαση». Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο από αυτό.
Daily inspiration. Discover more photos at Just for Books…?
4 notes · View notes
r3v3rie · 4 months ago
Text
Ευσέβεια, Efsevia. Piety. Showing honor and veneration to the gods and daimones, praising them and thanking them for what they do. Living a pious life.
Συγγένεια. Syngeneia. Kinship. It is through the city gods and gods of the Oikos (home, community) that we have friends, family, and neighbors. Honor the good men amongst them, bring protection and support to them, and be good to them.
Δικαιοσύνη. Dikaiosyne. Justice. Ruled by mighty Titan Themis, Justice is respecting the laws of nature, the gods, and the land. Without Justice, Law, and Order, we have Injustice, Impiety, and Chaos.
Ευδαιμονία. Evdaimonia. Happiness. Happiness is the gift of the bacchic gods Dionysos and many others, the kindly gods. Through good health and practices and piety and Justice and kinship, we find joy in our lives.
Αρετή. Aretē. Excellence and Virtue. To neglect the potential of excellence is to neglect the theurgical sciences the gods have given us. Do your best to self-better and become stronger and healthy as to be excellent for the gods.
Ξένια. Xenia. Hospitality. The highest and most honored tenet of our religion and the forefathers and he Zeus Xenios the hospitable. Welcoming Xenos, foreigners, in culture, tongue, religion, affiliation, into our life and practices and cities is the highest honor of Zeus Xenios and Athena Pallas of the City.
Χάρης. Kharis. Reciprocity and Favor. The gods and daimones give when we give and we give so they give. Honor the gods and cal to them in times of want and need, give good offerings and libations and praise them so they may speak your name and wishes.
Μέτρον. Metron. Moderation. No things In excess for they poison the mind, body, and soul. Practice moderation in exercise, consumption, alcohol, health, sciences, and arts and all other things.
Κάθαρσης. Katharsis. Purity. To pray to the gods impure and pour libations of sweet wine to them, they will not hear your prayers but spit them back at you. Never disrespect the gods with the impurities of daily life and miasma.
Σοφία. Sophia. Wisdom. Be wise in all things and trust Athena the wise to guide you, Apollon the light to shine the way for you, Hekate the torch bearer to make the dark to be walkable, and Hermes the guide to lead you to good things.
3 notes · View notes
alatismeni-theitsa · 2 years ago
Note
Καλησπέραα 🌼🌼
Σε λίγους μήνες θα κάνω αλλαγή ονόματος και θα ήθελα να μου προτείνεις τα πιο υπέροχα ελληνικά γυναικεία ονόματα που μπορείς να σκεφτείς 😊 Και ποιο είναι το αγαπημένο σου;
Καποια που μου αρέσουν είναι τα: Αφροδίτη, Άρτεμις, Νεφέλη, Ηλέκτρα
Καλησπέραα 💙🌸💙🌸💙🌸 Με τιμάει που ρωτας τη γνωμη μου για το ονομα σου!! 😭💓😭💓😭💓
Λοιπον εχω διαλεξει μερικα που μου αρεσουν κι ελπιζω να σου ταιριαξουν! Αγαπημενο δεν εχω γιατι ειναι ολα ωραια ��� Παντως το Νεφελη ειναι εξαιρετικο και θα το προτεινα κ εγω!
Ήβη, Θάλεια, Αρετή, Μελίνα, Χρυσά, Αφροδίτη, Αλεξάνδρα, Βασιλεία, Νιόβη, Ευριδίκη, Ελπίδα, Ζωή, Ζηνοβία (Ζήνα), Ίριδα, Ηρώ, Σεμέλη, Άλκηστις, Ανδρομάχη, Αντιγόνη, Αριάδνη, Ασπασία, Αναστασία, Διονυσία, Δανάη, Ελένη/Φωτεινή (λόγω σημασίας του "Ελένη"), Έλλη, Ερμιόνη, Ιόλη, Ιφιγένεια, Χάρις, Χρυσάνθη
Για πειτε κ εσεις, followers?
41 notes · View notes
allo-frouto · 2 years ago
Note
�� ανοιξε τα ομωςςςς
Είσαι ανυπόμονος!
0 notes
eccedentesiastmusician · 4 months ago
Text
Tumblr media
Κατοίκησα μια χώρα που ‘βγαινε από την άλλη, την πραγματική, όπως τ’ όνειρο από τα γεγονότα της ζωής μου.
Την είπα κι αυτήν Ελλάδα και τη χάραξα πάνω στο χαρτί να τηνε βλέπω.
Τόσο λίγη έμοιαζε· τόσο άπιαστη.
Περνώντας ο καιρός όλο και τη δοκίμαζα: με κάτι ξαφνικούς σεισμούς, κάτι παλιές καθαρόαιμες θύελλες.
Άλλαζα θέση στα πράγματα να τ’ απαλλάξω από κάθε αξία.
Μελετούσα τ’ Ακοίμιστα και την Ερημική ν’ αξιωθώ να φκιάνω λόφους καστανούς, μοναστηράκια, κρήνες.
Ως κι ένα περιβόλι ολόκληρο έβγαλα γιομάτο εσπεριδοει- δή που μύριζαν Ηράκλειτο κι Αρχίλοχο.
Μα ‘ταν η ευωδία τόση που φοβήθηκα.
Κι έπιασα σιγά σιγά να δένω λόγια σαν διαμαντικά να την καλύψω τη χώρα που αγαπούσα. Μην και κανείς ιδεί το κάλλος. Ή κι υποψιαστεί πως ίσως δεν υπάρχει.
