#αληθινή αγάπη
Explore tagged Tumblr posts
ena-nistagmeno-koala · 2 years ago
Text
Tumblr media
Μου είπε επί λέξει
-Άμα πεθάνω
πως θα ζήσω
χωρίς εσένα;
532 notes · View notes
to-koritsi-tou-deuterou · 8 months ago
Text
Τελικά ίσως οι ανθρωποι που αγαπάνε περίεργα στο τέλος να μένουν μόνοι τους.
23 notes · View notes
lovergurls-world · 1 year ago
Text
Όταν είσαι με έναν άνθρωπο και συναντάτε μια δυσκολία ή μια κρίση, κι ενώ εσύ θες να προσπάθησετε να το παλέψετε επειδή πιστεύεις ότι θα τα κατάφερετε αλλά εκείνος σε κάθε δυσκολία θεωρεί ως λύση το να χωρίσετε.. Τι κάνεις τότε;
36 notes · View notes
tokeratosoumesa · 2 years ago
Text
Αν το δωμάτιο σου
Είχε κλειστά τα φωτα και τα μάτια σου
Δεν ήταν μελαγχολικα
Δε θα είχε νόημα να τα κοιτω
Αν η φιλική σου όψη δεν ήταν
Φτιαγμένη από τσιγάρο και αγκαλιές
Δεν θα είχε ενδιαφέρον να σε αγαπώ
Εντελώς φιλικά
3 notes · View notes
diataraxhs-blog · 2 years ago
Text
Η όλη αρχή της πικρής αυτής απογοήτευσης ξεκίνησε πριν κάτι μέρες . Με θυμάμαι χαρούμενη προσδοκώντας το αύριο αλλά μάλλον το αύριο είχε αλλά καθορισμένα σχέδια για μένα . Καταβαθος ήξερα ότι όλο αυτό πάει πολύ καλά για να κρατήσει ή να είναι αληθινό . Το τράνταγμα της πραγματικότητας μου χτύπησε τη πόρτα με ένα silent treatment από το πουθενά . Έπειτα από μια μακρόχρονια σχέση νόμιζα πως είχα ένα κενό μέσα μου . Αλλά τελικά ήταν το ίδιο κενό που είχα τόσα χρόνια και ποτε δε γέμιζε απλά μάλλον είχα καλύτερα πράγματα να ασχοληθώ τότε . Αυτό το κενό είναι το κενό της αυτοεκτίμησης . Πάντα θυμάμαι έλεγα ποσο μου άρεσα ιδίως μετά από μια αλλαγή στα μαλλιά ή γενικά στην εξωτερική μου εμφάνιση .. αλλά ήμουν η ίδια . Δε πίστεψα ποτε στο εαυτό μου 100% ποτε δε είπα ότι ξέρεις κάτι το έχεις και αν δε το έχεις να πάει να γαμηθει . Θυμάμαι απλά να κλαίω στο δωμάτιο γιατί δεν ήμουν αρκετή για κάποιον η για κάτι και γιατί δεν άξιζα εγώ αυτό .
Να αγαπάτε τον εαυτό σας γιατί είναι π μοναδικός που έχει δει εσάς με όλα τα συναισθήματα και όλα τα καλά και τα κακά και σας αποδέχεται και σας κρατάει ενωμένους ακόμα και εάν έχετε χωριστεί σε άπειρα κομμάτια από τα τραύματα 🤍
Ε.Κ
4 notes · View notes
eptileeikala · 1 year ago
Text
Θα γελάσεις απ' τα βάθη των χρυσών σου ματιών
είμαστε μες στο δικό μας κόσμο
Η πιο όμορφη θάλασσα
είναι αυτή που δεν έχουμε ακόμα ταξιδέψει
Τα πιο όμορφα παιδιά δεν έχουν μεγαλώσει ακόμα
Τις πιο όμορφες μέρες μας
δεν τις έχουμε ζήσει ακόμα
Κι αυτό που θέλω να σου πω
το πιο όμορφο απ' όλα,
δε στο 'χω πει ακόμα
1 note · View note
thewomengr · 23 days ago
Text
Όσα δεν έχουν θέση στην αληθινή αγάπη
[Γράφει η Ελένη Ισπόγλου] Η αγάπη δεν είναι χειρισμός και παιχνίδια εξουσίας. Όταν κάποιος λέει πως σ’ αγαπά, αλλά σου ζητά να αλλάξεις, να προσαρμόσεις τα «θέλω» σου, ή χειρίζεται τα συναισθήματά σου για να σε πείσει να τον συγχωρείς ξανά και ξανά, τότε αυτό δεν είναι αγάπη. Η αγάπη δεν παίζει με τον φόβο ή την αδυναμία του άλλου· αντίθετα, η πραγματική αγάπη στηρίζει και ενδυναμώνει.
Μιλάμε συχνά για την αγάπη – για την αντοχή της, τη δύναμή της να μας αλλάζει, να μας κάνει καλύτερους. Ίσως όμως πρέπει να μιλάμε και για ό,τι δεν είναι αγάπη. Γιατί όταν παραμένουμε σε σχέσεις που νομίζουμε πως βασίζονται στην αγάπη, αλλά στην ουσία μάς καταρρακώνουν, τότε αρχίζουμε να μπερδεύουμε την αληθινή σύνδεση με κάτι που την παραμορφώνει.Η αγάπη δεν είναι έλεγχος. Δεν είναι το δικαίωμα…
0 notes
evangeli-99 · 1 year ago
Text
Σ Υ Μ Π Ε Ρ Α Σ Μ Α Νο 1 :
Δεν υπάρχει αληθινή αγάπη και αν το πίστεψα ήταν ένα λάθος .
467 notes · View notes
to-koritsi-tou-deuterou · 10 months ago
Text
Και τι ζητάμε έναν άνθρωπο που θα ήμαστε ο ένας του άλλοι οι καταστροφείς και οι σωτήρες.
1 note · View note
cutieeeeeeposts · 4 months ago
Text
Αναρωτιέμαι μερικές φορές πως γίνεται να βρεις την αληθινή αγάπη σου.
Δηλαδή έρχεται και σου λέει "Ε εγώ είμαι αυτός που ψάχνεις"
Μα μερικές φορές σκέφτομαι άμα θα καταλήξω με κάποιον ευτυχισμένη κτλ
Όμως το μόνο που κάνω είναι να δίνω ελπίδες που δεν πρόκειται να συμβούν ποτέ γιατί δεν υπάρχει στην γενιά μας πια αληθινή αγάπη και όποιος το πιστεύει αυτό ας ρωτήσει τους άλλους που μένουν μόνοι τους επειδή κάνουν μόνο το καλό αλλά δεν περνούν τίποτα
16 notes · View notes
loulouditouheimona · 6 months ago
Text
Ψάχνω την αγάπη.
