#μονο χαρτι
Explore tagged Tumblr posts
hlektras-world · 11 months ago
Text
Μπορεί κάποιος να μου αντιγράψει την εργασία σε word. Κάνω ότι χάρη θελειιι 🫠
4 notes · View notes
anenthusiasticteen · 8 months ago
Text
Tumblr media
Μου ειπες να γραψω για εμας
Σου απαντησα πως εχω πολλα να πω
Και τωρα πανω απο ενα χαρτι και δεν εχω να γραψω τίποτα
Γιατι δεν εχω να γραψω τιποτα?
Και τοτε θυμηθηκα
Γραφω μονο οταν ειμαι στις μαυρες μου
Γραφω οταν χανομαι στον εαυτο μου
Γραφω οταν πεφτουν οι τοιχοι να με πλακωσουν και οι σκεψεις να με φανε
Αλλα για εμας δεν εχω γραψω και πολλα
Γιατι εμεις ειμαστε οι καλες μου
Εμεις ειμαστε ο λογος που ξανα βρισκω τον εαυτο μου
Εμεις ειμαστε ο λογος που εχω δυναμη και οι τοιχοι δεν με εχουν συνθλίψει κι οι σκεψεις δεν με εχουν κατασπαραξει
Εμεις ειμαστε ο λογος που δεν φοβαμαι πια το σκοταδι
Εμεις ειμαστε ο λογος που δεν χρειαζεται πια να γραφω τοσο συχνα
78 notes · View notes
xehasmenesithakes · 4 months ago
Text
Νιωθω το αιμα μου να ρεει στις φλεβες,τους κροταφους μου να παλλονται σε μια μουσικη που τα αυτια μου δεν μπορουν να ακουσουν.Θελω να σπαραξω,θελω να μοιραστω αυτη την ενοχικη παραδοχη πως φοβαμαι.
Μια ξαφνικη αρνητικη τροπη..μηπως αυτη ειναι η τελευταια μου ανασα ή πως εκει στο τελος του δρομου καραδοκει το τελος του κοσμου.Αλλα δυσκολα βρισκω τις λεξεις να το θεσω.Δεν ξερω πως να νιωσω.Οι παιδικες μου φαντασιωσεις φταναν ως εδω.Και να μαι με ενα χαρτι στα χερια για να σκισω και ενα καδρο να κανω γραβατα στο λαιμο μου.Και μια γραβατα που θα γινει λουρι και μαστιγιο και σχοινι και θηλια.Φοβαμαι!άλλοτε τον εαυτο μου αλλοτε για τον εαυτο μου.Ντυμενος στα μαυρα,πενθω το λευκο,την αθωότητα που εχει στραγγιξει απο μεσα μου.Θυσια στο μονο θεο.Θυσια στο χρονο.Που μου φερεται οπως ο θυτης στο θυραμα.Αλλα ετσι ειναι , ειμαι πεπεισμενος πια..ζεις και πεθαινεις συγχρονως,οτι και αν λενε..Και οσο ζεις πεθαινεις… και οσο πεθαινεις,ζεις.Και εχω τοσες ερμηνειες καλες και κακες να σου δωσω,μα τι και αν μια μερα βρεξει και την αλλη φωτισει,ο ουρανος παντα ο ιδιος θα ειναι και νομιζω πως καπως ετσι παει και εδω.
Τυλιγομαι στα σεντονια μου,λευκες σελιδες που δε μπορω να γεμισω πια.Μια νεα δειψα νιωθω στο λαιμο μου,μια δειψα για ελεγχο.Ειναι αρκετη για να με σηκωσει απο το κρεβατι..Αδαμαστη ειναι αρκετη για να βαλει φωτια σε ολο το κοσμο…και το νιωθω.Νιωθω τον κοσμο να καιγεται το μυριζω,το γευομαι.
Αφαιρουμαι ξεχνιεμαι αλλα η αισθηση αυτη υπαρχει παντα.Ισως αυτο φοβαμαι.
5 notes · View notes
ewsforos · 2 years ago
Text
NOCTURNE 9 2
Μια νυχτα,
Ασπροι τοιχοι, λεπτοι, σαν απο χαρτι φτιαγμενοι,
Ασφαλιζουν μεσα τους μια μελωδια
Να δυο πληκτρα , να και αλλα τοσα
Το παραθυρο η μονη διεξοδος της νοτας
Και οπως φευγει, γυριζει πισω
Το αρωμα της γκριζας πολης φερνει μεσα
Μεσα στα ξυλινα δαπεδα του διαμερισματος
Ο γειτονας, καθεται στο μπαλκονι διπλα στην μελωδια
Μια συζητηση δικια τους, ενας ερωτας διχως υλη και αφη
Μονο συναισθημα και παθος που ξυπνα τον ακροβατη
Αφου στα καγκελα κρεμιεται και αναβει ενα τσιγαρο
Κοιτα το φεγγαρι, αποψε ειναι γεματο,
Γεματο σαν την καρδια του που σταζει στο πεζουλι,
Και οι περαστικοι εχουν ομπρελες γιατι βρεχει
Εκεινος γινεται μουσκεμα, τα ρουχα του λιωνουν στη βροχη,
Κολλανε πανω του , γινονται ενα
Κι σαν σφουγγαρι, απορροφά νερο και ηχους
Ηχους, κοντ��νους, μελωδιες και κειμενα
Ηχους, γραμμες και ηχοκυμματα
Μια θαλασσα φουρτουνιασμένη με μηνυματα
Μα εξω βρεχει
Και οι ανρθωποι εχουν ομπρελες.
5 notes · View notes
8essalonikh · 4 months ago
Text
σαγαπαω τοσο πολυ σε σκεφτομαι τοσο πολυ που νομιζω σε ματιαξα μονο και μονο η σκεψη σου με κανει να νιωθω ασφαλης, να νιωθω ευχαριστηση. αποχαιρετιστηκαμε προχθες και μου λειπεις ηδη. μακαρι να ημουν μαζι σου τωρα. με παιρνεις τηλεφωνο και κατευθειαν νιωθω καλυτερα, η μοναξιά μου εξαφανιζεται. σαγαπαω. δεν θελω να σε χασω. του χρονου θα ερθω και εγω στο φεστιβαλ. απλα ελπιζω να ��ιμαστε μαζι και να ειμαστε καλα και να αγαπιομαστε οπως τωρα. μυριζω το χαρτι που ψεκασα τη κολονια σου πριν φυγουμε απο τις εστιες. η μυρωδια εχει ηδη αρχιζει να φευγει. αλλα θελω να την εχω για παντα. σαγαπω. ελπιζω να σε δω την επομενη βδομαδα, να ερθεις να παμε θαλασσα και να κοιμηθεις σπιτι μου και να δεις τις μωρουδιακες φωτογραφιες. θελω απλα να ξαναδω τα ματια σου να λαμπουν, να ακουσω το γελιο σου. αγαπη μου
0 notes
ilion013 · 1 year ago
Text
Νυχτες που ξυπνησα, τη διψα μου ξεδιψασα, πλησιασα τα απλησιαστα, μπροστα τα βηματα μα πισω κοιταγα και πηγαινα πλατεια.
Ωρα 10:30 το βραδυ εννια τα θυματα στη πιατσα, 40 κυμ��τα οσα φυγαν αστα βραστα, ριχτα, πιαστα, κοιτα πιο καλα.
Οι αναμυξεις κανανε τα ματια μου θολα, με βρηκαν απο τα σκυλια και τα γαβγισματα λιγο πριν να χαθω ξανα, τι να νιωθα αφου παγωνα, τα χειλη δαγκωνα και ματωνα, ξύπνησα στο πατωμα και ανασα δυσκολα επαιρνα, μου καναν χωρο, δεν εβλεπα μα ακουγα το περιπολικο και πισω εγω στο ασθενοφορο, πως γιναν ολα δεν θυμαμαι, θυμαμαι μονο μιλια να φορτωνω και ολα οσα ηθελα μακρια μου να τα σπρωχνω, κανενας διπλα μου στο τελος παντα μονος, εσφαλα ανεπανορ��ωτα και ξενερωνω, με το χρονο δεν τα πηγαινα καλα. Απο μικρος καθε φορα που κοιταζα ψηλα συννεφιαζε ο ουρανος και οταν σπάνια μου φωτιζε ημουν στο σπιτι μεσα. Την ανασα γεμιζε ο καπνός, του υπογειου μορφη, χαρτι, στυλος, να γραψω ο,τι αισθανομαι κ αισθανομαι κενος, διπλα σου μονο βρισκω ελπιδα, πως να την βγαλω καθαρος και απλως υπηρξα ευαλωτος κ ο καιρος αυτος γοητευτηκα αισχρος, κ αυτος ο γαμημενος πειρασμος, μου ανεβαίνει πυρετος, γυρνωντας στα στενα χαμενος, καχυποπτος και ψιλιασμενος, αρχη και τελος , το ζησαμε ταυτόχρονα στο ιδιο μερος, να μαι εκει καβατζωμενος απ τα βλεμματα, μην με κοιταξει ξενος, το βαλα πεισμα μην αφησω το διαολο να βγει κερδισμενος, να ζω για παντα μαζι σου ερωτευμενος.. 013
1 note · View note
psychotiko-epeisodio · 3 years ago
Text
Δεν ξερω γιατι καθε φορα που πιανω το στυλο μου ‘ρχεται να γραψω για εσενα.Αλλωστε περασε αρκετος καιρος.Εχω αλλαξει,εχω προχωρησει παρακατω με εναν ανθρωπο που δεν σε θυμιζει στο ελαχιστο,μεγαλωσα,ωριμασα.
Γιατι ουτως η αλλως δεν ησουν και κατι.Γνωριστηκαμε σε μια περιοδο που ημασταν και οι δυο ευαλωτοι και προσπαθουσαμε να καλυψουμε τα κενα μας.Αυτη δεν ηταν η μεταξυ μας ιστορια;Ετσι δεν αποδειχθηκε στο τελος;
Δεν ξερω ποιος απτους δυο μας εφυγε,παντως κανεις δεν εμεινε πισω.Τα ‘φεραν ετσι οι συγκιριες;Δεν γνωριζω,αλλα εχω καιρο να σε δω και το ‘χουμε επιλεξει,οποτε δεν μπορω να το ριξω ουτε στην τυχη.
Ουτε ξερω τι προσδοκω σκαλιζοντας μια ιστορια με φανερα οριστικο τελος.Μια ιστορια που κουβαλαει αμετρητες προσπαθειες προσπαθοντας να αποδειξουμε το αντιθετο,κουβαλαει πολυ πονο,πολλα δακρυα,πολυ πατο.
Δεν θα διαφωνησω με την φωνη στο κεφαλι μου που μου λεει οτι η αγαπη ειναι αγαπη και μενει ακομα και αν φυγει ο ερωτας,το παθος,ακομα και αν για να προστατευτω ,χρειαζεται απο μονη μου να παρω αποσταση απο ‘σενα..
Αλλα αυτο που θελω πραγματικα να καταλαβω,ειναι «γιατι ακομη εσυ».Δεν μπορω να το εκφρασω αλλιως.Γιατι ακομη εισαι εσυ το μονο πραγμα που θελω να αποτυπωσω στο χαρτι;
Γιατι ανησυχω και φοβαμαι πως με κανεναν δεν θα κουμπωσω οπως κουμπωσα μαζι σου.
��αι στο κατω κατω μου απαντω το εξης.
Μπορει και να ‘σουν ο ανθρωπος μου.Το αλλο μου μισο που λενε.Κανεις δεν μου εγγυαται οτι αυτο σημαινει πως ειναι αδυνατο να χαθουν οι δρομοι μας.Πως θα ‘χει happy end.
Μου φτανει το κλακ που ενιωσα οταν σε γνωρισα.Μου φτανει που μου εμαθες πολλα και που ακομη κανοντας αναδρομη στο παρελθον σκεπτομενη καποιες στιγμες μαζι σου,δεν μπορω να ξεχασω το συναισθημα που μου ‘χες προκαλεσει και νιωθω το στομαχι μου να σφιγγεται.Τοσο δυνατο ηταν.
21 notes · View notes
taxidiarapsuxh · 3 years ago
Text
θελω να πω κατι μεσα απο τη καρδια μου.
