#τέχνες
Explore tagged Tumblr posts
Text
H "Εσαεί Εν Ροή" βραβεύει ανθρώπους του πολιτισμού
Για μία ακόμη χρονιά ο πολιτιστικός οργανισμός “Εσαεί Εν Ροή”, που έχει την έδρα του στη Θεσσαλονίκη, βραβεύει ανθρώπους των τεχνών και του πολιτισμού. Μια διοργάνωση που ξεκίνησε το 2004 και συνεχίζεται και σήμερα. Φέτος οι βραβεύσεις αφορούν στα βραβεία Τερψιχόρη, Μελθάλεια, Ευτέρπη, Πολύμνις Καλλιέπουσα και Κλειώ που αναφέρονται στην τέχνη του χορού, στη δραματική, στην ορχηστρική τέχνη, στα…
View On WordPress
1 note
·
View note
Text
An Arabic Christmas Carol https://youtu.be/MvjiVam2HO4 Πηγή: yiorgosthalassis Περισσότερα εδώ: https://romios.gr/aravika-christoygenniatika-kalanta/
0 notes
Text
#greek posts#μαλβίνα κάραλη#βιβλίο#greek#greek post#ellinika#γρεεκ#ελληνικά#βιβλιο#έρωτας και άλλες πολεμικές τέχνες
6 notes
·
View notes
Text
Γιὰ πόσα ὀνόματα ἔχω νὰ γράψω, νὰ δεηθῶ γιὰ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ χαραμισμένο σῶμα τους, γιὰ πόσους ἅγιους καὶ μαρτύρους τῆς ἐκκλησίας μας, γιὰ πόσες ἀδελφὲς κρυφὲς μὲ ἀδυναμία στὴν ποίηση καὶ, γενικῶς στὶς τέχνες, γιὰ πόσους ἄντρακλες ποὺ τό 'λεγε ἡ καρδιὰ τους. Ποιὸς, ἐπιτέλους, θὰ βρεθεῖ νὰ γράψει τ��� μαρτυρολόγιο τοῦτο, ποιὰ πένα ποὺ θὰ στάζει αἷμα θὰ δικαιώσει ὅλους ἐκείνους τοὺς ἀνώνυμους, τὶς ἁγιασμένες ἀπ' τὴ στέρηση ζωές τους;
Καθήκοντα Και Υποχρεώσεις, από την ποιητική συλλογή του Ανδρέα Αγγελάκη «Η μεταφυσική τῆς μιὰς νύχτας» (1982).
16 notes
·
View notes
Text
Η αγάπη είναι απόλαυση. Αγαπάμε για να νιώσουμε αυτήν την εξαγνιστική δόνηση που έχει γεύση από Θεό. Αγαπάμε γιατί η αγάπη είναι εθιστική. Αγαπάμε για εμάς, για την ανάταση της ψυχής μας και την λύτρωση από τον φόβο του θανάτου. Όταν αγαπάς νιώθεις ήδη Αθάνατος.
Ευλογημένοι όσοι μας κάνουν να νιώθουμε έτσι.
Φίλοι, σύντροφοι, συγγενείς, τόποι, ζωάκια, ηλιοβασιλέματα, τοπία, τέχνες. Όλοι και όλα ευλογημένα.
#greek quotes#greek tumblr#greek posts#γκρικ ταμπλερ#ελληνικο tumblr#ελληνικο ποστ#γκρικ ποστ#ελληνικο ταμπλρ#ελληνικά στιχάκια#ερωτας#αγαπη
16 notes
·
View notes
Text
Η πρώτη φωτογραφία μου εδώ συνδυάζει 2 αγαπημένες μου τέχνες και πάθη.Τη μουσική και το καλλιτεχνικό γυμνό.
4 notes
·
View notes
Text
Γιώργος Χρονάς
Με αφορμή το νέο του βιβλίο με τίτλο «Το όνομά μου είναι Γιώργος Χρονάς», από το οποίο παρελαύνει μια ολόκληρη εποχή μυθικών προσώπων, ο ποιητής και εκδότης μιλά για όσα επέλεξε να πει και εξηγεί γιατί «είναι με τους αμόρφωτους».
Ποιητής, εκδότης, δημοσιογράφος, ραδιοφωνικός παραγωγός, θεατρικός συγγραφέας. Ο Γιώργος Χρονάς, ο στενός συνεργάτης του Τσαρούχη που συμμετείχε ως ηθοποιός στις «Τρωάδες» της οδού Καπλανών το 1977, ο συνεργάτης του Χατζιδάκι στο Τρίτο και ο άνθρωπος πίσω από το «Εργοτάξιο Εξαιρετικών Αισθημάτων» - Οδός Πανός, ένα ασπρόμαυρο περιοδικό και μαζί εκδοτικός οίκος, που τόσο θεματικά όσο και αισθητικά επηρέασε καθοριστικά τη γενιά των εντύπων από το 1981 και μετά, ενώ ανέδειξε πλήθος νέων λογοτεχνών, επιτέλους αυτοβιογραφείται.
Από το βιβλίο, που έχει τον τίτλο «Το όνομά μου είναι Γιώργος Χρονάς», παρελαύνει μια ολόκληρη εποχή μυθικών προσώπων με τα οποία συνδέθηκε στενά και για όλα έχει κάτι να πει. Για τον ίδιο είναι σαν μια ακτινογραφία. Ένα ασκημένο μάτι θα διακρίνει πίσω από τις λέξεις όλα όσα επέλεξε να κρατήσει μέσα του.
— Φαίνεται ότι μετά από τόσες ζωές μυθικών καλλιτεχνών που συγγράψατε, ήρθε η ώρα για την αυτοβιογραφία σας. Έχω μια φωνή μέσα μου που μου λέει τι να κάνω. Αυτήν άκουσα και τώρα. Ξεκίνησα μέσα στον Αύγουστο και κάθε μέρα έγραφα τέσσερις ώρες στο βιβλιοπωλείο και τέσσερις ώρες στο σπίτι μου, κάτι παράξενο για μένα γιατί εδώ και καιρό έχω αποφασίσει να αφήσω τα μολύβια κάτω και να ασχολούμαι μόνο με το περιοδικό και τις εκδόσεις μας, που δεν είναι και λίγο πράγμα, συν τις εκθέσεις βιβλίου ‒ παλιά πήγαινα σε πολλές, τώρα πηγαίνω σε δύο, Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Μου έλεγαν συνεχώς πολλοί άνθρωποι, ευγενικοί και σπουδαίοι, ότι αφού γνώρισες αυτούς τους ανθρώπους, πες μας κάτι γι’ αυτούς.
— Μοιάζει να τους προστατεύετε, χωρίς να αποκαλύπτετε πολλά. Έγραψα όσα μπορούσα να πω, τα περισσότερα είναι τελείως προσωπικά και μερικά τα κρατώ για τον εαυτό μου· όταν φύγω για τους Ουρανούς θα τα πάρω μαζί μου. Για τον Θεό. Ή τους θεούς. Αν τα ’γραφα όλα θα σκιζόταν ο ναός κάθετα. Πολλά τα γράφω στα 27 βιβλία μου – πεζά, ποιήματα, θέατρο. Δεν επιδίωξα να γράψω ένα πεζό ποίημα γιατί το ποίημα έχει τους νόμους του, όπως και το πεζό τους δικούς του. Έχω αρκετά πεζά μου βιβλία στα οποία μπορείτε να δείτε τι έχω παρακολουθήσει από θέατρο, μουσική, μπαλέτο, όπερα, σινεμά, γιατί νομίζουν ότι μόνο όταν διαβάζεις βιβλία, γράφεις βιβλία. Εγώ έχω δει 15 διαφορετικές τέχνες, και εικαστικές. Στα πρώτα σαλόνια που διάβασα για την τέχνη μου, τα ποιήματα, με τα οποία μπήκα στη γραφή και στο βιβλίο, ήταν εικαστικών, κατά παράξενο τρόπο. Οι οποίοι, όπως ξέρετε, αυτό που σκέφτονται το κάνουν άυλη τέχνη, παράλληλη, θα έλεγα, της μουσικής. Δηλαδή με την εικόνα εκφράζουν ό,τι η μουσική με συναίσθημα, και ο καθένας την αντιλαμβάνεται όπως θέλει, με βάση τις πληροφορίες ζωής ή της τέχνης του.
