#μαγεία από μακριά
Explore tagged Tumblr posts
Text
https://www.medyumynus.com Επικοινωνήστε μαζί μου 24/7 στο WhatsApp στον ιστότοπό μου χωρίς δισταγμό. Γράψτε στο Whatsapp στον ιστότοπό μου 24 ώρες το 24ωρο, 7 ώρες το 24ωρο για να φέρετε πίσω τον χαμένο, Ξόρκι θανάτου, Ξόρκι σαπουνιού, Ψυχικό Χότζα, Ξόρκι χωρισμού, Ξόρκι ψύξης, Ξόρκι διαζυγίου, για όλα τα είδη συναλλαγών. , Διαβάστε τα πρώτα μου σχόλια, ελέγξτε τα έγγραφά μου, γράψτε . (Μπορείτε να μου γράψετε σε οποιαδήποτε γλώσσα στο WhatsApp στον ιστότοπό μου. Κάνω μαγικά με φωτογραφίες εξ αποστάσεως. Χίλια τοις εκατό αποτελέσματα και εγγυημένα.) Θα επιστραφούν τα έξοδα ορθογραφίας χωρίς συναλλαγή. αλλά ήταν χιλιάδες και δεν φάνηκαν αρνητικά αποτελέσματα. Τα σχόλιά μου στο Facebook, τα έγγραφα, η συμφωνία τοποθεσίας στον ιστότοπό μου . https://www.medyumyunus.com 📍 ΣΥΝΔΕΣΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ WHATSAPP 📍 https://wa.me/+905352088478 ⚡ Μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μου 24/7 μέσω WhatsApp στον ιστότοπό μου χωρίς δισταγμό. Γράψτε στον ιστότοπό μου στο Whatsapp 24/7 για κάθε είδους συναλλαγή όπως Επιστροφή του χαμένου, Ξόρκι θανάτου, Ξόρκι σαπουνιού, Μέτριο Χότζα, Ξόρκι χωρισμού, Ξόρκι ψύξης, Ξόρκι διαζυγίου. , Διαβάστε τα πρώτα μου σχόλια, ελέγξτε τα έγγραφά μου, γράψτε .
#ξόρκια αγάπης#τελετουργικό ερωτεύσεως#δεσμευτικό ξόρκι#δεσμευτικό τελετουργικό#ξόρκι διαζυγίου#ξόρκι χωρισμού#τελετουργικό χωρισμού#τελετουργικό διαζυγίου#τελετουργία πλούτου#ξόρκι πλούτου#μην φέρεις πίσω ότι έχει φύγει#φέρτε πίσω τον χαμένο εραστή#επαναφέρω ξόρκι#τελετουργικό ανάκτησης#ξόρκι ψύξης#τελετουργικό ψύξης#ξόρκια αφαίρεσης#τελετουργικό αφαίρεσης#κύριος μάγος#μαγεία από μακριά#ξόρκι θανάτου#μαγεία σαπουνιού#ξόρκι δολοφονίας
0 notes
Text
Γιώργος Γραμματικάκης, 1939 - 2023: Σέρφινγκ στα αστέρια
Το άρθρο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1995 στο περιοδ��κό «Γυναίκα», όπου δούλευα. Χρειάστηκε να συναντηθώ μαζί του πολλές φορές στην Κρήτη και στην Αθήνα για να βγει αυτό το πορτραίτο. Εκείνη την εποχή ο Γιώργος Γραμματικάκης ήταν λαμπρός πρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης και είχε βγάλει το πρώτο του βιβλίο που έγινε αμέσως μπεστ - σέλερ, την περίφημη «Κόμη της Βερενίκης». Δεν ήταν εύκολη η πρώτη επαφή, μου αρνήθηκε πολλές φορές τη πρώτη συνάντηση. Από τότε όμως που συναντηθήκαμε μια μεγάλη φιλία αναπτύχτηκε μεταξύ μας που κράτησε μέχρι τη στιγμή που έφυγε από τη ζωή.
Γιώργος Γραμματικάκης: Μια συνάντηση από την Κρήτη στην Αθήνα
Ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης, Γιώργος Γραμματικάκης, καθηγητής στο Φυσικό Τμήμα και συγγραφέας του συναρπαστικού βιβλίου «Η κόμη της Βερενίκης» εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η ζωή είναι ωραία κάτω από τον θερινό ουρανό της Κρήτης. Ένα διαστρικό ταξίδι στον πιο αινιγματικό κβάζαρ της Ελληνικής κοσμολογίας.
Στις 6 Αυγούστου 1995, το καλοκαίρι δεν σταμάτησε στην Αθήνα. Έφυγα για να το βρω. Συνήθως δεν θυμάμαι ημερομηνίες αναχωρήσεων, τα ταξίδια, άλλωστε, γίνονται για να ξεχνάς, θυμάμαι όμως αυτήν καθώς κρατώ ακόμα το απόκομμα της εφημερίδας που έκοψα εκείνο το βράδυ στο κατάστρωμα του οχηματαγαγωγού "Άπτερα". Τα Άπτερα ήτα�� μια αρχαία πόλη πάνω από το λιμάνι της Σούδας, στα Χανιά, που χάθηκε. Τώρα έχει γίνει καράβι. Το καράβι που με ταξιδεύει στο νησί. Στον τόπο που επιστρέφω γιορταστικά δυο-τρεις φορές τον χρόνο, επειδή εκεί κάτω κάνει πάντα όση ζέστη χρειάζομαι και οι εποχές διαρκούν όσο πρέπει να διαρκέσουν. Η νύχτα ήταν μεγάλη και αλμυρή στο κατάστρωμα, το πλοίο κατευθυνόταν αργά προς τον Νότο, το φεγγάρι έκανε παιχνίδι στις κουπαστές. Αγόρασα ένα καραβίσιο καφέ και την πιο παχιά εφημερίδα που βρήκα για να περάσει η νύχτα και βγήκα έξω. Ένα ζευγάρι Γερμανών δίπλα μου έκανε την τελευταία επανάληψη του Μινωικού πολιτισμού λίγο πριν από τις εισαγωγικές, μια χοντρή κυρία έπλεκε πουλόβερ Αύγουστο μήνα, ένα πιτσιρίκι έψηνε κάτι γλάρους να δοκιμάσουν τη νέα παγωτοσοκολάτα της Δέλτα. Άνοιξα την εφημερίδα. Από μια σπάνια συντυχία το μάτι μου σταμάτησε σ’ ένα κείμενο ό,τι έπρεπε για την αέρινη επιπολαιότητα του καραβιού. Κάποιος πρότεινε ένα ρομαντικό σέρφιγκ στ’ αστέρια. Ο Γιώργος Γραμματικάκης, ο πιο νηφάλιος και δροσερός επιστήμονάς μας, έσπαγε για άλλη μια φορά τη μονοτονία των επιφυλλίδων του Βήματος με το γνώριμο μπιγκ μπαγκ της γραφής του. Εκεί που ο θερμόπληκτος, από γεγονότα, αναγνώστης παρακολουθούσε αφασικά την επικαιρότητα να κάνει κουρασμένους κύκλους ανάμεσα σε απεργίες λιμενεργατών και καμένη γη, ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης αποφάσιζε να τον καλμάρει με ένα αιφνίδιο ντους. Να του ξαναθυμίσει ό,τι δεν έχει πια θέση στη μνήμη, όπως το νόημα του έναστρου θερινού ουρανού. «Καθώς το καλοκαίρι κατοικεί ήδη στα σώματα και στις ψυχές μας», έγραφε, «είναι η στιγμή να αναλογισθούμε τα όμορφα και φοβερά του νυχτερινού ουρανού, τα απέραντα μυστήριά του. Μακριά από τις μεγάλες πόλεις, σε παραλίες και σε νησιά, σε ήρεμους βραδινούς περιπάτους και σε κουβέντες, καθώς το πλοίο διασχίζει μια νύχτα το Αιγαίο και το Ιόνιο, ή εκεί που ένα βουνό τυλίγει με τη δροσιά του τους επισκέπτες, ο έναστρος ουρανός, αιώνιος και αινιγματικός, υπάρχει και πάλι. Υπήρχε όλο τον χρόνο. Ωστόσο, τα φώτα της πόλης και η ρύπανση της ατμόσφαιρας ή των αισθημάτων, ακυρώνουν τη λαμπρή του παρουσία, τα μηνύματα και τους μύθους που κουβαλά… Των σημερινών θνητών τα πάθη, ακόμα κι αν είναι καθηγητές στα πανεπιστήμια, είναι ταπεινά και χωρίς αισθητική. Εκείνα του ουρανού, έχουν τη μαγεία ενός κόσμου φανταστικού…» . Το κείμενο, υπόδειγμα ποιητικού λόγου και πνευματικής αρχοντιάς, ξεναγούσε τον ανυποψίαστο αναγνώστη σε ιστορίες πάθους για θεούς και θνητούς του μυθολογικού ουρανού, αλλά και στα μυστήρια του ατέλειωτου Σύμπαντος, σε ερυθρούς γίγαντες και λευκούς νάνους, στον αυγουστιάτικο Σκορπιό και τον εκτυφλωτικό Αντάρη, στον Αλντεμπαράν και τον Ωρίωνα του πραγματικού ουρανού. Ευτυχώς, υπάρχει κόσμος που συγκινείται ακόμα με τέτοιες «ειδήσεις». Τις επόμενες ημέρες οι εφημερίδες χαρακτήριζαν τα αποσπάσματα που αναδημοσίευαν «νηφάλια ταξίδια γνώσης και αισθητικής» και τον συγγραφέα τους «ταξιδευτή του ουρανού».
Έκοψα το απόκομμα και το φύλαξα στην τσέπη μου με τη βεβαιότητα ότι θα το ξαναχρειαστώ. Το πρωί θα βρισκόμουν στα Χανιά. Από την έδρα του Πανεπιστημίου Κρήτης θα με χώριζε μόνο ένας νομός. Θυμάμαι κάποτε σε μια συνέντευξή του και στην απορία του δημοσιογράφου πώς χάνεται η γοητεία των μύθων του ουρανού στις μέρες μας, είχε προτείνει το ουτοπικό: «Θα προτιμούσα να βγάλω μερικά μαθήματα από τα σχολεία και να βάλω στη θέση τους τούς μύθους των αστερισμών που είναι συναρπαστικοί. Υπάρχει σ’ αυτούς ποίηση, συμβολισμός, φόβος. Οι μαθητές να κάνουν μαθήματα στην ύπαιθρο, παρατηρώντας τ’ αστέρια και κάποιος να τους εξηγεί τους μύθους. Είναι προτιμότερο να περνάνε μερικές νύχτες του χρόνου μ’ αυτό τον τρόπο, από το να κάθονται κλεισμένοι σε μια αίθουσα χωρίς να μαθαίνουν τίποτα».
Καθώς το καλοκαίρι κατοικούσε ήδη στο σώμα και στην ψυχή μου, το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να τηλεφωνήσω και με την ιδιότητα του «μαθητή» να μάθω αν υπήρχαν ακόμα θέσεις στο υπαίθριο νυχτερινό σχολείο!... Την επόμενη μέρα η πρυτανεία με διαβεβαίωσε ότι «ο κύριος πρύτανης απουσιάζει με άδεια», πρόλαβα ωστόσο να μάθω ότι «κινείται εντός Κρήτης». Από δημοσιογραφική διαστροφή τού τηλεφώνησα στο σπίτι του στο Ηράκλειο και του πρότεινα το τετριμμένο: «Θα μου δώσετε μια συνέντευξη, κύριε πρύτανη;» Η απάντηση ήταν η αναμενόμενη: «Λυπάμαι, έχω δώσει ήδη αρκετές, εξάλλου αύριο φεύγω στο Ατσιπόπουλο». Συνεχίζω την προσπάθεια: «Ούτε μια μικρή παραχώρηση σε μια συμπατριώτισσά σας, μάλιστα;» Επιμένει: «Α, μη μου θέτετε το θέμα σωβινιστικά, γιατί δεν είμαι καθόλου σωβινιστής». Είχα πέσει από το άλογο, αλλά ξανανέβηκα. «Καλά, όπως νομίζετε θα σας τηλεφωνήσω μια άλλη μέρα».