Εχθες πηρα τα αποτελεσματα του Β2 στα γερμανικα το οποιο περασα με πολυ καλο βαθμο αν και δε διαβασα ιδιαιτερα. Τα γερμανικα δε μου αρεσαν ποτε τα εκανα περισσοτερο σαν αγκαρια για να μη γκρινιάζουν οι δικοι μου. Ωστόσο τα αγγλικα ηταν η αγαπημενη μου γλωσσα απο τοτε που με θυμαμαι. Αγγλικη μουσικη, αγγλικη λογοτεχνια, αγγλικές ταινιες με αγγλικούς υποτιτλους. Παρόλα αυτα παρόλη τη προσπαθεια και το διαβασμα περασα το προφισενσι του κεμπριτζ με το ζορι. Για 1 βαθμο το πηρα. Σημερα το πρωι μολις παρέλαβα τα αποτελεσματα δε μπορουσα να σταματησω να κλαιω για μια ωρα. Μετα ομως απο μια βολτα (και ενα διαγωνισμα ιστοριας στο φροντιστηριο) καταλαβα πως η ζωη ειναι πολλα περισσοτερα απο δυο πτυχια. Αμα δε μαρεσει θα παω να ξαναδωσω αργοτερα στη ζωη μου. Εκανα το κομματι μου και τη προσπαθεια μου και δεν ανταμείφθηκα οπως περιμενα. Δε πειραζει ομως η ζωη εχει και αδικίες. Αδικήθηκα στα αγγλικα αλλα ευνοήθηκα στα γερμανικα χωρις ιδιαίτερη προσπαθεια. Γιαυτο θελω πολυ παιδια της ηλικιας μου και οχι μονο, να σταματησουμε να αγχωνόμαστε για τα πτυχια και τις επιδόσεις γιατι μετα απο λιγο θα μας φαινονται τοσο μικρα και ασήμαντα ολα αυτα. Η ζωη ειναι ομορφη · ας μην αναλωνόμαστε σε δυο κομματια χαρτι με λιγο μελανι
17 notes · View notes
thebeardednightowl · 3 years ago
Photo
Tumblr media
Ο Πατέρας μου, Elias Witherow.
Τα παιδικα μου χρονια ηταν πολυ δυσκολα. Πολυ σκληρα.
Καθε μερα ηταν ο ιδιος αγωνας για επιβιωση. Πφφφ, οταν τα θυμαμαι... απορω πως τα καταφερα και ακομα ζω. Ειναι καποια πραγματα που κανενας δε πρεπει να ζησει. Καποια πραγματα που επιβαλλεται να μενουν θαμμενα στο παρελθον.
Αλλα να 'μαι. Ειμαι δω να σου πω για ολα αυτα. Το γιατι δε το ξερω... Ισως βγαζοντας τα επιτελους απο μεσα μου να μπορεσω να τα εξορκισω και να λυτρωθω. Θα 'ναι κει για παντα... Το ξερω... Θα περιμενουν και θα βγαινουν στις πιο μοναχικες... στις πιο μαυρες μου μερες... Τουλαχιστον μπορει... αν τα πω μερικες φορες, να πονουν ολο και λιγοτερο καθε φορα που θα ξαναγυρνουν...
Λοιπον, να σου πω καποια πραγματα για μενα πριν αρχισω...
Η μητερα μου πεθανε οταν εγω ημουν τριων. Μεχρι και σημερα δεν ειμαι σιγουρος τι ηταν αυτο που την σκοτωσε, αλλα νομιζω οτι ειχε να κανει με ναρκωτικα. Ημουν μοναχοπαιδι, και ετσι εμεινα εγω και ο πατερας μου, ο Νωντας. Δε την θυμαμαι την μαμα μου. Καθολου. Ουτε καν το προσωπο της. Δεν εχω δει ποτε φωτογραφια της, δεν μου χει πει ποτε καποιος μια ιστορια για αυτην, κατι.... Τιποτα. Το μονο που μου εχει πει ο πατερας μου για κεινη, ειναι οτι πεθανε οταν ημουν τριων.
Ο Πατερας μου ο Νωντας, ηταν πολυ σκληρος ανθρωπος. Εξουσιαστης κατ'επαγγλεμα, στην υπηρεσια της ελληνικης αστυνομιας. Ολη μερα σε περιπολιες και τραμπουκισμους με το σωμα, ενας ανθρωπος με τοσο βαθια συμπλεγματα... τοσο συσωρευμενο μισος για τα κοινα... το τελειο μαντροσκυλο του κρατικου αυταρχισμου. Και καθημερινα τον εβλεπα ελαχιστα.
Μεγαλωσα σε ενα μικρο δυαρι, προσπαθωντας να μαθαινω πως να φροντιζω τον εαυτο μου, σχεδον εντελως παραμελημενος. Επρεπε να βρισκω τροπους να καβατζωνω φαγητο, να πλενω το σωμα και τα ρουχα μου... να επιβιωνω οριακα σε καθημερινη βαση. Δε τολμουσα ποτε να βγω απο το σπιτι. Εμενα κλεισμενος στο δωματιο μου ή απλα περιφερομουν στο υπολοιπο βρωμικο σπιτι, ελπιζοντας να ειχε ξεχασει τιποτα φαγωσιμο καπου ο πατερας μου...
Σε κεινη τη φαση ηταν απλα αμελεια, τουλαχιστον συγκριτικα με την κακοποιηση που ακολουθησε. Δε με χτυπουσε ουτε μου φωναζε, απλα αγνοουσε πληρως την υπαρξη μου. Εφευγε για υπηρεσια και μετα γυρνουσε πολυ αργα, οι ελαχιστες λεξεις που εβγαιναν απο το στομα του οταν με εβλεπε να βρωμαν' αλκοολ πριν πεσει ξερος για υπνο.
Και δεν ειναι οτι ημουν και δυστυχισμενος. Αυτη ηταν η ζωη μου, αυτο ηξερα. Νομιζα οτι ετσι ζουσαν ολα τα παιδια. Τωρα που τα σκεφτομαι και τα φερνω παλι στο μυαλο μου, με πνιγει η θλιψη και η οργη... αλλα τοτε? Τοτε ετσι ηταν τα πραγματα... Αυτο θεωρουσα φυσιολογικο.
Ξερεις ομως... Οταν περνας τοσες ωρες, τοσες μερες... τοσους μηνες σχεδον ολομοναχος μεσα σε ενα δωματιο... Ε... τοτε γινονται πολυ περιεργα πραγματα στο κεφαλι σου...
Οταν ημουν 6, εφτιαξα το Σπυρο. Ο Σπυρος ηταν μεγαλυτερος απο μενα, τουλαχιστον δυο χρονια. Ηταν ο κο��λητος μου. Του μιλουσα συνεχεια, του τα λεγα ολα, γελουσαμε μαζι, κλαιγαμε μαζι... ολα. Ηταν το φανταστικο μου φιλαρακι. Ηταν μια προβολη της επιθυμιας μου να γινω πιο δυνατος, της ανυπομονησιας μου για αυτονομια, για δικες μου αποφασεις...
Και ο Σπυρος... σιχαινοταν τον πατερα μου.
Οταν ηταν σπιτι, προσπαθουσα να μη μιλαω στο Σπυρο. Ηταν δυσκολο ομως... Γιατι οσο πιο πολυ τάιζα την ψευδαισθηση της παρουσιας του διπλα μου, τοσο πιο πραγματικος γινοταν. Ακομα και μεχρι σημερα θυμαμαι ακριβως πως ηταν... Θυμαμαι το προσωπο του, τα μαλια του, το σωμα του...  
Οταν λοιπον ο πατερας μου αρχισε να καταλαβαινει οτι ειχα φανταστικο φιλο, οτι ηταν σχεδον παντα καποιος διπλα μου που μονο εγω μπορουσα να δω και να ακουσω... ε τοτε ηταν που τα πραγματα αρχισαν να πηγαινουν κατα διαολου... Θυμαμαι τις σφαλιαρες και τα χαστουκια καθε φορα που με επιανε να του μιλαω, να μου λεει να γινω αντρας και να σταματησω να κανω σα πουστακι...
Και οταν επινε, ηταν ολα αυτα επι δεκα. Ολοι οι πατεραδες ετσι δεν ειναι?
Εφερνε γυναικες στο σπιτι και μου λεγε να μεινω κλεισμενος στο δωματιο μου ενω αυτοι γαμιοντουσαν ακριβως διπλα. Και ηταν κατι φορες που ειχε πιει παρα πολυ και δε του σηκωνοταν... Και οταν γινοταν αυτο, εβγαινε εκτος εαυτου. Σε 'κεινες τις φασεις ετρωγα το χειροτερο ξυλο. Πετουσε κλωτσιδον απο το σπιτι οποια κακομοιρα ειχε τυχει να τον ακολουθησει και μετα ερχοταν κατευθειαν προς το δωματιο μου, η ανασα του βαρια να βρωμαει οινοπνευμα, βροχγοι να βγαινουν απο το στηθος του σε καθε του βημα...
Ναι. Οι χειροτερες νυχτες της ζωης μου.
Ο Σπυρος θα μας κοιτουσε απο την γωνια, οι γροθιες του σφιγμενες, η οργη να ξεχειλιζει απο το βλεμμα του μεχρι ο πατερας μου να τελειωνε. Μετα ερχοταν και με επερνε αγκαλια, μου σκουπιζε τα δακρυα και τα αιματα και μου ελεγε να κανω υπομονη. Εκλαιγε μαζι μου, ο πονος μου ηταν και δικος του πονος.
Και αυτο γινοταν σταθερα μεχρι να φτασω στα εντεκα.
Εκει θα αρχισω την ιστορια που θελω να σου πω. Στα εντεκα. Στα εντεκα νομιζω βρισκονται... τα πιο βαθυα μου σκοταδια...
*
Εκλεισε νευριασμενος το ραδιοφωνο. Δε καταλαβαινα τι ελεγε ο κυριος της εκπομπης αλλα πρεπει να τον ειχε ενοχλησει πολυ.
Γυρισα και συνεχισα να κοιταω την πολη που ξυπνουσε, το προσωπο μου κολλημενο στο τζαμι του συνοδηγου. Μαγαζια ανοιγαν, κοσμος περιμενε στις στασεις, η κινηση πυκνωνε. Στα κτηρια στο βαθος της λεωφορου φαινοταν το ζεστο ροζ του ηλιου που ειχε αρχισει να ξεπροβαλλει. Χαμογελασα διαστακτικα, ανυπομονωντας για τις ακτινες του να με καταπιουν.
Εσφιξα τη ναυλον σακουλα με το κολατσιο που κρατουσα μου πριν ανοιξω το ��προστινο τσεπακι της τσαντας μου και την βαλω μεσα. Σιγα το κολατσιο, μια μισομαυρισμενη μπανανα, το μονο πραγμα που θα ετρωγα μαλλον ολη μερα. Αλλα φυσικα και δε τολμουσα να παραπονεθω, δεν αξιζε, δεν ειχε κανενα νοημα. Ειχα συνηθισει πια. Χιλιες φορες πεινασμενος απο το να αντιμετωπιζα παλι την οργη του πατερα μου.
Γυρισα να τον ξαναντικρυσω αργα, ενας μαυρος αμιλητος ογκος που οδηγουσε, οι φλεβες στα χερια του πεταγμενες απο το ποσο τσαντισμενα εσφιγγε το τιμονι. Το προσωπο του ηταν στη τσιτα, ετοιμος να ξεσπασει με το παραμικρο. Ηταν απο hungover, ολο το περιπολικο μυριζε αλκοολ και ξινυλα απο τις ανασες του. Τα βλεμμα του κατακοκκινο, βαριες πρησμενες σακουλες να κρεμονται απο τα ματια του. Με πηγαινε σχολειο πριν παρουσιαστει στο τμημα για υπηρεσια. Ευχομουν η μερα να περνουσε αργα. Η προοπτικη της οποιασδηποτε καθυστερησης στο να τον ξαναβλεπα στο σπιτι αργοτερα, μου εδινε μεγαλη χαρα...
Καθομουν εκει αμιλητος, ανυπομονοντας να φτασουμε πριν βρει παλι κατι για να με βρισει. Δεν μπορουσα τις φωνες του, αυτο το απαισιο συναισθημα που μου αφηναν. Με κανε να νοιωθω μηδεν, ενα τιποτα... ενα βαρος για τους παντες, ενα παρασιτο που ηταν αναγκασμενος να φροντιζει ενω ηθελε να με πεταξει απο πανω του...
