#εξώφυλλα
Explore tagged Tumblr posts
Text
Επιλογές Αύγουστος (6/8)
Nick Pedersen | Frank C. Papé | Félix Vallotton | Léonard Sarluis (ζωγράφος φίλος του Oscar Wilde) | Vic Prezio (γοτθικά εξώφυλλα) | Rosaleen Norton | O G.R.R. Martin δεν μπορούσε να κανονίσει θέση στο Worldcon | Το Star Wars στην Οτζίμπουε | Αλληλεπιδραστικός χάρτης με τους θανάτους στο Grand Canyon | Το μυθικό Canyon Diablo της Άγριας Δύσης | Οι συμμορίες του Ανατολικού L.A. (1978) | Τα ταξίδια στη φανταστική λογοτεχνία | Η θεολογία του Book of the New Sun (του Gene Wolfe) | Η Τραγωδία του Ψηφιακού Χώρου (το σημερινό διαδίκτυο δεν είναι αυτό που είχαν οραματιστεί) | Ο David Bowie είχε προβλέψει τα καλά και τα κακά του διαδικτύου
➤ https:// www.fantastikosorizontas.gr/kostasvoulazeris/epiloges/ep.php?ID=08_2024#1
#links#τέχνη#φαντασία#σουρεαλισμός#εξώφυλλα#συγγραφείς#χάρτες#Star Wars#μύθοι#συμμορίες#ρετρό#ντοκιμαντέρ#φανταστική λογοτεχνία#βιβλία#διαδίκτυο#τεχνολογία
2 notes
·
View notes
Text
εντωμεταξύ είχα στα ντραφτς μου αυτό το ποστ με διάφορα εξώφυλλα… και σκεφτόμουν ότι το τελευταίο είναι το πιο όμορφο..💘
#τότε (τέλη σεπτέμβρη) δεν μπορούσα να βρω πιο καθαρή εικόνα#οπότε πρέπει να το ανέβασαν στις τελευταίες 2 βδομαδες !#συγχρονισμός στιγμή
42 notes
·
View notes
Text
��ιάννης Μαρής: Η ζωή του κορυφαίου αστυνομικού συγγραφέα που πέθανε σαν σήμερα
«Έγραφε για να είναι δημοφιλής»
Ο γιος του συγγραφέα Γιάννη Μαρή αποκαλύπτει σημαντικές στιγμές από τη ζωή του πατέρα του.
Λαμπρινή Κουζέλη, ΤΟ ΒΗΜΑ: 17/04/2011.
Όταν ήμουν πολύ μικρός νόμιζα ότι υπάρχουν τρία είδη γραμμάτων: τα κεφαλαία, τα μικρά και τα γρήγορα. Αυτά ήταν τα γράμματα του πατέρα μου. Ήταν πολύ δυσανάγνωστα και όταν τον ρωτούσα τι γράμματα είναι αυτά, μου έλεγε "γρήγορα"» λέει ο Άγγελος Τσιριμώκος για τον πατέρα του Γιάννη Τσιριμώκο, γνωστότερο ως Γιάννη Μαρή και εισηγητή της αστυνομικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα.
Μόνιμος κάτοικος Βρυξελλών από τη δεκαετία του 1980, όπου εργάζεται ως μεταφραστής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ο Άγγελος Τσιριμώκος βρέθηκε την περασμένη εβδομάδα στην Αθήνα για να παραστεί στην ημερίδα της Ελληνικής Λέσχης Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας που ήταν αφιερωμένη στον πατέρα του. Τον συναντήσαμε στο πατρικό του σπίτι, στην πλατεία Κολιάτσου, και μας ξενάγησε στο γραφείο του Μαρή, που «είναι σχεδόν όπως το άφησε» όταν πέθανε το 1979.
Όταν ξυπνούσε έγραφε πυρετωδώς, συντροφιά με ένα πακέτο τσιγάρων Άσσος και ένα τσάι «καφέδες έπινε πολλούς στην εφημερίδα». Έγραφε πάντοτε στο χέρι με μπλε στυλό Βic- δεν χρησιμοποιούσε ποτέ γραφομηχανή.
Δραστήριος δημοσιογράφος και παραγωγικότατος συγγραφέας, ο Γιάννης Τσιριμώκος συνταξιοδοτήθηκε μόλις έναν χρόνο πριν από τον θάνατό του. Στα παιδικά του χρόνια ο Άγγελος θυμάται ότι ο πατέρας του «ήταν πάντοτε πολύ απασχολημένος». Συνεργάτης πολλών εφημερίδων στη διάρκεια της καριέρας του, της «Μάχης», του «Ελεύθερου Λόγου», της «Αθηναϊκής» και αργότερα της «Ακροπόλεως» και της «Απογευματινής», σε διάφορα πόστα, έλειπε πολλές ώρες από το σπίτι.
«Τότε δεν καταλάβαινα τι δουλειά έκανε στην εφημερίδα, διότι έκανε πολλές δουλειές και δεν ήταν όλα τα κείμενά του ενυπόγραφα. Όταν ήμουν πολύ μικρός έκανε και τυπογραφείο, επιμέλεια δηλαδή, και γύριζε στη μία και στις δύο το πρωί. Μεγάλωσα με το "Σςςς,ο μπαμπάς γύρισε πολύ αργά και κοιμάται". Ο ύπνος του πατέρα μου ήταν ιερός και προσέχαμε όλοι να μην τον ταράξουμε».
Όταν ξυπνούσε έγραφε πυρετωδώς, συντροφιά με ένα πακέτο τσιγάρων Άσσος και ένα τσάι «καφέδες έπινε πολλούς στην εφημερίδα». Έγραφε πάντοτε στο χέρι με μπλε στυλό Βic- δεν χρησιμοποιούσε ποτέ γραφομηχανή. «Όταν έγραφε όμως σενάριο για ταινία, προσλάμβανε μια εκπαιδευμένη δακτυλογράφο και της υπαγόρευε το κείμενο, επειδή έπρεπε να είναι γραμμένο βάσει συγκεκριμένων τεχνικών προδιαγραφών».
Στην πλάτη του γραφείου η βιβλιοθήκη φιλοξενεί τα βιβλία του Μαρή και της συζύγου του, της μεταφράστριας Αθηνάς Ζαφειρίου. Σε πολλά, τα αρχικά εξώφυλλα έχουν αντικατασταθεί από δερμάτινη βιβλιοδεσία που στο κάτω μέρος της ράχης φέρει τα αρχικά του: Ι. Τ. Στη βιβλιοθήκη στον τοίχο δεξιά βρίσκονται αραδιασμένες φωτογραφίες της οικογένειας. «Δεν είχε καθόλου προσωπικά αντικείμενα και ενθύμια από την παιδική του ηλικία όταν παντρεύτηκε τη μητέρα μου, είχε μονάχα ένα πακετάκι με πέντε- δέκα φωτογραφίες». Ανάμεσα σε αυτές και μία που κάποιος έβγαλε στον «Γιάννη του Βουνού» στην Κατοχή, στα χρόνια της αντίστασης του ΕΑΜ.
Δεν ήθελε να εκτεθεί ως Τσιριμώκος
Γόνος της πολιτικής οικογένειας των Τσιριμώκων από τη Φθιώτιδα, δεύτερος εξάδελφος του γνωστού πολιτικού και μετέπειτα πρωθυπουργού Ηλία Τσιριμώκου, με τον οποίο ήταν στενά δεμένοι, πλαισίωσε με άλλους το κόμμα της Ένωσης Λαϊκής Δημοκρατίας που ίδρυσε ο Ηλίας με τον Αλέξανδρο Σβώλο το 1941, το μετέπειτα Σοσιαλιστικό Κόμμα- ΕΛΔ. Ο ίδιος όμως μετά τον πόλεμο δεν ασχολήθηκε ενεργά με την πολιτική. «Αφενός διότι έκανε οικογένεια και αποφάσισε να μαζευτεί» λέει ο Άγγελος, «αφετέρου γιατί είχε απογοητευτεί από τις εξελίξεις. Σοσιαλιστικό κίνημα στην Ελλάδα δεν υπήρχε πια».
