#ΜΙΚΡΟΣΚΟΠΙΚΟ
Explore tagged Tumblr posts
Text
Μικρό μου τριαντάφυλλο,
Ρόδο μου μικρό,
Κάποιες φορές,
Μικροσκοπικο κι ολόγυμνο,
Μοιάζεις
Ότι στο χέρι μου
Χωράς,
Κι ότι στη χούφτα μου θα σε κλείσω
Και θα σε φέρω στο στόμα μου,
Όμως,
Ξαφνικά
Τα πόδια μου ακουμπάνε στα πόδια σου και το στόμα μου τα χείλη σου,
Έχεις μεγαλώσει,
Ψηλώνουν οι ώμοι σου σαν δύο λόφοι,
Τα στήθη σου περιδιαβαινουν το στήθος μου,
Το χέρι μου ίσα που καταφέρνει ν' αγκαλιάσει τη λεπτή γραμμή από το νέο φεγγάρι της μέσης σου:
Στον έρωτα, σαν το νερό της θάλασσας έχεις λυθεί:
Κοιτώ τα πιο μεγάλα μάτια του ουρανού
Και σκύβω στο στόμα σου για να φιλήσω τη γη.
28 notes
·
View notes
Text
Δηλαδη θελετε να μου πειτε οτι απο το αρχαιο μικροσκοπικο μου αιφον 5 πρεπει να παρω αυτα τα περιεργα με τις 15 καμερες που εχετε ολοι και χρειαζονται 3 χερια για να γραψετε ενα μειλ;
7 notes
·
View notes
Photo
Το Ζοφερό Άστρο
Συγγραφη : Matthew Varney.
Μεταφραση / Προσαρμογη : The Bearded Night Owl.
Μερος Ι
“Αυτος ποιος ειναι;”
Με ρωτησε ο μικρος, δειχνοντας την ψηλη ζωγραφισμενη φιγουρα πανω στην σκονισμενη και σχεδον διαλυμενη σελιδα μπροστα του. Ως μια αναπαραγωγη, μιας αναπαραγωγης, μιας ακομα αναπαραγωγης, το βιβλιο της ιστοριας θα μπορουσε ανετα να παρεξηγηθει και ως μια συλλογη των σχιζοειδων ορνιθοσκαλισματων καποιου τρωγλοδυτη, καθως μεσ'την σπηλια του πιθανως να παρεπαιε στην παρανοια, διπλα απο την πρωτογονη του εστια θαλπωρης…
“Ενας μεγαλος ηγετης. Ελαχιστοι θυμουνται το ονομα του πλεον, Washington νομιζω τον ελεγαν, αλλα μπορει και να κανω λαθος ή να με εξαπάτησαν τα ανακριβη λεγομενα εκεινων, που αυτοαποκαλουνται ιστορικοι.”
Σιγογελασα αναθεματιζοντας, οπως εκανε και ο μικρος.
“Τι ειναι ηγετης;”
Με ξαναρωτησε. Απο το μερος που καταγομουν, δεν ηταν ασυνηθιστο για τα παιδια να διακατεχονται απο απαιτητικη περιεργια.
“Απο οτι εχω ακουσει, ηγετης ειναι ο ανθρωπος που δημιουργει ταξη απο το χαος… Πολλοι ηγετες ειχαν τρανα οραματα για το πως θα μπορουσε να οργανωθει ο κοσμος… στη περιπτωση του Washington, πως θα μπορουσε να οργανωθει το εθνος του. Δεν υπαρχει αμφιβολια οτι πλεον, με την καταρευση των παντων γυρω μας, θα στριφο��υριζει κανονικοτατα στο ταφο του…”
Ο μικρος τωρα ειχε αφησει το βιβλιο στην ακρη και παρατηρουσε εξω μελανχολικα, αναμεσα απο το κοκκινο τζαμι, με το πηγουνι ακουμπισμενο στα σταυρωμενα του χερια, τα οποια στηριζοντουσαν στο ατσαλινο πλαισιο του παραθύρου, πριν γυρίσει να μου πει σοβαρα :
“Θελω και γω να γινω ενας ηγετης!”
Σπαραξε η καρδια μου διαπιστωνοντας οτι ειχε βλεψεις απιαστες και ονειρα ουτοπικα, ονειρα τα οποια θα επρεπε να ισοπεδωσω συντομα. Αυτη ηταν η μονη αυστηρα επιτρεπομενη αγωγη για τετοιας φυσης ονειρα εκεινους τους καιρους, αλλα η λυπη που με πλημμυρισε τοτε, μου φαινεται ανοητη πλεον μπροστα στην τωρινη μου ματαιη ανυσηχια για το τι να απεγινε η μικρη του ψυχη. Θα μπορουσε να βρικεται οπουδηποτε, η συναμα και πουθενα… και το πιο πιθανο ειναι να μη μαθω ποτε. Προσευχομαι μοναχα σε οτιδηποτε εχει απομεινει ιερο και ελπιζω, να βρισκεται σε καποιο καλυτερο μερος απο αυτο που βρισκομαι εγω.