Στο σχολειο δεν ειχα φιλους. Τουλαχιστον δεν ειχα ουτε εχθρους. Οταν ο μπαμπας επινε, εγω ημουν ο μονος του εχθρος.
"Πφφφ...Βρωμαει η ανασα του ρε φιλε, πφφφφ..."
Μου ειπε ο Σπυρος απο το πισω καθισμα. Δεν απαντησα, δεν γυρισα καν να τον κοιταξω.
Φτασαμε στο σχολειο, ο πατερας μου σταματησε ακριβως μπροστα απο την εισοδο. Δε γυρισε να με κοιταξει, ουτε να μου μηλισει. Καθοταν στο τιμονι κοιταζοντας μπροστα το δρομο, περιμενοντας να κατεβω για να με ξεφορτωθει. Ελυσα τη ζωνη και μετα ανοιξα βγαινοντας εξω και βαζοντας τη τσαντα μου στον ωμο, ριχνοντας ενα δειλο βλεμμα προς τα πισω...
"Εγινε μπαμπα, τα λεμε μετα..."
Ειπα διστακτικα. Τοτε τεντωσε βιαια το σωμα του, πιανοντας την πορτα μου απο την εσωτερικη πλευρα και κλεινοντας την μου αποτομα στα μουτρα πριν γκαζωσει και εξαφανιστει στην εθνικη.
Αναστεναξα. Ενοιωσα το χερι του Σπυρου στον ωμο μου.
"Χεσ'τονε μωρε... Ελα, παμε μεσα."
Κρεμασα τη τσαντα μου στον ωμο και μπηκα στο σχολειο.
Η μερα περασε μεσα σε ενα γκριζομαυρο συννεφο. Να μετακινουμαι απο τη ταξη στο προαυλιο και παλι πισω, στους γεματους διαδρομους, να ακουω ολα τα αλλα παιδια να γελουν και να φωναζουν διπλα μου. Ηταν ολα σαν ενα θεατρικο εργο, μια ταινια που μπορουσα να δω αλλα δεν μου επιτρεποτ��ν να παρω μερος. Κανεις δε μου μιλουσε, κανεις δε με ενοχλουσε, η υπαρξη μου περνουσε εντελως απαρατηρητη. Ημουν το φλωρακι, το βλαμμενο... το καθυστερημενο που κανενας δε πλησιαζε. Μεχρι ακομα και οι δασκαλοι, μου μιλουσαν απο αναγκη και για τα τυπικα, ποτε για παραπανω απο οσο ηταν απαραιτητο.
Ημουν το φαντασμα του σχολειο. Το χλωμο παιδι με το λυπημενο προσωπο.
Ο Σπυρος ηταν παντα διπλα μου ομως. Μου μιλουσε συνεχως σχολιαζοντας τα παντα, βριζοντας οποιον θεωρουσε μαλακα και ψυθηριζοντας μου τις σωστες απαντησεις σε ολες τις ασκησεις που καναμε στη ταξη. Ηταν ο μοναδικος ανθ��ωπος που νοιαζοταν για μενα. Ηταν το μοναδικο μου στηριγμα μεσα σε ολη τη μιζερια που βιωνα μεγαλωνοντας.
Οταν σχολασα, πηρα το λεωφορειο να γυρισω σπιτι. Καθησα πισω στο βαθος και χαζευα εξω απο το παραθυρο, αγνοωντας τη βαβουρα μπροστα μου. Οταν βγηκαμε στην εθνικη, κοιτουσα τις ασπρες γραμμες στην ασφαλτο, τις παρομοιαζα με ακτινες lazer που δεν εβρισκαν το στοχο τους, δηλαδη το διαστημοπλοιο μας... και ξεφευγαμε απο πανω ή απο διπλα τους...
Οταν εφτασα σπιτι ξεκλειδωσα την καγκελοπορτα με το κλειδι μου και μπηκα σπιτι. Πηγα στο δωματιο μου και πεταξα τη τσαντα στο κρεβατι. Μετα πηγα στη κουζινα και ανοιξα το ψυγειο, το στομαχι μου να μουγκριζει. Στο πανω πανω ραφι βρηκα ενα μισοφαγωμενο πιτογυρο απο το σουβλατζιδικο πριν τη στροφη στην εθνικη. Το αρπαξα ξετυλιγοντας το λαδωμενο του χαρτι και το καταβροχθισα. Ουτε να το βαλω στα μικροκυμματα δε σκεφτηκα, η πεινα με ειχε γονατισει.
Αφου εγλειψα τα λαδια και τα τζατζικια απο το χαρτι και απο τα δαχτυλα μου, πηγα στο δωματιο μου και εβγαλα το μπλοκ ζωγραφικης μου. Οσο το σπιτι ηταν ηρεμο, μαρεσε να ζωγραφιζω. Ηταν ο τροπος μου να ξεφευγω, η αποδραση μου απο την πραγματικοτητα. Καθομουν ξαπλωμενος μπρουμυτα στο κρεβατι για ωρες, ζωγραφιζοντας οτι μου κατεβαινε. Δεν ημουν πολυ καλος, αλλα δεν ημουνα και αχρηστος. Εφτιανα δρακους, διαστημοπλοια, πολεμιστες, σπαθια, οπλα... τιποτα δε ξεφευγε απο τα πενακια μου. Μερικες φορες εγραφα και μικρες ιστοριουλες παρεα με τις ζωφραφιες μου, λιγες γραμμες να κατατοπιζουν τον θεατη. Ο Σπυρος με κοιτουσε ενθουσιαμενος, λεγοντας μου γνωμες και προτεινοντας μου συνεχεια κανουργια πραγματα.
Εκανα τις τελευταιες γραμμες στη ραχη ενος θαλασσιου τερατος, οταν ακουσα την μπροστινη πορτα να ανοιγει με κροτο. Τιναχτηκα, ο θορυβος να αντηχει μεσα στην απολυτη υσηχια. Κοιταξα το ρολοι, ηταν σχεδον μεσανυχτα. Δε μπορουσα να το πιστεψω... Ποσες ωρες ζωγραφιζα?!? Το στομαχι μου μουγγκρισε, επιβεβαιωνοντας το περασμενο της ωρας. Αφησα το πενακι στην ακρη, τα δαχτυλα μου πιασμενα απο τοσες ωρες δημιουργιας...
Ηταν ο πατερας μου, αλλα ειχε και παρεα. Τον ακουγα να μιλαει γελωντας με καποιον αλλον. Μια γυναικα.
"Εκανε καινουργιες παρεες παλι..." Μου ειπε ο Σπυρος ειρωνικα.
Σηκωθηκα απο το κρεββατι και πηγα στη πορτα του δωματιου. Την ανοιξα ελαφρια και ειδα το πατερα μου να προχωραει στο διαδρομο με μια ξανθια κυρια διπλα του. Ακουγοταν μεθυσμενος, και οι δυο τους ειχαν πιει. Πρεπει να την μαζεψε απο κανα μπαρακι μετα την υπηρεσια. Τον ειδα να ακουμπαει κατι στο τραπεζι της κουζινας, κα��ι που εμοιαζε με μια εξαδα απο μπουκαλια, και συνεχισαν μεχρι το δωματιο του παραπατωντας.
"Ολες εκει τις παει... Τι κανουν εκει μεσα ρε φιλε?"
Μου ειπε ο Σπυρος, σκυβοντας και αυτος διπλα μου να δει τι γινοταν.
"Δε ξερω... Κατι που κανουν οι μεγαλοι μαλλον..."  
Του ψυθηρισα κλεινοντας τη πορτα. Ο πατερας μου εφερνε γυναικες στο σπιτι σε πολυ συχνη βαση. Χεσμενες απο ξυδια κυριως οπως και αυτος, και μετα τις επερνε μεσα στο υπνοδωματιο μαζι του. Ηξερα οτι φιλιοντουσαν και τετοια, αλλα ακουγα και κατι αλλους θορυβους που νομιζω οτι δεν ερχοντουσαν μονο απο φιλια. Δε ξερω τι ακριβως εκαναν, αλλα οτι και να ηταν, ακουγοταν σα να το χαιροντουσαν πολυ...
Ο πατερας μου συνηθως ειχε κεφια μετα απο τετοιες νυχτες. Τα πρωινα μετα απο τετοιου ειδους διασκεδαση ηταν που μου μιλουσε κανονικα σαν ανθρωπος. Δε ηταν και τπτ ιδιαιτερο, δυο σκορπια λογια... αλλα και πλαι ηταν κατι... και περιμενα αυτες τις μερες πως και πως. Ηθελα τοσο πολυ να του μιλησω και γω, ηθελα να με γνωρισει, να με συμπαθησει... να καταφερει να με αγαπησει. Δε μπορουσα να καταλαβω γιατι τον εκνευριζα τοσο πολυ και ηταν παντα τοσο τσαντισμενος με μενα. Τα αλλα παιδια στο σχολειο δεν ειχαν μελανιες πανω τους. Δε τα ακουγα να μιλανε για το ξυλο που τρωνε απο τους πατεραδες τους.
Ειχα αρχισει να πιστευω οτι κατι πολυ σοβαρο συνεβαινε με μενα. Οτι εγω, σαν ατομο, ειχα πιθανως καποιο εμφυτο, βαθυ ελλατωμα που με καθιστουσε αναξιο για το οποιοδηποτε ιχνος αγαπης και στοργης. Ειχα αρχισει να πιστευω οτι ο πατερας μου το εβλεπε αυτο καλυτερα απο ολους και γιαυτο ηταν παντα τοσο σκληρος με μενα. Με θυμαμαι να κλαιω πολυ γιαυτο, αλλα καθως μεγαλωνα απλα το αποδεχομουν. Σιγουρα παντως ειχα καποιο ελλατωμα και καποια μερα ισως να μπορουσα να το καταλαβω...
"Μικρε!"
Η ανασα πιαστηκε στο στηθος μου.
Η φωνη του πατερα μου...? Εμενα φωναζε?
Γυρισα να κοιταξω το Σπυρο, το προσωπο μου τρομοκρατημενο.
"Με φωναξε! Τ-τι θελει?!?"
Ο Σπυρος με κοιταξε ανυσηχος, κουνωντας τους ωμους του απορημενος. Οταν ο πατερας μου εφερνε κοσμο εγω ημουνα φαντασμα, νεκρος. Δεν υπηρχα. Επρεπε να μενω κλεισμενος στο δωματιο μου και να περιμενω να φυγουν για να ξεμιτυσω...
"Τσακισου μικρε! Σε φωναζω!"
Ξανακοιταξα το Σπυρο φρικαρισμενος πριν ανοιξω τη πορτα, τα χερια μου να τρεμουν, η καρδια μου να χτυπαει σα ταμπουρλο...
Περπατησα το χωλακι, το στομα μου ξερο, και μετα ανοιξα τη πορτα στο δωματιο του πατερα μου. Ηταν σκοτεινα μεσα και δε μπορουσα να τον δω καλα. Καθοταν με την γυναικα, ξαπλωμενοι και οι δυο στο κρεββατι, δυο γκριζες ακινητες σκιες...
"Μπαμπα... Με φωναξες?"
Ειπα δειλα, τα λογια μου να βγαινουν με δυσκολια. Τοτε ακουσα σουρσιμο απο σεντονια και ειδα τη σκια του πατερα μου να ανασηκωνεται στο σκοταδι.
"Στο τραπεζι της κουζινας ειναι κατι μπυρες, τραβα να τις φερεις γρηγορα."
Η γυναικα χαζογελασε και ειδα τη σκια του πατερα μου να ξαναξαπλωνει. Τα λογια του ηταν βαρυα και υγρα, η γνωριμη χροια της βραδυνης του μεθης οταν γυρνουσε απο τα μπαρ. Την ειχα συνηθησει αυτη τη γλωσσα, η ξενικη της προφορα να μου γινεται ολο και πιο κατανοητη καθως μεγαλωνα....
Περπατησα σιωπηλα μεχρι τη κουζινα, η καρδια μου ακομα να χτυπα γρηγορα. Ειδα την εξαδα να καθεται στο τραπεζι και την αρπαξα περπατωντας γρηγορα προς τα πισω, ριχνοντας μια ανυσηχη ματια στο Σπυρο που με κοιτουσε απο την μισανοιχτη πορτα του δωματιου μου. Εφτασα παλι στο υπνοδωματιο του πατερα μου και σταματησα στη πορτα κοιτωντας μεσα αμηχανα. Δεν ηξερα τι να κανω...
