#βαθύτερο
Explore tagged Tumblr posts
Text
Το βαθύτερο μέρος της Μεσογείου βρίσκεται ανοικτά της Πελοποννήσου Και μία καταπληκτική φωτογραφία. Αβυσσαλέα χαράδρα ανοιχτά του ακρωτηρίου Ακρίτας της Πελοποννήσου, επονομαζόμενη Φρέαρ των Οινουσσών, όπου και το βαθύτερο μέρος της Μεσογείου. 5109 μέτρα! Το Φρέαρ των Οινουσσών είναι μια τάφρος που ��ποτελεί το βαθύτερο σημείο της Μεσογείου με μέγιστο βάθος 5.269 μέτρα. νότια των μικρών ... Περισσότερα εδώ: https://romios.gr/to-vathytero-meros-tis-mesogeioy-vrisketai-anoikta-tis-peloponnisoy-kai-einai-to-eyropaiko-trigono-ton-vermoydon/
#Κόσμος#ανοικτά#βαθύτερο#Βερμούδων#βρίσκεται#είναι#ευρωπαϊκό#και#Μέρος#Μεσογείου#Πελοποννήσου#της#Το#τον#Τρίγωνο
0 notes
Text
Προτείνω αυτόματα ισόβια σε όποιον χρησιμοποιεί στην απολογία του την δικαιολογία “θόλωσα”. Και ας πούμε άμα ήδη καταδικάζεται σε ισόβια, να γίνονται δις ισόβια και ούτω καθεξής .
13 notes
·
View notes
Note
Πια η διαφορά του σεξ από τον έρωτα;
Το σεξ κυριεύεται απο το πάθος και την ένωση κυρίως κορμιών. Ο έρωτας είναι κάτι βαθύτερο, ενώνεται και η ψυχή σου εκείνη την ωρα , κοιτάς τον άλλον στα μάτια και εκτός από καυλα αισθάνεσαι και κάτι που δε μπορώ να βρω μια λεξη να το αποτυπώσω.
5 notes
·
View notes
Text
Αν με ρωτήσεις γιατί περνάω τόσο χρόνο μόνη μου θα σου απαντήσω πως όταν τα βρεις με τον εαυτό σου απολαμβάνεις τη μοναξιά. Αν με ρωτήσεις σε ένα βαθύτερο επίπεδο θα σου απαντήσω ότι δεν έχω γύρω μου ανθρώπους που θέλουν πραγματικά να αφιερώσουν το χρόνο τους σε μένα. Μονάχα όταν τους βολεύει. Και αυτό πονάει. Πονάει πολύ...
2 notes
·
View notes
Text
Πέντε άνθρωποι, πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους, περνούν το κατώφλι μιας μικρής βιβλιοθήκης στην καρδιά του Τόκιο. Όλοι βρίσκονται σ’ ένα σταυροδρόμι της ζωής τους. Μια νεαρή πωλήτρια σε πολυκατάστημα που θέλει να αποκτήσει καινούριες δεξιότητες και να τα καταφέρει στη νέα της ζωή στην πρωτεύουσα• ένας τριανταπεντάχρονος λογιστής εταιρείας επίπλων που ονειρεύεται να ανοίξει το δικό του μαγαζί με αντίκες• μια ευσυνείδητη πρώην υπεύθυνη σε περιοδικό, που έχασε τη θέση της εξαιτίας της μητρότητας και πασχίζει να συνδυάσει τις επαγγελματικές της προσδοκίες και την ανατροφή ενός παιδιού• ένας τριαντάχρονος άνεργος, με αναξιοποίητο ταλέντο στη ζωγραφ��κή, που έχει χάσει την αυτοπεποίθησή του και νιώθει ότι είναι βάρος για την οικογένειά του• ένας συνταξιούχος που δεν ξέρει πώς να περάσει τον άπλετο ελεύθερο χρόνο του κι αναζητά καινούρια ενδιαφέροντα. Η Σαγιούρι Κοματσί, η αινιγματική βιβλιοθηκάριος, θα προτείνει στον καθένα τους από ένα βιβλίο που απέχει πολύ από αυτό που είχαν στο μυαλό τους να διαβάσουν. Αυτό ακριβώς το απρόσμενο ανάγνωσμα θα τους κάνει να αναρωτηθούν ποιο είναι το βαθύτερο νόημα της ζωής και θα τους δώσει το κλειδί για να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους. Η βιβλιοθήκη των κρυφών ονείρων είναι ένας ύμνος στις βιβλιοθήκες και στους βιβλιοθηκάριους, τους αφανείς ήρωες που με τις ευαίσθητες κεραίες τους αφουγκράζονται τις βαθύτερες ανάγκες των αναγνωστών, και φυσικά στα βιβλία, που όσο απρόσμενα κι αν βρεθούν στα χέρια μας, έχουν τη δύναμη να μεταμορφώνουν τη ζωή μας.
Daily inspiration. Discover more photos at Just for Books…?
5 notes
·
View notes
Text
Γράμμα απ΄την Ελλάδα
ΑΓΑΠΗΤΕ ΜΟΥ ΝΙΚΗΤΑ,
απ’ ό,τι είδα στο κείμενο σου για τον Κωστή Παπαγιώργη, στο πρόσφατο αφιέρωμα του Χάρτη, σε απασχόλησε, συν τοις άλλοις, επί τροχάδην, η περίπτωση «νεοελλήνων συγγραφέων» που εμφανίζονται υπερβολικά μετανοημένοι ώστε να αποσύρουν απ’ τους κοινόχρηστους χώρους τα αποκαΐδια των πρώτων τους λογοτεχνικών πειραματισμών· μαντεύεις, μάλιστα, ότι το κάνουν προκειμένου να τηρήσουν μια στάση «ολίγον ποζέρικη» και ποιος ξέρει τι χειρότερο θα μπορούσε κανείς να υπαινιχθεί. Δυστυχώς, προσπερνώντας με φρόνηση τον ρεμπέτικο προσδιορισμό «ποζέρικη», δεν κερδίζω και πολλά, αφού το λόγιο ποσοτικό επίρρημα «ολίγον», εξακολουθεί να με καλεί στα όπλα υπό το λάβαρο της υπεράσπισης όλων όσοι βρίσκονται αναίτια εκτεθειμένοι στον σαρκασμό επειδή αποπειράθηκαν να κρύψουν μερικά σκουπίδια κάτω απ’ το χαλί. Ακαλαίσθητος χειρισμός, το ομολογώ, αλλά κι ο μόνος διαθέσιμος εάν είσαι με τη σκούπα στο χέρι. Όταν θα πιάσεις κι εσύ τη σκούπα σε καμία χαϊντεγκεριανή Επιχείρηση Αρετή, θα το διαπιστώσεις.
