#εγώ και ποιός;;;!!
Explore tagged Tumblr posts
Text
Χειιιιι πήγα σε ένα μαγαζί με dvd και δίσκους στο Μοναστηράκι σήμερα και δεν θα πιστέψετε ΤΙ βρήκα. Εδώ δεν το πίστευα εγώ η ίδια.
Τα χαμένα συλλεκτικά dvd του Παρά Πέντε....20 ευρώ το ένα ναι αλλά τα ακούμπησα με τα ίδια μου τα χέρια. Νιώθω συγκινημένη.
#επίσης αγόρασα το μάμμα μία σε dvd αλλά αυτό είναι εκτός θέματος.#σοκ και δέος.#στο παρά πέντε#sto para pente#στο παρα πεντε#τα παραμιλητά της Αλεξάνδρας#Al's ramblings#τώρα μόνο να θυμηθώ ποιός μιούτουαλ τα εψαχνε.........#τα λέω ολα cd σε αυτό το ποστ αλλά τώρα που το ξανασκεφτομαι. νομίζω είναι dvd και εγώ είμαι χαζή. ουπς
30 notes
·
View notes
Text
Άκου, άκου
Ποιός μιλεί στα νερά και ποιός κλαίει – ακούς;
Ποιός γυρεύει τον άλλο, ποιός φωνάζει – ακούς;
Είμ’ εγώ που φωνάζω κι είμ’ εγώ που κλαίω, μ’ ακούς
Σ΄αγαπώ, σ’ αγαπώ, μ’ ακούς.
.
Οδυσσέας Ελύτης, Το Μονόγραμμα, 1971
#quotes#greek quotes#greek tumblr#life quote#beautiful quote#γρεεκ ποστς#ποιηση#ελληνικη ποιηση#ποιημα#ελληνικη λογοτεχνια#ποιήση#ελληνικο κουοτ#ελληνικα λογια#οδυσσεας ελυτης
177 notes
·
View notes
Text
Ήθελα να δω λίγο ήλιο.
Να ακουμπήσω λίγο φως.
Δεν ήθελα να έρθω εδώ
μόνο για να μεγαλώσω.
Δεν ξέρω τι είναι αυτοί οι θόρυβοι
και οι φωνές της πόλης
και γιατί κανείς δεν σταματά
να δει για λίγο τα άστρα...
...Όταν ήμουν γύρω στα πέντε
είχα ένα κίτρινο φορεματάκι
που ήταν από τα αγαπημένα μου
και το φορούσα πολύ τα καλοκαίρια.
Μου άρεσε πολύ να τρέχω
και παράβγαινα στο διάλειμμα με τα αγόρια της τάξης μου
γελώντας, στο προαύλιο του σχολείου.
Kαι δεν καταλάβαινα τους μεγάλους
που έτρεχαν, μα δεν γελούσαν
παρά μόνο ήθελαν κάτι να προφτάσουν.
Ένα λεωφορείο.
Μια προθεσμία.
Ένα πτυχίο.
Ένα πράσινο φανάρι.
Κι ύστερα δεν κατάλαβα καν πότε έγινα "κοτζάμ κοπέλα"
κι εκείν�� το φορεματάκι
δεν μου χωρούσε πια.
Δεν κατάλαβα καν πότε
έφτασα ίσα με το μπόι τους
και να που έτρεχα και δεν γελούσα πλέον
παρά μόνο ήθελα κι εγώ
όλο κάτι να προφτάσω.
Κάτι πάντα άπιαστο.
Κάτι πάντα απέραντο.
Κάτι πάντα ασήμαντο...
Κι ούτε ξέρω ποιός το όρισε σημαντικό.
Και τώρα γεμίζω ένα κουτί
με φάρμακα και γιατροσόφια
όπως κάνουν οι μεγάλοι
και τα παίρνουνε με την σειρά
"ένα στις πέντε, ένα στις εφτά
κι ένα άλλο πριν τον ύπνο"
μπας και περάσει η πραγματικότητα
και γίνουνε καλά.
Δεν θέλω πλέον τίποτα
παρά να θυμηθώ ξανά να τρέχω
όπως τότε στο προαύλιο
και να χωρέσω στο κίτρινο το φόρεμα
και να αρχίσω να γελάω
και να μην πρέπει να προφτάσω τίποτα
σημαντικό ή ασήμαντο
και να πετάξω από εκείνο το κουτί
όλα τα γιατροσόφια
και να το γεμίσω καραμέλες βουτύρου
από αυτές που φύλαγε η μαμά
κάτω κάτω στο ξύλινο ντουλάπι.
Δεν θέλω πλέον τίποτα
παρά μόνο να υπάρξω ελεύθερη
και να μην φοβάμαι όταν περνάει ο καιρός
παρά μόνο να γίνω φίλη του
και να παραβγαίνω μαζί του στα διαλείμματα
και να γελάω που ποτέ δεν τον κερδίζω.
Ήθελα να έρθω για να ζήσω.
Όχι απλά να μεγαλώσω.
Και τουλάχιστον όσο προχωρώ
να φυλάω μες τις τσέπες μου
λίγο ήλιο για τον δρόμο.
15 notes
·
View notes
Text
εγώ ξέρετε τι προτείνω; μετά το gtsm πολλ να κάνουμε πολλ για το ποιός απο τους ocs μας θα μπορούσε να είναι πιο καλός για τανγνηκλε σεξιμαν. προπαγάνδα: α) θα μιλήσουμε για δικά μας δημιουργήματα και επειδή θα είμαστε και μεταξύ μας δεν θα σκοτωθούμε κιολας β) θέλω να δω τους μπλορμπους σας και γ) θα έχει πλάκα :3 (τώρα θα ταγκάρω άτομα που ξέρω οτι έχουν δικούς τους χαρακτήρες αλλα by all means άμα πάρει μπρος η ιδέα όλοι οι καλοί χωράνε uwu @cannivalisms @cinnammontea @mousmoula)
28 notes
·
View notes
Note
Ποιός είναι εκείνος ο άνθρωπος που έχασες και σου κόστισε πραγματικά; Φαίνεσαι πολύ συνειδητοποιημένη όσον αφορά τους ανθρώπους και έχω περιέργεια αν έχασες ποτέ τον έλεγχο και τον εαυτό σου, χάνοντας κάποιον άνθρωπο.
Ps. I so love your blog and answers to asks you receive.
🥹❤️
Η γιαγιά μου.
Τους υπόλοιπους δεν τους έχασα, ή έφυγαν ή τους έδιωξα, που σε αυτές τις δύο περιπτώσεις, πάντα υπάρχει λόγος, συνεπώς δεν μου κόστισε τίποτα, ίσα ίσα. Ή έφυγαν από επιλογή, ή τους έδιωξα εγώ, από ��ική μου επιλογή, γιατί η δική μου η ηρεμία είναι πιο σημαντική από την ύπαρξή τους στην ζωή μου.