Ειδα ενα χερι να τεντωνεται μεσα απο το σκοταδι και να μου κανει νοημα να πλησιασω...
"Ελα φερτες... Τελειωνε!"
Περπατησα διστακτικα προς το κρεββατι, με τις μπυρες τεντωμενες ψηλα. Η γυναικα ξεπροβαλλε απο το σκοταδι, εντελως γυμνη, και τις πηρε απο τα χερια μου. Χαζογελασε και μου χαιδεψε τα μαλια.
"Γλυκουλης ο γιος σου, χεχε..."
Ειπε, το αλκοολ να λασπωνει και τις δικες της λεξεις. Ακουμπησε τις μπυρες στο στρωμα αναμεσα τους και ξαναγυρισε προς το μερος μου, η ανασα της να ζεχνει...
"Δε μου λες μικρε... Μηπως θες να κατσεις να παρεις ματι?"
Ειπε πριν σηκωσει το χερι της να μου χαιδεψει το προσωπο.
Τιναχτηκα πισω αηδιασμενος. Δεν ηξερα τι εννοουσε αλλα σιγουρα δεν ηθελα να παρω κανενα μερος σ'αυτο. Γελασε με την αντιδραση μου, πριν τραβηχτει πισω στα σκοτεινα διπλα στο πατερα μου.
Καθως γυρισα να φυγω, η φωνη του πατερα μου βροντηξε αποτομα.
"Που πας ρε?"
Ξεροκαταπια και γυρισα αργα να τον κοιταξω,
"Τι ειναι μπαμπα?"
"Ποτηρι εφερες ρε για να πιει η κυρια τη μπυρα της?"
Η φωνη του βαρια, ενας τρεμαμενος ρογχος να αντηχει απο το στηθος του.
"Συγνωμη μπαμπα, δε καταλ-"
Το μπουκαλι της μπυρας κατεβηκε με φορα στο κεφαλι μου πριν γινει χιλια κομματια, ο πονος οξυς , ξαφνικος. Ουρλιαξα και επιασα το μετωπο μου σφιχτα απο το πονο, καθως κομματια κοφτερου γυαλιου και αφροι μπυρας επεφταν απο τα μαλλια μου. Επεσα στο δαπεδο, το βλεμμα μου θολωσε, το κρανιο μου ��α παλλεται οδυνηρα.
"Μη τον χυπας!"
Φωναξε ο Σπυρος απο το διαδρομο, οι γροθιες του σφιγμενες.
Ετριψα το χτυπημα στο κεφαλι μου και αρχισα να σηκωνομαι αργα απ'το πατωμα, η μπυρα ακομα να σταζει στο προσωπο μου. Πριν προλαβω να σταθω, εννοιωσα μια σφιχτη λαβη στο σβερκο.
Παραπατησα ζαλισμενος, η παλαμη του πατερα μου να με σφιγγει σα ταναλια πριν με οδηγησει ατσαλα εξω απ'το δωματιο. Παραμιλουσα μυξοκλαιγωντας, ανχωμενες συγνωμες να βγαινουν απο το στομα μου, μια σειρα απο αδυναμα λογια που δεν εφταναν καν στα αυτια του...
Με εσυρε μεχρι τη κουζινα και με πεταξε προς το ψυγειο. Μουγκρησα απο πονο, ο ωμος μου να προσκρουεται με φορα στη πορτα του, το δεξι πανω μερος του σωματος μου να μουδιαζει. Προσπαθησα να σταθω, αλλα ο πατερας μου σταθηκε ακριβως μπροστα μου τραβωντας μου απο τα μαλια το προσωπο κοντα στο δικο του.
"Μια φορα να με ξαναξευτιλισεις ετσι και θα σε τελειωσω, παλιαρχιδι..."
Μου γρυλλισε, η ανασα του να με καιει...
Το προσωπο του Σπυρου ηταν σαν απο τσιμεντο, οργισμενο και χλωμο, ιδρωτας να το μουσκευει και οι φλεβες να πεταγονται στο μετωπο του. Πλησιασε το αυτι του πατερα μου και ειπε μεσα απο σφιγμενα δοντια...
"Παρ'τα χερια σου απο πανω του ρε σιχαμενε καργιολη."
Τοτε ο πατερας μου με σηκωσε ορθιο, το μυαλο μου ακομα θολωμενο. Με πιασε σχιφτα απο τον ωμο...
"Πηγαινε τωρα μεσα να φερεις τις μπυρες, οσο κατεβαζω ενα ποτηρι απο το ντουλαπι... Τσακισου!"
Μου ειπε πριν με σπρωξει προς το δωματιο του με τετοια λυσσα που παραπατησα και πηγα να πεσω αλλα βρηκα γρηγορα ισσοροπια και ετριψα τον ωμο μου. Ο Σπυρος ηρθε αμεσως διπλα μου, με πιασε απο το πλαι προσπαθωντας να με βοηθησει. Εννοιωσα δακρυα να τρεχουν στα μαγουλα μου. Εσφιξα τα δοντια και ρουφηξα τη μυτη... Ημουν εξαθλιωμενος και ρακος...
Ειδα το Σπυρο να με παρατηρει, το προσωπο του να γεμιζει θλιψη οταν ειδε τα δακρυα μου, το σωμα του να κολλαει στα πλευρα μου, να τρεμει ολοκληρος απο την οργη...
Μπηκα στο υπνοδωματιο του πατερα μου και βαδισα προς το κρεββατι. Ψηλαφησα στα σκοτεινα και βρηκα την εξαδα με τις μπυρες στο κατω μερος. Διεκρινα με την ακρη του ματιου μου την γυναικα, ξαπλωμενη μπρουμυτα να με παρατηρει, το βλεμμα της απομακρο και γεματο αποροια, λες και δεν ειχε ξαναδει ποτε παιδι. Δεν μου ειπε λεξη, απλα συνεχισε να με παρατηρει καθως σηκωσα τις μπυρες στην αγκαλια μου και αρχισα να βαδιζω προς τα πισω.
Βγαινοντας στο διαδρομο, εννοιωσα κατι να μου τρυπαει το ποδι, εναν οξυ πονο στη πατουσα που με κανε να ξαναπεσω στο πατωμα με μια μικρη κραυγη. Οι μπυρες μου εφυγαν απο τα χερια και κυλισαν μπροστα μου στο πατωμα πριν προσκρουσουν με τον απενταντι τοιχο και γινουν χιλια κομματια, αφροι και γυαλια να τα κανουν ολα χαλια. Κυλιομουν στο πατωμα, πιανοντας τη πατουσα μου απο το πονο, σφιγγωντας παλι τα δοντια μου και προσπαθωντας τωρα να συγκρατησω φρεσκα δακρυα. Ειχα πατησει ενα κομματι γυαλι, απο τη μπυρα που μου ειχε σπασει πριν στο κεφαλι...
"Τι εκανες ρε μαλακισμενο?!?"
Τον ακουσα να ουρλιαζει πριν αρχισει να ερχεται γοργα προς το μερος μου. Κοντοσταθηκε απο πανω μου, τα ματια του ορθανοιχτα απ'το σοκ...
"Συ-συγνωμη μπαμπα... δε-δε το θελα, κα-καταλαθος εγινε..."
Ειπα κλαιγοντας και προσπαθωντας να σηκωθω, ο τρομος απο το βλεμμα του να με μουδιαζει...
"Μη του ζητας συγνωμη ρε!"
Μου πε ο Σπυρος, βοηθωντας με να σηκωθω.
"Πολυ ατσουμπαλος ο μικρος σου, ε?"
Ακουστηκε η φωνη της γυναικας απ'το υπνοδωματιο πισω μου.
Τοτε ο πατερας μου ορμηξε και με αρπαξε απο το λαιμο, σπροχνωντας με βιαια πισω στο διαδρομο προς την εξωπορτα. Οταν σιγουρευτηκε οτι η γυναικα δε μας εβλεπε, με πεταξε πανω στη πορτα και μου τραβηξε μια αναποδη στα δοντια με ολη του τη δυναμη.
Ουρλιαξα και σωριαστηκα στο πατωμα, η μεταλλικη γευση του αιματος να μου γεμιζει το στομα. Τα εβλεπα ολα διπλα και ακουγα την απομακρη φωνη του Σπυρου να βριζει το πατερα μου. Αυτο ηταν... νομιζα.... Θα με σκοτωνε... Ο πατερας μου θα με σκοτωνε... Η εντεκαχρονη υπαρξη μου θα εληγε ετσι απλα και αποτομα... Με αλκοολ και γροθιες θα με αφηνε στο τοπο... ετσι απλα... Και ολα για μια εξαδα σπασμενες μπυρες...
"Τι εκανες ρεεεε?!?"
Μου ουρλιαξε μεσ'τα μουτρα σκυβωντας...
"Ενα πραμα σου ζητησα να κανεις... Ενα γαμημενο πραμα!!!"
"ΑΝ ΤΟΝ ΞΑΝΑΚΟΥΜΠΗΣΕΙΣ ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΜΠΑΣΤΑΡΔΕ!!!"
Του φωναξε ο Σπυρος στ' αυτι, σαλια και λυσσα να πεταγονται απο το στομα του.
Ο πατερας μου με αρπαξε και με σηκωσε ορθιο. Με κοπανησε με τη πλατη στη πορτα και η λαβη του εκτοξευτηκε στο λαιμο μου, πνιγωντας με. Βογγηξα ασυναρτητα, κοφτοι ρογχοι απελπισιας να βγαινουν απ'το στομα μου, η ανασα μου να κοβεται...
"Λοιπον ακου, θα κατεβω στο βενζιναδικο στην εθνικη να παρω κ 'αλλες μπυρες, και συ θα ρθεις μαζι μου."
Μου γρυλλισε μεσ'τα μουτρα, η ανασα του σφυριχτη, να βρωμαει μια μιξη απο μπυρα και ρουμι.
Τοτε με αφησε να πεσω και σωριαστικα στο πατωμα. Επιασα το λαιμο μου σφαδαζοντας και κλαιγοντας, τα δακρυα μου να προσγειωνονται στο πατωμα σαν υγρα διαμαντια. Ο Σπυρος εσκυψε κοντα μου, χαιδευοντας με στη πλατη και παρηγοροντας με. Ηταν διπλα μου, θα με βοηθουσε οτι και αν γινοταν. Ρουφηξα τη μυτη μου και πηγα να βαλω τα παπουτσια μου. Ακουγα το πατερα μου να λεει στη γυναικα οτι θα γυρνουσε αμεσως, οτι θα κατεβαινε να παρει λιγες ακομα μπυρες.
Βγηκε απο τα σκοταδια φωροντας ενα τζιν και ενα μπλουζακι. Αρπαξε τα κλειδια απο το τραπεζακι και παραπατησε προς το μερος μου. Εκανα στην ακρη φοβισμενος πριν ανοιξει την εξωπορτα. Μετα γυρισε και μου εκανε νοημα να βγω.
Περασα διπλα του με τα χερια στο κεφαλι, τρεμωντας οτι θα με χτυπουσε, ακομα να κλαιω πριν βιαστω να απομακρυν��ω απ'αυτον προς τα εξω. Περπατησαμε προς το περιπολικο σιωπηλα, τα βημματα του ασταθη και πιωμενα. Το ηξερα οτι δεν επρεπε να οδηγησει ετσι, αλλα δε τολμουσα να πω κουβεντα. Πηγα γρηγορα απο το πλαι και μηκα στη θεση του συνοδηγου.
Εβαλε μπρος τη μηχανη και γκαζωσε προς το δρομο. Καθως βγαιναμε στην εθνικη ανοιξε το παραθυρο και ο δροσερος αερας χτυπησε τους ιδρωτες μας. Τον κοιταξα και ανοιγοκλεινε τα ματια του γρηγορα, γουρλονοντας τα ανα διαστηματα, προσπαθωντας να οδηγησει σε αυτο το χαλι που βρισκοταν. Το αμαξι πηγαινε απο τη μια λωριδα στην αλλη σα τρελο, και ενοιωσα την αδρεναλινη στο στομαχι μου να βραζει πριν αρπαξω γερα τα χερουλια απο τα καθισμα.
"Θα μας σκοτωσει..."
Μου ψελλισε ο Σπυρος απο πισω...
