#Μια νύχτα μόνο
Explore tagged Tumblr posts
christostsantis · 1 year ago
Text
Η Τέσυ Μπάιλα και ο Μιχάλης Τζανάκης παρουσιάζουν τα βιβλία τους στο Ηράκλειο
Πέμπτη 19 Οκτωβρίου 2023, στις 8 το απόγευμα Πολύκεντρο Νεολαίας Δήμου Ηρακλείου Η Τέσυ Μπάιλα και ο Μιχάλης Τζανάκης θα παρουσιάσουν στο Ηράκλειο τα νέα τους μυθιστορήματα, την Πέμπτη 19 Οκτωβρίου 2023, στις 8 το απόγευμα στο Πολύκεντρο Νεολαίας του Δήμου Ηρακλείου. Σε μία σπάνια συνάντηση, οι δύο δημιουργοί θα μιλήσουν τα τελευταία έργα τους και θα συζητήσουν με τους φίλους του βιβλίου. Την…
Tumblr media
View On WordPress
0 notes
0cean--soul · 1 month ago
Text
Tumblr media
Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα μόνο γι’ αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο κ’ έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα, μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.
Πολυδούρη
47 notes · View notes
fxckery-at-its-finest · 4 months ago
Text
Θαλασσάκι μου / Θυμάσαι;
Δεν είμαι άνθρωπος που του αρέσει να μιλά για συναισθήματα. Κυρίως γιατί δεν πιστεύω πως κάποια συναισθήματα μπορούν να χωρέσουν σε λέξεις. Πόσο όμορφο είναι όμως όταν ένας άνθρωπος σου δημιουργεί τόση ένταση στην ψυχή σου, τόση που να μην μπορείς να την περιγράψεις. Και αρκείσαι σε μια τόσο μικρή λέξη, «αγάπη». Και τι είναι η αγάπη; Και εγώ πώς και γιατί έτυχε να την ζήσω μαζί σου;
Σε αυτό το κείμενο θα σας μιλήσω για έναν αλλιώτικο Αύγουστο, ή μάλλον Σεπτέμβριο. Θα καταλάβετε.
28 Φλεβάρη 2022
Βρίσκομαι στο σπίτι μιας πολύ καλής μου φίλης. Είχαμε καιρό να βρεθούμε, οπότε τώρα έχουν μαζευτεί πολλά για συζήτηση.
Καθώς στρίβω το τσιγάρο μου, χαζεύοντας στο κινητό μου, βλέπω εσένα. Τι όμορφο πλάσμα είσαι Θεέ μου με τα πιο καταγάλανα μάτια, που θυμίζουν τρικυμίες.
Κοιτάω την φίλη μου και της λέω «Τι λες; Να στείλω;» και εκείνη γελώντας μου απαντά «Πας καλά εννοείται, τί έχεις να χάσεις;»
Τι έχω να χάσω;
Και έτσι έστειλα ένα κουρασμένο μήνυμα στις 3 τα ξημερώματα. Και από εκεί και πέρα μιλούσαμε όλη νύχτα. Δεν νομίζω ότι στο είπα ποτέ αλλά εκείνη η νύχτα ήταν η πρώτη φορά μετά από καιρό που ένιωσα ξανά ζωντανή. Ένιωσα ξανά εγώ. Περπατούσα μέσα στα στενά της Θεσσαλονίκης και είχα το νου μου μόνο στα δικά σου μηνύματα, να προλάβω να απαντήσω πριν σε πάρει ο ύπνος.
Και τελικά το ίδιο πρωί δεν πήγαμε σχολή. Ήρθες σπίτι μου και καθόμασταν και μιλούσαμε. Και κοιμηθήκαμε και αγκαλιά. Είχαμε τόσο ωραία χημεία από την πρώτη φορά. Θυμάμαι, δεν χόρταινα να κοιτάζω τα μάτια σου, και δεν ήμουν άνθρωπος που κοιτούσε μάτια. Κρεμιόμουν από κάθε μικρή λέξη που έβγαινε από τα χείλη σου, σαν να εξαρτιόντανε όλο μου το κορμί από εσένα. Και η ειρωνεία είναι πως πάντα μου το χτυπούσες πως εσύ με ερωτεύτηκες από την πρώτη φορά που με είδες, αλλά εγώ κατέληξα να σε αγαπάω παραπάνω.
Θυμάσαι;
14 Μαρτίου 2022
Έχουν περάσει 2 βδομάδες περίπου που είμαστε κάθε μέρα μαζί. Δεν ήξερα αν τελικά ήθελα σχέση αυτόν τον καιρό. Βλέπεις, με έχει πληγώσει πολύ η κατάντια του έρωτα. Έχω μάθει να κλείνομαι στον εαυτό μου και να μην θέλω να δώσω ευκαιρία σε κανέναν να μάθει το τι κρύβω μέσα μου. Αλλά μαζί σου είναι αλλιώς. Μαζί σου νιώθω το παιδί μέσα μου να χαμογελάει ξανά. Νιώθω για πρώτη φορά μετά από καιρό χαρούμενη. Σαν να μαθαίνω να ζω ξανά από την αρχή.
-«Σε ερωτεύτηκα από την πρώτη στιγμή που σε είδα ξέρεις» μου ψιθυρίζεις όσο καθόμαστε αγκαλιά στον καναπέ μου.
-«Δεν ξέρω τι να σου πω, μου αρέσεις αλλά νομίζω πως δεν είμαι έτοιμη για κάτι σοβαρό», σου απαντώ, τρομαγμένη για άλλη μια φορά.
-«Δεν μπορώ να συνεχίσουμε έτσι όμως. Σε θέλω δική μου. Θέλω να ξυπνάω ξέροντας ότι ανήκω σε σένα. Και εσύ σε εμένα. Ή εγώ και κανένας άλλος. Ή τίποτα.», μου λες και εγώ σε κοιτάω με γουρλωμένα μάτια.
Θυμάσαι;
Και αν δεν πάει καλά; Και αν βγω αδικημένη πάλι εις βάρος της δικής σου υποτιθέμενης αγάπης; Τι θα κάνω μετά;
Αλλά σε θέλω τόσο πολύ γαμώτο. Δεν το έχω ξανανιώσει αυτό με κανέναν στο ορκίζομαι.
Τι να κάνω;
Τι να κάνω;
Να σε χάσω επειδή φοβάμαι;
Ή να σε κερδίσω για να ζήσω;
Στο Πάρτι
Έκανε ένα πάρτι καλωσορίσματος στο νέο σπίτι η κολλητή σου και με κάλεσες. Δεν ήξερα αν θέλω να έρθω, αν θέλω να γνωρίσω όλους τους φίλους σου. Και αν δεν με συμπαθήσουν; Είναι και μεγαλύτεροι και αλλιώς.
Αλλά ήρθα.
Και μιλούσα με όλους.
Και όλοι με πλησίαζαν θέλοντας να με γνωρίσουν. Και τότε κατάλαβα πόσο πολύ τους μιλάς για εμένα.
Και καθώς καθόμουν στην κουζίνα, πίνοντας σφηνάκια με την κολλητή σου, γύρισα και της είπα:
«Με εγκρίνεις;»
Και εκείνη απάντησε:
«Είσαι το καλύτερο που θα μπορούσε να συμβεί στην ζωή του αυτήν την περίοδο. Θέλω να το δώσετε μια ευκαιρία».
Κοίταξα εσένα που χόρευες ανέμελα σε κάτι ελληνικά έντεχνα μαζί με τους φίλους σου. Χαμογελούσες λες και δεν σε ένοιαζε τίποτα άλλο, παρά μόνο να βγουν σωστά εκείνα τα βήματα. Που και που με κοιτούσες και μου έσκαζες και ένα χαμόγελο φωνάζοντας «Είσαι πανέμορφη».
Και το αποφάσισα. Ήμουν σίγουρη. Σκέφτηκα «Αυτό θέλω. Πάω να το πάρω».
Πήγα στον υπολογιστή και έβαλα το αγαπημένο σου ισπανικό τραγούδι.
Και ήρθα κοντά σου.
Σε αγκάλιασα, σε φίλησα απαλά προσπαθώντας να μαζέψω όλο μου το κουράγιο μέσα από τα χείλη σου.
«Μπορώ να γίνω η κοπέλα σου;»
σου είπα, περιμένοντας μια απάντηση από αυτά τα χείλη που δεν χορταίνω να φιλάω. Από αυτά τα χείλη που τρόμαζα στην ιδέα ότι μπορούν να με ματώσουν. Αλλά δεν με ένοιαζε. Για τα δικά σου μάτια άξιζε να αδειάσει όλο μου το σώμα.
Άρχισες να δακρύζεις και με αγκάλιασες. Οι φίλοι σου μας κοιτούσαν από την απέναντι γωνία και χαιρόντουσαν.
Είμαστε μαζί.
Είμαι δικιά σου.
Θα τα καταφέρουμε.
Πόσο σε θέλω.
Τόσο ώστε να μας δώσω μια ευκαιρία. Τόσο ώστε να αποφασίσω να διαγράψω οποιοδήποτε πληγωμένο παρελθόν μου και να θέλω να γράψω το μέλλον μου μαζί σου. Ένα όμορφο μέλλον. Βασισμένο σε εσένα και σε εμένα. Σε εμάς.
Θυμάσαι;
25 Μαρτίου 2022
Καθόμαστε σε κάτι σκαλάκια στην Ροτόντα. Εσύ κλαις γιατί είδες κάτι που σου θύμισε ένα παλιό, ξεραμένο κομμάτι που σου άφησαν οι πρώην σου.
Και με κοιτάς με τα δάκρυα να τρέχουν όσο εγώ σου εξηγώ ότι ποτέ δεν θα σε πλήγωνα.
Θα προτιμούσα να πληγώσω τον εαυτό μου πριν πληγώσω έστω και λίγο εσένα.
Και δεν θα φύγω.
Μέχρι να με διώξεις εσύ.
-«Θέλω να σου πω κάτι αλλά φοβάμαι γιατί είναι νωρίς», μου λες.
-«Και εγώ το νιώθω μωρό μου…», σου λέω σφίγγοντας το χέρι σου.
-«Σε αγαπάω».
-«Και εγώ σε αγαπάω».
Καλοκαίρι 2022
Πάμε παντού μαζί.
