#φεγγαράκι
Explore tagged Tumblr posts
Text
#greek#greek quotes#γρεεκ#γρεεκ ποστς#ελληνικά#ellhnika#γρεεκζ#only greek#greek posts#greekquotes#moon#φεγγαράκι
107 notes
·
View notes
Text
Απ’ όλα τ’ άστρα τ’ ουρανού ένα είναι που σου μοιάζει
ένα που βγαίνει το πουρνό όταν γλυκοχαράζει.
Κυπαρισσάκι μου ψηλό, ποια βρύση σε ποτίζει,
που στέκεις πάντα δροσερό, κι ανθείς και λουλουδίζεις.
Της θάλασσας τα κύματα τρέχω και δεν τρομάζω
κι όταν σε συλλογίζομαι, τρέμω κι αναστενάζω.
Τι να σου πω; Τι να μου πεις; Εσύ καλά γνωρίζεις
και την ψυχή και την καρδιά εσύ μου την ορίζεις.
Να ’χα το σύννεφ’ άλογο και τ’ άστρι χαλινάρι
το φεγγαράκι της αυγής να ’ρχόμουν κάθε βράδυ.
Αν μ’ αγαπάς κι είν’ όνειρο, ποτέ να μην ξυπνήσω
γιατί με την αγάπη σου ποθώ να ξεψυχήσω.
Μάνος Χατζιδάκις - Τα Λιανοτράγουδα (απόσπασμα)
youtube
#poetry#ποίηση#nature#landscape#writers#γρεεκ ποστς#greek posts#stars#νυχτερινός ουρανός#γρεεκ ταμπλρ#greek tumblr#Youtube
20 notes
·
View notes
Text
05/07/2024, 22:06
Enzo has yet to be released from the hospital; the doctors insisted on monitoring him overnight after he'd ended up having another heart attack when he arrived at the hospital.
Luckily, his mother is happy to take care of Eleni for the night. What he doesn't expect is a call so late at night from her — she's nearing 70; she's never up this late
"Mama, why are you up? Is El up too?" he asks in a hushed voice over the phone, genuinely concerned.
"She's sleeping, φεγγαράκι, and you should be too," she responds, the slight scolding tone in her voice clear as day despite the poor audio quality. "I don't like to sleep when you aren't well."
Enzo sighs softly. "I promise, Mama, I'm fine."
Thalia makes a worried noise. "But your heart–"
"–Just wasn't ready for that much strain." He cuts her off, tone soft and genuine. "I'm okay, Mama. Now rest. I'll see you in the morning."
Thalia is quiet for a moment before responding. "Of course. See you in the morning."
#typing files#little princess (eleni)#a new perspective (l!enzo)#mother of mothers (thalia onassis pantazis)