— Όμως θα ήθελα να μιλήσουμε για εσάς. Ναι, αλλά όλοι αυτοί είναι οι πρωταγωνιστές μου και με εμπεριέχουν – ο Τσαρούχης, ο Χατζιδάκις, ο Ασλάνογλου, ο Μιχάλης Κατσαρός, η Μαλβίνα Κάραλη. Και ήθελα να χορέψω μαζί τους, γιατί ο χορός απαιτεί δύο πρόσωπα, όπως ξέρετε, και διαλέγω έναν - έναν. Ήταν και μια μέθοδος γραφής αυτή, δεν μπορούσα να τους παρουσιάσω μυθιστορηματικά∙ για κάθε πορτρέτο προσώπου έκανα και μία εκλογή, γιατί είναι άπειρα αυτά που έχω ζήσει μαζί τους κι έχω πάντα οικονομία του λόγου. Θα μπορούσε να είναι άπειρες σελίδες. Ήδη η Αγαθή Δημητρούκα είπε πώς αυτός είναι ο πρώτος τόμος. Δεν θα υπάρξει δεύτερος, αυτόν θα τον πω στον Θεό.
— Καταρχάς, εδώ που φτάσατε, παραμένετε Πειραιώτης ή είστε πια Αθηναίος; Το έχω ξαναπεί, είμαι ένας Πειραιώτης που εμπορεύομαι στην Αθήνα. Αν είχα την επιχείρησή μου στον Πειραιά, δυστυχώς θα είχε κλείσει. Ανήκω στους Πειραιώτες, όπως ο Τσαρούχης και ο Ροντήρης, ο Παπαμιχαήλ, η Δέσπω Διαμαντίδου, ο Πλωρίτης και, φυσικά, η Παξινού που είπε ότι δεν υπάρχει κοινό, το κοινό το κάνουμε εμείς. Το μόνο κόμπλεξ που είχα από το σχολείο ήταν αυτό που κάνω εγώ να μην μπορεί να το κάνει κανείς. Και το έκανα σε αρκετές τέχνες, και στα ποιήματά μου και στα πεζά μου και στο ραδιόφωνο και στο θεατρικό που έγραψα και έπαιξα, και σε άλλα που το κοινό μπορεί να σας πει, όχι εγώ ο ίδιος. Ναι, είμαι Πειραιώτης. Ο Χατζιδάκις χαιρόταν που ήμουν Πειραιώτης γιατί, όπως έλεγε, δεν είχε πάει ποτέ στον Πειραιά. Όπως είπα κάποτε σε μια ραδιοφωνική εκπομπή, αν έφερνα ποτέ τον Έλβις Πρίσλεϊ, εκεί θα τον πήγαινα. Ίσως να ήθελε να δει μερικά μνημεία της Αθήνας, αλλά ο Πειραιάς έχει περισσότερα μνημεία που του πάνε, ερείπια πια.
— Έχει τη θάλασσα. Που έχει και η Θεσσαλονίκη, όπου πηγαίνω πιο συχνά απ’ ό,τι στον Πειραιά. Γιατί στη Θεσσαλονίκη συνάντησα μια σειρά από λογοτέχνες που με στιγμάτισαν. Μερικούς τους είχα συναντήσει και στην Αθήνα, αλλά οι λογοτέχνες στον τόπο τους ανθίζουν αλλιώς. Εκεί ιερουργούν, στην Αθήνα έρ��ονται σαν επισκέπτες, μέχρι να φύγουν.
— Οπότε κι εσείς είστε ένας μόνιμος επισκέπτης της Αθήνας; Ναι, είμαι. Η δουλειά μου είναι εδώ, το σπίτι μου, και αγαπώ τους Αθηναίους. Παρά το ότι ο Πειραιάς απέχει ελάχιστα από την Αθήνα, δεν παύει να είναι το Λίβερπουλ, αν θεωρήσουμε Λονδίνο την Αθήνα. Β’ εκλογική περιφέρεια, ένα επίνειο και, όπως συνηθίζω να λέω, ένα ριγμένο επίνειο. Εκεί διαμορφώθηκα μέχρι τα 13 μου και το λεξιλόγιό μου ανήκει στους φτωχούς καλλιτέχνες που έχουν φτωχό λεξιλόγιο. Δεν πάσχω από λεξιλαγνεία που έχουν ο Εμπειρίκος ή ο Καρούζος.
— Πάντως, ενώ ωριμάσατε σε εποχές πολιτικών ταραχών και ζυμώσεων, δεν ήταν αυτές που σας διαμόρφωσαν αλλά κάτι άλλο. Είχα την ευτυχία να έχω πατέρα που μου έμαθε να είμαι ελεύθερος, και ο Τσαρούχης μου είπε ότι ο Μαρξ παίρνει τα μισά που λέει από το Ευαγγέλιο και τα ενστερνίζεται ως δικά του. Μέσα από την ελευθερία αυτών των δύο ανθρώπων, του πατέρα μου και του ��σαρούχη, όπως και άλλων, του Γκάτσου, του Χατζιδάκι, του Ασλάνογλου, έμαθα να είμαι ελεύθερος και να μην περιορίζομαι σε πολιτικά όρια. Γοητεύτηκα από αυτό που λέει η Μπλανς Ντιμπουά, δεν με ενδιαφέρει η πραγματικότητα, αλλά το όνειρο, η φαντασία. Επειδή μέσα από τους πολιτικούς ζούμε την ανάλογη ζωή που μας λανσάρουν και μας πουλάνε, εγώ διάλεξα τη δική μου ζωή όσο μπορώ μέσα στα όρια μου, πάντα σε σχέση με αυτά που ορίζουν οι νόμοι. Δεν χρωστάω, δεν κάνω αιτήσεις να πάρω λεφτά, δεν επιχορηγήθηκα ποτέ, μόνο ο κόσμος με στηρίζει, και το λέω ευθέως. Δεν έχω πάρει δάνειο, ούτε θαλασσοδάνειο. Κάνω τη δουλειά μου όπως νομίζω∙ συνηθίζω να λέω ότι στις εκθέσεις βιβλίου γίνεται λαϊκό προσκύνημα.
— Αυτό είναι αποτέλεσμα μιας στάσης ζωής. Προσπαθώ να καταλάβω πώς έγινε και δεν συντονιστήκατε με τη γενιά σας. Η γενιά μου έχει κολλήσει όπως η βελόνα σε ένα γραμμόφωνο. Εγώ βλέπω άλλα.