Συμφωνα με τους ιστορικους, υπηρχαν καποιες ξεκαθαρα και φαινομενικα αθραυστες δυναμεις, αποκαλουμενες “οι νομοι της φυσης”, που κυβερνουσαν κατα τους αρχαιους χρονους τον μητρικο μου πλανητη, ενα συνολο απο κανονες τους οποιους μπορουσες να παρακολουθησεις και να μελετησεις προσεχτικα προκειμενου να προβλεψεις την συμπεριφορα των πραγματων και να βρεθεις στον προορισμο που επιθυμουσες. Φυσικα, τιποτα τετοιο δεν χαρακτηριζε την εποχη στην οποια εγω μεγαλωσα. Η ζωη ηταν τοτε ενα αρρωστημενο παιχνιδι της τυχης για ολους μας, ενα παιχνιδι που δε θα δισταζα να αποκαλεσω κολασμενο, αν δεν ημουν πλεον σε θεση να γνωριζω πιο κυριολεκτικα την πραγματικη σημασια του χαρακτιρισμου, φυσικα…
Αποφασισα εδω και καιρο οτι ο μονος τροπος να τελειωσει αυτο το αρρωστο παιχνιδι, θα ηταν να απαλλαγουμε απο την γη ολοκληρωτικα, να αφαιρεθει απο το στερεωμα οπως ενας κακοηθης ογκος αφαιρειται απο ενα φαινομενικα υγειες ατομο. Αν δεν υπηρχε πια ελπιδα για μας σε αυτον τον μικροσκοπικο λευκο πλανητη, θα μπορουσαμε να φερουμε λιγη ισσοροπια στο συμπαν με την εξαλειψη της υπαρξης μας, θεωρησα. Αυτη η ιδεα μπηκε στο νου μου με εναν απο τους πιο περιεργους τροπους, αναρριχηθηκε στο υποσεινηδιτο μου σαν τον αποκοσμο ψιθηρο μιας σκιερης εμπνευσης. Δεν ειχα την παραμικρη ιδεα πως κατι τετοιο θα μπορουσε να πραγματοποιηθει, αλλα το αποζητουσα συχνα, ειδικα κατα τη διαρκεια των νυχτερινων μου στοχασμων… οταν ο ηλιος επαυε να σκορπιζει ραδιενεργεια, μη γνωριζοντας εντουτοις ποτε τι θα σκαρφιστω. Καθε νυχτα διαρκουσε οση η μεγιστη περιστροφικη ταχυτητα της γης, της επετρεπε.
Εβγαλα την βραδινη μεριδα του γιου μου απο το κιβωτιο με τον παγο και του την σερβιρα πανω σε ενα κομματι χαρτονι, χωρις να του αποκαλυψω την προελευση του κρεατος, μη θελωντας να τον αποτρεψω απο το να τραφει σωστα. Εν αγνοια του, τα εθιμα του κυνηγιου που εξιστορουνταν σε παλιες ιστοριες ειχαν προ πολλου αφανιστει, αφηνοντας μονο τα παγωμενα ημι-σκελετωμενα πτωματα του δικου μας ειδους, απο τα οποια τρεφομασταν πλεον αποκλειστικα. Για ενα μεγαλο μερος της δικης μου παιδικης ηλικιας, η τροφη μου απαρτιζοταν απο υγειινες προμηθειες οσπριων και ρυζιου, αποθηκευμενες στα εγκατα του καταφυγιου, αλλα πλεον ως γονιος, φαινοταν ξεκαθαρα οτι το παιδι μου δεν θα ειχε την ιδια τυχη. Θα ψευδομουν αν ελεγα οτι δεν ειχα ειδη μετανοιωσει το να τον φερω σε αυτον τον διαλλυμενο κοσμο, πολλακις…
Οι δυνατοτητες θρεψης ελαχιστοποιουνταν καθημερινα, οποτε αποφασισα να κρατησω αθικτη την μεριδα μου εκεινο το βραδυ. Οχι οτι η ωμη ανθρωπινη καρδια φανταζε ιδιαιτερα εκλυστικη, ακομα και σε αυτη μου την απελπιστικη κατασταση… Θα ειχα τουλαχιστον μαγειρεψει την μεριδα του παιδιου, αν οι νομοι της φυσικης συνεργαζονταν αρκετα, αλλα αλιμονο! Καθε προσπαθεια να αναψω εστω και ενα σπιρτο, ποσο μαλλον να πυροδοτησω μια χουφτα απο μικρα ξυλα, κατεληγε σε μια πενιχρη αναφλεξη που διαρκουσε μερικα κλασματα του δευτερολεπτου, διογκωνωμενη προς τα εξω σαν πυρινη σφαιρα και γλυφωντας τις τριχες των χεριων μου πριν εξαφανιστει εντελως. Οι ιδιοτητες των στοιχειων, και ειδικα της φωτιας, ενναλασονταν σε ισχυ απο μερα σε μερα, προδιδοντας με τις διακυμανσεις τους καθε μας απεγνωσμενη προσμονη. Και τετοια τυχαιοτητα καθοριζε πλεον και τη μοιρα των ανθρωπων, και φοβομουν οτι συντομα θα καταδικαζε και τη δικια μου και του γιου μου, πριν μου δωθει η ευκαιρια να κανω αυτο που επρεπε.
Ο ηλιος αρχισε να βυθιζεται στην ανυπαρξια, προμηνυοντας ενα νεο μεσοδιαστημα σκοταδιου. Ειχε ερθει η ωρα.
“Θα επιστρεψω.”
