#πέφτουν
Explore tagged Tumblr posts
Text
Πέφτουν βροχή οι αποβολές μαθητών στα σχολεία για τα κινητά Σχεδόν 5.000 αποβολές έχουν δοθεί σε μαθητές που αρνούνται να συμμορφωθούν με τον νέο κανονισμό του υπουργείου Παιδείας για την απαγόρευση των κινητών στο σχολείο, σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες της «ΕτΚ». Από την Μύρνα Νικολαΐδου Τα στοιχεία είναι εξαιρετικά εντυπωσιακά δεδομένου ότι ο νέος σχολικός κανονισμός ισχύει μόλι... Περισσότερα εδώ: https://romios.gr/peftoyn-vrochi-oi-apovoles-mathiton-sta-scholeia-gia-ta-kinita/
0 notes
Text
«Βρέχει και πέφτουν πέτρες» (βίντεο) –
Σε αναμονή κατεδαφίσεων τα ετοιμόρροπα σπίτια στην Ελασσόνα. Έχουν περάσει σχεδόν 2 χρόνια από τον σεισμό της 3ης Μαρτίου του 2021, ωστόσο, με εξαίρεση το Δαμάσι Τυρνάβου, τα «κόκκινα σπίτια» στα σεισμόπληκτα χωριά, δεν έχουν ακόμη κατεδαφιστεί, όπως αναφέρεται σε ρεπορτάζ της ΕΡΤ. Ο Δήμος αδυνατεί να προχωρήσει τις εργασίες, λόγω έλλειψης κονδυλίων και οι κάτοικοι είναι απεγνωσμένοι. «Βρέχει…
View On WordPress
0 notes
Text
ΠΩΣ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΝΟΥΝ έτσι οι Λατινοαμερικανοί; Πώς προικίζουν την παγκόσμια λογοτεχνία με τόσο ευανάγνωστες, στοχαστικές αφηγήσεις, ικανές ν' αγκαλιάζουν ταυτόχρονα τη μοίρα ενός ατόμου κι ενός ολόκληρου λαού; Αυτό ακριβώς κάνει ο Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες στο «Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν», το πρώτο μυθιστόρημά του που κυκλοφόρησε στα ελληνικά (μτφρ. Α. Κυριακίδης, Ίκαρος, 2014). Από τη μια, μέσα από αλλεπάλληλες, επιδέξια μονταρισμένες αναδρομές στο παρελθόν των κεντρικών του ηρώων εξερευνά τα ίχνη και τις συνέπειες μιας δολοφονίας στα μέσα της δεκαετίας του '90 στην Μπογκοτά.
Κι από την άλλη συμπυκνώνει την πρόσφατη ιστορία της Κολομβίας, αναδεικνύοντας όσα κληρονόμησε η γενιά του από τις συγκρούσεις των καρτέλ των ναρκωτικών με την κυβέρνηση, επί της παντοδυναμίας του περιβόητου εμπόρου κοκαΐνης Πάμπλο Εσκομπάρ. Πάνω απ' όλα, ωστόσο, ο «Ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν» χαρτογραφεί το εσωτερικό τοπίο ενός άντρα σοκαρισμένου από το εύθραυστο και το παράλογο της ανθρώπινης ύπαρξης, που παλεύει να επαναπροσδιορίσει τις επιλογές του και να ανακαλύψει τον βαθύτερό του εαυτό.
Η πλοκή ξεκινά από τα τέλη της δεκαετίας του '60, όταν φούντωνε στις ΗΠΑ η αντίδραση ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ, με την έλευση στην Κολομβία μιας «στρατιάς» Αμερικανών πολιτών, απόφοιτων πανεπιστημίων, εθελοντών του προγράμματος Peace Corps, γεμάτων λαχτάρα να εξοικειωθούν με ξένες κουλτούρες και να προσφέρουν τις γνώσεις τους σε λιγότερο ανεπτυγμένους λαούς.
Ανάμεσά τους υπήρχαν από άγουρα, ρομαντικά μυαλά μέχρι συνειδητοποιημένοι ιδεολόγοι, κι από κορίτσια σαν τα κρύα τα νερά με ουμανιστικές αρχές μέχρι χίπηδες επιρρεπείς στην μπαγαποντιά και το εύκολο χρήμα.
Τι αθώα που φαίνονται αναδρομικά εκείνα τα χρόνια, λέει με τον τρόπο του ο Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες. Πόσοι Κολομβιανοί μπήκαν στον πειρασμό να φορτώνουν τις πλαστικές σακούλες με το χόρτο στ' αεροπλάνα, ανύποπτοι για το πεδίο μάχης στο οποίο θα μεταμορφωνόταν η όμορφη χώρα τους, όταν το εμπόριο κοκαΐνης θα εδραιωνόταν για τα καλά… Πόσα παιδιά, γεννημένα στις αρχές του '70, διήνυσαν την εφηβεία τους κι ενηλικιώθηκαν φοβισμένα, υπό τον ήχο πυροβολισμών και βομβών σ' αιματοκυλισμένους δρόμους, χωρίς να έχει κηρυχθεί επισήμως κάποιος πόλεμος…
Πόσοι εγκατέλειψαν τη φλεγόμενη Μπογκοτά νιώθοντας κατά βάθος προδότες, και πόσοι έμειναν ν' αναμετρώνται με τις ρωγμές που τους προκάλεσε εκείνη η περίοδος… Ο τίτλος του μυθιστορήματος του Βάσκες δεν αναφέρεται μόνο στις ζωές που χάνονται αλλά και στις αξίες που χάνουν το νόημά τους, στις σχέσεις που διαλύονται ή δεν βγάζουν πουθενά, στις χώρες που γίνονται πιόνια στα χέρια των ισχυρών αυτού του κόσμου και αποδυναμώνονται μέσα από ένα ατέρμονο ξεκαθάρισμα μαφιόζικων λογαριασμών.
Γεννημένος στην Μπογκοτά το 1973, ο Βάσκες σπούδασε λατινοαμερικανική λογοτεχνία στη Σορβόννη, έχει δημοσιεύσει οχτώ μυθιστορήματα, τρεις συλλογές διηγημάτων και τέσσερις συλλογές φιλολογικών δοκιμίων και έχει τιμηθεί με πολλά διεθνή βραβεία, ανάμεσα στα οποία το English Pen Award και το Prix Roger Callois. Αφότου μεταφράστηκε στα αγγλικά, το «Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν» απέσπασε το δουβλινέζικο βραβείο IMPAC, με το γενναιόδωρο έπαθλο των 100.000 ευρώ, ξεχωρίζοντας ανάμεσα σε 152 μυθιστορήματα, γραμμένα σε 17 διαφορετικές γλώσσες, σύμφωνα με τις προτιμήσεις των χρηστών δεκάδων δημόσιων βιβλιοθηκών ανά την υφήλιο.
Daily inspiration. Discover more photos at Just for Books…?
6 notes
·
View notes
Text
✧ @apocryphis asked: the campfire crackles quietly in the desert night, the only sound permeating the immeasurable silence of the vast red sands. not even a breeze to shift the sands of the dunes, not even the crawling and creeping of scorpions or nocturnal desert foxes. draped in a wide cloak, its hood half covering his face, al-haitham gazes at the chisel mirror conjured up just above the palm of his hand; lost in the subtle reflections of the fire against the pale, green shimmer of dendro. it is a quiet night in the desert -- but al-haitham knows all too well how quickly the sands can turn in those parts. he remains alert, focused; and his free hand deftly moves to the sword next to him upon hearing the subtle sound of footsteps approaching, piercing gaze darting into the night.
only for eyes to widen in surprise as a familiar silhouette finally comes into view under the flickering light of the fire.
"dainsleif?" he calls out, incredulous. he has no seen the man since their very first adventure into the rainforest, amidst dreams and memories. truth be told, he had not expected to see him again. realising the surprise that must be painted all over his face, the scribe forces composure to return to stoic features; shoulders relaxing, but hand barely just straying away from his sword (the slightest movement in the desert might very well draw unwanted company, whether dainsleif had intended it or not - best remain careful). "fancy seeing you here." he comments, dryly, which, in al-haitham's world, equates to as much cordiality as he can muster. consider his curiosity piqued (in al-haitham's world: the highest form of compliment). "i would say it's a small world, but that would not be true in the red sands. question is, were you looking for me, or for the ancient ruins that just so happen to be another three hours away from here...?"
The harshness of the desert forgives none, just as equitable as its counterpart the rains of Fontaine that sheds its justice over everyone equally, no matter if gods or humans, poor or rich. Its golden sands a stark contrast from the emerald foliage from the rainforests and what little area had survived surrounding the remnants of the former Hydro Archon and a creature formed from the might of three goddesses for one same purpose. Its dryness and merciless fauna a reminder of bygone times when all the verdure that existed in this location turned to dust in mere nights, when the wave of the Abyss hit everything on its way at its hardest and precipitated everything to death. Even the true sovereign that once ruled these lands had to shed her rich, jade skin and coat herself with the amber dust of the sands in the name of adaptation and even less kinder and romantic yet— survival.
These days, there are two kinds of people who dare to tread the expanse of these sands: those who have been shunned from their original homes and now need to do something— anything to bury lost riches to make a living out of their price and those knowledgeable enough to be aware of what they're doing and where they're heading, even under the immensity of night's veil and obscurity, with only the frigid light of the moon above serving as a fragile guide to wander these parts.
For someone of the likes of Dáinsleif, it makes little difference if he treads perilous places under the broad daylight or the more subtle moonlight. So when he spots amidst nowhere a small bonfire in his way to the place of choice, of course it would pique his own curiosity to get closer and inspect for any signs of assistance or just come in passing and leave just as he first came. What he wouldn't imagine is that it's the descendant of the skeptic scholars, al-Háitham the one he would find here.
◜Fancy meeting you here, too.◞ There is no falsehood in his voice nor anything to denote otherwise in what he says. The man himself was a pleasant discovery in the rainforests, back when the necessity to help reached his senses in invisible pulses that those who are well-versed in the profundity of foliage's importance would feel. In his case, he cannot claim to have any deep relationship with it weren't for deep-rooted bonds with Irminsul. Dáinsleif nods his head as a salute before he joins the scribe by the bonfire, sitting down at a prudent distance from him and facing the opposite way his gaze does in order to guard any possible threats that may come their way. Albescent lashes flutter close for a fraction as he exhales a silent chuckle at the question posed to him, so like an ever curious mind like his.
◜You give me too much credit.◞ At least in this case, where his is none and far less impressive than he would expect, perhaps as a result of their co-joined feats in the land of dreams and adventure with the Aranara. Sapphire irises open thereafter, boring into the other's emerald ones. ◜Perhaps this might make your bubble burst, but the reality is that none of the options you've stated are what led me here. As a matter of fact, I was just passing by.◞ That is the truth, no more and no less than that. Sometimes there needn't be a deep reason to appear somewhere at an unexpectedly right time to meet an old soul.
But perhaps, there is something that can feed his curious soul and which he can satisfy for allowing him to stay without inviting the wrath of the sword he keeps close.
Thus he looks towards the far north from where he came from after helping out the kind of an old companion of his, back when he emerged from the vowels of Teyvat to roam these lands as the only alternative left, granted that he had no desire to linger anymore where the presence of what ruined his homeland is at its highest— a solemn look in starry gaze. ◜Have you ever heard about the tales of war in which people from two different nations united their strength to fight for a common goal, al-Háitham?◞
#apocryphis#◟༺✧༻◞ what use has the veil of falsehood? ┊ask.┊#◟༺✧༻◞ sapphire flames in their wake ┊ic.┊#◟༺✧༻◞ τόμος θ: λυκόφως οι θεοί που πέφτουν┊advent of ragnarök.┊#oof it's been quite a while#since you sent me this#but I hope this is okay#and that it works for you for the thread!#let me know if I should add or revise anything if not#and I will gladly oblige ♥︎
3 notes
·
View notes
Text
Ο τρόπος που πέφτουν οι άνθρωποι στα μάτια μας φανερώνει και το πόσο έξω πέσαμε και εμείς μαζί τους.
#greek quotes#greek tumblr#greek posts#γκρικ ταμπλερ#ελληνικο tumblr#ελληνικο ποστ#γκρικ ποστ#ελληνικο ταμπλρ#ελληνικά στιχάκια
232 notes
·
View notes
Text
Έχουν αρχίσει να με κουράζουν οι ψεύτικες ελπίδες, οι ενθουσιασμοί και η χαρά γιατί μετά πάντα οι προσδοκίες μου πέφτουν στο πάτωμα εφόσον αλλο ενα άτομο εχει καταφέρει να με απογοητεύσει για ακομα μια φορα
#greek quotes#greek tumblr#greece#greek posts#greek#quotes#γκρικ κουοουτς#γκρισ#greek love#ελληνικο ποστ
95 notes
·
View notes
Text
«Οι κραδασμοί που προκλήθηκαν από το τρυπάνι, προκειμένου να κρεμαστούν τα πανό για την μετατροπή της σε τζαμί. Το πρόσθετο βάρος που δημιουργήθηκε από τις αναρτήσεις αυτές. Και η υγρασία από τις αναπνοές χιλιάδων επισκεπτών». Όπως λέει ο ακαδημαϊκός κ. Παναγιώτης Καρύδης, ομ. καθηγητής Αντισεισμικής Τεχνολογίας αυτή είναι η τριάδα των νέων επιβαρύνσεων, που υφίσταται η Αγία Σοφία... Περισσότερα εδώ: https://romios.gr/se-kindyno-i-agia-sofia-sovades-peftoyn-apo-tin-ygrasia-alla-oi-armodioi-adiaforoyn/
#Επικαιροτητα#Ορθοδοξία#ΠοικιλαΘεματα#Αγιά#αδιαφορούν#αλλά#από#αρμόδιοι#κίνδυνο#Οι#πέφτουν#σε#Σοβάδες#σοφία#την#υγρασία
0 notes
Text
τα συναισθήματα δεν είναι πάντα ευχάριστα.
κάποιες φορές τρυπάνε το σώμα σου θέλοντας να βγουν.
κι εσύ με το ζόρι σφηνώνεις φελλούς,
μη τυχόν και ξεχυθούν και φανούν όσα νιώθεις.
μη τυχόν και αφήσεις κάτω τα τείχη σου.
μα τα τείχη πέφτουν όπως και να'χει.
κι ας μην ξέρουν οι άλλοι ότι συμβαίνει.
το ξέρεις εσύ.
κι αυτό αρκεί για να έρθει η καταστροφή.
25 notes
·
View notes
Text
✧ @apocryphis asked: ‘ perhaps i will take up dancing again ’ (from xiao, in reference to his nuo dance!)
Serenity reigns on the field of inteyvat flowers in gradual bloom, the gentle breeze acting as a greeter to the first petals that dare to expose themselves to the nature. Luminescent anthers emanate their golden glow in answer, sending to the tranquil twilight sky their motes of light. Amidst pale flowers dances an old soul, protected by a mask that brings the wearer more nightmares for what it's worth and armed with a polearm to chase the demons away. In the face of cruel divinity that little has to say over trivialities like these, they would rise a brow at the notion of a demon vanquishing other demons away.
In the eyes of the knowledgeable —amidst Dáinsleif hardly considers himself one— and in star-shaped pupils, there is a winged creature whom long ago had his wings cut by divine despotism doing the first steps to reminisce what it feels like to fly again. Perhaps an unfair thought to have, for this remains an act chained to the earth under his feet nonetheless. But maybe in a clear mind where no more nightmares or pain exist to torture him, he would think the same: that dancing may be like flying on the ground.
This is what crossed Twilight Sword's mind as soon as Xiao expressed his thoughts aloud, an even more extraordinary rarity that they have nothing to do with his karmic debt or his self-imposed duty to the world even when long ago he's been set free. Lunarescent knight takes this as an expression of trust, byproduct of their deep bound —shattered and filled with discrepancies as it may be— that was conceived since centuries ago.
When he opens his eyes, he sees Alatus with his own closed in a pacific and relaxed stance, unbothered by his silence and unperturbed by whether he will respond. Perhaps he thinks there is nothing to say, and he might be actually right. Nevertheless, Dáinsleif does find something to say— a manifestation of his wish to see the vanquisher of demons in an atmosphere like that where he can take up dancing again undisturbed where he, too, may have a beautiful memory of the one place witness of this art.
◜Let me know when you do.◞ There is no ifs, but confidence that one day he will find at peace with himself sufficiently to give himself as much privilege as that. Astral gaze looks skywards, to the lonely moon shining upon them from where they rest in the forest. ◜I know of a place where you may enjoy doing it again.◞ Instead of ifs, what he offers is a solemn promise to lead him to the sea of flowers at the end, so in the likeness of the inteyvats' tender petals his heart may soften anew.
#apocryphis#◟༺✧༻◞ perpetual fighter of nocturne terrors┊xiao → apocryphis.┊#◟༺✧༻◞ what use has the veil of falsehood? ┊ask.┊#◟༺✧༻◞ sapphire flames in their wake ┊ic.┊#◟༺✧༻◞ τόμος θ: λυκόφως οι θεοί που πέφτουν┊advent of ragnarök.┊
2 notes
·
View notes
Text
Γι’ αυτό απόψε σου γράφω, χαράζοντας,
σα να μου τέλειωσε το στυλό.
Έφυγες πριν το καταλάβω…
Δεν θα σε ξεπεράσω ποτέ,
θα φυτρώνεις σα λουλούδι στο μαρμάρινο τάφο.
Κι αν δεν ήταν γραφτό μας να δούμε μαζί
τους φίλους μας όλους να φεύγουν.
Μαρμαρωμένος θα σε περιμένω πάντα εκεί,
στο μέρος που οι άγγελοι πέφτουν.
254 notes
·
View notes
Text
Οι μακροχρόνιες σχέσεις δεν είναι ένα παραμύθι με όμορφο τέλος και δυο τέλειους ανθρώπους.
Δεν είναι μόνο να ξυπνάτε κάθε πρωί μαζί και να φτιάχνετε πρωινό.
Δεν είναι μόνο να αγκαλιάζεστε στο κρεβάτι μέχρι να κοιμηθείτε ήσυχοι και οι δύο.
Δεν είναι ένα καθαρό σπίτι και ένα σπιτικό γεύμα κάθε μέρα.
Είναι κάποιος που κλέβει όλα τα σκεπάσματα ή ροχαλίζει σαν αλυσοπρίονο.
Μερικές φορές στους καβγάδες είναι πόρτες που χτυπούν δυνατά, και είναι και μερικά σκληρά λόγια που πέφτουν στο τραπέζι και πονάνε. Κάποτε είναι σιωπές μεγάλης ή μικρής διαρκείας μέχρι να επουλωθούν οι καρδιές σας. Και μετά είναι... συγχώρεση!
Επιστρέφεις στο σπίτι στο ίδιο άτομο κάθε μέρα που ξέρεις ότι σε αγαπά και σε νοιάζεται, παρόλο που ξέρει πολύ καλά ποιος είσαι.
Είναι γέλιο για τη μία φορά που κατά λάθος έκανες κάτι ηλίθιο.
Αλλά πρόκειται και για βρώμικα ρούχα που πρέπει να μπουν στο πλυντήριο και άστρωτα κρεβάτια που θέλουν καθαρά σεντόνια
Η μακροχρόνια δέσμευση έχει να κάνει με το να βοηθάμε ο ένας τον άλλον στη σκληρή δουλειά της ζωής!
Είναι να καταπίνεις κάποτε τις γκρινιάρικες λέξεις αντί να τις λες δυνατά.
Είναι να φάτε το φθηνότερο και πιο εύκολο γεύμα που μπορείτε να φτιάξετε και απλά να καθίσετε μαζί στις 10 μ.μ. στον καναπέ γιατί και οι δύο περάσατε μια τρελή μέρα.
Είναι όταν έχεις μια συναισθηματική κατάρρευση, και αυτός είναι μαζί σου και σε κρατάει και σου λέει ότι όλα θα πάνε καλά, και τον π��στεύεις.
Είναι όταν το "Netflix and Chill" σημαίνει κυριολεκτικά ότι παρακολουθείς Netflix και κάνεις παρέα.
Έχει να κάνει με το να εξακολουθείς να αγαπάς κάποιον, παρόλο που μερικές φορές σε κάνει παράφρονα, σε θυμώνει και ίσως ��θελά του πληγώνει τα συναισθήματά σου.
Είναι αυτός που σε αγαπά όταν είσαι χοντρός ή αδύνατος, χαρούμενος ή γκρινιάρης, σπουδαίος ή ασήμαντος.
Το να ζεις με το άτομο που αγαπάς δεν είναι τέλειο, και μερικές φορές είναι δύσκολο, αλλά είναι εκπληκτικό, ανακουφιστικό και είναι ένα από τα καλύτερα πράγματα που θα ζήσεις ποτέ.
#greek quotes#greek tumblr#greek posts#γκρικ ταμπλερ#ελληνικο tumblr#ελληνικο ποστ#γκρικ ποστ#ελληνικο ταμπλρ#ελληνικά στιχάκια#ερωτας
28 notes
·
View notes
Text
❝The Abyss Order.❞ Even more specific Dáinsleif can be, but he decides against revealing more information about that matter. For there is no need to unearth horrors of the past as if they were unfinished, no need to drop the name of the very founder that now lays paradoxically expired and interred in Sumerian lands since at least ten years ago— potentially for centuries if Lumine's ownership of the cult's leadership is telling enough. ❝It has been long enough to be concerned that something like this would be snuffed out under everyone's noses in Liyue, regardless.❞
Including his own, for that matter. A prospect that makes him knit his brows in a fleeting frown that fades as soon as it appeared.
❝My intention is to destroy the statue irregardless of your inclination or lack of thereof towards the god it represents.❞ Icy sapphires peer into light ambers, stellar pupils sharpen to denote seriousness. ❝If you wish to have nothing to do with it, you are still in time to leave as you please. I will not hold it against you.❞ Nor he anticipated the Yaksha's involvement to begin with, which accentuates the lack of care in what he does. However, there is a matter that must be considered. A variability that may happen depending on how devout or not he is, on how attached he could be to Barbatos.
❝Whatever you choose to do, stand not in my way.❞ A warning is given, lacking all humorous or amusing tunes in his deep voice. A forecast of what is to happen if he does. There is a saying that those whom have yet something to lose are not to be toyed with, for they will give everything they have so that it won't be taken away from them. Nevertheless... those who have naught to lose are even more dangerous. Specially if not even their life is an option to lose out of divine prohibition.
Even in the vestiges of the Chasm, the sense of wrongness permeating the air hadn't been as intense as it is here. Where before it would sweep across every expanse of skin, rising nausea with its ghost-like caress, it now pierces without pretense. Dáinsleif had been right to warn him, but more than his own unease, Xiao considers his having missed this place's existence as the most pressing concern. He patrols Liyue both day and night, always diligent to protect the land no matter the personal cost he must bear as a result. To have missed this entirely...Someone must have taken great care to conceal the cave and its energy from not only him but from all adepti and especially his lord.
‘Rex Lapis will need to hear about this,’ Xiao thinks gravely. ‘Retired or not.’ It will be a difficult but necessary conversation to have, even if Dáinsleif has a way of resolving the disturbance as he claims.
Xiao takes in the internal structures with a creased brow, darting through openings between bubbles with no difficulty. It is only when they push further that he briefly bemoans the loss of his wings, but even without them, it is an easy thing to wedge his polearm into a wall to halt his rapid descent. Perching atop his blade, he concerns himself only with the sight in front of him, barely listening to (though still comprehending) what Dáinsleif is saying. The demonic voices within Xiao rise in a crescendo as he gazes upon the reversed statue, their wails both elated and pained; disturbed, almost as much as he.
Gloved hands curl around his weapon in a vice grip, trembling from the strain. “Who is responsible?” he asks, his voice equal parts shaking and forceful. Control, in the end, isn’t an issue, and certainly not in the way he expected. Xiao’s anger humbles even the remnants of divine energy coursing through him like poison with its ferocity.
7 notes
·
View notes
Text
Θα σε βρω. Όπου πατάς Πέφτουν πράσινα φύλλα. . . («Άννα», του Άρη Αλεξάνδρου) . . ================== Mallis Stamatios Photography ================== https://linktr.ee/mallisphoto ================== [email protected] ==================
#greek#greek posts#greek quotes#greek tumblr#γρεεκ κουοτς#γρεεκ ποστς#γρεεκ τεξτ#γρεεκζ#γρεεκς#φωτογραφία#photography#γκρικ κουοτς#γκρικ τεξτ#photooftheday#ελληνικα στατους#ελληνικα ποστ#ελληνικα#ελληνικη ποιηση#μουντ#moodoftheday#greek status#greek blog#γρεεκ μπλογκ
6 notes
·
View notes
Text
Πότε μην εκδίκεισαι .
τα σάπια φρούτα πέφτουν πάντα μόνα τους.
7 notes
·
View notes
Text
youtube
Δημήτρης Παπαϊωάννου BIRTHPLACE / 20 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ
«Άκου: είμαστε οικογενειακώς λίγο έξω από την Αθήνα εκείνο τον Αύγουστο. Ο πατέρας στο κρεβάτι, στα τελευταία του από καρκίνο, η μητέρα μου δίπλα του, εγώ λίγο πριν τα 20. Η ατμόσφαιρα βαριά από το προδιαγε- γραμμένο πένθος. Έτσι το είδαμε. Μόλις τελείωσε, βγήκα έξω, στον κήπο πίσω από το σπίτι, κοίταξα πάνω τον ουρανό, τη νύχτα, και είπα: Η ζωή είναι όμορφη! Σου το χρωστάω».
Είμαι πάνω στο ποδήλατό μου και χτυπάει το τηλέφωνο. Είναι από τον «Αθήνα 2004». Μου ζητάνε να περάσω από κει. Ο Μάρτον Σίμιτσεκ μου ζητάει να ετοιμάσω μία πρόταση για την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας. Ζητάω τρεις μήνες, ένα μαζεμένο budget, και υπόσχομαι να παρουσιάσω κάτι. Παίρνω τις βιντεοκασέτες με τις προηγούμενες τελετές έναρξης, γιατί δεν είχα παρακολουθήσει καμία, οι Ολυμπιακοί Αγώνες δεν είχαν μπει με κανέναν τρόπο στη ζωή μου μέχρι τότε. Ούτε ήμουν από εκείνους που συμφωνούσαν να τους διεκδικήσει η Αθήνα.
Είμαι 35 χρονών. Είμαστε στο 2001.
Έμαθα αργότερα τι είχε συμβεί: ο Βαγγέλης Παπαθανασίου ήταν το φαβορί για την ανάληψη των τελετών, είχε ήδη στρώσει το έδαφος με τη Μυθωδία του. Το δεκάλεπτο επεισόδιο στην τελετή λήξης του Σίδνεϊ, απ’ όπου η επόμενη διοργανώτρια χώρα (εμείς) παρέλαβε τη σκυτά- λη-Ολυμπιακή Σημαία, το σκηνοθέτησε εκείνος. Ιέρειες. Πολλές ιέρειες. Η τηλεθέαση πέφτει κάθετα και η Γιάννα πανικοβάλλεται. Βγαίνουν στη γύρα να βρουν εναλλακτική και πέφτουν πάνω στ’ όνομά μου. Φαντά- ζομαι ποιος είναι αυτός ο οποίος τους μίλησε για μένα. Λέγεται ��ντώνης Ζαγκλακούτης και εργαζόταν ήδη στο πολιτιστικό σκέλος των Αγώνων. Ο Αντώνης παρακολουθούσε τη δουλειά μου και τότε που η Αθήνα κέρδισε τη διεκδίκηση των Αγώνων μού εκμυστηρεύτηκε το όνειρό του: να είμαι εγώ αυτός που θα κάνει τις τελετές
Αρχίζω να περιφέρω τις αγωνίες μου σε όλους τους κοντινούς μου φίλους: Πρέπει να το κάνω; Αξίζει τον κόπο; Αξίζει το καλλιτεχνικό και, κυρίως, το προσωπικό ρίσκο; Πόσο θα βλάψει ό,τι είχα χτίσει ως καλλιτέχνης ως τότε; Ποιος θα είμαι μετά απ’ όλο αυτό; Τι δουλειά έχω εγώ στο ολυμπιακό περιβάλλον και το σημαντικότερο: Αυτό που θα σχεδιάσω θα καταφέρω να υλοποιηθεί ακέραιο και να παραδοθεί στον κόσμο όπως το οραματίστηκα;
Στα ίδια διλήμματα, με πολύ λιγότερο όμως δράμα –είχα ήδη βγει ζωντανός από δύο τελετές έναρξης–, χρειάστηκε να απαντήσω όταν το 2017 μου ζητήθηκε να δημιουργήσω έργο, πρώτος εγώ, μετά τον θάνατο της Pina Bausch για το χοροθέατρο του Wuppertal.
