Με την πρωταθλήτρια πάλης στην άμμο Κατερίνα Πιτσιάβα ο Χρήστος Καπετάνος
Την πρωταθλήτρια πάλης στην άμμο, Κατερίνα Πιτσιάβα υποδέχθηκε στο γραφείο του, ο πρώην πρόεδρος της Νομαρχιακής Επιτροπής Λάρισας της Νέας Δημοκρατίας κ. Χρήστος Καπετάνος.
Μαζί με την αθλήτρια του Σωματείου «Ογχηστός» από τον Πλατύκαμπο, ήταν και ο προπονητής της κ. Χάρης Χονδρονάσιος, αλλά και ο αντιπρόεδρος του Συλλόγου κ. Αχιλλέας Χασιώτης.
Ο κ. Καπετάνος συνεχάρη την αθλήτρια για τις…
έχω χτυπήσει το γόνατό μου στην άσφαλτο Αύγουστο μήνα και πάλι έτρεξα ξυπόλυτη στην άμμο με τα αίματα στα γόνατα. ή τουλάχιστον, έτσι μου φάνηκε. έχω σκοντάψει σε καζάνι με καυτό νερό και βγήκα κι έσυρα το σώμα μου μέχρι τη πόρτα για να βγω. ή τουλάχιστον, έτσι μου φάνηκε. έχω φτύσει αίμα και με πρησμένο πρόσωπο προσπαθούσα να με πάρει ο ύπνος μήπως και θελήσω να ξυπνήσω το πρωί. ή τουλάχιστον, έτσι μου φάνηκε. έχω ξοδέψει τέσσερις μήνες να μαθαίνω να κολυμπώ για να βγω στη θάλασσα και με το που με ακουμπήσει το νερό της να γίνω στάχτη σαν να μου έβαλες φωτιά ενώ ήμουν καλυμμένη με βενζίνη. ή τουλάχιστον, έτσι μου φάνηκε.
Μάτια λαμπερά και υγιή αυτό το καλοκαίρι, και κάθε καλοκαίρι! Οι φακοί ηλίου διασφαλίζουν την υγεία των ματιών σας, προστατεύοντάς τα από τις επιβλαβείς ακτίνες UVA και UVB, αλλά και από το έντονο ηλιακό φως, ενώ παράλληλα εμποδίζουν την άμμο και τη σκόνη να εισέλθουν σε αυτά. Οπτικά | Optilos Χατζηαντωνίου Καταστήματα οπτικών #Ακαδημιας 76 & Ζησιμοπούλου 78 Παλαιό Φαληρο . www.Optilos.gr #optilos #optilosstores #eyewear #sunglasses #athens #palaiofaliro #optician #opticshop #οπτικα #γυαλιαηλιου #γυαλιαορασεως #φακοιεπαφης #akadimias #ακαδημίας #αθηνα
Ξυπνάς αλλά δεν ανοίγεις τα μάτια σου. Το φως είναι υπερβολικά δυνατό. Οι υπόλοιπες αισθήσεις σου περιεργάζονται το περιβάλλον γύρω σου. Βρίσκεσαι ξαπλωμέν@ κάπου ζεστά και λίγο μυτερά· άμμος, μήπως; Μυρίζεις τη θάλασσα, την ακούς, όχι πολύ μακριά σου, γιατί σχεδόν τη νιώθεις να σου χαϊδεύει τα πόδια κάθε φορά που το κύμα σκάει στην ακτή. Στο στόμα σου υπάρχει αλάτι και άμμος.
Ανασηκωνεσαι και ανοίγεις τα μάτια. Είσαι σε μια απέραντη παραλία που μοιάζει έρημη. Δεν βλέπεις αρχή ούτε τέλος. Στον ορίζοντα δεν υπάρχει στεριά. Πίσω σου υπάρχει ένα δάσος από αρμυρίκια. Είναι όμως τόσο πυκνό, πού δεν βλέπεις τίποτε μέσα από τα δέντρα.