Την αληθινή αγάπη.
Αυτή που σε γελοιοποιεί, σε δυσκολεύει και σε καταβροχθίζει. Τη δε-μπορούμε-να-ζήσουμε-ο-ένας-μακριά-από-τον-άλλο αγάπη.
22 notes · View notes
chanse4u · 2 months ago
Text
Tumblr media
Ίσως το πιο όμορφο φαινόμενο στο σύμπαν
Η αγάπη
Αγνή
Απλή
Αγαθή
Ανιδιοτελή
Αληθινή
_κανένας_
10 notes · View notes
o-monaxikos · 4 months ago
Text
Πνίγηκα στα πρέπει, τα θέλω και τις επιθυμίες των άλλων.
Υποδούλωσα τον εαυτό μου, ώστε να είναι οι πάντες καλά ή καλύτερα όλοι οι άλλοι καλά εκτός από
εμένα. Έγινα ένα πειθήνιο πιόνι τους, μια μαριονέτα που την καθοδηγούν όπως και όποτε θέλουν. Έριξα τα μούτρα μου,τους άφησα να καταστρέψουν τον εγωισμό μου και τους επέτρεψα να με εκμεταλλεύονται προς δικό τους όφελος, γιατί απλά ήθελα να βλέπω τους πάντες να χαμογελούν. Ξέχασα όμως να φροντίσω λίγο και εμένα, με άφησα στο περιθώριο και δεν με υπολόγισα.
Έθαψα τα δικά μου συναισθήματα, τους στόχους και τις ελπίδες μου…
Πνίγηκα.
Πνίγηκα από την δύναμη και την αξία που στερήθηκα για να την προσφέρω σε ανθρώπους που δεν την άξιζαν. Έκλεισα το στόμα μου και ποτέ δεν είπα όσα ήθελα να πω, ποτέ δεν είπα όχι, ποτέ δεν με υπερασπίστηκα, με το πρόσχημα ότι ήμουν πολύ καλοσυνάτος και δεν ήθελα να πληγώνω τους άλλους. Διέγραψα από το μυαλό μου τα δικά μου όνειρα και τοποθέτησα τα δικά τους για να τους τα
υλοποιήσω, ώστε να κλέψω ένα χαμόγελο τους, ένα ψεύτικο χαμόγελο τους. Εξαπάτησα τον εαυτό
μου και υποκρίθηκα ότι ήμουν καλά με την κατάσταση αυτή, ενώ ήξερα πολύ καλά μέσα μου το πόσο
πληγωνόμουν.
Πνίγηκα.
Πνίγηκα από την ψεύτικη αγάπη τους προς το πρόσωπο μου, από το υποτιθέμενο ενδιαφέρον τους και τις συμβουλές τους, που μου κατέστρεψαν την ζωή. Το κακό είναι πως ξέχασα ότι έχω την δύναμη να ελευθερωθώ. Δείλιαζα στο φόβο του τι θα συνέβαινε αν το επιχειρούσα και έτσι συνέχιζα μόνος μου να φτιάχνω και να σφίγγω την θηλιά που με έπνιγε. Τους άφησα να με υποτιμούν, να με
κακολογούν, να μου συμπεριφέρονται άδικα… Μα πόση αδικία πια να αντέξω, άνθρωπος είμαι και
εγώ με ψυχή και συναισθήματα!
Ήρθε η ώρα να ανοίξω το παράθυρο της καρδιάς μου, της ζωής μου ώστε να ��ναπνεύσω επιτέλους και εγώ. Ήρθε η ώρα να φωνάξω, να ουρλιάξω τα λάθη, τα πάθη μου, το είναι μου…
Σηκώνω το κεφάλι μου ψηλά και παίρνω την ζωή μου στα δικά μου πλέον χέρια. Δεν φοβάμαι πλέον τι θα πείτε, δεν φοβάμαι αν θα πληγωθείτε, γιατί εγώ τόσο καιρό πληγωνόμουν, υποκρινόμουν, σερνόμουν.
Ήρθε η στιγμή που αξίζω και εγώ να χαμογελάσω, ήρθε η στιγμή να κόψω την θηλιά μου…
Γιατί όλοι αξίζουμε κάτι καλύτερο! Όλοι αξίζουμε την αληθινή αγάπη, το αληθινό χαμόγελο, την ανθρωπιά. Αξίες και αρετές που πολλοί σας τις ξεχάσατε, αλλά ήρθε ο καιρός να τις ξαναθυμηθείτε!
Επιτέλους ανοίγω το παράθυρο της ελευθερίας μου και παίρνω την αναζωογόνο πνοή της ζωής, που μου
έλειπε και τόλμησα να στερήσω εγώ ο ίδιος από τον εαυτό μου…
Επιτέλους αναπνέω ελευθερία!
10 notes · View notes
justforbooks · 2 months ago
Text
Tumblr media
Ρίτα Κολαΐτη: «Με θυμώνει που σχεδόν κανείς δεν διαβάζει βιβλίο στο μετρό»
Η πολυβραβευμένη μεταφράστρια μιλά για την προσωπική της διαδρομή στον χώρο της λογοτεχνίας, για το στοίχημα της καλής μετάφρασης και εξηγεί τι σημαίνει να δουλεύεις πάνω σε κορυφαία έργα του Φλομπέρ, του Καμί, του Μαρκήσιου ντε Σαντ και της Ανί Ερνό.
Η ζωή της είναι μοιρασμένη ανάμεσα σε βιβλία, ταινίες και εκλεκτούς φίλους που τους ενώνει η αγάπη για τα καλά μυθιστορήματα. Το διαμέρισμά της, στα «ορεινά» του Κολωνακίου, είναι όπως το φανταζόμουν. Γεμάτο αναρίθμητα βιβλία, οικογενειακά πορτρέτα, ταινίες, πίνακες ζωγραφικής, συλλογές από σουβενίρ που έχει φέρει απ’ τα ταξίδια της στο εξωτερικό αλλά και ήσυχες γωνιές ανάγνωσης. Στο μεγάλο τραπέζι κυριαρχεί το αναλόγιο στο οποίο είναι τοποθετημένο μόνιμα ένα ξενόγλωσσο λεξικό. Δίπλα, ένα laptop, ένα σημειωματάριο και πάντοτε δύο πακέτα τσιγάρα. Αυτό είναι το προσωπικό εργαστήρι της, στο οποίο εργάζεται καθημερινά η σπουδαία μεταφράστρια Ρίτα Κολαΐτη. «Είναι ρηχή και επιφανειακή η εποχή μας. Δεν υπάρχει διάθεση για αναζήτηση και δημιουργία. Γι’ αυτό και δυσκολεύομαι να βγαίνω από το σπίτι μου. Προτιμώ ώρες ατελείωτες να τις αφιερώνω στην ανάγνωση καλών βιβλίων. Είναι για μένα η ιδανική συναισθηματική ανακούφιση», μου εξηγεί. Είναι μια ευγενική και σαγηνευτική πνευματική φυσιογνωμία, η οποία έχει επιλέξει να κινείται μεταξύ μιας λιτής καθημερινότητας και μιας κοσμοθεωρίας που στηρίζεται στη ζωογόνο δύναμή της: τη λογοτεχνική μετάφραση. 