Σε συναυλίες, σε μπαρ, σε θάλασσες, σε νέα μέρη.
6 μήνες μαζί σου και ένιωθα σαν να σε ξέρω χρόνια. Δουλεύαμε και οι δυο. Εγώ Θεσσαλονίκη, φτιάχνοντας κρέπες, εκείνες που πάντα μου έλεγες πως τις λάτρευες. Και εσύ στο χωριό σου. Είναι δύσκολη η απόσταση. Όταν σε αποχαιρέτησα γιατί θα σε ξανά έβλεπα σε δυο βδομάδες έκλαιγες. Στεναχωριόσουν επειδή δεν είχαμε ξαναπεράσει μακριά ο ένας από τον άλλον για τόσο καιρό.
Μου έγραψες και ένα ποίημα.
«Δεν έχω υπάρξει και για πολύ καιρό μακρυά σου να πούμε και την αληθεια. Και είναι ειρωνικό γιατί ζούσαμε τόσα χρόνια χωριστά . Με κάνεις να αναρωτιέμαι πως ανέπνεα παλιότερα χωρίς εσένα δίπλα μου .Όταν δεν σε βλέπω κάτι μου λείπει. Εσύ μου λείπεις βασικά. Όλο σου το είναι.»
Θυμάσαι;
«Στα χέρια σου ηρεμώ»
«Σε παρακαλώ μην φύγεις»
30 Σεπτεμβρίου 2022
Πήγες σε ένα πάρτυ μιας φίλης σου και έμεινες μέχρι τα ξημερώματα. Αυτήν η φίλη σου εμένα δεν με συμπαθεί, δεν με κάλεσε. Έτσι εγώ ήρθα στο σπίτι μιας πολύ καλής και αγαπητής μου παλιάς παρέας. Και ξημερώνει η επέτειός μας. Σου στέλνω μήνυμα για να μην νομίζεις ότι το ξέχασα. Το σκεφτόμουν όλη την ώρα για την αλήθεια.
Δεν μου απάντησες στο μήνυμα.
Σε πήρα τηλέφωνο, ελπίζοντας να το ακούσεις μέσα στην βαβούρα του πάρτι.
Δεν το σήκωσες.
Γύρισα στους φίλους μου και τους είπα «Έχω ένα κακό προαίσθημα».
«Άντε ρε ‘συ, δεν μπορείς να πιστέψεις ότι για μια φορά σου έχει τύχει κάτι καλό; Σταμάτα να τα υπεραναλύεις όλα στο κεφάλι σου».
Ίσως να ‘χουν δίκιο.
Αλλά γιατί δεν έχει απαντήσει;
Πού είναι;
Μήπως εγώ είμαι υπερβολική και αφήνω το μυαλό μου να πάει μονο στο χειρότερο;
Γιατί είμαι έτσι;
Το ίδιο πρωί ήρθες σπίτι μου κλαίγοντας.
Δεν ξέρεις πως έγινε.
Εσύ απλά έτυχε να χορεύεις.
Είχες πιει και λίγο.
Δεν ξέρεις πως έγινε.
Είπες ότι δεν θα το ξανά έκανες ποτέ.
Και εγώ κάθομαι βουβή. Το μυαλό πάει να σπάσει στην ιδέα ότι ακούμπησες ξένα χείλη.
Και δεν μπορώ να βγάλω την εικόνα από το κεφάλι μου.
Μα δεν το ήθελες.
Μα δεν σήμαινε τίποτα για σένα.
Ήταν καταλάθος.
Σε συγχώρεσα.
Σε πίστεψα.
Αλλά η εμπιστοσύνη μου δεν θα ήταν ποτε ξανά η ίδια.
Έκανες ό,τι έκαναν και οι προηγούμενοι. Εκείνους που έβριζες και κατηγορούσες για τους φόβους μου.
Έκανες ό,τι έκαναν.
Και με κατέληξαν ψυχρή.
Αλλά εγώ σε συγχώρεσα.
Εγώ σε συγχώρεσα.
Σε συγχώρεσα.
Συγχώρεσα.
Θυμάσαι;
«Σε παρακαλώ μην το ξανακάνεις. Δεν αντέχω για πολύ, σε παρακαλώ. Σε παρακαλώ μην με πληγώνεις και εσύ. Σε παρακαλώ»
Χριστούγεννα 2022
Πόσο σε αγαπάω, πόσο με φοβίζει η ιδέα μακριά σου.
Λατρεύω κάθε λεπτομέρεια που μ’έχεις αφήσει να μάθω για εσένα.
Εγώ που έμαθα να τα περνάω όλα μόνη μου.
Εγώ πλέον θέλω μόνο εσένα δίπλα μου.
Οι κρίσεις πανικού μου ηρεμούν μονάχα στα χέρια σου.
Και τα δικά σου χέρια τρέμουν και εγώ τα φιλάω απαλά πάντα, κλειδώνοντάς τα μέσα στα δικά μου.
Για να σου θυμίσω.
Βλέπεις έχουμε και οι δυο προβλήματα.
Αλλά έχουμε ο ένας τον άλλον.
Και δεν θα ευχόμουν για τίποτα περισσότερο.
Αλλά γιατί το έκανες αυτό;
Θυμάσαι;
Πάσχα 2023
Δεν είμαι και πολύ καλά τελευταία. Η παλιά μου παρέα έχει έρθει εναντίον μου και έχω χάσει πολλά άτομα. Η σχολή δεν πάει ούτε αυτήν καλά.
Δεν θέλω να βγαίνω από το σπίτι μου. Με αγχώνει και η ιδέα του μέλλοντος. Με όλα τα άτομα που σχεδίαζα το μέλλον μου, έχουν πλέον φύγει.
Μα εσύ λατρεύεις να μιλάς για το μέλλον μας.
Έχεις σκεφτεί μέχρι και πως θα μοιάζει το σπίτι μας.
Μα εγώ φοβάμαι.
Πώς μπορείς να σχεδιάζεις το μέλλον μας όταν λίγο ποτό σε καταφέρνει να φιλάς ξένα χείλη;
Πως μπορείς να σχεδιάζεις το μέλλον με εμένα;
Είμαι ηλίθια.
Είμαι χαζή.
Δεν αξίζω τίποτα.
Δεν αξίζω την αγάπη.
Πρέπει να σε διώξω.
Δεν μπορώ, πνίγομαι.
Και όσο σκέφτομαι ότι θα τραβήξω και εσένα στον βυθό μου, δεν θέλω.
Μαλώσαμε πολύ εκείνη την μέρα.
Φωνάζαμε και εγώ έπαθα κρίση πανικού στα χέρια σου.
Μα εσύ δεν φεύγεις.
Εσύ λες πως αξίζω τα καλύτερα.
Λες ότι μ’αγαπάς πολύ. Για πάντα.
Και εγώ δεν ξέρω τι να πιστέψω.
Μου λες ότι πρέπει να πάω σε ψυχολόγο.
Γιατί έχω θέματα.
Μου το βάζεις σαν όρο, τον παίρνω σαν όρκο.
Για να έχω εσένα.
Πόσο με έχεις μπερδέψει.
Θυμάσαι;
Καλοκαίρι 2023
Δεν είμαι καλά. Η ψυχολογία μου όσο πάει διαλύεται όλο και περισσότερο.
Κάθε φορά που προσπαθώ να το συζητήσω μαζί σου δεν βγάζουμε άκρη.
Εσύ λες «Πώς γίνεται να πιστεύεις ότι δεν είσαι όμορφη από την στιγμή που στο λέω κάθε μέρα;».
Σου λέω «Δεν λειτουργεί έτσι».
Μου λες «Άμα είναι και εγώ να μην πιστέψω ότι μ’αγαπάς».
Τι ήταν αυτό;
Και γιατί το είπες;
Πιστεύεις ότι δεν σε αγαπάω;
Εγώ;
Εγώ που τους έδιωξα όλους για να έχω εσένα;
Εγώ που σε γνώρισα στην οικογένεια μου;
Εγώ που έκανα υπομονή γιατί εσύ δεν μεγάλωσες έτσι;
Εγώ που στα έλεγα όλα;
Εγώ που είχα μόνο εσένα;
Εγώ που δεν σε απάτησα ποτέ;
Εγώ που σε συγχώρεσα;
Εγώ δεν σε αγαπάω;
«Έχω κουραστεί να σε σηκώνω εγώ. Μάθε να σηκώνεσαι μόνη σου», μου είπες.
Και ηχεί σαν αντίλαλος στα αυτιά μου μέχρι σήμερα.
Ίσως έχεις δίκιο.
Ίσως είχα δίκιο.
Δεν πρέπει να σε τραβήξω στον βυθό μου.
Ίσως οι σχέσεις δεν είναι για εμένα.
Ίσως είμαι υπερβολικά πολύ προβληματική για κάποιον.
Ίσως ήρθε η ώρα να φύγεις και εσύ.
Όπως έκαναν όλοι.
Δεν κάνεις κάτι διαφορετικό δα.
Πρέπει να φύγεις.
Γιατί πέφτω και χάνομαι.
Και δεν θέλω να χαθείς μαζί μου.
Και εδώ που τα λέμε, τι δουλειά έχεις να μείνεις;
Να φύγεις αμέσως.
Να τα ξανά καταφέρω όλα μόνη μου.
Δεν έχω ανάγκη κανέναν σας.
Τόσα μου μάθατε, τόσα μου δώσατε, τόσο με καταστρέψατε.
Θυμάσαι;
7 Σεπτεμβρίου 2023
Βγήκαμε έξω να συζητήσουμε.
Τελείωσε η εξεταστική μου και νομίζω τα πήγα καλά.
Έχω έρθει κοντά με νέα άτομα και σχεδιάζω νέα πλάνα μαζί τους.
Και με εσένα νομίζω είμαι καλά.
Ακούς; Γίνομαι καλά!
Μαζεύω τον εαυτό μου σιγά σιγά!
Για σένα!
Για μένα!
Για ‘μας!
Ακούς αγάπη μου;
Γίνομαι καλά!
Μα εσύ θες να χωρίσουμε.
Νευριάζεις με τα νέα πλάνα που έχω κάνει με τους φίλους μου λέγοντας πως θα έπρεπε να τα έχω σχεδιάσει πρώτα μαζί σου.
Μα εσύ έχεις φίλους.