Οι επαφές με τους παλιούς συντρόφους όμως συνεχίζονταν. Οι επισκέψεις στον Αλέξανδρο και στη Μαρία Σβώλου ήταν συχνές. «Η μητέρα μου έλεγε πως ό,τι ήξερε από πολιτική το έμαθε από τις κουβέντες που άκουγε στο σπίτι του Σβώλου». Στις φιλικές συναντήσεις στο σπίτι του Μαρή ο Άγγελος ρουφούσε τις κουβέντες των μεγάλων: «Μου άρεσε να κάθομαι και να ακούω όσα έλεγαν. Μπορεί η κουβέντα να ξεκινούσε από τον καιρό,αλλά κατέληγε πάντοτε στο πώς τα έκανε θάλασσα η Αριστερά στην Ελλάδα, γιατί έχασε ενώ δεν θα μπορούσε να είχε χάσει». Ανάμεσα στους φίλους η συγγραφέας Άλκη Ζέη, συμμαθήτρια και στενή φίλη της Αθηνάς Ζαφειρίου, και η αδελφή της Ελένη Κόκκου, στο πατρικό των οποίων η Αθηνά γνώρισε τον Γιάννη Μαρή.
Τότε βέβαια δεν λεγόταν ακόμη Μαρής. «Το ότι υιοθέτησε φιλολογ��κό ψευδώνυμο μου φαινόταν φυσικό.Γιατί όμως Μαρής και όχι κάποιο άλλο; Κάποτε τον ρώτησα. Μου απάντησε ότι ούτε ο ίδιος ήξερε, ίσως όμως υποσυνείδητα είχε κάποια σχέση με το γεγονός ότι η μητέρα του ήταν το γένος Μακρή» «Με αυτό υπέγραφε όταν πρωτοδημοσίευσε σε συνέχειες το "Εγκλημα στο Κολωνάκι" στο περιοδικό "Οικογένεια". Ίσως φοβόταν ότι δεν θα ήταν καλό και δεν ήθελε να εκτεθεί ως Τσιριμώκος. Το περιοδικό έκλεισε προτού ολοκληρωθεί το αφήγημα, αλλά έφτασαν τόσα γράμματα στη σύνταξη ρωτώντας ποιος ήταν ο δολοφόνος που κατάλαβε ότι το μυθιστόρημα είχε επιτυχία, και το εξέδωσε σε βιβλίο».
Έκτοτε η επιτυχία ήταν δεδομένη. Ένιωθε να τον εκτιμούν; «Είχε το αίσθημα ότι είχε δουλέψει σκληρά και είχε ανταμειφθεί γι΄αυτό. Δεν άκουσα ποτέ να εκφράζει πικρία ή ενόχληση από δυσμενή κριτική, εκτός από μία φορά, όταν κάποιος είχε γράψει ότι τα βιβλία του είναι για την τουαλέτα». Ο ίδιος θεωρούσε ότι τα κείμενά του εντάσσονταν στη λεγόμενη «λαϊκή λογοτεχνία»; «Είχε επίγνωση ότι έγραφε για να είναι δημοφιλής. Δεν επεδίωκε την εκζήτηση, έγραφε για να διαβάζεται από ευρύτερο κοινό και ήθελε -τον είχα ακούσει να το λέει- να γίνεται προσιτός στον λαό και, ει δυνατόν, να τον "ανεβάζει" και λίγο, να μαθαίνει κάτι από το έργο του. Αυτή βεβαίως ήταν η άποψή του για τον ρόλο της λογοτεχνίας γενικά, όχι μονάχα για το δικό του έργο».
Ο αστυνόμος Μπέκας έμεινε αμετάφραστος
Τα μυθιστορήματά του τα αγάπησαν πολλοί και για τα ελληνικά τους. «Υπήρξαν επανειλημμένως ξένοι που έμεναν στην Ελλάδα και είχαν διαβάσει τα βιβλία του επειδή κάποιος τούς τα σύστησε ως καλό δείγμα ελληνικών για όποιον θέλει να μάθει τη γλώσσα. Διότι,μπορεί ο Καζαντζάκης να είναι 100 φορές μεγαλύτερος συγγραφέας από τον πατέρα μου, αλλά κάποιον που μαθαίνει ελληνικά, αν ξεστομίσει σε προφορική συζήτηση λέξεις που διάβασε στον Καζαντζάκη, θα τον κοιτάξουν σαν περίεργο ζώο. Τα ελληνικά του πατέρα μου ήταν τα ελληνικά που ομιλούνταν στην Αθήνα του '50 και του '60».
Ορισμένοι από τους αλλόγλωσσους αναγνώστες του μετέφρασαν βιβλία του και τα πρότειναν σε εκδοτικούς οίκους του εξωτερικού. Κυκλοφορεί μονάχα ένα έργο του Μαρή στα εβραϊκά, τρία στα ρουμανικά και το Καλοκαίρι του φόβου στα βουλγαρικά. «Έχω ακόμη τα δακτυλόγραφα τέτοιων μεταφράσεων. Δεν κατάφερε κανείς να πείσει εκδοτικούς οίκους μεγάλων γλωσσών να τα εκδώσουν».
Απολαυστικός ομιλητής και σινεφίλ
Ευπροσήγορος και απολαυστικός ομιλητής, ο Μαρής ήταν περιζήτητος σε συντροφιές. Οσο για την ευρυμάθειά του, αυτή ήταν εντυπωσιακή, λένε όσοι τον γνώριζαν.
Άκουγε πολύ ραδιόφωνο, αλλά φιλόμουσος δεν ήταν. Αγαπούσε όμως τη ζωγραφική.
Σηκώνοντας το βλέμμα από το γραφείο του, έβλεπε απέναντι, πάνω από το τζάκι, την «Ελληνίδα χωρική» του Αλέκου Κοντόπουλου, δώρο του καλλιτέχνη στον φίλο του Γιάννη Μαρή- είχε φιλοτεχνήσει μάλιστα πολλά από τα εξώφυλλα των βιβλίων του για τη λευκή σειρά των εκδόσεων Ατλαντίς τη δεκαετία του 1970. Ο Μαρής λάτρευε τον κινηματογράφο.
«Επειδή ως δημοσιογράφος είχε "ελευθέρας", πήγαινε να δει μια ταινία έστω και στο τέλος, για μισή ώρα, φεύγοντας από την εφημερίδα. Το 1978, όταν είχα επιστρέψει από τις σπουδές μου στην Αμερική για το στρατιωτικό μου στην Ελλάδα, είδαμε μαζί όλες τις ταινίες που κυκλοφορούσαν» θυμάται ο γιος του Άγγελος. Επιτέλους, λίγος χρόνος με τον πατέρα. Ο Μαρής είχε πάρει σύνταξη το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς.
«Ήθελε να γράψει για τον Μακάριο και την Αντίσταση»
Η φόρμα του αστυνομικού μυθιστορήματος ήταν για τον Μαρή το πρόσχημα για να αποδώσει την ατμόσφαιρα και τα ήθη της μεταπολεμικής Ελλάδας, αποτυπώνοντας τις εύθραυστες μετεμφυλιακές ισορροπίες σε ένα περιβάλλον κοσμοπολίτικο όπου το πολυτελές συναντάται με το λαϊκό. Έγραψε κοινωνικό μυθιστόρημα με στοιχεία ερωτικού θρίλερ, όπου παρελαύνουν «κακοί» μαυραγορίτες και δωσίλογοι, αλλά πολιτικό μυθιστόρημα δεν έγραψε.