Η φίλη μου η Αμαλία (Μουτούση) με ακούει υπομονετικά ένα μεσημέρι στον Διόνυσο κάτω από την Ακρόπολη.
«Δημήτρη, είναι η μοίρα σου», γυρίζει και μου λέει.
Οι βιντεοκασέτες βρίσκονται 10 μέρες στο ράφι, κάτω απ’ τις τσόντες. Αναβάλλω. Όταν βρίσκω το θάρρος, ξεκινάω με τη Βαρκελώνη, που ξέρω ότι από τους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες είναι η πρώτη τελετή που έγινε βράδυ, με θεατρικό φωτισμό, και θεωρούνταν ακόμη αξεπέραστη
Τη βλέπω ολόκληρη μόνος μου στο μικρό δώμα που είχα τότε για σπίτι. Με το που τελειώνει, το πρώτο πράγμα που σκέφτομαι είναι το εξής: Δεν ξέρω αν μπορώ να κάνω κάτι στ’ αλήθεια καλό, αλλά κάτι καλύτερο από αυτό σίγουρα μπορώ να σχεδιάσω.
Ανακοινώνω στον Γιώργο Κουμεντάκη ότι χωρίς αυτόν δεν πρόκειται να το κάνω. Είχαμε μια πολύχρονη ιστορία καλλιτεχνικής συνεργασίας πίσω μας. Ήμασταν φίλοι τότε. Τον εκτιμούσα. Ήταν πολύ πιο καλλιεργη - μένος από μένα και η διαδικασία της δημιουργίας μαζί του ήταν πάντα μια αναμέτρηση με το Υψηλό.
Ο Γιώργος δέχεται.
Η Τίνα Παπανικολάου –40 ολόκληρα χρόνια συνεργασίας κλείσαμε–, σαν έτοιμη από καιρό, στο πλάι μου, με οργανώνει. Ζητάω από τον Γιώργο Μάτσκαρη, αγαπημένο φίλο, χορευτή και δάσκαλο Alexander Technique, να επιστρέψει από τη Νέα Υόρκη για να αναλάβει την ��ρευνα. Χρειαζόμαστε χώρο. Η φίλη μου η Όλια (Λαζαρίδου) μας δίνει το σπίτι της. Γελάμε. Το όνομά της είναι Ολυμπία.
Οι Δίδυμοι Πύργοι πέφτουν. Ο κόσμος θα αλλάξει.
Η ασφάλεια των Ολυμπιακών Αγώνων θα γίνει εφιάλτης.
Βρισκόμαστε στο 2001 και ετοιμάζομαι να κάνω την πρεμιέρα τού Για Πάντα, που έμελλε να γίνει η τελευταία παράσταση της Ομάδας Εδάφους, οπότε πιο ταιριαστό όνομα θα ήταν το Ποτέ Ξανά. Η Αγγελική Στελλάτου είχε αποχωρήσει από την Ομάδα μόλις έναν μήνα πριν από την πρεμιέρα. Είμαι στενοχωρημένος, θυμωμένος, ανακουφισμένος και πανικοβλημένος. Δεκαεφτά χρόνια συμπόρευσης είχαν φτάσει στο τέρμα τους. Στο Για Πάντα σκηνοθετούσα και χόρευα μαζί. Το σημειώνω για όποιον ξέρει τι αγγούρι είναι αυτό, οι υπόλοιποι προσπεράστε το. Αντικατάσταση, τελικές πρόβες, φωτισμοί και λιποθυμάω. Πρώτη μου φορά. Μυϊκός σπασμός στην ωμοπλάτη, στο μέρος της καρδιάς. Πρόβες σε φορείο, πρεμιέρα με παραμορφωμένη πλάτη και παυσίπονα. Το παρελθόν έκανε θεαματική έξοδο! Για το μέλλον, όμως, χρειαζόταν επίσης δουλειά.
Πέφτουμε με τα μούτρα. Μελετάμε την ιστορία της τέχνης της ελληνικής γης, την ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων, την ιστορία της χώρας. Την αναβίωση και ιστορία των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων. Βλέπουμε όλες τις τελετές, τις αποκωδικοποιούμε, ξεψαχνίζουμε το πρωτόκολλο από το καλλιτεχνικό μέρος, καθορίζοντας το πεδίο στο οποίο θα μπορούσαμε να κάνουμε τη διαφορά.
Μου είναι παντελώς αδιάφορο, αλλά νομίζω ότι σε κανέναν άλλον καλλιτέχνη δεν ζητήθηκε να ετοιμάσει πρόταση. Μέχρι και σήμερα δεν το γνωρίζω με βεβαιότητα, δεν ρώτησα ποτέ.
Ήξερα από την πρώτη στιγμή τι ήθελα να κάνω, έπρεπε όμως να σιγουρευτώ για την εγκυρότητα της ενόρασής μου. Να σχεδιάσω τις εικόνες και να τις φορέσω σε μια ολυμπιακών διαστάσεων παράσταση.
Ετοιμάζω μια παρουσίαση. Το concept, ολόιδιο με αυτό που τελικά είδατε, στην αρχική του μορφή: Σκελετός, ψυχή και ιδεολόγημα, όλα εκεί, χωρίς ακόμα τη σάρκα και το νευρικό του σύστημα.
First encounter of the third kind
Η πρώτη επαφή με τη Γιάννα είναι καταστροφική. Σχεδόν τσακωθήκαμε. Έφυγε. Τα μαζέψαμε, διασκεδάσαμε με την παράκρουσή μας να πιστέψουμε ότι κάτι σαν κι αυτό που ονειρευτήκαμε θα ήταν ευπρόσδεκτο και επιστρέψαμε σπίτι.
Διηγήθηκα τη φάση στον Μιχάλη Κακογιάννη, που ήταν φίλος και μεγάλος υποστηρικτής, παρόλο που κι ο ίδιος ήθελε να κάνει την τελετή. «Μην απορήσεις αν τελικά καταλήξει να είναι η καλύτερή σου φίλη», μου λέει
Η Γιάννα κι εγώ είμαστε δύο τελείως διαφορετικά ζώα της ζούγκλας. Για το δικό μας σύστημα, έμοιαζε μια extraterrestrial drag queen, στην οποία έπρεπε να δίνουμε λογαριασμό, την οποία σεβόμασταν και αποτελούσε για μας μια αστείρευτη πηγή διασκέδασης και τρόμου. Τις πρώτες Απόκριες έκανα την καλλιτεχνική μας συνέλευση φορώντας τη μάσκα Γιάννα που κυκλοφορούσε στα περίπτερα.
Όταν μας επισκέφθηκε στα πρώτα μας γραφεία, ο Σωκράτης Σωκράτους μάς έβγαλε μια φωτογραφία. Το ίδιο βράδυ, κοιτώντας την εικόνα στην οθόνη μου, χωρίς να το πολυκαταλάβω, αντάλλαξα τα κεφάλια μας και το βρήκα πολύ ταιριαστό. Ο John Waters θα ήταν περήφανος για μένα. Η ομάδα μου το λάτρεψε.
Τα δυο ζώα της ζούγκλας μύρισαν το ένα το άλλο, συμφωνήσαν να συνεργαστούν για κοινό σκοπό. Θέλαμε και οι δύο το ίδιο πράγμα: την επιτυχία. Ας είχαμε διαφορετική αντίληψη για το τι πράγμα είναι αυτό. Με την πάροδο του χρόνου η αυταπάρνηση, η στοχοπροσήλωση και η τερατώδης αντοχή που αναγνωρίσαμε ο ένας στον άλλον έστρωσαν μια ατμόσφαιρα αποδοχής και συγκίνησης που, μέσα στην εξάντληση, έμοιασε στιγμιαία με αγάπη. Δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να συγκριθεί με την ανηφόρα των Ολυμπιακών Αγώνων.
Πίσω στη σειρά των γεγονότων όμως:
Το ίδιο απόγευμα της καταστροφικής πρώτης επαφής με παίρνουν τηλέ- φωνο και μου λένε «η πρόεδρος έχει κάποιες απορίες και θέλει να το δει ξανά»! Επαναλαμβάνουμε την παρουσίαση μετά από μια βδομάδα. Ήταν εκεί ο Θόδωρος Αγγελόπουλος και ο Μιχάλης Ζαχαράτος, διευθυντής Επικοινωνίας των Αγώνων. Η Γιάννα απούσα. Ο Μιχάλης τσιμπάει. Η ατμόσφαιρα πολιτισμένη.
Μετά σιωπή. Αφήνω να περάσουν βδομάδες μέχρι να πάρω τηλέφωνο τον Σίμιτσεκ και να του πω «κατάλαβα και προγραμματίζω τις επόμενες δουλειές μου». Μου λέει «όχι, θέλω να μας περιμένεις, θα σου κόψω έναν μισθό και θα περιμένεις». Περίπου ενάμιση μήνα μετά μου παραγγέλνουν: «Πακετάρεις την όλη παρουσίαση και με μυστικότητα μεταφέρουμε εσένα και την ομάδα σου στο Salt Lake, όπου διεξάγονται οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί, για να καλέσουμε τους Αθανάτους, off the record και με απόλυτη εμπιστευτικότητα». Ναι, καλά ακούσατε, Αθανάτους λένε τα μέλη της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής. Πεθαίνουν, βέβαια, όπως όλοι μας, κι αυτοί. Αυτό με την εμπιστευτικότητα έπαιζε πολύ στην όλη φάση. Όλοι υπογράφαμε και βάζαμε και τους άλλους να υπογράψουν ότι θα υπάρξουν κυρώσεις αν διαρρεύσει το παραμικρό. Ήταν σαν kink. Φτιαχνόμασταν με την ιδέα ότι είναι φοβερά σημαντική, όπως κρατικό μυστικό, η δουλειά μας.
Έτσι, λοιπόν, σε μια απολύτως σουρεαλιστική συνθήκη, βρισκόμαστε στο Salt Lake, ανάμεσα σε πάγους και μορμόνους, και στήνουμε σε χώρο μυστικό την παρουσίαση. Το προκαθορισμένο μεσημέρι καταφθάνει η Γιάννα με τους Αθάνατους για να την παρακολουθήσουν. Η Γιάννα, ντυμένη dominatrix-κυνηγός: μαύρα λουστρίνια ψηλοτάκουνα, μαύρο δερμάτινο παντελόνι και κοντό γούνινο, τύπου Hasky, τοπ με ασορτί γουνάκι στον αποσπώμενο λαιμό. «Ελπίζω να είστε έτοιμοι», λέει στον αέρα περνώντας ξυστά.
Μέσα στο σκοτάδι και την ηρεμία της παρουσίασης οι Αθάνατοι χαλάρωσαν και μερικοί τον ψιλοπήραν κιόλας, αυτό όμως δεν τους εμπόδισε να χειροκροτήσουν θερμά, χαρίζοντάς μου ένα standing ovation. «Αυτό και τίποτα λιγότερο αξίζει στην Ελλάδα», τους άκουσα να της λένε. Η Γιάννα για πρώτη φορά με πλησίασε πλαγιοδρομώντας, μου έδωσε ανόρεχτα το χέρι της για χειραψία και είπε επί λέξει: «Γνωρίζετε ότι εγώ δεν αφήνομαι ποτέ να γίνω συναισθηματική, αλλά πρέπει να ομολογήσω ότι αυτό ήταν μια καλή προσπάθεια».
Δύο χρόνια μετά, λίγες εβδομάδες πριν από την έναρξη, σε τετ-α-τετ συνάντηση της παρουσιάζω την προσομοίωση της πτήσης των Θραυσμάτων χορογραφημένη πάνω στη μουσική του Mahler και η Γιάννα κλαίει.
Τα μαζέψαμε και γυρίσαμε στην Αθήνα. Οι φίλοι μου με υποδέχτηκαν σε πάρτι-έκπληξη φορώντας κορδέλες φιναλίστ καλλιστείων: Μις Κρήτη, Μις Μεσολόγγι, Μις Σπάρτη, Μις Μάνη κ.λπ. Ο Κουμεντάκης τους είχε προβάρει να μου τραγουδήσουν τον Ολυμπιακό Ύμνο. Ήπιαμε, μαστουρώσαμε και ξεκαρδισμένοι γιορτάσαμε αυτό που έμοιαζε με επιτυχία.
Πράγματι, μετά από λίγο καιρό με καλούν και μια ηλιόλουστη μέρα πηγαίνω στα γραφεία του «2004» και η Γιάννα μού λέει: « Έχω τη χαρά να σου αναθέσω τις τελετές έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας». Φορούσε ένα σούπερ μίνι Chanel ταγέρ στο πράσινο του παπαγάλου, συνδυασμένο με πορτοκαλί κραγιόν και λευκές γόβες. Άλλαξε σταυροπόδι. Basic Instict
Μαθαίνω τον αρχικό προϋπολογισμό της τελετής (ο οποίος, είμαι σίγουρος, ξεπεράστηκε κατά πολύ) και υπολογίζω ότι ένα 10% θα είναι δίκαιο για τον δημιουργό της. Το ποσό είναι αστρονομικό για τα μέχρι τότε δεδομένα μου, αλλά αποφασίζω να το διεκδικήσω. Ξέρω ότι όλα μου τα πνευματικά δικαιώματα εξαγοράζονται εξ ολοκλήρου από την Ολυμπιακή Επιτροπή. Κανένα ποσοστό από τις αμέτρητες αναμεταδόσεις ανά τον κόσμο και από την πώληση του DVD και των εικόνων δεν θα μου ανήκει. Περιμένοντας έξω από το γραφείο του Σίμιτσεκ διπλασιάζω στο μυαλό μου το ποσό. Μπαίνω μέσα, το ζητάω και το παίρνω.
Ανακοινώνεται ότι αναλαμβάνω την τελετή. Οι συμπατριώτες μου συμφωνούν και χαίρονται πολύ, η Οργανωτική Επιτροπή εκπλήσσεται. Αυτό μου δίνει διαπραγματευτική δύναμη. Θα τη χρειαστώ.
Διαλύω την Ομάδα Εδάφους.
Οι κομάντος
Η επόμενη κίνησή μου ήταν να συγκροτήσω μια ομάδα εργασίας, μια ομάδα καλλιτεχνών-κομάντος. Μια ολόκληρη γενιά από αστέρια έλαμπαν τότε στην ανεξάρτητη εναλλακτική σκηνή, από την οποία προερχόμουν κι εγώ.