Εν τω μεταξύ, ο Αύγουστος έκανε κύκλους στο νησί. Κατά περίεργη σύμπτωση, κύκλους έκανε και το όνομα του άφαντου επωνύμου που κυνηγούσα. Φοιτητές, συνάδελφοι, συνεργάτες, κάποιοι φίλοι, συμπλήρωναν το πρώτο παζλ. Κάποιος μου διηγήθηκε στο fast-forward τη ζωή του. Γεννήθηκε στο Ηράκλειο, όπου έζησε μέχρι τα γυμνασιακά του ��ρόνια. Από τις πιο γνωστές οικογένειες της πόλης, ο πατέρας του ήταν δημοσιογράφος και εκδότης της τοπικής εφημερίδας Μεσόγειος, η οποία συνεχίζει μέχρι σήμερα την έκδοσή της από τον αδελφό του, Κώστα. Σπούδασε Φυσική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, έφυγε στην Αγγλία για μεταπτυχιακές σπουδές, ασχολήθηκε με την έρευνα των δομικών συστατικών της ύλης στο Βασιλικό Κολέγιο του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, απ’ όπου και έλαβε το διδακτορικό του. Εργάστηκε στον Δημόκριτο και στο Κέντρο Πυρηνικών Ερευνών της Γενεύης, ασχολήθηκε επίσης με την αιολική ενέργεια, ενώ στα τέλη της δεκαετίας του ’80 βρέθηκε στο Χάρβαρντ, όπου ασχολήθηκε με την ιστορία της επιστήμης. Από το 1982 είναι καθηγητής στο Φυσικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Κρήτης και από το 1990 πρύτανης του ίδιου πανεπιστημίου, στο οποίο σήμερα διανύει τη δεύτερη θητεία του. Η γυναίκα του, Εύα, είναι αρχαιολόγος και έχουν δυο παιδιά, τον 16χρονο Οδυσσέα και τη μεγαλύτερη Μαρία. «Στη Μαρία και τον Οδυσσέα. Στ’ άλλα παιδιά» αφιέρωσε και το πρώτο του βιβλίο, την περίφημη Κόμη της Βερενίκης, που κυκλοφόρησε το ’90 από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης και σήμερα βρίσκεται στην ένατη έκδοση.
Η Βερενίκη, γυναίκα του πάθους, της μοίρας και της νοσταλγίας, αλλά και έκρηξη αστρική, δάνεισε τον μύθο της στον συγγραφέα για να μας διηγηθεί τη συναρπαστική περιπέτεια της δημιουργίας από τη «μεγάλη έκρηξη» του Σύμπαντος στη σιωπηλή εξέλιξη της ζωής . Ένα βιβλίο που, όπως ο ίδιος στην εισαγωγή προειδοποιεί τον αναγνώστη, «δεν γράφτηκε για να τον διδάξει, αλλά για να του μιλήσει». Ο Γιώργος Γραμματικάκης «δεν είναι μόνο άριστος δάσκαλος, αλλά και άριστος ομιλητής, δεν είναι μόνο φυσικός, είναι και ποιητής», σημείωνε στον πρόλογο του βιβλίο ο φίλος του φιλόλογος και αρχαιολόγος Στυλιανός Αλεξίου. Οι συμπατριώτες του, οι συνάδελφοί του, αλλά και ο ράφτης της οδού Ευγενικού ή ο «φιλόσοφος» των Αρχανών, θυμούνται ακόμα εκείνες τις εκπομπές του για το Σύμπαν και την εξέλιξή του στον Ραδιοφωνικό Σταθμό Ηρακλείου. «Οι ραδιοφωνικές του διηγήσεις», θυμάται ένας συνάδελφος του, «συνδύαζαν τη μεγαλοπρέπεια του διαστήματος με την ακρίβεια της επιστήμης. Είχε, όμως αυτό το σπάνιο ταλέντο να φέρνει στα μέτρα του ακροατή τις επιστημονικές αλήθειες και τα μυστήρια που κρύβει αυτή η τέχνη του ασύλληπτου που λέγεται Αστροφυσική. Αυτός ενδεχομένως ήταν και ο λόγος που ακούστηκαν και ��γαπήθηκαν τόσο πολύ και από τόσο ανομοιογενές κοινό!» Και η μαρτυρία ενός πρωτοετούς τότε φοιτητή και σημερινού μουσικού: «Κλείναμε τα παντζούρια, ανοίγαμε το ραδιόφωνο και σε δέκα λεπτά βρισκόμασταν στο σαλονάκι τ’ ουρανού. Μαθαίναμε τα τελευταία νέα από το υπερπέραν, το τοπ-τεν του Σύμπαντος, σε τι στροφές παίζει ο Βέγας, πως ραπάρουν οι Κβάζαρς, τέτοια μαγικά ακούγαμε από τον Γραμματικάκη, τον γκραντ μάστερ του είδους! Ωραίες εποχές… Τι θέλει τώρα κι ανακατεύεται με τις πρυτανείες και τις συγκλήτους; Δεν πλήττει, ήθελα να ‘ξερα;» Ωστόσο, ο κύριος πρύτανης έχει τη δική του κυβερνητική. «Κάθε μεγάλος έρωτας έχει ένα τέλος. Ή μια συνεχή αρχή…» υποστηρίζει στη Βερενίκη του, κι έτσι από τις εκπομπές θα περάσει στις διαλέξεις. Αθήνα, επαρχία, μεγάλα και μικρά χωριά της Κρήτης. Θυμούνται ακόμα αυτή την αεικίνητη φιγούρα με τα άσπρα μαλλιά, την αιώνια πίπα και τις δερμάτινες κρεμαστές τσάντες, προέκταση του ώμου του, να φτάνει στον τόπο της «μύησης», που μπορεί να ήταν μια πλατεία ή ένα σχολείο ή ένα χωράφι, να βγάζει τελετουργικά τα εργαλεία του, μια μηχανή προβολής, κάτι σλάιντ και μερικούς χάρτες, και μπροστά στον φακό να στήνει τον ίδιο πάντα γνωστό του άγνωστο: τον αινιγματικό ουρανό.
Οι αναμνήσεις της συγγραφέως Ρέας Γαλανάκη από εκείνες τις διαλέξεις περιγράφουν γλαφυρά την ατμόσφαιρα: «Ο φίλος μας σηκώθηκε, χαιρέτησε και άρχισε να μιλά. Όμως, ενώ επρόκειτο να μιλήσει για μαθηματικά, φαίνεται πως δεν άντεξε την πρόκληση κι άρχισε να κάνει τον ταχυδακτυλουργό και τον μάγο, τραβώντας μέσα από το μανίκι του μια μαύρη τρύπα κι έναν άσπρο νάνο, ή βλέποντας μέσα σ’ ένα κοινό ποτήρι νερό, σαν μέσα από κρυσταλλένια σφαίρα, ένα κίτρινο δαχτυλίδι να περιβάλλει το πορτοκαλί του χρόνου…» Θρανία, διδασκαλίες, εκπομπές, διαλέξεις, «όλα έχουν ένα τέλος ή μια συνεχή αρχή».
Την άνοιξη του 1990, ο Γιώργος Γραμματικάκης αφού όργωσε γη κι ουρανό σαν αληθινός ταξιδιώτης, έκανε μια έτσι στην πυξίδα και άλλαξε ξανά πορεία. Τον Μάιο του ίδιου χρόνου θέτει υποψηφιότητα για πρύτανης και εκλέγεται πανηγυρικά. Είναι τυχαίο που ο αστερισμός της Κόμης της Βερενίκης μεσουρανεί μόνο τον Μάιο για τους παρατηρητές του βόρειου ημισφαιρίου; Γεγονός, πάντως, είναι ότι αυτά τα χρόνια το Πανεπιστήμιο Κρήτης με τις πρωτοβουλίες, τα τολμήματα, αλλά κυρίως με το επιστημονική του δυναμικό απέκτησε τη φήμη και την αίγλη που του άξιζε. «Πιστεύω ότι το Πανεπιστήμιο Κρήτης», μου λέει ένας καθηγητής της βιολογίας, «οφείλει όχι μόνο την ελληνική, αλλά και τη διεθνή του φήμη, στη λαμπρότητα των επιστημόνων που έχει συγκεντρώσει και στη δουλειά που γίνεται». Σχεδόν όλοι αναγνωρίζουν ότι πίσω από τη συσσώρευση αυτών των «αστεριών» υπάρχει η προσωπική δουλειά, το αλάνθαστο κριτήριο και η λάμψη δυο επιστήθιων φίλων: του Γιώργου Γραμματικάκη και του Φώτη Καφάτου, του πιο σημαντικού Έλληνα βιολόγου.
Η επίσκεψη στο Ατσιπόπουλο
Είχε περάσει σχεδόν μια εβδομάδα. Ο Αύγουστος έτρεχε ποτάμι από τα παράθυρα μέχρι κάτω τη θάλασσα. Το Ατσιπόπουλο είναι ένα μικρό χωριό, δυο χιλιόμετρα έξω από το Ρέθυμνο. Μικρά διώροφα σπίτια το ένα δίπλα στο άλλο, μινιμαλιστικές αυλές, γιασεμιά στους τενεκέδες, νερά στους δρόμους, φωνές από τ’ ανοιχτά παράθυρα.
Το καλοκαίρι εδώ είναι ακόμα ερασιτεχνικό, οι τουρίστες δεν πίνουν το αίμα των παραθεριστών. Εδώ είναι και το σπίτι του Γιώργου Γραμματικάκη όταν έρχεται στην πρυτανεία του Ρεθύμνου, όταν χρειάζεται ξεκούραση ή τους δικούς του ανθρώπους. Όπως είχα απειλήσει, ξανατηλεφώνησα – το τηλέφωνο το βρίσκεις εύκολα στον κατάλογο. Αυτή τη φορά με πιο καλοκαιρινή διάθεση. Ήταν μεσημέρι. «Καλημέρα σας, κύριε πρύτανη, ο κόσμος εδώ ισχυρίζεται ότι απ το χωριό σας, βλέπεις πιο καλά το φεγγάρι που γεμίζει…» . Η ζέστη μειώνει τις αντιστάσεις, αλλά αυξάνει το χιούμορ. «Εγώ θα σας έλεγα ότι βλέπεις καλύτερα τη ζωή που παραθερίζει…» . Σε μια ώρα μου πρόσφερε παγωμένα σύκα στο μπαλκόνι του σπιτιού του. Το σπίτι, ένα παλιό ανακαινισμένο διώροφο, με μικρά μπαλκόνια και παράθυρα που βλέπουν στο βάθος όλο το Ρέθυμνο, έχει τη γοητεία του καταφυγίου για τους φυγάδες του πολιτισμού. Καμιά πολυτέλεια δεν το κάνει όμορφο, παρά μόνο η αισθητική του. Κομψά έπιπλα, παλιές λάμπες, ξύλινες βιβλιοθήκες, ένα κομπιούτερ, στερεοφωνικά υψηλής πιστότητας. Πάνω στο γραφείο του θ’ ανακαλύψω τη ρήξη: Fear of Physics του Κράους, αλλά και το περιοδικό What Hi Fi, Τα Νοήματα της Εικόνας του Χατζηνικολάου, ��λλά και το 4 Τροχοί. Αργότερα θα μου εκμυστηρευτεί ότι έχει περιοδικώς λόξες με διάφορα πράγματα. Κάποτε ήταν τα αυτοκίνητα, οι δερμάτινες τσάντες, τα ρολόγια τσέπης, τώρα είναι τα ηλεκτρονικά και τα τελευταία θαύματα της τεχνολογίας. Γνωρίζει όλα τα προϊόντα των ιαπωνικών πολυεθνικών, τους τύπους, τις δυνατότητές τους, την ισχύ τους, κανείς δεν καταλαβαίνει πού βρίσκει τον χρόνο. «Κοιμάμαι ελάχιστα», μου λέει, «φοβάμαι τη νύχτα.», μου δείχνει τα ηχεία, «Κοιτάξτε, αυτά εδώ τα μηχανήματα μόνο το BBC τα χρησιμοποιεί, αλλά που να το καταλάβετε εσείς σ’ αυτά τα περιοδικά που δουλεύετε…» «Γιατί», τον ρωτώ, «τι έχουν τα περιοδικά που δουλεύω;» Οπισθοχωρεί αλλά αντεπιτίθεται. «Μια χαρά είναι και τα διαβάζω όταν πέσουν στα χέρια μου. Να, προχθές διάβασα τη συνέντευξη της κυρίας Ντενίση και ομολογώ ότι με διασκέδασε όσο λίγα αριστοφανικά κείμενα». Ήμουν έτοιμη να ομολογήσω με τη σειρά μου ότι το ίδιο αριστοφανικά θα με διασκέδαζε και μένα η Φιλοσοφική Γραμματική του Βιτγκενστάιν που έβλεπα πάνω στην πολυθρόνα του, αλλά είχε ήδη μπει στην κουζίνα. Αν και καθηγητής, δεν έχει ακαδημαϊκό ύφος, αντίθετα είναι γήινος και ανθρώπινος, απλώς του αρέσει και επιδίδεται συχνά σ’ ένα ειρωνικό ζάπιγκ των πάντων. Στο λευκό φως της κουζίνας φτιάχνει καφέ, τον βλέπω να πηγαινοέρχεται από την κουζίνα στο καθιστικό, αργοπορώντας στο χωλ για να αλλάξει τον δίσκο στο πικάπ. Του ζήτησα να ακούσω τους Χαϊνηδες, ένα συγκρότημα που δημιουργήθηκε και υποστηρίχτηκε από το Πανεπιστήμιο Κρήτης. «Τους Χαϊνηδες άκουσα για πρώτη φορά» γράφει στο εσώφυλλο του πρώτου τους δίσκου ο Γραμματικάκης, «κατά την εορτή υποδοχής των πρωτοετών φοιτητών στη Σχολή Θετικών Επιστημών τον Οκτώβρη του 1990. Οι στίχοι και η μουσική τους κατέκτησαν αμέσως ένα αμφιθέατρο, που είχε την τραγική μοίρα να ονομαστεί αργότερα «Αμφιθέατρο Βασίλης Ξανθόπουλος», κατάμεστο από φοιτητές, υπαλλήλους του πανεπιστημίου και καθηγητές… Οι Χαϊνηδες δημιουργήθηκαν κατ’ ουσία μέσα στον φοιτητικό χώρο του πανεπιστημίου, στην πολιτιστική ανέχεια που χαρακτηρίζει τη σύγχρονη Ελλάδα και που αντανακλάται ιδιαίτερα στα πανεπιστήμιά της. Το αποτέλεσμα αυτούσιο δείχνει πως όταν υπάρχουν οι προϋπόθεσες, οι δημιουργικές ανησυχίες των φοιτητών βρίσκουν διεξόδους…»
Η μουσική πλημμυρίζει τον χώρο, φτάνει ως έξω στο μπαλκόνι, απ’ όπου χαζεύουμε τα λιγοστά αυτοκίνητα που περνάνε, μιλάμε, πίνουμε καφέ. Δυο-τρεις γυναίκες στην απέναντι αυλή χαιρετάνε τον «κύριο καθηγητή», τον έχουν δει στην τηλεόραση, τον ξέρουν. Δεν είναι «δικός τους», όμως τον αγαπούν και τον σέβονται. Αγαπάνε αυτόν και όχι την επωνυμία του. Έχει μάλλον να κάνει με τον τρόπο ζωής του, με κάποιο προσωπικό στυλ, υποθέτω, με κάτι ακαθόριστο και εν τούτοις καθοριστικό. Ενώ λόγω ιδιότητας ζει καθημερινά βουτηγμένος στον πολτό των μήντια, στην ιδιωτική του ζωή επιβάλλει έναν ασκητισμό. Έχει την ευφυΐα ή την υγεία να ξαναβρίσκει την ανωνυμία του και να χαίρεται τα μυστικά του ιδιωτικού του βίου. Τον ερωτώ αν τον δέχτηκαν εύκολα σ’ αυτή την κλειστή κοινωνία του χωριού. «Δεν ξέρω», μου απαντάει λακωνικά. «Εγώ έτσι κι αλλιώς είμαι ξένος στη ζωή». Από τότε που ανέλαβε την πρυτανεία η ζωή του κόπηκε στα δυο. Στην ουσία είναι κάτοικος ενός Πεζώ 106. Ανεβοκατεβαίνει την εθνική οδό Ηρακλείου-Ρεθύμνου σαν να ‘ταν η σκάλα του σπιτιού του. Είναι τελειομανής, μεθοδικός, συνεπής, εργασιομανής μέχρι εκεί που δεν πάει, βρίσκει όμως σχεδόν πάντοτε χρόνο να αποδρά από το άσυλο της γραφειοκρατίας και της συνέπειας, να προδίδει τα προγράμματά του και να φεύγει. Σε μια παραλία του βόρειου άξονα, σε μια φιλική παρέα, στον αιώνιο Νότο της Σούγιας, σε μέρη που τον τρέφουν και τον ηρεμούν. «Καμιά φορά», μου εκμυστηρεύεται, «κατεβαίνω στην ταβέρνα της Ζαμπίας με τον Αντρέα και τον Πέτρο και το υπέροχο ενετικό φρούριο απέναντι ή στην ταβέρνα της Αγάπης, για μια κουβέντα μόνο». Η Αγάπη είναι μια γυναίκα της θάλασσας και της ζωής. Ψαρεύει, μαγειρεύει, σφύζει από ζωή. Ένα μεσημέρι την άκουσα να μας λέει: «Όταν πέθανε ο πατέρας μου, πήρε ένα κομμάτι θάλασσας μαζί του». Το βλέμμα της χάιδευε πάνω από τον ώμο μου το πέλαγος όπως το κύμα την απέναντι αμμουδιά.