Από τα εφηβικά της χρόνια την ακολουθεί ένα ασίγαστο πάθος για τη λογοτεχνία. Θεωρεί πως το «σαράκι» της λογοτεχνικής μετάφρασης απαιτεί αφοσίωση, τριβή με τις λέξεις και, κυρίως, προϋποθέτει να είσαι καλός αναγνώστης. Έχει μεταφράσει βιβλία–ορόσημα της παγκόσμιας εκδοτικής παραγωγής. Δεν είναι τυχαίο ότι έχει λάβει το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης Έργου Ξένης Λογοτεχνίας στην Ελληνική Γλώσσα για το βιβλίο του J.K. Huysmans «Ανάστροφα» (εκδ. Στερέωμα), το βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης Γαλλόφωνης Λογοτεχνίας του ΕΚΕΜΕΛ για το μυθιστόρημα «Η κόκκινη Μασσαλία» του Maurice Attia (εκδ. Πόλις) αλλά και το βραβείο Μετάφρασης Βιβλίου για Παιδιά της Ελληνικής Εταιρείας Μεταφραστών Λογοτεχνίας. Λίγο πριν ξεκινήσουμε τη συνέντευξή μας μου λέει ότι τώρα ετοιμάζει τις μεταφράσεις του «Καβγατζή της Βρέστης» του Ζαν Ζενέ για τις εκδόσεις Μεταίχμιο και της «Ελπίδας» του Αντρέ Μαλρό για τις εκδόσεις Gutenberg.
— Από μικρή διαβάζετε ασταμάτητα. Τι έχετε κερδίσει και τι έχετε χάσει όλα αυτά τα χρόνια; Το πάθος μου για τα βιβλία και ιδίως για τη λογοτεχνία ξεκίνησε από τα πρώτα εφηβικά μου χρόνια. Διάβαζα ακατάπαυστα, με αφοσίωση, με πίστη νεοπροσήλυτου. Περιφρονούσα την ανούσια γνώση που πρόσφερε το σχολείο της εποχής. Μια γνώση στείρα, εμποτισμένη με τα «ιδεώδη» της δικτατορίας και του «ελληνοχριστιανικού πολιτισμού», που κυριολεκτικά με έπνιγε. Δεν ήμουν «καλή» μαθήτρια. Ήμουν «αλλού». Αναζητούσα τη λύτρωση από κείνη τη ζοφερή α��μόσφαιρα και την έβρισκα στις σελίδες των βιβλίων που με σαγήνευαν (πάντα χωμένα στα συρτάρια του γραφείου, πάνω στο γραφείο υπήρχαν τετράδια και βιβλία του σχολείου για τα μάτια των γονιών). Αγόραζα βιβλία από ένα ιστορικό βιβλιοπωλείο της γενέτειράς μου, της Πάτρας, λεγόταν «Ο τροχός». Αυτό το ατμοσφαιρικό ημιυπόγειο ήταν ο παράδεισός μου. Εκεί γνώρισα ανθρώπους μεγαλύτερους σε ηλικία από μένα, διανοούμενους, αριστερούς κυνηγημένους από τη χούντα· ρουφούσα τα λόγια τους, θεωρούσα μεγάλη τιμή για μένα το γεγονός ότι ανήκα στον «κύκλο» τους. Αυτό βέβαια συνεχίστηκε.
Τα φοιτητικά χρόνια στην Αθήνα, χρόνια έντονα, μες στην ευδαιμονία της Μεταπολίτευσης, ήταν για μένα μια αληθινή αποκάλυψη. Η τότε αριστερά –καμία σχέση με τη σημερινή– ήταν μεγάλο σχολείο για τη γενιά μου. Συναναστρεφόμουν ανθρώπους οι οποίοι μου άνοιξαν νέους δρόμους, νέες προοπτικές. Άνθρωποι παθιασμένοι με την πολιτική αλλά και με την τέχνη. Η Ταινιοθήκη της Ελλάδος, οι κινηματογραφικές αίθουσες τέχνης, τα βιβλιοπωλεία, τα θέατρα, οι γκαλερί είχαν γίνει το «σπίτι μας», έτσι νιώθαμε. Ζούσαμε όλοι μέσα σε μια πανδαισία. Ξενύχτια ατέλειωτα με έρωτες, έντονες πολιτικές αντιπαραθέσεις, συζητήσεις για ταινίες, για συγγραφείς, για βιβλία.
Μιλούσαμε για το τελευταίο βιβλίο του τάδε ή του δείνα συγγραφέα, δεν θέλαμε στην παρέα μας άτομα που δεν είχαν σχέση με την κουλτούρα, την πολιτική συνειδητοποίηση, νιώθαμε πως μας ήταν ξένα. Και όντως ήταν. Και βέβαια, απ’ όλο αυτό σύμπαν που με περιέβαλλε κέρδισα πολλά, πάρα πολλά. Καταρχάς με ώθησε να διεκδικήσω την ανεξαρτησία μου, να κάνω τη δική μου «επανάσταση», να τοποθετήσω τον εαυτό μου εκεί που πραγματικά ανήκε. Η πορεία μου είχε κιόλας χαραχτεί, καμιά πιθανότητα υπαναχώρησης. Και δεν το μετάνιωσα ποτέ. Κοντολογίς, κέρδισα τα πάντα, την ψυχή μου κυρίως. Δεν θεωρώ ότι έχασα κάτι, τουναντίον, αν δεν είχα κάνει αυτή την επιλογή, θα έχανα τα πάντα.