Ειπα του μικρου, καθως φορεσα τα γαντια, τις μποτες και το δερματινο παλτο, σκεπαζοντας το κεφαλι μου με τη γουνινη κουκουλα του, και εφοδιαστικα με μια παλια αλλα ακομα λειτουργικη ασφυξιογονο μασκα. Δε μπορουσα να του πω ποτε ακριβως θα επεστρεφα, λογω των απροβλεπτων χρονικων ρευματων. Το αν θα τα καταφερνα γενικα να επιστρεψω ηταν επισης αβεβαιο, αλλα μερικα ψεμματα ειναι απαραιτητα, ειδικα οταν εμπλεκονται παιδια.
Ο μικρος δε με ρωτησε που πηγαινα, διοτι δεν ηταν τοσο αφελης ωστε να πιστεψει οτι ειχα συγκεκριμενο προορισμο. Τα σχεδια αλλαζαν με το κλιμα και τον καιρο. Και μιλωντας για καιρο, παντα μου φαινοταν ειρωνικα διασκεδαστικο το οτι αυτος ο ορος, λεγεται οτι καποτε συμπεριελαμβανε αρκετη ποικιλια. Την θερμοκρασια, τον ηλιο, τα συννεφα, τον ανεμο και μερικες ακομα ασημαντες πλεον εννοιες. Καθοτι, δεδομενου οτι τα λογια των ιστορικων στεκουν ως αληθή, οι αρχαιοι πληθυσμοι, σιγουρα δεν ηταν τιποτε αλλο παρα μαλθακες μαζες διχως το παραμικρο λογο ανυσηχιας. Εχω αντιμετωπισει τις αδαμαστες ορεξεις ενος παραφρων θεου και τις αποκαλεσα καιρο, ενω τα βιβλια τις ιστοριας παραθετουν παραβολες για την μελανχολικη υφη της βροχης, η οποια απο οτι εχω ακουστα ηταν ενα φαινομενο οπου μικροσκοπικες σταγόνες αγνου, κρυσταλικου νερου, επεφταν απο τον ουρανο. Αυτο σε μενα αντηχει σαν ενα ουτοπικο ονειρο, διχως ιχνος μελανγχολιας…
Σε καθε περιπτωση, θα εδινα τα παντα ωστε τα προβληματα μου να σχετιζονταν με τη βροχη παρα με την ωρα και τους νομους της φυσικης. Για να μην αναφερω προβληματα με τα διαφορετικα πεδια πραγματικοτητας που πλεον αντιμετωπιζα καταπροσωπα, προβληματα που δεν μπορουσα να ονοματισω ή να χαρακτηρισω ακομα και αν η ιδια μου η ζωη εξαρτατο απ'αυτο, μη πω ο ιδιος μου ο θανατος, καθοτι πλεον ο θανατος σφετεριζεται την επιβιωση για την ηγετικοτερη θεση στους σκοπους μου. Υπαρχουν σκοτεινα, σκοτεινα πραγματα που ελλοχευουν στο σκοτος αναμεσα στις επουρανιες μαζες, και τα εχω δει, τα εχω βιωσει, εχω επιτρεψει στον εαυτο μου να χαθει μεσα τους.
Δωσ'τε μου ολες σας τις βροχερες μερες, Ω Μεγαλοι Παλαιοι, και παρτε ολες μου τις στοιχειωμενες νυχτες!
Οταν εσπρωξα δυνατα προς τα κατω το ατσαλινο πομολο της θυρας, η πιεση στο δωματιο αλλαξε αποτομα και ενα ισχυρο ρευμα ανεμου αλυχτησε απο το διακενο, και πριν οι θανατερες αναθυμιασεις απ'εξω γεμισουν το θαλαμο, βρισκομουν ειδη εξωτερικα, και η θυρα ξανασφραγισε.
Τα παραθυρα του οωειδους φυλακιου στο οποιο ειχαμε βρει καταφυγιο ηταν εντονα επικαλυμενα για εναν πολυ συγκεκριμενο λογο, να φιλτραρουν τις καυτες ακτινες του ηλιου. Και ως παρενεργεια της επικαλυψης, δεν ειχαμε την δυνατοτητα να παρατηρησουμε το τοπιο οπως ακριβως ηταν, παρα μονο οταν βρισκομασταν εκ��ος καταφυγιου. Τωρα που το αντικρυζα παλι με τα ιδια μου τα ματια, και οχι διαμεσου των αιματόχρωμων φιλτρων, χωρις των οποιων τα σωματα μας θα δυσμορφουσαν μεσα σε λιγα λεπτα εκθεσης, με πλημμυρησαν ταυτοχρονα συναισθηματα δεους αλλα και τρομου…
Μπροστα μου στον οριζοντα απλονωνταν θεωρατοι ανεμοδαρμενοι αμμολοφοι απο χιονι. Μαυροι, πανυψηλοι πυργοι προεκτεινονταν απο μεσα τους, καθως το συγλονιστικο τους υψος εκρυβε πολλους απο τους πυκνους αστερισμους του στερεωματος απο τα ματια μου.