"Θα μας σκοτωσει ο μαλακας..."
Ακουσα πανικο στη φωνη του.
Ο πατερας μου μουγκριζε και ετριβε συνεχως τη μια παλαμη στο προσωπο του προσπαθωντας να συνελθει και να ανοιξει καλυτερα τα ματια του. Ευτυχως ηταν αργα και η εθνικη ηταν σχετικα αδεια, οποτε ολες οι λωριδες ηταν δικες μας...
Ο αερας τωρα εμπαινε μανιασμενα απο το παραθυρο του και τρεμουλιασα καθως μου χτυπουσε το μουσκεμενο δερμα με την βραδυνη του ψυχρα. Το χτυπημενο απο το μπουκαλι σημειο στο κεφαλι μου παλοταν απο πονο και ολο μου το σωμα ετρεμε απο το ξυλο που μου ειχε ριξει.
Και μετα απο λιγα λεπτα σιωπηλης διαδρομης, εστριψε και μπηκε στο παρκινγκ του βενζιναδικου. Αρχισε να ψαχνει τις τσεπες για το πορτοφολι του χωρις να σβησει τη μηχανη. Ξεροκαταπια παρατηρωντας τριγυρω μας εξω, ημασταν εντελως ολομοναχοι. Ο υπαλληλος μας ειδε στο περιπολικο και παρακολουθουσε πισω απο το τζαμι του καταστηματος...
"ΓΑΜΩ ΤΗ ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ!!!"
Ουρλιαξε ξαφνικα.
Βουλιαξα τρεμωντας στο καθισμα μου, ηθελα να εξαφανιστω, να γινω ενα με το υφασμα. Δεν αντεχα αλλο, βρισκομουν και σωματικα και ψυχικα στα ορια μου. Το προσωπο μου ηταν μουσκεμα απο το κλαμα και το χειλος μου ηταν ματωμενο και πρησμενο απο τα χτυπηματα του. Ο Σπυρος ακουμπησε το χερι του στον ωμο μου προσπαθωντας να με ηρεμησει...
"Το ξεχασα το γαμηδι!!! Το ξεχασα!!!"
Συνεχισε να φωναζει, κοιτωντας αφηνιασμενος δεξια και αριστερα, το βλεμμα του γεματο οργη πριν γυρισει προς τα 'μενα.
"Εσυ και οι μαλακιες σου! Σημερα διαλεξες να μου τα γαμησεις ολα ρε αρχιδι... Ε? Σου πεσαν τα μπουκαλια και επρεπε να μου τα κανεις σκατα και με τη γκομενα!!! Γιατι εισαι τοσο μαλακισμενο ρε?!?"
Δεν εβγαλα κιχ. Μαζευτικα μυξοκλαιγοντας. Δεν ηξερα... πραγματικα... δεν ηξερα γιατι ημουν τοσο μαλακισμενο... δεν ηξερα... αληθεια... δεν ηξερα τι επρεπε να κανω για να μη γινεται ετσι, προσπαθουσα αλλα δε τα καταφερνα. Και το ηθελα τοσο πολυ... δεν υπηρχε κατι σε ολοκληρο το κοσμο που να ηθελα περισσοτερο απ'αυτο, περισσοτερο απο αυτο...  περισσοτερο απο το να μη τον θυμωνω... απλα να τον κανω χαρουμενο... απλα να μπορει να με αγαπαει... Αλλα οτι και να εκανα, τα εκανα ολα σκατα, δεν εκανα τιποτα σωστο... στα ματια του ημουν ενα τιποτα, ενα βαρος, ενα εμποδιο...
"Ανοιξε το ντουλαπακι.Τελειωνε, ανοιξε το ντουλαπακι σου ειπα!!!"
"Μη τον ακουμπας ρε σιχαμα!!!"
Γρυλλισε ο Σπυρος μεσα απο σφιγμενα δοντια στο πισω καθισμα, τα ματια του καρφωμενα στο προσωπο του πατερα μου στο καθρεφτη.
Σκουπισα το προσωπο μου και ανοιξα το ντουλαπακι του συνοδηγου.
Ενα οπλο.
Το υπηρεσιακο του οπλο.
Τα ματια μου ανοιξαν διαπλατα καθως το αντικρυσα, η καρδια μου αρχισε να χτυπαει μανιασμενα. Γυρισα και κοιταξα τον πατερα μου, το προσωπο μου καταχλωμο απο τον φοβο.
"Σηκωσε το... Θα πας μεσα μ'αυτο και θα μου φερεις μια εξαδα γαμημενες μπυρες."
Εννοιωσα να παραλυω απο την φρικη, εννοιωσα το πανικο να με τυλιγει... δεν ηθελα καν να το βλεπω. Ηθελε... ηθελε να μπω μεσα με το υπηρεσιακο του οπλο και να κανω... ληστεια... Να ληστεψω το καταστημα του βενζιναδικου, να γινω αυτος που απο τον οποιο υποτιθεται οτι ο πατερας μου προστατευε την κοινωνια... Ηθελε να το σηκωσω και να το στρεψω προς τον υπαλληλο ωστε να παρω τις μπυρες και να βγω ανενοχλητος... Οχι... Οχι δε... δε μπορουσα να το κανω αυτο...
"Μπαμπα δε-- Δε μπορ-ω..."
Τοτε εσκυψε αποτομα και αρπαξε το οπλο απο το ντουλαπακι πριν μου το χωσει στη παλαμη με το ζορι. Μετα μου επιασε δυνατα το σαγονι και μου γυρισε το κεφαλι αποτομα προς το μερος του...
"Θα τσακιστεις αυτη τη στιγμη μεσα να μου φερεις τις μπυρες μου... Ακουσες? Οι μαλακιες πληρωνονται, μονο ετσι θα βαλεις μυαλο μαλακισμενο... Ελα τελειωνε, εφυγες!"
Δε ηξερα τι να πω. Δεν ηταν τροπος αυτος να μαθω... αυτο ηταν λαθος, ηταν εγκλημα...
Ο Σπυρος τοτε εχωσε το προσωπο του αναμεσα απο τα μπροστινα καθισματα και με καρφωσε, το προσωπο του να λαμπει απο ενθουσιασμο, η φωνη του εντονη...
"Αυτη ειναι η ευκαιρια σου!!! Καντο... τιναξε του τα μυαλα στο παρμπριζ του παλιομαλακα... καντο να υσηχασεις!!! Σηκωσε το, σημαδεψε τον στο ματι και πατα τη σκανδαλη... Καντο σου λεω, σκοτωσε τον!!!"
"ΕΦΥΓΕΣ ΛΕΜΕ!!!"
Ουρλιαξε ο πατερας μου, σπροχωντας με αποτομα προς τη πορτα του συνοδηγου.
Ανοιξα και βγηκα, τα γονατα μου να τρεμουν. Το οπλο ζυγιζε 100 κιλα στα χερια μου, το λειο ατσαλι της κανης του να γυαλιζει στα φωτα του βενζιναδικου. Δε μπορουσα να το κανω... Δε μπορουσα να κανω αυτο... οχι...
Ημουν αναγκασμενος να προσπαθησω ειδαλλιως θα με σκοτωνε στο ξυλο. Δε υπηρχε αμφιβολια, θα με αφηνε στο τοπο. Υπηρχε ενα βαθυ σκοταδι στα ματια του αποψε, ενα λυσσασμενο μισος που κλιμακωνε εδω και πολυ καιρο. Δεν ηταν μονο για μενα, ηταν για ολο το κοσμο, για ολη την κοινωνια γυρω του, για ολο το συστημα το οποιο τον ετρωγε καθημερινα, για τα παντα. Τον ακουγα συχνα να παραμιλαει βριζοντας τα βραδυα, να θεωρει οτι ολο το συμπαν εινα�� εναντιον του και ολοι του την εχουν στημενη, να σιχαινεται τη ρουτινα του, τη δουλεια του, την ιδια του τη ζωη...
Περπατησα προς το καταστημα και ανοιξα τη πορτα, ενα καμπανακι να αντηχει με το που μπηκα μεσα. Εκριψα το οπλο στο πλαι, κοιταζοντας τον υπαλληλο. Ηταν κοντα στα 50-60. Με κοιταξε καχυποπτα, εξεταζοντας με απο πανω μεχρι κατω. Δε το σκεφτηκα εκεινη τη στιγμη, αλλα το προσωπο μου ηταν γεματο αιματα και μελανιες. Κατευθυνθηκα προς τα ψυγεια. Ανοιξα ενα στη τυχη και αφεθηκα ��τιγμιαια στη δροσια του κλεινωντας τα ματια απο ανακουφιση...
"Ελα γρηγορα... παρε μια εξαδα και παμε να τη κανουμε, να τελειωνουμε..."
Μου ψιθυρισε ο Σπυρος, κοιτωντας ανυσηχα προς τον υπαλληλο.
Σηκωσα μια εξαδα και αφησα τη πορτα του ψυγειου να κλεισει. Η καρδια μου ηταν ετοιμη να εκραγει, η ανασα μου εβγαινε σε κοφτους βρογχους, το χερι μου εσφιγγε το οπλο τρεμωντας.
Αρχισα να περπαταω αργα πισω προς την εισοδο, κρατωντας το οπλο κρυμμενο, καρφωνοντας το βλεμμα μου στη πορτα και αγνωοντας τον υπαλληλο.
"Που πας μικρε?"
Με ρωτησε ο ανθρωπος μπερδεμενος. Δεν εβγαλα λεξη, συνεχισα να περπαταω προς τη πορτα, ημουν σχεδον εκει.
"Μικρε! Περιμενε!"
Μου φωναξε, ο γνωριμος τονος του ενηλικου αυταρχισμου να με παγωνει στη θεση μου. Ξεροκαταπια, ο ιδρωτας να τρεχει ποταμι στη πλατη μου.
Τοτε γυρισα αποτομα και τον σημαδεψα με το οπλο, το υφος του να αλλαζει επιτοπου και να μαζευεται προς τα πισω. Το χερι μου ετρεμε και η λαβη του οπλου ηταν καλυμενη απο τον ιδρωτα της παλαμης μου...
"Πρε-πρεπει να τις παω στο μπαμπα μου..."
Του ειπα τραβλιζοντας απο την αγωνια...
"Συγ-συγνωμη... Αυτος... Αυτος με αναγκασε... Συγνωμη κυριε..."
Ο ανθρωπος τοτε σηκωσε τα χερια του πανικοβλητος, τα ματια του να γουρλωνουν...
"Νταξει η-ηρεμα, ηρεμα μικρε! Παρτες δε πει-πειραζει... Παρτες..."
Τοτε ανοιξα τη πορτα με την εξαδα...
"Με αναγκασε κυριε... θα με σκοτωνε... συ-συγνωμη..."
Ειπα πριν αρχισω να τρεχω πισω προς το περιπολικο, δακρυα να τρεχουν απο το προσωπο μου, το βλεμμα μου θωλο και σκοτεινο. Μπηκα κλαιγοντας πισω στο αμαξι, κλεινωντας δυνατα τη πορτα. Ο πατερας μου εκανε τοτε επιτοπια αναστροφη και βγηκε παλι γκαζωμενος στην εθνικη, η μυρωδια του καμενου λαστιχου να αναμυγνειεται με την απελπισια μου καθως ο δρομος ανοιγοταν παλι μπροστα μας. Σκουπισα το προσωπο μου, προσπαθουσα να σταματησω τα δακρυα αλλα δε γινοταν. Με σιχαινομουνα, και μενα και αυτον που με ειχε αναγκασει να κανω οτι εκανα...
Τον ακουγα να σφυριζει αναλαφρα καθως εγω ειχα βυθιστει στη θλιψη. Ανοιξε λιγο ακομα το παραθυρο και ο αερας με χτυπησε με τετοια φορα που εκανε τα ματια μου να τσουξουν. Ο Σπυρος καθοταν πισω μου σιωπηλος, δεν ηξερε ουτε τι να πει, ουτε τι να κανει...
Μετα απο λιγο στριψαμε στο παραδρομο για το σπιτι και βρισκομασταν συντομα πισω στην αυλη. Εβγαλε τα κλειδια απο τη μηχανη και γυρισε προς το μερος μου, αρπαζοντας τις μπυρες απο τα χερια μου και σηκωνοντας τες. Τοτε σταματησε και τις κοιταξε, χωρις να λεει λεξη...