— Θυμάστε πού ήσασταν τη βραδιά του Πολυτεχνείου το 1973; Σχόλασα από τη δουλειά μου στο Σύνταγμα σε ένα γνωστό φωτογραφείο όπου δούλευα –με απέλυσαν μετά‒ και βρέθηκα στην οδό Αιόλου. Θα με είχαν σκοτώσει αν δεν μου είχε πει μια φωνή μέσα μου να βγάλω την ταυτότητά μου και να τη δείχνω αριστερά και δεξιά μου στους αστυνομικούς με τα κλομπ. Αυτοί νόμιζαν ότι είμαι δικός τους και με άφηναν να φεύγω, αλλιώς θα ήμουν με σπασμένο κεφάλι και πεθαμένος. Στην εξ��λιξη της νύχτας αυτής, έγινε το Πολυτεχνείο.
— Ήσασταν θρησκευόμενη οικογένεια; Ναι, αλλά και τα πρώτα θρησκευτικά σκιρτήματα τα ένιωσα στην εκκλησία σαν υγιής άνθρωπος. Είχα υψηλή σεξουαλική κατάσταση ακόμα και ως ανήλικος. Ο Φρόιντ λέει ότι αυτό σε κάνει ευφυή. Έτσι λένε οι μορφωμένοι.
— Εσείς δεν ανήκετε στους μορφωμένους; Εγώ είμαι με τους αμόρφωτους. Ανήκω στην κατηγορία των λογοτεχνών, όπως ο Παζολίνι και κάποιοι άλλοι, που περιγράφει αμόρφωτους ανθρώπους και απευθύνεται σε μορφωμένους. Πολύ δύσκολη δουλειά, καταλαβαίνετε.
— Πότε νιώσατε την ανάγκη να εκφραστείτε μέσω της ποίησης; Όπως λέω και στο βιβλίο, οφείλω πολλά στις σχολές Αυγέρη. Οι σχολές Αυγέρη στον Πειραιά τότε ήταν ό,τι είναι στην Αθήνα η Σχολή Μωραΐτη και το Κολέγιο. Πήγαμε στις πρώτες παραστάσεις στο Δημοτικό Θέατρο, συμμετείχαμε σε κάποιες ως κομπάρσοι και βοηθητικοί, κι έτσι έγραψα το πρώτο μου ποίημα «Κωφά ή βωβά». Μαζί με την αρχαία τραγωδία που είδα στο θέατρο της Μεγαλοπόλεως, 8 χρόνων, μια σπουδαία κατάσταση των παιδικών μου χρόνων, μέχρι 15 χρονών είχα διαμορφωθεί. Περιγράφω στο βιβλίο ότι στην 5η Δημοτικού με σήκωσε ο δάσκαλος να διαβάσω μια έκθεσή μου που ήταν μια φανταστική εκδρομή στο Βουκουρέστι. Αργότερα έκανα σειρά εκπομπών φανταστικών συνεντεύξεων από συγκεκριμένα πρόσωπα, στο Β’ Πρόγραμμα στο ραδιόφωνο. Αργότερα στο Γ’ Πρόγραμμα, στο «Ξενοδοχείο Βαλκάνια», παρουσίαζα ως ρεσεψιόν του, σαν να ήμουν στην υποδοχή του, πρόσωπα που είχαν πεθάνει, όπως ο Μπαχ, ο Πόε, η Μπέτι Ντέιβις, η Γκρέτα Γκάρμπο, ή πρόσωπα που ζούσαν και ερχόντουσαν να μείνουν μια ή δύο βραδιές και τους έπαιρνα συνέντευξη ως ρεσεψιονίστας, πριν τους δώσω δωμάτιο στο ξενοδοχείο. Αυτό έκανα και στο 27ο βιβλίο μου. Όλο από την αρχή.
— Η ποίηση όμως πώς προέκυψε; Μα σε όλα όσα έκανα υπάρχει η ποίηση.
— Τα ποιήματά σας, όπως και η πρώτη περίοδος της Οδού Πανός, βρίθουν από υπαινικτικές αναφορές στον αρχαίο ομοερωτισμό. Στην αυτοβιογραφία σας δεν φωτίζεται αυτή η πλευρά. Με προστάτευσε, όπως σας είπα, ο νόμος των προσωπικών δεδομένων. Γιατί σαφώς δεν τα έκανα μόνος μου όσα έκανα. Ένας διάσημος Αθηναίος, ο αριστερός Μπαχαριάν, μου είπε για τα πρώτα τεύχη της Οδού Πανός ότι είναι το πιο αναρχικό περιοδικό. Κάτι είδε μέσα που δεν ήταν μόνο ο έρωτας.
— Η ελευθερία στον έρωτα εμπεριέχει την αναρχική σκέψη και την επανά��ταση. Μα δεν λανσάρω κάτι νέο. Σε αυτήν τη χώρα τα μουσεία και τα αγγε��α είναι γεμάτα. Εγώ έρχομαι δεύτερος, τρίτος.
— Λέτε ότι οι μεγάλοι σας δάσκαλοι ήταν ο Κατσαρός και ο Ασλάνογλου. Ο Κατσαρός μου πέρασε ένα δαχτυλίδι, ηρέμησα την ψυχή του κι εγώ το δέχτηκα, ενώ η ποίησή μου διαφέρει από του Κατσαρού. Μήπως ενώθηκε πνευματικά μαζί μου; Όταν είπα στον Μανόλη Αναγνωστάκη στο βιβλιοπωλείο του στη Θεσσαλονίκη ότι είμαι φίλος του Κατσαρού, μου είπε «το βλέπω». Είχαν βριστεί, ο Αναγνωστάκης τον κατηγόρησε για παιδεραστή. Και ο Κατσαρός «για τους ποιητές που γράφουν για τις εποχές δίπλα στη θερμάστρα». Αυτό μου το διηγήθηκε ο Μίκης Θεοδωράκης χωρίς να του το ζητήσω. Το γράφω στο βιβλίο μου.
— Από τον Ασλάνογλου τι πήρατε; Οι λογοτέχνες ανήκουν σε δύο κατηγορίες: σε αυτούς που έχουν διαλυμένο νευρικό σύστημα και σε εκείνους που είναι δυνατοί. Ο Ασλάνογλου ανήκε στους πρώτους, χρειαζόταν μπάτλερ σε 24ωρη βάση. Το αντίθετο είναι ο Χριστιανόπουλος. Κι αυτό αντανακλάται και στην τέχνη του. Ο Ασλάνογλου έπαιξε διαφορετικό ρόλο από εκείνον του Κατσαρού. Ένας άντρας της Θεσσαλονίκης που είχε μια μεγάλη περιουσία, αλλά την έχασε και βιοποριζόταν με μαθήματα γαλλικών, μεροδούλι μεροφάι.
— Για εσάς τι ήταν; Ήταν φίλος μου, με αναζητούσε, μου έδειχνε τη θέα από το παράθυρο του καμπινέ και έλεγε: «Από εδώ βλέπεις τη Νέα Ορλεάνη». Μεγάλο μάθημα αυτό.
— Το 1978 ο Αλέξης Τραϊανός απόλαυσε πια σε βιβλίο τα ποιήματα του Ασλάνογλου στις εκδόσεις Εγνατία, και μετά τα δικά σας. Ναι, με τίτλο «Τα μαύρα τακούνια». Πήγαμε σε ένα μπαρ στον Βαρδάρη και με πλησιάσανε γυναίκες και τους είπε να φύγουν. Με ρώτησε μετά αν οι γυναίκες στη συλλογή μου είναι γυναίκες ή τραβεστί και είπα – γυναίκες.