Ο Γιώργος Κουμεντάκης θα συνυπογράψει το concept και θα δημιουργήσει το μουσικό σενάριο. Η Τίνα Παπανικολάου θα συντονίσει την καλλιτεχνική δημιουργία με συνεργάτη τον Γιώργο Μάτσκαρη. Οι δυο τους, μαζί με την Κάλη Καββαθά, θα δημιουργήσουν μια πανίσχυρη ασπίδα στήριξης γύρω μου.
Η Λίλη Πεζανού, πολυαγαπημένη και χαλκέντερη συνεργάτις, θα υλοποιήσει σκηνογραφικά το concept.
Η Λίνα Νικολακοπούλου, ποιήτρια και στιχουργός κοσμαγάπητη, θα επιμεληθεί τα κείμενα.
Ζητάω από τον Γιώργο Λάνθιμο –ο οποίος ακόμη δεν είχε κάνει ούτε την πρώτη μεγάλου μήκους του– να μπει στην ομάδα, για να έχουμε άποψη για τον τρόπο αναμετάδοσης. Η τελετή αυτή είναι πρωτίστως ένα τηλεοπτικό γεγονός.
Ζητάω από τον Δημήτρη Κορρέ, αυτόν τον genius μηχανικό, να είναι μαζί μας, για να ελέγχει τη δυνατότητα τεχνικής πραγματοποίησης των παράλογων ονείρων που είχα.
Η Ελευθέρια Ντεκώ στον φωτισμό θα αναζητήσει συνάδελφο με ολυμπιακή και τηλεοπτική εμπειρία. Θα σχεδιάσουν μαζί
Αν και το τραύμα ήταν νωπό, ζητάω από την Αγγελική Στελλάτου να αναλάβει την κίνηση των ανθρώπων.
Η Ελευθερία αναρωτήθηκε αν ήταν μια καλή επιλογή, μια που σε μια τόσο δύσκολη περιπέτεια δεν χωρούσε το ρίσκο συναισθηματικού μπουρδουκλώματος. Η Τίνα, όμως, μου είπε: «Κανένας άλλος δεν μπορεί να δώσει την ποιότητα της κίνησης που ζητάς». Η Τίνα είχε δίκιο
Η Αγγελική συγκροτεί μια ομάδα χορευτών που, σύμφωνα με τη μέθοδο που είχαμε ακολουθήσει στις δύο όπερες που είχα σκηνοθετήσει: θα τη συντροφεύσουν στην καλλιτεχνική έρευνα, θα καταλήξουν στις χορογραφίες υπό την καθοδήγησή της, θα πραγματοποιήσουν τις ακροάσεις και τη διαμοίραση των εθελοντών ανάλογα με τις ικανότητές τους, θα διδάξουν τις χορογραφίες και θα βρεθούν μαζί τους επί σκηνής τη μεγάλη μέρα
Μαζί με τον Λάνθιμο και κατόπιν υπόδειξης της Εύας Στεφανή φωνάζουμε την Αθηνά Τσαγγάρη να κινηματογραφήσει όλη την τρίχρονη διαδρομή. Η Αθηνά μπαίνει με ενθουσιασμό και επεκτατισμό. Έναν χρόνο μετά, αναλαμβάνει η ίδια τις προβολές της τελετής, μαζί με τον αχώριστο συνεργάτη της Matt Johnson
Ο Κουμεντάκης φέρνει στην ομάδα τη μουσικό Μαρία Μεταξάκη – μαζί θα βγάλουν πολλά φίδια από πολλές τρύπες.
Η Ελευθερία μάς οδηγεί στον Βοb Dickinson, που με μεγάλη τρυφερότητα και επαγγελματισμό ανεβάζει το επίπεδο του φωτισμού. Η τελετή μας έγινε με τα περισσότερα ως τότε φωτιστικά σώματα στην ιστορία του θεάματος. Έσπασε το ρεκόρ. Οι δυο τους θα βραβευτούν με Emmy.
Με τον ίδιο καλλιτέχνη θα κάνω, 10 χρόνια αργότερα, τους πρώτους Ευρωπαϊκούς Αγώνες, που θα του χαρίσουν ακόμη ένα Emmy. Πρόσφατα μου έστειλε μήνυμα ότι του έλειψα και μακάρι να ξαναδουλέψουμε μαζί, η Τίνα είπε «o Βοbby θέλει κι άλλο Εmmy».
Τη Σοφία Κοκοσαλάκη δεν την ήξερα, το άστρο της είχε μόλις ανατείλει στο Λονδίνο. Της ζήτησα ραντεβού και όταν βρεθήκαμε ήταν καχύποπτη. Δέχτηκε όμως να μπει στη δημιουργική ομάδα και να αναλάβει τα κοστούμια. Στη μέση της διαδικασίας την πρωτοχτύπησε ο καρκίνος, αλλά συνέχισε, μέσα στις χημειοθεραπείες, τη δουλειά. Δεν έχασε ποτέ το χιούμορ της. Την αγάπησα. Προτού παρουσιαστεί η τελετή μας, σε μια συνέντευξη στη γαλλική Vogue, αν θυμάμαι καλά, τη ρώτησαν για μένα. «Το πρώτο πράγμα που πρέπει να πει κανείς για τον Δημήτρη», είπε, «είναι ότι πρόκειται για έναν πολύ καλό άνθρωπο». Μέχρι σήμερα είναι ο μοναδικός άνθρωπος που έχει μιλήσει έτσι για μένα. Την αγκάλιασα για τελευταία φορά στο Sadler’s Wells στο Λονδίνο, που ήρθε να δει τον Μεγάλο Δαμαστή. Κλειστοφοβική και αγοραφοβική, όπως ακριβώς κι εγώ, πάντα καθισμένη στην άκρη, έτοιμη να φύγει. Λίγο μετά μάθαμε τον θάνατό της.
Για τον σχεδιασμό των πυροτεχνημάτων απέφυγα την παραίνεση του ζεύγους Αγγελοπούλου για την αμερικάνικη εταιρεία και προτίμησα τον Christophe Berthonneau, τον Γάλλο καλλιτεχνικό διευθυντή της Groupe F
Δεν πρέπει να υποτιμά κανείς τον σχεδιασμό των πυροτεχνημάτων: είναι η στιγμή της εκσπερμάτισης. Όλο το γεγονός οργανώνεται γύρω από έναν συλλογικό οργασμό του οποίου κορύφω��η είναι τα πυροτεχνήματα.
Εμείς προτιμήσαμε την κομψότητα μιας γαλλικής εκσπερμάτισης.
Εκείνη η αμερικάνικη εταιρεία έκαψε με τα πυροτεχνήματά της τη Φιλοθέη στη δεξίωση της Γιάννας την επομένη της τελετής. Φτηνά τη γλίτωσα – είμαι πια σίγουρος ότι πρέπει κανείς να ζητά αυτό που θεωρεί σωστό, κι ας μην το παίρνει πάντα. Πρέπει όμως να το ζητά. Μετανιώνεις μόνο για όσα δεν ζήτησες από τη ζωή σου.
Ζητάω από τον Νίκο Αλεξίου να μελετήσει τα μεγέθη, τις αναλογίες και τις τομές των γλυπτών της Αλληγορίας. Ο Νίκος, που δεν ζει πια, είναι ένας από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες της σύγχρονης Ελλάδας. Το ΕΜΣΤ όφειλε να του είχε κάνει τεράστιο αφιέρωμα. Όμως η χώρα μας τους σύγχρονους καλλιτέχνες της μας έχει χεσμένους. Με τον Νίκο ήμασταν τότε στα δικαστήρια για τη Μήδεια, αλλά η περίσταση είναι σημαντικότερη από τα προσωπικά μας. Φτιάχνει μια συγκλονιστική μακέτα του Σταδίου και του στεγάστρου Καλατράβα, ολόκληρη καμω- μένη από καλάμια. Σήμερα είναι κάπου πακεταρισμένη σε κάποια από τις αποθήκες όπου όλα βρίσκονται συσσωρευμένα.
Η Αθηνά Τσαγγάρη προτείνει στον Σωκράτη Σωκράτους να φωτογραφίσει τη μνημειακή προετοιμασία μας εθελοντικά. Ο Σωκράτης αφιερώνεται με μανία, χώνεται παντού και συλλαμβάνει όλη την ομορφιά και την καύλα με τρόπο μοναδικό. Είναι απορίας άξιο πώς κανένας ακόμη δεν έχει εκδώσει τη συλλογή αυτών των συγκλονιστικών φωτογραφιών.
Το κόσμημα
Και, τέλος, ζητάω από τον Άγγελο Μέντη να αναλάβει να δημιουργήσει το τμήμα της τελετής που ονομάστηκε Κλεψύδρα. Είναι η στιγμή που οι εικόνες της ελληνικής τέχνης εισέρχονται σαν ονειρική πομπή στο Στάδιο.
Ήμασταν φίλοι τότε. Ο Άγγελος ήταν σχεδιαστής κοστουμιών και make-up artist από άλλο πλανήτη, όμως τίποτα μεγάλης κλίμακας δεν είχε επιχειρήσει και καμία εμπειρία στη σκηνοθεσία δεν είχε. Δεν ξέρω ποιο ένστικτο ή αν ήταν η αγάπη που οδηγούσε την επιμονή μου –χρειάστηκε να τον πείσω–, όμως αυτή είναι η κίνηση ματ που έκανα στη συγκρότηση της καλλιτεχνικής ταυτότητας της τελετής. Ο Άγγελος δέχτηκε και ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Απέδειξε τη μεγαλοφυΐα του μετατρέποντας το κομμάτι που του ανάθεσα στο κόσμημα της τελετής.
Συγκρότησε και οδήγησε μια ομάδα με πρωτεργάτες τη ζωγράφο Μαρία Ηλία, τον γλύπτη Νεκτάριο Διονυσάτο και τη σκηνογράφο-ενδυματο- λόγο Ελένη Μανωλοπούλου. Για την έρευνα επιστράτευσε τον Μάνο Λαμπράκη και τον Αντώνη Γαλέο. Πήρε τις πιο παράτολμες αποφάσεις και τις υλοποίησε με τρόπο αξιοθαύμαστο. Το σύμπαν που δημιούργησε, ξεδιπλώνοντας την ιστορία της ελληνικής τέχνης μπροστά στα μάτια μας, άφησε τους πάντες άφωνους. Όποιος το έβλεπε από κοντά τού έπεφτε το σαγόνι.
Οι τηλεσκηνοθέτες, Ευρωπαίοι και Αμερικάνοι, στη γενική πρόβα πρόσθεσαν επιπλέον κάμερες και μας θερμοπαρακάλεσαν να δώσουμε ένα δεκάλεπτο ακόμη –τεράστιος τηλεοπτικός χρόνος– στην Κλεψύδρα, για να μπορέσουν να αποτυπώσουν τηλεοπτικά τις λεπτομέρειες.
Είχαν ήδη δει, έναν χρόνο πριν, την εκπληκτική μακέτα του Άγγελου, αλλά προφανώς δεν πίστεψαν ότι η πραγματοποίηση θα ήταν τόσο ακριβής και ακόμα καλύτερη. «Δώσ’ τους 10 λεπτά», μου ζήτησε και η Γιάννα. Ήταν όμως αργά. Όλα ήταν μετρημένα πια και οι τέσσερις ώρες της έναρξης ήταν κουρδισμένες σαν ωρολογιακή βόμβα.
Στο αξεπέραστο επίπεδο της Κλεψύδρας καθοριστικό είναι το επίτευγμα της Αγγελικής Στελλάτου, η οποία με την ευθύβολη απλότητα και την επιμονή στην ποιότητα και στη λεπτομέρεια της κίνησης ζωντάνεψε τις εικόνες του Μέντη με μια κομψότητα και υφέρπουσα ένταση που σπάνια βλέπουμε. Ιδιαίτερα συγκινούμαι όσο αναλογίζομαι την ιερή σεξουαλικότητα με την οποία η Θεά των Φιδιών έσυρε τον χορό. Αυτή η ίδια ιερή σεξουαλικότητα ήταν το πιο εκτυφλωτικό χαρακτηριστικό της ίδιας της Αγγελικής όταν ενσάρκωνε τις μορφές που δημιουργούσα για πάρτη της επί 17 χρόνια. Με τον Άγγελο είχαμε ονειρευτεί η Αγγελική να είναι αυτή που θα ενσαρκώσει τη Θεά των Φιδιών, αλλά η ευθύνη της της επέβαλε να είναι στο «πιλοτήριο» και να μετρά στα ακουστικά των εθελοντών τη βραδιά εκείνη. Η Κατερίνα Σκιαδά ήταν θαυμάσια
Ο Κωνσταντίνος Βήτα ήταν το τρίτο μεγάλο αστέρι στη συναστρία της Κλεψύδρας.
Ο ρυθμός που εφηύρε και ο τρόπος με τον οποίο ο ρυθμός αυτός υποδέ- χτηκε μέσα του τους ήχους και τρόπους της ελληνικής μουσικής μάς διακτίνισαν σε ένα μέλλον που ήταν αρχέγονο. Αυτό του το έργο λέγεται Τhe Passage. Ακούστε το.
Δύο χρόνια μετά, ο Κωνσταντίνος θα ευλογήσει με τη μουσική του το 2.
Την μουσική, βέβαια, δεν την απολαύσαμε στη live αναμετάδοση. Η λογοδι- άρροια του Αλέξη Κωστάλα μάς στέρησε τη μέθεξη. Δεν έβαλε γλώσσα μέσα, δυστυχώς. Κρίμα. Μέχρι και σήμερα δεν έχω καταφέρει να παρακολουθήσω ολόκληρη την τελετή με τη δική του αφήγηση. Το ξέρω πως έγινε από αγάπη, που μετατράπηκε σε αμετροέπεια, αλλά τι να το κάνεις; Αφόδευσε πάνω στη μεγάλη στιγμή που πρωτοεπικοινωνούσαν με την υφήλιο το τεράστιο ταλέντο τους τρεις από τους πιο αγαπημέ- νους μου ανθρώπους: ο Άγγελος, η Αγγελική και ο Κωνσταντίνος.
Ας είναι.
Το κατούρημα
Στρωνόμαστε στη δουλειά.
Ο πρώτος χρόνος φεύγει με την ανάπτυξη του βασικού concept και με την αναζήτηση της εταιρείας παραγωγής που θα το οργανώσει και θα το πραγματοποιήσει υλικοτεχνικά
Κατασκηνώνουμε στο Στάδιο στις 13/08, δύο χρόνια πριν από την εκτό- ξευση, παίζουμε μουσική, χρονομετρούμε διαδρομές, πίνουμε κι ονειρευόμαστε.