Λοιπόν τριγύριζα μέσα στη χώρα μου κι έβρισκα τόσο φυσική τη λιγοσύνη της, που ‘λεγα πως, δε γίνεται, θα πρέπει να ‘ναι από σκοπού το ξύλινο τούτο τραπέζι με τις ντομάτες και τις ελιές μπρος στο παράθυρο.
Για να μπορεί μια τέτοια αίσθηση βγαλμένη απ’ το τετράγωνο του σανιδιού με τα λίγα ζωηρά κόκκινα και τα πολλά μαύρα να βγαίνει κατευθείαν στην αγιογραφία.
Και αυτή, αποδίδοντας τα ίσα, να προεχτείνεται μ’ ένα μακάριο φως πάνω απ’ τη θάλασσα εωσότου αποκαλυφθεί της λιγοσύνης το πραγματικό μεγαλείο.
Φοβούμαι να μιλάω μ’ επιχειρήματα που μόνον η άνοιξη δικαιωματικά διαθέτει: όμως την παρθενία που πρεσβεύω έτσι την αντιλαμβάνομαι και μόνον έτσι τη φαντάζομαι να κρατάει τη μυστική της αρετή: μεταβάλλοντας σε άχρηστα όλα τα μέσα που θα μπορούσαν να επινοήσουν οι άνθρωποι για τη συντή��ηση και την αναν��ωσή της.
Την άνοιξη δεν τη βρήκα τόσο στους αγρούς ή, έστω, σ’έναν Botticelli όσο σε μια μικρή Βαϊφόρο κόκκινη. Έτσι και μια μέρα, τη θάλασσα την ένιωσα κοιτάζοντας μια κεφαλή Διός.
Όταν ανακαλύψουμε τις μυστικές σχέσεις των εννοιών και τις περπατήσουμε σε βάθος θα βγούμε σ’ ένα άλλου είδους ξέφωτο που είναι η Ποίηση.
Και η Ποίηση πάντοτε είναι μία, όπως ένας είναι ο ουρανός.
Το ζήτημα είναι από που βλέπει κανείς τον ουρανό.
Εγώ τον έχω δει από καταμεσής της θάλασσας.
Οδυσσέας Ελύτης – Μικρός Ναυτίλος
(απόσπασμα)
3 notes · View notes
orphicalia · 1 year ago
Text
Tumblr media
Bless the undying, deathless, eternal Gods! May their hands guide humanity with each gentle brush of the Fates. ° ⸙͎
Tumblr media
I burn sage for my ancestors and frankincense for my Gods.
my practice combines recon with traditional Medicine. ancestor veneration. deity worship. μαγγανεύω (charms), μαντοσύνη (divination), and πυρομαντεία (divination by fire).
Tumblr media
꧁my pillars꧂
Ξενία - Xenia - hospitality, generosity, and courtesy
Ευσεβία - Eusebia - reverence and duty toward the Gods
Αρετή - Arete - striving to live to one’s fullest potential
Σοφία - Sophia - the pursuit of wisdom and understanding
Tumblr media
in our household, we venerate Zeus, Hera, Hestia, Apollon, Artemis, Athena, Dionysus, Hekate, and Poseidon.
devotee of Lady Aphrodite and Lord Haides.
Tumblr media Tumblr media Tumblr media
<user boxes by @/messywitch> ☆ミ
3 notes · View notes
xamenotalento · 2 years ago
Text
Γράμμα απ΄την Ελλάδα
ΑΓΑΠΗΤΕ ΜΟΥ ΝΙΚΗΤΑ,
απ’ ό,τι είδα στο κείμενο σου για τον Κωστή Παπαγιώργη, στο πρόσφατο αφιέρωμα του Χάρτη, σε απασχόλησε, συν τοις άλλοις, επί τροχάδην, η περίπτωση «νεοελλήνων συγγραφέων» που εμφανίζονται υπερβολικά μετανοημένοι ώστε να αποσύρουν απ’ τους κοινόχρηστους χώρους τα αποκαΐδια των πρώτων τους λογοτεχνικών πειραματισμών· μαντεύεις, μάλιστα, ότι το κάνουν προκειμένου να τηρήσουν μια στάση «ολίγον ποζέρικη» και ποιος ξέρει τι χειρότερο θα μπορούσε κανείς να υπαινιχθεί. Δυστυχώς, προσπερνώντας με φρόνηση τον ρεμπέτικο προσδιορισμό «ποζέρικη», δεν κερδίζω και πολλά, αφού το λόγιο ποσοτικό επίρρημα «ολίγον», εξακολουθεί να με καλεί στα όπλα υπό το λάβαρο της υπεράσπισης όλων όσοι βρίσκονται αναίτια εκτεθειμένοι στον σαρκασμό επειδή αποπειράθηκαν να κρύψουν μερικά σκουπίδια κάτω απ’ το χαλί. Ακαλαίσθητος χειρισμός, το ομολογώ, αλλά κι ο μόνος διαθέσιμος εάν είσαι με τη σκούπα στο χέρι. Όταν θα πιάσεις κι εσύ τη σκούπα σε καμία χαϊντεγκεριανή Επιχείρηση Αρετή, θα το διαπιστώσεις.