"ΤΙ Ν'ΑΥΤΟ ΡΕ?!?"
Ουρλιαξε, το στομαχι μου παλι να γινεται κομπος. Γυρισα με φρικη, κοιταζωντας μια αυτον μια την εξαδα στο χερι του...
"Μπυρες..."
Ειπα τρεμουλιαστα, προσπαθωντας να συγκρατησω και αλλα δακρυα...
"Μπυρες...?!?"
Ειπε πριν  αφησει την εξαδα να πεσει αποτομα στα γονατα μου...
"Αυτο ειναι κατουρο! Πινω εγω ρε τετοιες μαλακιες?!?"
Μου φωναξε πριν μου τραβηξει αλλη μια δυνατη σφαλιαρα, δακρυα να τιναζονται απο τα βλεφαρα μου...
"Επιτηδες το κανεις ρε αρχιδι?!? Νομιζεις οτι εισαι αστειος? Ε?!?"
Με πιασε απο το λαιμο και μου κολλησε με φορα το κεφαλι στο τζαμι. Ο πονος μου μουδιασε το κρανιο, το βλεμμα μου γεμισε θολες λαμψεις.
"Σταματα να τον χτυπας!!!"
Φωναξε ο Σπυρος απο πισω.
Αλλα ο πατερας μου συνεχιζε να μου σφιγγει το λαιμο πιεζοντας ταυτοχρονα το κεφαλι στο τζαμι με οργη...
"Εισαι καθυστερημενος ρε?!? ΕΙΣΑΙ ΕΝΤΕΛΩΣ ΗΛΗΘΙΟΣ?!?"
"ΣΤΑΜΑΤΑ!!!"
Ξαναφωναξε ο Σπυρος.
Η παλαμη του πατερα μου εσφιγγε σα ταναλια το λαιμο. Αγκομαχουσα βηχοντας, η ανασα μου κομμενη, το βλεμμα μου να αρχιζε να σκοτεινιαζει... Ισως και να ηταν καλυτερα ετσι... Μαλλον μου αξιζε να πεθανω, να σταματησω να τον ταλαιπορω τοσο αφορητα... Ναι... ισως να ηταν καλυτερα για ολους μας ετσι...
"ΑΡΚΕΤΑ!!!"
Αντιχησε ο Σπυρος, πριν αρπαξει το χερι μου, το χερι στο οποιο ακομα κρατουσα το οπλο, και μου το γυρισει ατραπιαια προς το προσωπο το πατερα μου.
"Σου ειπα να τον αφησεις υσηχο ρε ΜΑΛΑΚΑ!!!"
Ουρλιαξε λυσσασμενα, η φωνη του εκωφαντικη.
Τα ματια του πατερα μου ανοιξαν διαπλατα και αμεσως υποχωρησε προς το τζαμι του. Ανασηκωσε τα χερια του και αρχισε να γλειφει αμηχανα τα χειλια του, η ξαφνικη μου επιθετικοτητα να τον πιανει απροετοιμαστο. Δεν ειχα ποτε ξανακανει τιποτα τετοιο... Δεν ειχα ποτε ξανασηκωσει αναστημα εναντια στη βια του...
"Εισαι ετοιμος να πεθανεις ρε σκουπιδι?!?"
Του γρυλισε ο Σπυρος, τα ματια του τρελαμενα, το δαχτυλο του να προσπαθει να πιεσει το δικο μου πιο σφιχτα στη σκανδαλη...
Ο πατερας μου φανηκε να χαλαρωνει ελαφρια...
"Θα με σκοτωσεις μικρε? Ε...? Θα σκοτωσεις το ιδιο σου το πατερα?"
"Θα σου ανοιξω το κεφαλι στα δυο..."
"Αντε λοιπον... τι περιμενεις?"
Απαντησε ο πατερας μου, ενα μικρο χαμογελο να σχηματιζεται στο προσωπο του.
"Αντε... ριξε μου, καντο."
"Δεν εχεις ιδεα ποσο καιρο το περιμενα αυτο..."
Του απαντησε ο Σπυρος, πριν νοιωσω το δαχτυλο του να μου πιεζει το δικο μου στην σκανδαλη ακομα πιο σφιχτα...
"ΟΧΙ! ΣΠΥΡΟ, ΜΗ!!!"
Πλουσιες δεσμιδες δακρυων εχτρεχαν τωρα στα μαγουλα μου, το μυαλο μου να χει κομματιαστει... κουρελια ��πελπιδας θλιψης και μαρτυριου...
Τραβηξα το οπλο απο το χερι του Σπυρου κατεβαζοντας το προς τα κατω, βλεποντας τον πατερα μου να χαμογελαει απογοητευμενα...
Και τοτε ηταν που ξανασηκωσα το οπλο... και το κολλησα στο δικο μου κεφαλι.
"Αυτο δε θελεις?!?"
Ουρλιαξα με ολη τη δυναμη της ψυχης μου, ενας ωκεανος λυπης να πλημυριζει το στηθος μου...
"Αυτο δε θελεις για να σταματησεις να εισαι θυμωμενος?!?"
Το χαμογελο εφυγε απο το στομα του, τα ματια του αστραψαν και μια ξαφνικη δυσφορια κυριευσε την εκφραση του.
"Αφου δε μπορω να κανω τιποτα σωστα!!! Με οτι και να κανω θυμωνεις!!!"
Φωναξα, η πνιχτη φωνη μου να σπαει.
"Γιατι δε μ'αγαπας?!?ΤΙ ΣΟΥ ΕΧΩ ΚΑΝΕΙ?!?"
Η κανη του οπλου ετρεμε στο κροταφο μου, το δαχτυλο μου τυλιγμενο σφιχτα σα φυδι γυρω απο τη σκανδαλη, ετοιμο να επιτεθει...
"ΓΙΑΤΙ ΜΕ ΜΙΣΕΙΣ ΤΟΣΟ ΠΟΛΥ?!?"
Ουρλιαξα, ο θρηνος μου να τον κατακλυζει, μυξες, δακρυα και σαλια να εκτοξευονται προς ολες τις κατευθυνσεις.
Και τοτε ειδα κατι στο προσωπο. Τα χαρακτηριστικα του μαλακωσαν και αρχισε να σηκωνει αργα το χερι του προς το μερος μου...
"Ε-ελα νταξει... νταξει..."
Η φωνη του μαλακη, σοκαρισμενη...
"Ελα μικρε σε παρακαλω... κατεβασε το οπλο.... σε παρακαλω..."
"Δε θα χρειαζεται να εισαι θυμωμενος αν πεθανω! Ουτε μαλακιες θα σου ξανακανω ουτε θα σου σπαω αλλο τα νευρα!!!"
Του φωναξα σφιγγωντας τα δοντια μου, ακατεργαστοι υγροι ηχοι να ακουγονται απο το στηθος μου.
"Μικρε σε παρακαλω... μη το κανεις... σε παρακαλω μικρε..."
Η φωνη του γλυκια, το βλεμμα του πλεον φουλ ξενερωτο και συγκεντρωμενο, κατι που πραγματικα δεν ειχα ποτε ξαναδει στο προσωπο του...
Σηκωσα το αλλο χερι και σκουπισα τα δακρυα μου....
"Δε νοιαζεσαι καθολου για μενα... Με μισεις! Συγνωμη λοιπον... Συγνωμη που σε κανω τοσο δυστυχισμενο! Αγαπη ηθελα μονο... Απλα να με αγαπας!!!"
Το σωμα μου ετρεμε, η θλιψη με επνιγε. Η ακρη του οπλου μου ειχε ματωσει το κροταφο και εκλεισα τα ματια μου σπαραζοντας...
Εννοιωσα τοτε ενα χερι να με ακουμπαει απαλα στον ωμο καθυσηχαζοντας με και ακουσα τη φωνη του πατερα μου να ψυθιριζει, καθε λεξη πνιγμενη στο συναισθημα...
"Με.. με συγχωρεις... Με συγχωρεις για ολα... για οτι σου χω κανει... νταξει τωρα... ολα νταξει τωρα..."
Ψελλισε πριν μου πιασει το οπλο. Τον αφησα κλαιγοντας να μου το τραβηξει μακρια απο το κεφαλι.
"Γιατι δε μπορεις να με αγαπησεις..."
Του ψυθηρισα, κοιτωντας τον κατευθειαν στα ματια. Ειδα μια βαθια θλιψη να τον κυριευει, εναν αποτομο ανθρωπινο πονο να γεμιζει το βλεμμα του. Με πιασε απο τους ωμους και με τραβηξε στην αγκαλια του, χαιδευοντας μου τα μαλια...
"ΣΣΣσσσσ.... Ηρεμησε, ολα νταξει τωρα... Ειμαι δω μικρε, εδω... ΣΣΣσσσ"
Εννοιωσα κατι υγρο να σταζει στο κεφαλι μου. Ο πατερας μου εκλαιγε μαζι μου.
Εκλεισα τα ματια ��αι τον αγκαλιασα, το στηθος του ζεστο στο προσωπο μου.
Καθησαμε ετσι για αρκετη ωρα....
*
Μετα απο κεινο το βραδυ, δε ξανασηκωσε χερι ποτε πανω μου. Πηγαμε μεσα στο σπιτι μετα απο λιγο και εδειωξε κεινη τη γυναικα σχεδον κλωτσιδον πριν παει να πεσει για υπνο. Δε ξανα μιλησαμε ποτε για οτι συνεβη. Τα γεγονοτα εκεινης της νυχτας στο αμαξι τον αλλαξαν. Του ανοιξαν τα ματια προς πραγματα τα οποια δε νομιζω οτι ειχε ποτε αναλογιστει, πραγματα που... εγω δε περιμενα ποτε οτι θα ειχε την δυνατοτητα να νοιωσει. Με ειδε καπως διαφορετικα, καταφερε ισως να νοιωσει τι περνουσα, καταφερε ισως να καταλαβει ποσο βαθια με ειχε πληγωσει...
Η σχεση μας αλλαξε απο τοτε. Ποτε δε ηρθαμε κοντα με την εννοια, αλλα τουλαχιστον συμβιωνουμε πλεον πολιτισμενα. Εχει αρχισει και γερναει τωρα, και γω μολις μπηκα στη σχολη. Δε βλεπομαστε και πολυ συχνα, αλλα αν βρεθουμε μπορουμε τουλαχιστον να πουμε και κανα δυο κουβεντες.
Το Σπυρο σταματησα να τον βλεπω. Μετα απο κεινο το βραδυ απλα εξαφανιστηκε. Οτιδηποτε και αν ηταν που ο παιδικος μου ψυχισμος αναζητουσε απο την παρουσια του, ηταν πλεον καλυμμενο. Θυμαμαι κατι φορες που μου ελειπε και προσπαθουσα να του μιλησω, αλλα μετα απο λιγο καταλαβενα οτι απλα μιλουσα μονος μου στο τοιχο.
Εχω πληγες. Πληγες ανοιχτες. Πληγες στο σωμα, πληγες και στη ψυχη, Πληγες που ποτε δε προκειται να κλεισουν. Φρικτες αναμνησεις βιας και αγωνιας, που ο πατερας μου φροντισε να μεινουν για παντα και ανεξιτηλα χαραγμενες στην υπαρξη μου. Φυτεψε μεσα μου φοβιες που δε θα μπορεσω ποτε να ξεφορτωθω.
Δε νομιζω να καταφερει ποτε να με αγαπησει ετσι οπως ξερει οτι θα ηθελα. Δε νομιζω να εχει την ικανοτητα να το κανει.  Και εχω αρχισει να το αποδεχομαι αυτο ως πραγματικοτητα. Στα ειπα απλα ελπιζοντας να ξορκισω την οργη που νοιωθω οταν τον σκεφτομαι. Δε ξερω αν θα μπορουσε ποτε να γινει κατι τετοιο... αλλα τουλαχιστον επρεπε να προσπαθησω...
Κουραστηκα.
Κουραστηκα να ειμαι συνεχεια μεσα στα νευρα.
Κουραστηκα να σκεφτομαι συνεχεια τα μουτρα του.
Κουραστηκα να θυμαμαι οτι αυτος ηταν ο πατερας μου.
Ο πατερας μου, το τερας μου.