Πηγαίνω κρυφά στο κέντρο και κατουράω. Ορίζω την κυριαρχία μου, σαν τα σκυλιά.
Jack, ο ψυχοβγάλτης
Κατασκευάζουμε το μοντέλο του Σταδίου και επιλέγουμε με διαγωνισμό την εταιρεία παραγωγής.
Έτσι ξεκινά η περιπέτειά μας με την Jack Morton. Ήταν μια πολύ σκληρή και συγκρουσιακή συμπόρευση μέχρι την πραγματοποίηση του σεναρίου.
Ευτυχώς, χάρη σε μια ευφυή κίνηση της Γιάννας οι συμβάσεις των καλλιτεχνών γίνονται απευθείας με την Οργανωτική Επιτροπή του «Αθήνα 2004». Αποτέλεσμα; Οι καλλιτέχνες δεν λογοδοτούν στην εταιρεία παραγωγής.
Δεν θέλω να σας κουράσω μ’ αυτά, αλλά είναι σημαντικό να καταλάβετε το εξής: αυτό που συνήθως συμβαίνει σε αυτές τις τιτάνιες παραγωγές, όπου τα εκατομμύρια χορεύουν στον αέρα, είναι ότι μια εταιρεία παραγωγής προσλαμβάνει η ίδια τους καλλιτέχνες, κάνει μια φλασάτη παρουσίαση, παίρνει τη δουλειά και μετά κόβει την ποιότητα εκτέλεσης, επιλέγει κατασκευαστές παίρνοντας μίζες και τρώει, τρώει, τρώει…
Το έργο αυτό το ξανάζησα ολόιδιο στους Ευρωπαϊκούς Αγώνες.
Όταν ο καλλιτέχνης είναι υπάλληλος της εταιρείας αυτής, δεν μπορεί να κάνει τίποτα.
Εμείς τους χορέψαμε στο ταψί.Και τις δύο φορές.
Στο άκουσμα του ονόματός μου θα φτύνουν. Στα showreels τους, όμως, πρώτες-πρώτες φιγουράρουν οι εικόνες μου.
O Superwoman
Βρίσκομαι, ως ο κεντρικός δημιουργός ενός τέτοιου γεγονότος, σε μια μοναδική θέση. Μπορώ να χτυπήσω όποια πόρτα γουστάρω.
Διαλέγω να χτυπήσω την πόρτα της Laurie Anderson. Βρίσκομαι στη Νέα Υόρκη και μου ανοίγει αυτή η τεράστια μικροκαμωμένη γυναίκα, η καλλιτέχνις που λατρεύω τόσα χρόνια. Το πλατύ της χαμόγελο με υποδέχεται. Της προτείνω να συνεργαστούμε. Θέλω να μπει στη δημιουργική ομάδα και να είναι η φωνή που θα υποδέχεται τον κόσμο στο Στάδιο. Θέλω επίσης να σκηνοθετήσει ένα από τα κομμάτια της τελετής.
Αυτή είναι η αρχή μιας σημαντικής για μένα σχέσης. Η Laurie έρχεται στην Αθήνα και αρχίζει να ονειρεύεται μαζί μας. Επισκέπτεται τα εργαστήρια του Μέντη και του Αλεξίου και παθαίνει την πλάκα της με τις μακέτες τους. Συλλαμβάνει αμέσως το ελεύθερο, non-corporate πνεύμα της ομάδας μας και συντονίζεται.
Βλέπω μπροστά στα μάτια μου με χαρά να αναπτύσσεται μια ενθουσιώδης φιλία των δύο ποιητριών που έχω φέρει σε επαφή. Νικολακοπούλου και Anderson συμπαθούν τρελά η μία την άλλη. Συχνά ξεκαρδίζονται σαν τα ��αιδιά. Η Λίνα είναι ανά πάσα στιγμή πανέτοιμη να γίνει τριών χρονών. Μια αυθεντικά λαϊκή καλλιτέχνις και μια ιέρεια της avant-garde. Είναι συγκινητικό που η καρδιά είναι κοινή. Η Laurie θέλει να δοκιμάσει τη μέθοδο της Περιπατητικής Σχολής, προσλαμβάνει έναν Walking Producer (όρος που εφευρέθηκε εκείνη τη στιγμή και χρησίμευσε αποκλειστικά, φαντάζομαι, για εκείνη την περίσταση) και μαζί με τη Λίνα περπατούν ως τους Δελφούς.
Laurie Anderson, Αμαλία Μουτούση και Όλια Λαζαρίδου ονειρεύομαι να είναι οι τρεις φωνές, οι τρεις γλώσσες, που θα υποδέχονται τον κόσμο στην τελετή. Αρχίζουν δοκιμές.
Ο Δημήτρης Κορρές κανονίζει με τον αδερφό του, τον περίφημο διευθυντή Αναστήλωσης της Ακρόπολης Μανόλη Κορρέ, και πηγαίνουμε τη Laurie στην Ακρόπολη. Μας δίνει πρόσβαση στον Παρθενώνα
Η συγκίνηση είναι μεγάλη για όλα, αλλά όταν τα ζεις είναι κανονικά. Τριάντα χρόνια πριν, στο κομμωτήριο της μάνας μου, με στέλναν για πορτοκαλάδες στο περίπτερο. Είκοσι χρόνια πριν το έσκαγα από το σπίτι μου για να σπουδάσω ζωγραφική. Δέκα χρόνια πριν ανέβαζα τη Μήδεια και περνούσα από την κατάληψη στα μεγάλα θέατρα. Τώρα είμαι μέσα στον Παρθενώνα με τη Laurie Anderson.
Είναι αυτή που θα με στριμώξει περισσότερο. Αυτή που θα μου κάνει τις πιο σκληρές ερωτήσεις, αυτή που θα είναι η πιο δύσκολη να πειστεί.
Η διαδικασία αυτή με αναγκάζει να γίνω σαφέστερος, να χτίσω επιχειρήματα και να υπερασπίζομαι αποφασιστικότερα τις ιδέες μου.
Όμως η Laurie όλο ανέβαλλε να πάρει αποφάσεις, όλο δίσταζε να ηχογραφήσει. Όλο ανέβαλλε να καθορίσει τη θέση της σ’ αυτή την τελετή, έτσι, σε μια κρίσιμη στροφή της διαδικασίας, προφασίστηκα budget cuts, την πήρα τηλέφωνο και της είπα να τερματίσουμε τη συνεργασία μας. Το κατάλαβε. Μπορεί και να ανακουφίστηκε.
Οι καλλιτέχνες αυτοί έχουν μια δυσκολία να μπουν στην υπηρεσία ενός τέτοιου συστήματος. Μια τελετή έναρξης Ολυμπιακών Αγώνων είναι μια προπαγάνδα για τη χώρα που τους διοργανώνει. Αυτή είναι η φάση, η φύση και η αποστολή της δουλειάς. Χρειάζεται καλλιτέχνες για να πραγματοποιηθεί, αλλά δεν αποτελεί έργο τέχνης.
Αυτή και μόνο η έννοια της προπαγάνδας φέρνει αμηχανία.
Για μένα ήταν εύκολο, έπρεπε να μιλήσω θετικά για κάτι που, όσο περισσότερο μελετούσα, τόσο περισσότερο ανακάλυπτα ότι αγαπούσα: τη χώρα μου, το αφήγημά της, την τέχνη της και την απροκάλυπτη μανία της για ομορφιά.
Το χάος, τη διαφθορά και την παράκρουση τα έβλεπα ολοφάνερα μπροστά μου.
Όμως αυτά δεν ήταν του παρόντος. Ήταν η ώρα τώρα για γιορτή.
Αλμυρός ιδρώτας
Η άλλη πόρτα που χτύπησα ήταν της Björk. Ενσάρκωνε για μένα το τέλειο υβρίδιο pop και avant-garde – ό,τι ακριβώς ευχόμουν να καταφέρει να γίνει η τελετή μας. Αποφασίζω να της ζητήσω να μας γράψει το ολυμπιακό μας τραγούδι.
Χρειάστηκε να πολεμήσω πολύ γι’ αυτή μου την επιλογή.
Είμαι ιδιαίτερα περήφανος γι’ αυτό το τραγούδι
Σε ένα ξενοδοχείο στη Νέα Υόρκη, μυστικά, της παρουσιάζω ολόκληρο το concept. H Björk, σοβαρή και σκεπτική. Ζητάω κάτι πολύ συγκεκριμένο: ή να γράψει ένα τραγούδι ή να τραγουδήσει το Ιmagine του John Lennon.
Μετά από λίγο καιρό μάς ειδοποιεί ότι δέχεται να γράψει ένα τραγούδι. Ξανασυναντιόμαστε στο Λονδίνο, καθισμένοι στο πάτωμα ακούμε μια μελωδία που θεωρεί κατάλληλη, την αποκαλεί «μεσογειακή», γιατί έχει παραπάνω πάθος από αυτό που συνηθίζει στη μουσική της.
Εγώ της παρουσίασα ένα Στάδιο μεταμορφωμένο σε Μεσόγειο κι εκείνη επέλεξε να τραγουδήσει ως η ίδια η θάλασσα.
Την είχα οραματιστεί να τραγουδάει εξάμετρη. Το φόρεμα-θάλασσα που για χάρη της δημιούργησε η Κοκοσαλάκη θα κάλυπτε όλους τους αθλητές έχοντας επάνω του τυπωμένη την εικόνα της υδρογείου με τις ηπείρους καμωμένες από αλάτι. Έτσι, υπερυψωμένη, θα βρισκόταν μπροστά από τη μεγάλη οθόνη και πίσω της πέντε μέδουσες θα σχημάτιζαν φευγαλέα τους ολυμπιακούς κύκλους.
Αλλά το υδραυλικό σύστημα που θα την ανύψωνε κόλλησε κι έμεινε η άμοιρη καρφωμένη στο έδαφος. Η Σοφία απαρηγόρητη, τόσες εργα- τοώρες, τόσες χιλιάδες τόπια υφάσματος, κι αυτό το φόρεμα δεν το είδε κανείς! Δείτε το εδώ, σε μια εικόνα από τη γενική πρόβα.
Απ’ όλα τα τεχνικά κωλύματα που θα μπορούσαν να συμβούν, αυτό ήταν το μόνο που δεν προκαλούσε αλυσιδωτή αντίδραση καταστροφής.
Ήταν κρίμα, η στιγμή θα έλαμπε, αλλά έτσι είν’ η ζωή.
Σε όλη αυτή την ομορφιά που, από κάθε άκρη της γης, ήταν μαζεμένη στα πόδια της, σε όλους αυτούς τους νέους και τις νέες, τους καλύτερους των καλυτέρων από την κάστα των αθλητών που τις επόμενες μέρες θα έχυναν ατέλειωτα ποτάμια ιδρώτα, η Björk διάλεξε να τραγουδήσει ως θάλασσα/καταγωγή του ανθρώπινου γένους. Και το τραγούδι της τελειώνοντας λέει:
«Γιοι μου και κόρες μου, ο ιδρώτας σας είναι αλμυρός και εγώ είμαι η αιτία»
Όταν διάβασα αυτούς τους στίχους, ταράχτηκα.
Ίσως δεν το πρόσεξε κανείς, ίσως κανείς δεν συμφωνεί μαζί μου, αλλά αυτό είναι το ωραιότερο ολυμπιακό τραγούδι όλων των εποχών.
Η τελική ευθεία
Μετακομίζουμε από το γραφείο στο κέντρο της Αθήνας κοντά στο Στάδιο. Το νέο στούντιο είναι τεράστιο.
Ο Γιώργος Κουμεντάκης φέρνει τον Mahler, που έγινε η ψυχή της Έναρξης, το soundtrack της Αλληγορίας.
Η Λίλη Πεζανού φτιάχνει τα κομψοτεχνήματά της. ��άρη στην αξεπέραστη σχέση της με τον μοντερνισμό σχεδιάζει υπέροχα τη σκάλα που θα σηκωθεί από τις κερκίδες μέχρι τον βωμό, σχεδιάζει το χείλος της θάλασσας με κλ��ση που θα επιτρέψει στο νερό με μοιάσει με όχθη και μαζί με τον Κωνσταντίνο Κυπριωτάκη σχεδιάζουν γλυπτικά την εσωτερική πλευρά των θραυσμάτων.
Η Αθηνά Τσαγγάρη εξασφαλίζει έναν χαιρετισμό από τον διαστημικό σταθμό της NASA.
Η Ρούλα Πατεράκη αναλαμβάνει να σκηνοθετήσει τις τρεις φωνές που θα μας υποδέχονται στο Στάδιο. Η Αγλαΐα Παππά γαλλικά, η Όλια ελληνικά και αγγλικά η Αμαλία.
Ο Κουμεντάκης έχει τη φλασιά η παρέλαση των αθλητών να γίνει με DJ. Φέρνει τον Tiësto.
Ο Γιάννης Μόραλης μας κάνει την τιμή να σχεδιάσει ένα κλαδί ελιάς για τη σημαία του Δρομέα.
Επιστρατεύω τον Λευτέρη Δρανδάκη για τη σχέση μας με την παραδοσιακή Ελλάδα και το Λύκειο Ελληνίδων.
Η Ειρήνη Παππά, που θα ήταν η Γυναίκα με το άγαλμα στα χέρια, μας εγκαταλείπει κι έτσι με τα λόγια του Σεφέρη θα μιλήσει η Λυδία Κονιόρδου.
Πείθω τον Σαντιάγκο Καλατράβα να εγκαταλείψει τη μεγαλομανία του για έναν τεράστιο βωμό έξω από το Στάδιο και να τον εντάξει στο στέγαστρο.
Pina Tours
Πηγαίνω την ομάδα εκδρομή στην Κωνσταντινούπολη να δούμε Pina Bausch. Πολλοί δεν είχαν ξαναδεί. Από μια εμπειρία με έργο της Bausch βγαίνεις εξανθρωπισμένος. Η τεράστια αξία του έργου δεν έγκειται μονάχα σε αυτό που είναι αλλά και σε αυτό που σου κάνει. Είμαι συγκινημένος. Συνειδητοποιώ την αίσθηση του απόμακρου που αποπνέει αυτό που έχω σχεδιάσει κι έτσι προσθέτω τη στιγμή του Ζευγαριού.