Κοιτάς τον εαυτό σου. Φοράς ένα άνετο μαγιό κι ένα μπλουζάκι. Ο ήλιος καίει, αλλά με κάποιον τρόπο ξέρεις ό,τι δε θα καείς. Δε νιώθεις πείνα ούτε δίψα.
Τι κάνεις;
α) βγάζεις το μπλουζάκι και τραβάς γραμμή για το νερό. Ίσως να σε βοηθήσει να σκεφτείς.
β) πηγαίνεις προς τα αρμυρίκια. Αν τα περάσεις όλα ίσως και να βρεις τον αυτοκινητόδρομο.
γ) ξαπλώνεις πάλι στην άμμο και ξανακοιμασαι. Είναι απλά ένα όνειρο. Όταν ξυπνήσεις όλα θα είναι πάλι στο φυσιολογικό.
δ) αρχίζεις να περπατάς κατά μήκος της ακτής, με την ελπίδα να μάθεις πού τελειώνει η παραλία.
ε) κάθεσαι κάτω. Κοιτάς την άμμο. Ξεκινάς να χτίζεις πύργους και να σκάβεις λακκούβες.
Διάλεξε σοφά το μονοπάτι σου. Αλλιώς αυτή η περιπέτεια ίσως τελειώσει σύντομα.
Τα 88 ντολμαδάκια τουμπλουρ βερσιον
THE SEA IS MY HOME
a) ΠΑΩ ΓΙΑ ΜΠΑΝΙΟ. δεν με νοιάζει καν να σκεφτώ απλά θέλω να κάνω βουτια. Γιουπι
Επίσης ξέρω ότι δεν θα καώ γιατί έχω πάθει ανοσία 😌 the sun never bothered me anyway
Έγραψα ένα ποίημα για σένα
μα δε θα το βρεις εδώ
ακόμα κι αν οι γιατροί
μου ανοίξουν
με χειρουργικές τομές
την καρδία
και το μυαλό
πάλι
δε θα το βρεις εδώ
ακόμα κι αν σκάψεις
κάτω από τη σάρκα μου,
σαν τα παιδιά που σκάβουν την άμμο,
πάλι
δε θα το βρεις εδώ
είναι βαθιά ριζωμένο μέσα μου,
κάτω από τη σάρκα μου
κάτω από τα κόκαλά μου
σαν φυσαλίδες μες το αίμα
κυκλοφορεί σε όλο μου το σώμα
όπως την ευγνωμοσύνη
του να σε έχω στη ζωή μου
όπως τον φόβο και τη θλίψη
του να λείπεις από αυτήν.
Θέλω να μαι η θάλασσα
Αυτό το κύμα που σκάει θυμωμένα στο βράχο, στην ακτή
Αυτό το καθαρό νερό τις ήρεμες μέρες των εποχών
Αυτό το άδυτο απλησίαστο μυαλό
Αυτό που δύτες παλεύουν να δουν
Όλα αυτά που τόσοι θέλουν να βρουν
Θέλω να μαι η μαγευτική αντανάκλαση του ουρανού και του νερού
Ο ορίζοντας που χαϊδεύω νησιά, σύννεφα, ήλιο και φεγγάρι
Που τη μία επιπλέεις πάνω μου και την άλλη σε πνίγω
Που κλέβεις τα κοχύλια μου για να θυμάσαι τον ήχο μου
Που παίρνεις ό,τι προστατεύω και γεννώ
Γιατί πιστεύεις πως στα προσφέρω πως για αυτό υπάρχω και ζω, μα δεν..