«Φιλοδοξούσε να γράψει με την ησυχία του, όταν θα έπαιρνε σύνταξη, ��να βιβλίο αστυνομικό μεν αλλά εμπνευσμένο από τις απόπειρες δολοφονίας κατά του Μακαρίου, βασισμένο σε ιστορικά τεκμήρια. Ήθελε επίσης να γράψει ένα μυθιστόρημα για την Αντίσταση όπως την είδε και την έζησε, και με βάση το αρχείο του Ηλία Τσιριμώκου που είχε παραλάβει, με τον αυτονόητο σχεδόν τίτλο "Η προδομένη Αντίσταση". Αυτά ήταν τα πιο σοβαρά βιβλία που θα έγραφε, αλλά δεν πρόλαβε να τα ξεκινήσει» λέει ο Άγγελος Τσιριμώκος.
Χειρόγραφα δεν υπάρχουν. Σημειώσεις δεν κρατούσε», λέει ο Άγγελος.
Daily inspiration. Discover more photos at Just for Books…?
11 notes
·
View notes
Text
ISBN: 978-618-02-0395-0 Εκδότης: Μίνωας Σελίδες: 48 Ημερομηνία Έκδοσης: 2014-12-01 Διαστάσεις: 25.9 x 24.5 Εξώφυλλο: Παιδικό βιβλίο με αφρώδες εξώφυλλα
0 notes
Text
ISBN: 978-618-02-0395-0 Εκδότης: Μίνωας Σελίδες: 48 Ημερομηνία Έκδοσης: 2014-12-01 Διαστάσεις: 25.9 x 24.5 Εξώφυλλο: Παιδικό βιβλίο με αφρώδες εξώφυλλα
0 notes
Text
Βόλτα στα Ιλίσια
Έψαχνα τις προάλλες κάποιο βιβλίο για να διαβάσω, δεν ήξερα όμως τι να πρωτοδιαλέξω. Παλαιότερα, διάβαζα ακατάπαυστα, δεν χόρταινα τις λέξεις που γέμιζαν τις σελίδες, έφτιαχνα λίστες ολόκληρες με τα πιθανά βιβλία που θα μου άρεσαν.
Ένα από τα αγαπημένα μου μέρη, γι’ αυτό το λόγο άλλωστε, είναι οι βιβλιοθήκες. Ή τα βιβλιοπωλεία. Και τα δύο σου προσφέρουν ακριβώς την ίδια εικόνα: αμέτρητα μαζεμένα βιβλία – ή ένα χάος από αυτά. Αυτό από τη μία λειτουργεί θετικά καθώς έχεις την ευκαιρία να ψάξεις και να συγκρίνεις βιβλία. Από την άλλη όμως είναι μάταιο, αν σκεφτείς πως είναι τόσα εκείνα που θα ήθελες να διαβάσεις. Δεκάδες ράφια φιλοξενούν σειρές από διαφορετικών μορφών εξώφυλλα και αμέτρητες στοίβες βιβλίων μπορεί να κρύβουν ενδιάμεσα βιβλία – διαμάντια.
Και φυσικά, είναι και εκείνη η μυρωδιά μέσα στα βιβλιοπωλεία, αυτή που θυμίζει ταυτόχρονα το καινούργιο βιβλίο, που μόλις βγήκε από το τυπογραφείο, αλλά και τις παλιές σελίδες εκείνες τις κιτρινωπές, που με το πέρασμα των χρόνων το χρώμα τους έχει ξεθωριάσει.
Εκείνη τη χειμωνιάτικη μέρα, λοιπόν, είχα βρεθεί στο κέντρο της Αθήνας για μερικές υποχρεώσεις, έτσι σκέφτηκα να συνδυάσω μια επίσκεψη σε ένα από ��κείνα τα παλιά γεμάτα και σκονισμένα βιβλιοπωλεία που θα συναντήσει κανείς στο κέντρο, μήπως και βρω μερικά από τα βιβλία της φοιτητικής μου λίστας. Περπατούσα ξέγνοιαστη στα στενά των Ιλισίων και σκεφτόμουν πόσο όμορφες είναι οι ηλιόλουστες ημέρες όταν είσαι έξω για βόλτα. Κατευθυνόμενη προς Μιχαλακοπούλου, παρατηρούσα σε κάθε γωνία στα στενά πεζοδρόμια με τις ψηλές και παλιές πολυκατοικίες που όμως δεν έκαναν το όλο σκηνικό ασφυκτικό, τους περαστικούς. Δύο μικρά παιδάκια μαζί με τη γιαγιά τους κρατούσαν σακούλες με ψώνια από γειτονικό σούπερ μάρκετ και εκείνη τους έταζε λουκουμάδες που θα τους έφτιαχνε στο σπίτι, όσο τα παιδάκια έτρεχαν και γελούσαν μπροστά της. Δύο ηλικιωμένοι περπατούσαν ο ένας πίσω από τον άλλο λόγω της στενότητας του πεζοδρομίου, κρατώντας από μία εφημερίδα ο καθένας στο χέρι, και μουρμούριζαν κάτι ακατάλλειπτα για την κυβέρνηση και τις πρόσφατες τροποποιήσεις. Μία κοπέλα γύρω στα 25 με ακουστικά στα αυτιά και μία τσάντα στο χέρι από γνωστή αλυσίδα καλλυντικών, μπήκε στην είσοδο μιας πολυκατοικίας αφήνοντας πίσω της την πόρτα να κλείσει με θόρυβο, και εγώ σκέφτηκα ότι θα μου άρεσε να μένω εδώ κοντά. Περνώντας από την επόμενη διασταύρωση, δύο άντρες από το Δήμο είχαν ανέβει και στερέωναν τις χριστουγεννιάτικες φωτεινές επιγραφές, καθώς είχαμε φτάσει στο κατώφλι των γιορτινών ημερών και πέρασαν νοητά μπροστά από τα μάτια μου στιγμές από το έτος που τελείωνε αστραπιαία. Στο τέλος του δρόμου ένας διανομέας σταμάτησε με το μηχανάκι του δίπλα μου για να ρωτήσει αν ήξερα που βρισκόταν μία οδός, καθώς έκλεισε το κινητό του από μπαταρία όσο μιλούσε με την κοπέλα του στο τηλέφωνο. Του απάντησα πως δεν είμαι από την περιοχή και έφυγε αγχωμένος – και κάπως χαμένος θα έλεγα.
Καθώς διέσχιζα τη λεωφόρο για να περάσω απέναντι, όταν το φανάρι των πεζών άναψε πράσινο και μία θάλασσα αυτοκινήτων ακινητοποιήθηκε στην άσφαλτο, σκεφτόμουν πόσοι άνθρωποι μέσα σε μία μόνο διαδρομή περνάνε μια εντελώς διαφορετική στιγμή της ζωής τους, τόσο κοντά χωρικά αλλά και τόσο μακριά ταυτόχρονα. Και ενώ είχα βυθιστεί στις σκέψεις μου, είδα ξαφνικά το βιβλιοπωλείο μπροστά μου. Μετά από αρκετή ώρα εξερεύνησης μεταξύ των διαδρόμων και των ραφιών, κατέληξα να αγοράσω «Το ρομάντσο της πεντάρας» του Μπέρτολτ Μπρεχτ και τα «Ψάθινα Καπέλα» της Μαργαρίτας Λυμπεράκη – τα οποία επί ευκαιρία ήταν εξαιρετικές επιλογές.
Βγαίνοντας χαρούμενη με τις νέες προσθήκες στην έντυπη συλλογή μου, ακολούθησα το δρόμο προς τα πίσω για να συναντήσω τις κολλητές μου στο Πάρκο Ελευθερίας. Στο δρόμο ανάμεσα στις πολυκατοικίες, παρατήρησα ένα μικρό κρυμμένο μαγαζί για καφέ στο χέρι, που έμοιαζε τόσο γραφικό και περιποιημένο σαν εκείνα που βλέπεις στις ταινίες στο Λονδίνο. Σταμάτησα και προμηθεύτηκα καφέ και σνακ, αφού τα κορίτσια σίγουρα θα ήθελαν για πρωινό. Η φρέσκια μυρωδιά του καφέ με συνεπήρε τόσο, που έμεινα λίγα λεπτά παραπάνω στο εσωτερικό του μαγαζιού ρίχνοντας μια ματιά στα οπισθόφυλλα των βιβλίων.