Σε παρακαλώ λοιπόν να περιορίσεις τις προκαταλήψεις σου σ’ ένα πλαίσιο κάπως πιο ευφάνταστο. Έχε υπ’ όψιν πως αν η απόδοση προθέσεων κρίνεται εν γένει ανάρμοστη, είναι διότι, ακριβώς, ο κατηγορούμενος αδυνατεί να την αντικρούσει. Για να είμαι ειλικρινής, διαβάζοντας το κείμενό σου στον απόηχο εκείνης της σύντομης συζήτησης που είχαμε, στα όρθια, στη διασταύρωση των οδών Κυδαντιδών και Τρώων, δεν έχω λόγ��υς να αισθάνομαι στο απυρόβλητο. Ακόμη κι έτσι, θα έκανα ευχαρίστως μια προσπάθεια να σε φωτίσω ως προς το σε τι διαφέρουν τα πριν το 1985 βιβλία μου απ’ τα επόμενα αλλά με αποθαρρύνει η σκέψη πως θα ματαιοπονούσα αν γινόμουν ενοχλητικά επεξηγηματικός απέναντι στη δυσπιστία κάποιου για τον οποίο μια τόσο κραυγαλέα και ριζική διαφορά παραμένει, περιέργως, αόρατη. Εκτός κι αν «φτιάχνεσαι» ειδικά με τα αποκηρυγμένα των συγγραφέων, οπότε πάσο.
ΓΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ, το γεγονός ότι απ’ όλα τα βιβλία του Παπαγιώργη διάλεξες σαν θέμα σου την Οντολογία του Μάρτιν Χάιντεγκερ, που ο ίδιος θεωρούσε σαν μια καθαρή αποτυχία στο επίπεδο του συγγραφικού ήθους, δεν μπορεί παρά να σημαίνει κάτι βαθύτερο για την τρυφερή σχέση που σου αρέσει να αναπτύσσεις με τις αποτυχίες των άλλων. Δυσκολεύομαι να την αποδώσω σε συμπόνια ή αλτρουισμό. Καταλαβαίνεις πόσο άδικο θα ήταν αν τώρα πιθανολογούσα, απ’ τη μεριά μου, όπως ήδη έκανες εσύ απ’ τη δική σου μεριά τόσο ανέμελα, ότι αυτή η εξιδανίκευση των απορριμμάτων των συναδέλφων σου παρηγορεί ενδεχομένως την απροθυμία να ξεφορτωθείς τα δικά σου. Και δεν εννοώ φυσικά τα βιβλία σου, που είναι απολύτως αξιοπρεπή επιτεύγματα, αλλά όλα εκείνα τα στρεβλά και δυσλειτουργικά αντικείμενα στις ναρκοθετημένες περιοχές του ψυχικού χάρτη, που θα πρέπει να έρθουν στην επιφάνεια ώστε να επιδιορθωθούν ή να απομακρυνθούν οριστικά μέσω μιας επώδυνης απομυθοποιητικής διεργασίας. Θλίβομαι που το λέω, όμως το να τα διατηρείς σε κυκλοφορία, έστω υπογείως, αντί να τα αποσύρεις με τις ευλογίες της ωριμότητας στην οποία ο καθένας μας προσβλέπει ευλαβικά, δεν στερείται συνεπειών, αρχής γενομένης από την επιζήμια έφεση στα ολισθήματα μιας άσκοπης ειρωνείας που υπονομεύει το κλίμα σύμπνοιας. Και να πεις ότι η σύμπνοια μας περισσεύει!
Παρομοίως με το ενδιαφέρον για την α λα Παπαγιώργη χαϊντεγκεριανή ερμηνεία του «χαλασμένου οργάνου», δηλαδή του εργαλείου που καταστράφηκε πριν προλάβει να αποδομηθεί απ’ την σαρωτική μετανεωτερικότητα ή πριν μπορέσουμε να απαλλαγούμε απ’ αυτό μέσω της πλάνης ότι δεν υπήρξε καν. Μεταξύ μας, τι άλλο θα ’ταν κάθε τέτοιο απομεινάρι αν όχι μια μεταφορά του σακατεμένου Εγώ, δηλαδή οιουδήποτε Εγώ, αφού δεν υπάρχει Εγώ που να μην έχει επηρεαστεί σοβαρά, και ενίοτε ανεπανόρθωτα, από τα ρήγματα και τις αναπηρίες της παραπαίουσας συμβολικής οργάνωσης του κόσμου των γονέων που το γαλούχησαν; Ελπίζω να μην παρεξηγηθείς αν επαναλάβω ότι κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει μόνον με το δικό μου Εγώ ή του Παπαγιώργη, αλλά και με το δικό σου επίσης, άπαξ και όλοι μεγαλώσαμε υπό την κηδεμονία ατόμων που μας άφησαν επικίνδυνα ανασφαλείς, χωρίς να θέλω να προσβάλλω κανέναν. Προφανώς, οι βλάβες και τα βραχυκυκλώματα μέσα στα αντλιοστάσια των επιθυμητικών προτεραιοτήτων του Εγώ αποτελούν ένα τεράστιο και περίπλοκο ζήτημα, όχι λιγότερο ακανθώδες άλλωστε, και σίγουρα δεν έχω την πολυτέλεια χρόνου και χώρου ώστε να το ανοίξω εδώ· τηλεγραφικά εντούτοις θα υπογραμμίσω ότι, στην πραγματικότητα, όταν ο Παπαγιώργης εξωτερικεύει τον λογοτεχνικό του έρωτα για το συντετριμμένο Εγώ, δεν εννοεί διόλου το Εγώ που εσύ ανιχνεύεις μονομερώς, και εσφαλμένα τολμώ να πω, στην δυτική παράδοση της