Και διπλα δεσποζε, το στην καθουμιλομενη αποκαλουμενο, Ζοφερο Αστρο, το μεγαλειωδες βυσσινι φως του να πυροδοτει τους αιθερες. Η παρορμηση να θαυμασω την απειλιτικη του ομορφια επεστρεψε γνωριμα, αλλα το ενστικτο μου επικρατεισε οριακα και αποτραβηξα την ματια μου εγκαιρως, αποφευγοντας το δελεαρ καποιας υπουλης παγιδας. Για μενα πλεον, ηταν μηχανικο στη συμπεριφορα μου να αμφισβητω τα παντα. Στο παρελθον ειχαν χαιδεψει τα αυτια μου πολλοι φρικτοι μυθοι ωστε να μου επιτρεψω να ειμαι κατι αλλο εκτος απο προσεκτικος. Αλλα τωρα γνωριζω βιωματικα την καταγωγη ολων αυτων των μυθων. Τωρα ξερω, οτι τελικα δεν ημουν, οσο προσεκτικος επρεπε…
Οπως καθε φορα, αρχισα να διερευνω το τοπιο, ψαχνοντας για νεες ευκαιριες που θα μπορουσαν με καποιον τροπο να μας βελτιωσουν την κατασταση. Δεν ηταν καθολου ασυνηθιστο για τα διαφορα χτισματα να αλλαζουν τοποθεσια κατα τη διαρκεια της νυχτας, ή ακομα και για μερικα καινουργια αντικειμενα να πηγαινοερχονται με την χρονικη παλοιρια. Παρατηρησα κατι να ξεχωριζει μακρια στον οριζοντα, αλλα πρωτου σπαταλησω αλλο χρονο διερωτομενος, σηκωσα το ρολοι τσεπης που ειχα και ρυθμισα το χρονομετρο να με ειδοποιησει στα 35 λεπτα, δηλαδη ενα ακριβως λεπτο πριν την πληρη διαρκεια της νυχτας. Μετα υψωσα το χαλκινο μονοκυαλι μου, ρακοσυλλεκτικο ενθυμιο απο τα νατια μου, και προσπαθησα να διακρινω το σκοτεινο και μυτερο ογκο που στεκοταν στη μεση της κοιλαδας αναμεσα απο δυο λοφισκους χιονιου.
Ηταν ενα πανινο κιοσκι, μια σκηνη. Ειχα ξαναδει πολλες τετοιες προχειρες κατασκευες στο παρελθον, καθως οι ιστορικοι συχνα θα εμφανιζονταν να συγκεντρωνονται σε λευκες σκηνες, στον διαρκη αγωνα να πουλησουν τις πραμματειες τους, οι οποιες θα αποτελουνταν στην καλυτερη απο αντικειμενα αμφισβητισιμης προελευσης, στην χειροτερη απο γελοιες απομιμησεις. Αλλα αυτη η σκηνη ηταν μαυρη και μοναχικη. Η αισιοδοξη πλευρα μου ενθουσιαστηκε, διοτι αυτο που παρατηρουσα πιθανως να εκρυβε ανειπωτες εκπληξεις, ενω η απ��ισιοδοξη πλευρα μου γνωριζε πολυ καλα ποσο επικυνδινα μακρια βρισκοταν, και ολο μου το σωμα σφιχτηκε λες και προσπαθουσε να με αποτρεψει απο το να πλησιασω. Καμια δυναμη δε θα μπορουσε να με προστατεψει απο τη ραδιενεργο ακτινοβολια του ηλιου, σε περιπτωση που δε καταφερνα να επιστρεψω πισω στο καταφυγιο μας εγκαιρως…
Οι χρυσαφενιες ακτινες του ηλιου οστοσο, οσο ζεστες και αν φαινοντουσαν, δεν αρκουσαν ποτε ωστε να ξεπαγωσει ο πλανητης, αλλα μη νομισεις στιγμη οτι δεν ειχαν την απολυτη ικανοτητα να διαπερασουν προστατευτικα, σαρκες και οστα, και να απονεμουν ανιερα δεινα σε οποιον αποδεικνυοταν αρκετα ανεγκεφαλος ωστε να εκτεθει σε αυτες. Εχω δει τα αποτελεσματα τετοιων δηλητηριασεων, και δεν ειναι καθολου ομορφα, εκτος και αν εισαι αρκετα ψυχωτικος ωστε να βρισκεις την ομορφια στην σταδιακη νεκρωση του δερματος, στην αποσυνθεση του χονδρου, και στην σηψη της φαιας ουσιας.
Παρατηρωντας σκεπτικα το σημειο που με ενδιεφερε, εκανα κατι που τωρα αναγνωριζω ως την χειροτερη αποφαση της ζωης μου, ξεκινησα την πορεια μου προς αυτο. Το επιθετικο κρυο ειχε ειδη αρχισει να με μουδιαζει, και ηταν εκεινη τη στιγμη που ενα πανισχυρο ρευμα ανεμου απειλησε να με παρασυρει, αναγκαζοντας με να ακινητοποιηθω γονατιστος για καποια λεπτα. Το φιλτρο της μασκας μου εκανε αξιεπαινη δουλεια στο να με κραταει ζωντανο, αλλα ο αερας εξακολουθουσε να μυριζει αμμωνια και αρκετα ακομα αφιλοξενα χημικα. Ο πονοκεφαλος ηταν αναποφευτκος.