— Όταν ανοίγετε παλιά βιβλία και βλέπετε τις υπογραμμίσεις που έχετε κάνει με μολύβι και τα χειρόγραφα σχόλια στα πλαϊνά των σελίδων, ποιες σκέψεις κάνετε; Πολύ μ’ αρέσει αυτή η ερώτηση. Πόσες μνήμες, συγκινήσεις, επιφωνήματα θαυμασμού, στιγμές που μου κοβόταν η ανάσα απ’ την ομορφιά μιας φράσης ή που έμενα έκθαμβη από τη μαεστρία του λόγου, από έναν στοχασμό, από μια άφατη αλήθεια. Τα αγαπημένα μου βιβλία είναι γεμάτα υπογραμμίσεις, θαυμαστικά, αστεράκια – σε πολλά, μάλιστα, τα σχόλια αγγίζουν ενίοτε την υπερβολή. Όταν μετά από χρόνια τα ξαναδιαβάζω (γιατί πάντα επανερχόμαστε στα βιβλία που στοίχειωσαν τη νιότη μας), διαπιστώνω με χαρά μεγάλη ότι στα περισσότερα ο θαυμασμός παραμένει αναλλοίωτος. Κάποιες φορές, μάλιστα, μπαίνω στον πειρασμό να προσθέσω κι άλλες υπογραμμίσεις, κι άλλα θαυμαστικά, αστεράκια, σχόλια. Ασφαλώς είναι μια συνήθεια που την έχω ακόμη, θέλω ν’ αφήνω πάντα το δικό μου «σημάδι» στη σελίδα.
— Πότε αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τη μετάφραση; Και πόσο σημαντικό είναι να κάνει κανείς αυτό που αγαπά;   Από τα πρώτα μου διαβάσματα έτρεφα μια βαθιά εκτίμηση για τον άνθρωπο που με τη γνώση και το ταλέντο του μου προσφέρει μια τόσο μεγάλη απόλαυση: τον κόσμο ενός συγγραφέα. Το 1976, που ήμουν στην ομάδα του εμβληματικού περιοδικού «Σύγχρονος κινηματογράφος», αποτόλμησα τη μετάφραση κειμένων. Αυτό ήταν. Κεραυνοβόλος έρωτας. Δεν ήθελα να κάνω τίποτε άλλο. Μετά από λίγο καιρό άρχισα να μεταφράζω λογοτεχνικά βιβλία. Ξεκίνησα με Μπορίς Βιαν στις εκδόσεις Νεφέλη, απίστευτο. Το 1988, βρέθηκα στις Βρυξέλλες, όπου εργαζόμουν στη Μεταφραστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, χρόνια υπέροχα, ανεκτίμητα, αλλά μέσα μου ένιωθα ένα κενό που διαρκώς βάθαινε. Τίποτα δεν μπορούσε ν’ αναπληρώσει τη μαγεία ενός λογοτεχνικού κειμένου, την ηδονική σχέση με έναν συγγραφέα. Έτσι, γύρισα στην Αθήνα και αφιερώθηκα ολοκληρωτικά στο πάθος που με διακατέχει εσαεί. Είναι μεγάλη τύχη και ευτυχία να ασκείς ως επάγγελμα αυτό που θεωρείς ζωογόνο δύναμη για τον εαυτό σου, αυτό που είναι η ουσία της ύπαρξής σου.
— Έχετε πει στο παρελθόν ότι: «Η αναμετάφραση είναι κάτι που οφείλουμε στα μεγάλα έργα της λογοτεχνίας». Γιατί το πιστεύετε αυτό;  Ασφαλώς δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι αναμεταφράσεις των σπουδαίων κλασικών έργων είναι μια πρακτική ευρέως διαδεδομένη παγκοσμίως. Έτσι, τα μεγάλα αριστουργήματα της λογοτεχνίας προσφέρονται στους αναγνώστες του σήμερα, μέσα από κείμενα αφενός ιδωμένα υπό το πρίσμα μιας πιο εμπεριστατωμένης γνώσης και αφετέρου απαλλαγμένα από τις ατέλειες, τις στρεβλώσεις ή ακόμα και από τις εσφαλμένες αποδόσεις προγενέστερων μεταφράσεων. Η τεχνολογία, το διαδίκτυο, οι έγκυρες βάσεις δεδομένων προσφέρουν τα μέγιστα στην αναζήτηση εννοιών, όρων, πραγματολογικών στ��ιχείων, που άλλοτε παρέμεναν δυσεπίλυτοι γρίφοι. Οι μελέτες από έγκριτους ακαδημαϊκούς επεξηγούν πολλά αινιγματικά σημεία του κειμένου και φωτίζουν κρυφές πτυχές του. Όλος αυτός ο θησαυρός των πανεπιστημιακών και εθνικών βιβλιοθηκών είναι διαθέσιμος στον μεταφραστή, ο οποίος μπορεί πλέον να αφεθεί με μεγαλύτερη σιγουριά στη γλωσσική μαγεία του πρωτοτύπου, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα και τον πλούτο της δικής του γλώσσας.
— Ποια στοιχεία κάνουν μια μετάφραση καλή; Και πώς αξιολογείτε το γεγονός ότι πολλοί μεταφραστές επεμβαίνουν στα κείμενα, δίνοντας ένα άλλο, δικό τους πνεύμα στο πρωτότυπο;  Η συζήτηση περί «αρτιότητας» ή μη μιας μετάφρασης εμπεριέχει πολλές αντικρουόμενες απόψεις. Ο κάθε μεταφραστής έχει τα δικά του «πιστεύω». Για μένα, πρωταρχικό και αναντίρρητο στοιχείο είναι ο σεβασμός απέναντι στο πρωτότυπο κείμενο. Ο μεταφραστής οφείλει να  μην προδώσει αυτή την «εκλεκτική συγγένεια». Ο συγγραφέας εμπιστεύεται σε κάποιον άλλον, που συνήθως δεν τον γνωρίζει, το έργο του, την ψυχή του. Κι αυτός ο άλλος, ο μεταφραστής, οφείλει να το αποδώσει άθικτο, ακέραιο, έτσι ώστε ο αναγνώστης να γευτεί στο έπακρο την ουσία, την ομορφιά του αρχικού κειμένου. Κατά κάποιον τρόπο, ο μεταφραστής οφείλει να του ανοίξει τις πύλες ενός κόσμου, να τον οδηγήσει στα άδυτα του συγγραφέα. Άρτια είναι, κατά τη γνώμη μου, η «πιστή» μετάφραση σε υφολογικό και νοηματικό επίπεδο, και συνάμα αυτή που εμπεριέχει και την προσωπική ματιά του μεταφραστή, εν ολίγοις ένα κείμενο «αναδημιουργημένο». Ένα κείμενο που να μη «μυρίζει» μετάφραση, αλλά να ρέει, να παρασέρνει, να σαγηνεύει.