— Ξεκινήσατε έκτοτε έναν διάλογο με αυτή την πλευρά της Θεσσαλονίκης; Με τραβούσε αυτή η γειτονιά εμένα, προτού δω Φασμπίντερ. Είχα δει, φυσικά, την «Ευδοκία». Είχα το ντοκτορά μου από την «Ευδοκία», που μιλούσα σαν τρελός γι’ αυτήν. Πήγα να δώσω στον Δαμιανό 50.000 δραχμές από κάρτες της «Ευδοκίας» που είχα διαθέσει και μου είπε: «Σε παρακαλώ, κράτα τα». Το ίδιο έγινε και με τον Τάκη Κανελλόπουλο, που πήγα να του δώσω χρήματα από το βιβλίο του και μου είπε «δώσ’ τα σε κανέναν φτωχό», ενώ ήταν πάμφτωχος.
— Αναφέρεστε και στον Δημήτρη Καπετανάκη. Με έχει επηρεάσει βαθύτατα. Ήταν ο πρώτος που έγραψε κριτική για τον Τσαρούχη, και πέθανε νέος από φυματίωση. Έγραψε στα αγγλικά και στο Λονδίνο θεωρείται μεγάλος Άγγλος ποιητής.
— Κάθε νέα γνωριμία ήταν μια πόρτα που οδηγούσε κάπου. Εγώ είχα ένα ελάττωμα, να συναντώ ανθρώπους που ήθελα να συναντήσω. Ήθελα να συναντήσω την Μπέλλου∙ τη συνάντησα, το 1973. Αν συνέχιζα μαζί της, θα είχε πει τη ζωή της σ’ εμένα. Αλλά δεν ξαναπήγα. Η Μπέλλου με οδήγησε στη Μέριλιν Μονρόε, να τη δω στο σινεμά, που δεν την είχα δει. Εγώ επειδή μεγάλωσα με εφημερίδες είχα δει σε φωτογραφία να μεταφέρουν τη Μονρόε νεκρή με φορείο… Όταν οι συμμαθητές μου μάθαιναν πόσους κατοίκους έχει το Ρίο ντε Τζανέιρο, εγώ ήθελα να μάθω πόσες εφημερίδες κυκλοφορούσαν και την κυκλοφορία τους. Από 8 χρονών. Αν και πια έχουν μειωθεί, εξακολουθώ να παίρνω τέσσερις την ημέρα.
— Ίσως γι’ αυτό η αισθητική της Οδού Πανός ήταν ασπρόμαυρη και με φωτογραφίες τυπωμένες σαν εφημερίδας, όπως και η θεματική της. Καταρχάς, δεν υπήρχαν λεφτά, και ήταν φτηνό το μαυρόασπρο. Όσον αφορά τη θεματική, πρέπει να ξέρετε ότι η ανακάλυψη ενός νέου φαρμάκου ή μια ανακοίνωση για τον Πλάτωνα στην Ακαδημία Αθηνών γίνεται ταυτόχρονα με μια γυναίκα που γεννάει σε ένα ΚΤΕΛ και πνίγει το μωρό ή πεθαίνει, κι εμένα με ενδιαφέρει περισσότερο αυτό.
— Δεν σας ενδιέφερε το γιατί γεννάει κρυφά σε μια τουαλέτα των ΚΤΕΛ; Εννοώ, πώς αντικρίζετε τις παθογένειες της κοινωνίας; Μα δεν φταίει πάντοτε η κοινωνία, φταίει και η οικογένεια. Γιατί να μην αγαπάει μια μαμά την κόρη της επειδή κάποιος την κατέστησε έγκυο;
— Γιατί υπάρχουν κοινωνικές προκαταλήψεις. Άρα διαιωνίζει η μαμά αυτό που έχει μάθει από τη μαμά και τη γιαγιά της. Γιατί να μη γίνει πιο ωραία μαμά και να αγαπήσει το παιδί της; Κακό είναι; Θα της μάθω εγώ τι να κάνει; Και ποιος θα τη σώσει;
— Αν καταργηθούν κάποιες οπισθοδρομικές αξίες, θα σωθεί. Εγώ δεν το πιστεύω αυτό, επειδή αργεί η επανάσταση του κόσμου και ο κόσμος ζει σε πρόβλημα. Αυτό δεν συμβαίνει μόνο εδώ όμως, γιατί οι Έλληνες πιστεύουν ότι μόνο αυτοί είναι φτωχοί. Και η Ισπανία πέρασε φτώχεια, και η Ιταλία. Στην ταινία «Μάμα Ρόμα» του Παζολίνι περνάει ένα γουρούνι την ώρα που γιορτάζουν έναν γάμο. Ο Άγιος Πέτρος φαίνεται στο βάθος. Η Κοκκινιά ήταν κοντά στη γειτονιά όπου μεγάλωσα και στην προέκταση έβλεπες τον Παρθενώνα και τον Λυκαβηττό. Να μουρλαθώ και να βλέπω τον Λυκαβηττό και τον Παρθενώνα και να μη βλέπω την Κοκκινιά με τις καλύβες για σπίτια και τα αλλαντικά που έφτιαχναν οι Αρμένηδες;
— Από το βιβλίο σας παρελαύνει μια σειρά μύθων της ελληνικής ζωής, τους οποίους γνωρίσατε στην ωριμότητά τους. Όταν ο Τσαρούχης ήρθε στο διαμέρισμά σας στην Πλάκα, στην Οδός Πανός 17, και κοιμήθηκε στρωματσάδα, πρέπει να ήταν κοντά 70 χρονών τότε. Σε κουρελού. Δούλεψα για εκείνον ως γραμματέας και έκανα και δουλειές του σπιτιού. Όταν έφευγε, έπαιρνα ηρεμιστικά, με ξεθέωνε. Μου χάρισε μια γραφομηχανή και μου είπε «αυτή είναι η προίκα σου». Ακόμα την έχω, αλλά δεν τη χρησιμοποιώ. Χειρόγραφα γράφω, όπως όλα τα βιβλία μου, και αυτό με την αυτοβιογραφία μου.
— Αποκάλεσε την παρέα σας και το σπίτι σας «το μεγαλύτερο σαλόνι της Μέσης Ανατολής». Ήταν τρομερά παιδιά, μερικούς τους γνωρίσατε: τον Γιώργο Ορφανό, τον Τουρκοβασίλη, τον Εύμολπο Συναδηνό, τον Χάρη Μεγαλυνό. Παιδιά-θαύματα, όπως τα θαύματα που συνάντησε ο Μπάουι στο Λονδίνο και στη Νέα Υόρκη. Δεν έχω κόμπλεξ να εκτιμήσω το ταλέντο ενός ανθρώπου σε οποιαδήποτε τέχνη, από σκηνοθέτης έως φούρναρης.
— Ο Τσαρούχης σας αποκάλυψε ότι ήταν ερωτευμένος μαζί σας. Έτσι μου είπε όταν πήγα στη Ρώμη το 1975. Του είπα να αισθάνεσαι άνετα, γιατί οι ερωτευμένοι υποφέρουν ‒ και είναι αλήθεια. Η ερωτική συνάντηση προϋποθέτει δύο συμβαλλόμενα μέρη.
— Και ο Χατζιδάκις σας αποκαλύφθηκε. Μου είπε ιδιωτικά «είμαι ομοφυλόφιλος», κοινώς «κάντε με ό,τι θέλετε». Αλλά εγώ διέφυγα. Ένα βράδυ μετά τις παραστάσεις του Πολύτροπου περπατήσαμε στα στενά της Πλάκας και του είπα «γίνατε και ανθολόγος ποιήσεως», αναφερόμενος στον «Μεγάλο ερωτικό», κάτι που εν τέλει του άρεσε γιατί του άρεσα εγώ που του μετέφερα τον Πειραιά. Ανανεωνόταν. Με τους μεγάλους καλλιτέχνες που έκανα παρέα ήμουν αυθεντικός. Δεν ζητούσα τίποτε από αυτούς.