2 notes
·
View notes
Text
Του νεκρού αδελφού
Μάννα μὲ τοὺς ἐννιά σου γιοὺς καὶ μὲ τὴ µιά σου κόρη, τὴν κόρη τὴ µονάκριβη τὴν πολυαγαπηµένη, τὴν εἶχες δώδεκα χρονῶ κ’ ἥλιος δὲ σοῦ τὴν εἶδε! ’Σ τὰ σκοτεινὰ τὴν ἔλουζε, ’ς τἄφεγγα τὴ χτενίζει, ’ς τἄστρι καὶ τὸν αὐγερινὸ ἔπλεκε τὰ µαλλιά της. Προξενητᾶδες ἤρθανε ἀπὸ τὴ Βαβυλῶνα, νὰ πάρουνε τὴν Ἀρετὴ πολὺ μακριὰ ’ς τὰ ξένα. Οἱ ὀχτὼ ἀδερφοὶ δὲ θέλουνε κι’ ὁ Κωσταντῖνος θέλει. «Μάννα µου, κι’ ἂς τὴ δώσωμε τὴν Ἀρετὴ ’ς τὰ ξένα. ’ς τὰ ξένα κεῖ ποῦ περπατῶ, ’ς τὰ ξένα ποῦ πηγαίνω, ἂν πάμ’ ἐμεῖς ’ς τὴν ξενιτειά, ξένοι νὰ μὴν περνοῦμε. —Φρόνιμος εἶσαι, Κωσταντή, μ’ ἄσχημα ἀπιλογήθης. Κι’ ἃ μὄρτῃ, γιέ µου, θάνατος, κι’ ἃ µόρτῃ, γιέ µου ἀρρώστια, κι’ ἂν τύχῃ πίκρα γῇ χαρὰ ποιὸς πάει νὰ μοῦ τὴ φέρῃ; —Βάλλω τὸν οὐρανὸ κριτὴ καὶ τοὺς ἁγιοὺς μαρτύρους, ἂν τύχῃ κ’ ἔρτῃ θάνατος, ἂν τύχῃ κ’ ἔρτῃ ἀρρώστια, ἂν τύχῃ πίκρα γἢ χαρά, ἐγὼ νὰ σοῦ τὴ φέρω.» Καὶ σὰν τὴν ἐπαντρέψανε τὴν Ἁρετὴ ’ς τὰ ξένα, κ’ ἐμπῆκε χρόνος δίσεχτος καὶ μῆνες ὠργισμένοι κ’ ἔπεσε τὸ θανατικό, κ’ οἱ ἐννιὰ ἀδερφοὶ πεθάναν, βρέθηκε ἡ µάννα μοναχὴ σὰν καλαμιὰ ’ς τὸν κάμπο.
’Σ ὅλα τὰ μνήµατά ἐκλαιγε, ’ς ὅλα μοιρολογειῶταν, ’ς τοῦ Κωσταντίνου τὸ μνημειὸ ἀνέσπα τὰ μαλλιά της. «Ἀνάθεμά σε, Κωσταντή, καὶ µυριανάθεµά σε, ὁποῦ μοῦ τὴν ἐξώριζες τὴν Ἀρετὴ ’ς τὰ ξένα! τὸ τάξιµο ποῦ μοῦ ταξες πότε θὰ μοῦ τὸ κάμῃς; Τὸν οὐρανό βαλες κριτὴ καὶ τοὺς ἁγιούς, μαρτύρους, ἂν τύχῃ πίκρα γἢ χαρὰ νὰ πᾶς νὰ μοῦ τὴ φέρῃς.» Ἀπὸ τὸ µυριανάθεµα καὶ τὴ βαρειὰ κατάρα, ἡ γῆς ἀναταράχτηκε κι’ ὁ Κωσταντὴς ἐβγῆκε. Κάνει τὸ ��ύγνεφο ἄλογο καὶ τἄστρο χα��ινάρι, καὶ τὸ φεγγάρι συντροφιὰ καὶ πάει νὰ τῆς τὴ φέρει. Παίρνει τὰ ὄρη πίσω του καὶ τὰ βουνὰ µπροστά του. Βρίσκει την κ’ ἐχτενίζουνταν ὄξου ’ς τὸ φεγγαράκι. Ἀπὸ μακριὰ τὴ χαιρετᾷ κι’ ἀπὸ κοντὰ τῆς λέγει· «Ἄιντε ἀδερφή, νὰ φύγωμε ’ς τὴ µάννα µας νὰ πάµε. —Ἀλίμονο ἀδερφάκι µου, καὶ τί εἶναι τούτη ἡ ὥρα; Ἂν ἴσως κ’ εἶναι γιὰ χαρά, νὰ στολιστῶ καὶ νά ρθω, κι’ ἂν εἶναι πίκρα, πὲς µου το, νὰ βάλω μαῦρα νά ρθω. —Ἔλα Ἀρετή, ’ς τὸ σπίτι µας, κι’ ἃς εἶσαι ὅπως καὶ ἂν εἶσαι.» Κοντολυγίζει τἄλογο καὶ πίσω τὴν καθίζει. ’Σ τὴ στράτα ποῦ διαβαίνανε πουλάκια κιλαϊδοῦσαν, δὲν κιλαϊδοῦσαν σὰν πουλιά, μήτε σὰ χελιδόνια, μόν’ κιλαϊδοῦσαν κ’ ἔλεγαν ἀνθρωπινὴ ὁμιλία. «Ποιὸς εἶδε κόρη νὄμορφη νὰ σέρνῃ ὁ πεθαµένος! —Ἄκουσες Κωσταντῖνε µου, τί λένε τὰ πουλάκια; —Πουλάκια εἶναι κι’ ἃς κιλαϊδοῦν, πουλάκια εἶναι κι’ ἃς λένε.» Καὶ παρεχεῖ ποῦ πάγαιναν κι’ ἄλλα πουλιὰ τοὺς λένε. «Δὲν εἶναι κρῖμα κι’ ἄδικο, παράξενο, µεγάλο, νὰ περπατοῦν οἱ ζωντανοὶ μὲ τοὺς ἀπεθαμένους! —Ἀκουσες, Κωσταντῖνε μου, τί λὲνε τὰ πουλάκια, πῶς περπατοῦν οί ζωντανοὶ μὲ τοὺς ἀπεθαμένους. —Ἀπρίλης εἶναι καὶ λαλοῦν καὶ Μάης καὶ φωλεύουν. —Φοβοῦμαι σ’ ἀδερφάκι μου, καὶ λιβανιαῖς μυρίζεις. —Ἐχτὲς βραδὺς ἐπήγαμε πέρα ’ς τὸν ἅη Γιάννη, κ’ ἐθύμιασέ μας ὁ παπᾶς μὲ περισσὸ λιβάνι.» Καὶ παρεμπρὸς ποῦ πήγανε, κι’ ἄλλα πουλιὰ τοὺς λένε.
«Γιὰ ἰδὲς θᾶμα κι’ ἀντίθαμα ποῦ γίνεται ’ς τὸν κόσμο, τέτοια πανώρια λυγερὴ νὰ σέρνῃ ὁ πεθαµένος!» Τἄκουσε πάλι ἡ Ἀρετὴ κ’ ἐρράγισε ἡ καρδιά της. «Ἄκουσες, Kωσταντάκη µου, τί λένε τὰ πουλάκια; —Ἄφησ’ Ἄρέτω, τὰ πουλιὰ κι’ ὅ τι κι’ ἂ θέλ’ ἃς λέγουν. —Πές µου, ποῦ εἰναι τὰ κάλλη σου, καὶ ποῦ εἰν’ ἡ λεβεντιά σου, καὶ τὰ ξανθά σου τὰ μαλλιὰ καὶ τὄμορφο µουστάκι; —Ἕχω καιρὸ π’ ἀρρώστησα καὶ πέσαν τὰ μαλλιά µου.» Αὐτοῦ σιµά, αὐτοῦ κοντὰ ’ς τὴν ἐκκλησιὰ προφτάνουν. Βαριὰ χτυπᾷ τἀλόγου του κι’ ἀπ’ ἐμπροστά της χάθη. Κι’ ἀκούει τὴν πλάκα καὶ βροντᾷ, τὸ χῶμα καὶ βοΐζει. Κινάει καὶ πάει ἡ Ἀρετὴ ’ς τὸ σπίτι μοναχή τῆς. Βλέπει τοὺς κήπους της γυμνούς, τὰ δέντρα µαραμμένα, βλέπει τὸν μπάλσαµο ξερό, τὸ καρυοφύλλι μαῦρο, βλέπει μπροστὰ ’ς τὴν πόρτα της χορτάρια φυτρωμένα. Βρίσκει τὴν πόρτα ��φαλιστὴ καὶ τὰ κλειδιὰ παρµένα, καὶ τὰ σπιτοπαράθυρα σφιχτὰ µανταλωμένα. Κτυπᾷ τὴν πόρτα δυνατά, τὰ παραθύρια τρίζουν. «Ἂν εἶσαι φίλος διάβαινε, κι’ ἂν εἶσαι ἐχτρός µου φύγε, κι’ ἂν εἶσαι ὁ Πικροχάροντας, ἄλλα παιδιὰ δὲν ἔχω, κι’ ἡ δόλια ἡ Ἀρετοῦλα µου λείπει μακριὰ ’ς τὰ ξένα. —Σήκω, μαννοῦλα µου ἄνοιξε, σήκω, γλυκειά µου µάννα. —Ποιὸς εἶν’ αὐτὸς ποῦ μοῦ χτυπάει καὶ μὲ φωνάζει μάννα; —Ἄνοιξε, μάννα µου ἄνοιξε κ’ ἐγώ εἰμαι ἡ Ἀρετή σου.» Κατέβηκε ἀγκαλιάστηκαν κι’ ἀπέθαναν κ’ οἱ δύο.