Εκείνη όμως, μου κόστισε πολλά...
Στην περίπτωση της, έχασ�� και τον έλεγχο και τον εαυτό μου. Στην περίπτωση της, ήξερα ότι δεν υπάρχει γυρισμός, δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να τη φέρω πίσω. Ούτε τα "σ'αγαπάω", ούτε τα "μου λείπεις" θα με κάνουν να κερδίσω μια ακόμα αγκαλιά, μερικών δευτερολέπτων, έστω.
Δεν ήταν ούτε δική μου επιλογή, ούτε δική της.
Συνεπώς, και σ'ευχαριστώ, χωρίς να θέλω να μακρυγορώ, είμαι όντως συνειδητοποιημένη όσον αφορά τους ανθρώπους και τον αποχωρισμό.
Όλα για κάποιο λόγο έγιναν και όλοι για κάποιο λόγο βρίσκονται εκεί που βρίσκονται, πια.
Ps. Thank you very much and I appreciate it, a lot.
Much love.🌹
3 notes
·
View notes
Text
• Lover's Goodbye •
Νιώθω σαν δέντρο
Με κλαδεψες και με άφησες ετσι
Ειμαι δηλητηριασμενο και ταλαιπωρημενο
Δεν μπορώ να χαρώ την ανοιξη, τον απαλο ζεστό αέρα, δεν εχω φύλλα να πετάξω
Να χορεύουν στα χέρια μου
Με το τραγούδι του ανέμου
Ειμαι ενα δέντρο
Παραπονεμενο και μονο
Ηρθε η ανοιξη και ανάμεσα στα χρώματα
Εγώ στεκομαι άσχημο και ατσουμπαλα στημένο
Δεν χορευω δεν κουνιεμαι
Δεν μυριζω ωραία
Μονάχα περιμένω
Ειμαι ενα δέντρο
Διψαω και ποναω
Οι πληγές μου δεν επουλωνονται
Δεν ανθιζω πια και δεν βλέπω τον ηλιο
Πήρες και τον ηλιο μαζι σου
Καθε ακτίνα φωτός
Καθε όμορφα συναίσθημα
Οπως το πρωτο ζεστό αερακι της ανοιξης
Που σου χαιδευει το μάγουλο
Για ενα δευτερόλεπτο
Και ζαλιζεσαι από γαλήνη
Γιατι ξέρεις οτι ο πόνος της φύσης τέλειωσε
Ειμαι ενα δέντρο
Ισως και να μην ειμαι πια ομως
--
Και όταν ξημερώνει και πέφτουν οι άμυνες και το μυαλό σιωπαινει και ηρεμεί νιώθω να πέφτουν όλα πάλι.
Μέσα στο φόβο μαύρισες και μέσα στο φόβο έστρωσες και κοιμήθηκες, τα δέντρα όμως δεν ζούνε καλό μου πλάσμα στο φόβο ούτε στο σκοτάδι. Θέλουν ήλιο και είχα να σου δώσω ήλιο πιστεύω όσο και να μη θέλησες να το δεις όσο και να φοβήθηκες να το δεις όσο και να κουράστηκες να το δείς.
Έρχεται μια από τις χειρότερες εποχες για μοναξιά αλλά η χειρότερη δεν έχει έρθει ακόμα αργεί λίγο.
Όταν θα πέσουν τα φύλλα από τα δέντρα και όταν η Γη θα γίνει άσπρη τότε θα θυμηθείς τη ζέστη που άφησες.
Είμασταν και οι δύο πολλοί δύσκολοι άνθρωποι και δεν σου δούλεψε.
Είμασταν και οι δύο φοβισμένοι,
Όμως
Όταν θα μείνεις μέσα στη μοναξιά μόνη σου χρόνια ολόκληρα, όταν ολα και όλοι γύρω σου θα μεγαλώνουν και άλλο και θα είναι χαρούμενοι ή έστω πρόσκαιρα χαρούμενοι, ανίκανη να δεις τη πραγματική ασχήμια του πρόσκαιρου, εσύ ελπίζω να θυμάσαι.
Ελπίζω να έχεις μερικές καλές αναμνήσεις στη ζωή σου και μερικές καλές από μένα.
Ελπίζω να θυμάσαι ποιός και τι πραγματικά είμαι.
Θέλησα να σου δώσω όλο το χώμα μου αλλά κουράστηκες.
Θέλησα να χτίσω καταφύγιο γύρω από το γυμνό δεντράκι που ήσουνα και να σε κρατήσω ασφαλή.
Θέλησα να δεις ότι καλό στοιχείο έχεις.
Θέλησα να σου δείξω όλα όσα δεν μπορείς να δεις σε σένα.
Δώσε χρόνο στη φύση και θα σου φέρει πίσω όσα σου "έκλεψα".
Λένε ότι αν σε ερωτευτεί ποιητής δεν θα πεθάνεις ποτέ. Εσύ δεν θα πεθάνεις ποτέ γιατί πάντα θα είσαι κρυμμένη στα κείμενα μου.