Σε παρακαλώ λοιπόν να περιορίσεις τις προκαταλήψεις σου σ’ ένα πλαίσιο κάπως πιο ευφάνταστο. Έχε υπ’ όψιν πως αν η απόδοση προθέσεων κρίνεται εν γένει ανάρμοστη, είναι διότι, ακριβώς, ο κατηγορούμενος αδυνατεί να την αντικρούσει. Για να είμαι ειλικρινής, διαβάζοντας το κείμενό σου στον απόηχο εκείνης της σύντομης συζήτησης που είχαμε, στα όρθια, στη διασταύρωση των οδών Κυδαντιδών και Τρώων, δεν έχω λόγους να αισθάνομαι στο απυρόβλητο. Ακόμη κι έτσι, θα έκανα ευχαρίστως μια προσπάθεια να σε φωτίσω ως προς το σε τι διαφέρουν τα πριν το 1985 βιβλία μου απ’ τα επόμενα αλλά με αποθαρρύνει η σκέψη πως θα ματαιοπονούσα αν γινόμουν ενοχλητικά επεξηγηματ��κός απέναντι στη δυσπιστία κάποιου για τον οποίο μια τόσο κραυγαλέα και ριζική διαφορά παραμένει, περιέργως, αόρατη. Εκτός κι αν «φτιάχνεσαι» ειδικά με τα αποκηρυγμένα των συγγραφέων, οπότε πάσο.
ΓΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ, το γεγονός ότι απ’ όλα τα βιβλία του Παπαγιώργη διάλεξες σαν θέμα σου την Οντολογία του Μάρτιν Χάιντεγκερ, που ο ίδιος θεωρούσε σαν μια καθαρή αποτυχία στο επίπεδο του συγγραφικού ήθους, δεν μπορεί παρά να σημαίνει κάτι βαθύτερο για την τρυφερή σχέση που σου αρέσει να αναπτύσσεις με τις αποτυχίες των άλλων. Δυσκολεύομαι να την αποδώσω σε συμπόνια ή αλτρουισμό. Καταλαβαίνεις πόσο άδικο θα ήταν αν τώρα πιθανολογούσα, απ’ τη μεριά μου, όπως ήδη έκανες εσύ απ’ τη δική σου μεριά τόσο ανέμελα, ότι αυτή η εξιδανίκευση των απορριμμάτων των συναδέλφων σου παρηγορεί ενδεχομένως την απροθυμία να ξεφορτωθείς τα δικά σου. Και δεν εννοώ φυσικά τα βιβλία σου, που είναι απολύτως αξιοπρεπή επιτεύγματα, αλλά όλα εκείνα τα στρεβλά και δυσλειτουργικά αντικείμενα στις ναρκοθετημένες περιοχές του ψυχικού χάρτη, που θα πρέπει να έρθουν στην επιφάνεια ώστε να επιδιορθωθούν ή να απομακρυνθούν οριστικά μέσω μιας επώδυνης απομυθοποιητικής διεργασίας. Θλίβομαι που το λέω, όμως το να τα διατηρείς σε κυκλοφορία, έστω υπογείως, αντί να τα αποσύρεις με τις ευλογίες της ωριμότητας στην οποία ο καθένας μας προσβλέπει ευλαβικά, δεν στερείται συνεπειών, αρχής γενομένης από την ��πιζήμια έφεση στα ολισθήματα μιας άσκοπης ειρωνείας που υπονομεύει το κλίμα σύμπνοιας. Και να πεις ότι η σύμπνοια μας περισσεύει!
Παρομοίως με το ενδιαφέρον για την α λα Παπαγιώργη χαϊντεγκεριανή ερμηνεία του «χαλασμένου οργάνου», δηλαδή του εργαλείου που καταστράφηκε πριν προλάβει να αποδομηθεί απ’ την σαρωτική μετανεωτερικότητα ή πριν μπορέσουμε να απαλλαγούμε απ’ αυτό μέσω της πλάνης ότι δεν υπήρξε καν. Μεταξύ μας, τι άλλο θα ’ταν κάθε τέτοιο απομεινάρι αν όχι μια μεταφορά του σακατεμένου Εγώ, δηλαδή οιουδήποτε Εγώ, αφού δεν υπάρχει Εγώ που να μην έχει  επηρεαστεί σοβαρά, και ενίοτε ανεπανόρθωτα, από τα ρήγματα και τις αναπηρίες της παραπαίουσας συμβολικής οργάνωσης του κόσμου των γονέων που το γαλούχησαν; Ελπί��ω να μην παρεξηγηθείς αν επαναλάβω ότι κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει μόνον ��ε το δικό μου Εγώ ή του Παπαγιώργη, αλλά και με το δικό σου επίσης, άπαξ και όλοι μεγαλώσαμε υπό την κηδεμονία ατόμων που μας άφησαν επικίνδυνα ανασφαλείς, χωρίς να θέλω να προσβάλλω κανέναν. Προφανώς, οι βλάβες και τα βραχυκυκλώματα μέσα στα αντλιοστάσια των επιθυμητικών προτεραιοτήτων του Εγώ αποτελούν ένα τεράστιο και περίπλοκο ζήτημα, όχι λιγότερο ακανθώδες άλλωστε, και σίγουρα δεν έχω την πολυτέλεια χρόνου και χώρου ώστε να το ανοίξω εδώ· τηλεγραφικά εντούτοις θα υπογραμμίσω ότι, στην πραγματικότητα, όταν ο Παπαγιώργης εξωτερικεύει τον λογοτεχνικό του έρωτα για το συντετριμμένο Εγώ, δεν εννοεί διόλου το Εγώ που εσύ ανιχνεύεις μονομερώς, και εσφαλμένα τολμώ να πω, στην δυτική παράδοση της