Ο μεταφραστής είναι, σε ιδανικές καταστάσεις, ένας «συν-δημιουργός», που δεν διεκδικεί ασφαλώς την πατρότητα του πρωτοτύπου. Είναι, ας πούμε, ένας «κομιστής». Από το μετάφρασμα πρέπει να αναδύεται ατόφιο το άρωμα του πρωτοτύπου. Με άλλα λόγια, η φωνή του μεταφραστή να μην καλύπτει εκείνη του συγγραφέα. Τέλος, η μετάφραση είναι μια κατάκτηση, με την ερωτική σημασία της λέξης. Εμπεριέχει την πίστη και την προδοσία, την υπόσχεση και συνάμα την καχυποψία.
— Ανακαλύψατε την Ανί Ερνό για πρώτη φορά στο αγαπημένο σας βιβλιοπωλείο Tropismes στις Βρυξέλλες, ξεφυλλίζοντας έναν λογοτεχνικό θησαυρό: το «Πάθος». Τι θυμάστε από εκείνη τη μέρα;  Κατά περίεργο τρόπο, θυμάμαι πολύ έντονα εκείνη τη μέρα. Νοέμβρης του 1991, Παρασκευή απόγευμα, με παγωνιά, βροχή και τη γνώριμη γκριζάδα των Βρυξελλών. Μπήκα στην Gallerie de la Reine και κατευθύνθηκα προς το αγαπημένο μου στέκι, το βιβλιοπωλείο Tropismes, αυτό τον περίτεχνο ναό του βιβλίου. Στον μπροστινό πάγκο, βλέπω ένα ολιγοσέλιδο βιβλίο με τον τίτλο «Passion Simple» και το όνομα της συγγραφέως. Διαβάζω το ολιγόλογο οπισθόφυλλο και το αγοράζω επιτόπου. Πηγαίνω κατευθείαν στο απέναντι μπιστρό, το Mokafé, παραγγέλνω ένα ποτήρι κόκκινο κρασί και βυθίζομαι στην ανάγνωση του βιβλίου. Το διάβασα μονορούφι. Όταν έφτασα, συγκλονισμένη, στην τελευταία αράδα, είπα μέσα μου: «Αυτό το βιβλίο γράφτηκε για μένα!»
— Πόσο βαθιά σας έχει επηρεάσει η λογοτεχνία της Ερνό;  Το έργο της Ερνό αλλά και η ίδια ως προσωπικότητα με έχουν επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό. Η Ερνό μού έμαθε ότι με τρόπο απέριττο, μινιμαλιστικό, αλλά βαθύ και ουσιαστικό, μπορεί να υπάρξει μεγάλη λογοτεχνία. Θαυμάζω την απίστευτη τόλμη της να «ξεγυμνώνεται» μπροστά στον αναγνώστη για να του εκφράσει τις μεγάλες αλήθειες της. Η γραφή της δεν γνωρίζει κανενός είδους συγκάλυψη, καθωσπρεπισμό, ωραιοπάθεια. Της οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ για τις λυτρωτικές σελίδες της. 
— Τι είναι αυτό που κάνει την αναγνωστική εμπειρία των έργων της Ερνό να είναι επίκαιρη;  Η Ανί Ερνό, αυτή η μεγάλη ιέρεια της συλλογικής αυτοβιογραφίας, έχει ως εργαλεία της αφηγηματικής τεχνικής της τον χρόνο και τη μνήμη. Τα έργα της είναι τοιχογραφίες με σκηνές που αναδύονται από το βίωμα, το δικό της και των άλλων. Οι αλήθειες της είναι διαχρονικές. Το προσωπικό στοιχείο συνυπάρχει με την Ιστορία. Το πάθος, σε όλες του τις εκφάνσεις, κυριαρχεί. Πάθος για έναν εραστή, πάθος για τη γραφή, πάθος για την αριστερά και τις ιδέες της, πάθος για την κοινωνική δικαιοσύνη. Η θεματολογία της διαπερνάει τις εποχές, αγγίζει τον κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο. 
— Γιατί πιστεύετε ότι τα «Χρόνια» είναι το καλύτερό της έργο;  Επειδή αγαπώ εξίσου όλα τα βιβλία της Ανί Ερνό, θα πω ότι τα «Χρόνια», αυτό το μεγαλειώδες παλίμψηστο, είναι, κατά τη γνώμη μου, η κορωνίδα του έργου της. Όπως χαρακτηριστικά λέει η ίδια, είναι «μια εξερεύνηση του πραγματικού μέσα από λέξεις και αισθήσεις». 60 χρόνια Ιστορίας, 60 χρόνια που άλλαξαν τον κόσμο. Είναι το πορτρέτο μιας σημαδιακής γενιάς, εκείνης του πολέμου, και συνάμα το πορτρέτο μιας γυναίκας φιλοτεχνημένο με εικόνες, ήχους, πάθη, πρόσωπα, τόπους. Διαφυλάττει το παρελθόν από τη λήθη και την απώλεια, το διατηρεί εσαεί παρόν. Ο αναγνώστης βλέπει μπροστά του κινηματογραφικά πλάνα και σκηνές, εικόνες ξεδιπλώνονται η μια μετά την άλλη, αχνοφωτισμένες από μια γλυκιά μελαγχολία. Κι όπως γράφει ο Νίκος Μπακουνάκ��ς στο επίμετρο της ελληνικής έκδοσης: «Η Ερνό εικονοποιεί τον χρόνο, παρουσιάζοντάς τον σαν συνδαιτυμόνα σ’ ένα μακρόσυρτο οικογενειακό́ τραπέζι, όπου ο στενός και συνεσταλμένος χρόνος της οικογένειας γίνεται τελικά συλλογικός».
— Στον «Νεαρό Άνδρα», η Ερνό μιλάει για τον έρωτά της με έναν άντρα τριάντα χρόνια μικρότερό της. Όταν μεταφράζατε αυτό το βιβλίο, κάνατε κάποια βαθιά συνειδητοποίηση;  Σε αυτό το βιβλίο συνειδητοποίησα ακόμα περισσότερο τι σημαίνει τόλμη της γραφής, τι σημαίνει πραγματικά απελευθερωμένη γυναίκα, τι σημαίνει ταύτιση της ερωτικής επιθυμίας με τη γραφή. Το βιβλίο εξιστορεί μια εμπειρία της ίδιας της Ερνό που για λίγους μήνες την έκανε να γίνει ξανά το κορίτσι που «σκανδάλιζε τους γύρω του», το κορίτσι που ήταν άλλοτε. Στην πρώτη σελίδα διαβάζουμε: «Συχνά έκανα έρωτα για να υποχρεώσω τον εαυτό μου να γράψει». Πόσοι συγγραφείς, γυναίκες και άνδρες, θα τολμούσαν να το γράψουν; Χωρίς φεμινιστικές κραυγές και αφορισμούς, η Ανί Ερνό αναστρέφει τους κανόνες της αντρικής κυριαρχίας. Κι αυτή ακριβώς η αναστροφή του κλασικού σχήματος, όπου έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε έναν πενηντάχρονο άνδρα να συνοδεύεται από μια όμορφη νεαρή κοπέλα, συνιστά αυτή καθαυτήν μια πρόκληση, με σκληρό τίμημα όμως: το ζευγάρι προσελκύει αποδοκιμαστικά βλέμματα στα καφέ, στα εστιατόρια, στον δρόμο. Και τούτα ακριβώς τα βλέμματα, όπως και το δικό της βλέμμα πάνω σε αυτήν και στον εραστή της, στοιχειώνουν τη γραφή της. Έτσι, την ίδια στιγμή, η Ερνό αφήνεται σε έναν συγκλονιστικό στοχασμό για το πέρασμα του χρόνου και τα γηρατειά. Τι πιο ειλικρινές, πιο συγκλονιστικό, πιο προκλητικό, πιο εξομολογητικό.