Οι χρονικες παλλοιριες, ετυχως, ηταν σε υφεση εκεινη τη νυχτα, διαπιστωνοντας το ριχνοντας μια κοφτη ματια στο χρονομετρο με ελαφρως τρεμαμμενα χερια. Θα μπορουσα να χρησιμοποιησω τις παλιρροιες προς οφελος μου αν ειχα αρκετες γνωσεις ως προς την συμπεριφορα τους, αλλα μονο οι ιστορικοι και οι αφεντες τους κατειχαν τετοιου ειδους πληροφοριες. Φημολογειτο οτι οι μαυροι πυργοι ευθυνονταν για αυτες τις συμπεριφορες, και οτι οι αφεντες των ιστορικων ηταν στην πραγματικοτητα εξωγηινες οντοτητες που ηταν εξ'αρχης υπεθυνες για την υπαρξη των πυργων. Αλλα ποιος αλλος θα μπορουσε να το πει με σιγουρια περαν απο τους ιδιους τους ιστορικους και τους αστρικους ερευνητες; Περιεργιες τετοιας θεματικης γεμιζαν το νου μου καθ'ολη τη διαρκεια της πορειας μου απο το καταφυγιο προς την μυστηριωδη σκηνη.
Τα πανινα τειχωματα της τρεμοπαιζαν στον ανεμο καθως την πλησιαζα. Κατι απροσδιοριστο στην οψη της με γεμιζε με φοβο τωρα που μπορουσα να την παρατηρησω απο πιο κοντα. Αναστατωμενος χωρις καποια εμφανη αιτια, εννοιωσα την αναγκη να κανω επιτοπου μεταβολη και να επιστρεψω πισω, αλλα η περιεργια και η ελπιδα με κρατουσαν κλειδωμενο στο στοχο. Εναντια στα ηχηροτατα πλεον ενστικτα μου αποστροφης, βαδισα αποφασισμενος προς το πανι της εισοδου, το τραβηξα στην ακρη απαλα και αντικρυσα την αλλοκωτη παρουσια που βρισκοταν μεσα.
Καθιστη στο σκουριασμενο μεταλλικο πλεγμα ενός γυμνου κρεββατιου χωρις στρωμα, ηταν μια κουκουλοφορεμενη φιγουρα, με το κεφαλι της ακουμπισμενο στις παλαμες, μια φιγουρα που υπεθεσα οτι ηταν αρσενικη. O μανδυας του, οντας ειδη αρκετα μεγεθη μεγαλυτερος απο το μεγεθος του οντος, καλυπτε τα παντα εκτος απο τα κατωχρα χερια του. Δεν φαινοταν να φορα ασφυξιογονο μασκα στο προσωπο, και μου προξενησε απορεια ως προς το πως καταφερνε να εισπνεει την τοξικη ατμοσφαιρα με τετοια ανεση.
Ακομα πιο ενδιαφερον ομως απο το ιδιο το μυστιριωδες ων, ηταν ο καθρευτης, μεγαλος και τριγωνικος, τοποθετημενος σε ενα ειδος καβαλετου ακριβως απο πισω του. Με υπνωτισε απευθειας, διοτι δεν αντικατοπριζε καθολου τα περιεχομενα του χωρου μπροστα του, αλλα ηταν ενα μαγευτικα πραγματικο παραθυρο προς τα αμορφα βαθη του διαστηματος. Αντικρυσα στην επιφανεια του ενα αστροφωτιστο νεφελωμα απειρων χρωματων, καθως βρισκομουν σε πληρη συγχυση για το πως γινοταν να βλεπω κατι τετοιο με τοση ευκρινεια διαμεσου ενος απλου φαινομενικα καθρευτη σε ασημενιο πλαισιο.
Μερικα σφυριλατα σιδερενια κηροπηγια ηταν ακουμπισμενα διασπαρτα στα περιθωρια της σκηνης, και πανω στα κερια τους χορευαν αποκοσμες φλογες που ειχαν την αποχρωση της αστραπης. Σε καποιον αλλο κοσμο ισως και να τις αποκαλουσα ομορφες, αλλα εκεινη τη στιγμη για μενα, δεν ηταν τιποτε αλλο παρα φρικτες θυμισες του Ζοφερου Αστρου. Μου προξενησαν ολα εκεινα τα ανεπιθυμιτα συναισθηματα της ανικανοτητας και της ναυτιας που ειχα συνηθισει να συνδεω με το βυσσινι φως στους ουρανους, απλα σε μικροτερη κλιμακα. Ηταν αναμεσα απο τις αρρωστημενες λαμψεις τους που παρατηρησα μια θηλια, διπλωμενη κατω απο το πλεγμα του κρεββατιου.
H ρηχη ανασα της φιγουρας ηταν η μονη της κινηση. Και λογω της αβολης σιωπης αλλα και της ανατριχιαστικης του εμφανισης, σε κεινο το σημειο αρχισα να χανω την ψυχραιμια μου. Σηκωσα να κοιταξω το ρολοι μου, μου απεμεναν 20 λεπτα. 15 χρειαζομουν μονο για να επιστρεψω πισω στο καταφυγιο. Τι ηλπιζα οτι θα μπορουσα να καταφερω μεσα στα 5 λεπτα που μου απεμεναν? Αναρωτηθηκα, και οταν καμια προχειρη απαντηση δε με ικανοποιησε, αφησα το πανι της εισοδου να κλεισει και γυρισα την πλατη μου στη σκηνη.
Ηταν τοτε που ακουσα μια ψυχρη, κουφια φωνη, να με καλει ψιθυριζοντας υποκωφα απο το εσωτερικο της σκηνης πισω μου.
“Πατερα…”
Σταματησα να περπατω.
“Πατερα!”
Μου ειπε ξανα, το ανυσηχο καλεσμα του να προδιδει μια μιξη ενθουσιασμου και εντονης απελπισιας.