Θέλω να μαι το μέρος που έρχεσαι για να ηρεμείς και χαλαρώνεις
Ενώ ταυτόχρονα ξέρεις πόσες ψυχές ρουφάω στο βυθό μου και κρατάω
Εδώ που κάτι παίρνεις και κάτι δίνεις χωρίς να το καταλάβεις
Ακουμπάς την άμμο μου, την αύρα μου και γω ακούω τα μυστικά σου
Τα απορροφώ σε δονήσεις, ρεύματα και ροές
Τα κρατώ μέσα μου σα χαμένο σεντούκι
Ίσως και να ναι
Θέλω να μαι η θάλασσα που τα καράβια εμπιστεύονται τα ταξίδια τους
Και ας μη μου αρέσουν τα λιμάνια που με χαζεύουν
Είμαι η θάλασσα
Με τα κομμάτια μου
Ένα με τα δικά της
Η ανατριχίλα στο αντίκρισμα της
Και η αγάπη μου για αυτήν σε κάθε μορφή
Η εκτίμηση προς το λειτούργημά της
Και ο θαυμασμός προς την ανοχή της για εμάς
Που τη φωτιά συναντά χωρίς φόβο
Και όλα τα καταστρέφει αν θελήσει σαν όχλο
Αυτό είμαι και γω
Ένα με το νερό
Όσο όμορφο και αν είναι κάθε βουνό
Εγώ μέσα εκεί υπάρχω στον άπατο πυθμένα που όλο βουτάω και ψάχνω να βρω
Τα σκουπίδια που ξέχασαν οι κατασκηνωτές του καλοκαιριού στην Παραλία τις Πλατιάς Άμμου περισυνέλλεξαν τα μέλη του Εξωραϊστικού Συλλόγου της Πλατιάς Άμμου την Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου. Μια δράση αγάπης των κατοίκων για τον τόπο τους.
Το ελεύθερο camping είναι ένας τρόπος να φύγεις από την καθημερινότητα της πόλης, να έρθεις πιο κοντά στη φύση, να αλλάξεις εντελώς τους ρυθμούς σου και να ζήσεις με…
Ξυπνάς αλλά δεν ανοίγεις τα μάτια σου. Το φως είναι υπερβολικά δυνατό. Οι υπόλοιπες αισθήσεις σου περιεργάζονται το περιβάλλον γύρω σου. Βρίσκεσαι ξαπλωμέν@ κάπου ζεστά και λίγο μυτερά· άμμος, μήπως; Μυρίζεις τη θάλασσα, την ακούς, όχι πολύ μακριά σου, γιατί σχεδόν τη νιώθεις να σου χαϊδεύει τα πόδια κάθε φορά που το κύμα σκάει στην ακτή. Στο στόμα σου υπάρχει αλάτι και άμμος.
Ανασηκωνεσαι και ανοίγεις τα μάτια. Είσαι σε μια απέραντη παραλία που μοιάζει έρημη. Δεν βλέπεις αρχή ούτε τέλος. Στον ορίζοντα δεν υπάρχει στεριά. Πίσω σου υπάρχει ένα δάσος από αρμυρίκια. Είναι όμως τόσο πυκνό, πού δεν βλέπεις τίποτε μέσα από τα δέντρα.
Κοιτάς τον εαυτό σου. Φοράς ένα άνετο μαγιό κι ένα μπλουζάκι. Ο ήλιος καίει, αλλά με κάποιον τρόπο ξέρεις ό,τι δε θα καείς. Δε νιώθεις πείνα ούτε δίψα.
Τι κάνεις;
α) βγάζεις το μπλουζάκι και τραβάς γραμμή για το νερό. Ίσως να σε βοηθήσει να σκεφτείς.
β) πηγαίνεις προς τα αρμυρίκια. Αν τα περάσεις όλα ίσως και να βρεις τον αυτοκινητόδρομο.
γ) ξαπλώνεις πάλι στην άμμο και ξανακοιμασαι. Είναι απλά ένα όνειρο. Όταν ξυπνήσεις όλα θα είναι πάλι στο φυσιολογικό.
δ) αρχίζεις να περπατάς κατά μήκος της ακτής, με την ελπίδα να μάθεις πού τελειώνει η παραλία.