— Πώς εξελίχθηκε αυτή η φιλία; Ραγδαία, με πολλή αγάπη και θαυμασμό. Με πήρε στο Γ’ Πρόγραμμα. Τον πίκρανα όταν πήγα στα Ανώγεια σε ένα συνέδριο που έκανε με όλη την πνευματική Αθήνα παρούσα και είπα ότι «το συνέδριο μυρίζει πτωμαΐνη».
— Τι εννοούσατε με αυτό; Ότι δεν κατάλαβα τίποτα. Δεν του άρεσε αυτό, το καταλαβαίνω. Είπα στη Μαρία Παπαδοπούλου των «Νέων», που πουλούσαν 250.000 φύλλα την ημέρα: «Αν αυτά που άκουσα είναι σπουδαία και δεν κατάλαβα τίποτα εγώ, είμαι βλαξ. Αλλά μπορεί να μην κατάλαβα τίποτα γιατί έχουν πρόβλημα οι άνθρωποι». Ήταν ένας νεανικός παροξυσμός που δεν θα συνέβαινε τώρα, αλλά τότε ήμουν νέος, ωραίος και τρελός και μπορούσα να λέω ό,τι θέλω. Αν ήταν ένας οποιοσδήποτε άλλος υπάλληλος, θα τον απέλυε. Μου αφαίρεσε τον τίτλο της εκπομπής «Οδός Πανός 17» και με αυστηρότητα ένα βράδυ στην πλατεία όπου σύχναζε στο Παγκράτι μού ζήτησε τους τίτλους των εκπομπών που ετοίμαζα. Είναι προς τιμή του που με κράτησε με μόνο αυτόν τον περιορισμό, που θεωρώ σικ, γιατί από αυτό ζούσα. Σε μια άλλη περίπτωση θύμωσε μαζί μου γιατί ανακοίνωσα στον Λιάνη ένα διπλό CD που ετοιμάζαμε, ενώ έπρεπε να το πει πρώτος εκείνος. Έβαλα τα κλάματα σε μια ταβέρνα που ήμασταν. Μάθαινα κι εγώ. Τελικά κυκλοφόρησαν από τον Σείριο το 1999, σε ερμηνεία του ίδιου του συνθέτη, μόνο 4 κομμάτια με τίτλο «Μ.Χ. 2000 μ.Χ.» σε οκτώ χιλιάδες αντίτυπα, και «εξαφανίστηκαν».
— Εξαφανίστηκαν και τα Τραμάκια της «Θαλάσσιας εκδρομής», μια παλιότερη έκδοσή σας της Θεσσαλονίκης, για το «Βιβλίο 1», και «Οι λάμπες» σας. Ναι, σε ροζ εξώφυλλο με ζωγραφιά του Τσαρούχη, ο οποίος πλήρωσε πέντε αγόρια και τα πήγε στη θάλασσα και τα ζωγράφισε γυμνά. Μετά την αρχαιότητα, ο κορυφαίος που κάνει κάτι τέτοιο με γυμνά αγόρια είναι ο Τσαρούχης. Μετά ερχόμαστε εμείς. Με δειλία ο Ασλάνογλου, ο Χριστιανόπουλος άγρια, εγώ επίσης με τον τρόπο μου. Είτε το θέλετε είτε όχι, είμαι ο τελευταίος μετά τον Καβάφη ποιητής που γράφει καβαφικά, χωρίς να μοιάζω καθόλου με τον Καβάφη. Τολμηροί νέοι μπαίνουν κι αυτοί στον αρχαίο χορό.
— Ένας άλλος Σαλονικιός με τον οποίο συνδεθήκατε ήταν ο Δημήτρης Μαρωνίτης. Του έκανε εντύπωση το αίνιγμά μου ίσως. Του έγινα απωθημένο; Έχω ένα ελάττωμα, είμαι κυνηγός, οπότε δεν με ενδιαφέρουν αυτοί που με κυνηγούν, εκτός αν τους έχω κυνηγήσει πρώτος εγώ.
— Μια άλλη παράδοξη φιλία σας ήταν εκείνη με τον Άκη Πάνου. Όντως, γιατί ήταν μοναδικός άνθρωπος. Ρωτούσε τον κουμπάρο του Μανίκα για μένα και αν ζούσε, κι αυτός θα μου είχε υπαγορεύσει τη ζωή του. Ήδη μου είχε πει πολλά που δεν λέγονται, ούτε γράφονται.
— Ωστόσο, προλάβατε και καταγράψατε όσα σας αφηγήθηκε η Καίτη Γκρέυ. Μεγάλη συγγραφέας, την έχω ονομάσει θηλυκό Μαρσέλ Προυστ. Μια σκηνή που στο βιβλίο είναι δύο σελίδες, τον γάμο της στην Αμερική με έναν Ελληνοαμερικάνο, μου την αφηγήθηκε στο ξενοδοχείο της στη Θεσσαλονίκη μέσα σε δύο ώρες.
— Ωστόσο, για το κοινό μεγάλη αφηγήτρια αποδείχθηκε η Πανωραία, η Γυναίκα της Πάτρας. Ο Χατζιδάκις είπε στον βιβλιοπώλη του στη Θεσσαλονίκη ότι είναι το καλύτερο βιβλίο της ζωής του. Ευτυχήσαμε να ��χουμε την πρώτη θεατρική διασκευή από τη Λένα Κιτσοπούλου.
— Πώς σας εμπιστεύτηκε τη ζωή της; Με το που με είδε. Εγώ έχω το εξής: οι άνθρωποι που συναντώ μιλούν μοναδικά σ’ εμένα χωρίς να το επιδιώκω. Το ίδιο έκαναν η Γιώτα Γιάννα, η Καίτη Ντάλη, η Μπέμπα Μπλανς – ο γαλάζιος άγγελός μας.
— Αυτό συμβαίνει με τους πιο λαϊκούς ανθρώπους ή με όλους; Τι φαντάζονται σ’ εμένα δεν καταλαβαίνω. Και θέλουν να με ξεπεράσουν διά της διήγησης, και με ξεπερνάνε, ενώ ανήκουν στα άσματα.