Επεστρεψα στην σκηνη, αυτη την φορα περπατωντας αργα προς το μερος του πριν βρεθουμε αντιμετωποι. Το κεφαλι του δεν ηταν πλεον γυρτο στην αραχνωδη αγκαλια των χλωμων δαχτυλων του, αλλα το προσωπο του εξακολουθουσε να ειναι πληρως επισκιασμενο απο το σκοταδι της κουκουλας. Η ανασα του ηταν ορατη στον παγωμενο αερα και ερεε αποκοσμα απο εκει που υποτιθεται οτι θα επρεπε να ηταν το στομα του.
“Σε περιμενα, Πατερα… Ζωες ολοκληρες σε περιμενα…”
Η φωνη του απιστευτα σιγανη, τα λογια του τα διεκρινα με δυσκολια…
“Δε… Δεν ειμαι ο πατερας σου….”
“Καποιος θα πιστευε οτι η αθανασια εξυψωνει, οτι θα μπορουσε μεσω αυτης να αγγιξει τα υψη της υπαρξης… Αλλα οχι πατερα… Το μονο που εκανε ειναι να με οδηγησει σε αυτη την μιζερη απομιμηση ζωης…. Αιωνες εχω που ποθω για ενα συναισθημα ευτυχιας παρομοιο με αυτο που η αφιξη σου μου προσεφερε… Μια ευτυχια που νομιζα οτι μπορουσα να βιωσω μοναχα μπροστα στην παρουσια του ιδιου του Ζοφερου Αστρου…”
Εννοιωσα ενα ριγος να με μουδιαζει στο ακουσμα των λεγωμενων του, μια μακαβρια περιεργια αρχισε να με κυριευει και να σκαρφαλωνει στον λογισμο μου - μια περιεργια τοσο ισχυρη που παρομοια δεν ειχα ξανανοιωσει…
“Τι ξερεις για το Ζοφερο Αστρο; Πως γινεται να ξερεις το οτιδηποτε γι'αυτο;”
Ειχα στο παρελθον αμφιβαλει περι των θρυλων που παρουσιαζαν το αστρο σαν καποια κακοβουλη μορφη νοημοσυνης που εμποτιζε τους εφιαλτες αβοηθητων θυματων, με σκοπο καποιου ειδους αναζητησης, οπως ενας δαιμονας θα αναζητουσε καποιο σωμα να κυριευσει. Και εντουτοις δε μπορουσα πλεον να το αρνηθω. Αυτο το φως στους ουρανους ηταν κατι πολυ παραπανω απο ενα συνολο παραδοξων ακτίνων με ανυσηχητικες ιδιοτητες.
“Μου μιλαει… Και για αυτο το προνομοιο μου στερηθηκε η δυνατοτητα που ειχα ΕΓΩ να του απευθυνομαι… Διοτι δεν επιθυμει τις επικλησεις παρα μονο απο οσους επιβιωνουν εν αγνοια… Μου στερισε την ανθρωπια μου… Το προσωπο μου… Και ολα αυτα σε ανταλαγμα για αυτη την… μιζερη υπαρξη… Σε ανταλλαγμα για την ευκαιρια να… τι ηταν… α ναι, να φερω την ταξη στο χαος…. Εχω που υπομενω αυτη την νεκρη ζωη για αιωνες… Οι ιδιες μου οι επιθυμιες καταπλακωθηκαν απο ερμαφροδιτο σκοτος, απο χαοτικο φως… απο γκχ…”
Καθως τον αντικρυσα να βυθιζεται σε εναν παροξυσμο απο ακατανοητα βογγητα, θρηνοντας και τρεμοντας, εννοιωσα την παρουσια του να με απωθει, ακομα και αν πλεον τον θεωρουσα κατι αρκετα παραπανω απο ενα απλο ων. Ηταν ενας αγγελιοφορος, ενας προφητης - ένας μαντης της ανιερότερης επιρροης και παραδειγματος. Εκεινη τη στιγμη, ηταν για μενα το σκοτεινοτερο πλασμα που ειχα ερθει ποτε σε επαφη, κ��ι εντουτοις μεσα σε ολη μου την αποστροφη καπου εννοιωθα και λυπηση για αυτον…
“Δε θα πρεπε να μαι δω… Δεν υπαρχει τιποτα εδω για μενα. Με συγωρεις… Πρεπει να φυγω–”
“Θελεις να μαθεις το ονομα του; Το ξερω οτι το θελεις, την νοιωθω την επιθυμια σου…”
“Οχι, δεν…”
Πριν προλαβω να φερω αντιρρηση, μου βεβηλωσε τα αυτια και την ψυχη με μια παραμορφωμενη φραση που τολμω να πω οτι κανεις θνητος δε θα μπορουσε σε καμια περιπτωση να επαναλαβει. Προεφερε την αποκρουστικη ονομασια του Ζοφερου Αστρου, την φρικτη υπογραφη μιας εξωγηινης παρουσιας ανελπιστα μακρυα απο καθε ιχνος ανθρωπινης κατανοησης. Αυτος ο θορυβος αφυπνησε εντελως καινουργιες αισθησεις στον ψυχισμο μου, κατακλυζοντας την συνειδηση μου με υπεραισθητικα ερεθισματα απεριγραπτης προσβολης, ενα συναισθημα που θα το συνεκρινα μοναχα με την βιαιη αφυπνηση απο εναν βαθυ υπνο, μην εχοντας ποτε πριν βιωσει πραγματικη αυπνια, απο το εφιαλτικοτερο ουρλιαχτο σ'ολοκληρη την υπαρξη!