σκέψης, με διάσταθμους όπως ο Μονταίν και ο Πασκάλ. Αυτή η διαδρομή είναι μάλλον προσχηματική. Το ότι τέτοιοι ήρωες του πνεύματος πολιτογραφήθηκαν σαν το αντίπαλο δέος του καρτεσιανού λογικού όντος, δεν αρκεί για να τους θεωρήσουμε μέντορες ενός τόσο ιδιοσυγκρασιακού συγγραφέα όπως ο Κωστής· η αντιπαλότητα είναι εξάλλου δευτερεύουσα και υπερτιμημένη. Η αληθινή αντιπαλότητα, για να στο πω χωρίς περιστροφές, σκηνοθετείται ανάμεσα στο σύστημα ανταμοιβής/τιμωρίας που διέπει την ηθική και κανονιστική ζωή του ατόμου στην Δύση αφ’ ενός, και αφετέρου στα καραγκιοζιλίκια του Προσώπου όταν ανεβαίνουν οι στροφές της εμπειρίας στην καρδιά της Κοινότητας, όπως την ξέρουμε εμείς εδώ κι όπως θα την ήξερες κι εσύ αν έβγαινες στα πέριξ χωρίς κράνος και αλεξίσφαιρο. Και πώς την ξέρουμε; Την ξέρουμε, εκ περιτροπής, σαν θερινό σινεμά (κατάσταση ηρεμίας) ή σκυλάδικο (κατάσταση διέγερσης). Γι’ αυτό και ο τίτλος του πρώτου σου βιβλίου, Αλλόκοτος ελληνισμός, έχει κάτι το πλεοναστικό. Είδες εσύ ποτέ ελληνισμό που να μην είναι αλλόκοτος; Κάτι ανάλογο ισχύει και για την έκφραση απόδημος ελληνισμός, που μεταχειρίζονται οι πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι. Μια και ολόκληρος ο ελληνισμός είναι απόδημος, δεν χρειάζεται τίποτα περισσότερο για να ξαναβρούμε το κέφι μας σκαρφαλωμένοι στη μάντρα σαν τα χαμίνια ώστε να παίρνουμε μιαν ιδέα για το τι διαδραματίζεται εκεί μέσα. Δηλαδή εκεί έξω. Η ιθαγένεια καμπυλώνεται ούτως ή άλλως απ’ τη βαρύτητα των γλωσσικών σημείων. Δεν ζούμε στον τόπο μας, αφού ο τόπος δεν υπάρχει όπως λένε οι ποιητές μας, ούτε ζούμε στην εξορία, αφού όλα είναι γνώριμα· ζούμε στη ��ώνη εκείνη των αναρίθμητων φωτεινών και σκοτεινών εξαιρέσεων, όπου οι πόλεμοι μένουν ακήρυχτοι κι όπου τα δέντρα δεν ανθίζουν αλλά ανθίζονται. Εδώ τα πράγματα δεν μπορούν να οριστούν, διότι η Κοινότητα ουδέποτε αποφαίνεται ομόφωνα, αλλά έχεις κάθε δικαίωμα να τα φλερτάρεις με σκοπό τον γάμο. Όχι; Πολλά γράφονται αλλά λίγα λέγονται περί «ελληνισμού», αγαπητέ Νικήτα. Κρίμα που δεν μάθαμε ποτέ περί τίνος πρόκειται.
ΕΤΣΙ, παρά την αδιαμφισβήτητη οξυδέρκεια του Κωστή στην κατανόηση της δυτικής συνειδησιακής περιπέτειας, και ανεξαρτήτως της  εμπεριστατωμένης γνώσης των γρίφων της ευρωπαϊκής φιλοσοφίας που τον δαιμόνιζαν, το δικό του συγγραφικό Εγώ έρχεται υποβρυχίως από μιαν άλλη παράδοση, που εσύ ίσως απεχθάνεσαι, την παράδοση του Ντοστογιέφσκι και του Παπαδιαμάντη, ένα Εγώ που αποσυναρμολογείται με εντελώς διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι στους mora­li­stes, με τους οποίους το συσχετίζεις κάπως επιπόλαια. Ο Παπαγιώργης, ακόμη κι αν του είχαν αναθέσει χρέη Πρύτανη στην Σορβόννη, δεν θα έπαυε να λογοδοτεί στην αντεστραμμένη αυθεντία ενός Εαυτού ανατολίτη και μυστικοπαθή, επιπλέον οικειοθελώς εξευτελιζόμενου με στόχο τις προσωρινές σωτηριολογικές επαναδρομολογήσεις που βηματοδοτούν τη ζωή ως αναβολή της άφεσης αμαρτιών και ανυποχώρητη συναισθηματική ξεροκεφαλιά. Εξού και η εφηβική ευθυμία όλης αυτής της τραγωδίας, η σαλότητα και τα τρελά επεισόδια αποσυμπίεσης του φλογερού ταμπεραμέντου στις κραιπάλες και τις εμποροπανήγυρεις, όπου η Θεία Χάρη γίνεται σιωπηρώς αντιληπτή σαν απλήρωτος λογαριασμός ενοικίου ή διαμαρτυρημένη επιταγή. Σ’ αυτό το παράδοξο, οι moralistes δεν έχουν να προσφέρουν παρά μιαν εκλεπτυσμένη δόση σχολαστικής επαγρύπνησης για το κύρος των κανόνων ή το είδος εκείνο του δίχως πένθος στωικισμού ο οποίος, υπέρ ή ενάντια δήθεν στον Καρτέσιο, οδήγησε στους νοησιαρχικούς καλπασμούς της δυτικής ηθικοπολιτισμικής επανάστασης και, ως αντίδραση, στην εξίσου τρομακτική έγερση εκ του τάφου των φαντασμάτων του ρομαντικού παραληρήματος.