Εγώ δεν είχα φίλους.
Εσύ όλον τον καιρό ήσουν στην πόλη σου με τους δικούς σου ανθρώπους.
Εγώ δεν είχα δικούς μου ανθρώπους.
Τώρα βρίσκω και θέλω να ζήσω.
Και θέλω να είσαι συνοδοιπόρος.
Μα γιατί θυμώνεις;
Αλλά έχεις δίκιο. Δεν μπορώ να σε κρατήσω άμα θες να φύγεις. Και ούτε θα το κάνω.
Σου λέω «όντως πρέπει να χωρίσουμε».
Δεν μπορώ να σε κρατήσω κοντά μου αν δεν θες να μείνεις.
Και έχω κουραστεί να παλεύω για εμάς.
Με κοιτάς και μου λες «Το λες όντως ή το λες για να με κάνεις να νιώσω καλά που συμφωνούμε;».
Με έχεις μάθει τόσο καλά.
Αλλά δεν πρέπει να μάθεις την αλήθεια.
Δεν πρέπει να μάθεις πως βάζω εσένα πάνω από τον ίδιο μου τον εαυτό.
Και θέλω να είσαι εσύ καλά, πριν γίνω εγώ.
Και ας είναι αυτό μακριά μου.
Μιλήσαμε για όλες τις ωραίες μας στιγμές μαζί. Τις αστείες, τις πονεμένες, τις τολμηρές, όλα όλα όλα.
Και γελούσαμε και λέγαμε πως θα το πούμε στους φίλους μας.
Ξέρετε, οι φίλοι μας αναφερόντουσαν σε εμάς ως το ιδανικό ζευγάρι.
Άλλοι λέγανε «αν χωρίσετε εσείς, δεν θα πιστεύω άλλο στην αληθινή αγάπη». Ήμασταν μαγεία.
Θυμάσαι;
Φιληθήκαμε.
Αποχαιρετιστήκαμε.
Πόσο έκλαψα εκείνο το βράδυ.
Σε άφησα να φύγεις, όχι γιατί δεν σε αγάπησα ποτέ, αλλά γιατί σε αγάπησα περισσότερο από όλους.
Και ξαφνικά όλες οι υποσχέσεις που δώσαμε μοιάζουν άδειες.
Η αγάπη σου μοιάζει άδεια.
Άραγε με αγάπησες και εσύ όσο σε αγάπησα και εγώ;
Ήμουν όντως η πρώτη σου αγάπη όπως έλεγες;
Γιατί για εμένα ήσουν.
Για εμένα ήσουν τα πάντα.
Δηλαδή, είσαι τα πάντα.
Ιούλιος 2024
Πέρασαν μήνες από το τελευταίο μας φιλί. Σου έχω ήδη στείλει αμέτρητα μηνύματα παρακαλώντας σε να γυρίσεις.
Είμαι καλά.
Η σχολή μου είναι καλά.
Του χρόνου θα πάρω και πτυχίο.
Αλλά εσύ δεν νοιάζεσαι πλέον.
Εσύ είσαι σε μια νέα σχέση και δεν θες καμία επαφή μαζί μου. Έτσι λες στους φίλους σου.
Και κάθε φορά που πάω να σε πλησιάσω με διώχνεις.
Δεν έχουμε καν ο ένας τον άλλος στα κοινωνικά δίκτυα πλέον.
Σε έχω αφαιρέσει από παντού.
Και όταν στο είπα στο τηλέφωνο, τότε που έμαθα ότι έχεις αρχίσει κάτι καινούριο, με παρακάλεσες να μην το κάνω.
Μα δεν μπορώ να βλέπω εκείνη να μου κλέβει τον χορό μου μαζί σου.
«Σ’αγαπάω» μου είπες στο τηλέφωνο.
«Εγω Σ’αγαπάω περισσότερο» σου απάντησα.
«Ισχύει.»
Θυμάσαι τότε που ��ου είχες πει ότι ακόμα και αν παντρευόσουνα και εμφανιζόμουν εγώ, θα τα παράταγες όλα και θα έφευγες μαζί μου;
Τώρα γιατί δεν έφυγες μαζί μου;
Θυμάσαι τότε που μου υποσχέθηκες ότι θα μ’αγαπάς για πάντα;
Τώρα γιατί δεν θες να με αγαπήσεις;
Θυμάσαι όταν μου έλεγ��ς πως μόνο εγώ σε ξέρω πραγματικά;
Πόσο καθόλου δεν σε ξέρω τελικά;
Και τελικά πόσο άξιζε η σχέση μας όταν εσύ μπήκες σε μια καινούρια μέσα σε λιγότερο από 2 μήνες αφού χωρίσαμε;
Τόσο άξιζε η αγάπη μας.
Γιατί τόσο σου πήρε να με ξεπεράσεις.
Να ξεπεράσεις το άτομο που έλεγες ότι σε έμαθε να αναπνέεις.
Να ξεχάσεις τα πάντα.
Εμένα.
Εσένα.
Εμάς.
Με έχεις αφήσει ναυαγό σε ένα ερημονήσι.
Και δεν θέλω σε καμία άλλη θάλασσα να κολυμπήσω.
Βρήκα πολλά νησιά.
Όμορφα, νέα νησιά.
Που με θέλανε να μείνω.
Αλλά δεν ήταν σαν εσένα.
Κανένα νησί δεν είχε την παραξενιά σου, το χάδι σου, το χαμόγελο σου, το βλέμμα σου.
Κανένα νησί δεν μοιάζει με σένα.
Και εγώ σαν ναυαγός τριγυρνάω στην θάλασσα.
Ελπίζοντας πως κάποια στιγμή θα έρθεις να με σώσεις.
Μα δεν έρχεσαι ποτέ.
Θα ήταν ψέματα να πω ότι δεν μου λείπεις. Μου λείπεις πολύ. Και θέλω ακόμα πολύ καιρό για να μπορέσω να προχωρήσω.
Αλλά δεν είμαι θυμωμένη. Ποτέ δεν ήμουν μαζί σου.
Ούτε καν όταν έμαθα πως όταν με απάτησες, δεν ήταν ένα αθώο φιλί.
Ήταν φιλί με την πρώην σου σχέση.
Δεν σου θύμωσα ούτε όταν έμαθα πως έλεγες στους φίλους σου πόσο σου λείπει.
Ενώ σε εμένα έλεγες ότι κανένας δεν σε αγάπησε όσο εγώ.
Ποτέ δεν σου θύμωσα.
Γιατί σ’αγάπησα.
Και βασικά ακόμα Σ’αγαπάω.
Ακόμα και τώρα που πρέπει να μάθω να ζω μακριά σου.
Ακόμα και τώρα έχω το κουπόνι που μου είχες φτιάξει στο πορτοφόλι μου.
Ακόμα έχω το αγαπημένο σου μπλουζάκι.
Ακόμα έχω την μυρωδιά σου.
Και ας μη φοράω πλέον το ίδιο άρωμα.
Και έχω αλλάξει πολύ. Τόσο που δεν θα με αναγνώριζες.
Λένε ότι για να αλλάξει κάποιος, πρέπει να του συμβεί ή κάτι πολύ κακό ή κάτι πολύ καλό.
Άραγε εσύ τι ήσουν;
Γιατί όταν έφυγες, εγώ έγινα καλύτερη.
Αλλά ήθελα να είμαι καλύτερη για σένα.
Και πλέον όσο αλλάζω σου μοιάζω.
Ακούω έντεχνα και λατρεύω τα πανηγύρια.
Πηγαίνω συνέχεια σε καφετέριες και μπαρ και πάντα παίρνω Βεργίνα.
Και όταν περνάω από εκείνο το στενό, εκείνο το στενό στο Ταραντίνο, κλαίω λιγάκι.
Και όταν τρώω καρμπονάρα πάντα θυμάμαι εμάς. Ήταν το φαγητό μας.
Πώς γίνεται να μην σου λείπουν όλα αυτά;
Πώς γίνεται να μην σου λείπω εγώ;
Θυμάσαι;
Κάθε άνθρωπος που θέλει να μάθει εμένα, πρέπει να ακούει πρώτα το όνομά σου.
Τέτοιο αποτύπωμα μου έχεις αφήσει.
Και οι φίλοι μου το ξέρουν.
Και με προσέχου��.
Και τους προσέχω και εγώ.
Το όνομα σου ακούγεται συχνά στην παρέα.
Και όλοι τρέχουν να με αγκαλιάσουν κάθε φορά που τους λέω ότι σε πέτυχα.
Θυμάσαι;
Να είσαι καλά και να προσέχεις Ντενιζέλ μου. Η αγαπημένη σου λέξη στα τουρκικά, που σήμαινε όμορφη θάλασσα.
Να είσαι καλά.
Να αγαπάς τον εαυτό σου όσο Σ’αγαπώ εγώ.
Και να θυμάσαι εμάς.
Γιατί εγώ θα μας θυμάμαι.
Και να μην αγχώνεσαι για μένα, θα είμαι εντάξει.
Εσύ να είσαι καλά.
Είσαι ένας υπέροχος άνθρωπος που έκανε λάθη.
Όπως και εγώ.
Θα σε θυμάμαι πάντοτε με χαμόγελο.
Αλλά βαθιά μέσα μου θα εύχομαι να μην σε είχα γνωρίσει ποτέ.
Γιατί τώρα θα πρέπει να σε θυμάμαι για περισσότερο καιρό απ’όσο σε ξέρω.
Και η αιωνιότητα είναι μεγάλη.
Μακάρι να την περνούσαμε μαζί.
Ίσως κατά μια έννοια να την περάσουμε.
Αφού η εικόνα σου θα βρίσκεσαι πάντα θαμμένη στις αγαπημένες μου αναμνήσεις.
Και ας ξαπλώνεις με το σώμα σου σε διαφορετικό κρεβάτι.
Δεν τα καταφέραμε μαζί.
Αλλά τα καταφέραμε ξεχωριστά.
Μόνο σε παρακαλώ, μην ξαναγυρίσεις.
Γιατί θα σε δεχτώ πίσω και δεν πρέπει.
Σε ευχαριστώ για όλες τις στιγμές.
Για όλα αυτά που μου έμαθες.
Σε ευχαριστώ για εσένα.
Τα χέρια μου πάντα θα τρέμουν άμα δεν κλειδώνουν με τα δικά σου.