— Μια μεγάλη φιλία σας ήταν με τη Μάνια Τεγοπούλου. Με τη Μάνια γνωριζόμασταν από το 1978, που είχε τις εκδόσεις Άκμων με τον Αρανίτση. Μπαινόβγαινα σπίτι τους, ένα μαγικό σπίτι, και ήταν χαρά μου να βρίσκομαι μαζί τους. Νόμιζα ότι η αδελφή της θα γινόταν η Βλάχου της «Ελευθεροτυπίας», αλλά τελικά εκείνη ακολούθησε καλλιτεχνικό δρόμο, αλλάζοντας το επίθετό της, και η Μάνια ανέλαβε την εφημερίδα. Το λάθος της ήταν που δεν ασχολήθηκε η ίδια. Είχε ζήσει με την τεράστια οικονομική άνεση του πατέρα της και όταν ανέλαβε δεν είχε πείρα. Αλλά ήταν μια γενναία γυναίκα και ως γενναία πέθανε. Οι γενναίοι άνθρωποι πεθαίνουν. Μου έδωσε τη διεύθυνση του ένθετου της «Βιβλιοθήκης» και ενώ μου έκαναν μεγάλο πόλεμο, εκείνη με υποστήριζε. Αργότερα ήρθε να με δει με τη Γαλλίδα σύντροφο του Γιωτόπουλου της «17 Νοέμβρη» στην παράστασή μου για τον Τζέιμς Ντιν στο Ίδρυμα Κακογιάννη το 2016. Ένα μεσημέρι βρισκόμουν στη Θεσσαλονίκη, χτύπησε το κινητό μου και ανάμεσα σε άλλα μου είπε «για φαντάσου να κυκλοφορούσαμε ακόμα και να έπρεπε να υποστηρίξουμε τον Τσίπρα». Ένας από τους λόγους που έκλεισε η «Ελευθεροτυπία», μου είπε, ήταν γιατί ο Ευάγγελος Βενιζέλος αρνήθηκε στις τράπεζες να της δώσουν δάνειο, καθώς η εφημερίδα είχε υποστηρίξει τον Γιώργο Παπανδρέου. Μου είπε κι άλλα, που γράφω στην αυτοβιογραφία μου.
— Ζήσατε την Ομόνοια παλιότερων εποχών. Πηγή κύκνων. Ερχόντουσαν οι κύκνοι για να πεθάνουν, ή να ζήσουν. Ακόμα και τα νέα παιδιά έμπαιναν σε ένα δύσκολο έργο: να ερωτευτούν, να τους ξεγελάσουν, να τους πουν ότι με μια μακαρονάδα θα τους διορίσουν σε υπουργείο. Ήταν μια εποχή με ψέματα. Και όνειρα. Φαντασία, αναγκαστικά.
— Πώς αντιμετωπίζετε τις ανθρώπινες απώλειες; Τους περιέχω όλους. Για μένα, δεν έχει πεθάνει κανείς. Μέχρι να πεθάνω θα τους σέβομαι για όσα μου μάθανε, με τους γονείς μου πρώτους. Τη μητέρα μου, που ��ου είπε «κάνε ό,τι θέλεις μόνο να μην κα��νίζεις», και τον πατέρα μου, που είπε «κάνε τη ζωή σου και άσε τα αυτά». Είχα ελευθερωθεί πλέον με πατρική ευχή. Είχα προνόμιο να έχω γονείς που τους ενδιέφερε να είναι καλά το παιδί τους.
— Δεν σας έλεγξαν ποτέ; Μία φορά ο πατέρας μου είπε για έναν φίλο που με είδε μαζί του «αυτός σ’ τα τρώει;» και δεν του απάντησα, κατά το «συ είπας». Δεν με ενδιέφεραν τα κουτσομπολιά, ούτε και τα συγγενικά. Καταρχάς δεν μου τα τρώει κανείς αν δεν θέλω να τα δώσω – και αν δεν τα έχω.
— Πόσο γρήγορα πέρασε αυτή η ζωή; Πολύ αργά και με πολλή δουλειά. Δούλεψα για δέκα ζωές. Και δουλεύω. Όσο φτάνω.
Daily inspiration. Discover more photos at Just for Books…?
3 notes
·
View notes
Text
Μέσα από τα μάτια της βλέπω μουσεία ολόκληρα. Τέχνες ακατανόητες και αγάλματα που για να τα αγγίξεις, σε ωθούν να προσκυνήσεις την ομορφιά τους πρώτα.
#mine#Αναστασία μου#ελληνικα#greek#greekquotes#greekposts#γκρεεκ#ελληνικά#ellhnika#γρεεκ#γρεεκζ#γκρικ ποστ
14 notes
·
View notes
Text
Θέλω η κόρη μου να μάθει πολεμικές τέχνες, να μην έχει κανέναν άνδρα ανάγκη να την προστατέψει.
-Δαιμεώδης
26 notes
·
View notes
Text
Τα πνεύματα του Γιάννη Τσαρούχη
"...Μιλούμε συνεχώς για Ανατολή και Δύση ξεχνώντας πάντοτε πόσο βαθιά επίδραση είχε η Ελληνική ζωγραφική τόσο στην Ανατολή όσα και στη Δύση. Γι αυτό σκέφτηκα συχνά πως τις τέχνες που δεν ακολουθούν το ελληνικό παράδειγμα θα 'πρεπε να τις χαρακτηρίζουμε με το αν είναι προελληνικές ή με το βαθμό που είναι αντι-ελληνικές, έστω και αν ακολουθούν ελληνικούς τρόπους.
Το τι είναι ελληνικό προσπαθούμε και εμείς οι Έλληνες να το μάθουμε όπως και τόσοι άλλοι. Παράλληλα μ' αυτό ο εξελληνισμός μας είναι παλιότερος και διαφορετικός από τον εξελληνισμό του Δυτικού, που επηρεάζει και εμάς όσο πάει και περισσότερο..."
Γιαννης Τσαρούχης, Φθινόπωρο 1974
9 notes
·
View notes
Note
Για τη σχολή, δε ξέρω αν φταίει το τμήμα μου (που ασχολείται με ηλεκτρονικές τέχνες) σε συνδιασμό με την περιοχή ή αν γενικά στα πανεπιστήμια είναι έτσι. Μου φαίνεται πιο chill πάντως από άλλα που έχω επισκεφτεί. Μπορεί απλά να νιώθω άβολα στον Πειραιά it's big and scary over there.
I hope my σχολή is as good as yours
For sure όπου κ αν πάω θα μου φανεί big and scary over there σε σύγκριση με το "κατσικοχωρι" που ζω τωρα
*κατσικοχωρι μας λένε από το δίπλα χωριό. Άσε... μεγάλο beef
Εντωμεταξύ κάπως έχω καταφέρει κ είμαι σε μια παρέα με lgbt friendly people (half of them lgbt) (δεν ξέρω πως βρεθήκαμε όλοι στο χωριο) σε σημείο που ξεχνάω ότι η υπόλοιπη ανθρωπότητα είναι χομοφομπικ and what if I go to the big city and it's not gay friendly enough
Κ αυτο που μάλλον θα περάσω είναι κάτι π στερεότυπικα ταιριάζει σε cishet κοπέλες so there's that
#✨παιδαγωγικα✨#τωρα απο περιοχες δεν ξερω ψάχνομαι#η ψυχολογια εχει πολλά μορια🥲#im debating on κοινωνιολογια/ξενογλωσσα/νηπιαγωγος#παντως- με τις τελευταίες μετρήσεις των διαγωνισματων περναω σε μια θεατρική σχολη#που εδω και χρονια ηθελα να γινω ηθοποιός αλλα μ το χαλασαν ολοι με το 'δεν θα βρεις δουλειά' κ το ξεχασα#bro why cant i just multi-task#sugaroto asks
10 notes
·
View notes
Text
Εμείς, θα έπρεπε να πράττουμε καλύτερα
Να γνωρίζουμε περισσότερα
Να έχουμε πιο ορθή κρίση
Να είμαστε άνθρωποι του πνεύματος
Ο λαός μας έχει επαναπαυθεί
Στην εντυπωσιακή ιστορία του
Στηρίζεται ακόμα στις πλάτες των αρχαίων προγόνων του
Δίχως να γνωρίζει πια τίποτα για αυτούς
Καμαρώνει για τα κατορθώματα
των προηγούμενων
Στον πόλεμο
Στην επιστήμη
Στις τέχνες
Χωρίς να έχει καμία διάθεση να μάθει από τα λάθη τους,
χωρίς να επιθυμεί να εξελίξει τα σωστά τους
Καμαρώνει για τον ήλιο, τα νησιά
Λες και αυτός τα έπλασε
Λες και δεν γεννήθηκε τυχαία σε αυτή τη γη
Ποια ποιότητα ζωής;
Ποιο πνεύμα;
Γύρω μου θωρώ μονάχα ζήλεια κι έχθρα
Είμαστε πολύ μικροί για αυτόν τον τόπο τελικά
2 notes
·
View notes
Text
#greek posts#βιβλίο#μαλβίνα κάραλη#greek post#greek#ellinika#γρεεκ#ελληνικά#βιβλιο#έρωτας και άλλες πολεμικές τέχνες
4 notes
·
View notes
Text
Θέλω η κόρη μου να μάθει πολεμικές τέχνες, να μην έχει κανέναν άνδρα ανάγκη να την προστατέψει.