σκέψης, με διάσταθμους όπως ο Μονταίν και ο Πασκάλ. Αυτή η διαδρομή είναι μάλλον προσχηματική. Το ότι τέτοιοι ήρωες του πνεύματος πολιτογραφήθηκαν σαν το αντίπαλο δέος του καρτεσιανού λογικού όντος, δεν αρκεί για να τους θεωρήσουμε μέντορες ενός τόσο ιδιοσυγκρασιακού συγγραφέα όπως ο Κωστής· η αντιπαλότητα είναι εξάλλου δευτερεύουσα και υπερτιμημένη. Η αληθινή αντιπαλότητα, για να στο πω χωρίς περιστροφές, σκηνοθετείται ανάμεσα στο σύστημα ανταμοιβής/τιμωρίας που διέπει την ηθική και κανονιστική ζωή του ατόμου στην Δύση αφ’ ενός, και αφετέρου στα καραγκιοζιλίκια του Προσώπου όταν ανεβαίνουν οι στροφές της εμπειρίας στην καρδιά της Κοινότητας, όπως την ξέρουμε εμείς εδώ κι όπως θα την ήξερες κι εσύ αν έβγαινες στα πέριξ χωρίς κράνος και αλεξίσφαιρο. Και πώς την ξέρουμε; Την ξέρουμε, εκ περιτροπής, σαν θερινό σινεμά (κατάσταση ηρεμίας) ή σκυλάδικο (κατάσταση διέγερσης). Γι’ αυτό και ο τίτλος του πρώτου σου βιβλίου, Αλλόκοτος ελληνισμός, έχει κάτι το πλεοναστικό. Είδες εσύ ποτέ ελληνισμό που να μην είναι αλλόκοτος; Κάτι ανάλογο ισχύει και για την έκφραση απόδημος ελληνισμός, που μεταχειρίζονται οι πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι. Μια και ολόκληρος ο ελληνισμός είναι απόδημος, δεν χρειάζεται τίποτα περισσότερο για να ξαναβρούμε το κέφι μας σκαρφαλωμένοι στη μάντρα σαν τα χαμίνια ώστε να παίρνουμε μιαν ιδέα για το τι διαδραματίζεται εκεί μέσα. Δηλαδή εκεί έξω. Η ιθαγένεια καμπυλώνεται ούτως ή άλλως απ’ τη βαρύτητα των γλωσσικών σημείων. Δεν ζούμε στον τόπο μας, αφού ο τόπος δεν υπάρχει όπως λένε οι ποιητές μας, ούτε ζούμε στην εξορία, αφού όλα είναι γνώριμα· ζούμε στη ζώνη εκείνη των αναρίθμητων φωτεινών και σκοτεινών εξαιρέσεων, όπου οι πόλεμοι μένουν ακήρυχτοι κι όπου τα δέντρα δεν ανθίζουν αλλά ανθίζονται. Εδώ τα πράγματα δεν μπορούν να οριστούν, διότι η Κοινότητα ουδέποτε αποφαίνεται ομόφωνα, αλλά έχεις κάθε δικαίωμα να τα φλερτάρεις με σκοπό τον γάμο. Όχι; Πολλά γράφονται αλλά λίγα λέγονται περί «ελληνισμού», αγαπητέ Νικήτα. Κρίμα που δεν μάθαμε ποτέ περί τίνος πρόκειται.
ΕΤΣΙ, παρά την αδιαμφισβήτητη οξυδέρκεια του Κωστή στην κατανόηση της δυτικής συνειδησιακής περιπέτειας, και ανεξαρτήτως της εμπεριστατωμένης γνώσης των γρίφων της ευρωπαϊκής φιλοσοφίας που τον δαιμόνιζαν, το δικό του συγγραφικό Εγώ έρχεται υποβρυχίως από μιαν άλλη παράδοση, που εσύ ίσως απεχθάνεσαι, την παράδοση του Ντοστογιέφσκι και του Παπαδιαμάντη, ένα Εγώ που αποσυναρμολογείται με εντελώς διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι στους moralistes, με τους οποίους το συσχετίζεις κάπως επιπόλαια. Ο Παπαγιώργης, ακόμη κι αν του είχαν αναθέσει χρέη Πρύτανη στην Σορβόννη, δεν θα έπαυε να λογοδοτεί στην αντεστραμμένη αυθεντία ενός Εαυτού ανατολίτη και μυστικοπαθή, επιπλέον οικειοθελώς εξευτελιζόμενου με στόχο τις προσωρινές σωτηριολογικές επαναδρομολογήσεις που βηματοδοτούν τη ζωή ως αναβολή της άφεσης αμαρτιών και ανυποχώρητη συναισθηματική ξεροκεφαλιά. Εξού και η εφηβική ευθυμία όλης αυτής της τραγωδίας, η σαλότητα και τα τρελά επεισόδια αποσυμπίεσης του φλογερού ταμπεραμέντου στις κραιπάλες και τις εμποροπανήγυρεις, όπου η Θεία Χάρη γίνεται σιωπηρώς αντιληπτή σαν απλήρωτος λογαριασμός ενοικίου ή διαμαρτυρημένη επιταγή. Σ’ αυτό το παράδοξο, οι moralistes δεν έχουν να προσφέρουν παρά μιαν εκλεπτυσμένη δόση σχολαστικής επαγρύπνησης για το κύρος των κανόνων ή το είδος εκείνο του δίχως πένθος στωικισμού ο οποίο��, υπέρ ή ενάντια δήθεν στον Καρτέσιο, οδήγησε στους νοησιαρχικούς καλπασμούς της δυτικής ηθικοπολιτισμικής επανάστασης και, ως αντίδραση, στην εξίσου τρομακτική έγερση εκ του τάφου των φαντασμάτων του ρομαντικού παραληρήματος.