Να θυμάσαι όμως πως το δικό μου σ’αγαπώ ποτέ δεν έληξε.
Και ούτε θα λήξει.
Σε αντίθεση με το δικό σου.
Γιατί, για να’μαστε ειλικρινείς.
Δεν θυμάσαι.
Και ούτε πρόκειται να θυμηθείς.
Να προσέχεις, φιλιά, και χρόνια σου πολλά.
Σ’αγαπώ, αλλά εύχομαι να μην.
Και συγγνώμη.
-11/07/2024, φανερώθηκα
29 notes · View notes
kaliarda · 1 year ago
Note
hey king, χρειαζομαι βοήθεια! έχεις καθόλου προτάσεις βιβλίων από κουίρ ελληνίδες συγγραφείς; (προσπαθώ γενικότερα να διαβάσω περισσότερα βιβλία ελλήνων. αλλά μέχρι τώρα το μόνο που βρήκα είναι η ερωμένη της)
Χευ!! Άργησα λιγάκι αλλά αυτή είναι μια μικρή λίστα κουίρ ελληνικής λογοτεχνίας, ποίησης, ιστορίας και κοινωνιολογικών έργων - δεν είμαι σίγουρος αν όλοι οι συγγραφείς είναι οι ίδιοι λοατκι, και κάποια από αυτά τα έργα (ειδικά τα παλιότερα) μπορεί να έχουν outdated ιδέες ή να περιγράφουν αρκετά σκληρά πράγματα, οπότε: read with caution. Δεν τα έχω διαβάσει όλα, μόνα κάποια, αλλά είναι στη λίστα μου! Αν ξέρει κανένα σας κι άλλα, στείλτε μου και θα τα προσθέσω <3<3 💌 <3<3
Λόλα Καραμπόλα - Ερωφίλη Κόκκαλη
Ελαττωματικό Αγόρι - Sam Albatros
Τι Θυμάσαι απ’ τον Θάνατό Σου; - Πυθαγόρας Ελευθεριάδης
Οι Νταλίκες και Τα Γυναικάκια τους - Άννη Σιμάτη
Μπλε Υγρό - Βίβιαν Στεργίου
Ο Τελευταίος Κύκνος - Στέφανος Δάνδαλος
Καλαμέρως - Ευριπίδης Σαμπάτης
Ήσυχα να πας - Ούρσουλα Φωσκόλου
Μακάρι να το είχα κάνει νωρίτερα - Νόα Τίνσελ
μερακλίνα|κουκιμπιμπέρισσα|ομπλαντί - Ευά Παπαδάκης
Αμφί και Απελευθέρωση, & Ο Καιάδας - Λουκάς Θεοδωρακόπουλος
Σεξουαλικότητα (Θεωρίες και πολιτικές της Ανθρωπολογίας) - Κώστας Γιαννακόπουλος
Σώμα | Φύλο | Σεξουαλικοτητα (ΛΟΑΤΚ πολιτικές στην Ελλάδα) - Άννα Αποστολέλλη και Αλεξάνδρα Χαλκιά
Κλωτσιές με δωδεκάποντα: Η ανάλυση ενός συλλογικού εμείς μετά τη δολοφονία του Ζακ/της Ζάκι - Μαρία Μάζη
Η Πάλη για την Τρανς Απελευθέρωση - Αφροδίτη Φράγκου
Ανθολογία Ελληνικής Κουήρ Ποίησης (Εκδόσεις Θράκα)
Έλα να σου πω: Φεμινιστικές, λεσβιακές ναι κουήρ αφηγήσεις της μεταπολίτευσης (FAC Press)
Χασέπ - Αρτέμης Μαυρομμάτης
Μόνο κανέναν μη μου φέρεις σπίτι - Νικόλας Κουτσοδόντης
Μονοκατοικία με κήπο - Χρήστος Ρούσσος
Homo Thessalonikus - Κυριάκος Βλάχος
re eiste oloi poly gay kai sas variemai - Μότσι Γεωργίου
Η Ζωή Μου Στο Κόκκινο - Ζώντας με το AIDS: Μαρτυρίες - Μάριος Λαζανάς
Ομόνοια, 1980 - Γιώργος Ιωάννου
Μπέττυ - Ελισάβετ Βακαλιδου
Ο γοργόνος και άλλα πλάσματα - Σπύρος Χαιρέτης
Ελ Ποι, Ελληνική Λεσβιακή Ποίηση - Χαρά Τρε
Η φίλη μου κυρία Ντόρα Ρωζέττη - Ελένη Μπακοπούλου
Προσευχές Έκτακτης Ανάγκης - Τάκης Σπετσιώτης
Η Μεταφυσική της Μιας Νύχτας - Ανδρέας Αγγελάκης
Δυο Σταγόνες Βροχή - Πρόδρομος Σαββίδης
Ίσως #1: Ανθολογία Σύγχρονου Ελληνικού Διηγήματος (Εκδόσεις ΟΞΥ)
Αυτή η νύχτα μένει - Θάνος Αλεξανδρής
Ήθελα να γίνω αστροναύτης - Μίλτος Κουτλής
Επιθυμίες και πολιτική, & Ελληνική Τηλεόραση και Ομοερωτισμός - Κωνσταντίνος Κυριακός
Καλιαρντά <3 - Ηλίας Πετρόπουλος
Μπλε Καστόρινα Παπούτσια - Θανάσης Σκρουμπέλος
Ιστορίες για να μη λείπεις όσο θα λείπεις - Παρασκευάς Καρασούλος
Ερωτογενείς Ζώνες - Marachi
Οι άγγελοι δεν έχουν φύλο - Τζένη Χειλουδάκη
[[Γνωστοί Ποιητές του 20ου αιώνα: Κωνσταντίνος Καβάφης, Ναπολέων Λαπαθιώτης, Ντίνος Χριστιανόπουλος, Γιάννης Τσαρούχης, Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου]]
Επίσης- τσεκάρετε τις Εκδόσεις Πολύχρωμος Πλανήτης & τις εκδόσεις Οδός Πανός - Σιγαρέτα.
Για όσα είναι Αθήνα, οι παραπάνω οίκοι έχουν βιβλιοπωλεία (το ένα στη Βικτώρια, το άλλο στα Εξάρχεια). Προτείνω επίσης το κουήρ βιβλιοπωλείο Hyper Hypo στο Μοναστηράκι, τη συλλογή του Feminist Autonomous Center στον Άγιο Παντελεήμονα, και την πολύγλωσση βιβλιοθήκη We Need Books στην Κυψέλη (στην οποία θα βρείτε ένα pride section και δωρεάν τσαγάκι).
157 notes · View notes
o-monaxikos · 10 days ago
Text
Ο άνθρωπος όταν μένει πολύ καιρό μόνος του αγριεύει...
Αγριεύει και ξεχνάει...
Ξεχνάει πως είναι να μοιράζεσαι στιγμές…
Ξεχνάει το μαγικό άγγιγμα μιας αγκαλιάς τη νύχτα...
Ξεχνάει πως είναι να παραγγέλνεις φαγητό για δύο...
Ξεχνάει πως είναι να σε περιμένει κάποιος στο σπίτι μετά τη δουλειά...
Ξεχνάει πώς είναι να μαλώνεις γιατί δεν ήταν η σειρά σου να π��ύνεις τα πιάτα...
Ξεχνάει πως είναι να βλέπεις ταινίες με τον άνθρωπο σου και να σχολιάζεις τα κενά στο σενάριο...
Ξεχνάει πως είναι να κάνεις υποχωρήσεις και να προσπαθείς...
Ξεχνάει πως είναι να παίρνεις τα χούγια του και τις εκφράσεις του άλλου και μετά από καιρό να σας
περνάνε γι’αδέρφια…
Ξεχνάει πως είναι να μην σε παίρνει ο ύπνος γιατί μαλώσατε σήμερα…
Ξεχνάει πως είναι να σχεδιάζετε διακοπές μαζί και να μαλώνετε σε ποιό νησί θα πάτε…
Ξεχνάει πως είναι να σου φέρνουν το αγαπημένο σου γλυκό για να σου φτιάξουν τη μέρα…
Ξεχνάει πως είναι να ψιθυρίζεις σ’αγαπώ κάτω απ’τα σεντόνια...
Ξεχνάει να νιώθει…
Κι όσο ο χρόνος περνάει… ξεχνάει όλο και περισσότερο… ξεχνάει γιατί συνήθισε πιά...
Συνήθισε να είναι μόνος,να περπατάει μόνος,να τρώει μόνος,να παλεύει μόνος,να γελάει μόνος,να βλέπει ταινίες μόνος,να πορεύεται μόνος,να σχεδιάζει τη ζωή του μόνος,να κοιμάται και να ξυπνάει μόνος…
Συνήθισε…
Γι’αυτό μην τον παρεξηγείς…έμεινε πολύ καιρό μόνος και συνήθισε...
Κάποτε ήταν εξημερωμένος… μα τώρα πια είναι αγρίμι στο κλουβί της μοναξιάς του κι ακόμη κι αν σπάσεις τις κλειδαριές και του ανοίξεις την πόρτα είναι δεμένος μ’αόρατες αλυσίδες… κι όσο κι αν θέλει να ελευθερωθεί δεν θα προσπαθήσει να το σκάσει…
Θέλει πολύ χρόνο και υπομονή για να εξημερωθεί ξανά…
κι αν δεν είσαι διατεθειμένος να του τα προσφέρεις άφησέ τον ήσυχο μες το κλουβί του.
Μην απορείς μαζί του.
Μην τον λυπάσαι.
Είναι πολύ πιο δυνατός απ’όλους εσάς τους ”εξημερωμένους”.