2 notes
·
View notes
Text
Ξέρω από wrong moves πιο πολύ απ' το να κάνω τέχνες
2 notes
·
View notes
Text
Αν σταθεί κανείς μπροστά σε ένα γλυπτό του Ron Mueck θα αισθανθεί να μαγνητίζεται από το υπερμέγεθες υπερρεαλιστικό έργο που παίζει με την κλίμακα σαν να βρισκόμαστε σε πείραμα και αναπαριστά με ενοχλητική τελειότητα κάθε λεπτομέρεια για να συνομι��ήσει με ψυχολογικές περιοχές και ανθρώπινες εμπειρίες όπως η αποξένωση, η οικειότητα και η ευαλωτότητα. Σε έναν κόσμο στον οποίο καταναλώνουμε την υπερβολή με κάθε τρόπο, ο Mueck επαναφέρει την αρχική της σημασία. Τα θέματά του είναι βαθιά προσωπικά, καθώς κυρίως ασχολείται με τις ανείπωτες σκέψεις και τα συναισθήματα των ανθρώπων.
Στην τελευταία του έκθεση στο παρισινό Fondation Cartier, ο Αυστραλός γλύπτης αποκάλυψε μια μνημειακή εγκατάσταση με εκατό λευκά κρανία από ρητίνη, ύψους έως 1,5 μ. το καθένα, στοιβαγμένα στο κτίριο που σχεδίασε ο Jean Nouvel. Περιτριγυρισμένοι από αυτό το ανάχωμα κεφαλιών, οι επισκέπτες δεν έχουν άλλη επιλογή από το να βυθιστούν σε αυτές τις υπερσύγχρονες, γιγαντιαίες εικόνες που μοιάζουν να αναπαριστούν το τέλος της ανθρώπινης ματαιοδοξίας. Το λέει και ο τίτλος του έργου, «Vanities». Το έργο είναι ένα θεαματικό κατόρθωμα του γλύπτη, που αποκάλυψε στο κοινό μια νέα εξέλιξη στη γλυπτική του πρακτική, δουλεύοντας τα έργα του χωρίς χρώμα. Είναι η μεγαλύτερή του εγκατάσταση και θεωρείται το μεγάλο μνημειακό του έργο μέχρι σήμερα.
Αυτή η εικόνα είναι εντελώς αντίθετη από την παρουσίαση ενός από τα πιο γνωστά έργα του, ενός γιγάντιου νεογέννητου μωρού –«A Girl (2006)»– που είναι ξαπλωμένο σε μια λευκή πλίνθο, τραβώντας την προσοχή μας με το τεράστιο μέγεθος και τις ρεαλιστικές του λεπτομέρειες. Ζαρωμένο δέρμα, ίχνη αίματος, βρεγμένα μαλλιά, ο ομφάλιος λώρος. Η κάθε λεπτομέρεια σε μεγέθυνση αποκτά άλλη σημασία.
Η δύναμη αυτής της λεπτομέρειας είναι σχεδόν ανησυχητική. Ο Mueck εργάζεται για την αναδημιουργία της σάρκας των ζωντανών όντων με χειρουργική ακρίβεια, συνήθως πηγαίνοντας από ένα καλούπι πηλού σε μια φιγούρα από ρητίνη ή σιλικόνη που στη συνέχεια ζωγραφίζει, προσθέτοντας μαλλιά και ρούχα. Η αξιοσημείωτη τεχνική του τον έχει καθιερώσει ως ηγετική φυσιογνωμία της υπερρεαλιστικής γλυπτικής – έναν προσδιορισμό που ο ίδιος απορρίπτει, καθώς για εκείνον τα πάντα έχουν να κάνουν με την αναλογία.
Οι σχολαστικά φτιαγμένες γλυπτές φιγούρες του Ron Mueck αντικατοπτρίζουν έναν εσωτερικό κόσμο ιδιωτικών συναισθημάτων. Ο ��κπληκτικός ρεαλισμός αυτών των έργων προσκαλεί σε μια ενασχόληση με τις προκλήσεις και τους κινδύνους της ανθρωπότητας γεμάτη ενσυναίσθηση. Οι οικείοι, συγκρατημένοι συλλογισμοί του καλλιτέχνη πάνω σε πανανθρώπινες εμπειρίες και συναισθήματα όπως η γέννηση, ο θάνατος, η αδυναμία, ο φόβος και η συμπόνια, καλούν τους θεατές να αναλογιστούν τόσο τις δικές τους εμπειρίες όσο και των άλλων. Το έργο του προκαλεί μια άμεση συναισθηματική ανταπόκριση χρησιμοποιώντας όλα τα παραδοσιακά στοιχεία του μέσου του –πόζα, χειρονομία, έκφραση προσώπου, κλίμακα και ρεαλισμό– για να δημιουργήσει ισχυρά ψυχολογικά πορτρέτα της ανθρώπινης κατάστασης.
Γεννημένος το 1958 από Γερμανούς γονείς στη Μελβούρνη της Αυστραλίας, ο Ron Mueck μεγάλωσε στην οικογενειακή επιχείρηση κουκλοθεάτρου. Εργάστηκε αρχικά ως σκηνοθέτης σε παιδικές τηλεοπτικές εκπομπές όπως το «Shirl's Neighborhood» και το «Lift Off», πριν μετακομίσει στην Αμερική για να εργαστεί εκεί στον κινηματογράφο και τη διαφήμιση. Το 1986 σχεδίασε και ερμήνευσε τον χαρακτήρα του Λούντο στην ταινία φαντασίας του Τζιμ Χένσον «Λαβύρινθος». Αργότερα συνεργάστηκε ξανά με τον Χένσον στην τηλεοπτική σειρά «The StoryTeller». Το 1996, η ζωγράφος Paula Rego, η πεθερά του, του ζήτησε να φτιάξει μια μικρή φιγούρα του Πινόκιο για την ομαδική της έκθεση «Spellbound: Art and Film», στην γκαλερί Hayward στο Λονδίνο.
Αυτή ήταν η αφορμή για να εγκαταλείψει όλα τα άλλα και να ασχοληθεί με τις καλές τέχνες. Έναν χρόνο αργότερα, το γλυπτό του «Dead Dad», μια αναπαράσταση του πατέρα του, έγινε το αποκορύφωμα της έκθεσης «Sensation» που καθόρισε μια ολόκληρη εποχή στη Βασιλική Ακαδημία Τεχνών του Λονδίνου. Αυτή η ομαδική έκθεση-ορόσημο καθιέρωσε τον Mueck ως έναν από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες της γενιάς του. Το 2000 προσκλήθηκε να περάσει δύο χρόνια ως artist-in-residence στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου, με αποστολή να δημιουργήσει ένα έργο ως απάντηση στη μόνιμη συλλογή. Τα γλυπτά που δημιούργησε εκείνη την περίοδο παρουσιάστηκαν σε ατομική έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη το 2003.