Ότι η γυναίκα του Καίσαρα πρέπει και να φαίνεται τίμια είναι λατινική σκέψη, όχι ελληνική· για την αρχαιοελληνική σκέψη λχ. θα αρκούσε να είναι τίμια ― στο σύμπαν του Κωστή δεν θα αρκούσε τίποτα. Ο Παπαγιώργης όχι μόνον δεν αθωώνει το Κακό όταν αυτό πειθαρχεί στην υποχρέωση να εμφανίζεται άοπλο και φιλικό αλλά υποπτεύεται κατευθείαν κάθε Καλό σαν στρατήγημα ή προσποίηση του Κακού, οπότε η γυναίκα του Καίσαρα, ανεξαρτήτως του αν δείχνει ή όχι τίμια, αποκλείεται να είναι. Ως εκεί καμία αντίρρηση. Ωστόσο, και μολονότι ο συγγραφέας μας μοιράζεται την απαισιοδοξία του Πασκάλ, αποφεύγει να θεολογεί, ίσως ακριβώς επειδή είναι Χριστιανός, αν μου επιτρέπεις το ευφυολόγημα, δηλαδή Χριστιανός κατά λάθος, ένας τυχαίος περαστικός που είχε ξεμείνει, πιωμένος, στον γάμο της Κανά. Ο Κωστής δεν αναζητούσε λύσεις· ο Πασκάλ φέρ’ ειπείν, ιδιοφυής μαθηματικός και εφευρέτης αριθμομηχανής, νόμιζε πως η λύση ήταν ο Θεός ― ο Παπαγιώργης, που πίστευε στον Παράδεισο κρυφά, όπως έκαναν επί Διοκλητιανού, καταλάβαινε αυτό που, εδώ στην Ανατολή, ξέρουν ενστικτωδώς οι πάντες, δηλαδή ότι ο Θεός μπορεί να ήταν οποιοσδήποτε, λχ. το αγοράκι της διπλανής πόρτας ή ο τύπος με τον μπαγλαμά στο καφενείο ή ο διαιτητής που ευνόησε την ομάδα μας, ένα όμως δεν θα μπορούσε να είναι: αυτός που εκπροσωπεί τη λύση του προβλήματος. Διότι ο άνθρωπος στη δική μας πολιτισμική παράδοση δεν είναι πρόβλημα, ο άνθρωπος είναι η λύση αυτός ο ίδιος, όπως στο αίνιγμα της Σφίγγας, η χειρότερη λύση που υπάρχει και συνάμα η μόνη, κάτι σαν τη δημοκρατία α λα Τσώρτσιλλ. Έτσι ο Κωστής, ως καλλιτέχνης, και δίχως να θυμώνει καθώς διέβλεπε το τι συνέβαινε στον άνθρωπο αλλά διαβλέποντας το τι συνέβαινε επειδή ήταν θυμωμένος, έγινε η ψυχή της παρέας, μια ψυχή  στοργική και καλοσυνάτη ― έχει δίκιο ο Ίκαρος Μπαμπασάκης που το τονίζει. Αν και όταν ήταν παιδί δεν του έδωσαν αγάπη, αυτό είναι διαπιστωμένο, παρά μόνον εκείνη που εισέπραττε με αντάλλαγμα το να παίζει τον ρόλο του θύματος της εξαπάτησης, ο Κωστής ήταν ειλικρινής στη συμπάθειά του για τους αδικημένους. Όχι για τους παλαβούς και τους μέθυσους, όπως θα ευχόταν ο Λάγιος εξωραΐζοντας το φολκλόρ των φιλολογικών μας χρονικών, αλλά εκείνους στους οποίους τα παρεπόμενα της εξαπάτησης είχαν επιβληθεί πατερναλιστικά. Έκτοτε, σαν σε αντιστάθμισμα στην ανάγκη για ζωντανές και ταραχώδεις συναναστροφές, εξεγέρθηκε κατά της εξαπάτησης και πάνω σ’ αυτή τη διένεξη σφυρηλάτησε το στιλ του, απλό, γρήγορο, έξυπνο, ανελέητο και με σύντομες φράσεις λες και φοβόταν ότι οι πολύπλοκες γλωσσικές αλυσίδες μπορεί να συσκότ��ζαν όλο εκείνο το σύστημα των παρακαμπτηρίων και των διόδων διαφυγής από το δικό του βαθύ ζήτημα, θριαμβευτικά ανεπίλυτο με τον πιο «ελληνικό» τρόπο  εφόσον, διαφορετικά, ίσως ξυπνούσε ένα πρωί μπροστά στη γονεϊκή κληρονομιά των συναισθηματικών ερειπίων. Εκεί να δεις αδικία! Έπρεπε άρα ο άνθρωπος να αμυνθεί προτού ο λεγόμενος εαυτός μεταμορφωθεί σε δικαστήριο. Και ποιος θα διαφωνούσε στο ότι η πιο ανθεκτική ασπίδα απέναντι στον εαυτό ήταν ο θορυβώδης συνασπισμός των εξαπατημένων που επαναστατούσαν με όπλο την κυκλοθυμική αυθεντικότητα του αλκοόλ; Η αιθανόλη, το καθαρό οινόπνευμα, είναι μια οργανική ένωση φημισμένη σαν διαλύτης μιας μεγάλης ομάδας ουσιών όπως τα χρώματα, τα αρώματα, τα φάρμακα, τα καύσιμα και οι τροφικές ύλες ― διαλύει επίσης παρέες που, δέκα μέρες αργότερα, ξανασυγκροτούνται σε σώμα και γιορτάζουν τη συγχώρεση πίνοντας μάντεψε τι. Ο Βακαλόπουλος ήταν της άποψης ότι τσακωνόμαστε μόνον και μόνον για τη χαρά της συμφιλίωσης· ο Κωστής μάλλον πίστευε ότι συμφιλιωνόμαστε ώστε να μπορούμε να ξανατσακωθούμε. Για κάνα δυο μήνες τού είχε κολλήσει ένα σπαραξικάρδιο ρεφραίν του ΛεΠά και το επαναλάμβανε συνεχώς:
Αφού μου πήρες τον αέρα έτσι απότομα,
θέλω σκότωμα... ��έλω σκότωμα...
