#μάνια
Explore tagged Tumblr posts
Text
Είναι Μάρτιος του 2007. Στην αίθουσα συσκέψεων του καθημερινού φύλλου στον 2ο όροφο της «Ελευθεροτυπίας» στη Μίνωος, σ’ έναν στενό χώρο με ένα τραπέζι και μερικές καρέκλες γύρω-γύρω, μόλις έχει ανακοινωθεί στους εργαζόμενους, που μετά βίας χωράνε στο δωμάτιο, η απόλυση του διευθυντή τους, Σεραφείμ Φυντανίδη, από τη Μάνια Τεγοπούλου. Μαζί, τους έχει γνωστοποιηθεί και το ύψος των μηνιαίων αποδοχών του καθώς και ο τρόπος πληρωμής τους μέσω της εταιρείας που είχε συστήσει γι’ αυτόν το λόγο. Οι περισσότεροι εργαζόμενοι είναι μουδιασμένοι, κάποιοι ανάβουν τσιγάρο (το κάπνισμα ποτέ δεν απαγορεύτηκε εντός του κτιρίου).
Αφενός αισθάνονται ελαφρώς σοκαρισμένοι από τα 47.000 ευρώ που έμπαιναν κάθε μήνα στο ταμείο της εταιρείας του –συνταξιούχου πια– Φυντανίδη. Αφετέρου είναι προβληματισμένοι για το αν η απομάκρυνσή του είναι το καλύτερο για την εφημερίδα εκείνη τη στιγμή. Οι συζητήσεις φουντώνουν με υπέρ και κατά επιχειρήματα. Περισσότερα υπέρ της απόλυσης και πολύ λιγότερα κατά. Πάνω από την οχλαγωγία πετάγεται ένας εργαζόμενος και, απευθυνόμενος στη Μάνια Τεγοπούλου, της λέει «αυτό δεν θα το έκανε ποτέ ο πατέρας σου!», για να λάβει ως απάντηση τη ρητορική ερώτηση: «Ως πότε θα με κυνηγάει η σκιά του πατέρα μου;».
Η παραπάνω σύσκεψη των εργαζομένων είναι ενδεικτική της ατμόσφαιρας που επικρατούσε για δεκαετίες στην εφημερίδα. Καταρχάς, η εντύπωση ότι δεν υπάρχει «γραμμή» και ο καθένας μπορεί να γράψει ό,τι θέλει, αρκεί να το υπογράφει, ίσχυε στο ακέραιο. Ως εκ τούτου, και παρά τη σαφή αριστερή κλίση της εφημερίδας (εσωτερικού, εξωτερικού και διαφόρων συνιστωσών), εξελίσσονταν μέσα σε αυτήν από δεξιοί και παπανδρεϊκοί μέχρι εκσυγχρονιστές. Σύμπνοια, πάντως, απόψεων δεν υπήρχε, κάτι που φάνηκε και στο θέμα Φυντανίδη. Επίσης, επικρατούσε μια ατμόσφαιρα αμεσοδημοκρατίας, όπου όλοι μπορούσαν να πουν ανοιχτά τη γνώμη τους, ακόμα και στην ιδιοκτήτρια της εφημερίδας.
Εξίσου ενδεικτικό είναι και ότι, παρά το γεγονός ότι η εφημερίδα κινδύνευε να μείνει ακυβέρνητ�� μετά την απομάκρυνση ενός από τους μακροβιότερους διευθυντές του Τύπου στην Ελλάδα, ελάχιστοι έσπευσαν να τον υποστηρίξουν. Άνθρωποι που μέχρι χθες τον έτρεμαν, τον εκτιμούσαν, τον συναναστρέφονταν και τον παραδέχονταν, γαντζώθηκαν πάνω στις αδιανόητες αποδοχές του για να τον απορρίψουν, σκεπτόμενοι προφανώς και την επόμενη μέρα. Εξοργίστηκαν λόγω της ύπαρξης της εταιρείας του ως μέσου πληρωμής από την εφημερίδα, άσχετα αν στη συνέχεια αποδείχτηκε ότι κι άλλοι συνταξιούχοι και υψηλόμισθοι συντάκτες της «Ελευθεροτυπίας» είχαν επιλέξει ακριβώς τον ίδιο τρόπο για να αμείβονται. Όταν, μάλιστα, προσπάθησε ο ίδιος ο Φυντανίδης να δικαιολογηθεί ενώπιον των εργαζομένων, στην Κύρα Αδάμ –μετέπειτα διευθύντρια της εφημερίδας– αποδίδεται η φράση: «Εμείς θέλουμε διευθυντή με αρχ…, όχι με offshore εταιρείες!».
Λίγα χρόνια νωρίτερα, μετά την Πρωτοχρονιά του 2004-2005, σε μια άλλη αίθουσα συσκέψεων, στον 5ο όροφο εκείνη τη φορά, είχαν μαζευτεί οι ίδιοι άνθρωποι, με αφορμή την κοπή της πίτας, για να γιορτάσουν την επιτυχία της κυκλοφορίας του κυριακάτικου φύλλου. Η «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» είχε ανοίξει τον δρόμο των DVD προσφορών, δίνοντας δώρο ντοκιμαντέρ του Discovery και ξεπερνώντας κάποιες Κυριακές τις 400.000 πωλήσεις. Το μερίδιο κυκλοφορίας της το 2004 ήταν 23%, με μέσο όρο τα 238.000 φύλλα, που την έφερνε πρώτη στη γενική κατάταξη των κυριακάτικων εφημερίδων.
Ήταν η εποχή που το πρώτο πράγμα που έκαναν οι συντάκτες του 3ου, τη Δευτέρα το μεσημέρι που εμφανίζονταν στα γραφεία τους, ήταν να μάθουν την κυκλοφορία της εφημερίδας την Κυριακή, ώστε να ξέρουν αν ο διευθυντής τους, Γιάννης Βλαστάρης, θα έχει κέφια ή όχι. Εν τω μεταξύ, και τα έσοδα από τη διαφήμιση ήταν ανάλογα της επιτυχίας. Για να βάλεις τότε ολοσέλιδη, τετράχρωμη διαφήμιση, έπρεπε να διαπραγματευτείς πάνω στην αρχική τιμή, που ήταν 14.500 ευρώ για την εφημερίδα και 7.500 ευρώ για το « Έψιλον».
Τα νούμερα αυτά ενίσχυαν την επικρατούσα άποψη ότι το κυριακάτικο χρηματοδοτεί το καθημερινό. Η μόνη σκιά στο γενικότερο κλίμα ευθυμίας εκείνων των εύρωστων ημερών ήταν η αγωνία για την πορεία της υγείας του Χρήστου (Κίτσου) Τεγόπουλου. Χαρακτηριστική ήταν η φράση που χρησιμοποιούσαν οι παλιότεροι, για να το εμπεδώσουν και οι νεότεροι, που δεν τον πρόλαβαν στα γραφεία του οργανισμού. «Αν πεθάνει ο Κίτσος…». Αυτό μόνο. Ημιτελής πρόταση, με το κομμάτι που λείπει να είναι πιο ισχυρό απ’ οτιδήποτε δυσοίωνο θα μπορούσε να περιγράψει το αβέβαιο μέλλον.
Και ο Κίτσος πεθαίνει το 2006. Και όλοι πρόκειται να δουν τι σημαίνουν τα αποσιωπητικά. Μέσα στο πολυάριθμο πλήθος που παρευρίσκεται στην κηδεία του, κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα αν είδε ή όχι τη μεγάλη του κόρη, Μάνια. Ορισμένοι γαντζώνονται από την απουσία (;) της και οι κακές προβλέψεις για την πορεία της «Ελευθεροτυπίας» παίρνουν τη μορφή χρησμών Ωστόσο, ο πρώτος χρόνος μετά την ανάληψη των εκδοτικών καθηκόντων από πλευράς της τους διαψεύδει. Στη Μίνωος επικρατεί μια κατάσταση ψυχροπολεμικής ισορροπίας, με τον ξάδερφο του Κίτσου, Θανάση Τεγόπουλο –ο οποίος πάντα είχε μια μικρή έστω εμπλοκή στην εφημερίδα–, να προσφέρει εγγυήσεις σταθερότητας. Ενδεικτικό, πάντως, του κλίματος εκείνης της χρονιάς είναι ότι ένας μεγάλος αριθμός εργαζομένων επιθυμούσε να πουληθεί η «Ελευθεροτυπία» σε κάποιον επιχειρηματία.
Οι φήμες των διαδρόμων περιλάμβαναν ως πιθανούς αγοραστές τη Γιάννα Αγγελοπούλου, τον Λαυρέντη Λαυρεντιάδη, την Τράπεζα Πειραιώς, ακόμη και οίκους του εξωτερικού. Τι ήταν αυτό, όμως, που φόβιζε τους εργαζομένους τόσο στη διάδοχη κατάσταση, ώστε να προτιμούν να δουλεύουν για κάποιον επιχειρηματία, άσχετο με τον δημοσιογραφικό χώρο, θυσιάζοντας ενδεχομένως ακόμη και την περίφημη ελευθερία του Τύπου της «Ελευθεροτυπίας»; Η απάντηση ήταν η μία: η Μάνια.