-Παραδοσιακό τραγούδι της Ανατολικής Ρωμυλίας.
4 notes
·
View notes
Text
Greek folk song, φεγγαράκι μου λαμπρό, my little moon so bright, from the early 1800s - late 1700s
please do look it up if you dont know the date bc there may be at least an approximate answer and otherwise the last option will completely dominate and this poll will be boring.
and dont be like 'but i cant sing'... just answer the earliest tune you know well enough that you COULD sing it
periods of western classical music provided only for reference
14K notes
·
View notes
Text
ISBN: 978-618-225-086-0 Εκδότης: Χάρτινη Πόλη Σειρά: Τραγουδώ με τα Ζωάκια Σελίδες: 12 Ημερομηνία Έκδοσης: 2024-05-20 Διαστάσεις: 20 x 20 Εξώφυλλο: Σκληρόδετο
0 notes
Text
ISBN: 978-618-225-086-0 Εκδότης: Χάρτινη Πόλη Σειρά: Τραγουδώ με τα Ζωάκια Σελίδες: 12 Ημερομηνία Έκδοσης: 2024-05-20 Διαστάσεις: 20 x 20 Εξώφυλλο: Σκληρόδετο
0 notes
Video
youtube
Χάρτινο το φεγγαράκι & Έλα πάρε μου τη λύπη - Τζένη Βάνου & Ορχήστρα Ελα...
0 notes
Text
Ρίτας Μπούμη-Παπά, «Υπόγειο»
Τους ήλιους δεν εμέτρησες που σε ζητήσαν τόσα χρόνια πού είσαι κόρη με τα γαλάζια τσίνορα; Σ’ έκρυψε στο φουστάνι της η μαραμένη γυναίκα πέντε χειμώνες σ’ έθαψαν με χιόνι λασπερό.
Βαθιά στη γη υποτάχτηκες όπως μια ρίζα ψηλά τεντώνεσαι για να καλημερίσεις ένα λουλούδι που βασιλεύει στον καιρό του διψά η καρδιά σου για καινούργιο κάτοικο.
Μεγάλη νυχτερίδα από το φως σου θρέφεται γι’ αυτό νωρίς βραδιάζει πριν χορτάσεις στα ψηλά δώματα βόσκει το μεσημέρι τους δρόμους καβαλίκεψε το ξανθό κύμα του.
Ύψος δεν έχει για τα ��υο φτερά σου να λιώσει η πάχνη να φωνάξει το αίμα σου, ξέχασες την αφή που 'χει ο ουρανός στην άνθισή του από μια τρύπα διακονεύεις την αγάπη του.
Πεθαίνεις με τους ποιητές κάθε ηλιοβασίλεμα τα χέρια σου μυρίζουν από τα μαλλιά τους χτυπά η καμπάνα που δεν πιστεύεις πια σε ξένη αυλή το φεγγαράκι δοκιμάζεις.
Μαδάς του ημεροδείχτη το πιστό τριαντάφυλλο σε τόσο βάθος τρων σκουλήκια τον πατέρα σου όμοια κι εδώ ακέρια μέρα δε χωρεί κ’ είναι το φιλικό το βήμα απ’ άλλο κόσμο.
Σου 'φερε ο Μιλόζ φέτος την άνοιξη την πείνα σου ποιος άλλος να συλλογιστεί; Φουρτούνιασε τη γειτονιά το φιλντισένιο αμάξι του γίνου όμορφη στα περιβόλια θα σε δείξει!
Έχεις ένα χαμόγελο από μαργαριτάρια ψαράδες Σικελοί το ταίριαξαν να το φοράς ψάξε και βρες το πριν το κλειδώσει η νύχτα σ’ ένα σεντούκι πιο βαθύ απ’ το δικό σου.