Κρύβει μια δύναμη που όμοια της δεν έχεις συναντήσει.Τη φυλάει καλά κρυμμένη.Κι όταν έρθει ο κατάλληλος άνθρωπος θα την απελευθερώσει και θα ελευθερωθεί..μα μέχρι τότε άφησε τον..αγάπα τον από μακρυά..θα’ρθει εκείνος σ’εσένα…
Μην ξεχνάς ότι είναι αγρίμμι… και τ’αγρίμμια παλεύουν για κάτι μόνο όταν υπάρχει λόγος…
8 notes · View notes
cillius · 2 years ago
Quote
Εκείνη διαβάζει βιβλία για τη γιόγκα, τον βουδισμό, την αριθμολογία. Εγώ διαβάζω ποίηση, θέατρο, δοκίμια, νουβέλες, ό,τι πέσει στα χέρια μου. Εκείνη είναι χορτοφάγος. Εγώ παμφάγος. Εκείνη είναι πειθαρχημένη, ασκητική, πιστή. Εγώ σκεπτικιστής και τεμπέλης. Εκείνη πιστεύει στη μετενσάρκωση των ψυχών. Εγώ είμαι αγνωστικιστής. Εκείνη είναι σίγουρη. Εγώ όχι. Εκείνη είναι ενεστώτας οριστικής. Εγώ, υποθετικός λόγος στις καλύτερες μέρες μου και στις χειρότερες υπερσυντέλικος υποτακτικής. Εκείνη είναι ένας άνδρας της δράσης. Εγώ, μια γυναίκα μπερδεμένη. Εκείνη θέλει να αλλάξω. Εγώ, επίσης. Εκείνη ξέρει τι θέλει και τι χρειάζεται και τι θέλω και τι χρειάζομαι εγώ. Εγώ ξέρω μόνο πως δεν ξέρω τίποτε αλλά δεν είμαι πολύ σίγουρος. Εκείνη είναι το φεγγάρι της μέρας. Εγώ, ένα ηλιοτρόπιο στη νύχτα. Εκείνη κι εγώ, κόντρα στον άνεμο, αγαπιόμαστε.
Juan Vicente Piqueras,  Εκείνη και εγώ (Ella y yo)
174 notes · View notes
alloligo · 1 year ago
Text
Tumblr media
Νύχτα Αυγούστου στη νεκρική, οριακά απόκοσμη Αθήνα, όλοι λείπουν ακόμα διακοπές και νιώθω σα χταπόδι από περίεργη σεξονουβέλα που ξέμεινε μόνο του στη στεριά και δεν έχει που να χώσει τα πλοκάμια του. Φυσάει λίγο έξω και σε μια προσπάθεια να επανέλθω στην πραγματικότητα άφησα ανοιχτά, για να ακούω το σιγανό νι α α α α α του πορτοκαλί γούνινου βλάκα στο μπαλκόνι που εκλιπαρεί ένα σαμιαμίδι να κατέβει λίγο πιο κάτω και το ρυθμικό ταπ ταπ ταπ ταπ ταπ από το γαμήσι που ρίχνουν οι δύο εναπομείναντες γείτονες από πάνω, χωρίς ίχνος οίκτου για τα γατιά, τα σαμιαμίδια και τις καυλωμένες του 3ου.
(ημερολόγιο καλοκαιριού, 19/08)
59 notes · View notes
gentle-author · 4 months ago
Text
140224
Για πολλούς, σπίτι είναι μια καλοφτιαγμένη δομή
Τέσσερις τοίχοι που συγκρούονται όταν τους αγγίζει κανείς
Μερικά κομμάτια θεμελίων που καταλήγουν σε κάποια στέγη
Κάποιο κτίριο στο τέλος του δρόμου.
Ακόμη και αν πρόκειται να φανώ εγωΐστρια μπρος σε όποιον αντικρίσει αυτές τις λέξεις, ξέρω βαθιά μέσα μου πως σε εσένα θα παραμείνω χαραγμένη ανεξίτηλα στο χαμόγελό σου, στο κάθε σου μειδίαμα.
Για μένα λοιπόν, σπίτι είναι η μυρωδιά της κανέλλας
Η αίσθηση της ηρεμίας που κυριεύει το μυαλό μου
Μια μικρή εικόνα που με βοηθά να ελέγχω τις σκέψεις μου
Δυο χέρια ενωμένα σαν ένα ιδιαίτερα κρυφό παζλ
Τα χείλη σου που φιλούν τα δικά μου με πάθος σε μερικά ανιδιοτελώς ξεδιπλωμένα όνειρα
Ένα τυφλό κανελί γατάκι που κάνει βόλτα στο σπίτι μας τρώγοντας μπισκότα δίχως ζάχαρη κάθε απόγευμα του Αυγούστου
Ένα ευγενικό αγοράκι με πράσινα αμυγδαλωτά μάτια που αποκοιμήθηκε στην γενναία αγκαλιά σου, μυρίζοντας την φαιοπράσσινη στολή σου, αφού θήλασε τρυφερά τη μαμά του, τη γυναίκα σου, εκείνη με την λευκή ρόμπα και το στηθοσκόπιο που έχει χαραγμένο το όνομά της κρυμμένο σε μια αγκύλη, την κοπέλα που έχει το κεφάλι της ξαπλωμένο στον ώμο σου, όντας στην πραγματικότητα, το περήφανο κορίτσι σου που κληροδότησε τα ξανθά μαλλιά της στον μικρό σου στρατιωτικό γιατρό
Ένα σπίτι γεμάτο με την τέχνη της, που κάνει τον Βαν Γκογκ έναν πραγματικό κάτοικο εκεί μέσα, για μια ακόμη φορά, για μία ακόμη ημέρα και για πολλές ακόμη, που πρόκειται να' ρθουν νωχελικά
Το συναίσθημα της καρδιάς μας καθώς μοιραζόμαστε τις ψυχές μας κάθε φορά που βάζεις μια ξανθιά τούφα από τα μαλλιά μου πίσω από το αυτί μου για να μου φιλήσεις τον λαιμό και να μου κοκκινίσεις τα ήδη ροδαλά μου μάγουλα
Η ευγένεια στη φωνή σου που κάνει την καρδιά μου να χτυπάει όλο και πιο δυνατά κάθε φορά που φωνάζεις το όνομά μου σε μια προσπάθεια να ενώσεις το θρόισμα των φύλλων του δικού σου δάσους με τα ατίθασα κύματα της θάλασσάς μου και να δημιουργήσεις έναν ακόμη πιο μικρό καλλιτέχνη να τρέχει σε ένα σπίτι που μυρίζει γιασεμί, να προσθέσεις λίγο ακόμη χρώμα στο δικό μας "σπίτι", να γίνεις εσύ ο ίδιος καλλιτέχνης και να αγγίξεις την παλέτα της καρδιάς μου με τα πινέλα της ψυχής σου
Το γέλιο σου που με κάνει να χαμογελάω και είναι ο λόγος που η ζωή μου δεν είναι ποτέ ασπρόμαυρη, κύριε καλλιτέχνη
Η μόνη αίσθηση ελευθερίας που ένιωσα ποτέ μου, μού δόθηκε απλόχερα και τρυφερά όταν το σώμα μου έγινε δικό σου
Κάθε φορά που μπορεί να αμφιβάλλεις για την αγάπη μου και διαβάζεις αυτό το γράμμα, τότε είναι που δεν αμφιβάλλεις ποτέ ξανά, που δεν αμφιβάλλεις για την ισχυρή αυτή πραγματικότητα, την μια και μοναδική, αγάπη μου, η οποία είμαστε εμείς
Κάθε κομμάτι της ψυχής μου που θα σου ανήκει και δεν θα χρειάζεται πλέον να μιλάω, παρά μόνο να σε κοιτάω, με ένα βλέμμα που μπορείς να διακρίνεις μόνο εσύ, ένα βλέμμα που θα σου μιλά ανοιχτά και θα σου λέει...
Θέλω να με κάνεις έρωτα μέχρι το πρωί
Μέχρι να νιώσω το σώμα σου να χαϊδεύει το δικό μου,
Μέχρι να γίνουμε ένα και να ανταλλάξουμε σώμα και ψυχή πάνω στα ολόλευκα σεντόνια
Μέχρι να μυρίσει γιασεμί η νύχτα και άνθη τριανταφυλλιάς να στολίσουν το κρεβάτι μας
Μέχρι να νιώσεις το σώμα μου να φλέγεται πάνω στο δικό σου κάθε φορά που το βυθίζεις μέσα μου
Μέχρι να αφουγκραστώ τις σκέψεις σου ετούτη τη νύχτα που με φιλάς και σε φιλώ σαν το ξημέρωμα να βρίσκεται αιώνες μακριά
Μέχρι να γίνω δικιά σου και να γίνεις δικός μου ολοκληρωτικά
Μέχρι να μου ψιθυρίσεις πως με αγαπάς και να σιωπήσεις όλους τους ποιητές με την ψευδαίσθηση πως ξέρουν τι εστί αγάπη
Μέχρι να καταρρίψεις όλα τα γνωμικά και να γράψεις νέους τόμους, νέα βιβλία με την δική σου αλήθεια η οποία θα είναι το "εμείς"
Μέχρι το φεγγάρι να δακρύσει στην θέα της αγάπης μας και να κρυφτεί πίσω από τα σύννεφα ή να δωρίσει το φως του σε όλα τα άστρα του ουρανού
Μέχρι εσύ να γίνεις εγώ και εγώ να γίνω εσύ
Μέχρι το τέλος αυτού του κόσμου, ενώ ξέρεις καλά πως ούτε τότε δεν θα πάψω να σε αγαπώ
Μέχρι το "σε αγαπώ" να βρει το άλλο του μισό, το π να παντρεύει το α και να γίνει "σε αγαπάω"
Μέχρι όλα τα κομμάτια του παζλ να ενωθούν και να ζωγραφίσουν πάνω στο τραπέζι εμάς τους δύο, μαζί, μια αγκαλιά, ένα τραγούδι δίχως στίχους, μια μελωδία σκέτες νότες να μας περιτριγυρίζουν
Μέχρι ο κόσμος να ησυχάσει και να μας αφήσει επιτέλους να δημιουργήσουμε τον δικό μας, να μπούμε μέσα του, να χαθούμε και να μην ξαναεμφανιστούμε
Μέχρι ο ήλιος να ανατείλει ξανά, να δύσει και να αναγεννιέται ο έρωτάς μας σε κάθε αχτίδα ελπίδας που θα μας χαϊδεύει τα μαλλιά
Μέχρι η απόσταση να πάρει τον ορισμό της ανάσας μας και να μηδενιστεί με ένα μας φιλί
Μέχρι η τέχνη να ορίζεται πλέον από εμάς και κάθε λεξικό, να έχει σε κάθε του σελίδα το δικό μας χρώμα, ένα χρώμα που δημιουργήσαμε εμείς όταν οι εαυτοί μας πήραν την ίδια μορφή και είπαν μαζί πως...