"Not finished"
2 notes
·
View notes
Text
Σκέφτηκα για μια στιγμή να στραφω και να μιλήσω σε ένα άτομο, το οποίο είναι μια οδυνηρα όμορφη ιδέα όταν δεν του επιτρέπεται να πάρει υπόσταση. Αυτό το άτομο, έχει θαρρώ μεγάλη δύναμη. Σίγουρα, δεν μπορεί να σηκώσει ούτε δύο κιλά από τα βαράκια του γυμναστηρίου, αλλά από την γέννησή του, είναι περισσότερο από ικανό για να σηκώνει, ασταμάτητα, άπειρα κιλά ζωής. Αυτό το άτομο πολλές φορές δεν μιλάει, μένει σιωπηλό για αιώνες, κουρνιασμένο στην γωνίτσα του, μια μικρή παγωμένη ή θερμή γωνιά, ανάλογα το ύψος ή το βάθος της ψυχής που διαφέρει κάθε φορά. Αλίμονο αν έχει τολμήσει να μιλήσει έστω και για λίγα δευτερόλεπτα. Προσπάθησα να ερμηνεύσω αυτό το ακατανόμαστο φαινόμενο. Κατέληξα στο συμπέρασμα πως δεν είναι ότι δεν θέλει. Ή μάλλον, δεν είναι ότι δεν ήθελε. Απλώς, κανείς ποτέ δεν του το επέτρεψε. Έτσι, πλέον αμφιβάλλω για το αν θέλει ακόμη. Τραντάζομαι φανερά και γουρλώνω τα μάτια μου στην ιδέα ότι δεν θα θελήσει ποτέ. Γι'αυτό, λέ�� να τολμήσω να ξεσκονησω λίγες από τις ιδέες που έχει τοποθετήσει στο πιο υψηλό μέρος του εγκεφάλου του και σιγά σιγά, να επιταχύνω, εμβαθύνοντας στο ποιόν του. Δεν ξέρω αν θα καταφέρω πολλά, λέω όμως να προσπαθήσω για άλλη μια φορά και ίσως να προσεγγίσω, έστω ποιοτικά, αυτό το γλυκά απαισιόδοξο πλάσμα που ονομάζεται "εγώ". Το όνομά του είναι αρκετά παραπλανητικό. Σε παραπέμπει σε μια δίν�� από εικόνες και αποφθέγματα βαρέων νοημάτων που στοχεύουν στο να διαλευκάνουν τις θεωρίες γύρω από το ένα φλέγον θέμα της ψυχολογίας του σήμερα, τον εγωισμό. Αν και στο άκουσμά του, λοιπόν, η ψυχή μου εξακολουθεί να τρέμει και η καρδιά μου να σιγοχτυπά, ίσως και να αξίζει τον κόπο να δοκιμάσω να φτιάξω έναν κώδικα επικοινωνίας που θα μας ενώνει. Χρησιμοποιώ την λέξη "ίσως" με ένα σκεπτικό που με χαρακτηρίζει. Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω. Ξέρω όμως, σίγουρα, ότι δεν θα τα παρατήσω. Ο ξεκάθαρος αντικειμενικός σκοπός μου ενδεχομένως να έλεγε κανείς πως είναι να προβάλλω τον αληθινό εαυτό του ατόμου, όμως όποιος το πιστεύει αυτό, επιτρέψτε μου να πω πώς σφάλλει δίχως δεύτερη σκέψη. Ο ξεκάθαρος αντικειμενικός σκοπός μου, ο λόγος και ίσως και η αιτία που σκέφτομαι να ξεκινήσω αυτήν την αδιανόητη μάχη να μάθω το πραγματικό "εγώ", υπόκειται στο ότι θέλω να νιώσω και όχι απλώς να λέω πως είμαι, ελεύθερος. Πολλοί δεν θα καταλάβουν αυτήν την παράγραφο όπως πράγματι την εννοώ. Γι'αυτό, θα διακινδυνεύσω να εκπροσωπήσω όλους εκείνους τους αδικοχαμένους ποιητές που πάλεψαν και έχασαν στην μάχη τους με το "εγώ". Μια τεράστια παραφρόνηση δημιουργείται όταν αναφερόμαστε στην έννοια "ποιητές". Ξέρω, πως στο άκουσμα αυτού του όρου, το μυαλό ξεφεύγει και ζωγραφίζει στην μνήμη του ξενιστή του εικόνες που αντικατοπτρίζουν μια θλιβερή πραγματικότητα, βασισμένη σε στερεότυπα και προκαταλήψεις. Ποιητής δεν είναι μόνο ο καλλιτέχνης που χρησιμοποιεί ένα τσαλακωμένο χαρτί για να ξετυλίξει πάνω του το μπλεγμένο κουβάρι που δημιουργούν οι σκέψεις του, κρατώντας γερά στο χέρι του μια πένα που στάζει αίμα σε κάθε λέξη. Ποιητής είναι όποιος νιώθει. Ποιητής είναι ο κωφάλαλος γεράκος που ψήνει καστανα στην άκρη του δρόμου μια κρύα νύχτα του χειμώνα στην Λεμεσό, κοιτάζοντας ψηλά τον ουρανό με κλειστά τα μάτια, αφουγκράζοντας την βουή του κόσμου τριγύρω του, μυρίζοντας τις στάχτες από τα κάρβουνα που καίνε νωχελικά πάνω τους οι μνήμες και τα όνειρα για μια νέα αρχή, αποστηθίζοντας το ποίημα που συνέθεσαν τα πουλιά γύρω από τα σύννεφα στον ουρανό και νιώθοντας τις απαλές σταγόνες της βροχής που σημαίνουν την λήξη της χειμερινής περιόδου. Ποιός μπορεί να αρνηθεί ότι αυτός ο κύριος είναι ο ορισμός ενός ποιητή; Ακόμη κι όταν όλοι λένε το αντίθετο, εκείνος ξέρει την αλήθεια. Δεν είναι εγωιστής, μα οριακ�� "τέλειος", διότι κατάφερε με λίγο ή πολύ κόπο, να φτιάξει μια σύρραγγα μεταξύ του εαυτού του και του "εγώ" και να επικοινωνήσει μαζί με την ψυχή του. Κατάφερε να κάνει το πλέον ακατόρθωτο για την κοινωνία, να νιώσει. Γι'αυτό, δικαιωματικά, του αξίζει να (αυτο)αποκαλείται ποιητής.