ΠΑΡΑΓΩΝ ΜΑΝΙΑ
Η Μάνια Τεγοπούλου περιγράφεται τόσο από τους ανθρώπους που τη συμπαθούν όσο και από τους μεγαλύτερους επικριτές της ως μια ιδιόρρυθμη προσωπικότητα. Διαθέτει εντυπωσιακή μνήμη και απεχθάνεται την πολυκοσμία. Ανήκει στο είδος των ανθρώπων που ή τους αντιπαθείς με το «χαίρω πολύ» ή πέφτεις στην παγίδα τους και νομίζεις ότι διαθέτεις το σπάνιο χάρισμα να τους συναισθάνεσαι και τελικά να τους δικαιολογείς τα πάντα. Αδιάφοροι, πάντως, δεν περνάνε.
Έχασε τη μητέρα της όταν ήταν πολύ μικρή. Πρώην εργαζόμενοι στην εφημερίδα, που δούλεψαν δίπλα στον Κίτσο, λένε ότι τη μεγάλωσε σαν το αγόρι που δεν απέκτησε. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι όταν έγινε 20 χρόνων την έπαιρνε να παίζουν μαζί μπαρμπούτι. Άτομο φιλικά προσκείμενο σ’ εκείνη ισχυρίζεται ότι ο Κίτσος ήθελε ν’ αναλάβει η Μάνια την εφημερίδα και ότι, μάλιστα, δούλευε προς αυτή την κατεύθυνση, παίρνοντάς τη μαζί του από τις αρχές τoυ 2000 στα γραφεία της «Ελευθεροτυπίας». Ωστόσο, όποτε ρωτούσε κάτι ή ενδιαφερόταν να μάθει, συνεχίζει η ίδια πηγή, αντιμετώπιζε τη συγκαταβατικότητα των στελεχών. Έτσι δικαιολογεί και τον θυμό που είχε όταν ανέλαβε τελικά την εταιρεία απέναντι σ’ εκείνους που δεν την αποδέχτηκαν ποτέ.
Ενα άλλο σημείο, ενδεικτικό του χαρακτήρα της, όπως διαμορφώθηκε μέσα στο ιδεολογικά αριστερό περιβάλλον του σπιτιού της, ήταν ότι η Μάνια υπήρξε οπαδός της Καταστασιακής Διεθνούς. Πρόκειται για ένα καλλιτεχνικό κίνημα του ακροαριστερού χώρου του 1960, με αρχές την καθαίρεση των θεσμών των καταναλωτικών αγαθών, της έμμισθης εργασίας και της τεχνοκρατίας. Όταν ένα από τα κυρίαρχα συνθήματα του κινήματος είναι «Εργασία; Ποτέ!», αντιλαμβάνεται κανείς την εσωτερική σύγκρουση της διαδόχου του Κίτσου Τεγόπουλου στα ηνία του ιστορικού εκδοτικού οργανισμού.
Ναι, η Μάνια μεγάλωσε μεν ως πλουσιοκόριτσο που δεν του έλειψε τίποτα υλικό, αλλά αυτό τελικά δεν είχε μεγάλη σημασία, αφού υποβάθμισε μέσα της τη σημασία όσων μπορούσαν να αγοράσουν τα χρήματα. Κάτω από αυτό το πρίσμα εξηγείται και η αδυναμία της να προβεί σε απολύσεις δημοσιογράφων – όπως άλλωστε και ο πατέρας της–, με εξαίρεση, βέβαια, τα γνωστά διευθυντικά στελέχη που αντιπαθούσε και λόγω της θέσης τους. Ζει εδώ και αρκετά χρόνια σε ένα διαμέρισμα στο Χαλάνδρι, χωρίς τις γνωστές πολυτέλειες των απογόνων της δικής της οικονομικής κλάσης, και φροντίζει να περνάει πολλές ώρες με την έφηβη κόρη της.
Από την άλλη, εργαζόμενοι που είτε αποχώρησαν γιατί δεν άντεξαν το νέο ιδιοκτησιακό καθεστώς είτε είναι αντίδικοί της, λένε ότι μπορεί να μην είναι φιλοχρήματη, είναι όμως φιλόδοξη. Ότι εσωτερικά ανταγωνίζεται τη δόξα και τη φήμη του πατέρα της. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσουν και την προσπάθειά της να μιμηθεί τα σχόλια που έκανε ο Κίτσος στα παραπολιτικά της εφημερίδας.
Το νόημα των δικών της, βέβαια, συνήθως ελάχιστοι το αντιλαμβάνονταν, τονίζουν. Υποστηρίζουν ακόμα ότι είναι άφιλη και ως εκ τούτου οι άνθρωποι του περιβάλλοντός της βρίσκονται δίπλα της από συμφέρον. Και, τέλος, ότι μπορεί να διέπεται από εξαρχειώτικους κανόνες και χιούμορ, αλλά η αγορά του εξοχικού του Γιωτόπουλου στους Λειψούς, λίγους μήνες πριν αρχίσει ν’ αφήνει απλήρωτους τους εργαζομένους στην «Ελευθεροτυπία», μόνο αριστερή ευαισθη��ία δεν δείχνει.
Αυτή η γυν��ίκα, λοιπόν, κλήθηκε –και θέλησε– να αναλάβει την «Ελευθεροτυπία» και μαζί ό,τι «κουβαλούσε» αυτός ο βαρύς τίτλος. Και τα φορτία ήταν πολλά.
ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΥΠΕΡΦΟΡΤΩΣΗΣ
Τη δεκαετία του ’80, όταν στην εφημερίδα διαφαίνεται μια ανικανότητα της διοίκησης να χειριστεί τις σπατάλες της, ο Κίτσος Τεγόπουλος προσλαμβάνει ως οικονομικό διευθυντή τον Διονύση Αυγουστινιάτο. Ο οραματιστής εκδότης ήξερε πως χρειαζόταν έναν οικογενειάρχη νοικοκύρη για να του συμμαζέψει το μαγαζί. Ο κύριος Διονύσης ανταποκρίνεται με μεγάλη επιτυχία και κλείνει δουλειές με μεγάλο οικονομικό όφελος για την εταιρεία και τον ιδιοκτήτη της. Εν τω μεταξύ, η είσοδος της Χ.Κ. Τεγόπουλος στο Χρηματιστήριο τη δεκαετία του ’90 αποφέρει στα ταμεία τεράστια κέρδη και σημαντικές αυξήσεις στους μισθούς των στελεχών της.
Η γενναιοδωρία του Κίτσου έχει ως αποτέλεσμα να αμείβεται με πενταψήφια νούμερα ένας σημαντικός αριθμός εργαζομένων, από διακεκριμένους σκιτσογράφους μέχρι υλατζήδες. Καθιερώνεται σιγά-σιγά ένα εθιμικό δίκαιο σύμφωνα με το οποίο όλοι πληρώνονται κατά 200% περισσότερο τα κυριακάτικα, ενώ βάρδια έχει κάθε Κυριακή μόλις το 1/3 των δημοσιογράφων. Το προσωπικό αυξάνεται αντίστοιχα με το ανθηρό οικονομικό κλίμα. Κάθε συντάκτης αποκτά βοηθό και σε αρκετές περιπτώσεις και ο βοηθός αποκτά βοηθό. Και ποτέ δεν απολύεται κανείς, λόγω της συνειδησιακής σύγκρουσης του επιχειρηματία Κίτσου με το αριστερό κομμάτι του εαυτού του.
Την ίδια στιγμή, οι διευθυντές και οι αρχισυντάκτες της εφημερίδας διαθέτουν εταιρικές πιστωτικές κάρτες με χρεώσεις που φθάνουν τα 800.000 ευρώ τον χρόνο. Κάποιοι –οι πιο προβεβλημένοι– τις χρησιμοποιούν κατά κόρον, προβαίνοντας σε εξόφθαλμες αγορές αποκλειστικά από επιχειρήσεις συγγενικών τους προσώπων. Κάποιοι άλλοι –έξυπνα σκεπτόμενοι– δεν τις αγγίζουν ποτέ. Το σύστημα Φυντανίδη, δηλαδή της σύστασης εταιρείας ως μέσου πληρωμής από την εφημερίδα, ακολουθούν και άλλοι συνταξιούχοι δημοσιογράφοι. Το μαγαζί ξοδεύει πολλά, αλλά βγάζει και πολλά, ενώ και τα τραπεζικά δάνεια συνεχίζουν να ενισχύουν τις επιχειρηματικές δραστηριότητες της εποχής.
Όλοι έτσι δουλεύουν, άλλωστε. Όταν αναλαμβάνει η Μάνια, η ελαφριά πτώση της διαφήμισης δείχνει ότι η συγκυρία είναι κακή. Πρόκειται, όμως, να γίνει ακόμα χειρότερη.
Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΤΩΣΗΣ
Το 2007 ο Διονύσης Αυγουστινιάτος αποχωρεί από την οικονομική διαχείριση της εφημερίδας. Επισήμως, διότι έχει κουραστεί να εργάζεται (το όριο συνταξιοδότησης το είχε ξεπερ��σει προ πολλού). Ανεπισήμως, διότι δεν μπορεί να συνεννοηθεί με τη Μάνια. Απ’ ό,τι φαίνεται, δεν είναι ο μόνος. Το όραμά της να ξανακάνει την εφημερίδα την παλιά «Ελευθεροτυπία» της δεκαετίας του ’70 και του ’80, τότε που ο Φυντανίδης κοιμόταν στο αυτοκίνητό του κι ερχόταν με παράταιρες κάλτσες το πρωί, δεν βρίσκει θετική ανταπόκριση.
Χαρακτηριστικό είναι το περιστατικό κατά το οποίο σε μία από τις συσκέψεις των διευθυντικών στελεχών, που έχουν φτάσει σε αδιέξοδο σχετικά με την πορεία της εφημερίδας στο εξής, και ενώ έχει πάει 3 το πρωί, τους λέει «η “Ελευθεροτυπία” δεν έχει ξεκινήσει ακόμα», αφήνοντάς τους κάγκελο. Στη νέα εκδοτική πραγματικότητα, όπου η επιβίωση ενός μέσου εξαρτάται άμεσα από τις διαφημιστικές καταχωρήσεις και την τραπεζική χρηματοδότηση, τέτοιες ρομαντικές» απόψεις τούς προκαλούν ρίγη ανασφάλειας.
Ύστερα από την επεισοδιακή αποχώρηση του Φυντανίδη, το κλίμα στην εφημερίδα δεν θα είναι ποτέ ξανά το ίδιο. Στο περιθώριο των οικονομικών προβλημάτων που έχουν αρχίσει να διαφαίνονται σχηματίζονται και τα πρώτα στρατόπεδα. Από τη μία εκείνοι που θέλουν να διασωθούν τα «βαριά» ονόματα της «Ελευθεροτυπίας» που θεωρούνται η βιτρίνα της και από την άλλη όσοι πιστεύουν ότι ήρθε η ώρα όλοι αυτοί να συνταξιοδοτηθούν και επί της ουσίας, ώστε να μπορέσουν να συνεχίσουν οι επόμενοι. Ο 2ος και ο 3ος όροφος της Μίνωος γεμίζουν ανθρώπους πρόθυμους να αναφέρουν στη νέα διοίκηση τι συμβαίνει στην εφημερίδα τις πέντε από τις εφτά μέρες που απουσιάζει η Μάνια από τα γραφεία.
Παλιοί συντάκτες δηλώνουν απογοητευμένοι, επειδή «η ρουφιανιά, που ήταν κάτι ανεπίτρεπτο επί Κίτσου, τώρα έχει γίνει επιβεβλημένο, αν θες να επιβιώσεις».
Η στάση της νέας ιδιοκτήτριας προβληματίζει τους εργαζομένους. Οι τότε διευθυντές είναι με το ρολόι κάθε πρωί για να συμφωνήσουν τηλεφωνικά μαζί της για τα τρέχοντα, πριν απορροφηθεί από τις άλλες ασχολίες της. Δημοσιογράφοι που σήμερα της έχουν κάνει αγωγές, ζητώντας τα δεδουλευμένα τους, λένε χαρακτηριστικά: «Η Μάνια είχε δέκα εμμονές στο μυαλό της για την εφημερίδα.
Μία από αυτές ήταν ο Γιωτόπουλος. Μία άλλη ήταν ο τότε υπουργός Δημόσιας Τάξης Μιχάλης Χρυσοχοΐδης». Η κόντρα άρχισε με τη σύλληψη σε κατάσταση μέθης της Μάνιας από την Τροχαία Αθηνών τον Νοέμβριο του 2009. Πρώην στέλεχος της εφημερίδας, που θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία του, αναφέρει ότι «εκείνο το βράδυ η Μάνια φώναζε στον Θανάση Τεγόπουλο να πάρει τηλέφωνο τον υπουργό για να την αφήσουν ελεύθερη».
��νδεικτικό της ασάφειας που προκαλούσαν οι παρεμβάσεις της είναι και το τηλεφώνημα που έκανε Παρασκευή βράδυ στον αρχισυντάκτη της «Κυριακάτικης», Βαγγέλη Σιαφάκα, την ώρα που έκλεινε το φύλλο, για να γράψουν μόνο ένα μικρό και όχι δύο κομμάτια για την αποχώρηση του Κουβέλη από τον ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούνιο του 2010. Αυτόπτης μάρτυρας λέει ότι ήταν σε έξαλλη κατάσταση και ότι τόσο ο Σιαφάκας όσο και ο Βαγγέλης Καραγιώργος προσπαθούσαν να την ηρεμήσουν.
Τελικά, μετά από ώρες και αφού είχε λυθεί το ζήτημα, συζητώντας γενικά, της λέει ο Σιαφάκας «πες μας, Μάνια, τι θέλεις για να το κάνουμε» κι εκείνη του απαντάει «μακάρι να ’ξερα τι θέλω». Το περιστατικό αυτό, μαζί και με τις άλλες, γνωστές από δημοσιεύματα στον Τύπο, παρεμβολές της στη γραμμή της εφημερίδας, χτυπάει καμπανάκια στους παλιότερους. Θυμούνται τη Μάνια –πριν ακόμα πεθάνει ο πατέρας της– να περιγράφει πως το όνειρό της είναι να βγάλει μια μέρα ένα μαύρο πρωτοσέλιδο που θα γράφει επάνω μία και μοναδική λέξη: «Τετέλεσθαι».
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΔΗΜΟΣΙΟΥ
Μαζί με το ασταθές κλίμα που εξαπλώνεται αρχίζει να διαφαίνεται και η κακή οικονομική πορεία της εφημερίδας, την οποία δεν μπορεί να αποτρέψει ούτε η πώληση της κερδοφόρου «Χρυσής Ευκαιρίας» το 2008, αξίας 85 εκατ. ευρώ. Ένα μέρος πηγαίνει σε επιστροφή κεφαλαίου στους μετόχους της εισηγμένης Χ.Κ. Τεγόπουλος. Σαράντα πέντε εκατομμύρια μοιράζονται η Μάνια και η αδελφή της, Λένα, εκ των οποίων το 75% χρησιμοποιείται για να εξυπηρετηθούν παλαιότερα δάνεια που είχε πάρει ο πατέρας τους στο όνομά τους για να χτίσει τις εκτυπωτικές εγκαταστάσεις στο Κορωπί. Τα υπόλοιπα χρησιμοποιούνται για να καλύψουν λειτουργικά έξοδα και μισθοδοσία.
Από την άλλη, η οικονομική αιμορραγία συνεχίζεται. Η εταιρεία θαλάσσιων σκαφών Planatech, ιδιοκτησίας του συζύγου της Μάνιας, Παναγιώτη Λέζου, εντάσσεται ως θυγατρική στη Χ.Κ. Τεγόπουλος και παίρνει δάνεια με εγγυητή τον εκδοτικό οργανισμό. Μέρος του δανείου των 25 εκατ. ευρώ που παίρνει η εκδοτική από την Πειραιώς το 2009 πηγαίνει στην Planatech, ενώ η εφημερίδα αγοράζει από εκείνη σκάφη, τα οποία δίνει ως προσφορά στους αναγνώστες της. Η Planatech κλείνει τελικά την ίδια χρονιά, αφήνοντας μεγάλα χρέη προς την εκδοτική εταιρεία. Ο ίδιος ο Λέζος περιγράφεται από εργαζομένους που τον συναναστράφηκαν στο πλαίσιο της συνεργασίας της εταιρείας του με την Χ.Κ.Τεγόπουλος ως «άνθρωπος που νομίζει ότι τα ξέρει όλα και άτομο που λέει άλλα μπροστά σου και άλλα από πίσω, με στόχο να δημ��ουργήσει συγκρουσιακό περιβάλλον».
Η «Ελευθεροτυπία» αρχίζει να εμφανίζει τα συμπτώματα της χρεοκοπημένης Ελλάδας: μια διοίκηση ανίκανη να πάρει μέτρα εξόδου από την κρίση, ενώ προστατεύει μόνο το περιβάλλον της. Συντεχνιακά συμφέροντα που λειτουργούν για λογαριασμό τους. Δάνεια που τρέχουν και έσοδα που πέφτουν. Ένα πανάκριβο «Δημόσιο», που βγάζει εκτός τροχιάς τον προϋπολογισμό.
Το οργανόγραμμα του 2008, που γίνεται χάριν καταγραφής του ανθρώπινου δυναμικού της εταιρείας αλλά και για να φανεί τι κάνει ο καθένας, αποκαλύπτει ότι στο μισθολόγιο της εφημερίδας βρίσκονται άτομα που δεν τα γνωρίζει ούτε τα έχει δει κανείς. Ένας απολυμένος σκιτσογράφος συνεχίζει να πληρώνεται επί 14 μήνες, διότι κανείς δεν ενημέρωσε το λογιστήριο για την αποχώρησή του.