Βλέπεις, λοιπόν, φίλε Νικήτα, ότι το κλειδί είναι πάνω στην κλειδαριά ― διότι, για έναν δυτικής ανατροφής moraliste, αν κάποιος σού είχε πάρει τον αέρα απότομα, θα ήθελε αυτός σκότωμα, όχι εσύ. Σ’ εμάς, εδώ, πάει ανάποδα· η εξασφάλιση της απονομής του δικαίου σε στέλνει να καθήσεις εκ δεξιών του Πατρός, ειδικώς εκεί όπου καμία δικαιοσύνη δεν έχει κυρωτικές αρμοδιότητες ― άσε που είναι κάπως παράξενο να έχεις τον Θεό στα αριστερά σου! Με δυο λόγια, Ανατολικά του 20ού μεσημβρινού, συγχωρούνται απαξάπαντες και κάθε αδικημένος έχει μια δεύτερη ευκαιρία να αδικηθεί ξανά. Είναι όπως λέμε: Με σκότωσε γιατί την αγαπούσα, που σημαίνει ότι είναι αδύνατον να συλληφθεί ο δολοφόνος δεδομένου ότι το κίνητρό του εξοστρακίζεται πάνω σε μιαν απίθανη νομική παραδοξότητα και μένει ανεντόπιστο κάπου μέσα στον φαύλο κύκλο της ανορθόδοξης λογικής που συνέχει το Θείο Πάθος. Δεν υπάρχει, στη δική μας παράδοση, θεολογία της κόλασης. Υπάρχουν αντιστροφές επί αντιστροφών, ύμνοι και τροπάρια αποφατικής ��μπνευσης και συγχωροχάρτια σε τιμές προσιτές, για το χατίρι της πιάτσας. Φάσκουμε και αντιφάσκουμε, σαν σε παζάρι, με στόχο τη διακοπή της ατέρμονης παρέλασης αιτίου και αιτιατού, διότι μόνον αν ακινητοποιηθεί ο χρόνος μπορείς να συναντηθείς με τον διπλανό σου. Άραγε, η επιταχυνόμενη κατανάλωση των γεγονότων στην Δύση, όσο και η συνακόλουθη εφιαλτική αίσθηση ότι ο άνθρωπος εξαφανίστηκε, με τι άλλο έχει να κάνει αν όχι με τον εκμηδενισμό της συνάντησης;
ΑΥΤΗ Η ΣΤΑΣΗ, διόλου «ποζέρικη», ξεχωρίζει τον Κωστή απ’ τους moralistes, οι οποίοι, θεμελιώνοντας τον πεσιμισμό τους σαν μαθηματικό θεώρημα, ψάχνουν εμμέσως για αφορμές να αποκαταστήσουν μια τάξη ή ευαγγελίζονται την εξιλέωση· ο Κωστής αναρωτιέται μεν, συνεχώς, αλλά δεν ψάχνει θεραπείες ούτε πιστεύει στον σωφρονισμό των ταξινομήσεων, παίζει απλώς και με μαεστρία στα δάχτυλα τα κόλπα μιας γκρίνιας που μας κάνει όλους λίγο πιο πονηρεμένους ― δεν θέλει να εμβαθύνει στην πραγματικότητα, ούτε να την εξορθολογήσει αλλά να την εξάψει. Κατά τα λοιπά, όχι μόνον δεν είναι ηθικολόγος αλλά λατρεύει το γνωστό αθάνατο ελληνικό στιλ της γειτονιάς με τα γιασεμιά που περιμένουν το έγκλημα για ν’ ανθίσουν. Και ιδού τι τον κρατάει σε τέτοια παροιμιώδη απόσταση απ’ την ψυχαναλυτική διδασκαλία αλλά και απ’ την ποίηση, διότι η ποίηση υπάρχει για να αρθρώνει αυτό που δεν μπορεί να ειπωθεί αλλιώς και άρα υπονομεύει τη μέριμνα για την προστασία των απορρήτων. Αξίζει να θυμάσαι το εξής: όσο επινοητικός και αν είναι ο στοχασμός των Δυτικών στην προσέγγιση των πραγμάτων, θα συναντάει πάντοτε τη διάψευση, αφού η αποφατική κληρονομιά τού είναι άγνωστη και συνεπώς η γνωριμία με το πράγμα δεν του αρκεί αλλά επιδιώκει πάση θυσία να το ανακρίνει για να αποσπάσει τον αλγόριθμο της ουσίας του ώστε να τον κατέχει ωφελιμιστικά, κάτι a priori ανέφικτο, οπότε μένει με τη γλύκα, σα να λέμε με την αποζημίωση μιας εργαλειακής φαινομενικότητας. Ο Κωστής, όπως και ο Βακαλόπουλος, όπως κι ο Λάγιος ή ο Νίκος Παναγιωτόπουλος, ή ο Δημήτρης Καράμπελας, αλλά και η ταπεινότης μου εν μέρει, αν μπορώ να το πω δίχως τον κίνδυνο της υπεροψίας, ανήκε σ’ εκείνους που ένιωθαν ότι αυτή η γλύκα ήταν πικρή και δηλητηριώδης. Τον ερέθιζε το αδιέξοδο όχι για τον απειλητικό χαρακτήρα του, όπως συμβαίνει με τους ιεραπόστολους του Διαφωτισμού, αλλά επειδή τον κρατούσε ζωντανό και αμήχανο, ετοιμοπόλεμο κι απογοητευμένο· είμαστε η γενιά που θεωρούσε το διάβασμα σαν οδηγό αυτοκαταστροφής. Κάθε κείμενο σχολιασμού που γράφουμε πάνω σ’ ένα άλλο κείμενο είναι σημείωμα αυτοκτονίας.