Τρομερό γεγονός είναι το ότι οι ποιητές, ξέρουμε τα πάντα γύρω από το "εγώ" μας, όμως, διστάζουμε επιδεικτικά να μάθουμε το ποιόν του. Ακόμη κι όταν έχουμε πλήρη αυτογνωσία, τίποτα δεν μας εγγυάται το κοντινό και μακρινό μέλλον. Γι'αυτό, ο καθένας μας βρίσκει την απόλυτη ομορφιά στις καθολικά ασχημότερες εικόνες, πόλεις και καταστάσεις. Η προσωπική μου ευχαρίστηση έχει να κάνει με το γιασεμί. Αντικρίζοντας αυτό το μικροσκοπικό λουλουδάκι που για μένα αντιπροσωπεύει τον κόσμο όλο, νιώθω βαθιά μέσα μου τον νεαρό μου εαυτό να χαμογελά. Έχετε νιώσει ποτέ τον νεότερό σας εαυτό να σας χαμογελά; Νοητά, θα αγκαλιάσω με την χούφτα μου ενα μικρό γιασεμί και θα μεταφερθώ στο νησί των Φαιάκων. Το γιασεμί, απλώνοντας στις ζάρες της παλάμης μου το κατάλευκό του χρώμα, υποδηλώνει την αθωότητα και την αγνότητα της ψυχής, ενώ η μυρωδιά του, ξεδιπλώνει μέσα μου όλα τα όνειρα και τις φιλοδοξίες που καλλιεργώ από μικρό παιδί. Σε κάθε πέταλό του, βλέπω και μια διαφορετική πτυχή του εαυτού μου που συνοδεύεται από μια ανάμνηση χαμένη στον χρόνο. Το εύθραυστο, φαινομενικά, κοτσανάκι του, προασπίζει όλες μου τις ανασφάλειες, αφού, αν προσπαθήσω να το κόψω, το ζουμί του χύνεται ως ένα κολλώδες αδιάφανο υγρό στο χέρι μου, αφήνοντας τους φόβους του "εγώ" μου να κατρακυλήσουν στο νωπό έδαφος. Όταν τελικά κόβεται, αν το ποτίσω με νερό, η ρίζα του αναγεννιέται, δείχνοντάς μου πώς μια πρασινάδα, κρύβει μέσα της όλη την δύναμη της ζωής. Το γιασεμί δεν αντέχει πολύ όταν το κόβεις. Χάνει τον εαυτό του, όμως ποτέ δεν παρατά τον χαρακτήρα του. Ξέρει πως έρχεται το τέλος μα δεν παραπονιέται. Κρατά τα πέταλά του ανοιχτά, ακόμη κι όταν αφήνει την τελευταία του πνοή, γεμίζοντας με δέος όλους όσους το παρατηρούν κάτω από το μικροσκόπιο. Δεν αλλοτριώνεται. Το γιασεμί πασχίζει να ονειρεύεται μέχρι τέλους. Γι'αυτό διατηρείται στην ζωή περισσότερο από το αναμενόμενο. Γιατί, μέχρι τέλους, νιώθει. Έτσι, ως ποιητής υποκλίνομαι στον δικό μου ορισμό για την ποίηση, στο δικό μου γιασεμί. Εκείνο που μου δίδαξε πως το "εγώ" δεν είναι αντίπαλος, μα σταθερός σύμμαχός μου. Εκείνο υιοθέτησε κάτω από τα πέταλά του όλες τις ελπίδες και τις προσδοκίες που έγιναν πραγματικότητα και ξέχασε οποιαδήποτε κοπή και βάσανο κι αν ήλθε. Αρκούσε που δεν έμεινε ενωμένο με έναν τοίχο στο στενό και για λίγα δευτερόλεπτα, "περπάτησε" μαζί με το χέρι που το κουβαλούσε, φτάνοντας μέχρι και το δίπλα στενό, κατορθώνοντας το ακατόρθωτο για τα υπόλοιπα δειλά γιασεμιά και τσαμτσαμίνια. Να φτάσει σε ένα στενό που δεν είχε ξαναδεί. Δεν θα το ξαναδεί, ισχύει. Δεν το νοιάζει όμως. Ξέρει πως πέθανε εκπληρώνοντας το όνειρό του, να δει εκείνο το στενό. Και το είδε. Πώς; Τολμώντας να ερωτευτεί το "εγώ" του και να το προστατεύσει κάτω από το ολόλευκό του χρώμα, ένα χρώμα που κατάφερε να μείνει αναλλοίωτο στον χρόνο, κατι που κατάφερε να μην χάσει ποτέ.
Copyright © 2024 Christine Aggeli. All rights reserved.
#young author#poetry#novel writing#viral#viralpost#writers and poets#new writing#writers on tumblr#self love#viral worldwide#ελληνικά#ελληνικαα#ελλάδα#ελληνικά στιχάκια#ελληνικο ποστ#ελληνικα#ελληνικο tumblr#ελληνικο ταμπλρ#γρεεκ φωτο#γρεεκ λοβ#γρεεκ τεξτ#γρεεκ ποστς#γρεεκ κουοτς#γρεεκ ταμπλρ#γρεεκ μπλογκ#γκρικ μπλογκ#γκρικ ταμπλερ#γκρικ ποστ#γκρεεκ#γκρικ κουοτς
5 notes
·
View notes
Text
Αταραξία υπό του μηδενός
Απλώνει μια χειραψία υπερβολικά γνωστή σε εμένα,
σταδιακά σπάω ό,τι είναι κρύο
διότι είμαι ο ίδιος ο Χειμώνας
ποιός ήξερε ότι βρίσκεται ήδη στην Άνοιξη.
Βρίσκομαι στην ψυχρότερη εποχή μου,
έχω κολλημένα τα βλέφαρα εκτός της τροχιάς μου
είμαι ασφαλής εκεί,
όσο όλοι μπαίνουν σε προχωρημένη αποσύνθεση αφήνοντας με πίσω.
Δεν ξέρω τι να κάνω με όσα μου έδωσε,
ξέρω όμως ότι διεξασφάλισα την αθανασία του αφήνοντας αποτυπώματα,
για εμένα τρείς ώρες είναι ίσες με τρία λεπτά
η θλίψη είναι σαν μία δεκαετία.
Είσαι πέντε ετών επάνω στους ώμους του πατέρα σου,
δεκαπέντε στους ώμους της μητέρας,
είκοσιπέντε πλέον κουβαλάς τον κόσμο στους δικούς σου ώμους,
στα τριανταπέντε έχεις μόνο εσένα στις πέντε το πρωί.
Η Θεωρία του Χάους λειτουργεί αντίστροφα σε εμένα,
με διαστρεβλώνει μαζί με τον νεότερο εαυτό μου,
δεν έχω κανέναν πλέον για να του τραγουδάω και να κοιμηθεί,
τα μαλλιά μου μακραίνουν σταδιακά αλλά εγώ χάνω ύψος.
Επιζητώ να γίνω ένα από τα στοιχεία που συνθέτουν το αίμα σου,
σε άφησα μέσα ενώ τα τείχη έπεφταν,
την ώρα που πάω να πιαστώ από το πόμολο της πόρτας,
το ταβάνι πέφτει επάνω μου.
Με αφήνω στο έλεος της κατανάλωσης με όλα τα εφόδιά μου,
ξεχαρβαλώνομαι όταν μένω στο περιθώριο,
νευρωτικοί παλμοί σε συνδυασμό με σήματα Μορς,
δεν έχω σπίτι,
ούτε μέρος να κοιμηθώ χωρίς μαχαίρια,
μόνο μέρη που ξυπνάω με πληγές και μελανιές.
Αυτήν την φορά θα με αφήσω στον εαυτό μου.