Συντάκτρια μιας κάποιας ηλικίας που καλύπτει ρεπορτάζ χορού (!) φέρνει ως έξοδα κίνησης από το Φεστιβάλ της Επιδαύρου ακόμη και αποδείξεις παιδικών γευμάτων Jounior από τα Goody’s (προφανώς είχε πάει με το εγγονάκι της διακοπές). Ρεπόρτερ του αθλητικού τμήματος φεύγει για έναν μήνα το καλοκαίρι με επίσημη αιτιολογία ότι καλύπτει το Μουντιάλ στη Νότια Αφρική. Επιστρέφει και ζητάει την κανονική του άδεια. Μια μικρή έρευνα στα φύλλα του Ιουνίου και του Ιουλίου του 2010 δείχνει ότι όλο αυτό το διάστημα δεν έχει στείλει ούτε μισή ανταπόκριση.
ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ
Η Μάνια Τεγοπούλου αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι το να πάρει δάνειο στην τρέχουσα οικονομική συγκυρία ώστε να συνεχίσει την έκδοση της «Ελευθεροτυπίας» είναι πάρα πολύ δύσκολο. Οι εργαζόμενοι αρχίζουν να ζουν στους ρυθμούς των ραντεβού της Μάνιας με τους αρμόδιους της Alpha Bank και της Εθνικής. Λόγω της αδυναμίας της να συνεννοηθεί μαζί τους, διότι απλώς μιλάνε μια τελείως διαφορετική γλώσσα, ξέρουν ότι κάθε συνάντησή της μαζί τους απομακρύνει το ενδεχόμενο νέας χρηματοδότησης της εταιρείας.
Δεν είναι μόνο ότι οι τράπεζες απαιτούν σχέδιο εξυγίανσης και εγγυήσεις ότι θα πάρουν τα χρήματά τους πίσω, ενώ εκείνη έχει να παρουσιάσει μόνο μια κατάσταση 870 μισθολογίων –σύμφωνα με την τελευταία καταμέτρηση–που στοιχίζει στην εταιρεία 25 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Είναι και ότι οι δύο πλευρές είναι από άλλο πλανήτη. Παράλληλα με τις αδιέξοδες διαπραγματεύσεις με τις τράπεζες, η Μάνια έχει κηρύξει τον πόλεμο και στα media shops, με αποτέλεσμα τα έσοδα της εφημερίδας από τις διαφημίσεις να πέφτουν με ρυθμό τετραπλάσιο από των υπολοίπων. Διακατέχεται από ένα πνεύμα κακώς εννοούμενης επαναστατικότητας και βλέπει συνωμοσίες τραπεζιτών με την κυβέρνηση ΓΑΠ πίσω από την άρνηση των πρώτων να τη χρηματοδοτήσουν. Όπως σχολιάζει χαρακτηριστικά μια πρώην δημοσιογράφος της «Κυριακάτικης»:
«Η Μάνια ξαφνικά ανακάλυψε ότι έχουμε καπιταλισμό. Χαίρω πολύ!». Πάντως, όσοι τάσσονται στο πλευρό της δείχνουν να συμφωνούν με τα σενάρια συνωμοσίας. Το βασικό τους επιχείρημα είναι ότι η «Ελευθεροτυπία» έχει χρέη γύρω στα 70 εκατ. ευρώ, τη στιγμή που ο ΔΟΛ και ο Πήγασος έχουν πάνω από 200. Το γεγονός ότι η εφημερίδα έχει 2 εκατ. τον μήνα κόστος μισθοδοσίας φαίνεται να το αγνοούν επιδεικτικά.
Μετά την πρώτη καθυστέρηση στο 2ο 15ήμερο τον Ιούλιο του 2011, έρχεται και η δεύτερη και η τρίτη. Το τελειωτικό χτύπημα έρχεται τον Νοέμβριο, όταν η Alpha Bank καταγγέλλει τη δανειακή σύμβαση με τη Χ.Κ. Τεγόπουλος και ανακοινώνει ότι δεν θα δώσει δάνειο στην «Ελευθεροτυπία», ώστε να μπορέσει η ιδιοκτήτρια να καλύψει τις μισθολογικές υποχρεώσεις της.
Είναι πλέον σαφές ότι η εφημερίδα σέρνεται σε έναν δρόμο χωρίς επιστροφή. Σε μία από τις συσκέψεις που γίνονται εκείνη την εποχή για να αποφασίσουν οι εργαζόμενοι πώς θα αντιδράσουν, σύμφωνα με μαρτυρίες απολυμένων πλέον της Ελευθεροτυπίας», το λόγο παίρνει ο Στάθης Σταυρόπουλος και τους προτρέπει να «βάλουν πλάτη για να μην κλείσει αυτή η ιστορική εφημερίδα». Όπως ισχυρίζονται, Στάθης Σταυρόπουλος, Κύρα Αδάμ και Γιώργος Παπαδόπουλος-Τετράδης τους διαβεβαιώνουν ότι με τη νέα κυβέρνηση η «Ελευθεροτυπία» θα έπαιρνε το δάνειο που χρειαζόταν. Για την ιστορία, ο Στάθης Σταυρόπουλος ήταν ο πρώτος που αποχώρησε από την «Ελευθεροτυπία», για να εργαστεί στη «Real News».
ΜΝΗΣΤΗΡΕΣ ΚΑΙ ΙΜΑΤΙΑ
Οι απεργίες, το κλείσιμο, η επίσχεση, είναι λίγο πολύ γνωστά. Το καλοκαίρι που μας πέρασε οι εκδόσεις Φιλιππόπουλου, στις οποίες συμμετέχει με ποσοστό και ο όμιλος Βαρδινογιάννη, εκδήλωσαν ενδιαφέρον για την απόκτηση του ιστορικού οργανισμού. Οι μακροχρόνιοι δεσμοί της οικογένειας Βαρδινογιάννη με την οικογένεια Τεγόπουλου διέπονται από έναν άγραφο κανόνα: ο όμιλος Βαρδινογιάννη θα έχει πάντα μια άτυπη προτεραιότητα όσον αφορά την αγορά της «Ελευθεροτυπίας», αν και εφόσον αυτή πουληθεί. Όσοι γνωρίζουν τους λόγους αυτής της συμφωνίας δεν μιλούν. Είναι πιθανό το ενδεχόμενο, πάντως, να έχει τις ρίζες της στην εποχή που χτιζόταν το συγκρότημα στη Μίνωος και –σύμφωνα με μια ανέκδοτη ιστορία– ο Θοδωρής Βαρδινογιάννης είχε δανείσει, με προφορική συμφωνία, χρήματα στον Κίτσο Τεγόπουλο για τις εργασίες. Μετά ο Θοδωρής Βαρδινογιάννης πέθανε ξαφνικά και η οικογένειά του δεν ζήτησε ποτέ πίσω αυτά τα χρήματα.
Οι όροι, λοιπόν, που συζητήθηκαν για την εξαγορά της εταιρείας από τον Θεοχάρη Φιλιππόπουλο περιλάμβαναν την απόλυση όλων των εργαζομένων με ταυτόχρονη αποζημίωση από πλευράς του και την επαναπρόσληψη 291 εξ αυτών. Το θέμα της ανάληψης των χρεών της Τεγόπουλος από τον νέο της εκδότη, όπως φημολογούνταν, δεν επιβεβαιώθηκε τελικά. Ακόμα κι αν ίσχυε, πάντως, οι δύο πλευρές δεν κατάφεραν να έρθουν σε μια συμφωνία το καλοκαίρι.
ΕΠΙΓΟΝΟΙ
Σήμερα, μια ομάδα απολυμένων ετοιμάζει την έκδοση της «Εφημερίδας των Συντακτών», βασισμένη σε έναν ιδιότυπο συνεταιρισμό των συμμετεχόντων, που ευελπιστεί να καλύψει το κενό που άφησε η «Ελευθεροτυπία». Ωστόσο, κι εκεί έχουν προκύψει ήδη οι πρώτες διαφωνίες. Έχουν μείνει λιγότερα από 100 άτομα, αρκετοί από εκείνους που ήταν αρχικά έχουν αποχωρήσει και οι υπεύθυνοι αναζητούν συνεργάτες και εκτός της πρώην «Ελευθεροτυπίας». Μέχρι τη στιγμή που γράφεται αυτό το κομμάτι είναι άγνωστη η ημερομηνία κυκλοφορίας του φύλλου.
Η πλευρά της Μάνιας Τεγοπούλου, πάλι, αφήνει να διαρρεύσει ότι θέλει να επανεκδώσει μόνη της την «Ελευθεροτυπία», προχωρώντας στο σχέδιο εξυγίανσης που συζητούσε με τον Φιλιππόπουλο. Ζητήσαμε από εκείνη ναμιλήσει σχετικά με την πορεία της εφημερίδας και τον ρόλο της σε αυτήν, αλλά η ευγενέστατη γραμματέας της, με την ελαφρώς ξενική προφορά (σλαβικής προέλευσης;), αφού τη ρώτησε, μας είπε ότι «η κ. Τεγοπούλου δεν δίνει συνεντεύξεις, ούτε θέλει να σχολιάσει αυτά που γίνονται».