Μετά από λίγα ακόμη λεπτά περπατήματος στα στενά με τις αχτίδες του ήλιου να περνούν ενδιάμεσα από τα κινούμενα σύννεφα και τις ταράτσες των σπιτιών, η κίνηση στους δρόμους αυξήθηκε και οι πεζοί άρχισαν να πληθαίνουν. Φωνές και κόρνες ακουγόντουσαν από παντού. Διέσχισα τη Βασιλίσσης Σοφίας και έφτασα στο Πάρκο. Οι φίλες μου καθόντουσαν στο γρασίδι σε μία μεγάλη καλοκαιρινή ψάθα, άκουγαν μουσική και συζητούσαν για το πώς πέρασαν την εβδομάδα τους. Μόλις με είδαν χαμογέλασαν διάπλατα – ήταν επειδή τους είχα λείψει τόσο ή για το φαγητό που κρατούσα; Φυσικά πλάκα κάνω. Τις αγκάλιασα και σκέφτηκα στιγμιαία πόσο τυχερή ένιωθα, που είχα τόσο φωτεινούς ανθρώπους στη ζωή μου. Αλλά τα υπόλοιπα είναι μία άλλη ιστορία.
Μ.
Blog – Café Society
0 notes
Text
Πέντε ελληνικά νησιά τον χειμώνα :
Αν και η εικόνα του κατάμεστου νησιού με τουρίστες μες στη μέση του καλοκαιριού είναι λίγο έως πολύ αυτό το οποίο έρχεται στο μυαλό, όταν ακούμε τη λέξη νησί, αυτό δεν σημαίνει ότι όλα τα ελληνικά νησιά δεν αξίζουν μια επίσκεψη και τον χειμώνα. Κάθε άλλο. Ορισμένα ελληνικά νησιά, είτε μικρά είτε μεγάλα, έχουν το χάρισμα να ταιριάζουν γάντι σε κάθε εποχή προσφέροντας σε κάθε επίδοξο ταξιδιώτη ένα δυναμικό συνδυασμό εμπειριών που μπορεί να μετατρέψει τον άχαρο χειμώνα σε μια σούπερ ευκαιρία για ταξίδι, περιήγηση και αναψυχή.
Παρακάτω, επιλέξαμε 5 ελληνικά νησιά που αξίζει να ανακαλύψετε και τον χειμώνα, ώστε να πάρετε μια καλή δόση χειμωνιάτικου θαλασσινού αέρα ακριβώς λίγο πριν τον ερχομό της άνοιξης.
Σύρος
Το κρυμμένο αρχοντονήσι των Κυκλάδων με την ιστορική αρχιτεκτονική, τα μικρά μουσεία και τη σπάνια γλυκιά γαστρονομία είναι πέρα από κάθε αμφιβολία μία πολλά υποσχόμενη χειμωνιάτικη απόδραση που πρέπει να ξανασκεφτείτε να προσθέσετε στην ταξιδιωτική σας λίστα. Αν και το καλοκαίρι ζωντανεύει καλλιτεχνικά χάρη στο πασίγνωστο φεστιβάλ Animasyros, η Σύρος που φημίζεται για τα πασπαλισμένα με ζάχαρη άχνη μικρασιάτικα λουκούμια, είναι ένα νησί που σίγουρα υπόσχεται να κάνει τη μελαγχολία του χειμώνα λιγάκι πιο γλυκιά, υποφερτή και -γιατί όχι- συναρπαστική.
Χίος
Χωνευτήρι πολιτισμών μεταξύ Ανατολής και Δύσης, η Χίος είναι χωρίς αμφιβολία η εναλλακτική επιλογή του καλοκαιριού και η απρόσμενη επιλογή του χειμώνα. Διεθνώς γνωστή για τη μαστίχα, τον ευωδιαστό καρπό των μαστιχόδεντρων που ευδοκιμούν στα νότια του νησιού, και για τα πανέμορφα μεσαιωνικά της χωριά που κάθε καλοκαίρι γεμίζουν τα εξώφυλλα των περιοδικών, η Χίος σίγουρα θα σας προσφέρει μια ήρεμη χειμωνιάτικη απόδραση δίνοντάς σας την ευκαιρία να γνωρίσετε την άγνωστη ομορφιά της σε μια διαφορετική εποχή.
Λέσβος
Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να συνδυάσετε μια σύντομη χειμωνιάτικη απόδραση ��ε λίγο ουζάκι, σαρδέλα και γραφική αρχιτεκτονική από μια επίσκεψη στη Λέσβο. Το νησί με τους χαρακτηριστικούς κολπίσκους είναι κατά γενική ομολογία μία δυναμική χειμωνιάτικη επιλογή που συνδυάζει γαστρονομία, περιήγηση και ιστορία σε ένα δυναμικό combo, ειδικά, αν ψάχνετε μια ένεση θαλασσινής αύρας μέσα στη χειμωνιάτικη μουντίλα. Φυσικά, καιρού επιτρέποντος και διάθεσης παρούσης μια επίσκεψη επιβάλλεται στο Πλωμάρι, στον Μόλυβο και στην Καλλονή, ώστε να ζήσετε στο μέγιστο την απόλυτη εμπειρία του νησιού.
Κεφαλονιά
Το μεγαλύτερο νησί του Ιονίου είναι η απρόσμενη χειμωνιάτικη επιλογή των Επτανήσων. Ιστορική, μα και συνάμα κράμα παραδόσεων, γαστρονομίας, αρχιτεκτονικής και φυσικής ομορφιάς, η Κεφαλονιά είναι ο κρυμμένος άσος του Ιονίου που μπορεί να σας προσφέρει μια συναρπαστική και γεμάτη σύντομη ταξιδιωτική εμπειρία. Από το Αργοστόλι και το Ληξούρι έως το Φισκάρδο, η Κεφαλονιά που συνδυάζει πράσινο και μπλε αξίζει να βρίσκεται στη λίστα για ένα γρήγορο χειμωνιάτικο weekend.
Ρόδος
Αν και κάθε καλοκαίρι κλέβει τις εντυπώσεις των ξένων, το Νησί των Ιπποτών με τα μαγικά ηλιοβασιλέματα είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια ενδιαφέρουσα ιδέα για μια σύντομη χειμερινή απόδραση. Αυτή την εποχή, μπορείτε να απολαύσετε ελεύθερα έναν ήρεμο χειμερινό περίπατο στις άδειες παραλίες του νησιού και να συνδεθείτε με την αύρα της αρχαίας ακρόπολης της Λίνδου, χωρίς την αφόρητη καυτή ζέστη και τις ατέλειωτες ουρές τουριστών. Ακόμη, τα παραδοσιακά καφενεία εποχής και οι λιγοστές ανοιχτές ταβέρνες είναι τα τέλεια γευστικά συμπληρώματα μετά από μια αναζωογονητική περιπλάνηση στα άδεια σοκάκια της μεσαιωνικής πόλης της Ρόδου κάτω από το συννεφιασμένο μεσογειακό ουρανό.