Milena
#ελληνικα#a self portrait in letters#greek tumblr#greek posts#greek poetry#greek poem#greek texts#greek quotes#ελληνες ποιητες#ελληνικο tumblr#ελληνικο ποστ#ελλάδα#ελληνικο ταμπλρ#ποιημα#ποιήματα#ποιηση#ποίηση#γρεεκ ποστς#γκρικ ποστ#γρεεκ ταμπλρ#γρεεκ μπλογκ#γρεεκ τεξτ#γρεεκ κουοτς
5 notes
·
View notes
Text
Όταν πέθανε ο παππούς μου συνειδητοποίησα τον θάνατο. Ήμουν παιδί νομίζω 8 χρόνων. Γι’ αυτό γελάω όταν βγαίνουν και μιλάνε πως όταν είσαι 5 ή 6 δεν ξέρεις τι σου γίνεται και ποιός είσαι. Καθώς πολλά πράγματα ακόμα πιο μικρός. Τότε έκλαψα πολύ, ήμουν στο δωμάτιο μου κλεισμένος, και κοιτούσα το γραφείο που μου είχαν πάρει, και όλα τα αντικείμενα που είχα στο δωμάτιο μου. Πως είμαστε περαστικοί, και μιά μέρα όλοι θα πεθάνουμε, δεν είμαι α��άνατος. Και πως τα αντικείμενα θα επιβιώσουν, όχι εμείς. Ήταν φρικτό συναίσθημα όταν αρχίζεις και το αντιλαμβάνεσαι. Παρόλα αυτά, το είχα ξεπεράσει, και σαν παιδί και εγώ ζούσα με άγνοια κινδύνου, κάνοντας πράγματα που σήμερα δεν νομίζω να ζούσα. Μεγαλώνοντας αντιλαμβάνεσαι κάπως την σοβαρότητα. Δεν ξέρω γιατί βιάστηκα να μεγαλώσω. Δεν θα είσαι για πάντα παιδί. Ενώ ενήλικας θα είσαι μέχρι το τέλος της πορείας σου. Δεν ξέρω γιατί κάποιοι βγαίνουν και λένε “δεν ξέρω αν πρέπει στα παιδιά μου να διαβάζω παραμύθια” οι επιστήμονες και ειδικοί έχουν πει πως κρύβουν σκοτεινά μηνύματα. Σορρυ μπρο, ξέρω γω. Με ανθρώπους ζεις, δεν ζεις στην ουτοπία. Αν πιστεύεις από το δημοτικό, μην σου πω απ’ το νηπιαγωγείο δεν θα συναντήσει το παιδί σου άλλα παιδιά που θα είναι κακά, είσαι πραγματικά ηλίθιος.
2:26 μεσημέρι.
18/8/23
-Δαιμεώδης
13 notes
·
View notes
Text
Αν αυτοκτονήσεις είσαι εγωιστής λένε
Και ζώ για άτομα που δεν είναι καν στη ζωή μου
Για άτομα που δεν χρειάζεται να κουβαλάνε μόνιμα ενα κενό μέσα τους
Για άτομα που δεν βάζουν τα κλάματα το πρωί επειδή ξύπνησαν
Για άτομα που δεν βλέπω
Άτομα που δεν μιλάμε
Άτομα που είναι καλα
Αλλά στην τελική αυτό είναι το σωστό να πείς ε;
Πρέπει να πεις στον άλλο ότι δεν πρέπει
Για ποιόν όμως το λές τελικά;
Εμένα; Εσένα; Επειδή πρέπει; Τι άλλο να πείς κιόλας
Και στο τέλος
Ποιός είναι εγωιστής;
Αυτός που θέλει να σταματήσει να πονάει η αυτός που ζητάει απο τον άλλο να πονάει για να μην πονέσει αυτός;
Εγώ;
Η
Εσύ;
3 notes
·
View notes
Text
“Ελένη”(“Helen”). A poem of Giorgos Seferis with English translation
Ελένη
ΤΕΥΚΡΟΣ: …ἐς γῆν ἐναλίαν Κύπρον, οὗ μ’ ἐθέσπισεν
οἰκεῖν Ἀπόλλων, ὄνομα νησιωτικὸν
Σαλαμῖνα θέμενον τῆς ἐκεῖ χάριν πάτρας.
.........................................................
ΕΛΕΝΗ: Οὐκ ἦλθον ἐς γῆν Τρῳάδ’, ἀλλ’ εἴδωλον ἦν.
.........................................................
ΑΓΓΕΛΟΣ: Τί φῄς;
Νεφέλης ἄρ’ ἄλλως εἴχομεν πόνους πέρι;
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ, ΕΛΕΝΗ
«Τ’ αηδόνια δε σ’ αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες».
Αηδόνι ντροπαλό, μες στον ανασασμό των φύλλων,
συ που δωρίζεις τη μουσική δροσιά του δάσους
στα χωρισμένα σώματα και στις ψυχές
αυτών που ξέρουν πως δε θα γυρίσουν.
Τυφλή φωνή, που ψηλαφείς μέσα στη νυχτωμένη μνήμη
βήματα και χειρονομίες· δε θα τολμούσα να πω φιλήματα·
και το πικρό τρικύμισμα της ξαγριεμένης σκλάβας.
«Τ’ αηδόνια δε σ’ αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες».
Ποιές είναι οι Πλάτρες; Ποιός το γνωρίζει τούτο το νησί;
Έζησα τη ζωή μου ακούγοντας ονόματα πρωτάκουστα:
καινούριους τόπους, καινούριες τρέλες των ανθρώπων
ή των θεών·
η μοίρα μου που κυματίζει
ανάμεσα στο στερνό σπαθί ενός Αίαντα
και μιαν άλλη Σαλαμίνα
μ’ έφερε εδώ σ’ αυτό το γυρογιάλι.
Το φεγγάρι
βγήκε απ’ το πέλαγο σαν Αφροδίτη·
σκέπασε τ’ άστρα του Τοξότη, τώρα πάει νά βρει
την καρδιά του Σκορπιού, κι όλα τ’ αλλάζει.
Πού είν’ η αλήθεια;
Ήμουν κι εγώ στον πόλεμο τοξότης·
το ριζικό μου, ενός ανθρώπου που ξαστόχησε.
Αηδόνι ποιητάρη,
σαν και μια τέτο��α νύχτα στ’ ακροθαλάσσι του Πρωτέα
σ’ άκουσαν οι σκλάβες Σπαρτιάτισσες κι έσυραν το θρήνο,
κι ανάμεσό τους —ποιός θα το ’λεγε— η Ελένη!
Αυτή που κυνηγούσαμε χρόνια στο Σκάμαντρο.
Ήταν εκεί, στα χείλια της ερήμου· την άγγιξα, μου μίλησε:
«Δεν είν’ αλήθεια, δεν είν’ αλήθεια» φώναζε.
«Δεν μπήκα στο γαλαζόπλωρο καράβι.
Ποτέ δεν πάτησα την αντρειωμένη Τροία».
Με το βαθύ στηθόδεσμο, τον ήλιο στα μαλλιά, κι αυτό το ανάστημα
ίσκιοι και χαμόγελα παντού
στους ώμους στους μηρούς στα γόνατα·
ζωντανό δέρμα, και τα μάτια
με τα μεγάλα βλέφαρα,
ήταν εκεί, στην όχθη ενός Δέλτα.
Και στην Τροία;
Τίποτε στην Τροία — ένα είδωλο.
Έτσι το θέλαν οι θεοί.