Έτσι, ο καημένος ο Πασκάλ, μολονότι ο Θεός τού μιλούσε ήδη μέσω της μουσικής μιας υπέροχης πρόζας, προσπαθούσε να πείσει τους ουρανούς να χρησμοδοτήσουν στη γλώσσα των αριθμών και της λογικής ― τζάμπα πήγε όλος εκείνος ο ενορατικός συγκλονισμός του 1654! Τουναντίον, εδώ, σ’ εμάς, κυριαρχούσε σταθερά η μοιρολατρία, η χαρούμενη επίγνωση της αθλιότητας του κόσμου, η διαρκής ανακύκλωση του ελλείμματος αυτοσεβασμού και η πεποίθηση ότι η καψούρα είναι συνώνυμη της αιώνιας νιότης, δηλαδή ενός λάθους που επανορθώνεται με το καλημέρα. Για να μην σε ταλαιπωρώ, όταν εμείς οι ελληνόφωνοι της ανατολικής Μεσογείου μιλάμε για «γνώση» εννοούμε ότι για να γνωρίσεις χρειάζονται τουλάχιστον τρεις, όπως και για το να παντρευτείς ― η γνωριμία με το πράγμα, σ’ εμάς, δεν είναι πνευματικό ανδραγάθημα ή πολεμική πράξη, είναι συνοικέσιο. Κοντολογίς, εννοούμε ότι όλα, μα όλα, παραμένουν εντέλει διαπροσωπικά, περιλαμβανομένης της έγκρισης κάποιου συμβολικού τρίτου ή μπάρμπα στην Κορώνη, έστω και αν αυτή η ρήτρα επιβραδύνει τις ακαδημαϊκές προόδους της σκέψης στην αφομοίωση των ερευνών του Χάιντεγκερ γύρω απ’ την εκκρεμότητα του Είναι. Τι να πεις! Όταν το Είναι συμπιέζεται στο μηδέν ώστε να αφήσει χώρο στους επιταχυνόμενους ιλίγγους του γίγνεσθαι, όπως συνέβη στην Ιστορία της Δύσης από την Αναγέννηση και μετά, τότε το βλέπουμε, ω του θαύματος!, να επιστρέφει πλησίστιο με τη μορφή του αντικειμένου μιας ασυγκράτητης φιλοσοφικής νοσταλγίας. Έκτοτε, τα διδακτορικά πέφτουν βροχή.
Αυτό ήταν που παρότρυνε τον Κωστή να αποκηρύξει το βιβλίο για τον Χάιντεγκερ· είχε μπροστά του το προϊόν της επικοινωνίας δύο συνειδήσεων, όχι τριών ― από δω ο σκύλος και από κει το ηχείο του γραμμοφώνου. Στο διάσημο λογότυπο του His Master’s Voice δεν υπήρχε εκείνος ο τρίτος, ο tertium gaudens, που αργότερα θα ενσαρκωνόταν στο λοξό βλέμμα της κριτικής κατανόησης πυροδοτώντας όλους τους επίκαιρους ενδοιασμούς και τις αμφιλογίες. Επομένως, όταν λες ότι «η θεματική του συντριμμένου Εγώ εντάσσει τον Παπαγιώργη στην δυτικοευρωπαϊκή αντίληψη περί δοκιμίου», καταλαβαίνω γιατί γράφεις «συντριμμένου» και όχι «συντετριμμένου». ��λλά κι εσύ καταλαβαίνεις, φαντάζομαι, ότι μόνον και μόνον η αγωνία για το αν ένα έργο ανήκει ή όχι στη δυτικοευρωπαϊκή αντίληψη ισοδυναμεί με την αθέλητη παραδοχή πως, εξαρχής, αυτό δεν είναι καθόλου δεδομένο και αναμφισβήτητο. Η απόπειρα να κρεμάσουμε άρον άρον την ταμπέλα του Δυτικού σε όποιον γράφει σπουδαία κείμενα στα ελληνικά δείχνει τη δυσκολία να διαισθανθούμε ότι αυτός πιθανόν αντιπροσωπεύει το επισκεπτήριο μιας πολύ πιο σύνθετης καταγωγής κι ότι ο συγκερασμός των δύο κόσμων, Ανατολής και Δύσης, στον πυρήνα του ενδιαφέροντος που διατηρεί για τα οριακά φαινόμενα, δίνει ακριβώς το μέτρο της συγγραφικής του υπόληψης. Δες τι τράβηξε ο Σεφέρης προκειμένου να ομολογήσει, μετά θάνατον, ότι συμμετείχε στη συνωμοσία του «δυτικοκεντρισμού» ― άκου λέξη που βρήκαν! Ο Κωστής ακολουθεί. Απ’ το οξύμωρο ενός ανθρώπου που μετέφραζε με τέτοιαν