Θέλω να με κάνεις έρωτα μέχρι το πρωί
Μέχρι η διάλεκτός σου να γίνει η δική μου γλώσσα
Μέχρις ότου να μην υπάρχει άλλος κανείς επάνω σε αυτή την άχαρη Γη, εκτός από εμάς
Μέχρι να γίνουν όλα στάχτη χωρίς να το συνειδητοποιήσουμε μα ο ήλιος να ξεπροβάλλει μετά από κάθε μας βροχή, για μια ζωή
Μέχρι να μην μας νοιάζει η άποψη του κόσμου, ο τρόπος του και η τεχνική
Μέχρι το γαλανό να αναμειχθεί με το πράσινο και να αναπλαστεί η φύση από την αρχή
Μέχρι το σκοτάδι μου να γίνει το δικό σου φώς
Μέχρι ο στρατιώτης να γίνει γιατρός
Μέχρι η αγκαλιά σου να γίνει καταφύγιο που θα φουντώνει την δική μου φλόγα ώστε να προφυλάσσω και να κρατώ αναμμένη την δική σου
Μέχρι η μυρωδιά μου να γίνει πεδίο μάχης που θα εγκλωβίσει την καρδιά σου
Μέχρι να μην μπορούμε να μιλήσουμε άλλο πια
Μέχρι η καρδιά μας να χτυπήσει δύο φορές πιο γρήγορα ξανά
Και τελικά να φωνάξουμε ο ένας στον άλλο πως το «για πάντα» σίγουρα πλέον, ξέρουμε πως γράφτηκε για εμάς.
Και κάθε φορά που θα γυρνάς σπίτι, θα σκέφτεσαι εμένα, τον δικό σου ορισμό για το "σπίτι"
Και ίσως να μπορώ τότε να σε διακόψω και να πω ότι..
Είσαι ο μοναδικός
Που θα μπορούσα ποτέ να αποκαλώ "σπίτι".
Copyright © 2024 Christine Aggeli. All rights reserved.
7 notes · View notes
tromokraths · 2 years ago
Text
Σου λέει " Σαγαπω αλλά..." ενώ κάποτε η Πολυδούρη έγραψε "Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα,μόνο γιαυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολανοιχτο κι έχω ένα ρίγος στη ψυχή μου ακόμα, μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου."
147 notes · View notes
justforbooks · 5 months ago
Text
Tumblr media
«Θα προσπαθήσω να κοιμηθώ καμιά ωρίτσα, αλλά κι αν δεν κοιμηθώ δεν χάλασε κι ο κόσμος. Με τη θανατερή τοξικότητα της φαντασίας μου, θ’ αρχίσω να ονειρεύομαι ξύπνιος τα όνειρα που θέλω. Άραγε πέρασε ποτέ απ’ το μυαλό της αγαπητής μου θυγατέρας πως ο πατέρας της δεν είναι παρά ένας δειλός φυγάς της δυσάρεστης πραγματικότητας, που αυτοχασισώνεται σαν δερβίσης τις ώρες που γράφει κι όχι μόνο τότε; Δυστυχώς, όμως, δεν υπάρχει κατανόηση. Μοναξιά. Απέραντη μοναξιά…»
Για να μπει κανείς στο κεφάλι του Καραγάτση, να του δώσει φωνή και να εκθέσει σε κοινή θέα την εκρηκτική ιδιοσυγκρασία του και τον κυκλοθυμικό του χαρακτήρα, δεν απαιτείται μόνο τόλμη, βέβαια, αλλά και αφηγηματικό ταλέντο. Το πιθανότερο είναι πως ο συγγραφέας του «Γιούγκερμαν» –ο κατά κόσμον Δημήτρης Ροδόπουλος– πίστευε ότι η αγαπημένη του θυγατέρα στερούνταν και τα δύο. Έστω και κατόπιν εορτής, όμως, εκείνη τον διέψευσε.
Πέρα από εξαιρετική διαχειρίστρια των πνευματικών δικαιωμάτων του, η Μαρίνα Καραγάτση, που πέθανε σήμερα στα 88 της, στάθηκε ικανή ν’ αναπλάσει πειστικά τα βιώματα και τους κρυφούς συλλογισμούς του πατέρα της, τοποθετώντας τον ως ήρωα στο οικογενειακό τους σύμπαν, σ’ ένα βιβλίο που μοιάζει με σπονδυλωτό μυθιστόρημα αλλά δεν παύει να είναι σπαρταριστή και από πρώτο χέρι μαρτυρία.
Το «Ευχαριστημένο ή Οι δικοί μου άνθρωποι» (Άγρα, 2008) αποτελείται από τρεις παράλληλους μονολόγους κι ένα θεατρικό μονόπρακτο, ανάμεσα στα οποία μεσολαβούν σχεδόν πέντε δεκαετίες. Στους μονολόγους δίνεται κατά σειρά βήμα στον Καραγάτση, στην ίδια τη Μαρίνα που μιλάει κυρίως για τη Λασκαρώ, την υπηρέτρια του σπιτιού, και στη γιαγιά Μίνα, την αρχόντισσα πεθερά του συγγραφέα, κι όλοι τους εκφέρονται μια ανοιξιάτικη μέρα του 1950.
Όσο για το μονόπρακτο, αυτό εκτυλίσσεται την άνοιξη του 2006 στον παράδεισο, έναν παράδεισο ολόιδιο με το «αυλιδάκι» του σπιτιού της γιαγιάς στην Άνδρο. Εκεί, όπου τα πεθαμένα μέλη της οικογένειας, συμφιλιωμένα, αναπολούν το παρελθόν και σχολιάζουν την απόφαση της Μαρίνας να γράψει βιβλίο για κείνους, λίγο πριν έρθει στη συντροφιά τους και η ίδια.
Χάρη στον σύντομο μονόλογο που αναλογεί στον Καραγάτση, γινόμαστε μάρτυρες της καθημερινότητας που βίωνε η έφηβη τότε κόρη του και η στωική σύζυγός του, η ζωγράφος Νίκη Καραγάτση, αντιμέτωπες με τις αϋπνίες που τον ταλάνιζαν, τα τεντωμένα νεύρα του, τα σεξουαλικά του παραστρατήματα και την υπεροψία που του έδινε ο δημιουργικός του οίστρος.
Ο Καραγάτσης που ζωντανεύει εδώ, είναι πολύ εκνευρισμένος. Έχει αρχίσει να μπαφιάζει με τα τσαλίμια της «κυρίας Γιώτας» με την οποία διατηρεί δεσμό κοντά έξι χρόνια, η «παθητική αντίσταση» της γυναίκας του από τη διπλανή κρεβατοκάμαρα κάθε άλλο παρά τον ανακουφίζει, κι η υποψία ότι η κόρη του τον έχει δει να κουτουπώνει βιαστικά τη Λασκαρώ, όσο να ΄ναι τον αναστατώνει.
«Μυστήριο αυτό το κορίτσι», λέει για τη Μαρίνα. «Είναι σοβαρή, είναι του καθήκοντος, αλλά της λείπει ο ενθουσιασμός, η φαντασία… Πίσω από το απλανές βλέμμα διακρίνει κανείς την απουσία κάθε αισθήματος. Μια νέκρα, μια παγωμάρα…».
Οι «μελιστάλαχτες ηθογραφικές περιγραφές» των σχολικών της εκθέσεων τον κάνουν έξαλλο με την αφέλειά τους. Το ίδιο και ο θαυμασμός της για τον «επαρχιώτη, ψιλοαριστερό δασκαλάκο» που έφερε στο σπίτι τις προάλλες, ανύποπτη για τη μεταχείριση που θα του επιφυλασσόταν.
Ανακαλώντας όμως τις μέρες των Δεκεμβριανών, αυτός που ούτε αριστερός ούτε δεξιός δήλωνε –«εγώ είμαι ένας καλλιτέχνης»– ζώνεται από τύψεις για το ότι άφησε τα θηλυκά της οικογένειας να διακινδυνεύουν στους δρόμους για να φέρουν φαγώσιμα. Κι η ανάμνηση της μακαρίτισσας αδελφής του Ροδόπης, του στοιχειώνει το μυαλό, καθώς φοβάται μήπως και τα δικά του νεύρα τον οδηγήσουν στη μελαγχολία και την παραίτηση.
Μια αποκαλυπτική εικόνα για την ατμόσφαιρα που επικρατούσε στο σπιτικό των Ροδόπουλων τα πρώτα μετακατοχικά χρόνια είχε δώσει κι ο Μένης Κουμανταρέας στο διήγημά του «Οδός Σπάρτης 14» από τη συλλογή «Η μέρα για τα γραπτά κι η νύχτα για το σώμα» (Κέδρος, 1999). Υλικό είχε αντλήσει από τη μαρτυρία μιας παλιάς δασκάλας της Μαρίνας, η οποία αδυνατούσε να διαχειριστεί το σοκ που είχε δεχτεί βλέποντας από κοντά την ανθρώπινη, τυραννική σχεδόν για τους οικείους του, πλευρά του συγγραφέα.
Ανάλογο τράνταγμα περιμένει και τον αναγνώστη του «Ευχαριστημένου», στο μέτρο τουλάχιστον που αυταπατάται ότι οι πνευματικοί άνθρωποι διαφέρουν από τους κοινούς θνητούς και ζουν αμόλυντοι από αδυναμίες και πάθη, μέσα σε γυάλινους πύργους.
Ωστόσο, το «Ευχαριστημένο» είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα πορτρέτο του πιο ερωτικού και του πιο πολυδιαβασμένου συγγραφέα της Γενιάς του ΄30 που έφερε σε αμηχανία τους καθωσπρέπει λογίους της εποχής του. Ένα σημαντικό μέρος του βιβλίου, άλλωστε, είναι αφιερωμένο στη Λασκαρώ: τη γυναίκα που ανάθρεψε τη Μαρίνα λειτουργώντας πάντα σαν αποκούμπι της, εκείνη που την αποκαλούσε «ευχαριστημένο», αυτήν που της πρόσφερε την αγάπη που λογικά θα καρπώνονταν τα δικά της παιδιά, αν η ζωή τής είχε φερθεί πιο γενναιόδωρα. Στην ανδριώτισσα Λασκαρώ, που στάλθηκε στα δεκαετρία της ως δουλικό στην Αλεξάνδρεια, επέστρεψε στο νησί βιασμένη, παντρεύτηκε με το ζόρι έναν μισότυφλο μεσήλικα κάνοντας μαζί του δυο γιούς, και κάποια στιγμή, απηυδισμένη από τα ξυλοφορτώματα του άντρα της, «φυγαδεύτηκε» στους Ροδόπουλους στην Αθήνα, την πόλη όπου εγκλωβίστηκε μέχρι να πεθάνει εγκαταλελειμμένη απ’ όλους σε νοσοκομείο, μόνη σαν το σκυλί.