Ότι η γυναίκα του Καίσαρα πρέπει και να φαίνεται τίμια είναι λατινική σκέψη, όχι ελληνική· για την αρχαιοελληνική σκέψη λχ. θα αρκούσε να είναι τίμια ― στο σύμπαν του Κωστή δεν θα αρκούσε τίποτα. Ο Παπαγιώργης όχι μόνον δεν αθωώνει το Κακό όταν αυτό πειθαρχεί στην υποχρέωση να εμφανίζεται άοπλο και φιλικό αλλά υποπτεύεται κατευθείαν κάθε Καλό σαν στρατήγημα ή προσποίηση του Κακού, οπότε η γυναίκα του Καίσαρα, ανεξαρτήτως του αν δείχνει ή όχι τίμια, αποκλείεται να είναι. Ως εκεί καμία αντίρρηση. Ωστόσο, και μολονότι ο συγγραφέας μας μοιράζεται την απαισιοδοξία του Πασκάλ, αποφεύγει να θεολογεί, ίσως ακριβώς επειδή είναι Χριστιανός, αν μου επιτρέπεις το ευφυολόγημα, δηλαδή Χριστιανός κατά λάθος, ένας τυχαίος περαστικός που είχε ξεμείνει, πιωμένος, στον γάμο της Κανά. Ο Κωστής δεν αναζητούσε λύσεις· ο Πασκάλ φέρ’ ειπείν, ιδιοφυής μαθηματικός και εφευρέτης αριθμομηχανής, νόμιζε πως η λύση ήταν ο Θεός ― ο Παπαγιώργης, που πίστευε στον Παράδεισο κρυφά, όπως έκαναν επί Διοκλητιανού, καταλάβαινε αυτό που, εδώ στην Ανατολή, ξέρουν ενστικτωδώς οι πάντες, δηλαδή ότι ο Θεός μπορεί να ήταν οποιοσδήποτε, λχ. το αγοράκι της διπλανής πόρτας ή ο τύπος με τον μπαγλαμά στο καφενείο ή ο διαιτητής που ευνόησε την ομάδα μας, ένα όμως δεν θα μπορούσε να είναι: αυτός που εκπροσωπεί τη λύση του προβλήματος. Διότι ο άνθρωπος στη δική μας πολιτισμική παράδοση δεν είναι πρόβλημα, ο άνθρωπος είναι η λύση αυτός ο ίδιος, όπως στο αίνιγμα της Σφίγγας, η χειρότερη λύση που υπάρχει και συνάμα η μόνη, κάτι σαν τη δημοκρατία α λα Τσώρτσιλλ. Έτσι ο Κωστής, ως καλλιτέχνης, και δίχως να θυμώνει καθώς διέβλεπε το τι συνέβαινε στον άνθρωπο αλλά διαβλέποντας το τι συνέβαινε επειδή ήταν θυμωμένος, έγινε η ψυχή της παρέας, μια ψυχή στοργική και καλοσυνάτη ― έχει δίκιο ο Ίκαρος Μπαμπασάκης που το τονίζει. Αν και όταν ήταν παιδί δεν του έδωσαν αγάπη, αυτό είναι διαπιστωμένο, παρά μόνον εκείνη που εισέπραττε με αντάλλαγμα το να παίζει τον ρόλο του θύματος της εξαπάτησης, ο Κωστής ήταν ειλικρινής στη συμπάθειά του για τους αδικημένους. Όχι για τους παλαβούς και τους μέθυσους, όπως θα ευχόταν ο Λάγιος εξωραΐζοντας το φολκλόρ των φιλολογικών ��ας χρονικών, αλλά εκείνους στους οποίους τα παρεπόμενα της εξαπάτησης είχαν επιβληθεί πατερναλιστικά. Έκτοτε, σαν σε αντιστάθμισμα στην ανάγκη για ζωντανές και ταραχώδεις συναναστροφές, εξεγέρθηκε κατά της εξαπάτησης και πάνω σ’ αυτή τη διένεξη σφυρηλάτησε το στιλ του, απλό, γρήγορο, έξυπνο, ανελέητο και με σύντομες φράσεις λες και φοβόταν ότι οι πολύπλοκες γλωσσικές αλυσίδες μπορεί να συσκότιζαν όλο εκείνο το σύστημα των παρακαμπτηρίων και των διόδων διαφυγής από το δικό του βαθύ ζήτημα, θριαμβευτικά ανεπίλυτο με τον πιο «ελληνικό» τρόπο εφόσον, διαφορετικά, ίσως ξυπνούσε ένα πρωί μπροστά στη γονεϊκή κληρονομιά των συναισθηματικών ερειπίων. Εκεί να δεις αδικία! Έπρεπε άρα ο άνθρωπος να αμυνθεί προτού ο λεγόμενος εαυτός μεταμορφωθεί σε δικαστήριο. Και ποιος θα διαφωνούσε στο ότι η πιο ανθεκτική ασπίδα απέναντι στον εαυτό ήταν ο θορυβώδης συνασπισμός των εξαπατημένων που επαναστατούσαν με όπλο την κυκλοθυμική αυθεντικότητα του αλκοόλ; Η αιθανόλη, το καθαρό οινόπνευμα, είναι μια οργανική ένωση φημισμένη σαν διαλύτης μιας μεγάλης ομάδας ουσιών όπως τα χρώματα, τα αρώματα, τα φάρμακα, τα καύσιμα και οι τροφικές ύλες ― διαλύει επίσης παρέες που, δέκα μέρες αργότερα, ξανασυγκροτούνται σε σώμα και γιορτάζουν τη συγχώρεση πίνοντας μάντεψε τι. Ο Βακαλόπουλος ήταν της άποψης ότι τσακωνόμαστε μόνον και μόνον για τη χαρά της συμφιλίωσης· ο Κωστής μάλλον πίστευε ότι συμφιλιωνόμαστε ώστε να μπορούμε να ξανατσακωθούμε. Για κάνα δυο μήνες τού είχε κολλήσει ένα σπαραξικάρδιο ρεφραίν του ΛεΠά και το επαναλάμβανε συνεχώς:
Αφού μου πήρες τον αέρα έτσι απότομα,
θέλω σκότωμα... θέλω σκότωμα...