Δεκαπενταύγουστος στο Λιβυκό πέλαγος
Η επιστροφή στη Σούγια, στην αρμονία του Λιβυκού, είναι θεσμός για τον Γιώργο Γραμματικάκη και την παρέα του τα τελευταία 15 χρόνια. Συγκεντρώνονται εκεί κάθε Δεκαπενταύγουστο. «Την πρώτη φορά», μου λέει, «βρεθήκαμε εκεί κάτω με τον Φώτη τον Καφάτο σαν ναυαγοί! Τον ξέρεις τον Καφάτο; ‘Παράλληλη Ελλάδα’ κι αυτός! Ίσως από τους πιο σπουδαίους βιολόγους που έχει η Ελλάδα. Κι αυτός πολύ τιμημένος από το ελληνικό κράτος!... Πόσοι γνωρίζουν αυτή τη στιγμή ότι έχει μια από τις σημαντικότερες διεθνείς θέσεις; Είναι στην Χαϊδελβέργη, διευθυντής του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Βιολογίας και ταυτόχρονα είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Λοιπόν, ο Φώτης, ο Ηλίας ο Κούβελας από την Πάτρα, ο άνδρας της Ρέας της Γαλανάκη, ο Στέφανος Τραχανάς των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων, ο Ζουράρις, ο Πέτρος ο Δήτσας και διάφοροι άλλοι φίλοι μαζευόμαστε εκεί κάθε χρόνο και περνάμε μερικές μέρες στη θάλασσα». Κατέβηκα μια φορά μέχρι την Σούγια και τους είδα. Ο Γιώργος Γραμματικάκης ήταν εκεί με τη γυναίκα του, τα παιδιά του και φυσικά τον σκύλο τους, τον Σείριο. «Εμένα δεν θα με ρωτήσεις», μου λέει η Εύα, η γυναίκα του, «πως τον υποφέρω», μισοαστεία-μισοειρωνικά. Όμως, η Εύα δεν μιλάει σε αγνώστους, πολύ περισσότερο σε δημοσιογράφους, ακόμα περισσότερο για τις προσωπικές της σχέσεις. «Οι σχέσεις», μου υπενθυμίζει, «υπάρχουν στην ψυχή ακριβώς για να περιφρουρούνται… Ό,τι επιπλέει στην επιφάνεια είναι ελαφρό και αφρώδες. Σαν το φελλό. Μακριά από μας…» Ό,τι πεις, Εύα.
Και μια συνομιλία
Από τις συναντήσεις μου με τον Γιώργο Γραμματικάκη, οι περισσότερες χωρίς μαγνητόφωνο, οι περισσότερες «εκεί που η ζωή παραθέριζε», υπήρξε και μία που μαγνητοφωνήθηκε. Είναι η παρακάτω:
Τι ήταν αυτό που σας έκανε να διεκδικήσετε πριν από 5 χρόνια τη θέση του Πρύτανη στο Πανεπιστήμιο Κρήτης;
Γιατί έχω ταυτίσει ένα μεγάλο μέρος της ζωής μου με το πανεπιστήμιο. Ήθελα να εκφράσω μαζί με πολλούς άλλους ένα πνεύμα που υπήρχε ίσως διάχυτο στο πανεπιστήμιο και να στηρίξω κάποιες προοδευτικές ιδέες. Δεν ήταν, πάντως, φιλοδοξία, που οπωσδήποτε υπάρχει με κάποια έννοια. Ήταν κάτι βαθύτερο και δυσκολότερο. Θα έλεγα μια ηθική εξανάσταση, κάποιος οραματισμός –παρ ’όλο που και αυτή η λέξη έχει εκφυλισθεί.
Τι σημαίνει για σας σήμερα πανεπιστήμιο;
Πιστεύω ότι τα πανεπιστήμια πρέπει να ‘ναι νησίδες σε μια κοινωνία που παραπαίει. Αν καταβυθιστεί κι αυτή η νησίδα, δεν μένουν πάρα πολλά πράγματα. Επομένως, τα πανεπιστήμια πρέπει να δίνουν τον τόνο σε πράξεις ευθύνης και ήθους. Ακόμα κι αν αυτό πολλές φορές είναι πολύ δύσκολο μέσα στο γενικό κλίμα της απάθειας. Όμως, αυτό αποτελεί το λόγο της ύπαρξής τους. Όχι μόνο να διδάσκουν και να κάνουν έρευνα. Αυτό θέλαμε πραγματικά να βγει α��ό το Πανεπιστήμιο Κρήτης.
Και βγήκε, πιστεύετε; Τι σημαντικά πράγματα κάνατε;
Αυτά πρέπει να τα κρίνουν οι άλλοι. Είναι δύσκολο να δεις τι είναι σημαντικό, και όλα τα πανεπιστήμια έχουν πράγματα να υπερηφανεύονται. Προσωπικά, πιστεύω ότι ένα πανεπιστήμιο, εκτός από τα μαθήματα και τα κτίρια, είναι οι πρωτοβουλίες που μπορεί να πάρει, γιατί αναταράσσουν λίγο τα νερά. Και τέτοιες πρωτοβουλίες πήραμε. Δεν ήταν προσωπικές. Πολλές φορές εξέφραζαν κάποια υποσυνείδητη ανάγκη κοινωνική, και έτσι δρούσαν ως καταλύτης. Αυτές τις μέρες αποφοιτούν οι φοιτητές των ξένων πανεπιστημίων που καλέσαμε εδώ για ένα μήνα φέτος το καλοκαίρι. Διδάχτηκαν Αρχαιολογία, Ιστορία, Όμηρο. Θα μπορούσε η Κρήτη σε δέκα χρόνια να είναι κέντρο Παιδείας και Επιστήμης για κάποιους μήνες, να υπάρχει μια διεθνής επικοινωνία επιστημονική και εκπαιδευτική, να ξεφύγει το νησί από την τουριστική ευτέλεια. Εύχομαι το ελληνικό κράτος – η Περιφέρεια Κρήτης ήδη συμπαρίσταται – να αντιληφθεί τη σημασία της ιδέας. Προκηρύξαμε το Βραβείο Περιβάλλοντος, ίσως το πρώτο βραβείο που είχε προκηρυχθεί. Να ενισχυθούν κάποιοι άνθρωποι εδώ στην Κρήτη που προσπαθούν να σώσουν το περιβάλλον, το φυσικό ή το ανθρωπογενές. Το πρώτο βραβείο δόθηκε σ’ ένα ορεινό χωριό στην Ιεράπετρα. Οι κάτοικοί του εκεί έχουν μια τελείως ανεξήγητη περιβαλλοντική ευαισθησία. Λένε ότι κάποιος δάσκαλος τούς είχε μάθει. Το ίδιο βραβείο δόθηκε και στην Χρυσούλα Τζομπανάκη που είναι αρχιτέκτων και ταυτόχρονα Έφορος Νεωτέρων Μνημείων, για τη μελέτη και τον αγώνα που κάνει για τα τείχη του Ηρακλείου. Ό,τι έχει σωθεί στο Ηράκλειο, σε μεγάλο βαθμό οφείλεται σ ‘ αυτή τη γυναίκα.
Εξυπηρετούν σε τίποτε τα βραβεία;
Με τον τρόπο που δίνονται στη χώρα μας, όχι. Η επίσημη Ελλάδα έχει καταφέρει να αναγνωρίζει συνήθως μετά θάνατον ό,τι σπουδαίο είχε. Βρήκα πολύ θετική την τελευταία πρωτοβουλία του Προέδρου της Δημοκρατίας – ο οποίος δεν ήταν στις δικές μου προδιαγραφές, αλλά αρχίζω να τον εκτιμώ – να τιμήσει κάποιους ανθρώπους, όπως ο Κούνδουρος, ο Αναγνωστάκης κ.α. Επειδή, μάλιστα, έγινε πολύ απλά και σεμνά, χωρίς προειδοποίηση, είχε μεγάλη σημασία. Είμαι, όμως, σίγουρος ότι αν επαναληφθεί, του χρόνου θ’ αρχίσει η κριτική και ο φθόνος.
Μα το επίσημο κράτος είναι έτσι κι αλλιώς αντιδραστικό σε οποιαδήποτε έννοια προόδου.
Ακριβώς γι’ αυτό πρέπει να υπάρχουν τα πανεπιστήμια, όπως σας έλεγα, για να δίνουν έναν άλλο τόνο. Δείτε για παράδειγμα, τι συμβαίνει με τα επίτιμα διδακτορικά. Στο Πανεπιστήμιο Κρήτης με πρώτη ματιά φαίνονται αντιφατικά. Υπάρχει ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος και ταυτοχρόνως ο Καστοριάδης. Δεν είναι πάρα πολύ ωραίο; Ο ρόλος του πανεπιστημίου είναι να αναδεικνύει αξίες πέρα από την καθημερινότητα. Ταυτοχρόνως, υπάρχουν ο Μπόρχες, ο Πρεβελάκης ή ο Ζακόμπ, ο μεγάλος βιολόγος, αλλά κι ένας σπουδαίος Κρης φιλόλογος, ο Μενέλαος Παρλαμάς. Τους επιλέξαμε με πάρα πολλή προσοχή. Από την επιλογή πολλές φορές φαίνεται και το πνεύμα του πανεπιστημίου. Κάναμε επίτιμο διδάκτορα τον Φίλιππα Ηλιού, έναν αξιόλογο δάσκαλο και ιστορικό, ο οποίος, όμως, δεν έχει σχέση με ακαδημαϊκά ιδρύματα, είναι με κάποια περίεργη έννοια περιθωριακός.