Κι ο Πάρης, μ’ έναν ίσκιο πλάγιαζε σα νά ηταν πλάσμα ατόφιο·
κι εμείς σφαζόμασταν για την Ελένη δέκα χρόνια.
Μεγάλος πόνος είχε πέσει στην Ελλάδα.
Τόσα κορμιά ριγμένα
στα σαγόνια της θάλασσας στα σαγόνια της γης·
τόσες ψυχές
δοσμένες στις μυλόπετρες, σαν το σιτάρι.
Κι οι ποταμοί φουσκώναν μες στη λάσπη το αίμα
για ένα λινό κυμάτισμα για μια νεφέλη
μιας πεταλούδας τίναγμα το πούπουλο ενός κύκνου
για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη.
Κι ο αδερφός μου;
Αηδόνι αηδόνι αηδόνι,
τ’ είναι θεός; τί μη θεός; και τί τ’ ανάμεσό τους;
«Τ’ αηδόνια δε σ’ αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες».
Δακρυσμένο πουλί,
στην Κύπρο τη θαλασσοφίλητη
που έταξαν για να μου θυμίζει την πατρίδα,
άραξα μοναχός μ’ αυτό το παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως αυτό ειναι παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως οι ανθρώποι δε θα ξαναπιάσουν
τον παλιό δόλο των θεών·
αν είναι αλήθεια
πως κάποιος άλλος Τεύκρος, ύστερα από χρόνια,
ή κάποιος Αίαντας ή Πρίαμος ή Εκάβη
ή κάποιος άγνωστος, ανώνυμος, που ωστόσο
είδε ένα Σκάμαντρο να ξεχειλάει κουφάρια,
δεν το ’χει μες στη μοίρα του ν’ ακούσει
μαντατοφόρους που έρχουνται να πούνε
πως τόσος πόνος τόση ζωή
πήγαν στην άβυσσο
για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη.
Γιώργος Σεφέρης. 1955. Κύπρον, οὗ μ᾿ ἐθέσπισεν. Αθήνα: Ίκαρος. Και στον συγκεντρωτικό τόμο: Γιώργος Σεφέρης. [1972] 1985. Ποιήματα. 15η έκδ. Αθήνα: Ίκαρος.
Helen
BY GEORGE SEFERIS
TRANSLATED BY EDMUND KEELEY
Teucer: . . . in sea-girt Cyprus, where it was decreed by Apollow that I should live, giving the city the name of Salamis in memory of my island home. . . . . . . . . . . Helen: I never went to Troy; it was a phantom. . . . . . . . . . . Servant: What? You mean it was only for a cloud that we struggled so much? — Euripides, Helen
‘The nightingales won’t let you sleep in Platres.’
Shy nightingale, in the breathing of the leaves,
you who bestow the forest’s musical coolness
on the sundered bodies, on the souls
of those who know they will not return.
Blind voice, you who grope in the darkness of memory
for footsteps and gestures — I wouldn’t dare say kisses —
and the bitter raving of the frenzied slave-woman.
‘The nightingales won’t let you sleep in Platres.’
Platres: where is Platres? And this island: who knows it?
I’ve lived my life hearing names I’ve never heard before:
new countries, new idiocies of men
or of the gods;
my fate, which wavers
between the last sword of some Ajax
and another Salamis,
brought me here, to this shore.
The moon
rose from the sea like Aphrodite,
covered the Archer’s stars, now moves to find
the heart of Scorpio, and alters everything.
Truth, where’s the truth?
I too was an archer in the war;
my fate: that of a man who missed his target.
Lyric nightingale,
on a night like this, by the shore of Proteus,
the Spartan slave-girls heard you and began their lament,
and among them — who would have believed it? — Helen!
She whom we hunted so many years by the banks of the Scamander.
She was there, at the desert’s lip; I touched her; she spoke to me:
‘It isn’t true, it isn’t true,’ she cried.
‘I didn’t board the blue bowed ship.
I never went to valiant Troy.’
Breasts girded high, the sun in her hair, and that stature
shadows and smiles everywhere,
on shoulders, thighs and knees;
the skin alive, and her eyes
with the large eyelids,
she was there, on the banks of a Delta.
And at Troy?
At Troy, nothing: just a phantom image.
That’s how the gods wanted it.
And Paris, Paris lay with a shadow as though it were a solid being;
and for ten whole years we slaughtered ourselves for Helen.
Great suffering had desolated Greece.
So many bodies thrown
into the jaws of the sea, the jaws of the earth
so many souls
fed to the millstones like grain.
And the rivers swelling, blood in their silt,
all for a linen undulation, a filmy cloud,
a butterfly’s flicker, a wisp of swan’s down,
an empty tunic — all for a Helen.
And my brother?
Nightingale nightingale nightingale,
what is a god? What is not a god? And what is there in between them?
‘The nightingales won’t let you sleep in Platres.’
Tearful bird,
on sea-kissed Cyprus
consecrated to remind me of my country,
I moored alone with this fable,
if it’s true that it is a fable,
if it’s true that mortals will not again take up
the old deceit of the gods;
if it’s true
that in future years some other Teucer,
or some Ajax or Priam or Hecuba,
or someone unknown and nameless who nevertheless saw
a Scamander overflow with corpses,
isn’t fated to hear
messengers coming to tell him
that so much suffering, so much life,
went into the abyss
all for an empty tunic, all for a Helen.
George Seferis, "Helen" from Collected Poems (George Seferis). Translated, edited, and introduced by Edmund Keeley and Philip Sherrard. Copyright © 1995 by George Seferis. Reprinted by permission of Princeton University Press.Source: George Seferis: Collected Poems (Princeton University Press, 1995).
Giorgos Seferis (1900-1971), a career diplomat, was major Greek poet of the 20th century (1963 Nobel Prize of literature).
I remind that the version of the events according to which Helen never went to Troy, but she was in Egypt during the whole Trojan war is of Herodotean origin (The Histories, Book II, 116-117). Euripides later reworked this version, introducing as part of the plot the story that the gods had sent to Troy a phantom in Helen’s place, a phantom for which Greeks and Trojans were killing each other for ten years...
5 notes
·
View notes
Text
ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ -απόσπασμα-μονόγραμμα
μΘα πενθώ πάντα – μ’ ακούς; – για σένα,
μόνος, στον Παράδεισο.
Ι.
Θα γυρίσει αλλού τις χαρακιές
Της παλάμης, η Μοίρα, σαν κλειδούχος
Μια στιγμή θα συγκατατεθεί ο Καιρός
Πώς αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι
Θα παραστήσει ο ουρανός τα σωθικά μας
Και θα χτυπήσει τον κόσμο η αθωότητα
Με το δριμύ του μαύρου του θανάτου.
ΙΙ.