Βλέπεις, λοιπόν, φίλε Νικήτα, ότι το κλειδί είναι πάνω στην κλειδαριά ― διότι, για έναν δυτικής ανατροφής moraliste, αν κάποιος σού είχε πάρει τον αέρα απότομα, θα ήθελε αυτός σκότωμα, όχι εσύ. Σ’ εμάς, εδώ, πάει ανάποδα· η εξασφάλιση της απονομής του δικαίου σε στέλνει να καθήσεις εκ δεξιών του Πατρός, ειδικώς εκεί όπου καμία δικαιοσύνη δεν έχει κυρωτικές αρμοδιότητες ― άσε που είναι κάπως παράξενο να έχεις τον Θεό στα αριστερά σου! Με δυο λόγια, Ανατολικά του 20ού μεσημβρινού, συγχωρούνται απαξάπαντες και κάθε αδικημένος έχει μια δεύτερη ευκαιρία να αδικηθεί ξανά. Είναι όπως λέμε: Με σκότωσε γιατί την αγαπούσα, που σημαίνει ότι είναι αδύνατον να συλληφθεί ο δολοφόνος δεδομένου ότι το κίνητρό του εξοστρακίζεται πάνω σε μιαν απίθανη νομική παραδοξότητα και μένει ανεντόπιστο κάπου μέσα στον φαύλο κύκλο της ανορθόδοξης λογικής που συνέχει το Θείο Πάθος. Δεν υπάρχει, στη δική μας παράδοση, θεολογία της κόλασης. Υπάρχουν αντιστροφές επί αντιστροφών, ύμνοι και τροπάρια αποφατικής έμπνευσης και συγχωροχάρτια σε τιμές προσιτές, για το χατίρι της πιάτσας. Φάσκουμε και αντιφάσκουμε, σαν σε παζάρι, με στόχο τη διακοπή της ατέρμονης παρέλασης αιτίου και αιτιατού, διότι μόνον αν ακινητοποιηθεί ο χρόνος μπορείς να συναντηθείς με τον διπλανό σου. Άραγε, η επιταχυνόμενη κατανάλωση των γεγονότων στην Δύση, όσο και η συνακόλουθη εφιαλτική αίσθηση ότι ο άνθρωπος εξαφανίστηκε, με τι άλλο έχει να κάνει αν όχι με τον εκμηδενισμό της συνάντησης;
ΑΥΤΗ Η ΣΤΑΣΗ, διόλου «ποζέρικη», ξεχωρίζει τον Κωστή απ’ τους moralistes, οι οποίοι, θεμελιώνοντας τον πεσιμισμό τους σαν μαθηματικό θεώρημα, ψάχνουν εμμέσως για αφορμές να αποκαταστήσουν μια τάξη ή ευαγγελίζονται την εξιλέωση· ο Κωστής αναρωτιέται μεν, συνεχώς, αλλά δεν ψάχνει θεραπείες ούτε πιστεύει στον σωφρονισμό των ταξινομήσεων, παίζει απλώς και με μαεστρία στα δάχτυλα τα κόλπα μιας γκρίνιας που μας κάνει όλους λίγο πιο πονηρεμένους ― δεν θέλει να εμβαθύνει στην πραγματικότητα, ούτε να την εξορθολογήσει αλλά να την εξάψει. Κατά τα λοιπά, όχι μόνον δεν είναι ηθικολόγος αλλά λατρεύει το γνωστό αθάνατο ελληνικό στιλ της γειτονιάς με τα γιασεμιά που περιμένουν το έγκλημα για ν’ ανθίσουν. Και ιδού τι τον κρατάει σε τέτοια παροιμιώδη απόσταση απ’ την ψυχαναλυτική διδασκαλία αλλά και απ’ την ποίηση, διότι η ποίηση υπάρχει για να αρθρώνει αυτό που δεν μπορεί να ειπωθεί αλλιώς και άρα υπονομεύει τη μέριμνα για την προστασία των απορρήτων. Αξίζει να θυμάσαι το εξής: όσο επινοητικός και αν είναι ο στοχασμός των Δυτικών στην προσέγγιση των πραγμάτων, θα συναντάει πάντοτε τη διάψευση, αφού η αποφατική κληρονομιά τού είναι άγνωστη και συνεπώς η γνωριμία με το πράγμα δεν του αρκεί αλλά επιδιώκει πάση θυσία να το ανακρίνει για να αποσπάσει τον αλγόριθμο της ουσίας του ώστε να τον κατέχει ωφελιμιστικά, κάτι a priori ανέφικτο, οπότε μένει με τη γλύκα, σα να λέμε με την αποζημίωση μιας εργαλειακής φαινομενικότητας. Ο Κωστής, όπως και ο Βακαλόπουλος, όπως κι ο Λάγιος ή ο Νίκος Παναγιωτόπουλος, ή ο Δημήτρης Καράμπελας, αλλά και η ταπεινότης μου εν μέρει, αν μπορώ να το πω δίχως τον κίνδυνο της υπεροψίας, ανήκε σ’ εκείνους που ένιωθαν ότι αυτή η γλύκα ήταν πικρή και δηλητηριώδης. Τον ερέθιζε το αδιέξοδο όχι για τον απειλητικό χαρακτήρα του, όπως συμβαίνει με τους ιεραπόστολους του Διαφωτισμού, αλλά επειδή τον κρατούσε ζωντανό και αμήχανο, ετοιμοπόλεμο κι απογοητευμένο· είμαστε η γενιά που θεωρούσε το διάβασμα σαν οδηγό αυτοκαταστροφής. Κάθε κείμενο σχολιασμού που γράφουμε πάνω σ’ ένα άλλο κείμενο είναι σημείωμα αυτοκτονίας.
Έτσι, ο καημένος ο Πασκάλ, μολονότι ο Θεός τού μιλούσε ήδη μέσω της μουσικής μιας υπέροχης πρόζας, προσπαθούσε να πείσει τους ουρανούς να χρησμοδοτήσουν στη γλώσσα των αριθμών και της λογικής ― τζάμπα πήγε όλος εκείνος ο ενορατικός συγκλονισμός του 1654! Τουναντίον, εδώ, σ’ εμάς, κυριαρχούσε σταθερά η μοιρολατρία, η χαρούμενη επίγνωση της αθλιότητας του κόσμου, η διαρκής ανακύκλωση του ελλείμματος αυτοσεβασμού και η πεποίθηση ότι η καψούρα είναι συνώνυμη της αιώνιας νιότης, δηλαδή ενός λάθους που επανορθώνεται με το καλημέρα. Για να μην σε ταλαιπωρώ, όταν εμείς οι ελληνόφωνοι της ανατολικής Μεσογείου μιλάμε για «γνώση» εννοούμε ότι για να γνωρίσεις χρειάζονται τουλάχιστον τρεις, όπως και για το να παντρευτείς ― η γνωριμία με το πράγμα, σ’ εμάς, δεν είναι πνευματικό ανδραγάθημα ή πολεμική πράξη, είναι συνοικέσιο. Κοντολογίς, εννοούμε ότι όλα, μα όλα, παραμένουν εντέλει διαπροσωπικά, περιλαμβανομένης της έγκρισης κάποιου συμβολικού τρίτου ή μπάρμπα στην Κορώνη, έστω και αν αυτή η ρήτρα επιβραδύνει τις ακαδημαϊκές προόδους της σκέψης στην αφομοίωση των ερευνών του Χάιντεγκερ γύρω απ’ την εκκρεμότητα του Είναι. Τι να πεις! Όταν το Είναι συμπιέζεται στο μηδέν ώστε να αφήσει χώρο στους επιταχυνόμενους ιλίγγους του γίγνεσθαι, όπως συνέβη στην Ιστορία της Δύσης από την Αναγέννηση και μετά, τότε το βλέπουμε, ω του θαύματος!, να επιστρέφει πλησίστιο με τη μορφή του αντικειμένου μιας ασυγκράτητης φιλοσοφικής νοσταλγίας. Έκτοτε, τα διδακτορικά πέφτουν βροχή.