Ανήκει κι αυτός στην «παράλληλη Ελλάδα», όπως αναφέρετε συχνά;
Ακριβώς. Είναι η Ελλάδα που αγωνίζεται χωρίς να φωνάζει, χωρίς να έχει πολλή σχέση με τους επίσημους θεσμούς. Κι αυτή υπάρχει, κι όχι μόνον υπάρχει, είναι και πολύ δυναμική. Δεν εκφράζεται, όμως, συχνά στην επιφάνεια. Δεν θα τη δεις στην τηλεόραση, σπανίως θα την δεις στον Τύπο, στην πολιτική εκφράζεται ελάχιστα, κι αυτό είναι μια δραματική διαπίστωση. Σε ότι καλό συμβαίνει, ξέρεις ότι πίσω απ’ αυτό υπάρχουν κάποιες αιχμές ανθρώπων. Στα πανεπιστήμια, αλλά και στην καθημερινή ζωή, σ’ ένα νοσοκομείο, αλλά και ανάμεσα στους δημοσίους υπαλλήλους, η "παράλληλη Ελλάδα" είναι συχνά παρούσα και κάποτε με τρόπο εκθαμβωτικό. Έχω ξαναπεί ότι το πραγματικό πρόβλημα για τις επόμενες δεκαετίες δεν είναι αν τα οικονομικά μεγέθη συγκλίνουν, αλλά αν η παράλληλη Ελλάδα συγκλίνει με την Ελλάδα.
Θυμώνετε, πάντως, συχνά δημοσίως. Γίνατε έξαλλος με τα συγγράμματα.
Γιατί το θεωρώ από τα μεγαλύτερα αίσχη της ελληνικής παιδείας. Καθιερώθηκαν επί δικτατορίας, το οποίο υποκρίνονται πολλοί ότι αγνοούν. Δίδεται υποχρεωτικά στον κάθε φοιτητή ένα σύγγραμμα το οποίο αγοράζει το κράτος, ανεξαρτήτως ποιότητος. Κι αυτό το σύστημα επιβιώνει 20 χρόνια τώρα, παρ’ όλο που κατά καιρούς από διάφορες πλευρές καταγγέλλεται. Επιτέλους, ο νυν υπουργός ανακοίνωσε ότι θα το καταργήσει, αλλά δεν ξέρω αν γίνει. Υπάρχουν συμφέροντα καθηγητών. Εκδοτικοί οίκοι που συντηρούνται απ’ αυτό. Είναι μια «τυφλή αγορά», για ένα αιχμάλωτο κοινό. Και εννοείται ότι το εφεύρε αυτό η Ελλάδα, η χώρα της διαλεκτικής υποτίθεται.
Γιατί σας πείραξε τόσο πολύ η δολοφονία του Βασίλη Ξανθόπουλου και πέντε χρόνια τώρα τον αναφέρετε συνέχεια;
Ήταν ο καλύτερος απ’ όλους μας. Τον αναφέρω πολύ συχνά, γιατί έχει έναν βαθύτατο συμβολισμό ο χαμός ο δικός του και του Στέφανου Πνευματικού. Είναι ίσως η πιο τραγική περίπτωση στα ελληνικά πανεπιστήμια. Ήταν 28 χρονών, ιδιοφυία στην Αστροφυσική σε διεθν��ς επίπεδο, όταν έγινε καθηγητής στο πανεπιστήμιο. Αυτόν και τον Στέφανο δολοφόνησε ένας φοιτητής που, μάλιστα, είχε ευεργετηθεί. Αλλά αυτός το είχε ερμηνεύσει ότι τον καταδιώκουν. Ακόμα και σήμερα η σκέψη τους με αναστατώνει. Δεν έχω καθόλου καλή σχέση με τον θάνατο, ειδικά με τον παράλογο θάνατο. Μόλις είχα αναλάβει την πρυτανεία, ο Βασίλης και ο Στέφανος ήταν από τους κύριους συνεργάτες μου. Είχα κι εγώ μαθητή τον δολοφόνο. Δειλό παιδί, κανείς δεν υποπτευόταν ότι θα έφτανε εκεί. Από τις υποσυνείδητες περιπτώσεις βεντέτας. Διότι, παρ’ όλο που ήταν διαταραγμένος ψυχικά, ασφαλώς βοηθήθηκε από το περιβάλλον το κρητικό και της οπλοφορίας. Θα μπορούσε, υπό άλλες συνθήκες, να μη χρησιμοποιήσει το όπλο, να πετάξει μια πέτρα και να σταματήσει εκεί. Έκτοτε άρχισα την εκστρατεία εναντίον της οπλοφορίας, η οποία πήρε μεγάλες διαστάσεις, γνώρισα μεγάλη αντίδραση, αλλά και πάρα πολλή συμπαράσταση.
Μπορείτε να δικαιολογήσετε αυτό το φαινόμενο;
Σ’ ένα βαθμό εκφράζει κάποια παράδοση. Ωστόσο, σήμερα συνδέεται απολύτως με παράνομα συμφέροντα. Δεν εννοώ μόνο ζωοκλοπές, αλλά λαθρεμπόριο όπλων. Όταν αγοράζεται ένα περίστροφο, όχι πολυβόλο, για 200 ή 300 χιλιάδες, είναι επικερδές εμπόριο. Πραγματικά, έθιξα μεγάλα συμφέροντα χωρίς ίσως να ‘χω συνείδηση.
Απειλές δεν δεχτήκατε;
Στην αρχή πολλές, δημοσίως ελάχιστες. Έχω την εντύπωση ότι είναι θρασύδειλοι, δεν τους φοβάμαι. Δεν είναι πραγματικά ηρωικοί όσοι στηρίζονται στα όπλα. Εγώ δεν τα έχω μ’ αυτούς που πάνε στους γάμους και ρίχνουν πιστολιές. Αυτό ήταν η κορυφή του παγόβουνου. Καλό θα είναι να εκλείψουν κι αυτές, όμως το πραγματικό πρόβλημα είναι τί κρύβεται από κάτω. Και από κάτω κρύβονται απειλές στα χωριά, εκβιασμοί ηθικοί, συμφέροντα άνομα, αντεκδικήσεις. Υπό την πίεση του πανεπιστημίου γράφτηκε και το κείμενο «εναντίον της οπλοφορίας», που είναι ένα ιστορικό κείμενο, διότι το υπέγραψαν όλοι, βουλευτές, Δήμος, Εκκλησία, κοινοτάρχες, είτε το ήθελαν είτε όχι.
Για πρύτανη σας περίμενα με ηπιότερους κραδασμούς.
Οι κραδασμοί μου είναι συνήθως εσωτερικοί. Συχνά διερωτώμαι για την αξία των προσπαθειών που κάνουμε, γιατί, βέβαια, δεν πιστεύω ότι αλλάζει εύκολα η πραγματικότητα. Αλλά, τελικά, ξέρετε τι πιστεύω; Ότι από τη στιγμή που παρακμάζουν οι ιδεολογίες, που δεν υπάρχουν ιδεολογίες, μένει μόνο η ψυχή μας. Παλιά υπερασπιζόμασταν πράγματα επειδή πιθανόν είμασταν στην Αριστερά, παρ’ όλο που κι αυτή έχει υπερασπιστεί τερατώδη πράγματα, πολύ συντηρητικ��ς αξίες κάποτε. Σήμερα, ό,τι γίνεται, γίνεται γι’ αυτό που ονομάζω «ηθική εξανάσταση», που λειτουργεί σαν ένα είδος κρυφού σχολειού. Ίσως είναι αυτό τελικά που αλλάζει τις κοινωνίες. Ηθική εξανάσταση θα πει ότι δεν διερωτώμαι αν αυτό που κάνω έχει κάποια απήχηση ή αποτέλεσμα. Μπορεί να μην έχει καθόλου, μπορεί και ο ίδιος να κινδυνεύω, αλλά το κάνω επειδή ακριβώς δεν αντέχω τη γύρω μου πραγματικότητα. Δεν έχει καμιά σημασία συνεπώς αν φωνάζεις για τα τουριστικά χάλια της Κρήτης, την οπλοφορία ή τα συγγράμματα. Μπορεί να μην γίνει απολύτως τίποτε, αλλά έχει σημασία να το κάνεις, διότι αυτό επιτέλους ικανοποιεί κάποια βαθύτερη συνείδηση.
Νιώθετε να έχετε ανθρώπους δίπλα σας ή είστε μόνος;
Κοιτάξτε, η πρυτανεία, και οποιοδήποτε άλλο αξίωμα, κατά βάθος είναι μοναχικό. Αν πραγματικά αισθάνεσαι ότι έχεις κάποιος χρέος. Αυτό δεν σημαίνει καθόλου ότι δεν έχεις ανθρώπους μαζί σου που συμπαρίστανται και μοχθούν για το κοινό καλό, αλλά κατά βάθος οι μεγάλες αποφάσεις ζυμώνονται μέσα σου και τα λάθη σου τα ζεις ο ίδιος. Και εν μέρει, η κρίση που βλέπουμε σήμερα, αυτή που διαπιστώνουμε όλοι, είναι επειδή η δημόσια ζωή κινείται στην επιφάνεια, στην τηλεόραση, στον Τύπο, επομένως αφαιρεί από τους ανθρώπους τις εσωτερικές τους αξίες. Τους ενδιαφέρουν οι εντυπώσεις και πολύ λιγότερο ο πραγματικός στόχος.
Με το γράψιμο ασχολείστε καθόλου; Θα 'χει συνέχεια η Βερενίκη;
Η Βερενίκη όχι, την έχω αποχαιρετήσει εδώ και καιρό. Έχω αρχίσει να γράφω για το φως. Δεν ξέρουμε πραγματικά τι είναι το φως. Πρέπει να είναι το μεγάλο κλειδί του Σύμπαντος. Το φως είναι πανταχού παρόν, στην Τέχνη, στη Λογοτεχνία, στην Επιστήμη, έχει μεγάλη σημασία στη ζωή και στην κουλτούρα και μοναδική στη Φυσική. Παρ’ όλα αυτά, δεν το καταλαβαίνουμε. Τι είναι; Είναι σωμάτια, είναι κύματα, δεν ξέρουμε ακριβώς. Βλέπεις όλα τα αποτελέσματα χωρίς να βλέπεις το φως το ίδιο ποτέ. Όπως μια γυναίκα που ενώ μας φαίνεται οικεία και απλή, κρύβει μέσα της μυστικά αισθήματα και πλούσια.
Τη θαυμάζετε νομίζω πολύ τη γυναίκα. Ακόμα και στα πιο επιστημονικά σας κείμενα βρίσκετε τρόπο να την χωρέσετε…
Α, είστε ανώτερο βιολογικό είδος και ευτυχώς δεν το ξέρετε!
Μπορείτε να μου πείτε με τι μοιάζει το Σύμπαν;
Πάλι θα το παρομοιάσω με γυναίκα, αφού και το περιοδικό σας έχει αυτόν τον τίτλο. Είναι όμορφο όπως μια θυελλώδης γυναίκα. Όχι μια γυναίκα με στατική ομορφιά, αλλά μια γυναίκα με εξάρσεις, πάθη και ακατανόητη συμπεριφορά. Έτσι είναι το Σύμπαν, γι’ αυτό προκαλεί τα ίδια περίπου ερωτικά συναισθήματα ή δέος σε όσους ξέρουν να το βλέπουν με διαφορετικό μάτι.
Το αστεροσκοπείο που φτιάξα��ε στον Σκίνακα του Ψηλορείτη είναι όντως το μεγαλύτερο στην Ευρώπη;
Δεν είναι το μεγαλύτερο, είναι όμως από τα πιο εξελιγμένα τεχνικά. Έγινε αρχικά για να παρατηρηθεί ο κομήτης του Χάλεϋ. Οι καλύτερες παρατηρήσεις γίνανε από ‘δω, γιατί έχουμε πολύ καθαρό ουρανό. Κι αυτό ήταν μια καταπληκτική προσπάθεια λίγων ανθρώπων. Το να στήσεις ένα αστεροσκοπείο στην κορυφή του Ψηλορείτη και με το ελληνικό Δημόσιο αυτό που είναι, αποτελεί περίπου θαύμα.