Θα μπορούσε να έχει σωθεί η «Ελευθεροτυπία»; Ίσως με άλλη διοίκηση. Ίσως με άλλη νοοτροπία. Ίσως με την αποδοχή από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη ότι τίποτα δεν μπορεί να μείνει το ίδιο. Το κενό μετά το «αν πεθάνει ο Κίτσος…» είναι πιο χαώδες από ποτέ. Οk, αθανασία δεν υπάρχει. Αλλά μήπως ήρθε η ώρα να αναθεωρήσουμε εκείνο το «ουδείς αναντικατάστατος»;
Daily inspiration. Discover more photos at Just for Books…?
3 notes
·
View notes
Text
‘Διάδρομος 2’ στο Θέατρο Arroyo
Στην Κεντρική Σκηνή του Θεάτρου ARROYO παρουσιάζεται το έργο της Ευσταθίας ΔΙΑΔΡΟΜΟΣ 2, έντεκα χρόνια μετά το πρώτο του ανέβασμα. Πρόκειται για ένα φουτουριστικό μονόλογο με στοιχεία μαύρης κωμωδίας που ερμηνεύει ο Δημήτρης Χαβρές σε σκηνοθεσία της Μάνιας Παπαδημητρίου. Έχοντας σκηνοθετήσει και ερμηνεύσει με μεγάλη επιτυχία το έργο, η σπουδαία Μάνια Παπαδημητρίου δίνει την σκυτάλη στον Δημήτρη…
View On WordPress
0 notes
Text
Αργοστόλι: Τα μαγαζιά που επιλέγουν οι ντόπιοι
Στο Αργοστόλι σα ντόπιος, σχεδόν σε αντίθετη κατεύθυνση από τα μαγαζιά που επιλέγουν οι τουρίστες. Τα στέκια που θα σου κρατήσουν συντροφιά στις διακοπές ή τη μόνιμη διαμονή σου στην Κεφαλονιά. Αυτά τα μέρη που εγώ κι εσύ θέλουμε να έχουμε αποθηκευμένα στους χάρτες του κινητού μας. Τα καφέ, μπαρ και εστιατόρια που επιλέγουν οι ντόπιοι του νησιού.
Στο Ristretto για καλό καφέ και τοπικά προϊόντα
Το καφεκοπτείο-κάβα που σερβίρει εξαιρετικό καφέ και όχι μόνο. Στο καφεκοπτείο θα βρεις φρεσκοκομμένο καφέ (ελληνικό, γαλλικό, εσπρέσσο) και επιλογές από τοπικά προϊόντα, όπως μαντολάτα, παστίλιες κ.α., ενώ στην κάβα θα βρεις πολλές επιλογές από τοπικά κρασιά -εγώ προτίμησα το ροζέ «Le Rose De L’ Ile» του Sarris, ένα γνήσιο Κεφαλλονίτικο κρασί. Την εμπειρία απογειώνει το εξαιρετικό σέρβις, από όλους τους εργαζόμενους, που καταλαβαίνεις πως κάνουν αυτή τη δουλειά με μεράκι. Αν μάλιστα δεις τη Μάνια πίσω από το μπαρ, να ξέρεις πως ο καφές σου θα είναι έξτρα προσεγμένος. Στα μπόνους του μαγαζιού και η θέα του, μιας και βρίσκεται ακριβώς μπροστά στη θάλασσα, επί της Λεωφόρου Αντώνη Τρίτση.
Στον Σπαθή για πρωινό
Αν ψάχνεις τον φούρνο που κυριαρχεί στην εστίαση αυτή τη στιγμή στην Κεφαλονιά, μην πας μακριά, μερικά μέτρα πιο κάτω, επί της λεωφόρου, θα βρεις τον Σπαθή, με τις αμέτρητες επιλογές σε σφολιάτες, σάντουιτς, ψωμιά, αλμυρά ��νακ, γλυκά και φρέσκα παγωτά. Κάτι που δεν θα βρεις συχνά σε άλλες πόλεις της Ελλάδας είναι η κρεατόπιτα, που όμως εδώ προσφέρεται σαν επιλογή και αξίζει να τη δοκιμάσεις – Προσοχή: Σαφώς και δεν είναι η καλύτερη Κεφαλλονίτικη κρεατόπιτα που θα φας στο νησί, αλλά είναι άψογα εναρμονισμένη με τις υπόλοιπες πίτες του μαγαζιού.
Για μπραντς στο Baroque Le Bistrot
Χρόνια στον χώρο της εστίασης, ένα από τα πιο γνωστά μαγαζιά του Αργοστολίου, είναι και η επιλογή των ντόπιων για μπραντς και χαλαρό βραδινό ποτό. Βρίσκεται μια ανάσα από την Κεντρική Πλατεία Αργοστολίου και σερβίρει από σκραμπλντ εγκς και ομελέτες, μέχρι μεξικάνικα τάκος και λαχταριστά πάνκεικς. Το βράδυ ο κόσμος επιλέγει κάποια από τα γευστικά κοκτέιλ του και υπάρχουν επίσης επιλογές για σνακ και φαγητό, όπως πίτσες, μακαρόνια κ.α.
Για μαγειρευτό φαγητό εκεί που τρώνε μόνο οι Κεφαλλονίτες
Στην Παλιά Πλάκα θα μπορούσα να τρώω καθημερινά. Δεν υπάρχει ντόπιος που να μην έχει επισκεφτεί το μαγειρείο-εστιατόριο αυτό, που έχει καλομαγειρεμένες μερίδες φαγητού, από τη διάσημη Κεφαλλονίτικη κρεατόπιτα -λένε πως είναι η καλύτερη του Αργοστολίου, μέχρι λαδερά, μαγειρευτά και της ώρας. Για να προλάβεις τις αμέτρητες επιλογές του, καλύτερο είναι να το επισκεφτείς νωρίς, γιατί μετά τις 2 το μεσημέρι, λιγοστεύουν.
Σουβλάκι στο χέρι και εξερεύνηση
Στην αναζήτηση του πιο homie σουβλακιού της πόλης, θα βρεθείς στα σουβλάκια του Paprika Grill House. Βρίσκεται πάνω στην Πλατεία Καμπάνας και ενώ έχει εξωτερικά τραπέζια, δεν θα σου πρότεινα να κάτσεις, αλλά να πάρεις το σουβλάκι σου στο χέρι και να περπατήσεις το Λιθόστρ��το. Αξίζει να δοκιμάσεις τα καλαμάκια του -ακόμα και το μπιφτέκι- και την τορτίγια με γύρο κοτόπουλο.
Ηλιοβασίλεμα στη Λιμνοθάλασσα Κούταβου του Αργοστολίου
Για καφέ ή πότο με θέα τη θάλασσα η καλύτερη επιλογή στην πόλη είναι το SOULATSO. Μπορείς να απολαύσεις τη θέα της λιμνοθάλασσας σε απίστευτα λογικές τιμές. Ένα ατομικό μπουκαλάκι κρασί θα σου κοστίσει μόλις 4 ευρώ και θα έρθει με συνοδεία τυριού και ελιές σε ένα μικρό πιατάκι. Αν και έχει επιλογές για φαγητό, θα σου πρότεινα να επιλέξεις τον Αριστοφάνη που είναι μια ανάσα μακριά, και είναι από τους καλύτερους στους ψαρομεζέδες και τα θαλασσινά.
Πού τρώνε σούσι οι ντόπιοι
Μιλήσαμε για παραδοσιακή κουζίνα, σουβλάκια και θαλασσινά, ώρα έχει η έθνικ κουζίνα του νησιού και οι πρωτα��ωνιστές της. Το Sepia Sushi Restaurant έχει όντως το καλύτερο σούσι στο νησί αλλά και αμέτρητες επιλογές σε κυρίως πιάτα, όπως λινγκουίνι με αχινό, ουντόν νουντλς και πόκε μπολς.
Ακόμα ένας πρωταγωνιστής, Ιταλικής καταγωγής
Ένα μαγαζί που σέβεται την αυθεντική συνταγή της πίτσας και έχει κερδίσει άξια την αγάπη και τον σεβασμό των ντόπιων. Το Aglio Olio είναι ίσως η καλύτερη πιτσαρία του Αργοστολίου. Μπορεί η μπρουσκέτα του να μην είναι αυτή που θα περίμενες, μην απογοητευτείς όμως, παρήγγειλε απευθείας μια από τις πεντανόστιμες πίτσες του -η αγαπημένη μου με γκοργκονζόλα και φλούδες αχλαδιού- και μία από τις αλ ντέντε μακαρονάδες του.