Αυτό ήταν που παρότρυνε τον Κωστή να αποκηρύξει το βιβλίο για τον Χάιντεγκερ· είχε μπροστά του το προϊόν της επικοινωνίας δύο συνειδήσεων, όχι τριών ― από δω ο σκύλος και από κει το ηχείο του γραμμοφώνου. ��το διάσημο λογότυπο του His Master’s Voice δεν υπήρχε εκείνος ο τρίτος, ο tertium gaudens, που αργότερα θα ενσαρκωνόταν στο λοξό βλέμμα της κριτικής κατανόησης πυροδοτώντας όλους τους επίκαιρους ενδοιασμούς και τις αμφιλογίες. Επομένως, όταν λες ότι «η θεματική του συντριμμένου Εγώ εντάσσει τον Παπαγιώργη στην δυτικοευρωπαϊκή αντίληψη περί δοκιμίου», καταλαβαίνω γιατί γράφεις «συντριμμένου» και όχι «συντετριμμένου». Αλλά κι εσύ καταλαβαίνεις, φαντάζομαι, ότι μόνον και μόνον η αγωνία για το αν ένα έργο ανήκει ή όχι στη δυτικοευρωπαϊκή αντίληψη ισοδυναμεί με την αθέλητη παραδοχή πως, εξαρχής, αυτό δεν είναι καθόλου δεδομένο και αναμφισβήτητο. Η απόπειρα να κρεμάσουμε άρον άρον την ταμπέλα του Δυτικού σε όποιον γράφει σπουδαία κείμενα στα ελληνικά δείχνει τη δυσκολία να διαισθανθούμε ότι αυτός πιθανόν αντιπροσωπεύει το επισκεπτήριο μιας πολύ πιο σύνθετης καταγωγής κι ότι ο συγκερασμός των δύο κόσμων, Ανατολής και Δύσης, στον πυρήνα του ενδιαφέροντος που διατηρεί για τα οριακά φαινόμενα, δίνει ακριβώς το μέτρο της συγγραφικής του υπόληψης. Δες τι τράβηξε ο Σεφέρης προκειμένου να ομολογήσει, μετά θάνατον, ότι συμμετείχε στη συνωμοσία του «δυτικοκεντρισμού» ― άκου λέξη που βρήκαν! Ο Κωστής ακολουθεί. Απ’ το οξύμωρο ενός ανθρώπου που μετέφραζε με τέτοιαν άνεση τον Ντεριντά ενώ σύχναζε μερακλώνοντας σε εκατό τοις εκατό ελληνικά μαγαζιά της νύχτας ανάβλυζε μια λεπτή αλλά αγέρωχη απόλαυση που διαχεόταν, γραπτώς, στην ηθικοανήθικη κοσμοθεώρησή του και που δεν θα ήταν σωστό να του τη στερήσουμε επειδή δεν χωράει στην ενδοχώρα της ακαδημαϊκής εποπτείας του καθενός μας. Μετά την έκδοση της μετάφρασης του Περί γραμματολογίας, ο Ντεριντά, άνθρωπος μεγάλης ευγένειας, του τηλεφώνησε ένα απόγευμα αυθόρμητα για να τον γνωρίσει: ο Παπαγιώργης, κατά την αφήγηση του ίδιου πάντοτε, σήκωσε το ακουστικό και, μόλις πληροφορήθηκε την ταυτότητα του συνομιλητή, του το έκλεισε κατάμουτρα και επέστρεψε στην τηλεόραση. Τον ρώτησα για ποιο λόγο φέρθηκε με τέτοια αγένεια, λες και δεν ήξερα. Μου απάντησε ότι ντράπηκε να μιλήσει, διότι παρά την πλήρη εξοικείωσή του με τη γραπτή εκδοχή των γαλλικών, οι προφορικές επιδόσεις του ποτέ δεν έπαψαν να χωλαίνουν. Μ’ άλλα λόγια, κάλυψε μιαν υποθετικά αναξιοπρεπή συμπεριφορά με μιαν απρέπεια εκατό φορές χειρότερη, όπως εκείνος ο ρώσος ταξιτζής, που περι��ράφει ο Ναμπόκοφ στην Λολίτα και ο οποίος, χρησιμοποιώντας την τουαλέτα του σπιτιού μιας πελάτισσας για να ανακουφίσει το έντερό του, απέφυγε να τραβήξει το καζανάκι από φόβο μήπως ο ήχος ειδοποιούσε τους ενοίκους του διαμερίσματος για τον ποταπό χαρακτήρα της πράξης που είχε προηγηθεί και αποχώρησε στα μουλωχτά αφήνοντας πίσω του ένα εξωφρενικό ενθύμιο αχαριστίας.
ΕΝ ΟΛΙΓΟΙΣ, θα όφειλε κανείς να καταλάβει τον Παπαγιώργη πλησιάζοντάς τον όχι μέσω του Σιοράν αλλά μέσα απ’ τα λαϊκά του ’60, που τα ακούγαμε κάποτε υπό τον έναστρο ουρανό σαν προφητείες μιας συγκυρίας που θα μας έκανε ευτυχισμένους έστω κι αν άφηνε όλες τις αντιφάσεις ανεπίλυτες. Ξέρω ότι δεν είναι και πολύ ακαδημαϊκή η σύγκριση αλλά εμένα με παρηγορεί διότι ξυπνάει το ανατρίχιασμα μιας αλήθειας που την έζησα με τους όρους της πιο εξαντλητικής γνωριμίας. Μην ξεχνάς ότι υπέφερα κι εγώ επί μακρύ διάστημα, την ίδια περίοδο με τον Κωστή, από βασανιστικές κρίσεις αγοραφοβίας, και μάλιστα με το ίδιο εκλυτικό αίτιο, τουτέστιν την απότομη διακοπή της χρόνιας χρήσης αλκοόλ. Το να φοβούνται οι άνθρωποι του είδους μας την αγορά είναι μια ύστατη ειρωνεία της μοίρας. Θα συμφωνείς ελπίζω, Νικήτα, ότι αν είχα βαλτώσει, εγκλωβισμένος στα πρώτα μου βιβλία, δεν θα μπορούσα να απευθύνομαι σήμερα σ’ εσένα μ’ έναν τρόπο που να μην προδίδει το ύψος των περιστάσεων. Εμπιστέψου με και μην ανησυχείς όταν οι συγγραφείς, ωριμάζοντας, απογοητεύονται απ’ τα πρώτα τους βιβλία· να ανησυχείς μήπως υποχρεωθούν να απογοητευθούν απ’ τα τελευταία.