Χρηματοδοτήθηκε από το ελληνικό Δημόσιο;
Ελάχιστα. Έγινε συνεργασία με το σπουδαίο Ινστιτούτο Μαξ Πλανκ του Μονάχου και επίσης υπήρξε χρηματοδότηση από το Πανεπιστήμιο Κρήτης και το ΙΤΕ. Είναι, πάντως από τα πράγματα που υπερηφανευόμαστε στο πανεπιστήμιο. Οι δυνατότητες του νέου τηλεσκοπίου που εγκαταστάθηκε πρόσφατα είναι μεγάλες. Αφού κι εγώ έχω εντυπωσιαστεί. Διότι είναι ένα μάτι προς το Σύμπαν, που έχει «μνήμη», δηλαδή μπορεί να παρατηρήσει και τα πιο αμυδρά άστρα ή και εκείνα που δεν φαίνονται καθόλου με τα κλασικά τηλεσκόπια. Μπορείς να φανταστείς τη συγκίνησή μου, όταν για πρώτη φορά είδα τόσο καθαρά τον σπειροειδή γαλαξία Μ61, στην Κόμη της Βερενίκης. Ονομάζεται και μαύρος οφθαλμός, και απέχει εκατομμύρια έτη φωτός.
Το ξέρετε ότι έχει Πανσέληνο απόψε; Μπα, είστε σίγουρη;
Απολύτως! Άντε πάλι, θα βγούνε φρικιά, φαντάσματα, το αδιαχώρητο θα επικρατήσει εκεί πάνω, έτσι δεν λένε;
Το θέμα είναι τi λέτε εσείς. Εγώ λέω ότι η ζωή είναι καλύτερη εδώ κάτω, ειδικά όταν τελειώσει αυτή η συνέντευξη!
🔔Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό «ΓΥΝΑΙΚΑ» των εκδόσεων Τερζόπουλου, τον Νοέμβριο του 1995
Daily inspiration. Discover more photos at Just for Books…?
3 notes
·
View notes
Text
Συναισθηματικό αδιέξοδο θα έλεγε κανείς… άβυσσος… ολικός απολογισμός και συνειδητοποίηση μετέπειτα
Πολλά διλήμματα χωρίς (δειλοί)ματα, υπερβολικές σκέψεις και ανησυχίες που έρχονται σε αντιπαράθεση με μια μικρή ηλικία χωρίς πολλαπλά βιώματα και απαντήσεις για όλα.
Όσο περνάει ο καιρός ο καθένας μας έρχεται αντιμέτωπος με νέες καταστάσεις: ανοίγουν νέοι κύκλοι· άλλοι κλείνουν… υπάρχει μια συνεχής αβεβαιότητα και τις περισσότερες φορές πιανόμαστε απροετοίμαστοι και όχι τόσο έτοιμη για ό,τι πρόκειται να αντιμετωπίσουμε. Ίσως για αυτό υπάρχει και ο ορισμός της ροής και της εξέλιξης.
Επικρατεί συνεχώς άγχος και ανησυχία καθώς δεν είναι εφικτό να προβλέψουμε όλα όσα πρόκειται να ��υμβούν- ακόμα και συμπεριφορές του περίγυρου μας.
Υπάρχουν στιγμές που πιάνω τον εαυτό μου να υπερ αναλύει ακατάπαυστα, χάνοντας ίσως την απλότητα και την πραγματικότητα.Την ουσία σε κάθε τι που συμβαίνει.
Ο φόβος της απογοήτευσης, της ήττας, της προδοσίας με κάνουν να αισθάνομαι τόσο επιφυλακτική και προσγειωμένη σε σημείο που πολλές φορές χάνεται η μαγεία είτε αυτό είναι απλά ένα χαζό γεγονός είτε ακόμη και η δοκιμή στον έρωτα με ένα πρόσωπο το οποίο υπό άλλες συνθήκες θα ήθελα να πετάω κυριολεκτικά στα σύννεφα από την χαρά, την έλξη και το πάθος.
Η τόσο ρεαλιστική μου προσέγγιση βέβαια έρχεται και σε αντιπαράθεση με την ουτοπία και την προσμονή μου για κάτι όμορφο στο κοντινό ή μακρινό μέλλον. Πάντα μου αρέσει να ονειρεύομαι και να ελκύω θετική ενέργεια άλλωστε γιατί είμαι τέτοιος άνθρωπος ο οποίος με τόση δύναμη ψυχής που κατέχω την διοχετεύω.
Άλλωστε λένε πως τραβάς ό,τι ελκύεις.
Έτσι, μπορώ να πω με σιγουριά πως καταλήγω στο συμπέρασμα πως είμαι μοναχικός άνθρωπος. Ήρεμη. Αγνή. Γεμάτη γλύκα και αισιοδοξία. Νιώθω πως ίσως εκπέμπω άλλη συχνότητα με τους γύρω μου. Δεν νιώθω ανώτερη απλά το σκεπτικό μου πιστεύω είναι τόσο καλά αναλυμένο που φτάνει πολύ πιο μακριά. Οι αισθήσεις μου, τα προαισθήματα μου, τα όνειρα μου, η αύρα μου έχουν δέσει όλα.
Μυαλό και καρδιά σε απόλυτη αρμονία αλλά σε απέραντο χάος παράλληλα. Αυτός είναι ο ορισμός της αντίθεσης: μια τρικυμία σε όλο μας το είναι.
Η λύση; Άγνωστη ή τετραπέρατη… μπορεί ακαθόριστη ή άυλη
Ο χρόνος; Το μέρος; Το απειρο; Το σωστό και το λάθος; Η χημεία; Η περίσταση; Το αν; Το πότε; Το γιατί; Η αρχή; Το τέλος;
Δεν υπάρχει σε κάθε ερώτηση απάντηση μάλλον… Τίποτα που κόβεται δεν ράβεται απόλυτα. Τίποτα που ραγίζει δεν κολλάει. Υπάρχει πιθανώς το εξαρτάται. Διαφορετικές πορείες και η η κατάλληλη τομή.
1 note
·
View note
Text
Έχει μια κρυφή μαγεία το σκοτάδι, που μονάχα αν το έχεις περπατήσει θα το καταλάβεις...
[Γράφει η Stella] Μου αρέσουν οι ρωγμές που αφήνει στο πέρασμα του ο πόνος. Είναι εκείνες οι συνειδητοποιήσεις και τα παθήματα που σε κάνουν άθελά τους πιο ανθρώπινο. Είναι εκείνες οι ρυτίδες, που αφηγούνται τις ��μέτρητες ιστορίες και εμπειρίες εντός τους, το δάμασμα του σκοταδιού για το πέρασμα στο φως...
Σε βλέπω και τριγυρνάς εδώ τριγύρω. Κάτι ψάχνεις να βρεις. Δύσκολα βλέπω κόσμο σε αυτά τα μέρη πια. Απομονωμένο το τοπίο, μακριά από το θόρυβο της πόλης. Ποτέ δεν μου άρεσαν οι πολύβουοι δρόμοι. Πολύς κόσμος και πολλές βιτρίνες, χάσιμο χρόνου. Άσε που τα φώτα με τυφλώνουν και χάνω το δρόμο μου. Με ενοχλεί ο θόρυβος από τα τακούνια και οι κόρνες από τα αυτοκίνητα. Εγώ τους χωματόδρομους ανέκαθεν…
#σχέσεις#Έχει μια κρυφή μαγεία το σκοτάδι που μονάχα αν το έχεις περπατήσει θα το καταλάβεις...#Stella
0 notes
Text
ISBN: 978-618-07-0769-4 Συγγραφέας: Ηλιόπουλος Βαγγέλης Εκδότης: Εκδόσεις Πατάκη Σελίδες: 96 Ημερομηνία Έκδοσης: 2024-06-12 Διαστάσεις: 19 x 12 Εξώφυλλο: Χαρτόδετο
0 notes
Text
ISBN: 978-618-07-0769-4 Συγγραφέας: Ηλιόπουλος Βαγγέλης Εκδότης: Εκδόσεις Πατάκη Σελίδες: 96 Ημερομηνία Έκδοσης: 2024-06-12 Διαστάσεις: 19 x 12 Εξώφυλλο: Χαρτόδετο
0 notes
Text
ISBN: 978-618-07-0769-4 Συγγραφέας: Ηλιόπουλος Βαγγέλης Εκδότης: Εκδόσεις Πατάκη Σελίδες: 96 Ημερομηνία Έκδοσης: 2024-06-12 Διαστάσεις: 19 x 12 Εξώφυλλο: Χαρτόδετο
0 notes
Text
Αφήστε το Burnout πίσω, Αγκαλιάστε τη Μαγεία του Τώρα
Πηγή: Trần Long / Pexels Από παιδί μου άρεσαν τα μαγικά σόου. Το ανοιχτό στόμα αναπνοή καθώς ο μάγος έβγαλε ένα αυγό από το αυτί μου. Πώς ήξερε ότι είχα διαλέξει τη βασίλισσα των καρδιών; Η μαγεία ήταν πραγματική (ή τουλάχιστον ήμουν περισσότερο από πρόθυμος να αναστείλω τη δυσπιστία). Παρασύρθηκα, μαγεύτηκα, με έπιασε (αλλά κάπως απελευθερώθηκα;) σε ξόρκι. Ο χρόνος έπεσε μακριά. Το ίδιο και οι…
View On WordPress
0 notes
Text
Ποσό μαρεσει αυτή η μαγεία…
Η μαγεία της ζωής μου
Η χημεία της
Η χημεία του κακού και του καλού ,εύκολο και δύσκολο,σπάνιο και τύχερο ,πόνος και ευτυχία
Αυτό με κρατάει ζωντανό , η ισορροπία αυτή
Στα δυσκολα με το θεο δίπλα.
Στα εύκολα με αφήνει να τα χαρώ μονος μου
Σαν ενα μικρό παιδι που το αφησες στην παιδική χαρά να παίζει με τις ώρες και το προσεχεις απο μακριά …
Και τι να άλλο να πω ; Τι άλλο να θέλω από αυτή τη ζωη ; Ποσα ακόμη να μάθω; Νιώθω ότι ήδη έζησα παρα πολλά (Αχ θεε μου !)
Πόσος πόνος … Μα και οι στιγμές τις χαράς ,έστω…αυτές…οι μικρές πανάκριβες !
Τι νοημα θα είχαν όμως και ποσο ακριβές θα ήταν εάν δεν υπήρχαν οι άσχημες ;
Δε θα ξέραμε τι θα πει ευτυχία τότε
Νιώθω μέσα μου ότι μπορώ να καταφέρω παρα πολλά…και ας μην τα καταφέρνω αμέσως το κίνητρο μου δεν θα πέσει ποτε
Όταν κάτι το ήθελα το χα!
Ο θεός με ευλόγησε με αυτό!
1 note
·
View note
Text
Ο Πάκο, ο αστυνόμος που γνωρίσαμε στο Μαύρο Αλγέρι, την Κόκκινη Μασσαλία και το Παρίσι Μπλουζ, έχει πια εγκαταλείψει την αστυνομία και εργάζεται ως δικαστικός συντάκτης και κριτικός κινηματογράφου στην εφημερίδα Le Provençal. Η γυναίκα του η Ιρέν, από την πλευρά της, συνεχίζει με επιτυχία τις δραστηριότητές της στο κατάστημα με καπέλα που δια τηρεί. Τη γαλήνια ζωή τους θα ταράξει ένα πανικόβλητο τηλεφώνημα από τον παλιό συνεργάτη του, τον Κουπί. Μια έκ κληση για βοήθεια, την οποία ο Πάκο δεν μπορεί να αγνοήσει. Παίρνει αμέσως το αεροπλάνο για τη Γουαδελούπη. Στον Κουπί, εκείνος και η Ιρέν, χρωστούν τη ζωή τους.
Ο Κουπί έχει καταφύγει στην Καραϊβική, στις Γαλλικές Ανττίλλες, με τη σύντροφό του την Εύα. Βυθισμένος στο αλκοόλ, εργάζεται ως νυχτοφύλακας και ��ίνεται μάρτυρας μιας δολοφονίας, στην οποία κινδυνεύει να εμπλακεί και ο ίδιος. Εδώ, η Γουαδελούπη δεν έχει τίποτα το εξωτικό. Βρισκόμαστε μακριά από τις παραδεισένιες ακτές, μπλεγμένοι σε ένα σκοτεινό σύμπαν που περιλαμβάνει φόνους διακεκριμένων προσωπικοτήτων, πολιτικο-οικονομική διαπλοκή, φιλόδοξες γυναίκες, λαθρεμπόριο κάθε είδους, και μαύρη μαγεία, σε μια περιοχή όπου η αποικιοκρατία δίνει τη θέση της σε νεοαποι κιακές πρακτικές.
Ο Αττιά, για μία ακόμα φορά, συνδέει αριστοτεχνικά την αστυνομική πλοκή με την ιστορία και το πολιτικο-κοινωνικό περιβάλλον. Περιγράφει με ζοφερά χρώματα την αποικιοκρατία και προσθέτει άλλη μία σκοτεινή νότα: την απειλή μιας επι- κείμενης ηφαιστειακής έκρηξης, που δίνει τον τόνο στην όλη αφήγηση. Η Λευκή Καραϊβική είναι το πρώτο μυθιστόρημα μιας νέας τριλογίας, που αρχίζει το 1976 και τελειώνει το 1981.
0 notes
Text
Η Μιρέλα Πάχου δεν σταματά να (μας) ταξιδεύει #challenge_valitsa
Εμάς, με την φωνή και τις ερμηνείες της, την αστείρευτη επί σκηνής ενέργειά της, το τρυφερό της ταμπεραμέντο. Τον εαυτό της, με βαλίτσες, με σακ βουαγιάζ, εντός και εκτός Ελλάδας, για συναυλίες ή για αναψυχή, για όλα.