Φτάνοντας στην καρδιά του «Ευχαρι��τημένου», η σκυτάλη της αφήγησης περνά στη γιαγιά Μίνα, κι εμείς, από την πλατεία Αγάμων όπως λεγόταν η πλατεία Αμερικής παλιότερα, μεταφερόμαστε στην Άνδρο, στα ενδότερα ενός μεγάλου εφοπλιστικού σογιού από το οποίο καταγόταν η Νίκη Καραγάτση. Σ’ έναν κόσμο στραμμένο προς τη Δύση, με πνευματικές ανησυχίες και άφθονο χρήμα, και ταυτόχρονα, έναν κόσμο βουτηγμένο στη μεγαλοαστική υποκρισία, γεμάτο ανοιχτές πληγές.
Δεκάδες πρόσωπα παρελαύνουν τώρα μπροστά μας. Πανίσχυροί ή αδέξιοι καπεταναίοι, αρχόντισσες δυναμικές αλλά στεγνές, Γαλλίδες γκουβερνάντες και δουλικά, άλλοι σφηνωμένοι στον κορσέ της κοινωνικής τους τάξης κι άλλοι έτοιμοι να τα τινάξουν όλα στον αέρα για ν’ ακολουθήσουν τον δρόμο των ενστίκτων ή της καρδιάς.
Η Μαρίνα Καραγάτση σκαλίζει οικογενειακές έριδες και μυστικά, δείχνει πώς φτιάχνονταν και πώς εξανεμίζονταν περιουσίες, ρίχνει φως στον μελαγχολικό ψυχισμό της μητέρας της αναδεικνύοντας και την καθαρή της ματιά, και, φυσικά, δεν παραλείπει να δει τον «ομορφονιό» μπαμπά της, το «Χόλιγουντ» όπως τον αποκαλούσε κι ο δικός του αυταρχικός πατέρας, με τα γυαλιά της Μίνας, της αυστηρής πεθεράς του:
«Ο γαμπρός μου -είναι κωμικοτραγικόν αλλά αυτή είναι η πραγματικότης- πιστεύει ακραδάντως ότι διαθέτει εξαιρετικά επιχειρηματικά προσόντα και ότι αν του εδίδετο η ευκαιρία θα ημπορούσε να γίνει μέγας εφοπλιστής… Προ μηνών που έλεγε ότι σκοπεύει να γράψει ένα μυθιστόρημα όπου ο ήρως είναι μέγας συγγραφεύς -έχει πάρει και το βραβείο Νομπέλ- είναι και μεγαλοβιομήχανος, είναι και μεγαλοεφοπλιστής. "Μπράβο Δημητράκη μου, πολύ ωραία η ιδέα σου" του είπα εγώ. Ας βγάλει κι αυτός ο κακομοίρης το άχτι του στα βιβλία, μήπως και ηρεμήσει, και μας αφήσει και εμάς λιγάκι στην ησυχία μας»…
Μισό αιώνα αργότερα, στο παραδεισένιο αυλιδάκι, οι ήρωες της Καραγάτση αστειεύονται, πειράζουν ο ένας τον άλλο τρυφερά, ζυγίζουν ακριβοδίκαια τα όσα τους ένωναν ή τους χώριζαν εν ζωή, προβαίνουν σε εξομολογήσεις. «Πράγματι, και καβγαδίζαμε και στενοχωρούσαμε ο ένας τον άλλο» λέει ο Καραγάτσης στη Νίκη. «Ναι. Ήμουν δύστροπος, στραβοκέφαλος, ανοικονόμητος, ανυπόφορος. Όχι όμως ψεύτης και κάλπης. Αυτό τουλάχιστον πρέπει να το παραδεχτείς…».
🔔 Η Μαρίνα Καραγάτση, κόρη του συγγραφέα Μ. Καραγάτση και της ζωγράφου Νίκης Καραγάτση, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1936. Σπούδασε ιστορία και αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ασχολήθηκε κυρίως με τη λαϊκή λιθογλυπτική της Άνδρου ("Λίθινες εικόνες της Άνδρου", 1990, "Μαρμάρινα τέμπλα στην Άνδρο τον 19ο αιώνα", 1993, "Κτητορικές πλάκες της Άνδρου", 1996). Έχει έναν γιό, τον ηθοποιό Δημήτρη Τάρλοου.
Το θέατρο Πορεία την αποχαιρέτησε με εξόχως συγκινητικό τρόπο, γράφοντας:
«Τώρα που τελείωσα το γράψιμο θα πάω μια στιγμή να πλύνω τα χέρια μου κι έπειτα έρχομαι αμέσως. Να με περιμένετε. Δεν θα αργήσω.» Μαρίνα
“Με μεγάλη θλίψη αποχαιρετούμε την πολυαγαπημένη μας μητέρα, γιαγιά, φίλη, συνεργάτιδα, Μαρίνα Καραγάτση. Η Μαρίνα των στίχων του Οδυσσέα Ελύτη, το ανέμελο κορίτσι με τα μελαγχολικά μάτια στις φωτογραφίες του Ανδρέα Εμπειρίκου, το «Ευχαριστημένο» της Άνδρου, που μεγάλωσε στη σκιά του Μ. Καραγάτση, η γυναίκα που έζησε ελεύθερα τη ζωή της, έφυγε σήμερα το πρωί έχοντας στο πλάι της τις τελευταίες ημέρες της όλη την οικογένειά της. Η Μαρίνα άφηνε ανεξίτηλη την παρουσία της σε κάθε ομήγυρη με τις πολύτιμες γνώσεις της, τις γλαφυρές διηγήσεις της, το διαπεραστικό βλέμμα της, τον απερίφραστο σχολιασμό της, την αδιαπραγμάτευτη στάση της. Από σήμερα η Μαρίνα θα αναπαύεται στο «αυλιδάκι» του ουρανού, εκεί που την περιμένουν οι γονείς, η γιαγιά της και η λατρεμένη της Λασκαρώ. Αντίο Μαρίνα.
Daily inspiration. Discover more photos at Just for Books…?
6 notes · View notes
christostsantis · 1 year ago
Text
Μιχάλης Τζανάκης - Μια νύχτα μόνο
Tumblr media
View On WordPress
0 notes
kavlorapano-stories · 5 months ago
Text
Εξομολογήσεις ΙΙΙ
Εμείς, παιδί μου, τότε δεν τα είχαμε αυτά. Δηλαδή, τα είχαμε αλλά όχι όπως είναι σήμερα. Τότε ήσασταν όλοι σας δακτυλοδεικτούμενοι. Είχαμε έναν στη γειτονιά, τον Πανούλη. Έμενε σ' ένα χαμόσπιτο που μετά τη δικτατορία γκρεμίστηκε για να περνάει ο δρόμος, που τότε ήταν ποτάμι. Στη δική του όχθη, έμενε μόνο εκείνος και η κατάκοιτη μάνα του, δεν υπήρχαν άλλα σπίτια. Όλοι οι υπόλοιποι μέναμε απέναντι. Μπορούσες να περάσεις το ποτάμι, αλλά γινόσουν χάλια. Βρεχόσουν.
Να μη στα πολυλογώ, εγώ τότε με τον παππού σου μέναμε σε μια μονοκατοικία. Δεν είχαμε κάνει ακόμα τη μάνα σου. Ο παππούς σου δούλευε σε βυρσοδεψείο, κάθε μέρα πήγαινε στον Πειραιά με τα πόδια. Άσε, παιδάκι μου. Αυτό το παλικάρι το ψηλό, το λιανό, που όλες το ζήλευαν στη γειτονιά, το κατέτρωγε το μεροκάματο. Το τι είχε τραβήξει αυτός ο άνθρωπος στη ζωή του το ξέρεις. Για να χτίσουμε το σπίτι, για να μεγαλώσουμε τη μάνα σας, άσε. Γυρνούσε το βράδυ και ήταν κατάκοπος. Του έβγαζα να φάει στην αυλή μας και δεν μιλούσε. Έτρωγε και μετά καθόμουν και του τραγουδούσα μέχρι που γλάρωνε και πήγαινε να κοιμηθεί. Ε, καμιά φορά, με κατάφερνε κι εμένα, αλλά εγώ πού όρεξη; Να πηγαίνω τηλεφωνήτρια στο νοσοκομείο το πρωί, στο αναψυκτήριο το απόγευμα, να γυρνάω να κάνω τη λάτρα, όρεξη είχα για κρεβατώματα θε μου σχώραμε;
Αλλά ήταν και μέρες που, παρά την κούραση, γυρνούσε ανήσυχος. Το έβλεπα στο μάτι του, ήταν αλλιώς. Γυάλιζε, δεν έβλεπες κούραση, σα να έψαχνε διαρκώς κάτι που δεν έβλεπε αλλά ήξερε ότι ήταν εκεί, ότι υπήρχε. Στην αρχή, δεν είχα καταλάβει τίποτα, στ' ορκίζομαι. Αλλά μετά, άρχισε να ξεπορτίζει κάποιες φορές μέσα στη νύχτα. 8 το βράδυ ήταν νύχτα, τότε. Δεν βγαίναμε ποτέ. Είχαμε συνηθίσει κι από τον πόλεμο, βλέπεις. Κι εκείνος ντυνόταν με το καλό του παντελόνι, φορούσε και το καπέλο του το οποίο έβανε μόνο σε γιορτές και επισκέψεις και έβγαινε. Έκανα να δω για που τραβούσε, αλλά τότε το σκοτάδι ήταν πήχτρα, δεν έβλεπες τίποτα στο ένα μέτρο. Μόνο το ποτάμι που ακουγόταν καμιά φορά και οι βατράχοι.