Πηγαίνουμε στο Harrogate και κάνουμε τεχνικό και φωτιστικό τεστ σε πραγματικό μέγεθος. Μέσα από τις οθόνες η εικόνα της Αλληγορίας μοιάζει μαυρόασπρη. Αποφασίζω να βάλω έναν κόκκινο Κένταυρο, για να κάνω το μαυρόασπρο πιο λαχταριστό και αποφασισμένο. Tην ίδια στιγμή αποφασίζω να είναι ο Έρωτας γαλάζιος.
Degas και Benzogal
Η εξάντληση κλιμακώνεται, το ανοσοποιητικό πέφτει και μέσα στον χαμό κολλάω ψώρα! Φαγούρα παντού.
Απολυμάνσεις, ψεκασμοί και Benzogal. Είναι, για κακή μου τύχη, ακριβώς η βδομάδα που είμαι καλεσμένος στο σπίτι της Γιάννας πρώτη φορά. Πρέπει να κερδίσω τις εντυπώσεις και να γοητεύσω τους τηλεσκηνοθέτες της τελετής. Έχω αγοράσει το πρώτο μου επίσημο ένδυμα –δεν είχε χρειαστεί ως τότε–, έχω πασαλειφτεί από την κορυφή ως τα νύχια Benzogal και, ενώ φτάνω οριακά στην ώρα μου παρ’ όλο τον κατακλυσμό, βγαίνοντας από το αμάξι ακούω ένα χρατς! Όλο το πίσω μέρος του παντελονιού είχε ξηλωθεί.
Σε αυτή την υπέροχη κατάσταση, έβγαλα τη βραδιά πότε τοίχο-τοίχο, πότε καθιστός, πότε όρθιος με τα χέρια δεμένα πίσω θαυμάζοντας τους original Picasso και Degas.
Το δαχτυλίδι
Βλέπω ένα όνειρο: Κοιτάζω από ψηλά μια θάλασσα που κυλά σαν ποτάμι. Είναι σαν να βρίσκομαι στον Ισθμό της Κορίνθου. Το δαχτυλίδι μου γλιστρά και πέφτει στο ορμητικό νερό. Νιώθω ότι κάτι είναι οριστικό. Απώλεια και ανακούφιση μαζί. Το λέω στην Όλια. Το θυμάται ακόμα.
3D χορογραφίες
Προσλαμβάνουμε τον 3D designer Νίκο Μακρή. Αρχίζω να χορογραφώ με μανία κάθε λεπτομέρεια κίνησης του σκηνικού. Τις εναέριες διαδρομές κάθε θραύσματος, τη διαδρομή της φωτιάς στην επιφάνεια του νερού μέχρι να σχηματιστούν οι ολυμπιακοί κύκλοι, την ανάδυση της ελιάς, την ανάδυση της σκάλας, τον ρυθμό που ο βωμός προσεγγίζει τον άνθρωπο. Όλα με ακρίβεια στη μουσική μέσα στο 3D περιβάλλον. Τίποτα στο περίπου. Οι τεχνικοί δεν έχουν ξαναδεί τέτοια εμμονή για ακρίβεια.
Κρατάω για μένα τις χορογραφίες των πρωταγωνιστικών μορφών. Τους Δυο άντρες με τα κρουστά, το Παιδί στο χάρτινο καράβι, τη Γυναίκα με το μαρμάρινο κεφάλι στα χέρια, τον Κένταυρο, τον Άντρα στον κύβο, το Ζευγάρι, ολόκληρη τη διαδρομή του Έρωτα πάνω από την Κλεψύδρα (εδώ χρειάστηκε συνδυασμός της 3D χορογραφίας των παραμέτρων κρέμασης με τη χορογραφία του σώματος), την Έγκυο, τον Δρομέα, τους Λαμπαδηδρόμους.
Ο Γιώργος Κουμεντάκης κρατάει για τον ίδιο δύο σκηνές: Συνθέτει μουσική για τους Εραστές και για τον Διάλογο των κρουστών.
Με συγκινεί το γεγονός ότι, μέσα σε όλον αυτόν τον χαμό και τις χιλιάδες συνεργατών, σε αυτές τις δύο, μικρές αλλά κεφαλαιώδους σημασίας, στιγμές ήμασταν πάλι καλλιτεχνικό ζευγάρι. Μόνοι μας. Οι δυο μας.
Όλα επιταχύνουν.
Εμπόριο όπλων
Η συμπόρευση με την Jack Morton, ένας πραγματικός πόλεμος!
Η τρικυμία στη θάλασσα αυτού του μεγάλου ταξιδιού ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνη και χρειάστηκε να παραστήσω τον καπετάνιο χωρίς να ξέρω πώς. Ήμουν όμως σε έξαρση. Έσκασα και κολύμπησα.
Όση ψυχραιμία, διαπραγματευτική δεινότητα και αντοχή διέθετα, μου χρειάστηκαν ολόκληρες.
Έπρεπε να χορεύω ανάμεσα στα τεράστια Εγώ παραγόντων, πολιτικών, εταιρειών, τεχνικών και καλλιτεχνών (του δικού μου συμπεριλαμβανομένου). Γιάπις παντού! Ευχαριστώ τους γονείς μου που, αν και φτωχοί, με μεγάλες οικονομικές θυσίες με έστειλαν στο Κολλέγιο Αθηνών. Στα χρόνια τα δικά μου, στο σχολείο αυτό σε οχύρωναν με το ισχυρότερο οπλοστάσιο για να πετύχεις τους στόχους σου.
Παρουσιάζω, διαπραγματεύομαι, διασκευάζω και βρίσκομαι στο κέντρο μιας δίνης που φροντίζω να μην αναλογίζομαι.
Καπνίζω συνέχεια, χάνω κιλά, επανασχεδιάζω και αντέχω.
Ο Χάρης Μπότσιος, στενός συνεργάτης μας από την πλευρά της Άκτωρ για την υλοποίηση του στεγάστρου Καλατράβα, μου έκανε ένα από τα πιο παράδοξα κομπλιμέντα που μου έχουν γίνει ποτέ. Μια φορά, στο μπαλκόνι μου, μου λέει: «Σε καμαρώνω, Δημήτρη, εσύ χαραμίζεσαι στην τέχνη, εσύ έπρεπε να πουλάς όπλα».
Ο πατέρας μου από τη μια και η μητέρα μου από την άλλη μού φέρνουν κάθε βδομάδα προμήθεια σπιτικού φαγητού. Πρόκειται για μια ανακωχή: εγώ το έχω σκάσει από το σπίτι από τα 18 μου, αυτοί είχαν χωρίσει από τα 11 μου.
Πείθω με πολύ κόπο τη Γιάννα να επιτρέψει δύο γενικές πρόβες με γεμάτο το Στάδιο. Με βοηθάει ο Μιχάλης Ζαχαράτος. Υπήρχε αυτή η ρημάδα η εμπιστευτικότητα στην οποία κόλλαγε. Ο Μιχάλης, που δεν ζει πια, ήταν πολύ κοντά της. Ένας από τους μεγαλύτερους killers. Είχε καταλάβει τι πάω να κάνω και με διευκόλυνε στη συνεννόηση μαζί της. Άλλο ένα ζώο της ζούγκλας που θα ’θελα να έχω δει μόνο από μακριά αλλά που χρειάστηκε να συνεργαστώ μαζί του από κοντά. Ένιωθα πως ήταν επικίνδυνος, αλλά ήταν στο στρατόπεδό μου.
Η Βένια Παπαθανασοπούλου, επίσης στο πλευρό της Γιάννας, έγινε η καλή μας η νεράιδα. Έλυνε με ευστροφία και αμεσότητα ό,τι πρόβλημα μπορούσε να λυθεί.
Το στέγαστρο Καλατράβα καθυστερεί και οι κρίσιμες πρόβες μας μέσα στο Στάδιο μειώνονται.
Όταν, επιτέλους, μπαίνουμε στο Στάδιο, οι εκατοντάδες παράμετροι και οι χιλιάδες άνθρωποι πρέπει να συντονιστούν. Όλα πρέπει να λειτουργήσουν συνδυαστικά. Είναι μια ισορροπία τρόμου πάνω στο χάος.
Οι τεχνικές πρόβες πυκνώνουν.
Οι φωτιστικές πρόβες πυκνώνουν.
Το Στάδιο γεμίζει με τους εθελοντές των Αγώνων. Είναι οι θεατές μας για τις γενικές. Τους παρακαλώ από το μικρόφωνο να κρατήσουν μυστικό ό,τι θα δουν. Το κράτησαν. Η πολιορκία από τα media, ασφυκτική.
Τα τρία γλυπτά βγαίνουν σπασμένα και στις δύο γενικές.
Οι πιθανότητες να πάνε όλα λάθος σε αυτόν τον τεχνολογικό εφιάλτη που έχω σχεδιάσει είναι μεγάλες.
Παρασκευή και 13
Και έρχεται το πρωί εκείνης της μέρας.
Σκάνδαλο: Κεντέρης και Θάνου ντοπαρισμένοι!
Τηλέφωνο από τη Γιάννα πρωί-πρωί. Πηγαίνω στα γραφεία, στο Hilton.
Ο Κεντέρης ήταν αυτός που θα άναβε τη Φλόγα. Είχα κάνει πρόβα μαζί του, για να του δείξω ακριβώς τι πρέπει να κάνει και πώς να μετρήσει τη μουσική. Του είχα ζητήσει μάλιστα τη χάρη –και με μεγάλη τρυφερότητα αυτό το άλογο κούρσας με τους υπερφυσικούς γοφούς είχε δεχτεί– να τρέξουμε μαζί 100 μ. και να με αφήσει να τον νικήσω! Κι έτσι έχω ένα βίντεο που τρέχω γρηγορότερα από τον Κεντέρη.
Τηλεφωνούμε στον Κακλαμανάκη.
Πρόβα, λοιπόν, με τον Κακλαμανάκη. Ένας γλυκός πανέμορφος άντρας. «Το τρέξιμο είναι το χειρότερό μου», μου εκμυστηρεύεται. Τρέχει όμως.
Ο μόνος συμβιβασμός που έχω κάνει είναι να ντύσω τελικά την Έγκυο γυναίκα, παρ’ όλο το πανάκριβο και πανέμορφο προσθετικό που είχαμε σχεδιάσει για να μπορέσει να εμφανιστεί ολόγυμνη.
Μια κίνηση σεβασμού προς τις μουσουλμανικές χώρες που συμμετέχουν στους Αγώνες. Ο ελληνικός πολιτισμός, βέβαια, είναι αυτός που ύμνησε το γυμνό ανθρώπινο σώμα περισσότερο από κάθε άλλον.
Καλύψαμε και τις ρώγες στις Μινωικές Κροκοσυλλέκτριες, που η μόδα της εποχής τους τις ήθελε γυμνόστηθες. Αφήσαμε όμως γυμνόστηθη τη Θεά με τα Φίδια. Free the nipple!
Μου είχε ζητηθεί να κόψω και τις δύο πτώσεις του Δρομέα που διέσχιζε την αλληλουχία των σύγχρονων ολυμπιακών πόλεων. Ο Δρομέας αυτός σκόνταφτε και έπεφτε στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους – τότε οι Ολυμπιακοί δεν είχαν πραγματοποιηθεί.
Δεν ήθελα να κόψω τις πτώσεις αυτές. Η Γιάννα, προς τιμήν της, με υποστήριξε. «Κάνουν πολέμους και ζητούν να μην τους θυμόμαστε! Θα το αφήσουμε όπως είναι», είπε.
Έχω, λοιπόν, κάνει την πρόβα με τον Κακλαμανάκη, έχω διαλέξει και τα ρούχα που θα φορέσει η Γιάννα (γιατί ως τότε είχα γίνει της απολύτου εμπιστοσύνης της. Δυστυχώς, παρέλειψα να επιμεληθώ τα παπούτσια) και φτάνω στο Στάδιο.
Η ομάδα μου στο «πιλοτήριο». Όλοι με τα ακουστικά τους και τα μικρόφωνα συνδεδεμένα με τα αυτιά όλων των εθελοντών για μέτρημα και οδηγίες. Η Τίνα στον διασκελισμό του Κενταύρου και στην υπόκλιση των εθελοντών. Η Κάλη –νηπιαγωγός γαρ– στο παιδί πάνω στο χάρτινο καράβι. Η Αγγελική στην Κλεψύδρα. Όλοι έτοιμοι για απογείωση. Παίρνω το μικρόφωνο και ψιθυρίζω στα αυτιά όλων των εθελοντών «καλό ταξίδι». Είχαμε φτιάξει δεκάδες χιλιάδες μικρά ματάκια και τους τα είχαμε μοιράσει, για να νιώθουμε προστατευμένοι και ενωμένοι την ώρα της μεγάλης έκθεσης. Η φόρτιση είναι τεράστια και κυλά κάτω από ένα στρώμα παγωμένης ψυχραιμίας.
Δεν αντέχω μέσα.
Βγαίνω έξω, στο μπαλκονάκι, πάνω από τον κόσμο, και αποφασίζω να παρακολουθήσω από κει.
Ένα τσιγάρο στο χέρι, τα πόδια κρεμασμένα στο κενό και παρέα ένα αγόρι που ούτε ξέρω από πού ξεφύτρωσε και πώς το λένε, αλλά είχε αποφασίσει να ζήσει μαζί μου εκείνη τη στιγμή.
Ήταν όμορφος, κι έτσι τον άφησα να είναι εκεί.
Και αρχίζουν όλα.
Τα χοντρά
Στην αρχή έπρεπε να αποδεσμευτεί ενέργεια.
Είναι κάτι που συνειδητοποίησα σε έναν καφέ που ήπια με τον Rick Birch, σκηνοθέτη της Έναρξης του Σίδνεϊ. Μου είπε ότι η εισαγωγή του ήταν σχεδιασμένη για το ξέσπασμα της ενέργειας που είχε συσσωρευτεί από την αναμονή και τη δυσκολία της προετοιμασίας των Αγώνων.
Κατάλαβα ότι έτσι όπως σχεδίαζα εγώ, τα ζώα μου αργά, με την ονειροπόλα διάθεσή μου, έκανα λάθος. Έπρεπε να φύγουν τα χοντρά. Χρειάστηκα την αρσενική ενέργεια ενός ζεϊμπέκικου. Πήγαμε φυσικά στον Ξαρχάκο. Μεγάλος καλλιτέχνης, απόλυτος κύριος, έγραψε ένα ζεϊμπέκικο γεμάτο δύναμη κι αξιοπρέπεια.