Υπάρχει κάτι που δεν γίνεται να λείπει από τις αποσκευές της-ε, όλοι και όλες έχουμε κάποια εξάρτηση. Έχει χάσει και αεροπλάνο και καράβι. (μ’ αεροπλάναααα και βαπόοορια). Δεν έχει κάνει ποτέ διακοπές μόνη.
Αυτά και άλλα όμορφα αφηγείται η Μιρέλα Πάχου στην πιο ταξιδιάρα στήλη του followgeorge.gr, λίγο πριν την έναρξη του φετινού καλοκαιριού, το οποίο ευχόμαστε να είναι για εκείνη όσο μελωδικό, ανέμελο και εκρηκτικό της αξίζει.
Της Γεωργίας Δρακάκη
Πού σχεδιάζεις να περάσεις το φετινό καλοκαίρι, Μιρέλα;
Σε όλη την Ελλάδα και την Κύπρο, σε συναυλιακούς χώρους και μουσικές σκηνές. Με προσωπικές συναυλίες, αλλά και μία παράσταση με τίτλο «Τα κινηματογραφικά ντουέτα», μία ενδιαφέρουσα μουσική συνάντηση με τον αγαπημένο μου Αδάμ Τσαρούχη και μία υπέροχη ομάδα μουσικών, με όμορφα τραγούδια της μεγάλης οθόνης που όλοι έχουμε τραγουδήσει. Και τώρα που το σκέφτομαι, νομίζω πως όλες αυτές οι μουσικές καλοκαιρινές βραδιές με την αλμύρα και την ανεμελιά, το αεράκι που παρασέρνει μακριά τις στενάχωρες σκέψεις και την ξεχωριστή σύνδεση με το κοινό, έχουν κάτι από τη μαγεία της μεγάλης οθόνης!
Ποιο ταξίδι σου δεν μπορείς να ξεχάσεις με τίποτα;
Ο αγαπημένος μου προορισμός είναι η Ντίσνεϊλαντ, όσες φορές κι αν την επισκεφθώ. Πήγα δυο φορές με την οικογένειά μου όταν ήμουν μικρή και από τότε επιστρέφω ξανά και ξανά. Πριν λίγες μέρες ήμουν πάλι εκεί και ήταν μαγικά, γιατί φέτος η Ντίσνεϊλαντ γιορτάζει την 30ή επέτειό της. Για μένα είναι μια επιστροφή στη (χαμένη μας;) παιδικότητα!
Προτιμάς να ταξιδεύεις εξωτερικό ή να γυρνάς σε γνώριμα κι αγαπημένα μέρη της Ελλάδας;
Και τα δύο αγαπώ: να ανακαλύπτω και να εξερευνώ καινούργια μέρη στην Ελλάδα και το εξωτερικό αλλά και να επιστρέφω σε αγαπημένους προορισμούς, όπου έχω περάσει όμορφες διακοπές. Και βέβαια, η χαρά του ταξιδιού, πέρα από τη στιγμή που ταξιδεύεις, υπάρχει και στο μετά, στην αναπόλησή του.
Τι δεν λείπει επουδενί από την βαλίτσα ή τον σάκο σου;
Το λάπτοπ μου. Όσες φορές έχω πει στον εαυτό μου «αυτό το τριήμερο θα τα κλείσω όλα», λίγα δευτερόλεπτα πριν βγω από το σπίτι, ξαναβάζω το λάπτοπ στη βαλίτσα (γέλια). Πέρα από αυτή την εξαίρεση πάντως, στο κάθε ταξίδι ξέρω καλά τι θέλω ν’ αφήσω πίσω μου -όχι τι θέλω να βρω.
Τι σε εκνευρίζει (λίγο ή πολύ) στα ταξίδια;
Οι καθυστερήσεις και οι ατέλειωτες αναμονές. Κυρίως στην επιστροφή, που είναι το πιο άχαρο κομμάτι. Για να περάσουν όσο γίνεται πιο ανώδυνα, βρίσκω ευκαιρία να σβήσω άχρηστα αρχεία από το λάπτοπ που λέγαμε.
Έχεις χάσει ποτέ καράβι/τρένο/αεροπλάνο; Πώς συνέβη, αν συνέβη;
Εννοείται πως ναι. Τα πιο επίφοβα δρομολόγια είναι συνήθως τα πολύ πρωινά: έχω χάσει πτήση για Λάρνακα και καράβι για Πάρο. Ευτυχώς και στις 2 περιπτώσεις μπήκα στα επόμενα δρομολόγια και έτσι τα λάιβ έγιναν κανονικά!
Σε ποια μεγάλη πόλη της Ευρώπης θα ήθελες να δώσεις συναυλία;
Στη Βαρκελώνη, στην Plaza de Josep Puig i Cadafalch.
Ποια η σχέση σου με την θάλασσα;
Απόλυτα βιωματική. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Ρόδο, σε ένα σπίτι που έχει απόσταση τρία λεπτά από τη θάλασσα. Η σχέση μου με τη θάλασσα είναι σχέση ζωής.
Θα ταξίδευες ολομόναχη; Το έχεις κάνει, μήπως;
Ταξιδεύω πολύ συχνά μόνη, αλλά μέχρι στιγμής όχι για διακοπές. Λες να το προγραμματίσω;
Οι φίλοι σου θέλουν να σου κάνουν δώρο ένα ταξίδι, όλα πληρωμένα. Πού θα ευχόσουν να σου κλείσουν;
Χριστούγεννα στη Νέα Υόρκη! Παιδιά βιαστείτε, γιατί τα εισιτήρια ακριβαίνουν!
Την μουσική της Μιρέλας την αγαπάμε. Αγαπάμε, όμως, και τον τρόπο σκέψης της. Δείτε την ομιλία της στο TEDxNTUA.
youtube
0 notes
Text
0 notes
Photo
Βιβλιοφιλία και βιβλιοθήκες
Ποιος βιβλιόφιλος δεν ένιωσε τον ενθουσιασμό, την έκπληξη, τη στιγμιαία θλίψη, ίσως και κάποια αίσθηση ματαιότητας όταν χρειάστηκε να αναδιοργανώσει τη βιβλιοθήκη του; Οποιαδήποτε αναδιάταξη κάνει κανείς είναι δημιουργική πράξη, η οποία όμως συνοδεύεται από πολλές αρνήσεις και απορρίψεις. Είμαστε εμείς οι ίδιοι που αισθανόμαστε ότι ξαναγεννιόμαστε εν μέρει ή ότι απαρνιόμαστε κάποιο μέρος της προσωπικότητάς μας αν μεταφέρουμε πιο κοντά ή πιο μακριά ορισμένα βιβλία. Μεταφέρουμε βιώματα και όχι απλώς αντικείμενα: σε αυτό συνίσταται η μαγεία της αναδιάταξης μιας προσωπικής βιβλιοθήκης.
Αναπόφευκτα μου έρχεται στο νου το δοκίμιο του Βάλτερ Μπένγιαμιν για τη βιβλιοφιλία του. Ο βιβλιόφιλος, όπως και ο flâneur –ο περιφερόμενος περίεργος– είναι συχνά συλλέκτης σπανίων βιβλίων, αλλά και χρήστης τους. Γι’ αυτό και δίνει ιδιαίτερη σημασία στη βιβλιοθήκη του που είναι το γνωστικό του μουσείο και ο ιδιωτικός του πνευματικός χώρος.
Μουσείο γνώσης
Η βιβλιοθήκη περιλαμβάνει ιδανικά όλη τη δυνατή γνώση, όπως η φανταστική βιβλιοθήκη της Νινευή που περιγράφει ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες σε ένα αφήγημά του. Είναι η προβολή της μνήμης μας μέσα σε έναν ιδιαίτερο χώρο που τον οργανώνουμε ανάλογα. Τα βιβλία κατατάσσονται με τρόπο που να διευκολύνεται η πρόσβασή μας σ’ αυτά. Και η τάξη που τους επιβάλλουμε είναι, κατά το δυνατόν, λογική. Όμως δεν είναι μόνο λογική. Η προσωπική βιβλιοθήκη του βιβλιόφιλου δεν έχει αυστηρά λογική τάξη. Εκφράζει την υποκειμενικότητά του, την οποία εκθέτει σε κοινή θέα εφόσον μπορούν και άλλοι να επισκέπτονται τη βιβλιοθήκη του· εφόσον, δηλαδή, δεν λειτουργεί η βιβλιοθήκη του μόνο ως προσωπικό του εργαστήριο, αλλά και ως προθήκη της πνευματικής του προσωπικότητας.
Συγχρόνως, η βιβλιοθήκη του βιβλιόφιλου είναι χώρος με μεγάλη συναισθηματική φόρτιση για τον ίδιο. Τα βιβλία δεν περιέχουν μόνο γνώση, αλλά και μνήμες που συνδέονται με την προσωπική διανοητική ιστορία του καθενός. Η θέα τους και η αφή τους μας θυμίζουν εξάρσεις καθώς και απογοητεύσεις που νιώσαμε στο παρελθόν, πρόσωπα με τα οποία συνδεθήκαμε κατά καιρούς. Γι’ αυτό ορισμένα βιβλία που είναι χωμένα σε αόρατα σημεία της βιβλιοθήκης μας αποκτούν μια ιδιαίτερη συναισθηματική φόρτιση όταν μετά από καιρό τα ανακαλύπτουμε πάλι – συχνά ψάχνοντας κάποιο άλλο βιβλίο. Μπορεί να μην έχει πια παρά ελάχιστο ενδιαφέρον για εμάς το περιεχόμενό τους. Μαρτυρούν ενδεχομένως παλιές μας θεωρητικές «αμαρτίες», στιγμιαίες περιέργειες που είχαμε πριν ωριμάσει η προσωπικότητά μας και κατασταλάξει σε ορισμένες προτιμήσεις ή σε συγκεκριμένα πεδία ενδιαφέροντος. Ο βιβλιόφιλος ανακαλύπτει τα βιβλία αυτά πολύ αργότερα και αποτελούν ενθυμήματα παλιών εμπειριών, και ως εκ τούτου «κειμήλια».
Ο Καιάδας
Όλοι οι βιβλιόφιλοι έχουν την εμπειρία τέτοιων ανακαλύψεων. Πρόκειται για αντικείμενα που γλίτωσαν τον Καιάδα. Καιάδας είναι εκεί όπου πηγαίνουν πολλά βιβλία μας που εξαφανίζονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Στη συντήρηση του Καιάδα συμβάλλουν οι διαδοχικές μετακομίσεις, οι λαθροχειρίες φίλων (συνήθως υπό το πρόσχημα δανείου), η λαιμαργία των ποντικών, η απληστία συζύγων όταν χωρίζουν. Όμως, για τον Καιάδα ευθύνεται και η αντι-βιβλιοφιλία που διαθέτει ο καθένας από εμάς παράλληλα με τη βιβλιοφιλία του. Ρίχνουμε στον Καιάδα συνειδητά πολλά βιβλία, η παρουσία των οποίων στη βιβλιοθήκη μας είναι για εμάς οχληρή. Πετάμε, χαρίζουμε, καταχωνιάζουμε πλήθος βιβλίων που δεν μας εμπνέουν ή δεν μας αντιπροσωπεύουν πια. Με αυτόν τον τρόπο απαρνιόμαστε για πάντα τις πνευματικές περιέργειες του παρελθόντος και ορισμένες φάσεις της ζωής μας, ορισμένες από παλιές μας πνευματικές παρορμήσεις.
Αυτό βέβαια δεν γίνεται ποτέ με συνέπεια, ακόμα και όταν αλλάξουμε ριζικά τους φιλοσοφικούς και ιδεολογικούς μας ορίζοντες. Άλλωστε, ο βιβλιόφιλος είναι ένα λογικά ασυνεπές άτομο που προσπαθεί να δείξει συνέπεια –στους άλλους, και στον εαυτό του– μέσα από την τάξη που βάζει στη βιβλιοθήκη του.
Φυσικά, ματαιοπονεί. Όπως ματαιοπονεί αυτός που προσπαθεί να ��ρει έναν άρρητο αριθμό που να μπορεί να εκφραστεί ως κλάσμα δύο ακεραίων. Αν ο βιβλιόφιλος ήταν απόλυτα συνεπής δεν θα ήταν βιβλιόφιλος. Δεν θα δίσταζε να εφαρμόσει κάποιο πρόγραμμα βιβλιακής κάθαρσης, ολοσχερούς καταστροφής μάζας βιβλίων – κατά το πρότυπο του κινέζου αυτοκράτορα Τσιν Σι Χουάνγκ το 213 π.Χ. και των μεταγενεστέρων μιμητών του στη ναζιστική Γερμανία και στην Κίνα του Μάο.