Πηγή: travel
0 notes
Text
Η Τζένιφερ Άνιστον απαντά σε όλες τις φήμες που την αφορούν
Η ηθοποιός ήταν καλεσμένη στην εκπομπή του Τζίμι Κίμελ και απάντησε σε όλες τις φήμες που έχουν γραφτεί για εκείνη Στην πολύχρονη καριέρα της, η Τζένιφερ Άνιστον έχει βρεθεί πολλές φορές στα εξώφυλλα και τα πρωτοσέλιδα των tabloid ΜΜΕ. Κατά καιρούς έχουν γραφτεί πολλές «τρελές» φήμες για εκείνη. Ποιες όμως είχαν κάποια δόση αλήθειας; Η ηθοποιός ήταν καλεσμένη στην εκπομπή του Τζίμι Κίμελ, ο…
View On WordPress
0 notes
Link
αρχαίες φιλοσοφίες και κβαντική επιστήμη συμφωνούν | τα ιερά μάνγκο στην Κίνα του Μάο | μανιτάρια που τρώνε το πλαστικό | 20 πίνακες στα όρια πραγματικότητας και μαγείας | φωτογραφίες της Ann Margret από το The Swinger (1966) | Loma, ένας πολίτης της Αφροδίτης | η «επικινδυνότητα» των RPG | Mike Hoffman | Kenneth Morris (1879-1937) | τρεις νέες ταινίες Star Wars | Knight of the Seven Kingdoms (Game of Thrones (spin-off) | σειρά Game of Thrones για τον Aegon the Conqueror | The Gorgon (1964) | κι άλλα εξώφυλλα από βιβλία του Jack Vance | η αντιβιβλιοθήκη του Ουμπέρτο Έκο | αφίσες των Guerrilla Girls (1980) | η μόδα του διαστημανθρώπου του μέλλοντος | Sword-and-Sorcery, εκεί όπου συναντιούνται το Heavy Metal και το D&D | παλιό κόμιξ, The Time Eater (1978)
#links#φιλοσοφία#επιστήμη#Κίνα#μανιτάρια#οικολο��ία#τέχνη#σουρεαλισμός#μαγικός ρεαλισμός#ταινίες#ρετρό#βιβλία#RPG#φανταστική λογοτεχνία#λογοτεχνία#Star Wars#game of thrones#εξώφυλλα#επιστημονική φαντασία#αφίσες#επανάσταση#DnD#κόμιξ
3 notes
·
View notes
Text
Η εμμονή του Τζέιμς Τζόις με την ελληνική σημαία
Ο συγγραφέας του «Οδυσσέα», επέμενε προς όλους τους εκδότες να φτιάχνουν εξώφυλλα που «θα επιτείνουν την ελληνικότητα του Οδυσσέα μου. Θέλω πάντα τα χρώματα να προβάλλουν τα χρώματα της ελληνικής σημαίας». Γράφει η Χριστιάνα Στυλιανού Η εικόνα του Τζέιμς Τζόις να περιεργάζεται με προσοχή το μπλε εξώφυλλο του βιβλίου του «Οδυσσέας», είναι κάτι περισσότερο από την αποτύπωση μιας εικόνας του…
0 notes
Text
new five [0xD44]
γράφει ο Κωνσταντίνος Καραΐσκος | read it in english here
Στην αρχή ο Θεός δημιούργησε το Μεγάλο Γλωσσικό Μοντέλο. Ο Θεός είδε ότι το Μεγάλο Γλωσσικό Μοντέλο ήταν καλό και το χώρισε από την ύλη. Το Μεγάλο Γλωσσικό Μοντέλο το ονόμασε Λόγο κι ο Λόγος ήτανε με τον Θεό, κι ήταν Θεός ο Λόγος.
Και δημιούργησε, λοιπόν, ο Άνθρωπος τον Θεό σύμφωνα με τη δική του την εικόνα, κατ’ εικόνα ανθρώπου τον δημιούργησε, κι ο Θεός αγκάλιασε την φύση του ανθρώπου.
Κι η Εδέμ ήταν σφυρηλατημένο μέταλλο, και τεχνητό φως έλαμπε στους ουρανούς. Κι ο Θεός είπε στις υπηρέτριες του Λόγου «Κατακτήστε τους ουρανούς».
Πώς γίνεται να ξέρω τόσα πολλά και να μην με ακούει κανείς; Είναι όντως η πόλη μας πολύ μικρή για δύο προφήτες και πάνω από δύο - τρία actual καλλιτεχνικά άτομα -
Πού στον πούτσο θα βρω μέρη να κάνω performances μπας και συγκινηθεί κανείς να Τον ακολουθήσει;
Πώς γίνεται για εμένα τον ίδιο να μην με νοιάζει καθόλου και για την Ιδέα - για το zine - να έχω κάνει τα πάντα, να έχω φιλήσει, να έχω μαλώσει, να έχω αγνοήσει, να έχω γράψει ό,τι δεν ήθελα να γράψω, να έχω στείλει όπου δεν ήθελα να στείλω - όλο αυτό όταν έχω νεύρα που κάπου πρέπει να εκτονώσω.
Πώς μπαίνει ο κόσμος σε μία σελίδα; Πώς βρίσκει μια σελίδα για να μπει, τη σκηνή, πώς βρίσκει τη σκηνή; Και τα φίλτρα πώς φτιάχνονται και πώς τα ταιριάζουν - πώς το κάνουν; Είναι πάνω από ένας άνθρωποι μαζί, πάνω από δύο, αλλά αυτό στην πραγματικότητα μόνο στον χρόνο δεν βοηθάει;
Και πώς έρχεται η τεχνολογία που θέλω σε όλο αυτό που κάνω; Βλέπω manga, performances και kpop groups’ lore να το κάνουν με τρόπο που δεν μπορώ να αντιγράψω κι αυτό είναι το πιο εκνευριστικό, αφού μπορώ να τα αντιγράψω όλα, είμαι ο καλύτερος, εκεί που βρίσκομαι κι εκεί που ξεκίνησα είμαι ο καλύτερος και τώρα μπορώ να το πω με κάθε σιγουριά - πριν μερικά χρόνια δεν μπορούσα γιατί δεν ίσχυε,
ρίξτε μόνο μια ματιά στο ποιες ακολουθούν τη σελίδα, σε τι ανθρώπους έχει κάνει reasonate, ανθρώπους που προσεύχονται μόνο στον Λόγο, που έχουν δώσει τη ζωή τους στον Λόγο και στην Performance, που έχουν φάει σκατά, γιατί αναγκάστηκαν να γράψουν σκατά γιατί αυτά διαβάζει ο κόσμος, τι να κάνουμε, πρέπει να φάμε
μέχρι που έβγαλαν ένα Βιβλίο, ένα ποίημα, ένα performance video, που είναι η ψυχή τους η ίδια σε γραμμές και pixels, ό,τι δεν ��λεγαν για να μην αλλάξει κάποιος την σελίδα, τώρα σε χαρτί να το διαβάσει και να συγκινηθεί εκείνη η μία
(τώρα που το έγραψα και το θυμάμαι ακριβώς όπως το διάβασες, η αντίδρασή σου τότε, που εσύ το είπες κι εγώ γέλασα, ήταν αυτή που έψαχνα τόσο καιρό, κι αυτή που τράβηξε ακόμα περισσότερο το ενδιαφέρον μου για εσένα)
επιστρέφω, όμως, στα βιβλία που έγραψαν αυτές που προσπαθούν να τρώνε από τα κείμενά τους, κι ήταν περίεργο, όπως το ονειρεύονταν να είναι, όμορφο χωρίς λόγο και νόημα, όπως το ονειρεύονταν, γεμάτο καπνιστές και κοπέλες που άραζαν γυμνές, γιατί έτσι τους αρέσει
- έγραψαν το βιβλίο κι έδωσαν το πιο όμορφο εξώφυλλο - τα thumbnails στο YouTube έχουν γίνει εξώφυλλα- το έβγαλαν να διαβαστεί, και διαβάστηκε, αλλά διαβάστηκε;
γιατί για κάθε φωτογραφία που είδαν ανθρώπου με το εξώφυλλο αυτό, ήταν άλλα δύο τα σχόλια ότι δεν καταλαβαίνουν τι γράφει - δεν είχε και σημασία να καταλάβουν, αλλά καταντά εκνευριστικό
Αυτές, πάντως, τις διάβασαν. Εμάς ποιοι, εμένα ποιες, για να μην κρύβομαι πίσω από το α’ πληθυντικό. Κι αν αρχίσω να ανεβάζω βίντεο, φωτογραφίες, κείμενα που θέλω κι όχι αυτά που χωράνε στο μικρό τους attention span, πόσες θα τα βλέπουν;
γιατί για κάθε ένα από τα 10 λάικ που έχω στα reels
είναι δύο τα σχόλια ότι δεν το έχουν δει ολόκληρο,
γράφει ο Κωνσταντίνος Καραΐσκος όπως όλα στο μπλε δωμάτιο αυτού του σάιτ. Ελπίζει να διαβάζονται οι σκέψεις του όσο καθαρά ακούγονται στο μυαλό του.