ε) κάθεσαι κάτω. Κοιτάς την άμμο. Ξεκινάς να χτίζεις πύργους και να σκάβεις λακκούβες.
Διάλεξε σοφά το μονοπάτι σου. Αλλιώς αυτή η περιπέτεια ίσως τελειώσει σύντομα.
ομγ ανον είναι τόσο όμορφα γραμμένο!! γουαου 🤩
α. Βουτάω στο νερό· με βοηθάει να ηρεμήσω και να βάλω σε μια σειρά τις σκέψεις μου. Νιώθω τον ήλιο να με χτυπάει στο πρόσωπο και γυρίζω το κεφάλι μου πάνω να τον αντικρίσω. Η ζέστη που εκπέμπει πέφτει ευχάριστα πάνω στο σώμα μου, σε συνδυασμό με το νερό που με δροσίζει.
Θα σε βρω εκεί. Εκεί που πάνε τα άστρα να πεθάνουνε. Θα με κοιτάζεις άραγε τότε όπως με κοιτάζεις τώρα; Τώρα που στέκεσαι αγχωμένη στο σαλόνι μου, λύνοντας ασκήσεις μαθημάτων για αριθμούς φανταστικούς, βαρύτητες και μακρινά αστέρια. Σε θαυμάζω σιωπηλά απτή κουζίνα. Ύστερα θα μου δανείσεις ένα απ'τα βιβλία σου, εκείνα που σε έκαναν να ερωτευτείς τον ήλιο κι εγώ θα σου ζητήσω να μου παίξεις κάτι όμορφο στο πιάνο. Μια μελωδία που να θυμίζει θάλασσα, καλοκαίρι και μεθυσμένα σαγαπω χαραγμένα στην άμμο.
Θα σου πω ότι παίζεις υπέροχα, μα δεν θα σου πω ότι φοβάμαι πως ίσως είμαι ναυαγός κι εσύ δεν είσαι φάρος αλλά είσαι Καλυψώ. Φοβάμαι πως μια νύχτα θα με αφήσεις να βουλιάξω στων ματιών σου τον βυθό και θα πνιγώ. Είναι κι άλλα που φοβάμαι μα δεν πρέπει να σου πω· πως ενώ εσύ είσαι κύμα που σκάει και με παρασέρνει μακριά απτην στεριά, εγώ νιώθω πως θα είμαι πάντα ρίζα. Γιατί μ'άρεσει ανεξήγητα πολύ η πόλη αυτή κι η γειτονιά μου. Η σαπίλα της προβλήτας, το σαράβαλο λεωφορείο που όλο αργεί, το παγκάκι δίπλα στη στάση που έχει χαραγμένα πάνω του τα αρχικά μου. Νιώθω πως όλα είναι μαγνήτης και πάντα θα γυρνώ εδώ. Νιώθω ασφαλής στους δρόμους που έχουν λιώσει τα παπούτσια μου. Στα μαγαζιά που όταν μπαίνω το πρωί με χαιρετούν, κι οι υπάλληλοι χαμογελούν ενώ μου ψήνουν τον εσπρέσο. Τα φώτα της πόλης τρεμοπαίζουν ανάμεσα στα άχαρα τσιμέντα, κι εγώ σκέφτομαι πως μου ανήκουν, πως φωτίζουν μονάχα για μένα - για μας.
Είχα πει πως σταματάω κι εσύ μου έκλεψες τα φρένα. Είχα πει πως έχω τον έλεγχο και εσύ ήρθες και μου άλλαξες όλο τον κόσμο. Είχα πει πως δεν ξαναγράφω και κοίτα τώρα να δεις.