Όσο, όμως, και αν αποστρέφεται κανείς τέτοιες ενέργειες, σποραδικές εκκαθαρίσεις γίνονται από όλους μας. Δεν εξαφάνισα τη σειρά των Απάντων του Μαρξ ή του Λένιν, παρά το γεγονός ότι η ανάγκη να προσφεύγω στα έργα αυτά είναι εδώ και χρόνια πολύ μειωμένη σε σύγκριση με άλλες εποχές της ζωής μου. Αλλά το δρόμο προς τον Καιάδα πήραν πολλά άλλα, που ανήκουν στο ίδιο ιδεολογικό στρατόπεδο και που αποκτήθηκαν την ίδια εκείνη εποχή. Ορισμένα «στρατιωτικά κείμενα» του Χο Τσι Μιν, κάτι περισπούδαστες μελέτες του Λουί Αλτουσέρ πάνω στη δικτατορία του προλεταριάτου και το 22ο Συνέδριο του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, κάποια παλιά τεύχη του περιοδικού Il Manifesto, καθώς και ένα ογκώδες αυτοβιογραφικό πόνημα του Βασίλη Μπαρτζιώτα, και άλλα πολλά παραπλήσια, έχουν εξαφανιστεί ασπλάγχνως και αμετακλήτως.
Βιβλιοθήκη και ατομική πνευματική διαδρομή
Τελικά, η ανακατάταξη των βιβλίων της βιβλιοθήκης μας μας προσφέρει τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε την πνευματική μας πορεία. Παρακολουθώντας τη μέσα από την αναταξινόμηση των βιβλίων, πραγματοποιεί κανείς έναν απολογισμό. Και ένας απολογισμός περιέχει πάντα το στοιχείο της θλίψης, ακόμα και αν είναι θετικός. Από έναν τέτοιο απολογισμό μιας πνευματικής πορείας δεν λείπουν και οι εκπλήξεις. Παράδειγμα, η πρόσφατη ανακάλυψη που έκανα ενός πολυγραφημένου κειμένου φοιτητικών χρόνων: Nicolas Ar. Poulantzas, La renaissance du droit naturel en Allemagne, με ιδιαίτερη αφιέρωση στον γράφοντα «σε ένδειξη πίστης στους κοινούς αγώνες». Είναι μια εντελώς αναπάντεχη ανακάλυψη. Ούτε θυμόμουν ότι μου είχε χαρίσει κείμενο με το προδιδακτορικό του μνημόνιο ο Πουλαντζάς. Για να μην παρεξηγηθώ: η αφιέρωση είναι περιπαιχτική. Τον καιρό εκείνο δεν συμμεριζόμουν τις ιδέες του και δεν είχαμε, επομένως, «κοινούς αγώνες».
Καμία χρησιμότητα δεν έχει αυτό το «κομμάτι» για εμένα. Οι ιδέες που περιέχει δεν έχουν τίποτα το κοινό με αυτές που έχω σήμερα. Ακόμα πιο απομακρυσμένες είναι και από εκείνες που ο Πουλαντζάς διατύπωσε στην ωριμότητά του. Επιπλέον, δεν είμαι ανορθολογικά και φετιχιστικά δεμένος με το κείμενο αυτό. Δεν το καταστρέφω ακριβώς λόγω της μεγάλης απόστασης που με χωρίζει από αυτά που ιδεολογικά και ιστορικά αντιπροσωπεύει. Η ανάγκη διατήρησης ενός τέτοιου κειμηλίου είναι απολύτως ορθολογική. Είναι το αποστασιοποιημένο, το ιστορικοποιημένο και ορθολογικοποιημένο παρελθόν για το οποίο μιλούσε ο Aντόνιο Γκράμσι. Το άτομο ή το κοινωνικό σύνολο που έχει ωριμάσει και έχει συμφιλιωθεί με το παρελθόν του, που έχει κάνει τον απολογισμό, που αναγνωρίζει όλα τα στοιχεία τα οποία συνέργησαν για να σχηματιστεί και να επικρατήσει αυτό που σήμερα βιώνεται ως οριστικό καταστάλαγμα, αντιλαμβάνεται τη σημασία της μουσειακής συντήρησης αυτών των στοιχείων που απομένουν. Στο κάτω κάτω, αυτό το βίωμα είναι το υποκειμενικό μέτρο μιας συγκεφαλαίωσης παραστάσεων, ενός αθροίσματος που εκφράζει η βιβλιοθήκη ως χώρος. Έτσι εξηγείται η «ιερότητα» με την οποία περιβάλλουμε τον χώρο αυτό. Γι’ αυτό και ο χώρος αυτός αποτελεί μια τάξη η οποία, όπως είπα, δεν είναι απολύτως λογική. Είναι δικός μας χώρος του οποίου την οργάνωση και την αναδιοργάνωση μπορούμε μόνο εμείς να αναλάβουμε. Τα κριτήρια ταξινόμησης είναι προσωπικά και μεικτά, διότι είναι ταυτοχρόνως λογικά, συναισθηματικά, αισθητικά και πρακτικά.
Άσκηση ταπεινοφροσύνης
Η αναδιανομή των βιβλίων στη βιβλιοθήκη μας που γίνεται πού και πού, είναι μια εξαιρετικά ταπεινωτική και, επομένως, διδακτική εμπειρία, στον βαθμό που η ταπεινοφροσύνη είναι αναγκαία προϋπόθεση για την απόκτηση γνώσης· συγχρόνως, αποτελεί και αποτελεσματικό αντίδοτο κατά της μεγαλομανίας, που είναι, ως γνωστόν, ενδημική νόσος των διανοουμένων και των πολιτικώ��. Η ταπείνωση συνίσταται, κυρίως, στο γεγονός ότι δεν επιβάλλεται τελικά η τάξη που θέλουμε. Προσπαθούμε να συνδυάσουμε θέματα και συγγραφείς έργων με σχήματα και μεγέθη βιβλίων, τα οποία με τη σειρά τους πρέπει να ταιριάζουν και με τα μεγέθη ραφιών – σε βάθος, πλάτος και ύψος. Οδηγούμαστε, έτσι, σε συμβιβασμούς οι οποίοι είναι άκρως ταπεινωτικοί. Αναγκάζεσαι να βάλεις έναν γεωγραφικό άτλαντα δίπλα σε ένα βιβλίο αφιερωμένο στον Γκρέκο, μόνο και μόνο επειδή τα μεγέθη τους ταιριάζουν, ενώ ένα βιβλιαράκι για τον εξπρεσιονισμό στον γερμανικό κινηματογράφο εισχωρεί ως μη έδει θεματολογικώς ανάμεσα σε ένα μικρό κλασικό του Τόμας Πέιν και ένα του Τζον Λοκ, διότι «ξέμεινε», κατά κάποιον ανεξήγητο τρόπο.
Η εμπειρία ταπείνωσης, όμως, δεν συνίσταται μόνο σε τέτοιους συμβιβασμούς, αλλά κυρίως στην ανακάλυψη τε��μηρίων μιας τεθλασμένης πνευματικής διαδρομής. Δεν συνειδητοποιούμε την ύπαρξη και το μέγεθός της, παρά μόνο όταν αποφασίζουμε να αναδιοργανώσουμε τη βιβλιοθήκη μας. Αν μας ταλαιπωρεί η σκόνη και ο βήχας, οι αλλεπάλληλες κατατάξεις και ανακατατάξεις των ατέλειωτων τόμων, οι ακροβασίες, τα ανεβοκατεβάσματα που περιλαμβάνονται στο σισύφειο αυτό έργο, μας ταράζει και μας ταπεινώνει η ανακάλυψη του ιστορικού της πορείας μας. Διότι η πορεία αυτή δεν είναι ευθύγραμμη· είναι άτσαλη και ανώμαλη, όπως το στραβό ξύλο της ανθρωπότητας, κατά την έκφραση του Καντ.
Ποιος είναι, όμως, ο λόγος γι’ αυτό το συναίσθημα ταπείνωσης που αισθανόμαστε μπροστά στη βιβλιοθήκη μας, τις σπάνιες φορές που τη βλέπουμε σαν σύνολο, σαν καθρέφτη του πνεύματός μας, και ανακαλύπτουμε τα ίχνη περασμένων μας επαφών με άλλες «ηπείρους» γνώσης, άλλα ενδιαφέροντα, με περασμένες πνευματικές ενασχολήσεις; Αν είχαμε τον τρόπο να δούμε πανοραμικά την εξέλιξη στις άλλες μας προτιμήσεις, ίσως στο φαγητό ή στις ανθρώπινες γνωριμίες, θα είχαμε την ίδια αντίδραση; Ίσως. Αλλά νομίζω ότι με τα βιβλία συμβαίνει κάτι διαφορετικό. Ο πνευματικός άνθρωπος ταυτίζεται πιο άμεσα με τις ιδέες που έχει τώρα, θεωρεί ότι τον συγκροτούν ως προσωπικότητα περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο του ενδιαφέρον. Αυτή η προσωπικότητα έχει αυστηρές απαιτήσεις. Η αυστηρότερη απαίτησή της είναι από τη βιβλιοθήκη, εφόσον τη θεωρεί μουσειακή μαρτυρία μιας ανασυγκροτημένης πνευματικής πορείας. Και ο βιβλιόφιλος που αναλαμβάνει να εκφράσει την πορεία αυτή –ή το καταστάλαγμά της– δεν μπορεί ποτέ να φέρει εις πέρας την αποστολή του. Και εύλογα καταλαμβάνεται από αίσθημα ήττας και ταπείνωσης όταν συνειδητοποιεί την αποτυχία του αυτή, τη στιγμή που ξαναστήνει τα βιβλία του.
Η βιβλιοθήκη του «άλλου»
Αναρωτιόμουν αν είναι δυνατόν να αποφύγει κανείς αυτό το συναίσθημα. Ένας ιδανικός τρόπος θα ήταν να αναλάμβανε κάποιος άλλος να κάνει αυτή τη δουλειά στη θέση μου. Βέβαια, θα πρέπει να ήταν κάποιο προσφιλές σε εμένα πρόσωπο. Όχι κάποιος άγνωστος ή ένας επιστημονικός βιβλιονόμος. Εφόσον η οργάνωση μιας προσωπικής βιβλιοθήκης είναι μια άκρως υποκειμενική υπόθεση, αν το ενδιαφερόμενο υποκείμενο εξουθενώνεται μπρος στο έργο αυτό, μόνο ένα πρόσωπο πολύ κοντινό του μπορεί να αναλάβει τη διεκπεραίωση ενός τέτοιου έργου με τρόπο, επίσης, υποκειμενικό. Από την άλλη μεριά, ακόμα και αν μπορούσε κάποιο άλλο πρόσωπο να αναδιοργανώσει, να ανασυγκροτήσει τη βιβλιοθήκη με κριτήρια που να είναι δικά μου εξ ολοκλήρου, δεν θα μπορούσα εγώ να βιώσω αυτή την ανασυγκρότηση – να ανακαλύψω τον εαυτό μου μέσα απ’ αυτό το βίωμα.
Μπορώ, όμως, να κάνω το αντίστροφο: να προβώ εγώ ο ίδιο�� σε αυτό το εγχείρημα της ανακατάταξης των βιβλίων της συντρόφου της ζωής μου. Να ανακαλύψω τον εαυτό μου επιστρατεύοντας όλη μου τη δύναμη ενσυναίσθησης και να τακτοποιήσω τη βιβλιοθήκη της, όχι με τα δικά μου αλλά με τα δικά της κριτήρια.
Όσο δύσκολο κι αν είναι αυτό το έργο, θα ήταν ένας τρόπος να εκφράσω την αφοσίωσή μου για το γεγονός ότι η παρουσία της πλάι μου με βοήθησε ποικιλοτρόπως. Είναι κι αυτό ένα αντίδοτο στον πειρασμό της σοβαροφάνειας που μπορεί να έχει μια ακαδημαϊκή προσωπικότητα. Μια τέτοια άσκηση μπορεί να συμβάλει στην υπέρβαση του φόβου που μπορεί να έχει ο καθένας από εμάς μήπως χάσει πολύτιμο χρόνο, αξιοπρέπεια ή πνευματική δύναμη. Τέτοιοι φόβοι συνυφαίνονται με την υπεροψία και την ανοησία του πολυπράγμονος. Ένας τρόπος να ξεπεράσει κανείς τέτοιους φόβους αποτελεί η τακτοποίηση μιας βιβλιοθήκης. Διότι η εμπειρία αυτή, όπως και εκείνη της απόκτησης της γνώσης, είναι μια άσκηση ταπεινοφροσύνης. Αρχίζει, δηλαδή, και τελειώνει με πνεύμα ταπεινότητας και με δέος μπρος στο ελάχιστο που μας δίνεται να μάθουμε και το άπειρο που παραμένει ανεξιχνίαστο. Κατά μείζονα λόγο, αυτό ισχύει για τη βιβλιοθήκη κάποιου άλλου. Αρκεί να έχει κανείς τη θέληση και τη δυνατότητα να περάσει από μια τέτοια δοκιμασία. Και είναι δοκιμασία από τη στιγμή που προϋποθέτει την πραγματοποίηση μιας κοπιαστικής πορείας σε έδαφος που είναι γνώριμο, αλλά που περιέχει άπειρες παγίδες, και εκτάσεις αχαρτογράφητες.