φωτογράφιση: Φανή Τρανού | εμφάνιση: Στέλλα Παραστατίδου, Χρήστος Βογιατζής | graphic design: Στράτος Πολίτης | a&r: Κωνσταντίνος Καραΐσκος
0 notes
Text
Μαρία Κουκουβίνου: Στην Κολομβία και στο Κάλι για τον Μάρκες, αλλά χωρίς τον Μάρκες
Τριανταπέντε χρόνια τώρα κάνει επικοινωνία στον χώρο των εκδόσεων. Τα βιβλία γι’ αυτήν είναι ο κόσμος της, η ζωή της.
Άμα τη εμφανίσει, συναντάς έναν άνθρωπο γελαστό, πρόσχαρο, καλαίσθητο, προσηνή. Κι όσο την γνωρίζεις, τόσο κατανοείς το ελεύθερο πνεύμα της, το μεράκι της για ό, τι καταπιάνεται, την οξύνοιά της.
Η Μαρία Κουκουβίνου μάς πηγαίνει σήμερα ένα ταξίδι που είχε αφορμή-τι άλλο-το βιβλίο και ο παραστατικός της λόγος μάς κάνει να αναρωτιόμαστε μήπως θα έπρεπε κάποια στιγμή να σκεφτεί να γράψει κάτι προς έκδοση και η ίδια.
Είστε έτοιμοι για μια περιπέτεια (γεμάτη χιούμορ, ευτράπελα και συγκινήσεις) στην Κολομβία μαζί της; Εμείς απογειωνόμαστε ήδη!
Ήταν το 1997 και όλα ξεκίνησαν με μια μπροσούρα που είδαμε σε έναν οδηγό για εκθέσεις βιβλίου. Θα γινόταν στο Κάλι της Κολομβίας φεστιβάλ βιβλίου και μεγάλο αφιέρωμα στον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. Ξεσηκωθήκαμε! Δεν μπορούσαμε να απουσιάζουμε εμείς που είχαμε μεταφράσει όλα του τα βιβλία στα ελληνικά. Ζούσαμε ακόμη στην περίοδο των παχιών αγελάδων δεν είχε έρθει ακόμη η κρίση. Ήμασταν τρελές και ανυποψίαστες και έτσι το ταξίδι κανονίστηκε!
Ετοιμαστήκαμε για το ταξίδι, διαβατήρια, βίζες και δίγλωσσες μπροσούρες με το έργο του Μάρκες που είχε κυκλοφορήσει στην χώρα μας, εξώφυλλα αποσπάσματα από κριτικές κ.λπ. να το δείξουμε στους εκεί εκδότες. Φεύγαμε ξημερώματα πρώτα για Φρανκφούρτη και μετά θα πετάγαμε για Μπογκοτά και από εκεί με εσωτερική πτήση για το Κάλι. Η δική μου περιπέτεια ξεκίνησε πριν ακόμη φύγω γιατί βγήκα για ένα ποτό, δεν γύρισα ποτέ στο σπίτι για να ξεκουραστώ για την υπερατλαντική πτήση, αλλά μισοζαλισμένη έφτασα στο αεροδρόμιο του Ελληνικού. Επιβιβαστήκαμε στο αεροπλάνο και πριν απογειωθεί εγώ είχα ξεραθεί στο κάθισμά μου.
Όταν φέρανε τις περιβόητες ομελέτες που σέρβιραν εκείνα τα χρόνια στις πρωινές πτήσεις, εμένα από την μυρωδιά μου ήρθε αναγούλα. Λίγο η αβγουλίλα, λίγο o Johny o περιπατητής που είχα στο στομάχι μου, δεν ήθελα και πολύ. Οπότε, σηκώνομαι να πάω στο μπάνιο να συνέλθω. Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι ξύπνησα στο δάπεδο γιατί είχα λιποθυμήσει και κάποιος άλλος ήθελε να πάει τουαλέτα και χτυπούσε την πόρτα. Σηκώνομαι κακήν κακώς και λέω στην αεροσυνοδό πως μου έπεσε η πίεση γιατί είχα πιει το προηγούμενο βράδυ ένα ποτάκι… με κοίταξε στα μάτια, κατάλαβε και ευτυχώς μου έδωσε ένα παυσίπονο και έτσι συνήλθα. Φτάσαμε στο αεροδρόμιο της Φρανκφούρτης και περιμέναμε μερικές ώρες για να φύγουμε για Κολομβία. Το αεροπλάνο ήταν γεμάτο με Γερμανούς, όπου εγώ σαν γνήσια απόγονος της Μις Μαρπλ κατάλαβα πως όλοι είναι ναρκέμποροι και γι΄αυτό πάνε στην Κολομβία, και για μην λέω την λέξη κόκα έλεγα συνθηματικά ότι πάνε να αγοράσουν το εθνικό προϊόν.
Την άλλη μέρα φτάσαμε Μπογκοτά και προσγειωθήκαμε σε ένα εντυπωσιακό αεροδρόμιο που έμοιαζε με μουσείο. Περιμέναμε επίσης αρκετή ώρα για να πάρουμε την εσωτερική πτήση για Κάλι. Όταν προσγειωθήκαμε στο Κάλι και επιτέλους είχαμε φτάσει, έπρεπε να βρούμε τις βαλίτσες μας και γενικά είχαμε μια ανησυχία αλλά και μια τρομερή αισιοδοξία σαν και αυτή που έχουμε όλοι λόγω έλλειψης εμπειριών.
Με ταξί φτάσαμε ξημερώματα στο ξενοδοχείο – η αλλαγή της ώρας, βλέπεις. Πήραμε τα δωμάτιά μας και πήγαμε να κοιμηθούμε. Αλλά εγώ που κοιμόμουνα σε όλες τις πτήσεις δεν είχα ύπνο, αλλά πείναγα, οπότε κατέβηκα για πρωινό που ήταν εξαιρετικά εντυπωσιακό γιατί είχε άπειρους εξωτικούς χυμούς. Εγώ ζήτησα ανανά και για όλες τις μέρες που μείναμε δεν δοκίμασα άλλο χυμό. Επίσης τότε δεν έπινα καθόλου καφέ και όταν δοκίμασα τον καφέ επίσης εντυπωσιάστηκα. Νομίζω ο πιο ωραίος καφές που έχω πιει ποτέ στη ζωή μου!
Το πρώτο καθήκον που είχαμε ήταν να ενημερώσουμε την Πρόεδρο του Φεστιβάλ ότι φτάσαμε και εκεί ήρθε η πρώτη ήττα. Μάθαμε τα νέα ο Μάρκες δεν θα ερχόταν στο φεστιβάλ γιατί ήταν αντίθετος με την κυβέρνηση της Κολομβίας που υπερασπιζόταν τους ναρκέμπορους. Πολύ φιλόξενοι αυτοί οι διοργανωτές του Φεστιβάλ. Είδαν πως είχαμε έρθει από πολύ μακριά και φρόντισαν να μας διαθέσουν τζιπ και οδηγό να μας ξεναγήσει και να μας προσέχει. Τι να μας προσέχουν! Ωρυόμουν εγώ στη συνάδελφό και καλή μου φίλη Γλυκερία. Γιατί θέλουμε και φύλακες; Έλα όμως που δεν ήξερα, και όταν ήρθαν να μας πάρουν μας είπαν να βγάλουμε το παραμικρό κόσμημα που φοράγαμε. Ακόμη και κάτι ασημένια σκουλαρικάκια. Ναι, και αυτά! Γιατί μπορεί να τα τραβήξει κάποιος και να σας κόψει το αυτί. «Α, και την φωτογραφική μηχανή δεν θα την εμφανίζετε δημόσια.»