10 notes · View notes
kotopoule · 4 years ago
Text
“ Άλλαξες “
Το πρωτο μου αγορι, ο πρωτος ερωτας , το πρωτο φιλι . Ολα ειναι πιο ροδινα και ονειρεμενα στα 16. Νομιζεις οτι ζεις σε μια ταινια, οτι ολα θα πανε τελεια, ομως πουφ ξυπνας αποτομα με το χαστουκι που σου δινει η ζωη για να επανελθεις. 
Απο τοτε ειχαν περασει 4 χρονια. Ναι, 4 χρονια απο την τελευταια φορα που σε ειδα τοτε στην αποφοιτηση μας. Ειχαμε σταματησει απο τοτε να μιλαμ. Ενα γεια και αυτο με το ζορι βεβαια υπηρχαν ακομα καποιες στιγμες αναμεσα μας, βλεμματα, στιγμες που με υποστηριζες, στιγμες που ηλπιζα καποιοα πραγματα να ηταν διαφορετικα. 
Βλεπεις οσο διαφορετικοι μπορει να ημασταν σαν χαρακτηρες ξερεις το λεγομενο κακο παιδι  με τις ισως οχι και τοσο καλες και υποδειγματικες παρεες και το καλο κοριτσι του σχολειου που πρεπει παντα να ειναι υποδειγματικη σε ολα που παντα πρεπει να ειναι η πριγκιπισσα ολων και να λεει παντου ναι και να ειναι τελεια, αλλο τοσο μοιαζαμε στο μεσα μας ενιωθα το ιδιο με εσενα. Φοβομουν ομως μην το καταλαβεις. Ισως και αυτο να ηταν που να με τρομαζε πιο πολυ. Το να σε ζηλευω που μπορουσες να εισαι ο εαυτος σου και να τον υπερασπιζεσαι, γιατι εγω δυστυχως δεν μπορουσα. Μαλιστα ειχα τρομοκρατηθει οταν ανοιχτηκα εστω και λιγο αλλα οπως παντα με καθησυχασες. Με αγαπουσες και για τους δυο μας χωρις ομως εγω να το καταλαβω.
Σημερα, στην ιδια πολη δυο ξενοι. Οχι μεχρι πριν λιγο καιρο. Καθησα στην καφετερια που συχναζαμε απο τοτε στο λυκειο. Ποσο μου ειχε λειψει ολο αυτο το μερος . Καθησα με μια φιλη μου στο μεγαλο γωνιακο τραπεζι καθως περιμεναμε παρεα. Γελουσαμε και σαχλαμαριζαμε καθως μου μιλουσε για εναν τυπο που ειχε γνωρισει προσφατα, παργγειλαμε και τοτε γυρισα για να παρω τα τσιγαρα μου απο την τσαντα μου.
Τι ειρωνεια... Να καπνιζω εγω.. Θυμαμαι τοτε που καθομασταν ενα βραδυ σε εναν παγκακι με μπιρες, σε κοιτουσα καθως εκανες κυκλακια με τον καπνο του τσιγαρου και τοτε με κοιταξες με σοβαρο υφος και μου ειπες οτι αν ποτε  καπνιζα θα με σκοτωνες. 
Και τοτε το βλεμμα μου καρφωθηκε πανω σου, μονο που εσυ ηδη κοιταζες εμενα. Παγωσα, τα λιγα δευτερολεπτα που μειναμε ετσι μου φανηκαν αιωνας. Κι ξαφνηκα ενιωθα ολα οσα ειχα ζησει αυτους τους λιγους μηνες μαζι σου. Ολα τα ωραια και τα ασχημα, στιγμες , συναισθηματα.  Αουτς. Πολεμουσα τον εαυτο μου να μην σε ξανα κοιταξει. Ειχαμε αλλαξει. Πλεον δεν κοιτουσα ενα αγορι λυκειου, αλλα εναν νεαρο γεματο τρελα ονειρα, που ηταν πλεον πιο χαρουμενος απο οτι τοτε και ισως μια σταλα πιο σοβαρος. Ουτε εγω ημουν πλεον ιδια, για αρκετο καιρο τα τελευταια χρονια δεν ημουν ο εαυτος μου και τοτε ηταν στιγμες που καταλαβαινα για τους δαιμονες σου.. ειχα αρχισει να εχω και εγω τους δικους μου. Μονο που οταν σε ειδα ειχα ηδη απο καιρο αρχισει να τους κανω φιλους και να ξανα βρισκω τον εαυτο μου, ανανεωμενο να εχει πεταξει τις φοβιες του να τον υπερασπιζεται γι αυτο που ειναι και για τις αποψεις του ,να τον αγαπα λιγο λιγο με τα <<προβληματα>> του. Βλεπεις αργησα να σπασω το τσοφλι μου και να πεταξω μονη μου αλλα το καταφερα κια ισως να βοηθησες και εσυ σε καποια σημεια. 
Σηκωθηκα να παω στο μπανιο δεν αντεχα αλλο να ειμαι διπλα σου και να μην μπορω ουτε να σε κοιταξω, εσκαγα, κυριολεκτικα καιγομουν, ενιωθα οτι ολα μου τα αισθηματα με έπνιγαν και ειχαν γυρισει και απλα ηθελα να σε αρπαξω στην αγκαλια μου να σου πω ποσο μου ειχες λειψει να σε φιλησω και να σε αποχαιρετησω οπως επρεπε να ληξουμε καθε παρε��ηγηση που μπορει να ειχε υπαρξει.
Βεβαια δεν ζουμε σε ταινια και δυστυχως δεν μπορω να ειμαι ο σεναριογραφος σε ολες τις πτυχες της ζωης μου. Ξερες, ειμαι περισσοτερο του μονολογου και των ονειρων. Οι διαλογοι με δυσκολευουν λιγο ακομα και η δραση δεν ειναι το φορτε μου. 
Κοιταξα τον εαυτο μου στον καθρεφτη και εριξα παγωμενο νερο στα μουτρα μου για να συνελθω. Για μια στιγμη θα νομιζε κανεις οτι νιωθω αισθηματα ακομα για σενα. Ισως και να το κανω, μα τελικα μερικες φορες ειμαστε πιοτερο ερωτευμενοι με τις αναμνησεις που θελουμε να κρατησουμε και ειναι καλυτερα. Οι αναμνησεις δεν μπορουν να σε πονεσουν, οχι παντα τουλαχιστον και οχι ολες. Ετσι εγινε και με εσενα κρατησα μονο τις καλες, κρατησα πραγματα απο εσενα που εβλεπα μονο εγω και ισως ετσι να μπορεσω να διατηρησω το ονειρο του πρωτου ερωτα του εφηβικου εκεινου στα 16.
Κοιταξα για τελευταια φορα το ειδωλο μου στον καθρεφτη καθως σκουπιζα τα νερα απο πανω μου με ενα χαρτι. Στα ηχεια ακουγοταν το τραγουδι που ακουγαμε στην επιστροφη απο εκεινη την εκδρομη στην Αθηνα, φοροντας την καινουρια σου ζακετα και με ειχε παρει ο υπνος πανω σου και εσυ με κοροιδευες. 
Οταν βγηκα επεσα πανω σου.Το αρωμα σου ακομα το ιδιο αλλα εσυ αλλος τουλαχιστον στα ματια μου, μια βελτιωμενη εκδοση του εαυτου σου. Σου ταιριαζει.
 Χαιρετηθηκαμε, ρωτησες αν ειμαι καλα και πως τα παω στην καινουαρια μου ζωη. Σου ειπα χαρηκα που σε ειδα,μια αληθεια με μια δοση ψεμματος, και ελπιζω να τα περνας τελεια.
 Πριν προλαβω να κατεβω τις σκαλες σε ακουσα να φωναζεις το ονομα μου.
- Αλλαξες. 
Καθως με κοιτουσες με ενα υφος περιεργο. Διέκρινε κανεις  ενθουσιασμο, δυσπιστια ακομη και υπερηφανια θα ελεγα. Σαν γονιος που βλεπει το μικρο του να μεγαλωνει.
-Σε ευχαριστω? κανοντας σου μια γκριματσα αποριας που παντα με κοροιδευες γιατι ελεγες σου θυμιζα τον σκυλο σου... 
- Σου παει... μου εκλεισες το ματι, μου χαμογελασες και εφυγες.
Κι εκεινη την στιγμη ηταν που ευχηθηκα να ειχαμε γνωριστει αργοτερα. Να μωρε, με τις βελπτιωμενες εκδοσεις του εαυτου μας. Ετσι θα ειχαμε λιγο παραπανω χρονο. Να σε μαθω καλυτερα, να με μαθεις καλυτερα. Να σου δειξω πραγματικα πως ειμαι χωρις φοβο οτι θα με κρινεις εσυ ή οι αλλοι. Να ειχαμε καλυτερες στιγμες να θυμομαστε. Ελπιζω να περνας καλα και να εισαι χαρουμενος. Ξερω οτι σε λιγα χρονια δεν θα με θυμασαι και οτι ολα για σενα δεν θα ειναι παρα μονο μια θολη αναμνηση. Δεν με ενοχλει. Ξερεις με ανακουφιζει, γιατι ξερω οτι πλεον δεν κραταμε αυτη την παιδικη κακια που ειχαμε τοτε και μπορω να προχωρησω να ξεχασω να συγχωρησω. Ελπιζω να βρεις αυτη την αγαπη που ελεγες και να περνας καλα και να κανεις ολα τα ονειρα σου πραγματικοτητα. Και εγω να κανω τα ονειρα μου, να βρω τον εαυτο μου ολοκληρωτικα και να τον αγαπησω να προχωρησω και να κανω αυτο που με κανει χαρουμενη και με γεμιζει. 
Γιατι;
Γιατι, ΑΛΛΑΞΑΜΕ!  
39 notes · View notes
stkone · 5 years ago
Note
Πάνω σε τι γράφεις συνήθως. (Χαρτι/PC/κινητό) Και με πιο τρόπο (ακους το μπιτ να παίζει και ταυτόχρονα γράφεις η κάτι άλλο)
Εγω προσωπικά μπορώ να γράψω μονο στο pc συγκεντρωμένα. Αλλιώς αν πχ βαλουμε κάτω ενα κομμάτι σε studio session usually με το που σκέφτομαι κάτι απλά το ηχογραφώ. 
Απο εκεί και πέρα ναι, ακουω το μπιτ, i feel dem vibes και γράφω. 
46 notes · View notes
everythingwastakenxx · 5 years ago
Note
πως ξεπερνάς εναν ερωτα?
Του εγραψα ενα γραμμα,ειπα τα παντα απο τη μερα που τον γνωρισα,τον ερωτευτηκα μεχρι που τον σιχαθηκα...δεν ξερω αν ηταν αυτο μονο αλλα ενιωσα σαν να μην υπηρχε κατι αλλο μεσα μου για αυτον,μεινανε ολα πανω στο χαρτι.....not as easy as it sounds but yeah....
5 notes · View notes
xehasmenesithakes · 1 year ago
Text
Και φοβαμαι,φοβαμαι μη καπως ξεφυγει απο τα χερια μου μια απο τις μερες που σκεφτομαι κατι αλλο,φαινομενικα σημαντικοτερο και χασω αυτη τη δειψα που χω να γεμιζω το χαρτι και φοβαμαι μη χασω αυτη την ελπιδα για τον κοσμο και και αυτη τη λαχταρα για τον ερωτα.
Παντα σκεφτομουν τη ζωη μου σα ταινια,και ειναι ορισμενα τελη που ερχονται και καπου νιωθω πως τα χω ξαναδει πια.Και φοβαμαι ,μη νιωσω οτι το χω μαθει το εργο και χασω τον ενθουσιασμο .
Εντελει πιο πολυ με τρομαζει μια ζωη χωρις αισθημα παρα μια γεματη παθη και ας ειναι γεματη λαθη.Δεν ξερω τι να πω,νιωθω μεγαλος,και ταυτοχρονα μικρος.Μια,τα χανω στο βημα και την αλλη νιωθω πως ξερω ολο το δρομο.
Δεν μαρεσει η αισθηση του να ξερω,ακομα και αν ειναι παραισθηση.Δεν ��ελω να ξερω τιποτα,δεν θελω να ξερω τιποτα για τη ζωη και τιποτα για μενα και τιποτα για σενα και για οποιον εσυ,και δε θελω να ξερω τον ερωτα και ουτε ποσο πονα οταν χωριζουν ζωες ανθρωπων που αγαπηθηκαν και ουτε θελω να ξερω πως μυριζει το γιασεμι ή πως τελειωνει η ιστορια.