Τα μεγάλα αυτά γλυπτά προκαλούν απέχθεια ως πρώτη αντίδραση. Το πολλαπλάσιο από το φυσικό, το ανθρώπινο μέγεθός τους δημιουργεί έκπληξη αρχικά. Φαίνονται αποκρουστικά και τερατώδη, ωστόσο είναι πολύ πιστά στο μοντέλο τους. Είμαστε εμείς σε μεγεθυντικό καθρέφτη. Ο Mueck δεν επιδιώκει να μεταγράψει την πραγματικότητα, περισσότερο θέλει να χρησιμοποιήσει τα συστατικά της για να αναστατώσει το κοινό.
Έχει σημασία και ο τρόπος που εργάζεται: βλέποντας αυτά τα γλυπτά θα μπορούσε κάποιος να τον φανταστεί σε ένα πολύβουο ή σιωπηλό εργαστήριο να περιστοιχίζεται από δεκάδες βοηθούς. Όμως, στην πραγματικότητα, ισχύει το αντίθετο. Πριν από μερικά χρόνια, δημιούργησε το στούντιό του στο Isle of Wight, στα ανοιχτά της νότιας ακτής της Αγγλίας, όπου κάνει τα πάντα μόνος του.
«Όλα πρέπει να προέρχονται από αυτόν, ακόμα και η πιο ασήμαντη χειρονομία», εξηγεί ο Τσάρλι Κλαρκ, επιμελητής των εκθέσεών του, στενός φίλος και συνεργάτης του καλλιτέχνη. Ο Mueck αρνείται να μιλήσει δημόσια για τη δουλειά του και ο Κλαρκ λέει ότι προτιμά τη χειροτεχνία έναντι του λόγου και πιστεύει ότι ένα έργο πρέπει να στέκεται και να μιλά από μόνο του. Παρά τη διεθνή του φήμη, η δημιουργική διαδικασία του Mueck παραμένει πολύ αργή. Για τα εκατό γιγάντια κρανία της εγκατάστασης «Mass» (2017), χρειάστηκε έναν ολόκληρο χρόνο για να σχεδιάσει το αρχικό καλούπι και άλλον ένα χρόνο για να φτιάξει 99 αντίγραφα από αυτό.
Ενώ το έργο του Mueck είναι –όπως το αντιλαμβάνεται και ο ίδιος–, αρραγές, η συνέχεια ενός μοτίβου, με τα εκθαμβωτικά λευκά μονόχρωμα κρανία και τα τρία γιγάντια μαύρα σκυλιά που έβαλε στο υπόγειο του Ιδρύματος Καρτιέ έχει σταδιακά πάρει απόσταση από τον ρεαλισμό και έχει επικεντρωθεί στο αποτέλεσμα που δημιουργεί ένα όλο και πιο απόλυτο, απειλητικό έργο.
Και ο τρόπος εργασίας του εξελίσσεται. Αν και πιστός στη χειροποίητη τεχνική του, ο Mueck βασίζεται επίσης σε νέες τεχνολογίες, όπως η τρισδιάστατη εκτύπωση, που τον βοήθησε να σχεδιάσει το τελευταίο του έργο. Όμως, το πιο εκπληκτικό κομμάτι της έκθεσης στο Καρτιέ είναι ένα μικρό γλυπτό από κόκκινο πηλό – μια σκηνή στην οποία πέντε άνδρες δένουν ένα γουρούνι στο έδαφος. Για πρώτη φορά στην καριέρα του, ο Αυστραλός καλλιτέχνης επέλεξε να αφήσει τον πηλό ακατέργαστο, απλώς σημειωμένο από μερικά δακτυλικά αποτυπώματα, ως σκόπιμη μορφή ατέλειας. Πιθανότατα εξελίσσει μια άλλη μορφή τεχνικής και θα ήθελε να την παρουσιάσει σαν εργασία σε εξέλιξη.
Τα έργα του δεν απομακρύνονται από την ίδια θεματική, την έκθεση ενός μνημειώδους και «διαχρονικού» έργου, το οποίο προωθεί έναν ατελείωτο προβληματισμό για την ανθρώπινη κατάσταση που εκτείνεται πολύ πέρα από τη ζωή μας. Τα «Mother and Child», «Pregnant Woman», «Man in a Boat» και «Swaddled Baby» είναι έργα του φτιαγμένα από μνήμη και φαντασία και έχουν δημιουργήσει ένα φανατικό κοινό, οι εκθέσεις του είναι καλλιτεχνικά γεγονότα, όπως στο MAM, στο Ρίο ντε Τζανέιρο, όπου έκανε τη μεγαλύτερη σε επισκεψιμότητα έκθεση του μουσείου από την έναρξη της λειτουργίας του, ενώ πολλά έργα του έχουν εκτεθεί δίπλα σε αυτά του Λούσιαν Φρόιντ ή του Μανέ.
«Τα έργα δημιουργούν μια έντονη συναισθηματική κατάσταση, μια συνομιλία και αλληλεπίδραση όχι μόνο με το κοινό αλλά και με τον ίδιο τον Mueck, ο οποίος αντλεί από τις δικές του έντονες προσωπικές σκέψεις, συναισθήματα και εμπειρίες ζωής για να δημιουργήσει έναν κατάλογο πανανθρώπινων συναισθημάτων και εμπειριών με τις οποίες όλοι μπορούμε να σχετιστούμε. Και την αίσθηση της ζωής και του θανάτου, και όλων αυτών που συμβαίνουν ενδιάμεσα», λέει ο ιστορικός τέχνης και επιμελητής Jasper Sharp.
Το απαράμιλλο βλέμμα του καλλιτέχνη στις σωματικές και ψυχολογικές λεπτομέρειες τις οποίες ερευνά επίπονα αφορά τόσο τα ατομικά όσο και τα καθολικά συναισθήματα που περιλαμβάνουν την εμφανή παρουσία μιας ψυχής ή μιας ζωντανής δύναμης.
Είναι μέρος αυτού που κάνει τις φιγούρες του τόσο συναρπαστικές, ακόμα και όταν το γλυπτό είναι ένα σφαγμένο κοτόπουλο. Η έμπνευση για αυτό το έργο ήρθε από την επίσκεψη του καλλιτέχνη σε μια αγορά του Puerto Vallarta, όπου είδε σφάγια πουλερικών κρεμασμένα προς πώληση. Μια σπάνια μη ανθρώπινη μορφή στο έργο του, το νεκρό ζώο είναι εμποτισμένο με ένα εντυπωσιακό πάθος που προκαλεί ταύτιση.
Οι ακίνητες φιγούρες του προκαλούν περισυλλογή, ενδοσκόπηση και μια ηδονοβλεπτική επιθυμία, συγχρόνως με μια επιθυμία ταύτισης με την ανθρώπινη κατάσταση που εκφράζουν αυτές οι συγκλονιστικές στιγμές που παρουσιάζει. Δημιουργεί κάποια από τα πιο υποβλητικά γλυ��τά της εποχής μας και ο φαινομενικός ρεαλισμός τους έχει την ικανότητα να δημιουργεί συναρπαστικές αλληλεπιδράσεις.
Daily inspiration. Discover more photos at Just for Books…?
5 notes
·
View notes