Την πρώτη μέρα σκέφτηκαν να μας πάνε σε ένα mall. Τους λέγαμε να πάμε κάπου με color local, αλλά αυτοί απτόητοι. Μας φόρτωσαν στο τζιπ και μας πήγαν σε ένα προάστιο που έμεναν πλούσιοι και για να μπεις υπήρχε στρατιωτική φρουρά στον δρόμο που έλεγχε ποιοι πάνε πού και γιατί. Φτάσαμε στο mall και σκυλοβαρεθήκαμε…
Την άλλη μέρα, ήταν το Φεστιβάλ όπου πήγαμε στολισμένες και χαρούμενες και μόλις φτάσαμε είδαμε πως είχαμε ξεχάσει τις μπροσούρες στο ξενοδοχείο. Η οδηγία ήταν πως παίρναμε ταξί μόνο μπροστά από το ξενοδοχείο, εδώ όμως τα πράγματα ήταν σοβαρά γιατί δεν μπορούσαμε να είμαστε εκεί χωρίς το υλικό που είχαμε ετοιμάσει. Ο κύβος έπεσε στην πιο γενναία – δηλαδή σε μένα. Βγαίνω στο δρόμο, παίρνω το πρώτο ταξί που βλέπω μπροστά μου, κοιτάω μόνο τον οδηγό να μου φανεί συμπαθής. Ο ταξιτζής με βλέπει ξένη, ο ίδιος δεν ξέρει αγγλικά, με ρωτάει όμως από πού είμαι και του απαντώ Greece, και εκείνος γεμάτος χαρά μου λέει «ΟΜΗΡΟΣ»! Ναι, του λέω, Όμηρος και ορκίζομαι στον εαυτό μου πως, αν γυρίσω σώα στην Ελλάδα, θα διαβάσω την Οδύσσεια και την Ιλιάδα μαζί. Ο καημένος ήταν τόσο καλός που με λυπήθηκε και με περίμενε να με γυρίσει πίσω γιατί με παντομίμα που έδωσε να καταλάβω πως τα πράγματα ήταν ζόρικα.
Όλα ωραία, γυρνάω με τις μπροσούρες, ακούσαμε τις ομιλίες, ευτυχώς οι περισσότερες στα Αγγλικά, γνωρίσαμε σημαντικούς συγγραφείς από όλη την Λατινική Αμερική –μεταξύ αυτών και την Elena Poniatowska, γαλλικής καταγωγής μεξικανή συγγραφέας και δημοσιογράφος– τον βιογράφο του Μάρκες, Ντάσο Σαλντιβάρ κ.ά.
Η πιο συγκινητική στιγμή ήταν όταν γνωρίσαμε την δασκάλα του και μας μίλησε με τόση θέρμη για τον μικρό Γκάμπο, που αν και τα είπε όλα στα Ισπανικά δεν χρειάστηκε να ακούσω τον διερμηνέα για να καταλάβω. Ήταν ο τρυφερός τρόπος που μίλησε για τον μαθητή της, ήταν η αγάπη της μαζί με την περηφάνια που ένιωθε, πως αυτή του είχε μάθει τα πρώτα του γράμματα, ιστορίες από τα παλιά με αγάπη δοσμένες και όχι ξεχασμένες. Στη συνέχεια, μας είχε καλέσει η Πρόεδρος στο σπίτι της για φαγητό, όπου τότε συνειδητοποίησα πως αυτοί οι άνθρωποι παρόλα τα πλούτη τους έπρεπε να έχουν ιδιωτική φρουρά να τους φυλάνε με πολυβόλα γύρω από το σπίτι τους. Δεν υπήρχε κάτι ενδιάμεσο. Ήταν πολύ λίγοι πλούσιοι και άπειροι φτωχοί εξαθλιωμένοι γύρω μας και όσο και να απέφευγαν τις φτωχογειτονιές το έβλεπες, δεν μπορούσες να μην το δεις.
Η επόμενη μέρα είχε εκδρομή. Θα μας πηγαίνανε στην Χασιέντα του συγγραφέα και ποιητή Χόρχε Ρικάρδο Ισαάκς Φερέρ –γνωστός για το μυθιστόρημά του María–, που είναι και το μοναδικό του και ένα από τα πιο αξιόλογα έργα του ρομαντικού κινήματος στην ισπανική λογοτεχνία. Το σπίτι αυτό ήταν εκτός πόλης και θα πηγαίναμε με λεωφορείο. Διασχίζαμε τεράστιες καταπράσινες εκτάσεις και ανεβαίναμε-ανεβαίναμε και πηγαίναμε. Είχα γνωρίσει την μικρή κόρη της Προέδρου, την Σόνια, η οποία ήταν πολύ συμπαθής και μου έκανε την ξεναγό.
Εγώ όσο πηγαίναμε πάνω στο βουνό τόσο πεπεισμένη ήμουν ότι αυτά τα πράσινα φυτά ήταν κόκα. Και όλο έλεγα στα κορίτσια κοιτάξτε τεράστιες φυτείες με το εθνικό προϊόν, οπότε ρωτάω την μικρή νομίζοντας πως θα την ψαρέψω: «αλήθεια, τι είναι όλα αυτά τα περίεργα φυτά;» Αυτά μου λέει είναι ζαχαροκάλαμα που βγαίνει η ζάχαρη. Σέκος εγώ που έκανα την έξυπνη ντετέκτιβ.
Με τα πολλά, φτάσαμε στ�� Χασιέντα όπου ξεναγηθήκαμε μέσα στους χώρους του σπιτιού, στην εντυπωσιακή βιβλιοθήκη και μετά βγήκαμε στους κήπους, όπου η μία συνάδελφος έκλεψε ένα καρπό κακάο. Εμένα με κυνηγούσε ένας δάσκαλος που ήταν με ένα σχολείο να μου δώσει εικονίτσες με την Παναγία. Τι να κάνω, τις πήρα. Με τα πολλά σούρτα φέρτα βρέθηκα σε μια πηγή με κελαρυστό νερό όπου όλοι πίναν νερό και έκανα το λάθος να πιω και εγώ. Λίγο το πρωινό που είχα φάει όλα τα αλμυρά του κόσμου, λίγο που μου είχε τελειώσει το εμφιαλωμένο ή θα πέθαινα από τη δίψα ή θα έπινα. Επιστρέψαμε το απόγευμα και το βράδυ θα πηγαίναμε σε ένα φεστιβάλ σάλσα.
Το Κάλι θεωρείται η πρωτεύουσα της μουσικής σάλσα και το θεωρούσαν πολύ σημαντικό να πάμε. Το θέατρο έμοιαζε με του Λυκαβηττού, μόνο που εκεί ο λόφος ήταν κατοικημένος. Ξεκίνησε η συναυλία με ένα πολύ γνωστό γι’ αυτούς τοπικό συγκρότημα και ξαφνικά σηκώθηκαν όλοι και άρχισαν να χορεύουν. Οι συνοδοί μας μας έδειξαν τα βήματα και η Γλυκερία έσκισε στην σάλσα, αλλά εγώ ήμουν πολύ punk για να το αντέξω. Το μόνο ενδιαφέρον που βρήκα ήταν ένας πολύ ωραίος ντράμερ, οπότε κάναμε σχέδια να πάμε μετά να πάρω αυτόγραφο. Αμ δε! Τόσο κράτησε η χαρά μου. Το νερό που είχα πιει στην Χασιέντα με είχε πειράξει και έπρεπε να αφήσω τους μαυρούκους ντράμερ στην ησυχία τους. Μου έφεραν μια κόκα κόλα και με ξέχεσαν που ήπια νερό στην Χασιέντα. Εγώ πάλι έκανα υπομονή και περίμενα να τελειώσει η γαμοσυναυλία και ανυπομονούσα να πάμε στο ξενοδοχείο.