4 notes
·
View notes
Note
το προβλημα ειναι οτι τα social σε κατεθυνουν σε μια περσονα με αυτα που προωθουν και πολυς κοσμος κυνηγαει αυτα που του πλασαρει ο αλγοριθμος και επιρεαζοντε χωρις να το καταλαβουν με αποτελεσμα να εχει δημιουργηθει ενας delusional ανταγωνισμος και ολοι να συγκρινοντε με κατι και να κυνηγανε κατι το οποιο τους οδηγει στο ναβγαζουν κομπλεξ. Για ολα αυτα δεν ευθυνοντε μονο τα social προφανως θεωρω οτι μας θελουν ετσι ατομιστες και μας εχουν κανει να κοιταμε το εγω μας περισσοτερο απο οτιδηποτε αλλο η αλληγγυη δεν τους συμφερει για πολλους λογους και η διχονοια που επικρατει μας εχει αποδυναμωσει πληρως σαν κοινωνια. Τελος παντων δεν διαφωνω με κατι απο οσα ειπες απλα ολοι ακολουθουν ενα συγκεκριμενο μοτιβο και οι σχεσεις μεταξυ των ανθρωπων εχουν γινει ρομποτικες, δυσκολα ο καθενας μπορει να ειναι πραγματικα ο εαυτος του, μακαρι καποια στιγμη ολοι να βρουνε αυτο που τους εκφραζει και να νιωθουν ανετοι με το ποιοι πραγματικα ειναι ,ευχαριστω για τον χρονο σου καλη συνεχεια.
So you've got 2 choices: είτε θα πέσεις στην λουπα, είτε θα αποφασίσεις να είσαι ο εαυτός σου and whoever follows,follows κρατώντας μόνο αυθεντικά άτομα που ξέρουν τι τους γίνεται στη ζωή σου. Ούτε πριν τα social ήξεραν ποιοι είναι ορισμένοι. Ίσα ίσα πιστεύω ότι τα social μέσα σε όλα τα άσχημα που προωθούν, προμοταρουν και τη μοναδικότητα του καθενός, αρκεί να ακολουθείς τα σωστά πρόσωπα και να φιλτραρεις το τι βλέπεις. Δεν είναι εφικτό να μην επηρεαστεις ούτε λίγο, αλλά είναι εφικτό να επιλέξεις άτομα που έχουν θετική επιρροή. Τα social μπορούν να είναι και εργαλείο και βήμα για θέματα ψυχικής υγείας και ανακάλυψης του εαυτού. Όπως είναι και τα βιβλία και τόσα άλλα. Κι ακριβώς επειδή πια οι σχέσεις είναι απροσωπες, μαθαίνεις να εκτιμάς τις ουσιαστικές γιατί είναι σπάνιες. Αν δε νιώθεις άνετα με το ποιος είσαι (Όχι εσύ προσωπικά,γενικά μιλάω), το πρόβλημα είναι βαθύτερο.
Καλή συνέχεια
1 note
·
View note
Text
Το ανατριχιαστικό ελληνικό τρίγωνο των Βερμούδων που κόβει την ανάσα
Το ανατριχιαστικό ελληνικό τρίγωνο των Βερμούδων που κόβει την ανάσα: Η υποθαλάσσια άβυσσος, όπου βρίσκεται το βαθύτερο σημείο της Μεσογείου, λόγω των πολλών ναυαγίων που έχουν σημειωθεί μπορεί να χαρακτηριστεί ως «Ελληνικό Τρίγωνο των Βερμούδων» Λίγα μίλια νοτιοδυτικά της Σαπιέντζας, απέναντι από την Μεθώνη, βρίσκεται το βαθύτερο σημείο της Μεσογείου (στα 5.121 μ.), το Φρέαρ των…
View On WordPress
0 notes
Text
DIVINE DECAY του Κωνσταντίνου Μαρκογιάννη
"Παρά την ευρεία αναγνώριση ότι η τέχνη έχει μια σημαντική εμπορική πτυχή, η τέχνη διατηρεί την πολιτιστική της εικόνα ως...τομέας ανώτερων πνευματικών αξιών, πέρα από τη σφαίρα της υλικής ζωής και πράξης." [01]
-Richard Shusterman (πραγματιστής φιλόσοφος, 1949-)
Το Divine Decay είναι ένα ��ικαστικό project που αποτελείται από φθαρμένες φωτογραφίες που βρέθηκαν σε παλαιοπωλεία και διάφορα οικογενειακά άλμπουμ. Οι εικόνες επιλέχθηκαν μετά από εξονυχιστική έρευνα και επεξεργάστηκαν κατάλληλα ώστε να τονιστούν τα στοιχεία της σήψης και αποσύνθεσης. Το πειραματικό αυτό καλλιτεχνικό εγχείρημα ασχολείται με έννοιες όπως η μνήμη, ο χρόνος και η θνητότητα και επίσης καταπιάνεται με ζητήματα όπως η "πνευματικότητα", η οποία -αν και συχνά παραμελείται ή υποτιμάται- αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την ψυχική ισορροπία του ανθρώπου σε μια ολοένα πιο τεχνολογική και υλιστική κοινωνία.
Η τραχιά και ταλαιπωρημένη εμφάνιση των φωτογραφικών πορτρέτων του Divine Decay παραπέμπει στην ευθραυστότητα και την παροδική φύση της επίγειας ύπαρξης. Παρόλο που τέτοια θέματα θεωρούνται μάλλον νοσηρά και καταθλιπτικά, ο προβληματισμός για τη σημασία τους θα μπορούσε ίσως να αποδειχθεί ένας διαφωτιστικός τρόπος στοχασμού για τη ζωή μας. Η φωτογραφία άλλωστε είναι ένα μέσο που συχνά συνδέεται με τον θάνατο: στο επιδραστικό βιβλίο της με τίτλο On Photography, η Αμερικανίδα διανοούμενη Susan Sontag (1933-2004) υποστήριξε πως "μία φωτογραφία...είναι (συμμετοχή) στη θνητότητα, την τρωτότητα, τη μεταβλητότητα ενός άλλου ατόμου" και υπογράμμισε πως "όλες οι φωτογραφίες είναι memento mori". [02]
Ως γνωστόν οι φωτογραφίες χρησιμοποιούνται ευρέως ως ένας τρόπος για να ξαναζήσουμε το παρελθόν, να θυμηθούμε ή να τιμήσουμε τους αποθανόντες κλπ. Το φωτογραφικό μέσο μπορεί να παρομοιαστεί με "όπλο" εναντίον του εφήμερου και της αμείλικτης ροής του χρόνου: η πράξη της φωτογράφισης μπορεί να είναι άμεση-ακαριαία (όπως κανείς σημαδεύει και πυροβολεί με πιστόλι) αλλά τα αποτελέσματα είναι μόνιμα. Μάλιστα ακόμη και σήμερα ορισμένοι λαοί πιστεύουν πως η φωτογραφία μπορεί να "αιχμαλωτίσει την ψυχή" ενός ατόμου: στο L'Acte Photographique ο συγγραφέας-πανεπιστημιακός Phillipe Dubois (1952-) περιέγραψε την φωτογραφική πράξη ως "μια στιγμιαία απαγωγή του αντικειμένου από τον κόσμο σε έναν άλλο κόσμο, σ' ένα άλλο είδος χρόνου". [03]