Τα καλύτερα κοκτέιλς του Αργοστολίου
Το αγαπημένο κοκτειλάδικο των ντόπιων δεν είναι άλλο από το Bee’s Knees The Bar. Εκτός από τα κλασικά κοκτέιλ, προσφέρουν και δικές τους, φανταστικές δημιουργίες, αλλά και ιδιαίτερες μπύρες. Δοκίμασε το χαρακτηριστικό τους κοκτέιλ Bee’s Knees #10 (τζιν εμβαπτισμένο με κάρδαμο και έλαια λεμονιού, μέλι και φρέσκο λεμόνι) και θα με θυμηθείς.
Για κλάμπινγκ στο My Way Club - Garden
Ακόμα ένα από τα μαγαζιά που κυριαρχούν στον χώρο τους, το αγαπημένο κλαμπ των ντόπιων και των φοιτητών του νησιού. Έχει ωραία αισθητική, εξαιρετικά κοκτέιλ και άψογο σέρβις. Aξίζει να το επισκεφτείς κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.
Διάβασε ακόμα: Πέντε άχαστα φαγάδικα στην Κεφαλονιά που αξίζει να επισκεφτείς αυτό το καλοκαίρι
Το σίγουρο είναι πως το Αργοστόλι δεν έχει μόνο αυτά να προσφέρει, υπάρχουν δεκάδες ακόμα μαγαζιά που κυριαρχούν στην εστίαση ή παραμένουν κλασικά και διαχρονικά. Μπορείς και εσύ να βοηθήσεις στη λίστα αυτή, στέλνοντας μέιλ στο [email protected] ή στέλνοντας μήνυμα στα social media του FollowGeorge.gr.
0 notes
Text
ISBN: 978-960-04-4542-8 Συγγραφέας: Κρυσταλία Πατούλη Εκδότης: Κέδρος Σελίδες: 472 Ημερομηνία Έκδοσης: 2014-12-01 Διαστάσεις: 21x14 Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο
0 notes
Text
ISBN: 978-960-04-4542-8 Συγγραφέας: Κρυσταλία Πατούλη Εκδότης: Κέδρος Σελίδες: 472 Ημερομηνία Έκδοσης: 2014-12-01 Διαστάσεις: 21x14 Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο
0 notes
Text
Η Μάνια είναι έγκυος και ακόμα πιο καυλιάρα
Η Μάνια (Mania Greek Wife) είναι μια καυτή Ελληνίδα παντρεμένη milf η οποία δημιουργεί υλικό για το MYM και το Onlyfans. Αυτό το διάστημα είναι έγκυος, αλλά αυτό δεν τη σταματά από το να μας καυλώνει. Μάλιστα, είναι διαθέσιμη και για κλήσεις! Δες τα προφίλ της: https://mym.fans/Milfakikaulomeno https://onlyfans.com/mania_kaulomama
0 notes
Text
Αναστάτωσε την Κύπρο η τουρκοελληνική συνεργασία στον ΟΑΣΕ για κοινούς υποψηφίους (Τουρκικό Δημοσίευμα)
Η διαδικασία εξομάλυνσης μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας συνεχίζεται. Αυτή τη φορά, οι δύο χώρες πρότειναν τον πρώην Μόνιμο Αντιπρόσωπο της Τουρκίας στον ΟΗΕ, Φεριντούν Σινιρίογλου, ως Γενικό Γραμματέα του ΟΑΣΕ και την Ελληνίδα διπλωμάτη Μάνια Τελαλιάν, ως διευθύντρια του Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΑΣΕ, γράφει η Hurriyet. Κατά τη συνάντηση του Προέδρου […] Αναστάτωσε…
View On WordPress
0 notes
Text
Αναστάτωσε την Κύπρο η τουρκοελληνική συνεργασία στον ΟΑΣΕ για κοινούς υποψηφίους (Τουρκικό Δημοσίευμα)
Η διαδικασία εξομάλυνσης μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας συνεχίζεται. Αυτή τη φορά, οι δύο χώρες πρότειναν τον πρώην Μόνιμο Αντιπρόσωπο της Τουρκίας στον ΟΗΕ, Φεριντούν Σινιρίογλου, ως Γενικό Γραμματέα του ΟΑΣΕ και την Ελληνίδα διπλωμάτη Μάνια Τελαλιάν, ως διευθύντρια του Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΑΣΕ, γράφει η Hurriyet. Κατά τη συνάντηση του Προέδρου […] Αναστάτωσε…
View On WordPress
0 notes
Text
Αναστάτωσε την Κύπρο η τουρκοελληνική συνεργασία στον ΟΑΣΕ για κοινούς υποψηφίους (Τουρκικό Δημοσίευμα)
Η διαδικασία εξομάλυνσης μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας συνεχίζεται. Αυτή τη φορά, οι δύο χώρες πρότειναν τον πρώην Μόνιμο Αντιπρόσωπο της Τουρκίας στον ΟΗΕ, Φεριντούν Σινιρίογλου, ως Γενικό Γραμματέα του ΟΑΣΕ και την Ελληνίδα διπλωμάτη Μάνια Τελαλιάν, ως διευθύντρια του Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΑΣΕ, γράφει η Hurriyet. Κατά τη συνάντηση του Προέδρου […] Αναστάτωσε…
View On WordPress
0 notes
Text
Αναστάτωσε την Κύπρο η τουρκοελληνική συνεργασία στον ΟΑΣΕ για κοινούς υποψηφίους (Τουρκικό Δημοσίευμα)
Η διαδικασία εξομάλυνσης μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας συνεχίζεται. Αυτή τη φορά, οι δύο χώρες πρότειναν τον πρώην Μόνιμο Αντιπρόσωπο της Τουρκίας στον ΟΗΕ, Φεριντούν Σινιρίογλου, ως Γενικό Γραμματέα του ΟΑΣΕ και την Ελληνίδα διπλωμάτη Μάνια Τελαλιάν, ως διευθύντρια του Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΑΣΕ, γράφει η Hurriyet. Κατά τη συνάντηση του Προέδρου […] Αναστάτωσε…
View On WordPress
0 notes
Text
«Αθηνάς Παναγούλη, Επιτάφιος»
Οι παραστάσεις του έργου του Γιάννη Σολδάτου “Αθηνάς Παναγούλη, Επιτάφιος”, συνεχίζονται στο ΘΕΑΤΡΟ ΠΡΑΞΗ ΕΠΤΑ, από 7 Φεβρουαρίου, κάθε Τετάρτη, για λίγες παραστάσεις σε ελεύθερη είσοδο, σε σκηνοθεσία Κωστή Καπελώνη, με τη Μάνια Παπαδημητρίου, στο ρόλο της Αθηνάς Παναγούλη. Στο έργο πρωταγωνιστεί η κορυφαία μορφή του αντιδικτατορικού αγώνα, ο Αλέξανδρος Παναγούλης, μέσα από τις αναμνήσεις της…
View On WordPress
0 notes
Photo
γαμωτο.
#μπουρμπουλήθρα#mch#τσατ#φιλοι#ερωτας#γαμω#την#πατησαμε#ματακια#γαμω την πουτανα μου#γρεεκ κουοτς#γρεεκ ποστς#γρεεκζ#ελληνικά#ελληνικα ποστ#μάνια#δικο#μου#καψουρα#συναισθήματα
41 notes
·
View notes
Photo
Μάνια Καραϊτίδη (1928-2014): Όταν η εκδότρια της Εστίας είχε μιλήσει στη LiFO
Μέσα από την ιστορία της κ. Μάνιας Καραϊτίδη, της εκδότριας του αξιοσέβαστου ελληνικού εκδοτικού οίκου, που πέθανε σαν σήμερα, το 2014, ξεδιπλώνεται όλη η σύγχρονη λογοτεχνική ιστορία της Ελλάδας.
— Εσείς μεγαλώσατε μέσα στην Εστία;
Μεγάλωσα μέσα στην ατμόσφαιρα του βιβλιοπωλείου που υπάρχει από το 1885. Ο πατέρας μου δεν είχε ποτέ υπόψη του ότι θα κάνω εγώ αυτήν τη δουλειά, τον γιο μου προετοίμαζε. Πέθανε, όμως, νωρίτερα απ’ ό,τι περιμέναμε, όταν ο γιος μου ήταν ακόμα στο στρατό, οπότε ανέλαβα εγώ. Πριν, εργαζόμουν σε μια βιβλιοθήκη, πράγμα άκρως καταστρ��φικό. Μας είχε πει τότε ο Παπανούτσος «να μη σας πειράζει που κλέβουν τα βιβλία. Πρέπει να τα κλέβουν οι άνθρωποι που θέλουν να διαβάζουν». Όταν ήρθα, λοιπόν, εγώ, τους είπα ότι το βιβλίο δεν είναι εμπορικό προϊόν αλλά μορφωτικό. Μετά, βέβαια, κατάλαβα ότι δεν τα έκλεβαν για να τα διαβάσουν αλλά για να τα πουλήσουν στους πάγκους. Ξύπνησα όλως αιφνιδίως από τον ύπνο μου.