Θυμάμαι την ημέρα της ηχογράφησης πώς διηύθυνε τους μουσικούς του, σαν άγριο ζώο. Μου έλειπε κάτι, ένα μουσικό γύρισμα στην τελευταία επανάληψη, αλλά χωρίς μουσικές γνώσεις δεν ήξερα πώς να του το ζητήσω. Επέμενα. Έχω απίστευτο θράσος όταν νιώθω πως κάτι σπουδαίο κρύβεται στη γωνιά. Δεν το βάζω κάτω. Είχαμε μόλις γνωριστεί. Ανταποκρίθηκε στη μανία μου με υπομονή και αγάπη. Το ένα ζώο είχε αναγνωρίσει το άλλο. Προσπάθησε να μου δώσει αυτό που ήθελα και, όταν το βρήκε, ήταν χαρούμενος. Του χρωστάω αυτή την αγορίστικη εμπιστοσύνη, δεν θα την ξεχάσω ποτέ.
Το μενού, λοιπόν, ξεκινάει με ένα βίντεο-αντίστροφη μέτρηση, με τους χτύπους της καρδιάς από το 28 ως το μηδέν. Η δική μας είναι η 28η Ολυμπιάδα. Δύο δρομείς. Ο δρόμος είναι το πρώτο άθλημα (και το μοναδικό στις πρώτες 13 Ολυμπιάδες).
Ο χτύπος της καρδιάς και ο Δρομέας θα είναι οι εμμονές της τελετής μας.
Κρυμμένες μέσα στο βίντεο της Αθηνάς Τσαγγάρη αναφορές στη Leni Riefenstahl, που με το αριστούργημά της Olympia άλλαξε την ιστορία του κινηματογράφου και καθόρισε για πάντα τον τρόπο με τον οποίο κινηματογραφούνται οι Αγώνες. Χορεύτρια η ίδια, γνώριζε πώς να βρεθεί κοντά στο σώμα την ώρα που αυτό αγωνίζεται. Η Leni Riefenstahl, persona non grata λόγω της σύνδεσής της με το Τρίτο Ράιχ, είναι το ένοχο μυστικό. Δίδαξε σε όλους πώς γίνεται, αλλά κανείς δεν τολμά να το παραδεχτεί, γιατί συμπορεύτηκε με τα κτήνη.
Το ζεϊμπέκικο του Ξαρχάκου ξεσπά τη στιγμή που η Όλια λέει: «Πολίτες του κόσμου, καλώς ήρθατε στη γιορτή της Αθήνας! Ολυμπιακοί Αγώνες, καλώς ήρθατε σπίτι σας, καλώς ήρθατε στην Ελλάδα».
Η συγκίνηση είναι απτή.
Το κύμα
Αυτό που έγινε με ένα χτύπημα ποδιού πάνω στο νερό θα μείνει χαραγμένο στην καρδιά μου για πάντα.
Δυο άντρες, ένας στην Ολυμπία κι ένας στο Στάδιο, συνδιαλέγονται με τα κρουστά τους. Σε έναν μουσικό διάλογο ερωτικής έντασης, ο μεγαλύτερος προκαλεί τον νεότερο. Η Αθήνα ζητά την ευλογία της Ολυμπίας. Την ώρα που οι ρυθμοί τους συγχρονίζονται, ο άντρας στο Στάδιο πατά με δύναμη στο νερό, αυτό τινάζεται αρπάζοντας το φως.
Σε αυτή την τόσο απλή κίνηση 70.000 άνθρωποι σηκώνονται όρθιοι και ουρλιάζουν. Ένιωσα την ενέργεια να κατακλύζει το σώμα μου και ανατρίχιασα. Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα πως, αν όλα πάνε καλά, θα ζήσουμε κάτι δυνατό. Ο κόσμος ήταν μαζί μας, ήταν το κύμα μας, ένα τεράστιο κύμα. Το μόνο που χρειαζόταν ήταν να σερφάρουμε καλά.
Με τον συντονισμό των δύο αντρών, ο πρώτος οργασμός. Ένα πύρινο σπερματοζωάριο γονιμοποιεί το νερό και οι ολυμπιακοί κύκλοι σχηματίζονται πύρινοι. Ο κόσμος εκστασιάζεται.
Τώρα όλη αυτή η αρσενική έξαψη θα κατευναστεί με ένα χάδι από τη θηλυκή γλύκα του Χατζιδάκι.
Ένα χάρτινο καράβι, ένα παιδί και μια χάρτινη σημαία. Μια χώρα μικρή, ναυτική, καλωσορίζει την υφήλιο. Ο Εθνικός μας Ύμνος χορωδιακός, a capella, όπως σοφά είχε αποφασίσει ο Κουμεντάκης.
Και μπαίνουμε στο ψαχνό.
Το τρομερό βήμα
Ένα κυκλαδικό κεφάλι που σε μέγεθος εξαώροφης πολυκατοικίας αναδύεται από το κέντρο ενός πλημμυρισμένου Σταδίου, από την καρδιά μιας θάλασσας περικυκλωμένης από 70.000 ανθρώπους, είναι μια εικόνα που για μένα θα ήταν αρκετή για μια ολόκληρη τελετή έναρξης. Το ότι κατάφερα να τη δημιουργήσω είναι κάτι που δεν το χώραγε ο νους μου.
Ένα πρωί είχα ξυπνήσει με καρφωμένη στο μυαλό μου αυτή τη σουρεαλιστική ονειρική εικόνα: το πορτρέτο του Ανθρώπου, τεράστιο, να αναδύεται, να σπάει και να δημιουργεί νησιά, τις Κυκλάδες, τον τόπο στον οποίο δημιουργήθηκε και στον οποίο εγώ πρωτογνώρισα τον έρωτα.
Τώρα την έβλεπα μπροστά μου! Τρισδιάστατη, διακτινισμένη στα μάτια 4 δισεκατομμυρίων θεατών! Όταν τα πράγματα συμβαίνουν, πρέπει να είσαι ψύχραιμος, εκεί, να τα υπηρετήσεις. Δεν υπάρχει χώρος ούτε να χαρείς ούτε να θαυμάσεις το γεγονός ότι η πραγματικότητα έχει τη δυνατότητα να γίνει όνειρο. Μόνο εισπνέεις και εκπνέεις.
«Έπεφτε στο όνειρο καθώς έβγαινα από το όνειρο».
Την ιστορία της αφύπνισης της ανθρώπινης σκέψης, της γέννησης του πνεύματος που για λογαριασμό ολόκληρης της ανθρωπότητας συνέβη στον ελληνικό χώρο, αυτό θέλησα να τραγουδήσω.
Με εικόνες ανεξήγητες αλλά σαφείς μέσα από την ιστορία της απεικόνισης της ανθρώπινης μορφής στο λευκό μάρμαρο. Από τα προϊστορικά κυκλαδικά ειδώλια μέχρι το τρομερό βήμα: Ο Κούρος ξεκολλάει από την πέτρα που τον κρατά δέσμιο.
Το είχα πρωτακούσει φοιτητής σε μια διάλεξη Ιστορίας της Τέχνης στη Σχολή Καλών Τεχνών και είχε μείνει ανεξίτηλο μέσα μου. Είχε έρθει τώρα η ώρα να γίνει έργο.
Οι Αιγύπτιοι τόλμησαν να προτάξουν το ένα πόδι των αγαλμάτων. Μέχρι εκεί. Η πλάτη τους ήταν ακόμα χτισμένη στις προσόψεις των ναών, σαν παρκαρισμένα αμάξια με αναμμένη τη μηχανή, μέχρι να έρθουν οι Έλληνες. Με μια ανεπαίσθητη αλλά εκκωφαντική μετατόπιση του άξονα, οι Έλληνες έφεραν το κέντρο βάρους ανάμεσα στα δύο πέλματα και ξεκόλλησαν οριστικά την εικόνα του ανθρώπου από το φόντο.
Ο Κούρος στέκει όρθιος, περίοπτος, πανέτοιμος για το επόμενο βήμα. Ο άνθρωπος μπορεί να δει την εικόνα του απ’ όλες τις μεριές, και, για πρώτη φορά στην Ιστορία, αρχίζει να γράφει για το πώς αισθάνεται.
Η αφύπνιση της προσωπικότητας έχει αρχίσει. Η επική ποίηση του Ομήρου δίνει τη σκυτάλη στη λυρική ποίηση. Μια γυναίκα, πρώτη απ’ όλους τους ανθρώπους, τραγουδάει τον καημό της. Η Σαπφώ.
Και μετά, το θαύμα: η μορφή αναπαύεται στο ένα της πόδι. Αφήνει τους άξονες της λεκάνης και των ώμων να γείρουν σε ελαφρές διαγωνίους, επιτρέποντας στο ένα από τα δύο πόδια να χαλαρώσει, και αναλογίζεται την ύπαρξή της. Η μορφή έγινε όμορφη.
Το πρώτο τέτοιο άγαλμα στην ιστορία του κόσμου το έχουμε στο Μουσείο της Ακρόπολης. Είναι το Παιδί του Κριτίου, όπως ονομάστηκε όταν για πατέρα του όρισαν τον δημιουργό του.
Αυτό το σώμα του εφήβου, «το πρώτο όμορφο γυμνό στην τέχνη» κατά τον Kenneth Clark, διατηρεί ακόμη την ανάμνηση του Κούρου, αλλά η ολοκληρωτική απελευθέρωσή του από την πέτρα διαγράφεται ολόλαμπρη πάνω του.
Η καινούργια εποχή έχει έρθει, η Δημοκρατία έχει γεννηθεί. Γεννιέται η Φιλοσοφία. Το χαμόγελο εξαφανίζεται από το πρόσωπο. Το χαμόγελο των Κούρων, πανομοιότυπο με του Βούδα, και ολόκληρης της Ανατολής, εξαφανίζεται. Το Παιδί του Κριτίου είναι ο πρώτος πολίτης του κόσμου. Η ατομική ευθύνη παίρνει μορφή, γεννιέται η αττική τραγωδία.
Σαν ένα Big Bang της ανθρώπινης περιπέτειας προς την αυτογνωσία, τα γλυπτά εκρήγνυνται, αποκαλύπτοντας το καθένα στα σπλάχνα του το επόμενο. Θραύσματα αιωρούνται, γίνονται ουράνια σώματα που ταξιδεύουν στον κυβικό χώρο του Σταδίου και προσγειώνονται στο νερό δημιουργώντας το τοπίο των Κυκλάδων.
Είναι ο τόπος που γεννάει τις ιδέες. Είναι οι ιδέες που γεννούν τον τόπο. Δυο αλήθειες αντίθετες, αλλά μαζί.
«Κυκλάδες» ονομάστηκαν γιατί σχηματίζουν έναν κύκλο γύρω από το ιερό νησί της Δήλου, την πατρίδα του Απόλλωνα.
Είχα φανταστεί την τελετή έναρξης απολλώνια και την τελετή λήξης διονυσιακή. Πάνω στο τεντωμένο σαν τόξο αυτό δίπολο ακροβατεί η ελληνική υπόσταση.
Το πέρασμα από τον Μύθο στον Λόγο. Όλα αρχίζουν με έναν Κένταυρο που περπατά στο νερό και καταλήγουν σε έναν άνθρωπο που ισορροπεί πάνω σε έναν αιωρούμενο περιστρεφόμενο κύβο. Ο κύβος περιστρέφεται σε δύο άξονες, όπως η Γη, γύρω από τον Ήλιο και γύρω από τον ��αυτό της. Το φως και η αυτογνωσία. Για να ισορροπήσεις πρέπει άλλες φορές να προχωρά�� μπροστά και άλλες φορές να πισωπατάς. Ο άνθρωπος του Μύθου παραδίδει τη σκυτάλη στον άνθρωπο του Λόγου.
Ο Κένταυρος, λίγο προτού εξέλθει, στέκει, κοιτά πίσω και χαιρετά τον Ισορροπιστή. Αυτή τη στάση, το βλέμμα πίσω, το τελευταίο του οριστικού αποχαιρετισμού, όποιος ξέρει να δίνει σημασία στα βλέμματα θα το βρει πολλές φορές μέσα στο έργο μου. Έτσι αποχαιρετά το αγόρι τον Μεγάλο Δαμαστή του και έτσι τον αποχαιρετά και η ζωή η ίδια, με τη μορφή της Θεάς της Γονιμότητας.
Τους στίχους του Σεφέρη μού τους είχε φέρει η Λίνα, λίγους μήνες πριν. Ήταν ακριβώς η εισαγωγή που χρειαζόμασταν πριν μπούμε στο όνειρο:
Ξύπνησα με το μαρμάρινο τούτο κεφάλι στα χέρια
που μου εξαντλεί τους αγκώνες και δεν ξέρω πού να τ’ ακουμπήσω.
Έπεφτε στο όνειρο καθώς έβγαινα από το όνειρο
έτσι ενώθηκε η ζωή μας και θα είναι πολύ δύσκολο να ξαναχωρίσει.
Γενέτειρα και απενοχοποίηση
Ο Σεφέρης δήλωνε με τον πιο σωματικό τρόπο τον αναπόδραστο δεσμό μας με την αρχ��ιότητα, το μάρμαρο και την απεικόνιση του ανθρώπου.
Είχα από την αρχή απαντήσει σ’ αυτό το δίλημμα. Οι δημόσιοι προβληματισμοί έδιναν κι έπαιρναν. Όλοι φοβόντουσαν την αρχαιοπληξία, την παρελθοντολογία και το εθνικιστικό παραλήρημα. Πάλι θα γιορτάσουμε την αρχαιότητα;
Οι τελετές έναρξης Ολυμπιακών Αγώνων είναι ένα διαφημιστικό σποτ. Μια ευκαιρία, ένα παράθυρο που ανοίγει στον κόσμο για να θυμίσει τι έχει προσφέρει μια χώρα στην ανθρωπότητα. Ποιο είναι το brand της. Να ξανασυστηθεί ο τόπος ως ο οικοδεσπότης αυτής της γιορτής.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες, λοιπόν, 3.000 χρόνια πριν, γεννήθηκαν στην Ελλάδα. Αναβίωσαν στη σύγχρονη μορφή τους στην Αθήνα. Τώρα επιστρέφουν στην Αθήνα. Αυτή την περίσταση γιορτάζουμε.