Και τοτε το ηξερα οτι ειχα τυχαια συναντησει κατι, με το οποιο το ειδος μου - ή πιο συγκεκριμενα, οτιδηποτε ενδημικο στην τριτη διασταση - δεν θα επρεπε ποτε να ερθει σε επαφη. Ειχα εκτεθει σε ενα δεινο που επιβεβαιωνε ενα και μονο πραγμα στα ματια μου. Ο μικροσκοπικος μου ασπρος πλανητης ηταν πληρως εγκαταλελειμμενος απο τον θεο, παρατημενος στο ελεος δυναμεων στις οποιες ουτε εκεινος ο ιδιος δεν θα τολμουσε να αντιταχθει.
“Γεια χαρα!” Φωναξα τρομοκρατημενος, βαδιζοντας προς τα πισω ωστε να βγω απο την σκηνη.
“ΟΧΙ!!!!”
Ουρλιαξε ο μάντης, πριν σηκωθει αποτομα στα ποδια του. Ηταν μια στριγκλια σαν αυτη της κουκουβαγιας αλλα θυμιζε ελαφρως και μουγκρητο λιονταριου, και οι δυο ηχοι να επανερχονται στην μνημη μου απο υποτιθεμενες αρχαιες ηχογραφησεις…
“Τα συμφεροντα μας ειναι κοινα, πατερα… Θελουμε και οι δυο να δωσουμε ενα τελος σε αυτο το… σ'αυτο το χαος. Δεν μπορω να τα καταφερω χωρις εσενα, δε το ξερεις;”
“Τι ζητας απο μενα;”
Του φωναξα. Μπορουσα ανετα να το βαλω στα ποδια, αλλα ενα πνιχτο ανγχος με γεμισε φοβο και διστασα…
“Σε χρειαζομαι να επικαλεστεις το Ζοφερο Αστρο… ωστε να καταβροχθισει αυτο τον διεφθαρμενο κοσμο και να επαναφερει την κοσμικη ισσοροπια. Θα αντιμιφθεις περαν απο τα πιο μεγαλοπνοα σου ονειρα για αυτη τη πραξη πατερα! Πιστεψε με!”
Εχασα σχεδον την επαφη μου με την λογικη οταν τον ακουσα να αναφερει το τελος του κοσμου για δευτερη φορα. Η καταστροφη της γης ηταν αλλωστε επιθυμια μου, και τωρα φαινοταν οτι η μοιρα ��ρισκοταν με το μερος μου. Αυτος ο παρανοικος προφητης ηταν η ευκαιρια που εξαρχης εψαχνα…
“Και ο γιος μου;”
Τον ρωτησα, ξεχνωντας στιγμιαια τις ψευδαισθησεις του περι συγγενιας μαζι μου.
“Τι θα απογινει το παιδι μου;”
Ο μαντης με κοιταξε, η σιωπη του προς απαντηση μου, και εννοιωσα τo καλλυμενo του βλεμμα κατω απο την κουκουλα να με διαπερνα…
Προσπαθωντας ματαια να εκλογικευσω ολους τους πιθανους τροπους εκβασης αυτης της καταστασης, αρχισα να εξεταζω τις σκεψεις που ετρεχαν μεσ'το μυαλο μου. Τελικα τον ρωτησα…
“Τι πρεπει να κανω;”
“Σκοτωσε με…”
Με ικετευσε με ενα τραχυ ψιθυρο…
“Σκοτωσε με!”
Αυτο ηταν, αρκετα. Δε μπορουσα να διαχειριστω την επικοινωνια με ενα τοσο διεστραμενο πλασμα, ως εδω! Βγηκα βιαστικα εξω στην αστροφωτισμενη νυχτα και προσανατολιστηκα με κατευθυνση το καταφυγιο, βγαζοντας να κοιταξω το ρολοι απο την τσεπη μου χωρις δευτερη σκεψη.
Προς μεγαλη μου εκπληξη διαπιστωσα οτι ο χρονος μου ειχε σχεδον τελειωσει. Ενα λεπτο απεμενε.
Ουρλιαξα καταρες προς τον ουρανο… Πως ηταν δυνατον να ειχε περασει τοση ωρα; Ισως να ειχα χασει εντελως την επαφη με το χρονο κατω απο την ηχητικη επιροη του βδελυρου ονοματος του Ζοφερου αστρου, συνειδητοποιησα. ‘Η ισως μια χρονικη καταιγιδα να ειχε διαπερασει το σημειο που στεκομουν εν αγνοια μου. Ο πανικος με διαπερασε. Αν ηταν να καταληξω νεκρος παρα την οποιαδηποτε επομενη μου κινηση, τι αλλη επιλογη ειχα απο το να γυρισω πισω και να συναινεσω στην παρανοικη απαιτηση του μαντη;
Και μ'αυτο, τραβηξα τον σουγια μου και εσφιξα τη λαβη του, ετοιμαζομενος για αυτο που νομιζα οτι θα συμβει, αλλα τιποτα δε θα μπορουσε ποτε να με προετοιμασει για αυτο που οντως συνεβη.