Σύμφωνα με διάφορες θρησκευτικές και φιλοσοφικές θεωρίες, η ζωή γενικά μπορεί να ειδωθεί ως μαθησιακή εμπειρία ή διδακτικό ταξίδι με σκοπό την πνευματική και ψυχική εξέλιξη. Ο πατέρας της αναλυτικής ψυχολογίας Carl Gustav Jung (1875-1961) -ο οποίος συνδύασε διάφορα ερευνητικά πεδία όπως η θρησκεία, η αλχημεία, η μυθολογία και η τέχνη- πίστευε ότι ο ανθρώπινος ψυχισμός διαθέτει ορισμένες διαχρονικές και διαχωρικές ιδιότητες. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, "δεν υποκείμεθα πλήρως στις δυνάμεις του αφανισμού επειδή η ψυχική μας ολότητα ξεπερνά το φράγμα του χώρου και του χρόνου". [04]
Η μετά θάνατον ζωή και η αθανασία είναι σίγουρα έννοιες μυστηριώδεις, δυσνόητες και αμφισβητούμενες. Ωστόσο, είναι πιθανότητες για τις οποίες οφείλουμε να αναλογιστούμε και να προετοιμαστούμε. Ο κύριος στόχος της εικαστικής εργασίας Divine Decay είναι να μας υπενθυμίσει την πεπερασμένη φύση της υλικής πραγματικότητας αλλά και να μας προϊδεάσει για το ενδεχόμενο μιας (άυλης) μεταθανάτιας ύπαρξης-μετάβασης. Τα αλλοιωμένα-διαβρωμένα φωτογραφικά πορτρέτα αποσκοπούν να προβληματίσουν και να επηρεάσουν τον θεατή σε διανοητικό και συναισθηματικό επίπεδο, όπως επίσης επιδιώκουν να επικοινωνήσουν (δι)αισθητικά μαζί του σε ένα βαθύτερο (πνευματικό-υπερβατικό) πεδίο.
Βιβλιογραφικές αναφορές:
[01] Shusterman R. (fall 2008) ‘Art and Religion’. Journal of Aesthetic Education. 42 (3).
[02] Sontag, S. (1978) On Photography. Farrar, Straus and Giroux.
[03] Dubois, P.(1990) L'Acte Photographique. Nathan Université.
[04] Jung, C.G. (1999) Jung on Death and Immortality. Princeton University Press.
0 notes
Text
ISBN: 978-960-04-0945-1 Συγγραφέας: Συλλογικό έργο Εκδότης: Κέδρος Σελίδες: 310 Ημερομηνία Έκδοσης: 1994-11-01 Διαστάσεις: 24x17 Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο
0 notes
Text
ISBN: 978-960-04-0945-1 Συγγραφέας: Συλλογικό έργο Εκδότης: Κέδρος Σελίδες: 310 Ημερομηνία Έκδοσης: 1994-11-01 Διαστάσεις: 24x17 Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο
0 notes
Text
ISBN: 978-960-04-0945-1 Συγγραφέας: Συλλογικό έργο Εκδότης: Κέδρος Σελίδες: 310 Ημερομηνία Έκδοσης: 1994-11-01 Διαστάσεις: 24x17 Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο
0 notes
Text
Ήπειρος η καταπράσινη περιοχή της Ελλάδας που θυμίζει την Σκωτία και την Προβηγκία
Ήπειρος, η ορεινή περιοχή της Ελλάδας… ευλογημένη με ένα καταπράσινο τοπίο που θυμίζει τη Σκωτία και τη Προβηγκία. Αυτή η περιοχή έχει το βαθύτερο φαράγγι του κόσμου, πετρόκτιστες γέφυρες που διασχίζουν την περιοχή του Ζαγορίου, 48 χωριά του Ζαγορίου που φιλοξενούν πετρόκτιστα αρχοντικά με κορυφαίες σοφίτες στέγες, χτισμένες από πλούσιους εμπόρους τον 18ο και 19ο […] Ήπειρος η καταπράσινη περιοχή…
0 notes
Text
Ήπειρος η καταπράσινη περιοχή της Ελλάδας που θυμίζει την Σκωτία και την Προβηγκία
Ήπειρος, η ορεινή περιοχή της Ελλάδας… ευλογημένη με ένα καταπράσινο τοπίο που θυμίζει τη Σκωτία και τη Προβηγκία. Αυτή η περιοχή έχει το βαθύτερο φαράγγι του κόσμου, πετρόκτιστες γέφυρες που διασχίζουν την περιοχή του Ζαγορίου, 48 χωριά του Ζαγορίου που φιλοξενούν πετρόκτιστα αρχοντικά με κορυφαίες σοφίτες στέγες, χτισμένες από πλούσιους εμπόρους τον 18ο και 19ο […] Ήπειρος η καταπράσινη περιοχή…
0 notes
Text
Ήπειρος η καταπράσινη περιοχή της Ελλάδας που θυμίζει την Σκωτία και την Προβηγκία
Ήπειρος, η ορεινή περιοχή της Ελλάδας… ευλογημένη με ένα καταπράσινο τοπίο που θυμίζει τη Σκωτία και τη Προβηγκία. Αυτή η περιοχή έχει το βαθύτερο φαράγγι του κόσμου, πετρόκτιστες γέφυρες που διασχίζουν την περιοχή του Ζαγορίου, 48 χωριά του Ζαγορίου που φιλοξενούν πετρόκτιστα αρχοντικά με κορυφαίες σοφίτες στέγες, χτισμένες από πλούσιους εμπόρους τον 18ο και 19ο […] Ήπειρος η καταπράσινη περιοχή…
0 notes
Text
Ήπειρος η καταπράσινη περιοχή της Ελλάδας που θυμίζει την Σκωτία και την Προβηγκία
Ήπειρος, η ορεινή περιοχή της Ελλάδας… ευλογημένη με ένα καταπράσινο τοπίο που θυμίζει τη Σκωτία και τη Προβηγκία. Αυτή η περιοχή έχει το βαθύτερο φαράγγι του κόσμου, πετρόκτιστες γέφυρες που διασχίζουν την περιοχή του Ζαγορίου, 48 χωριά του Ζαγορίου που φιλοξενούν πετρόκτιστα αρχοντικά με κορυφαίες σοφίτες στέγες, χτισμένες από πλούσιους εμπόρους τον 18ο και 19ο […] Ήπειρος η καταπράσινη περιοχή…
0 notes