Σ’ αυτό το γεωγραφικό μήκος και πλάτος γεννήθηκε η ίδια η έννοια του αθλητισμού, η φιλοσοφία, η ιστορία, η δημοκρατία, η φυσική, τα μαθηματικά, η τραγωδία, η λυρική ποίηση, η γλώσσα που δημιούργησε τρόπο σκέψης και δάνεισε σε ολόκληρη την ανθρωπότητα λέξεις για έννοιες που πρωτοεκφράστηκαν μέσα στο σύστημά της. Από τα κυκλαδικά ειδώλια ως τη Μαρία Κάλλας, από τον Φειδία ως τον Τσαρούχη, από τον Όμηρο ως τον Καβάφη, η προσφορά των λαών και των φυλών που άνθησαν στον τόπο είναι αναγνωρίσιμη παντού. Αυτές τις φυλές τις ονομάζουμε συλλήβδην Έλληνες, αφήνοντας έξω μόνο τα 400 χρόνια οθωμανικής κατοχής. Εμείς, οι τιποτένιοι, έχουμε κληρονομήσει αυτή τη γη.
Με ρωτάτε αν με αυτά τα υλικά θα μαγειρέψω το γεύμα; Αν με αυτές τις κοτρόνες θα χτίσω τη γέφυρα για να περάσει ο κόσμος απέναντι; Αν με αυτές τις ομορφιές θα επιχειρήσω να γοητεύσω; Η απάντησή μου ήταν εύκολη από την πρώτη στιγμή.
Ναι.
Το θέμα είναι «πώς».
Αξονική τομογραφία
Στη συγκρότηση αυτής της πρότασης, λοιπόν, αυτής της εκχύμωσης και συμπύκνωσης των ιδεών αυτών σε εικόνες και δράση, η δική μας τελετή είχε τέσσερις άξονες.
Άξονας πρώτος: Τέχνη
Μια τελετή τεχνοκεντρική. Η τέχνη ενός τόπου είναι η ιστορία του. Αυτό είναι το μανιφέστο μας. Δεν μίλησε κανείς γι’ αυτό, αναρωτιέμαι πόσοι το παρατήρησαν. Ό,τι είδατε ήταν αποκλειστικά εικόνες που έχουν δημιουργήσει οι καλλιτέχνες που έζησαν σ’ αυτά τα μέρη που ζούμε κι εμείς. Ζωντανεμένα από καλλιτέχνες σύγχρονους.
Άξονας δεύτερος: Συμπεριφορά
Στη δική μας γιορτή κανένας δεν εξωτερικεύει τη χαρά του. Είμαστε όλοι συγκεντρωμένοι, με πλήρη επίγνωση ότι αυτό που ενσαρκώνουμε είναι ιερότερο από εμάς. Η δική μας η γιορτή είναι γεμάτη ερωτισμό και αξιοπρέπεια και η χαρά της μοιάζει να υπνοβατεί σε όνειρο. Όλα τα πρόσωπα σοβαρά, αλλά συγκινημένα. Οι άνθρωποι θα τρέξουν, θα περπατήσουν, θα πέσουν, θα κινηθούν τρυφερά μέσα στην αρμονία που ενορχηστρώθηκε. Τα αντικείμενα και τα σώματα θα χορογραφηθούν ως ένα. Όλα θα ξεδιπλωθούν μπροστά στα μάτια μας με σεμνότητα και τόλμη. Η συνθήκη υπερθεάματος δεν αναιρεί την εσωτερικότητα, η γιορτή δεν αναιρεί την αξιοπρέπεια, η χαρά δεν είναι αναγκαστικά εξωστρέφεια και η επίγνωση της Ιστορίας δεν σημαίνει παθητική υποδούλωση σ’ αυτήν. Ο τρόπος που διάλεξα ήταν ένας μνημειακός μινιμαλισμός. Πήρα τα υλικά και δημιούργησα ένα σουρεαλιστικό όνειρο που πραγματοποιήθηκε σε τεράστιες διαστάσεις χωρίς να χάνει στιγμή την αίσθηση του ανθρώπινου μέτρου, με πρωτόγνωρη χρήση της τεχνολογίας.
Αυτός είναι και ο λόγος που το ξέσπασμα χαράς του Μελισσανίδη δείχνει τόσο παράταιρο, αλλά χαλάλι του! Δική του ήταν η στιγμή και κερδισμένη με ιδρώτα και ταλέντο.
Άξονας τρίτος: Ερωτισμός
Ένα σεξουαλικό ηλεκτρικό ρεύμα διατρέχει υπόγεια τα πάντα. Επιχειρούμε με έναν έμμεσο και υποσυνείδητο τρόπο να συνδεθούμε με τα σπλάχνα των θεατών. Το Στάδιο μοιάζει με ένα τεράστιο αιδοίο, το νερό υποδέχεται με τη θηλυκότητά του τα πάντα. Η φωτιά, αρσενική δύναμη, γονιμοποιεί το νερό. Ο φαλλικός βωμός σηκώνεται μόλις ανάψει. Το ζευγάρι φιλιέται στο στόμα. Η απόκοσμη ομορφιά της Κλεψύδρας φανερώνει τα παιδιά της πανέμορφα και όλοι, ο Κένταυρος, ο Έρωτας, η Έγκυος, ο Δρομέας, ο Ισορροπιστής στον κύβο, είναι ερωτεύσιμοι μέσα στο ανεπίγνωστο της ομορφιάς τους.
Η καύλα διατρέχει τα πάντα: από την επαφή των δύο πρώτων αντρών και τον ερωτικό συγχρονισμό τους, που εκπυρσοκροτεί πύρινο σπέρμα, μέχρι τη Θεά με τα Φίδια. Όλα στάζουν αισθησιασμό, ως τον τελικό οργασμό των πυροτεχνημάτων.
Άξονας τέταρτος: Η μυστική γεωμετρία
Ο χώρος του Σταδίου θα χωρο-γραφηθεί έτσι ώστε η τελική διαδρομή, του αθλητή που θα ανάψει τη Φλόγα, να μοιάσει με λύση, με την τελική ευθεία που καθιστά τον οργασμό μη αναστρέψιμο.
Η συγκεκριμένη ηλεκτρική τάση θα πρωτοδημιουργηθεί με την τοποθέτηση των δύο κρουστών σε αυτόν τον άξονα. Τα πάντα μετά θα αναδυθούν από το κέντρο και θα ταξιδέψουν ακτινωτά προς την περιφέρεια. Στη συνέχεια θα περικυκλωθεί το οβάλ και με σπειροειδή διαδρομή θα γεμίσει πλήρως ο χώρος. Τότε θα χωριστεί στη μέση, φανερώνοντας αυτόν τον πρώτο άξονα που όρισαν οι δύο άντρες, για να τρέξει ο τελευταίος αθλητής. Αυτή η τελική ευθεία θα ενώσει τη Γη με τον ουρανό μέσω της φωτιάς.
Θα εμπιστευτούμε τη δύναμη της αρχιτεκτονικής. Θα φτιάξουμε μια χωροταξική περιπέτεια που υποδόρια θα δημιουργήσει την έκσταση στην πλήρωση της τελετής, που είναι η αφή της Ολυμπιακής Φλόγας.
Πίσω στο ψαχνό
Τα θραύσματα μόλις έγιναν νησιά και ένας φτερωτός γαλάζιος Έρωτας πετάει πάνω από τη θάλασσα.
Ο Έρως –έννοια ελληνική– έγινε θεότητα η οποία οργανώνει τον κόσμο από το χάος, ένας θεός δημιουργός, η συνεκτική κόλλα του σύμπαντος. Ακούμε τα γέλια ενός αγοριού κι ενός κοριτσιού που μεθυσμένα από την έλξη κυνηγιούνται στις όχθες της θάλασσας. Η σύμβαση σπάει για μια στιγμή, η υπνοβασία σταματά. Το ζευγάρι μοιάζει να μην έχει υπόψη του ότι το κοιτάνε εκατομμύρια ζευγάρια ματιά. Αγκαλιάζονται, κυλιούνται στα νερά και δίνουν ένα φιλί. Το πρώτο και το μοναδικό σε ολόκληρη την ιστορία των τελετών. Ένα φιλί στο στόμα.
Κάτω από τον ιπτάμενο βηματισμό του Έρωτα γεννιέται η Τέχνη. Οι εικόνες που γεννήθηκαν στη γη αυτή, αργόσυρτα, περικυκλώνουν το τοπίο. Το μνημειακό μέγεθος δίνει τη θέση του στην ανθρώπινη κλίμακα. Η πολυχρωμία και η πολυπροσωπία εισέρχονται στο Στάδιο. Τον κυκλικό χορό σέρνει η προϊστορική μινωική Θεά με τα Φίδια και τον τελειώνει ένα κορίτσι που κυοφορεί το φως. Το κορίτσι πατάει στο νερό και η θάλασσα γίνεται γαλαξίας. Όλα τα κορίτσια και τα αγόρια έχουν πια απεκδυθεί τις εικόνες που ενσάρκωσαν και βαδίζουν ελεύθερα πάνω στο νερό. Το φίδι της ιστορίας της τέχνης έχει αφήσει το δέρμα του πίσω και κοιτά το μέλλον. Η γυναίκα που ξύπνησε με τη μαρμάρινη κεφαλή στα χέρια κοιτά το κορίτσι που κυοφορεί, και αυτό κοιτά στο κέντρο της θάλασσας. Από εκείνο το ίδιο σημείο που αναδύθηκε το κυκλαδικό κεφάλι, ισομεγέθης υψώνεται από το νερό φασματικός ο διπλός έλικας του DNA. Το ταξίδι της ανθρώπινης αυτογνωσίας συνεχίζεται. Το καινούργιο γνώθι σαυτόν ανήκει στην επιστήμη.
Σκοτάδι.
Αυτό ήταν το παραμύθι μας.
Τα 15 πιο ακριβά και τεχνικά πιο πολύπλοκα λεπτά της show business έχουν ολοκληρωθεί.
Στο ξεκίνημα ακούσαμε τα λόγια του Σεφέρη για τον δεσμό με την πατρίδα.
Στην εμφάνιση της Εγκύου γυναίκας είδαμε στις οθόνες το πρόσωπο της Μαρίας Κάλλας: «Πατρίδα μου, πατρίδα μου, δεν θα σε ξαναδώ ποτέ», η φωνή της τραγούδησε. Τώρα που τα φώτα ανάβουν ξανά, από το τραγούδι του Χατζιδάκι ακούμε: «Κι εσύ, πατρίδα μου χαμένη, μακρινή, θα γίνεις χάδι και πληγή σαν ξημερώσει σ’ άλλη γη».
Τα θραύσματα, ξανά, σηκώνονται στον αέρα. Οι νέες και οι νέοι περπατούν κυκλικά στο νερό. Όταν τα γλυπτά συσσωρεύονται σαν βράχια στο κέντρο, αναδύεται από μέσα τους μια ελιά.
Ο μύθος λέει πως Ποσειδώνας και Αθηνά διαγωνίστηκαν στον βράχο της Ακρόπολης για το ποιος θα πάρει υπό την προστασία του την πόλη. Ο ένας χτυπά την τρίαινα και νερό αναβλύζει και η άλλη χτύπα το δόρυ και φυτρώνει μια ελιά. Οι πολίτες διαλέγουν την Αθηνά και η πόλη ονομάζεται Αθήνα. Είμαστε, λοιπόν, εδώ, στη συγκεκριμένη πόλη.
Οι εθελοντές υποκλίνονται ενώ η θάλασσα εξαφανίζεται κάτω από τα πόδια τους. Η λαοθάλασσα των αθλητών πλημμυρίζει το Στάδιο. Οι καλύτεροι του κόσμου έχουν μαζευτεί στην Αθήνα για να δώσουν τις προσεχείς ημέρες τον καλύτερό τους εαυτό. Η Björk, ως μητέρα θάλασσα, τους δίνει την ευλογία της, ο διαστημικός σταθμός τούς στέλνει τον χαιρετισμό του, η Ολυμπιακή Σημαία μπαίνει στο Στάδιο, οι αθλητές και οι κριτές ορκίζονται, γιορτάζουμε το ταξίδι της Φλόγας σε ολόκληρο τον κόσμο.
Ο χτύπος της καρδιάς δονεί τους πάντες.
Η Φλόγα μπαίνει στο Στάδιο, η ένταση και το μεγαλείο του Σοστακόβιτς (ποσό class προσέδωσε ο Κουμεντάκης με τις μουσικές επιλογές του!) συγκλονίζουν, οδηγώντας τους κορυφαίους Έλληνες αθλητές στη λαμπαδηδρομία της Ιερής Φλόγας μέσα στο Στάδιο μέχρι που ο τελευταίος λαμπαδηδρόμος διασχίζει τρέχοντας τη θάλασσα των αθλητών, που ανοίγει στη μέση. Ένα κομμάτι από το Στάδιο ξεκολλάει: μια μεγάλη σκάλα ανεβαίνει προς τα πάνω. Ο βωμός σκύβει προς τη Γη. Τους χωρίζει μια μικρή απόσταση: είναι το ύψος του Ανθρώπου. Ο Άνθρωπος ενώνει το κάτω με το πάνω ανάβοντας τον βωμό. Ο βωμός σηκώνεται και φτάνει η ώρα των Πυροτεχνημάτων. «Είσαι ένα περιστέρι που πετάς στον ουρανό» ακούμε.
Ο κόσμος παραληρεί.
Είμαι σχεδόν λιπόθυμος.
Daily inspiration. Discover more photos at Just for Books…?
7 notes
·
View notes
Text
Φεύγουν κομματάκια σου όταν σε χαϊδεύουν
εναλλάξ ρόμβοι όπως πέφτουν
σχηματίζονται στο πάτωμα
τα τραβήγματα σου είναι και τραβήγματα μου.
Απλωνόμαστε συνέχεια σαν να μη φτάνει
το κράτος μας τα πρήζει απερίγραπτα
ο αέρας που αναπνέουμε είναι μαγκωμένος
και ανοίγει ακόμα η όρεξη μας.
Όχι δεν πάμε παρακάτω
ζεστό πέπλο που τεντώνεται το απόγευμα
λευκά αστραφτερά ίχνη
και στοιβαγμένοι αμέθυστοι στα μάγουλα.
Δεν μπορεί κάποιο να περιγράψει το συναίσθημα
όταν το να πήγαν στράφι
είναι το μόνο ενδεχόμενο που παίζει
και σε βαράει το ότι στέρεψαν όλα.
Συνηθίζεις τα όρια στο δαιμόνισμα σου
το κομπλάρισμα
πιτσιλάει τις παλάμες μας όταν πιανόμαστε
και ακόμα εύχεσαι να είσαι ευπρόσδεκτο.
12 notes
·
View notes