— Εσείς φτάσατε στο σημείο να γκρεμίσετε τα πάντα για ένα ασίγαστο πάθος;  Αν δεν το είχα κάνει, πώς θα λάτρευα την Ερνό; Ανήκω, ευτυχώς, στην κατηγορία εκείνων που πιστεύουν ότι το ερωτικό πάθος διαλύει σύμπαντα. Σε μεταμορφώνει, παύεις να είσαι ο εαυτός που ήξερες ως τότε. Βλέπεις τα πάντα μέσα από ένα πρίσμα που ομορφαίνει τα πάντα, τα γεμίζει χρώματα, αρώματα, τους προσδίδει μια διάσταση μυθική, βλέπεις ένα σύμπαν όπου κυριαρχεί η φιγούρα του Αγαπημένου. Ζεις και ανασαίνεις για τη στιγμή που θα σμίξεις μαζί του. Βέβαια, τα μεγάλα πάθη είναι αδηφάγα, αυτοκαταστροφικά. Η οδύνη του χωρισμού είναι άφατη. Ο κόσμος σκοτεινιάζει μεμιάς, νιώθεις χίλιες λεπίδες να σε διαπερνούν, η απόγνωση ελλοχεύει. 
— Τι ανακαλύψατε μεταφράζοντας έργα του Αλμπέρ Καμί;  Καταρχάς, θα ήθελα να πω ότι τα βιβλία του Καμί ήταν από τα πρώτα εφηβικά μου αναγνώσματα. Ένας άλλος κόσμος, μια άλλη σκέψη με κυρίεψαν, τάραξαν τη νηφαλιότητα στην οποία βρισκόμουν. Μια αληθινή αποκάλυψη. Θυμάμαι ότι κάποιες φράσεις τις διάβαζα πολλές φορές για να τις κατανοήσω (ιδίως στον «Μύθο του Σίσυφου»). Αργότερα, ξαναδιάβασα όλα τα βιβλία, ένα προς ένα, μια εντελώς διαφορετική ανάγνωση, πιο ουσιαστική, πιο βαθιά. Πάντα όμως η ίδια σαγήνη. Οφείλω να ομολογήσω ότι με κυρίεψε ένα δέος όταν καταπιάστηκα με την πρώτη μετάφραση έργου του Καμί. Για μένα, είναι από τις μεγαλύτερες μορφές της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ο μεγαλύτερος συγγραφέας και στοχαστής του 20ού αιώνα. Μεταφράζοντάς τον ανακάλυψα έναν απύθμενο πλούτο. Έναν άμετρο θαυμασμό γι’ αυτόν τον «πιε-νουάρ» που, απ’ το ταπεινό Μοντοβί της Αλγερίας, κατέκτησε το Παρίσι της διανόησης και της τέχνης, και κατόπιν ολόκληρη την υφήλιο. Η φιλοσοφική, λογοτεχνική, θεατρική του γνώση είναι απίστευτη. Αναρωτιέται κανείς, πότε πρόλαβε και τα διάβασε όλα τούτα; Πώς αφομοίωσε τόση γνώση που άλλοι χρειάζονται χρόνια ολάκερα σε πανεπιστημιακά έδρανα απλώς για να την αγγίξουν; Η κριτική ματιά του για το πολιτικό γίγνεσθαι της εποχής του, για τις ολοκληρωτικές ιδεολογίες παντός είδους, για τους μεγάλους κλασικούς της λογοτεχνίας, για τη μεγάλη του αγάπη, το θέατρο, για τους σύγχρονους ομότεχνούς του, είναι κάτι το μοναδικό, το ανεπανάληπτο. Τα δοκιμιακά και τα λογοτεχνικά γραπτά του εξακολουθούν να σαγηνεύουν, ενώ εκείνα των επικριτών του βυθίστηκαν στη λήθη.
— Οι «120 ημέρες των Σοδόμων» του Μαρκήσιου ντε Σαντ ήταν ίσως ο μεγαλύτερος μεταφραστικός σας άθλος; Μια μεγάλη πρόκληση;   Για να είμαι ειλικρινής, το θεώρησα μάλλον ως μια πολύ μεγάλη πρόκληση. Μιλάμε για το πιο άσεμνο, το πιο ωμό, το πιο αποκρουστικό ίσως, το πιο ανελέητο έργο που γράφτηκε ποτέ. Ο μεταφραστής βυθίζεται κυριολεκτικά σε έναν ζοφερό κόσμο όπου τα πάντα κλιμακώνονται σε ένα κρεσέντο βίαιης ηδονής και πράξεων αφάνταστης βαναυσότητας. Η ωμότητα των περιγραφών δεν είναι η μόνη πρόκληση για τον μεταφραστή. Πρέπει να τις αντέξει, να τις κατανοήσει σε βάθος. Το μεγάλο στοίχημα είναι να τιθασεύσει την ακρότητα του σαδικού λόγου, να την αποδώσει ατόφια στη δική του γλώσσα με λέξεις βουτηγμένες στο αίμα και στο σπέρμα, στο «χύσι», όπως ηδονόχαρα επαναλαμβάνει αδιάκοπα ο συγγραφέας. Πρέπει επίσης να διατηρήσει αναλλοίωτη τη ζοφερή, απειλητική, ακόλαστη ατμόσφαιρα του βιβλίου, να νιώσει τις κραυγές της ηδονής και του πόνου ��α αντηχούν εκκωφαντικά μέσα του. Ο συγκλονιστικός λόγος του ��τε Σαντ απαιτεί ειδικές μεταφραστικές ακροβασίες, οι λέξεις πρέπει να επιλέγονται μία προς μία έτσι ώστε να προκαλούν το ίδιο αίσθημα απόλαυσης ή απέχθειας στον αναγνώστη, να σκιαγραφούν με τη μέγιστη πιστότητα την εποχή, να αποδίδουν στο ακέραιο αυτό τον περίκλειστο κόσμο της ακραίας ηδονής και της φρίκης. Οφείλω να πω ότι το τελευταίο πράγμα που θα ήθελα ήταν το μετάφρασμα να είναι λιγότερο σοκαριστικό, λιγότερο άσεμνο από το πρωτότυπο. Το ήθελα εξίσου ελευθέριο, εξίσου προκλητικό, εξίσου αχρείο. Κοντολογίς, ένα κείμενο στο οποίο η σεμνοτυφία και ο ψευτοκαθωσπρεπισμός δεν θα είχαν καμιά θέση! Θα πρέπει επίσης να επισημάνω και μια άλλη πτυχή του βιβλίου: πρόκειται για μια λογοτεχνία υψηλού επιπέδου, όπου η γαλλική γλώσσα του Διαφωτισμού στηλιτεύει, με έναν λόγο ποιητικό, φιλοσοφικό, επαναστατικό, μεθυστικό, την υποκρισία κλήρου και ευγενών, και προτρέπει τον λαό σε μια καθολική εξέγερση, λίγα χρόνια πριν από το ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης.