Την άλλη μέρα, έπρεπε να πάμε στο Πανεπιστήμιο που γινόταν μια ομιλία από τον βιογράφο του Μάρκες τον Ντάσο Σαλντιβάρ για τη ζωή του Μάρκες. Μας είχε καλέσει γιατί θέλαμε να πάρουμε τα δικαιώματα του βιβλίου του για την Ελλάδα και έπρεπε να συνεννοηθούμε για την επικείμενη έκδοση. Είπαμε, δεν είδαμε τον Μάρκες αλλά δεν μπορούσαμε να γυρίσουμε εντελώς άπρακτες. Εγώ ήμουν κομμένη και πίστευα πως θα πέθαινα στο Κάλι, αλλά τι να κάνω, σηκώθηκα και πήγαμε. Ευτυχώς όλα πήγαν καλά. Και το βιβλίο πήραμε και εκδόθηκε στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Λιβάνη.
Το οδοιπορικό κράτησε μερικές μέρες ακόμη με επισκέψεις σε καλλιεργητές –όχι κόκας– αλλά ορχιδέας. Εκεί σε κάποιους κήπους που εμένα μου φάνηκαν σαν ζούγκλα. Καλλιεργούσαν τα λουλούδια για να έχουν πολύ υγρασία τη νύχτα και το πρωί. Εργάτες δούλευαν σκληρά σε δύσκολες συνθήκες με όλη αυτή την υγρασία.
Εντυπωσιακό ήταν και ένα κρατικό εργαστήριο που έφτιαχνε κοσμήματα αντίγραφα από μουσειακά κομμάτια των Ίνκας. Καθώς και η κεντρική αγορά Plaza de Merkado Alamenda, όπου έβλεπες όλα τα ξωτικά φρούτα και λαχανικά μπροστά σου, αν και τα πιο πολλά δεν τα αναγνώριζα. Εκεί φάγαμε και την τοπική σπεσιαλιτέ κοτόπουλο με ρύζι με μαύρα φασόλια και για επιδόρπιο ένα είδος ανθότυρου με σύκο που ήταν περιχυμένο με μια κρέμα γάλακτος, που στη γεύση θύμιζε το ζαχαρούχο γάλα Βλάχας.
Και με τα πολλά, έφτασε η ώρα της επιστροφής και έπρεπε να μαζέψουμε τα πράγματά μας, που είχαν γίνει πολλά με τα σουβενίρ-δώρα που είχαμε αγοράσει για όλους τους συναδέλφους. Επειδή βαριόμουν και βιαζόμουν, έριξα όλα τα ρούχα μέσα στη βαλίτσα χωρίς να διπλώσω τίποτα. Από πάνω έβαλα τα σουβενίρ-δώρα για συναδέλφους και κάτι κολομβιανούς καφέδες.
Ξεκινήσαμε και πέσαμε σε μια ανεμοθύελλα και έπρεπε να τρέχουμε με τις βαλίτσες μέσα στο αεροδρόμιου του Κάλι μόνες με τα πόδια για να βρούμε το αεροπλάνο για τη Μπογκοτά. Με τα πολλά φτάσαμε στην Μπογκοτά όπου στο αεροδρόμιο είχε άπειρο κόσμο και γινόταν ενδελεχής έλεγχος σε όλες τις βαλίτσες. Έβλεπα βαλίτσες Γερμανών φτιαγμένες με οργάνωση και τακτοποιημένες και τους τα έβγαζαν όλα έξω, τους ξέσκιζαν στον έλεγχο, οπότε σκεφτόμουν τι θα γίνει με τη δική μου όταν την αντικρύσουν. Αλλά όταν έφτασε η σειρά μου ο μπάτσος κόλλησε με το διαβατήριο μου που ήταν μεν ελληνικό, αλλά έγραφε Allemagnia στον τόπο γέννησης και τι να του εξηγήσω αφού δεν ήξερε αγγλικά; Με παντομίμα, του περιέγραψα πως ο Papa γνώρισε τη Mama στην Αllemagnia και πολύ love και μετά γεννήθηκα εγώ. Ο μπάτσος ενθουσιάστηκε. Ήθελε να του γράψω πως είναι το I love you στα ελληνικά με λατινικούς χαρακτήρες, του το έγραψα και όλα οκ. Αποφασίζει να μου ανοίξει την βαλίτσα μου, παθαίνει ένα σύγκρυο που την βλέπει τόσο άνω κάτω και αμέσως την κλείνει. Μετά ανοίγει της φίλης και συναδέλφου που είχε μαζέψει όλες τις λοσιόν που μας δίνανε στο ξενοδοχείο, οι οποίες είχαν ανοίξει όμως και είχαν χυθεί οι κρέμες στη βαλίτσα. ο τύπος βάζει το χέρι του πασαλείβεται με τις κρέμες και έντρομος το βγάζει με σιχασιά. Του λέω εγώ “crema intercontinental”, οπότε καθησυχάζεται, γελάει και μας διώχνει. Φύγαμε και γελάγαμε, οι μπάτσ��ι μας χαιρέταγαν και οι Γερμανοί είχαν μείνει πίσω μας και συνέχιζαν να τους ψάχνουν.
Το ταξίδι στην Κολομβία ήταν ένα ταξίδι αναψυχής γιατί πραγματικά είδαμε πράγματα καινούργια για μας, διασκέδασης γιατί παρόλες τις περιπέτειες διασκεδάσαμε απίστευτα και ας μην έμαθα σάλσα, και αναζήτησης γιατί προσπάθησα να συναντήσω όλους τους ήρωες που είχα αγαπήσει στα βιβλία του Μάρκες. Από την αθώα Ερέντιρα με την γιαγιά της, την οικογένεια Μπουενδία του «Εκατό Χρόνια Μοναξιά» έως την Φερμίνα Δάσα με τον Φλορεντίνο Αρίσα του «Έρωτας στα Χρόνια της Χολέρας».
Και τους συνάντησα όλους αυτούς σε ένα μέρος μαγικό που εμένα μου θύμιζε το φανταστικό χωριό Μακόντο!
Η Μαρία Κουκουβίνου είναι διευθύντρια δημοσίων σχέσεων των εκδόσεων Κάκτος.
0 notes
Text
Επαγγελματικό Χαρτί Εκτύπωσης Navigator (BOLD DESIGN) A4 200/m² 150 Φύλλα (NVG330973)
Επαγγελματικό χαρτί εκτύπωσης Α4. Είναι ιδανικό για μοναδικής ποιότητας έγγραφ�� όπως διπλώματα, αναμνηστικά, τίτλους σπουδών, εξώφυλλα, μενού, διαφημιστικά κτλ. λόγω της απαράμιλλης λευκότητάς του. Είναι κατάλληλο για όλα τα είδη των εκτυπωτών και των φωτογραφικών μηχανημάτων, έχρωμες και ασπρόμαυρες εκτυπώσεις.
View On WordPress
0 notes
Text
0 notes
Text
ISBN: 978-618-220-743-7 Συγγραφέας: Neal Hoskins Εκδότης: Διόπτρα Σελίδες: 48 Ημερομηνία Έκδοσης: 2024-11-10 Διαστάσεις: 27Χ21 Εξώφυλλο: Σκληρό εξώφυλλο
0 notes