Και θελω να ξεχασω τους στιχους απο το πιο αγαπημενο τραγουδι μου και θελω να ξεχασω τι χρωματα εχει ο ουρανος οταν ο ηλιος δύει και θελω να ξεχασω την αισθηση των δαχτυλων σου στο κορμι μου και τον τροπο που φιλας.
Και να τα μαθω ολα απο την αρχη,να τα δω απο την αρχη να τα ακουσω να τα γευτω σαν να ταν χθες η πρωτη φορα που πατησα αυτο το χωμα.
Τι δεν θα δινα να ακουσω τις μουσικες μου σαν να ναι η πρωτη φορα,και να ξαφνιαστω απο το τελος της ιστοριας.Να ερωτευτω σαν να μη εχω νιωσει πονο ποτε.
Θελω να μεινω παιδι και να κοπω στη ταξη και καποιος να μου τα ξαναμαθει..ολα και να γινω καλυτερος.
Δε μπορω να σταματησω να ονειρευομαι λευκο χαρτι και ποσο αλλιωτικα θα μπορουσα να τα γραψω για τα ιδια,αν καποιος με μαθαινε ξανα.
Με κοιτω στον καθρευτη,και εχω αρχισει να με αναγνωριζω αλλα το μονο που σκεφτομαι ειναι οτι δε θα θελησω να κατασταλαξω ποτε.
6 notes · View notes
pareisakti · 5 years ago
Note
14
Ποια ειναι η ιστορια μου;
Φακ,ειναι δυσκολο να τα πω ολα χαχα
Λοιπον,σπουδαζω κοινωνιολογια..αλλα θελω να ακολουθησω και τον χορο,οποτε το τρεχω ταυτοχρονα.
Επισης,αποτυπωνω τις σκεψεις μου στο χαρτι οταν νιωθω οτι με πνιγουν,οταν εχω χρονο ζωγραφιζω μερη που ποτε δε θα παω,διαβαζω περιεργα βιβλια,τραγουδαω και γρατζουναω μια κιθαρα.
Εχω ενα γατι,την Τιαρα(απο το σκατιαρα,γιατι ρομαντισμος πανω απο ολα)..βασικα εχουμε ενα γατι γιατι μενω με το αγορι μου.Θα ηθελα ομως και σκυλο.Και πλεον που το ξαναδιαβάζω,έχουμε 2 γατιά.Μαζι.Ακομη,εχω κι εναν ετεροθαλη αδερφο.Ειναι περιεργο να τα εχεις ολα αυτα ξαφνικα οταν μεχρι τα 14,ημουν μοναχοπαιδι.Και γενικα μονη.Παιδι χωρισμενων γονιων με εναν πατερα που με επαιρνε τηλ μονο τις γιορτες.Ποτε δεν ταιριαξα σε μια παρεα(γι'αυτο και "παρεισακτη"),παντα αλλαζα και παντα κατεληγα μονη.Περασαν 19 ολοκληρα χρονια ζωης μεχρι να βρω επιτελους μια παρεα που με γεμιζει,εναν ανθρωπο που με καταλαβαινει και ειναι διπλα μου,κατι που με κανει να ξυπναω με διαθεση το πρωι(ο χορος) και πολλους πολλους φιλους που αν και μας χωριζει η χιλιομετρικη αποσταση..τους νιωθω πολυ κοντα μου (@elapoios γεια σου αδερφε).Παρολαυτα,παλιοτερα εχω πληγωθει πολυ απο ανθρωπους,με αποτελεσμα να μη θελω καν να με αγγιζουν..κι ετσι μονο τωρα αρχισα να τους ξαναεμπιστευομαι.
Πολλοι με λενε αντικοινωνικη,στην πραγματικοτητα ομως ή ντρεπομαι να ανοιχτω ή απλα δεν πιστευω οτι αξιζουν ολοι την προσοχη μου.
Δε φοβαμαι να πεθανω,δε φοβαμαι να ζησω και συχνα καταληγω να κανω ονειρα μεγαλα και τρελα.
Τελος,μαρεσει να δοκιμαζω διαφορα χομπι..γι'αυτο και μου ειναι δυσκολο να πω μονο ενα πραγμα με το οποιο ασχολουμαι οταν με ρωτανε.
12 notes · View notes
babygramgr · 5 years ago
Text
The carrot cake soft cookie
Tumblr media
Χθες βραδυ στον υπνο μου μου ηρθε μια αναλαμπη. Να φτιαξω ενα carrot cake μπισκοτο. Δεν κανω πλακα στον υπνο μου το σκεφτηκα! Λιγο η κλεισουρα απο την καραντινα, λιγο οι “δυσκολες μερες” του μηνα εεεε δεν θελω πολυ εγω να λαλησω και να σκεφτομαι μπισκοτα στον υπνο μου! 
Ξυπνησα λοιπον το επομενο πρωι, ειπα την ιδεα στον επιβλεπων σεφ του σπιτιου (την κορη ντε!) , πηρα εγκριση και αρχισα να ψαχνω να δω αν υπαρχει καμμια συνταγη με αυτη την ιδεα ή ειχα ανακαλυψει την πυριτιδα στον υπνο μου. Τελικα υπηρχε :-P Αλλα κλάσικ, ολες ηταν ανθυγιεινες για τα δικα μου γουστα. Αρα βρηκα 2-3 και τους αλλαξα τα φωτα ωστε να βγει ενα healthy version! 
Tumblr media
Η συνταγη φυσικα εγινε υπο την επιβλεψη και συμμετοχη του σεφ που προανεφερα, θελοντας και μη (καραντίνα remember? μπάστακα την εχω απο πανω μου μεχρι και στην τουαλετα), και ειναι η παρακατω: 
120γρ αμυγδαλοβουτυρο
120γρ βουτυρο
2 αυγα
1 μετριο καροτο τριμμενο (περιπου 60-70γρ)
1 κγ βανιλια
1 κσ κανελα κεϋλάνης
1/3 κγ μοσχοκαρυδο
1/2 κγ ginger
1 τσιμπιά αλάτι
150γρ ζαχαρη καρυδας (ή 130γρ μέλι)
300γρ αλευρι βρωμης
30γρ τριμμενη καρυδα
1 κγ baking soda χωρις αλουμινιο
50γρ σπασμενα καρυδια (ή καρύδια πεκάν αν βρειτε!) 
για το frosting:
120γρ τυρι κρεμα χωρις καραγενάνη
2 κσ maple syrop
1 κγ βανίλια 
Ανακατευουμε στο μιξερ το αμυγδαλοβουτυρο με το βουτυρο και τη ζαχαρη καρυδας (ή το μελι). Προσθετουμε το καροτο, τη βανιλια και τα αυγα και τα ανακατευουμε και αυτα ολα μαζι. Σε ενα ξεχωριστο μπολ εχουμε βαλει και ανακατεψει μαζι ολα τα στέρεα (αλευρι βρωμης, baking soda, καρυδα, αλάτι και τα μυρωδικα) και τα ριχνουμε μεσα στα υγρα και τα ανακτευουμε μεχρι να γινουν μια κολλωδης ζυμη. Τελος ριχνουμε μεσα τα σπασμενα καρυδια. 
Με ενα scoop παγωτου, βαζουμε ενα ενα τα scoop σε ενα ταψι με αντικολλητικο χαρτι φουρνου και φροντιζουμε να εχουν αποσταση μεταξυ τους γιατι θα ανοιξουν πολυ. (Εσεις δηλαδη θα αφησετε μια μπαλιτσα στο ταψι αλλά αυτα θα γινουν πλατιά μπισκοτα.) Στο δικο μου ταψι του φουρνο πχ χωρεσαν μονο 6 μπισκοτα καθε φορα. Τα ψηνετε στους 190 για 10′ και οταν βγαλετε το ταψι εξω αφηνετε σιγουρα 10′ να κρυωσουν πριν τα βαλετε σε μια πιατελα γιατι αλλιως θα σπασουν. Βγαινουν περιπου 20-22 τμχ, αναλογα το scoop σας!
Για το frosting απλα ανακατευεται τα υλικα και ειναι ετοιμο! Το απλωνεται πανω στο μπισκοτο ομως πρωτων αφου εχετε βαλει το frosting ψυγειο 1-2 ωριτσες και δευτερων ΑΦΟΥ εχει κρυωσει το μπισκοτο, οχι οσο ειναι ζεστο. 
Tumblr media Tumblr media Tumblr media Tumblr media
tip 1: για το χρωματιστο frosting στα σχεδια του καρότου προσθεσα κουρκουμα για το πορτοκαλί, και matcha green tea για το πρασινο 
tip 2: αν εχετε ��ρεξη να κανετε μεγαλη αλητεια (θα το καψουμε αποψε κυρ Στεφανε!) βαλτε και λιγα λευκα chocolate chip cookies μεσα! #γιαπάνταχοντροί 
tip 3: αντε για να μην ξεφευγω απο το υγιεινο της υποθεσης, μπορειτε να βαλετε μεσα και ο,τι αλλο nut θελετε, πχ σταφιδες ή κομματακια απο χουρμα. 
0 notes
gunpowderandhoney · 5 years ago
Text
Επιστροφή στα θρανία
Εντάξει, ένιωσα λίγο χαζή σήμερα. 
Το να τρέχει το μυαλό μου με ρυθμούς άτακτους και να αποτρέπει την συγκέντρωσή μου από κάτι σημαντικό που ��χω μπροστά μου, είχα να το νιώσω από το Λύκειο (ήλπιζα ότι αυτός ο εφιάλτης είχε τελειώσει με κάθε τρόπο, αλλά τελικά έκανα λάθος). 
Μόνο που πλέον δεν κάθομαι στο θρανίο και δεν εχω μπροστα μου εναν βαρετο καθηγητη: δου-λευ-ω.
Κι όμως, όταν σήμερα ένιωσα την ματαιότητα να ��ε καταπίνει, το νόημα να χάνεται (και παλι) στο σκοτάδι, δεν μπορούσα να βρω κανέναν αρκετά καλό λόγο για να κάνω το οτιδήποτε. Το μόνο που έπρεπε να κάνω είναι να σηκώσω το στυλο και να γραψω, σε ενα μικρο αυτοκολλητο χαρτακι που βρηκα μποστα μου, μικρες, αχαρες, μουτζουρινες λεξεις που μπλεκοταν η μια με την αλλη, ωστε σχεδον να μην μπορει κανεις να διαβασει ή να καταλαβει τι εγραφα. Δεν εγραφα για καποιον- ούτε για να επικοινωνησω συναισθηματα. Εγραφα για να δω το χαος να αποτυπωνεται στο χαρτι και τιςλεξεις να κατανεμονται ατακτα στο κιτρινο φοντο μεχρι που σχεδον χορεψαν μεχρι το τελος της σελιδας και το στυλο επεσε απο τα χερια μου. Μετα το σηκωσα και εγραψα ‘Στυλο Κατω’.
Δεν θυμαμαι τι εγραφα, μονο το πως ενιωθα- λεξεις αχαρες και ασυνδετες- σαν τωρα -που απλα φωναζαν/ τσιριζαν με μενος στο μελανι, πως αυτο που νιωθω δε μαφηνει να κανω οτιδηποτε αλλο περα απο αυτο. Δεν μπορω να δω τιποτα, να συμμετασχω σε τιποτα και δυστυχως ουτε να νιωσω τιποτα. Αυτο το δυνατο συναισθημα ειναι η ελλειψη καθε συναισθηματος.
Δεν νομιζω οτι αυτο ειναι καταθλιψη, γιατι δεν νιωθω καν θλιψη. Αισθανομαι απλα οτι ολα παγωσαν και εχασαν το χρωμα τους- ο κοσμος εγινε δισδιαστατος- και θυμηθηκα παλι οτι τιποτα απο ολα οσα κανω δεν εχει νοημα. Δεν προκειται ουτε για κραυγη φοβου προς το θανατο... δεν ξερω τι ειναι. ξερω μονο οτι επιβαλεται στην συγκεντρωση μου και χρειαζεται γραμματα για να δαμαστει.
ΥΓ. Το κείμενο με δομή και στόχο είναι κατι που το μυαλο μου δεν μπορει να συνταξει φυσικά. Πάντα καταλήγω σε μια ροή συνειρμική και άναρχη. Εύχομαι να μπορέσω να το αλλάξω.
0 notes