— Πώς και δουλεύατε σε δημοτική βιβλιοθήκη;
Δούλευα στον Ερυθρό Σταυρό. Ο άντρας μου ήταν γιατρός και μου είπε «δυο ιατρικά επαγγέλματα στο ίδιο σπίτι, ξέχνα το». Όταν μεγάλωσαν τα παιδιά και πήγαν σχολείο, δεν μπορούσα να κάθομαι σπίτι και πήγα στη βιβλιοθήκη της ΧΕΝ. Όλοι στο σπίτι μου συζητούσαν περί βιβλίων. Ο παππούς μου πέθαινε 80 τόσο χρόνων και κάθε μέρα κατέβαινε κάτω, στο βιβλιοπωλείο, και παρακολουθούσε. Ο υπάλληλος που είχαμε, ο κ. Παντελάκης, ήταν στην εστία 70 χρόνια, ο αρχαιότερος βιβλιοπώλης της Ελλάδας.
— Διάβασα ότι ο κ. Παντελάκης ήταν σαν κινητό αρχείο για το βιβλιοπωλείο της Εστίας.
Έλεγε ο πατέρας μου ότι δεν υπήρχε ανάγκη να έχει κανείς κομπιούτερ όταν είχε τον κ. Νίκο. Του λέγατε, ας πούμε, «κ. Νίκο, μου είπαν για ένα βιβλίο που είχε βγει το 1922 για τα καναρίνια». «Α, ναι», έλεγε, «έχει κίτρινο εξώφυλλο, το έγραψε ο κ. Καναρινίδης κι έκανε 5 ευρώ». Ήξερε τα πάντα, κουβαλούσε από μικρός τα βιβλία στον Παλαμά.
— Ο παππούς σας, ο Κολλάρος, ήταν, μου είπατε, κάθε μέρα στο βιβλιοπωλείο.
Μ’ αυτόν μιλούσαμε πολύ για βιβλία. Την Εστία την ξεκίνησε ο θείος του, ο Γεώργιος Κασδόνης, που ήταν δημοσιογράφος και δάσκαλος στο Βουκουρέστι. Όταν ήρθε στην Ελλάδα ήμασταν μόλις 50 χρόνια ελεύθερο κράτος. Είπε θα κάνω έναν εκδοτικό οίκο - τα διαφημιστικά της εποχής, μάλιστα, τα είχε γράψει ο Γεώργιος Σουρής. Παρήγγειλε διηγήματα στον Ραγκαβή και τα ήθελε να είναι στη γλώσσα που καταλάβαινε ο κόσμος. Ήθελε να είναι προσιτά, αλλά να προσφέρουν παιδεία. Ο παππούς μου δούλευε εδώ σαν το σκυλί, κι έτσι ο Κασδόνης, αντί ν’ αφήσει τον οίκο στους γιους του, τον πούλησε πολύ φτηνά στον παππού μου. Μετά, ανέλαβε ο πατέρας μου, που παντρεύτηκε την κόρη του παππού μου, τη μάνα μου. Ήταν στρατιωτικός από το ’12 ως το ’22, είχε κάνει σ’ ό,τι πόλεμο μπορείτε να φανταστείτε. Συνδιοικούσαν ο παππούς μου κι ο πατέρας μου, αλλά ο παππούς μου ερχόταν κάθε μέρα στο βιβλιοπωλείο κι ήξερε τα πάντα. Περάσαμε και την Κατοχή: έχω ακόμα βιβλίο που το εξώφυλλο είναι σκισμένο και ραμμένο από ένα άλλο χαρτί. Κι όμως, βγάζαμε βιβλία. Είχαμε ένα υπόγειο στη Σταδίου και πολλές φορές τα ράβαμε με το χέρι. Έπρεπε να βγάλουμε βιβλία - o κόσμος διάβαζε στην Κατοχή. Στην επταετία το ίδιο, ο κόσμος δεν είχε τόσες διεξόδους. Τώρα υπάρχει η τηλεόραση, που είναι αισχρή, κι όσο πιο αισχρή γίνεται, τόσο πιο πολλά βιβλία πουλάμε εμείς.
— Μεγαλώσατε ανάμεσα σε συγγραφείς;
Όχι. Οι φίλοι του πατέρα μου δεν ήταν συγγραφείς. Οι συγγραφείς είναι δύσκολοι άνθρωποι - εγώ έχω φίλους και δικούς μας συγγραφείς, αλλά και από άλλους εκδοτικούς οίκους. Έχω πολύ καλές σχέσεις, αλλά ξέρω τώρα πια πώς πρέπει να τους φερθείς: πρέπει να είσαι σ’ επιφυλακή, είναι ευαίσθητοι άνθρωποι. Ήρθε ο Μάτεσις κάποτε και μου είπε «μα, μου βάζει ο Καστανιώτης το βιβλίο μου με της τάδε;», κι εγώ υπερασπίστηκα τον Καστανιώτη: «Για να βγάλει το δικό σου βιβλίο ο Καστανιώτης, πρέπει να βγάλει και το βιβλίο της τάδε».
— Όταν αναλάβατε εσείς, τι πουλούσε περισσότερο στην Εστία;
Η γενιά του ’30. Πέρασαν μια άδικη τοποθέτηση, που τώρα έχει ανατραπεί. Ήταν η πρώτη γενιά που έφερε το βιβλίο κοντά στην Ευρώπη και την Ευρώπη κοντά στο βιβλίο - κατηγορήθηκαν γι’ αυτό και για το χιούμορ τους.
— Ποιους από αυτούς γνωρίσατε από κοντά;
Πρώτα γνώρισα τον Βενέζη. Όταν πήγαινα στο οκτατάξιο γυμνάσιο, συμφωνήσαμε να βγάλουμε μια εφημεριδούλα και να κάνουμε τις δημοσιογράφους. Εγώ σκέφτηκα να κάνουμε τον Βενέζη, που τον ήξερε κι ο πατέρας μου. Έμενε τότε Ασκληπιού ή Ιπποκράτους, δεν θυμάμαι ακριβώς. Μας δέχτηκε με μεγάλη χαρά ο άνθρωπος. Πήγαμε κι οι τρεις, σεινάμενες-κουνάμενες, ήρθε κι η κ. Βενέζη κι έπλεκε και μας κοίταζε καλά καλά. Στο τέλος καταλήξαμε να χορεύουμε καλαματιανό - πώς, ποτέ μου δεν το κατάλαβα. Επίσης τον Τερζάκη, που είχα ακούσει και πολλές φορές ομιλίες του στη ΧΕΝ για θέατρο. Ήταν ένας άνθρωπος πολύ συμπαθής, αλλά πολύ συγκρατημένος, είχε μια μελαγχολία πάνω του. Ο Καραγάτσης ήταν ένας καλλονός, σε τέτοιο βαθμό, που τον έβλεπε κανείς και χάζευε.
— Φαίνεται όμορφος στις φωτογραφίες, αλλά όχι τόσο πολύ πια.
Δεν ήταν ωραίος με την έννοια της ομορφιάς, ήταν πολύ γοητευτικός. Είχε σταρένιο δέρμα, πράσινα μάτια, όταν τον έβλεπες ήταν σαν αγριόγατα, σαν τίγρη. Ήταν τρομερά ελκυστικός άνθρωπος. Τον γνώρισα λίγο πριν πεθάνει: ήταν 52 χρόνων κι είχε τη γοητεία ενός αιλουροειδούς.
— Ποιες ήταν οι αντιδράσεις όταν αναλάβάτε το 1972;
Τότε ήταν πολύ περίεργο να κάνει μια γυναίκα αυτήν τη δουλειά - ήμασταν η κ. Ελευθερουδάκη κι εγώ. Φοβερές οι αντιδράσεις από το προσωπικό - δεν μου το ’παν και στα μούτρα, αλλά το κατάλαβα, άπειρη ήμουν, όχι ηλίθια. Σιγά σιγά με κατάλαβαν, ότι αυτή είναι, πρέπει να τα πάμε καλά, γιατί, αν δεν τα πάμε καλά, είναι και λιγάκι τζόρας. Στη αρχή δεν έκανα τίποτα, γιατί έπρεπε να μετακομίσουμε από την οδό Σταδίου - από κει περνούσαν όλοι, δίπλα ακριβώς ήταν ο Λουμίδης. Ήταν πέρασμα. Ήταν φοβερό πρόβλημα το πού θα πάμε, μέχρι που ήρθε ένας και μου μίλησε γι’ αυτό εδώ το κατάστημα, στη Σόλωνος. Κάποιος μου είπε «η Εστία θα πάει να ταφεί στη Σόλωνος». Ο κ. Νίκος μόνο μου σύστησε να το «πιάσω». Τότε δεν υπήρχε άλλο βιβλιοπωλείο εδώ - εμείς κάναμε την πιάτσα.