0 notes
Text
Ετών 42. Έγγαμη. Ψηλή με κοινό όνομα και περιστοματική κυάνωση. Δεν οξυγονώνεται καλά, έλεγε τρυφερά ο άντρας της, στις συνελεύσεις της πολυκατοικίας που την έπαιρνε. Σπάνια την έπαιρνε κάπου αλλού. Εργάζεται, άλλωστε, διαρκώς στο σπίτι. Μαγειρεύει, σκουπίζει και πλένει. Μαγειρεύει κυρίως κρεατικά - ψητά, κοκκινιστά και κιμάδες. Ο άντρας της είναι κρεατοφάγος. Σκουπίζει τα πιάτα, τον πάγκο, τα μάτια της και τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι. Τρεις φορές ημερησίως, τουλάχιστον, όσες και τα γεύματα που τρώνε μαζί. Τα σκουπίζει και τα τρώει. Ο άντρας της είναι εξαιρετικά οικονόμος και εξαιρετικά ευφάνταστος. Αν δεν το κάνει, θα της ζητήσει να τα γλύψει στα τέσσερα. Πλένει τα πιάτα, τα τζάμια, τα πόδια του και τα λευκά του εσώρουχα. Τα τελευταία σχεδόν με ευλάβεια και με σαπούνι Μασσαλίας – ο άντρας της προσέχει πολύ ό,τι αγγίζει το κρέας του. Επιμένει στις ευαίσθητες περιοχές τους – μασχάλη, λαιμόκοψη, καβάλο. Πριν τα ξεβγάλει τα βλέπει στο φως. Και αφού τα ξεβγάλει, ξανά. Ο άντρας της είναι εξαιρετικά σχολαστικός, αν δει κιτρινίλα, τα σπάει. Στο τέλος πλένει και τη σαπουνοθήκη. Σιδερώνει επίσης μετά μανίας. Ο άντρας της θέλει τα πάντα με τσάκιση. Ακόμα και το στόμα της. Συχνά της το τσακίζει ο ίδιος. Οπότε η περιστοματική της κυάνωση φτάνει μέχρι τα αυτιά. Ο άντρας της γνωρίζει πολλές γυναίκες. Τα βράδια την υποχρεώνει να κάθεται στην οθόνη μαζί του και να βλέπει τις φωτό που του στέλνουν. Όταν το κάνει χαϊδεύεται και τη βάζει να λέει ότι είναι η πουτ@ν@ του. Αν δεν το κάνει, του πέφτει και τότε βγάζει το όπλο και το στριφογυρίζει. Ο άντρας της είναι αστυνομικός και οπλοφορεί. Του αρέσει να χώνει το υπηρεσιακό του περίστροφο μέσα της και να τη ρωτά αν της αρέσει. Δεν ξέρω για τις άλλες, εγώ έπρεπε να απαντάω πάντα ναι, είπε στο δικαστήριο, ακόμα κι όταν δεν σάλιωνε την κάννη. Συχνά το ακουμπά και στα πόδια της κόρης τους. Την καθίζει στα δικά του και το αναδεύει στο πλυμένο βρακάκι της. Ύστερα της απαγγέλλει το φεγγαράκι μου λαμπρό και της λέει να ανέβουν στην ταράτσα να το δουν. Στον ελεύθερο της χρόνο η μητέρα της ψαλιδίζει εφημερίδες και κρατά σημειώσεις για τις φάσεις της σελήνης.