Στην προκειμένη περίπτωση, τα πράγματα δυσχεραίνουν λόγω της δικής μου έλλειψης γερμανικής παιδείας. Και η βιβλιοθήκη της συμβίας μου κυριολεκτικά γερμανοκρατείται. Βέβαια, είμαι σε θέση να διακρίνω ένα λογοτεχνικό από ένα ιστορικό έργο, ή να αναγνωρίσω τη γερμανική μετάφραση της Καινής Διαθήκης ή έναν τόμο με ιστορίες επιστημονικής φαντασίας. Δεν μπορώ, όμως, να ξέρω αν αυτός ο τόμος ταιριάζει δίπλα σε άλλα κλασικά λογοτεχνικά έργα του 20ού αιώνα ή πού πρέπει να τοποθετηθεί εκείνο το λεξιλόγιο ψυχανάλυσης σε μικρό σχήμα: στην προθήκη, για να βρίσκεται πρόχειρο ή μήπως αποτελεί κατάλοιπο φοιτητικών αναζητήσεων οπότε η θέση που του ανήκει είναι κάπου στα βάθη της βιβλιοθήκης; Άλλο πρόβλημα είναι η φυσιολογική ακαταστασία του υλικού που μαζεύει κανείς και που δεν αποτελείται ακριβώς από βιβλία με την πλήρη έννοια της λέξης. Είναι ο κακός δαίμονας των βιβλιοθηκών· έχει τη μορφή ενός ακανόνιστου continuum, που αρχίζει από «βιβλιαράκια», εξελίσσεται σε φυλλάδια, προχωρεί σε καταλόγους εκθέσεων που ποικίλουν ανάμεσα σε 200 σελίδες μεγάλου μεγέθους και 20 σελίδες μεσαίου ή μικρού μεγέθους, για να καταλήξει σε έντυπα οκτασέλιδα, σκίτσα, πλάνα, μικρογραφίες αφισών και άλλα ακατανόητα ντοκουμέντα που προκαλούν δέος στους μη μυημένους.
Το μυστήριο
Αισθάνομαι το Άγνωστο να με απειλεί και να με κυκλώνει με τευτονική μεθοδικότητα. Για να το αντιμετωπίσω πρέπει να επιστρατεύσω όση φαντασία και φρόνηση διαθέτω. Βέβαια, η δική μου τάξη ξέρω καλά ότι δεν θα γίνει ποτέ αποδεκτή. Ποια είναι, άραγε, η κεντρική αρχή που δίνει ενότητα στο αρχείο μιας ιστορικού τέχνης, η οποία έχει πολλαπλά άλλα ενδιαφέροντα; Είπαμε, όμως, ότι τέτοια αρχή δεν υπάρχει, και εις μάτην αναζητείται. Μήπως θα έπρεπε η προσέγγισή μου να ανταποκρίνεται σε κάποια αισθητική και όχι διανοητική αντίληψη; Πάλι, όμως, θα πρέπει με τη νόηση να συλληφθεί αυτή η αντίληψη.
Δεν είναι, όμως, μόνο η ανάγκη εύρεσης λογικών και αισθητικών κριτηρίων που δημιουργεί φραγμούς στην προσπάθεια οργάνωσης της βιβλιοθήκης ενός άλλου, ακόμα και κοντινού προσώπου. Είναι το ίδιο το νόημα που έχει το βιβλίο ως αντικείμενο σε διαφορετικά χέρια. Περιεργάζομαι ένα βιβλίο μεσαίου μεγέθους που τυχαία βρέθηκε μπροστά μου. Πρόκειται για μια συλλογή δοκιμίων της Σούζαν Σόνταγκ του 1980. Το αντικείμενο δεν έχει φθαρεί με τον χρόνο, αλλά έχει τη γνώριμη πατίνα του διαβασμένου βιβλίου. Η συμβία μου πρέπει να το έχει χρησιμοποιήσει πολλές φορές, ακόμα κι αν δεν το ανέγνωσε από την αρχή ώς το τέλος. Ανέπτυξε μαζί του μια ιδιαίτερη σχέση που δεν είναι μόνο πνευματική, αλλά και υλική, η παρουσία της οποίας είναι ολοφάνερη στον βιβλιόφιλο μόλις το πάρει στα χέρια του. Αυτή η ιδιαίτερη σχέση μεταξύ τους, μπορεί να ανήκει στο παρελθόν, όμως εξακολουθεί να είναι αισθητή και μου είναι ξένη, σχεδόν εχθρική. Αντιπροσωπεύει μια εμπειρία που δεν μπορώ να συλλάβω, έναν κόσμο μυστικό στον οποίο δεν μπορώ να εισχωρήσω. Αντιστέκεται σθεναρά στην προσπάθειά μου να το κατατάξω σε μια «σωστή» σειρά. Το ξαναβάζω στη θέση του και συνεχίζω την αναδιοργάνωση, όμως νοερώς.
Πρέπει να ανακαλύψω το δικό μου σχέδιο ανασυγκρότησης της βιβλιοθήκης της συντρόφου μου, χωρίς μεγάλη αισιοδοξία για την επιτυχία της προσπάθειάς μου. Αλλά, όπως έλεγε ο Γουλιέλμος ο Σιωπηλός, δεν είναι αναγκαίο να ελπίζει κανείς για να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες, ούτε να έχει επιτυχίες για να επιμένει στις προσπάθειές του. Αυτό ισχύει ιδίως όταν ο στόχος μιας τέτοιας προσπάθειας εκ μέρους οποιουδήποτε, παράλληλα με την ανακάλυψη του εαυτού του, είναι και η ανακάλυψη των απαιτήσεων που επιβάλλει ο έρωτας για το βιβλίο και για τη βιβλιοθήκη που το στεγάζει. Ο έρωτας αυτός μπορεί να είναι και παράφορος· μπορεί και να ξεπεράσει τα αισθήματα που τρέφει κανείς για το έτερόν του ήμισυ. Το αν πράγματι το ξεπερνάει, μπορεί να το αντιληφθεί μόνο αν παραβγούν μεταξύ τους τα δύο συναισθήματα. Σε ένα τέτοιο πείραμα, ο βιβλιόφιλος μπορεί να πέσει στον τίμιο αγώνα του. Η πτώση του, σε τέτοια περίπτωση, θα είναι αντάξια σε τιμή με εκείνη των βιβλιόφιλων περα��μένων αιώνων που εκπλήρωσαν τον προορισμό τους πέφτοντας από τη σκάλα της βιβλιοθήκης τους και πληρώνοντας με τη ζωή τους την αγάπη τους για τα βιβλία και, κυρίως, το πάθος για τη δική τους προσωπική βιβλιοθήκη.
Τελικά μπόρεσα και πέτυχα το έργο της ανασυγκρότησης της βιβλιοθήκης της συμβίας μου, με τα δικά της και όχι με τα δικά μου κριτήρια! Αυτό το κατάφερα κάνοντας την παραδοχή ότι το ενοποιητικό στοιχείο της τάξης των βιβλίων της βρίσκεται σε ένα φανταστικό «χάρτη». Ο «χάρτης» αυτός είναι κρυμμένος. Αλλά συγκροτείται από το σύνολο των βιβλίων της βιβλιοθήκης. Η ίδια η πληρότητά τους αποτελεί τον «χάρτη» αυτόν. Δεν έχω παρά να τα πάρω ένα ένα για να διαπιστώσω ότι πράγματι βρίσκονται στη σωστή τους θέση. Αυτό ακριβώς έκανα. Μπόρεσα έτσι να ολοκληρώσω νοερώς την τακτοποίηση της βιβλιοθήκης της. Διαπίστωσα με μεγάλη ικανοποίηση ότι κάθε τόμος, κάθε περιοδικό ή άλλο ντοκουμέντο ήταν και θα παραμείνει στη θέση του, με εξαίρεση εκείνα που κατά καιρούς η κάτοχός τους θα επιλέξει να μετακινήσει.
Έτσι έλυσα, όμως, το πρόβλημα της τακτοποίησης της βιβλιοθήκης του «άλλου» – όχι της δικής μου. Αυτή παραμένει ένα μεγάλο μυστήριο που διαρκεί. Αφήνει να διαφαίνεται ένα σύνολο πνευματικών αναζητήσεων. Σε μεγάλο βαθμό καλύπτει ή παραλείπει ένα αδιόρατο υπόλοιπο, πέρα από το σύνολο που εμφανίζει η βιβλιοθήκη. Είναι εντελώς αβέβαιη η φύση και η σύνθεση αυτού του υπολοίπου. Όπως αβέβαιο είναι και αν η σημασία του είναι μεγαλύτερη ή μικρότερη από εκείνη του συνόλου. Το μόνο βέβαιο για μένα –όπως και για κάθε βιβλιόφιλο– είναι η διάρκεια της ελκτικής δύναμης που ασκεί πάνω μου το βιβλίο και κυρίως το οργανωμένο σύνολο των βιβλίων μου – η βιβλιοθήκη μου.
Daily inspiration. Discover more photos at http://justforbooks.tumblr.com
5 notes
·
View notes
Text
Καργιόλα σ` αγαπώ.
Γράφει ο Αστέριος Ντούφας
Τι σκέφτομαι;
Μακριά σου και μόλις δίπλα σου.
Άμα το καταλάβεις θα καταλάβεις ότι εσύ είσαι ο κόσμος μου.
Είσαι από τις γυναίκες που μιλώντας μία λέξη χαρίζει την έλξη.
Μπερδεμένος και ντροπαλός είμαι κοντά σου, αλλά θέλω την προσοχή σου όταν σε ακουμπάω, όταν φιλάω τα κόκκινα φιλήδονα χείλη σου, όταν με αγγίζεις γίνεσαι Κυρίαρχος και η στάση σε αυτό το άγγιγμα γίνεται λίμπιντο, έρωτας, πόθος, πάθος, κάυλα, να είσαι έλξη.
Γιατί όταν υπάρχει έλξη ακόμα και το πιο αμελητέο άγγιγμα αποκτά άλλη βαρύτητα.
Σε αγαπώ ρε καριόλα, και δεν φταίς εσύ πού είσαι ο έρωτάς μου ο αγιάτρευτος.
Βιαστικά πράγματα κάνω άλλα τα μάτια σου με έχουν αγκαλιάσει και η ανάσα σου με έχει αναστατώσει.
Cinemas σου λέω, το έργο ακατάλληλο +18 και εσύ Star. Δεν είναι καθόλου εύκολο σαν άντρας να παραδέχεσαι την ήττα σου. Να παραδέχεσαι ότι με έχεις γ****** το μυαλό. Να παραδέχεσαι ότι είσαι ανώτερη μου.
Να παραδέχεσαι ότι παραδόθηκες γαμώτο .
Λέγεται αγάπη.
Λέγεται θυσία.
Όπως και να λέγεται. Αυτό που κατάφερες εσύ θα το ονόμαζα μαγεία.
Μπορούσα να είμαι ο ενθουσιώδης μου εαυτός η ο παράτολμος αλλά δεν είμαι ψεύτης.
Φλύαρος καλά κρυμμένος συνετός και φοβισμένος ούτε πολύ ούτε λίγο.
Ξέρω ότι και εσύ αισθάνεσαι τα ίδια, ξέρω ότι κι εσύ δεν θα μπορούσες να δώσεις παραπάνω ή λιγότερα.
Θέλω να είμαι για πάντα μαζί σου, ξέρω τι θα μου πεις.
Θέλω να γίνω το ρομαντικό σου μισό, το πρότυπο του έρωτα, η συνέχεια που δεν έχει τέλος η αμαρτία σου. Το πιώ σωστό σου λάθος.
Και όταν ξυπνάς το πρωί να είναι το άρωμά σου στο κρεβάτι μας.
Είσαι η ευχή, η αρχή και το τέλος μιας ημέρας μου.
Σε ονόμασα ψυχή μου.
Με ονόμασες αγάπη.
Μπορούμε να μαστέ μαζί απόφαση είναι.
Σκέψου το λίγο.
Γιατί αγάπη σημαίνει θυσία, και αυτό θα στο μάθω εγώ Καργιόλα μου.
#Γνωμικά#Ρητά#Παροιμίες#ΣοφάΛόγια#greekface#greekquotes#stixakia#ellinikaquotes#αγαπη#greekarmy#AsteriosDoufas#πεζοτράγουδα#ποιήματα#Thessaloniki
1 note
·
View note
Text
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ Συγγραφέας: Deborah Marcero Εικονογράφηση: Deborah Marcero ISBN: 978-618-03-2583-6 Σελίδες: 40 Ημερομηνία Έκδοσης: 08/04/2021 Διαστάσεις: 21 Χ 27 Εξώφυλλο: Σκληρό
0 notes
Text
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ Συγγραφέας: Deborah Marcero Εικονογράφηση: Deborah Marcero ISBN: 978-618-03-2583-6 Σελίδες: 40 Ημερομηνία Έκδοσης: 08/04/2021 Διαστάσεις: 21 Χ 27 Εξώφυλλο: Σκληρό
0 notes