— Μια άλλη σημαντική μετάφρασή σας ήταν αυτή της «Μαντάμ Μποβαρί» του Φλομπέρ. Δεν το είδατε ως ένα μεγάλο ρίσκο;  Πιθανόν και να το είδα ως ρίσκο. Μα μου ήταν αδύνατο να το αποφύγω. Το μεγαλείο αυτού του έργου δεν έγκειται τόσο στο θέμα του, μια «κοινότοπη» ιστορία μοιχείας και έρωτα, αλλά κυρίως στο συγγραφικό ύφος. Ο Φλομπέρ ήθελε το ύφος του να διαπνέεται από μια μουσικότητα, από μια αρμονία, αναζητούσε παθιασμένα την κατάλληλη λέξη. Ανυπέρβλητος ο τρόπος με τον οποίο απεικονίζει ό,τι περιβάλλει την ηρωίδα του· η αφήγηση τυλίγει σαν πέπλο πάθη, παρεκτροπές, μάταιες προσμονές, ανεκπλήρωτους πόθους, στροβιλίσματα σε χοροεσπερίδες, θροΐσματα ταφτάδων και μεταξωτών, ερωτικά αγγίγματα, τη μαγεία ενός ονειρικού κόσμου, την οδύνη, την απελπισία, το δηλητήριο του θανάτου. Για τον Φλομπέρ, «η ηθική της τέχνης συνίσταται στην ομορφιά της», γι’ αυτόν τον μεγάλο στυλίστα «το ύφος υπερτερεί της αλήθειας». Γι’ αυτούς τους λόγους, λοιπόν, θα σας πω ότι άξιζε που πήρα το «ρίσκο». Και η ανταμοιβή ήταν πολύ μεγάλη: πέρασα υπέροχες μέρες και νύχτες χαμένη στο φλομπερικό σύμπαν, παρασυρμένη στους ίδιους δρόμους με την Έμα Μποβαρί, ζώντας τον έρωτά της, την οδύνη της, την απελπισία της, τη μεγαλοσύνη του πάθους της. Κι αυτό ήταν πολύτιμο για μένα, ανεκτίμητο.
— Πώς ορίζετε τη λογοτεχνία; Είναι ένα μεγάλο μάθημα ανθρωπογνωσίας; Για μένα, η λογοτεχνία είναι ένα πάθος, κάτι που μας διακατέχει τόσο ώστε δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτό. Οι ώρες της ανάγνωσης είναι ώρες μύησης, λύτρωσης, απόλαυσης, απόδρασης, μαγείας. Η λογοτεχνία είναι επίσης κι ένα ταξίδι σε τόπους άλλους, όπου αντικρίζεις έκθαμβος έναν πλούτο ιδεών, εικόνων, αισθημάτων. Η λογοτεχνία είναι ακόμα κι ένας τρόπος να μάθουμε τα εσώτερα της ανθρώπινης ύπαρξης, κι αυτό μας αναστατώνει, μας αφυπνίζει. Η λογοτεχνία έχει τη δύναμη να μας ταρακουνά συθέμελα. Είναι η δική μου θρησκεία, τους δικούς της θεούς λατρεύω.
— Ποια αναγνώσματα σάς έχουν καθορίσει όλα αυτά τα χρόνια; Πρωτίστως, Αλμπέρ Καμί, όλα του τα γραπτά ανεξαιρέτως (δοκίμια, θεατρικά, λογοτεχνικά έργα), κλασικά μυθιστορήματα του 19ου αιώνα και σύγχρονα κλασικά του 20ού αιώνα, βιογραφίες των μεγάλων της τέχνης (έχω ιδιαίτερη αδυναμία στις βιογραφίες), βιβλία για την ιστορία της τέχνης, βιβλία για τον κινηματογράφο. 
— Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας συγγραφείς και γιατί;  Είναι οι συγγραφείς που με συντροφεύουν μια ζωή, αυτοί που μες στις σελίδες τους κουρνιάζω. Τους γνωρίζω πολύ καλά, συνομιλώ νοερά μαζί τους. Ανάμεσά τους, ο Καμί, ο Προυστ, ο Φλομπέρ, ο Σταντάλ, ο Ζολά, ο Ουγκό, ο Τολστόι, ο Ντοστογιέφσκι, ο Τσέχοφ, ο Ντίκενς, ο Τόμας Μαν, ο Μελβίλ… αλλά και σύγχρονοι, όπως ο Μπόρχες, η Μπάιατ (με τη συγκλονιστική «Εμμονή»), η Σαπιέντσα (με τη σπουδαία «Τέχνη της χαράς»), ο Μπαρνς (με τον μεθυστικό «Άνδρα με κόκκινο μανδύα»), και βέβαια, ο Ζορζ Σιμενόν με τα ανυπέρβλητα «σκληρά μυθιστορήματά» του. 
— Τι είναι αυτό που κατά τη γνώμη σας διεγείρει μοναδικά τη σκέψη και τη φαντασία; Αν έλεγα η τέχνη σε όλες τις μορφές της, θα ήταν κοινοτοπία; Δεν μπορώ να φανταστώ κάτι άλλο, ιδίως στην εποχή που ζούμε.