άνεση τον Ντεριντά ενώ σύχναζε μερακλώνοντας σε εκατό τοις εκατό ελληνικά μαγαζιά της νύχτας ανάβλυζε μια λεπτή αλλά αγέρωχη απόλαυση που διαχεόταν, γραπτώς, στην ηθικοανήθικη κοσμοθεώρησή του και που δεν θα ήταν σωστό να του τη στερήσουμε επειδή δεν χωράει στην ενδοχώρα της ακαδημαϊκής εποπτείας του καθενός μας. Μετά την έκδοση της μετάφρασης του Περί γραμματολογίας, ο  Ντεριντά, άνθρωπος μεγάλης ευγένειας, του τηλεφώνησε ένα απόγευμα αυθόρμητα για να τον γνωρίσει: ο Παπαγιώργης, κατά την αφήγηση του ίδιου πάντοτε, σήκωσε το ακουστικό και, μόλις πληροφορήθηκε την ταυτότητα του συνομιλητή, του το έκλεισε κατάμουτρα και επέστρεψε στην τηλεόραση. Τον ρώτησα για ποιο λόγο φέρθηκε με τέτοια αγένεια, λες και δεν ήξερα. Μου απάντησε ότι ντράπηκε να μιλήσει, διότι παρά την πλήρη εξοικείωσή του με τη γραπτή εκδοχή των γαλλικών, οι προφορικές επιδόσεις του ποτέ δεν έπαψαν να χωλαίνουν. Μ’ άλλα λόγια, κάλυψε μιαν υποθετικά αναξιοπρεπή συμπεριφορά με μιαν απρέπεια εκατό φορές χειρότερη, όπως εκείνος ο ρώσος ταξιτζής, που περιγράφει ο Ναμπόκοφ στην Λολίτα και ο οποίος, χρησιμοποιώντας την τουαλέτα του σπιτιού μιας πελάτισσας για να ανακουφίσει το έντερό του, απέφυγε να τραβήξει το καζανάκι από φόβο μήπως ο ήχος ειδοποιούσε τους ενοίκους του διαμερίσματος για τον ποταπό χαρακτήρα της πράξης που είχε προηγηθεί και αποχώρησε στα μουλωχτά αφήνοντας πίσω του ένα εξωφρενικό ενθύμιο αχαριστίας.
ΕΝ ΟΛΙΓΟΙΣ, θα όφειλε κανείς να καταλάβει τον Παπαγιώργη πλησιάζοντάς τον όχι μέσω του Σιοράν αλλά μέσα απ’ τα λαϊκά του ’60, που τα ακούγαμε κάποτε υπό τον έναστρο ουρανό σαν προφητείες μιας συγκυρίας που θα μας έκανε ευτυχισμένους έστω κι αν άφηνε όλες τις αντιφάσεις ανεπίλυτες. Ξέρω ότι δεν είναι και πολύ ακαδημαϊκή η σύγκριση αλλά εμένα με παρηγορεί διότι ξυπνάει το ανατρίχιασμα μιας αλήθειας που την έζησα με τους όρους της πιο εξαντλητικής γνωριμίας. Μην ξεχνάς ότι υπέφερα κι εγώ επί μακρύ διάστημα, την ίδια περίοδο με τον Κωστή, από βασανιστικές κρίσεις αγοραφοβίας, και μάλιστα με το ίδιο εκλυτικό αίτιο, τουτέστιν την απότομη διακοπή της χρόνιας χρήσης αλκοόλ. Το να φοβούνται οι άνθρωποι του είδους μας την αγορά είναι μια ύστατη ειρωνεία της μοίρας. Θα συμφωνείς ελπίζω, Νικήτα, ότι αν είχα βαλτώσει, εγκλωβισμένος στα πρώτα μου βιβλία, δεν θα μπορούσα να απευθύνομαι σήμερα σ’ εσένα μ’ έναν τρόπο που να μην προδίδει το ύψος των περιστάσεων. Εμπιστέψο�� με και μην ανησυχείς όταν οι συγγραφείς, ωριμάζοντας, απογοητεύονται απ’ τα πρώτα τους βιβλία· να ανησυχείς μήπως υποχρεωθούν να απογοητευθούν απ’ τα τελευταία.
4 notes · View notes
xionisgr · 16 hours ago
Text
ISBN:978-960-547-313-6 Συγγραφέας: Μιχαλόπουλος Νίκος Εκδότης: Άγκυρα Σελίδες: 58 Ημερομηνία Έκδοσης: 2016-10-01 Διαστάσεις: 24x15,5 Εξώφυλλο: Σκληρό εξώφυλλο
0 notes
a078740849aposts · 16 hours ago
Text
ISBN:978-960-547-313-6 Συγγραφέας: Μιχαλόπουλος Νίκος Εκδότης: Άγκυρα Σελίδες: 58 Ημερομηνία Έκδοσης: 2016-10-01 Διαστάσεις: 24x15,5 Εξώφυλλο: Σκληρό εξώφυλλο
0 notes