Ένα πρωί η ψηλή γυναίκα με το κοινό όνομα διαβάζει στην εφημερίδα την είδηση του θανάτου του άντρα της. «Έπεσε από τον 5ο στον ακάλυπτο. Το προστατευτικό κάγκελο ήταν σαθρό». Η γυναίκα θυμώνει. Τηλεφωνεί στην εφημερίδα και απαιτεί να γίνει η σχετική διόρθωση άμεσα. Δεν έπεσε, τον έσπρωξα, δηλώνει με έμφαση. Σε έκτακτη έκδοση, η εφημερίδα δημοσιεύει λεπτομέρειες του ατυχήματος «Έπεσε από τον 5ο στον ακάλυπτο, ενώ προσπαθούσε να δείξει το φεγγάρι στο αγγελούδι του» και, παρακάτω, «στην πεντάχρονη κόρη του». Η γυναίκα θυμώνει και άλλο. Επισκέπτεται τα γραφεία της εφημερίδας και ζητά να δει τον αρμόδιο. Δεν έπεσε, εγώ τον έσπρωξα, δηλώνει εκ νέου με έμφαση. Όσο για το φεγγάρι ήταν στη χάση του. Την επομένη η εφημερίδα δημοσιεύει χρωματιστές φωτογραφίες από το γάμο και τη ζωή τους μαζί – η περιστοματική της κυάνωση είναι ήδη εμφανής. Οι ένοικοι της πολυκατοικίας συγκινούνται και κάνουν δηλώσεις. Περιγράφουν τον γδούπο και μέμφονται το κάγκελο και την κακή στιγμή. Τα φύλλα εξαντλούνται. Η γυναίκα θυμώνει ακόμη περισσότερο. Φορά τα καλά της και βγαίνει. Παρουσιάζεται στην αστυνομία και υποβάλλει μήνυση κατά της εφημερίδας για παραπλάνηση της κοινής γνώμης. Στην υπεύθυνη δήλωση του Ν. 105 που επισυνάπτει, αναφέρει συνοπτικά τα εξής: Το φεγγάρι ήταν στη χάση του και η κόρη μου ήταν γυμνή. Την τράβηξα προς τα πάνω μου και την κόλλησα στην κοιλιά μου. Θα παίξουμε την τυφλόμυγα, της είπα. Και ύστερα τον σημάδεψα με το όπλο του. Ήταν στο πεζούλι και το άρπαξα όταν αυτός κουμπωνόταν. Και του είπα να κάνει ένα βήμα προς τα πίσω. Κι ύστερα κι άλλο. Κι άλλο ένα ακόμη, κι άλλο. Το κάγκελο ήταν πράγματι σαθρό.
| Μαρία Καντ | Ή τ α ν στη Χ ά σ η του |
Περιοδικό Intellectum 16, Νοέμβριος 2021 |
Εμείς το διαβάσαμε στο Βιβλιοπωλείο Μικρό Καράβι - Mikro Karavi Bookstore
1 note
·
View note
Photo
wish you were here
119 notes
·
View notes
Text
For real tho....
What is the little moon called in English?
#this pun has destroyed me since i learned English#lemme explain#someone asks (in greek) how do you say φεγγάρι in English?#and you answer moon#and then they ask how do you say φεγγαράκι (little moon) in English#and without realizing it you answer moonaki#and you're done for cause this means pussy in greek#and usually when youre asked that question you may be young that you dont even know what pussy is but youre left alone wondering how tf to#say feggaraki in English bc pussy is obviously not the answer#sugaroto
1 note
·
View note
Text
Απόψε φεγγάρι μου, θέλω να του πεις πόσο πολύ μου λείπει, όσο κι αν δεν τον νοιάζει. Θέλω να του πεις πως όσες ευκαιρίες μου χάρισε η ζωή, δεν τις εκμεταλλεύτηκα, γιατί φοβόμουν την αγάπη. Απόψε φεγγαράκι μου, να του ψιθυρίσεις αυτά που δεν κατάφερα ποτέ μου να του πω. Μα πιο πολύ φεγγάρι μου, θέλω να του πεις πόσο τον αγαπώ.
1 note
·
View note
Text
ISBN: 978-960-593-915-1 Συγγραφέας: Hepworth Amelia Εκδότης: Τζιαμπίρης - Πυραμίδα Σελίδες: 32 Ημερομηνία Έκδοσης: 2024-06-03 Διαστάσεις: 28 x 24.5 Εξώφυλλο: Σκληρόδετο
0 notes
Text
ISBN: 978-960-593-915-1 Συγγραφέας: Hepworth Amelia Εκδότης: Τζιαμπίρης - Πυραμίδα Σελίδες: 32 Ημερομηνία Έκδοσης: 2024-06-03 Διαστάσεις: 28 x 24.5 Εξώφυλλο: Σκληρόδετο
0 notes