— Τι σας θυμώνει στις μέρες μας; Η έλλειψη αληθινής κουλτούρας στην καθημερινότητα. Αυτό έχει ποικίλες εκφάνσεις: η συμπεριφορά των άλλων, η προκλητικότητα των αδαών, η διάχυτη νοοτροπία του νεοπλουτισμού, η τηλεόραση που, με λαμπρή εξαίρεση το «Βιβλιοβούλιο» στο Κανάλι της Βουλής, αγνοεί προκλητικά το βιβλίο, τους συγγραφείς και την τέχνη εν γένει, το γεγονός ότι δεν βλέπεις σχεδόν κανέναν να διαβάζει ένα βιβλίο στο μετρό. Μια διάχυτη έλλειψη γούστου και φαντασίας. Άνθρωποι με βλέμμα άδειο περιφέρονται πλασάροντας ένα ανούσιο lifestyle που το αναπαράγει ένα τσούρμο αγράμματων.   
— Και τι σας εκπλήσσει περισσότερο στη σύγχρονη ζωή; Η τραγική ομοιομορφία των πάντων. Καμιά πρωτοτυπία, καμιά φαντασία, παντού εικόνες ολόιδιες, απ’ τις οποίες αποστρέφεις γρήγορα το βλέμμα σου. Κι αυτό μου φαίνεται απίστευτα συντηρητικό, βαθιά αντιδραστικό. Είναι άραγε έτσι η σύγχρονη ελληνική κοινωνία;
— Τέλος, τι θεωρείτε σημαντικό στη ζωή;  Τα έντονα αισθήματα: ο έρωτας, η αγάπη των δικών σου ανθρώπων, οι βαθιές φιλίες, η μαγεία που σου προσφέρει ένα έργο τέχνης, μια καλή κουβέντα που την ακούς απρόσμενα.
Daily inspiration. Discover more photos at Just for Books…?
7 notes · View notes
thewomengr · 2 months ago
Text
Όσα δεν έχουν θέση στην αληθινή αγάπη
[Γράφει η Ελένη Ισπόγλου] Η αγάπη δεν είναι χειρισμός και παιχνίδια εξουσίας. Όταν κάποιος λέει πως σ’ αγαπά, αλλά σου ζητά να αλλάξεις, να προσαρμόσεις τα «θέλω» σου, ή χειρίζεται τα συναισθήματά σου για να σε πείσει να τον συγχωρείς ξανά και ξανά, τότε αυτό δεν είναι αγάπη. Η αγάπη δεν παίζει με τον φόβο ή την αδυναμία του άλλου· αντίθετα, η πραγματική αγάπη στηρίζει και ενδυναμώνει.
Μιλάμε συχνά για την αγάπη – για την αντοχή της, τη δύναμή της να μας αλλάζει, να μας κάνει καλύτερους. Ίσως όμως πρέπει να μιλάμε και για ό,τι δεν είναι αγάπη. Γιατί όταν παραμένουμε σε σχέσεις που νομίζουμε πως βασίζονται στην αγάπη, αλλά στην ουσία μάς καταρρακώνουν, τότε αρχίζουμε να μπερδεύουμε την αληθινή σύνδεση με κάτι που την παραμορφώνει.Η αγάπη δεν είναι έλεγχος. Δεν είναι το δικαίωμα…
0 notes
feggaroneira · 10 months ago
Text
«Οποίος αγαπά, περιμενει και παλεύει» μου ειπε κάποτε μια παιδική μου φιλη.
«Γιατί η αναμονή είναι καλύτερη από την εύκολη αποφυγή».
«Γιατί η πάλη είναι καλύτερη από την ακινησία».
«Και η ζωή δεν είναι ακινησία.»
«Γιατι αγαπας. Και όταν αγαπάς περιμένεις και παλεύεις».
Περιμένεις.
Παλεύεις.
Η αληθινή αγαπη φαινεται από το ποσό διατεθημένος είσαι να παλέψεις για αυτήν.
Αν δεν παλέψεις ούτε λίγο και αφήσεις τον εγωισμό να σε συνεπάρει τότε δεν πρόκειται για αληθινή αγαπη.
Γιατι η αγάπη δεν κοιτα εγωισμούς.
Χρειαζεται αμοιβαίες υποχωρήσεις.
Γιατι αν δεν υπάρχουν, τότε δεν μπορούμε να την αποκαλέσουμε αληθινή αγαπη.
Αλλά μια φτιαχτή ιδεα αγάπης.
Κι η αγαπη χρειάζεται συγχώρεση.
Όχι μίσος και ζήλο.
Όχι χειραγώγηση και απαξίωση.
Χρειάζεται να σκεφτεσαι και τις δυο πλευρές.
Να προσπαθείς.
Να ακους εσένα.
Την καρδια σου.
Αλλά και τον Άλλον δίπλα σου.
Να μην κλείνεις τα αυτιά σου.
Να ακους.
Να μην ακους τους γύρω.
Να μην φτιάχνεις σενάρια προσπαθοντας να αποδείξεις πως σε όλα έχεις δίκιο.
Να ακους εσάς.
Να ακούτε εσάς.
Γιατί στην αληθινή αγαπη μόνο εσείς, οι καρδιές σας, έχουν σημασια.
Και αν αγαπάς αληθινά δίνεις ευκαιρίες όταν αξίζει να αποκαλείται «αληθινή αγαπη»
Γιατί η ζωή από μόνη της είναι γεμάτη ευκαιρίες.
Γιατί το εγώ γίνεται εμείς.
Μια αληθινή αγαπη δεν σε αποκόπτει από την επαφη με την ζωή.
Σου δινει την ευκαιρία να την εξερευνήσετε μαζι.
Σε βοηθάει να γνωρίσεις και γίνεις η καλύτερη εκδοχή του εαυτού σου.
Δεν σε κατηγορεί μέχρι να σε πονέσει επειδή κι η ίδια ποναει.
Δεν σε προσβάλει. Δεν σε μειώνει.
Δεν βλεπει μόνο τα δικά σου λάθη
ενώ κι η ίδια κάνει.
Ούτε κατηγορεί ανελέητα.
Υπάρχει αλληλοκατανόηση.
Σκεφτεται πριν μιλήσει.
Παίρνει χρόνο και δίνει.
Ο,τι δυσκολία υπαρχει το αντιμετωπίζετε μαζί.
Το σκέφτεστε μαζί για να βρείτε λύση.
Και όχι για να σου ρίξει ευθύνες.
Μια αληθινή αγαπη δεν θα άντεχε ποτέ να σε χάσει.
Κι αν ισχύουν όλα αυτα τότε μπορώ να συμφωνήσω πως για μια τέτοια αγαπη αξίζει να περιμένεις και να παλέψεις.
30 notes · View notes