Δεν αργούσε. Το πολύ καμιά ώρα. Κι ερχόταν πάντα αμίλητος και δεν με κοίταζε στα μάτια. Δεν ήθελε να με βλέπει. Το καταλάβαινα και κρυβόμουν στην κουζίνα, δήθεν ότι μαγειρεύω για αύριο. Κι όποτε γδυνόταν εκείνες τις μέρες, τα πατζάκια του ήταν μούσκεμα. Μου είχε κάνει εντύπωση αυτό, αλλά δεν το είχα συνδυάσει. Μα να μπαίνει στο ποτάμι βραδιάτικα; Γιατί; Δεν καταλάβαινα τίποτα, το όρνιο.
Έτσι πέρασαν κανα δυο χρόνια. Τίποτα δεν άλλαζε. Η γειτονιά όλο και ρήμαζε, οι άνθρωποι λιώναμε στη δουλειά, μόνο η μάνα του Πανούλη που πέθανε. Δεν μας το είπε κανείς, απλά είδαμε να την παίρνουν με φορείο πίσω απ' τις κουρτίνες μας. Δεν τους μιλούσαμε, βλέπεις. Δεν είχαμε σχέσεις μαζί τους. Ο Πανούλης δεν κρυβόταν, έκανε μπαμ. Και κουνιόταν και μιλούσε σα γυναίκα και έκανε όλες τις δουλειές του σπιτιού. Βέβαια, φρόντιζε τη μάνα του, αυτό του το αναγνωρίζαμε όλες, αλλά ρε παιδάκι μου, άντρας πράμα να φέρνει διάφορους μέσα στο σπίτι. Φοβόμασταν για φασαρίες, τότε. Δεν θέλαμε τέτοια δίπλα στα τίμια σπίτια μας.
Αλλά σου είπα ότι η μάνα του Πανούλη πέθανε. Κι εκείνος δεν είχε άλλο τρόπο να μείνει στη γειτονιά. Ζούσε από τη σύνταξη του πατέρα του, αλλά αφού πέθανε η μάνα πάει κι η σύνταξη. Γιατί να του την έδιναν; Ως άπορη θυγατέρα; Με συγχωρείς που μιλάω έτσι παιδάκι μου αλλά τότε τέτοια αστεία κάναμε μεταξύ μας οι νοικοκυρές. Οπότε, μάθαμε ότι ο Πανούλης θα άφηνε το σπίτι και θα πήγαινε να γηροκομήσει μια θειά του στο Γύθειο. Μέσα σε τρεις μέρες τα είχε μαζέψει όλα και έβαλε ενοικιαστήριο. Επίσης, μια μέρα σηκωθήκαμε και βρήκαμε από μια γλάστρα του σε κάθε σπίτι στη γειτονιά. Δεν ήθελε να πεθάνουν τα φυτά του και μας τα μοίρασε έτσι, μυστικά. Εμάς μας έτυχε ένα γεράνι κόκκινο που το είχα μέχρι που ήσουν δέκα χρονώ, μετά το μάδησες και το' σπασες, ακούς τι ήσουν; Τέλος πάντων.
Και την επόμενη, εκεί κατά τη δύση, καθόμασταν με τον παππού σου στην αυλή και βλέπουμε κάτι να κινείται στο ποτάμι. Ήταν ο Πανούλης μ' ένα δισάκι στον ώμο. Περπατούσε για πρώτη φορά αγέρωχος, κοιτώντας κατα πάνω το σπίτι μας. Τι γύρευε να έρχεται προς εμάς; Προς το σπίτι το δικό μας; Κοιτάω τον παππού σου με ανησυχία. Εκείνος τον κοίταζε αμίλητος. Μετά από λίγο, καταλαβαίνει ότι έχω τρεμουλιάσει και σηκώνεται απ' την καρέκλα του, σωστό βουνό και πλησιάζει την εξώπορτα. Ο Πανούλης μόλις που είχε φτάσει απ' έξω. Και σταμάτησε.
Δεν είπαν τίποτα. Απλά κοιτάχτηκαν για λίγο και μετά ο Πανούλης κίνησε προς τα ΚΤΕΛ. Ο παππούς σου έμεινε εκεί για λίγο και κοιτούσε το ποτάμι και το χαμόσπιτο απέναντι. Μετά ήρθε μαζί μου και κάθισε.
Ε, μετά δεν άλλαξε τίποτα. Ο παππούς σου δεν ξαναξεπόρτισε. Μετά κάναμε και τη μάνα σας και τα λοιπά. Απλά, ο παππούς σου άρχισε να ασχολείται με τον κήπο και τον γέμισε με κόκκινα γεράνια. Τότε, να σου πω, κάτι κατάλαβα αλλά δεν ήμουν και σίγουρη. Και γενικά, παιδάκι μου, τότε δεν τα έλεγες αυτά τα πράματα και μάλιστα για τον άντρα σου. Αφού ήταν καλός μαζί μας, και δούλευε και μας τάιζε και μας αγαπούσε και δεν είχε καταλάβει η γειτονιά, εμένα τι με ένοιαζε τι έκανε ο παππούς σου;
Αλλά πες μου τώρα εσύ, παιδάκι μου, που είσαι από κείνους, μετά απ' αυτά που σου είπα, τι λες; Κατάλαβες κι εσύ αυτό που κατάλαβα;
5 notes · View notes
kaliarda · 2 months ago
Text
Tumblr media Tumblr media Tumblr media
«Η ώρα ήρθε για τα απανταχού κορίτσια απ' την Πετρούπολη να καταλάβουν το floor με ύφος πολλών καρδιναλίων και μεγάλο τουπέ και για όλους τους κάγκουρες που είναι θαμμένοι μέσα βαθεία να βγουν προς τα έξω και να μας δείξουν πώς το κάνουνε στα Δυτικά--για μια νύχτα μόνο!
Το function διοργανώνεται απ' όλο το House of Kareola που, στην πλειοψηφία του απαρτίζεται απο κορίτσια απ' τα Δυτικά, και προς τιμήν αλλά και υποστήριξη του gofund της απόλυτης Λιοσιότισσας, της ορίτζιναλ καγκούρισσας του ballroom, που λατρεύει να καβαλάει μηχανές και μηχανόβιους, της κάθε-βράδυ-μόνη-βγαίνει-Σφαίρα-και-Κοντρόλ-πηγαίνει-Luxury Kareola ♥
Mετά και πριν το function θα έχουμε dj sets, performers, shows αλλά ΚΥΡΙΩΣ θα έχουμε περηφάνια εδώ εμείς και λόγο τιμής.»
6 notes · View notes
theserialkiller3 · 6 months ago
Text
Άλλη μια νύχτα δεν αρκεί και θα μου λείπεις γάμησε τα ναι έχω πιει
Αυτές τις περίεργες ώρες
Που δεν θέλω κανέναν
Μόνο εσένα
//
3 notes · View notes
meyvall · 1 year ago
Text
Tumblr media
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα
γι’ αυτό η ζωή μου εδόθη.
Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
μένα η ζωή πληρώθη.
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα.
Μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου
μου χάρισε η αυγή ρόδα στα χέρια.
Για να φωτίσω μια στιγμή το δρόμο σου
μου γέμισε τα μάτια η ��ύχτα αστέρια,
μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου.
21 notes · View notes
h-xwra-twn-grammatwn · 1 year ago
Text
Έτσι είναι η αγάπη χωρίς τον έρωτα? Μια ηρεμία, μια χαρά, μια προσμονή? Αυτό είναι το συναίσθημα που ζει στην αιωνιότητα? Έτσι επιβιώνει? "Το μεταξύ μας είναι διαφορετικό, πάντα θα είναι" και ξέρεις κάτι "ποτέ δε κατάλαβα γιατί νιώθω αυτή την έλξη δίπλα σου, θα φύγει ποτέ?" Να που γράφω πάλι για μας, αλλά αυτή τη φορά αλλιώς Χωρίς ταχυκαρδία, χωρίς κλάματα, χωρίς ερωτηματικά για εμάς -ειρωνεία- Ο άνθρωπος που πόθησα όσο κανέναν και τίποτα, τώρα στέκεται μπροστά μου χωρίς να υποφέρω Δε λιώνω για αυτόν, ούτε τον απεχθάνομαι Και είναι περίεργο αν σκεφτείς το τόσο παρελθόν "Πάντα πίσω γυρνούσα και πάντα εκεί σε έβρισκα" Αναρωτήθηκες ποτέ τι είμαστε? Μπα αφού δε βγαίνει κάπου είπες Το μόνο που διψούσα? Μια αγκαλιά 3 4 5 πήρα, αγνές σα τις πρώτες Και τόσο οικείες όπως όλες Αφού ήταν οι δικές μας Ίσως οι τελευταίες κοινές στιγμές μας "Πως νιώθεις..." ρώτησες "πως νιώθεις αν δε ξαναβρεθούμε" Είμαι ήρεμη,γεμάτη αγάπη και χαρά Είμαι εντάξει με αυτό, Είμαι εντάξει γιατί σου είπα όλα όσα είχα ανάγκη να πω Ένα φιλί δειλό στα μούσια Και ένα χάδι ποιητικό σα μούσα Απαλό, σίγουρο, γνώριμο και έντονο Στιγμές που γράφουν μέσα μας, πάντα μένουν για κάποιο λόγο Κάτι μας δίνουν -(πόνο) -κάτι μας παίρνουν μόνο Ευχαριστώ που με άκουσες Ευχαριστώ που απάντησες σε όσα ήθελα τόσο καιρό  Ευχαριστώ που με άγγιξες με σεβασμό Που με ένιωσες πάνω σου με δισταγμό και τόλμη Το χέρι σου στη μέση μου, λες για ένα χορό ακόμη Πόσοι οι δρόμοι που διασχίσαμε και πόσοι χρόνοι πέρασαν από πάνω μας ή και μέσα μας Εμείς εδώ μα όχι ίδιοι Και αυτή η μαγεία με διεγείρει Η τελευταία νύχτα ας είναι αυτή λοιπόν Με το τελευταίο μας τσιγάρο καθισμένοι πάνω στο παράθυρο Μια άτυπη συμφωνία Στη δουλειά γνωστοί άγνωστοι, μα χωρίς θυμό Μόνο θαυμασμό προς τη ψυχή σου πλέον Αυτή η λύτρωση που αποζητούσα σε κάθε τι νέο
21 notes · View notes