Πενθώ τον ήλιο και πενθώ τα χρόνια που έρχονται
Χωρίς εμάς και τραγουδώ τ’ άλλα που πέρασαν
Εάν είναι αλήθεια
Μιλημένα τα σώματα και οι βάρκες που έκρουσαν γλυκά
Οι κιθάρες που αναβόσβησαν κάτω από τα νερά
Τα “πίστεψέ με” και τα “μη”
Μια στον αέρα, μια στη μουσική
Τα δυό μικρά ζώα, τα χέρια μας
Που γύρευαν ν’ ανέβουνε κρυφά το ένα στο άλλο
Η γλάστρα με το δροσαχί στις ανοιχτές αυλόπορτες
Και τα κομμάτια οι θάλασσες που ερχόντουσαν μαζί
Πάνω απ’ τις ξερολιθιές, πίσω απ’ τους φράχτες
Την ανεμώνα που κάθισε στο χέρι σου
Κι έτρεμε τρεις φορές το μωβ τρεις μέρες πάνω από τους καταρράχτες
Εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδώ
Το ξύλινο δοκάρι και το τετράγωνο φαντό
Στον τοίχο, τη Γοργόνα με τα ξέπλεκα μαλλιά
Τη γάτα που μας κοίταξε μέσα στα σκοτεινά
Παιδί με το λιβάνι και με τον κόκκινο σταυρό
Την ώρα που βραδιάζει στων βράχων το απλησίαστο
Πενθώ το ρούχο που άγγιξα και μου ήρθε ο κόσμος.
IΙΙ.
Έτσι μιλώ για σένα και για μένα
Επειδή σ’ αγαπώ και στην αγάπη ξέρω Να μπαίνω σαν Πανσέληνος Από παντού, για το μικρό το πόδι σου μες στ’ αχανή σεντόνια Να μαδάω γιασεμιά – κι έχω τη δύναμη Αποκοιμισμένη, να φυσώ να σε πηγαίνω Μεσ’ από φεγγερά περάσματα και κρυφές της θάλασσας στοές Υπνωτισμένα δέντρα με αράχνες που ασημίζουνε
Ακουστά σ’ έχουν τα κύματα Πώς χαιδεύεις, πώς φιλάς Πώς λες ψιθυριστά το “τι” και το “ε” Τριγύρω στο λαιμό στον όρμο Πάντα εμείς το φως κι η σκιά
Πάντα εσύ τ’ αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτεινό πλεούμενο Πάντα εσύ το λιμάνι κι εγώ το φανάρι το δεξιά Το βρεγμένο μουράγιο και η λάμψη επάνω στα κουπιά Ψηλά στο σπίτι με τις κληματίδες Τα δετά τριαντάφυλλα, το νερό που κρυώνει Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά που μεγαλώνει Το γερτό παντζούρι εσύ, ο αέρας που το ανοίγει εγώ Επειδή σ’ αγαπώ και σ’ αγαπώ Πάντα εσύ το νόμισμα κι εγώ η λατρεία που το εξαργυρώνει:
Tόσο η νύχτα, τόσο η βοή στον άνεμο Τόσο η στάλα στον αέρα, τόσο η σιγαλιά Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική Καμάρα τ’ ουρανού με τ’ άστρα Τόσο η ελάχιστή σου αναπνοή
Που πια δεν έχω τίποτε άλλο Μεσ’ στους τέσσερεις τοίχους , το ταβάνι, το πάτωμα Να φωνάζω από σένα και να με χτυπά η φωνή μου Να μυρίζω από σένα και ν’ αγριεύουν οι άνθρωποι Επειδή το αδοκίμαστο και το απ’ αλλού φερμένο Δεν τ’ αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ ακούς Είναι νωρίς ακόμη μεσ’ στον κόσμο αυτόν αγάπη μου
Να μιλώ για σένα και για μένα.
ΙV.
Είναι νωρίς ακόμη μεσ’ στον κόσμο αυτόν, μ’ ακούς
Δεν έχουν εξημερωθεί τα τέρατα, μ’ ακούς
Το χαμένο μου αίμα και το μυτερό, μ’ ακούς
Μαχαίρι
Σαν κριάρι που τρέχει μεσ’ στους ουρανούς
Και των άστρων τους κλώνους τσακίζει, μ’ ακούς
Είμ’ εγώ, μ’ ακούς
Σ’ αγαπώ, μ΄ακούς
Σε κρατώ και σε πάω και σου φορώ
Το λευκό νυφικο της Οφηλίας, και μ’ ακούς
Πού μ’ αφήνεις, πού πας και ποιός, μ’ ακούς
Σου κρατεί το χέρι πάνω απ’ τους κατακλυσμούς
Οι πελώριες λιάνες και των ηφαιστείων οι λάβες
Θά’ ρθει μέρα, μ’ ακούς
Να μας θάψουν κι οι χιλιάδες ύστερα χρόνοι, μ’ ακούς
Λαμπερά θα μας κάνουν πετρώματα, μ’ ακούς
Να γυαλίσει επάνω τους η απονιά, μ’ ακούς
��ων ανθρώπων
Και χιλιάδες κομμάτια να μας ρίξει, μ’ ακούς
Στα νερά ένα-ένα, μ’ ακούς
Τα πικρά μου βότσαλα μετρώ, μ’ ακούς
Κι είναι ο χρόνος μια μεγάλη εκκλησία, μ’ ακούς
Όπου κάποτε οι φιγούρες, μ’ ακούς
Των Αγίων
Βγάζουν δάκρυ αληθινό, μ’ ακούς
Οι καμπάνες ανοίγουν αψηλά, μ’ ακούς
Ένα πέρασμα βαθύ να περάσω
Περιμένουν οι άγγελοι με κεριά και νεκρώσιμους ψαλμούς
Πουθενά δεν πάω, μ’ ακούς
Ή κανείς ή κι δυο μαζί, μ΄ακούς
Το λουλούδι αυτό της καταιγίδας και, μ’ ακούς
Της αγάπης
Μια για πάντα το κόψαμε, μ’ ακούς
Και δε γίνεται ν’ ανθίσει αλλιώς, μ’ ακούς
Δεν υπάρχει το χώμα, δεν υπάρχει ο αέρας
Που αγγίξαμε, ο ίδιος, μ’ ακούς
Και κανείς κηπουρός δεν ευτύχησε σ’ άλλους καιρούς
Από τόσον χειμώνα κι από τόσους βοριάδες, μ’ ακούς
Να τινάξει λουλούδι, μόνο εμείς, μ’ ακούς
Μεσ’ στη μέση της θάλασσας
Από μόνο το θέλημα της αγάπης, μ’ ακούς
Ανεβάσαμε ολόκληρο νησί, μ’ ακούς
Με σπηλιές και με κάβους κι ανθισμένους γκρεμούς
Άκου, άκου
Ποιός μιλεί στα νερά και ποιός κλαίει – ακούς;
Ποιός γυρεύει τον άλλο, ποιός φωνάζει – ακούς;
Είμ’ εγώ που φωνάζω κι είμ’ εγώ που κλαίω, μ’ ακούς
Σ΄αγαπώ, σ’ αγαπώ, μ’ ακούς.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ (1911-1996)
Whisperings of Maria
2 notes
·
View notes
Text
Επειδή το αδοκίμαστο και το απ’ αλλού φερμένο
Δεν τ’ αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ ακούς
Είναι νωρίς ακόμη μεσ’ στον κόσμο αυτόν αγάπη μου
Να μιλώ για σένα και για μένα.