Μου παίζεις πιάνο κι εγώ καίγομαι. Διαβάζω τα βιβλία σου και καίγομαι. Γράφεις τις εργασίες σου και καίγομαι. Με κοιτάς και καίγομαι. Υπάρχεις και καίγομαι. Καίγομαι, καίγομαι, καίγομαι. Γιατί πρέπει πάντα να καίγομαι;
Λοιπόν, είδα όνειρο υπερπαραγωγής. Εγώ και ο Σερντάρης . Είδα ότι ήμουν εγώ και άλλα δύο αγόρια στο κάστρο του Ρίου , μας είχε ξεβράσει το κύμα και ήτανε νύχτα. Ξαφνικά , ενώ ανοίξαμε τα μάτια μας κρατούσαμε καραμπίνες και πιστόλια ενώ είχαμε την ίδια απορία: " Γιατί οπλοφορούμε ; " . Σηκωνόμαστε απο την άμμο , υπήρχε ένα αίσθημα βρόμικου κυνηγητού στην ατμόσφαιρα, κάπως έπρεπε να ξεφύγουμε και να προστατευτούμε αλλά δεν ξέραμε ούτε το πως , ούτε απο ποιόν , ούτε γιατί . Κάποια στιγμή , ακούμε έναν θόρυβο λες και περνούσε τρένο , γυρνάμε κεφάλι και έτσι όπως ήμασταν μέσα στο χάος εγκλωβισμένοι βλέπουμε όντως μπροστά μας να περνάει ένα τρένο και οι επιβάτες τους να είναι μετανάστες . Εκεί καταλάβαμε, μας έψαχναν οι ξένοι να μας σκοτώσουν, αλλά ακόμα δεν είχαμε βρεί το γιατί . Κρυβόντουσαν πίσω απο κάτι εγκαταλελειμμένα πλοία , βλέπαμε πίσω απο τους σκουριασμένους τοίχους την αρχή του όπλου και τις φιγούρες να στέκονται έτοιμες να μας σημαδέψουν. Είδα μία παράξενη κίνηση ακριβώς μπροστά μας.
" Σκότωσε τον ,τον πούστη". θέμα ρατσισμού δεν είχα ποτέ. Ακόμα και στο όνειρο ένιωθα πως τους αντιμετώπιζα απλά σαν ανθρώπους για να σώσω το τομάρι μου και τους φίλους μου. Αλλάζει σκηνικό ξαφνικά το όνειρο. Βλέπω πως τηλεμεταφερθήκαμε σε ένα σπίτι , που υποψιάζομαι οτι ήταν των ξένων που προσπαθούσαν να μας σκοτώσουν.
" Μπήκαμε στην φωλιά του διαβόλου" λέω στα παιδιά . Ακούμε ομιλίες , δεν προλαβαίνουμε , μας παίρνουν χαμπάρι . Ψάχνουμε κρυψώνες και γωνιές για να μην μας ανακαλύψουν. Οι πυροβολισμοί αρχίσανε να πέφτουν . Τους φίλους μου τους έχασα απο το οπτικό μου πεδίο μέσα στην αναμπουμπούλα . Κοιτάω απέναντι στην γωνιά του σαλονιού, ένας απο τους μετανάστες με κοιτάει σαν να μου λέει " επιτέλους" . Ανυψώνω το όπλο και τον στοχεύω στο κεφάλι . Τα χέρια μου τρέμουν . Πέφτουν πάλι πυροβολισμοί, αλλά αυτή την φορά μεταξύ μας . Στον πέμπτο πυροβολισμό κάνω μια στροφή και βλέπω πίσω μου ένα δωμάτιο , κάνω την κίνηση να μπώ κάτω απο το κρεβάτι , ενώ το πάπλωμα που υπήρχε εκεί το έσπρωξα με το σώμα μου προς τα έξω ξέροντας πως θα με βρούν. Βούιζε το κεφάλι μου. Δεν με ένοιαζε αν θα με έβρισκαν . Ήταν λες και με έπαιρνε σιγά σιγά ένας βαθύς ύπνος. Αμίλητη. Όλα γύρω μια εκκωφαντική σιωπή. Τα μάτια μου έκλεισαν . Τότε κατάλαβα οτι πλέον ήταν ήδη αργά. Η σφαίρα είχε βρει στο κορμί μου.