— Πώς άλλαξαν τα πράγματα τότε;
Με το που αλλάξαμε πιάτσα, άλλαξε ο κόσμος που ερχόταν - ήρθαν οι φοιτητές από το πανεπιστήμι�� απέναντι. Και τότε μας ήρθαν οι νέοι συγγραφείς - ο Τατσόπουλος, ο Χωμενίδης, η Θεοφανώ Καλογιάννη, που έγραψε τον Θάνατο του Ιππότη Τσελάνο. Έφυγε, επιτέλους, από πάνω μας η ρετσινιά του δεξιού βιβλιοπωλείου. Το 1985 για τα 100 χρόνια της Εστίας αρχίσαμε τη σειρά της ξένης λογοτεχνίας - βγάζαμε κάποια ξένα βιβλία. Ξεκινήσαμε με τη Madame de La Fayette, το πρώτο γαλλικό μυθιστόρημα που έχει γραφτεί, κι από κει και πέρα ξεκινήσαμε τακτικά να βγάζουμε μια μεγάλη σειρά ξένης λογοτεχνίας.
— Πιστεύετε ότι ο κόσμος διαβάζει λιγότερο;
Διαβάζει περισσότερο απ’ ό,τι άλλοτε, αλλά διαβάζει με άλλον τρόπο. Θέλω να πω, μη νομίζετε, κι ο Παλαμάς δυο αντίτυπα πουλούσε από το βιβλίο του. Δεν είχαμε ποτέ παιδεία που να μας σπρώχνει στο βιβλίο. Τα σχολικά βιβλία ήταν κι εξακολουθούν να είναι φριχτά και ηλίθια. Το βιβλίο της Λογοτεχνίας πριν από τον Μεταξά ήταν ελεύθερο σε όλη την υφήλιο και μετά σε κάθε μάθημα αντιστοιχούσε ένα βιβλίο ενός οργανισμού κρατικού. Αυτός ο οργανισμός πάντοτε το μεταχειριζόταν για να περάσει την πολιτική του -κι εκεί λαμογιές- με αναθέσεις και πληρωμές, μια ζωή τα ίδια. Όλες οι κυβερνήσεις το ’χουν κρατήσει αυτό, το ένα βιβλίο για κάθε μάθημα. Σε καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν συμβαίνει αυτό.
— Τώρα, πια, τι πουλάει περισσότερο;
Πολλές φορές οι ξένοι που έρχονται με ύμνους απ’ έξω. Ας πούμε, ο Κούντερα. Αξίζει ο άνθρωπος και καλά κάνει και πουλάει. Ο Ουελμπ��κ επίσης πουλάει, κι οι Έλληνες όμως πουλάνε, πάνε καλά τα βιβλία τους.
— Με τι σκεπτικό επιλέγετε τ�� θα εκδώσετε;
Θέλουμε καλή λογοτεχνία, όχι την ευκολία. Δεν έχω να πω κάτι εναντίον της κ. Λένας Μαντά που πουλάει, αν και δεν έχω διαβάσει κανένα από τα βιβλία της. Μόνο που φέτος δεν θυμάται κανείς το περσινό της βιβλίο και πρέπει να γράψει άλλο ένα βιβλίο για να ξαναπουλήσει. Πάντα υπήρχαν τέτοιοι συγγραφείς - άλλοτε, όμως, υπήρχαν τα βίπερ Νόρα και τα Άρλεκιν δεν είχαν μπει στον χώρο της λογοτεχνίας. Δεν θεωρούνταν κανονική λογοτεχνία.
— Μα, πιστεύω ότι εδώ συγκρίνουμε δυο διαφορετικά πράγματα. Άλλο ο Κούντερα, άλλο η Λένα Μαντά.
Δεν είμαι εναντίον αυτής της λογοτεχνίας. Ο καθένας ό,τι ήθελε διάβαζε κι ό,τι θέλει διαβάζει. Μπράβο στους εκδότες που τα βγάζουν αυτά τα βιβλία, γιατί έτσι συντηρούν τα άλλα τους βιβλία. Εμείς έχουμε αυτή την ανωμαλία: δεν μπορούμε. Εγώ δεν μπορώ, βαριέμαι. Δεν κρίνω καν αν είναι καλό ή κακό, δεν μπορώ ούτε να τα διαβάσω. Έχω διαβάσει χιλιάδες βιβλία. Όταν βαριέμαι, ξέρω ότι είναι κακό το βιβλίο. Δεν είμαι σνομπ - δεν είμαι ούτε φιλόλογος ούτε κριτικός. Δεν κρίνω ποτέ έτσι.
— Πάντα με τη δική σας άποψη κρίνετε;
Ναι, δεν είμαι και ο Πάπας. Έχω απορρίψει και μπεστ σέλερ για λόγους άσχετους με το βιβλίο. Έρχονταν, μου τα πέταγαν στα μούτρα και θύμωνα. Μετά τα κατάπια. Δεν πειράζει αν έχει ύφος, δεν πειράζει αν μιλάει άσχημα, φέρε να διαβάσω αυτό που έγραψε.
— Ήταν μέχρι να μάθετε τα χούγια των συγγραφέων, μάλλον.
Ναι, και τώρα έχω πάθει και την εξής ανωμαλία. Βαριέμαι με άλλους ανθρώπους εκτός από τους συγγραφείς - έχουν ένα ενδιαφέρον, κάτι να πούνε. Μου λείπει ο Μάτεσις. Ερχόταν κι εκτόξευε χιλιάδες κακίες, αλλά μπορούσες να μιλήσεις για το θέατρο, για τον κινηματογράφο, για τα βιβλία. Το μυαλό του δούλευε πολύ. Μπορείς να κουβεντιάσεις μ’ αυτούς τους ανθρώπους - δεν είναι μόνο τι θα φάμε, τι θα πιούμε, σε ποια ταβέρνα πήγαμε.
— Η Νέα Εστία;
Εάν λείψει η Νέα Εστία, πιστεύω ότι θα λείψει ένας πυλώνας της Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας.
— Βγάζετε λιγότερα βιβλία με την κρίση;
Εγώ πανικοβλήθηκα μ’ αυτό που άκουσα ότι είπε σήμερα ο Θεοδωρόπουλος στις γαλλικές εφημερίδες, πως έχουν πέσει κατά 60% οι πωλήσεις. Κι ο Καρατζάς του Ιανού καλά τα είπε ότι «εμείς πάμε καλά, γιατί κάνουμε κι άλλα πράγματα». Νοικιάζει την αίθουσά του σε συγκροτήματα, δεν πάει να πει ότι πάει καλά το βιβλιοπωλείο. Εμείς ανακαλύψαμε θησαυρούς που είχαμε στο υπόγειο – βιβλία που δεν είχαν πουληθεί φεύγουν πιο πολύ απ’ όλα, με 5 ευρώ, 10. Όταν δω κάποιον που έχει μια τσάντα με πέντε δέκα βιβλία, ξέρω ότι έχει πάρει πολλά τέτοια.
— Εξάλλου, το ελληνικό βιβλίο είναι πολύ πιο ακριβό από το ξένο.
Μα, φυσικά και είναι! Ο Άγγλος θα το βγάλει σε 600.000 αντίτυπα, ο Γάλλος σε 100.000. Εμείς θα το βγάλουμε σε 5.000 αντίτυπα και θα είμαστε ευγνώμονες αν φύγουν. Δεν έχουμε ανεβάσει καν τις τιμές και καταφέραμε, με μια ρύθμιση, να μην απολύσουμε κανέναν.
— Τα νέα δεδομένα στον χώρο του βιβλίου ποια είναι;
Το καινούργιο δεδομένο είναι το ηλεκτρονικό βιβλίο. Μέχρι τώρα δεν έχει πιάσει πολύ - γίνεται μια μεγάλη συζήτηση έξω. Δεν ξέρω αν θα είναι το βιβλίο του μέλλοντος, πάντως θα είναι το μέλλον σε reference βιβλία σίγουρα. Είμαι και πολύ μεγάλη για να καταλάβω απολύτως τι γίνεται.
— Υπάρχει κάποια οικογενειακή συμβουλή που σας έδωσαν σχετικά με τη δουλειά σας και την έχετε κρατήσει;
Ναι. Ο πατέρας μου έλεγε πάντα «να χαίρεσαι που ανοίγουν βιβλιοπωλεία. Όσο πιο πολλά βιβλιοπωλεία υπάρχουν, τόσο καλύτερα πάει η δουλειά μας. Πάει να πει ότι πάει καλά το βιβλίο».
Daily inspiration. Discover more photos at http://justforbooks.tumblr.com
5 notes
·
View notes
Text
ISBN: 978-960-04-4707-1 Συγγραφέας: Ευάγγελος Μαυρουδής , Κώστας Κουτσομύτης Εκδότης: Κέδρος Σελίδες: 568 Ημερομηνία Έκδοσης: 2016-06-01 Διαστάσεις: 21x14 Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο
0 notes
Text
ISBN: 978-960-04-4707-1 Συγγραφέας: Ευάγγελος Μαυρουδής , Κώστας Κουτσομύτης Εκδότης: Κέδρος Σελίδες: 568 Ημερομηνία Έκδοσης: 2016-06-01 Διαστάσεις: 21x14 Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο
0 notes
Text
ΜΑΝΙΑ - Εκπτωτικός κωδικός για λίγο στο MYM
Η @k_milfaki είναι παντρεμένη καυλιάρα από την Πάτρα και δημιουργεί περιεχόμενο στο MYM. Ακολουθήστε την!
View On WordPress
0 notes