Είναι νωρίς ακόμη μεσ’ στον κόσμο αυτόν, μ’ ακούς
Δεν έχουν εξημερωθεί τα τέρατα, μ’ ακούς
Το χαμένο μου αίμα και το μυτερό, μ’ ακούς
Μαχαίρι
Σαν κριάρι που τρέχει μεσ’ στους ουρανούς
Και των άστρων τους κλώνους τσακίζει, μ’ ακούς
Είμ’ εγώ, μ’ ακούς
Σ’ αγαπώ, μ΄ακούς
Σε κρατώ και σε πάω και σου φορώ
Το λευκό νυφικο της Οφηλίας, και μ’ ακούς
Πού μ’ αφήνεις, πού πας και ποιός, μ’ ακούς
Σου κρατεί το χέρι πάνω απ’ τους κατακλυσμούς
Οι πελώριες λιάνες και των ηφαιστείων οι λάβες
Θά’ ρθει μέρα, μ’ ακούς
Να μας θάψουν κι οι χιλιάδες ύστερα χρόνοι, μ’ ακούς
1 note
·
View note
Note
Ρε συ Πανδώρα...
Στην αρχή ήταν τόσο καλός, τόσο τρυφερός και γλυκός μαζί μου.
Πώς γίνεται μετά από 2 χρόνια σχέσης, να είναι τόσο επιθετικός, βίαιος, αδιάφορος και νευρικός...;
Εγώ άλλον άνθρωπο ερωτεύτηκα.
Τώρα ούτε που τον αναγνωρίζω πια.
Έλα τώρα, μεταξύ μας είμαστε...
Είπες μόνη σου, την πιο σωστή κουβέντα.
«Ερωτεύτηκα.»
Φυσικά και ερωτεύτηκες και φυσικά δεν έβλεπες τί ήταν και ποιός ήταν πραγματικά.
Έβλεπες μόνο αυτό που ήθελες εσύ να είναι.
Έβλεπες αυτό που έψαχνες στο πρόσωπο του, ήθελες να είναι ο σωστός, ο ένας και μοναδικός για εσένα, τόσο πολύ, που μέσα στο μυαλό σου τον είχες πλάσει έτσι ακριβώς και σε είχες πείσει για την καλοσύνη, την τρυφερότητα και την γλυκύτητα του.
Ο φίλος ήταν, είναι και θα είναι για πάντα αυτό ακριβώς που βλέπεις πλέον.
Γιατί πρώτον, ένιωσε άνετα στη σχέση μετά από τόσο καιρό και δείχνει τον εαυτό του αφιλτράριστα, χωρίς να προσπαθεί να σε εντυπωσιάσει και χωρίς κανέναν φόβο ότι θα σε χάσει και δεύτερον, έπεσε στα μάτια σου και πλέον δεν τον βλέπεις όπως ήθελες εσύ να είναι φτιαγμένος, αλλά έτσι όπως είναι στην πραγματικότητα.
Προσωπικά, θορυβήθηκα και στάθηκα περισσότερο στο «επιθετικός, βίαιος, αδιάφορος και νευρικός.»
Αν θες τη συμβουλή μου, φύγε σε παρακαλώ, γιατί αυτά τα πράγματα όχι μόνο δεν αλλάζουν και δεν διορθώνονται, αλλά χειροτερεύουν μέρα με τη μέρα. Όχι, δεν σ'αγαπάει, αλλά και να σε αγαπούσε και να σου έταζε τον ουρανό με τα άστρα, πάλι ο ίδιος ακριβώς άνθρωπος θα παρέμενε.
Και δεν είναι ταμπού, έτσι είναι το λογισμικό του και έχει να κάνει με εμπειρίες και βιώματα δικά του και κατά πόσο τα φιλτράρει σωστά και με την ανάλογη ωριμότητα.
Αν θελήσεις ποτέ, στείλε μου μήνυμα να σου εξηγήσω ακριβώς τι εννοώ και είμαι εδώ για εσένα.
Σε παρακαλώ όμως, φύγε.
Και σου υπόσχομαι, εγώ προσωπικά, ότι σε λίγο καιρό από τώρα, θα ευχαριστείς τον εαυτό σου για αυτήν σου την απόφασ��.
Stay safe και περιμένω να μάθω νέα σου.
#greek posts#greek tumblr#greek#ελληνικα#ελληνικο ταμπλρ#γρεεκ ποστς#ask#ελληνικο ποστ#ελληνικο tumblr#ερωτας#love#αγαπη
3 notes
·
View notes
Text
Και τι δεν θα έδινα.
Και τι δεν θα έδινα, να είχα τα μάτια σου απέναντι από τα δικά μου
Να έχω την γεύση των χειλιών σου ακόμη να κρέμεται από τα δικά μου
Να νιώθω το άγγιγμά σου επάνω στο σώμα μου
Και τι δεν θα έδινα, να μύριζα το άρωμά σου
Να σε άκουγα να μιλάς.
Να μιλάς για τα πράγματα που αγαπάς. Αυτά που πιστεύεις. Με αυτά που παθιάζεσαι. Θα ήθελα να είμαι ένα απο αυτά. Να σε ακούω κι ας μιλάς για τις δυνατότητες του τηλεφώνου σου. Να περιγράφεις την κουζίνα στον χώρο που εργάζεσαι. Να σε βλέπω να γελάς. Αχ τι όμορφο, εσύ να γελάς. Να με κοιτάς και να γελάς. Να σε έχω κάνει εγώ να γελάς. Γιατί εγώ είμαι το μέρος που νιώθεις ασφαλής. Εγώ που σε κοιτώ και χαμογελώ. Γιατί εσύ είσαι το μέρος που νιώθω ασφαλής.
Οπουδήποτε στον κόσμο.
Εγώ κι εσύ.
Δεν ξέρω ποιός είσαι. Ελπίζω να μάθω. Γιατί να είσαι σίγουρος, ανυπομονώ να σε μάθω.
1 note
·
View note