H ζεστη, ξερη μου ανασα αρχισε να με ζαλιζει καθως συσσορευοταν στο τζαμακι της φτωχα αεριζομενης μασκας μου, αλλα εντουτοις αυτο δε με εμποδισε απο το γυρισω και να ορμηξω μεσα στην σκηνη, καρφωνωντας με επιτυχια τη λαμα μου στη καρωτιδα του μαντη, καθως επεσε προς τα πισω πανω στο μεταλλικο πλεγμα του κρεββατιου, και η κουκουλα γλυστρισε απο το κεφαλι του.
Απεστρεψα το βλεμα μου ενστικτωδως, αν και προλαβα να τον δω εστω και για χιλιοστα του δευτερολεπτου, το προσωπο του απανθρωπο και τερατωδες. Καθως μαζευτηκα, παρατηρησα το μαχαιρι και το μανικι μου, λερωμενα με αιμα που ηταν πιο μαυρο και απο την πισσα, καθολου σα το κοκκινο που περιμενα.
Ακουσα ενα ρωγχο να βγαινει απο τον μαντη, χωρις αμφιβολια προιον του φρεσκοτραυματισμενου του λαρρυγα και ενος απο καιρου παραφρωνα νου. Εχωντας δωσει ορκο στον εαυτο μου να βαλω ενα τελος στη μιζερη του υπαρξη, εκλεισα τα ματια και αρχισα να τον μαχαιρωνω με μανια, στο προσωπο του, στο λαιμο του, επαννηλειμενα και για αμετρητες φορες. Εννοιωθα υγρα να εκτιναζονται σε καθε χτυπημα, αφυσικα παγωμενα και παχυρευστα αιματα.
Με την ανασα κομμενη, ολοκληρωσα τελικα την επιθεση μου και ανοιξα τα ματια με προσοχη. Το προσωπο του ηταν πλεον δυσδιακριτο πισω απο τα μελανα υγρα του σωματος του, και ως εκ τουτου ελαφρως λιγοτερο αποκρουστικο, αλλα και παλι πιο αποκρουστικο απο οτιδηποτε αλλο ειχα ποτε αντικρυσει. Κειτοταν εκει, αγκομαχοντας με καθε ανασα, ζορισμενες δεσμιδες αερα να ξεφευγουν απο τις κοιλοτητες του προσωπου του, μεχρι που βογγηξε για μια τελευταια φορα και εμεινε ακινητος σαν ενα αποκεφαλισμενο φυδι.
Ολα τα κερια εσβησαν αυτοματα με το θανατο του, σκοτεινιαζοντας περαιτερω το ειδη σκοτεινο μερος, και ο εντυπωσιακος τριγωνικος καθρευτης επαψε πλεον να ειναι εντυπωσιακος, καθως στεκοταν πλεον σαν ενας συμβατικος καθρευτης, λερωμενος απο μια καθολου συμβατικη ουσια. Μια ξαφνικη θυελα ξεσπασε εξω, αναταραζοντας τα πανινα τοιχωματα της σκηνης..
“Τι εκανα…”
Βγηκα βιαστικα εξω εξεταζοντας τα περιχωρα μου, παρατηρωντας αμεσως οτι το Ζοφερο Αστρο ειχε εξαφανιστει απο τον ουρανο, ειχε ειτε παψει να υπαρχει ειτε ειχε μετακινηθει. Το πως το φως του ειχε καταφερει να εξαφανιστει τοσο γρηγορα με ξεπερνουσε, διοτι περι της θεωριας της σχετικοτητας - ή εστω καποια απο τις λανθασμένες της ερμηνευσεις - ειχα ειδη αρκετη γνωση. Αλλα και παλι, αν ηταν ενα μερος στο οποιο το υστατο οριο της ταχυτητας του συμπαντος θα μπορουσε να ξεπεραστει, θα ηταν αναμφιβολα σε εκεινο το αναθεματισμενο σημειο χωροχρωνου στο οποιο στεκομουν…
Ακουσα το ρολοι της τσεπης μου να χτυπα, ενα νεο κυμμα πανικου να με κατακλυζει προμηνυοντας το χαμο μου. Ο θανατος ηταν πλεον αναποφευκτος, αν και ειχα μια τελευταια επιλογη… εκθεση στη ραδιενεργεια, χημικη ασφυξια, αιμοραγγια… ισως και υποθερμια…
Πριν αναλογιστω με βεβαιοτητα τις επιλογες μου, ο πυρακτωμενος ηλιος ξεπροβαλε στον οριζοντα. Σηκωσα ματαια τα χερια να προστατεψω τα ματια μου απ'το τραχυ λυκοφως που με εριξε κατω στα γονατα, ξεροντας καλα μεσα μου οτι οι ακτινες του ηταν ασταματητες.
Αλλα αυτη η τρομακτικη φωτεινοτητα δεν κρατησε πολυ, διοτι κατι εκθετικα πιο χυδαιο αποτομα επισκιασε την φλεγομενη σφαιρα απο τα χαμηλα και κατεπνιξε το φως της.
Εκεινη τη στιγμη που κατεβασα το χερι μου, τα μετανοιωσα ολα… Καθε αποφαση που με οδηγησε σε κεινο το μερος, καθε στιγμη που συνεχιζα να ζω…
Μεσα ενα εκτυφλωτικο πανδαιμονιο, ειδα μια γιγαντιαια πλοκαμοειδη μαζα να ορθωνεται στον οριζοντα, εναν ανιερο καταστροφεα κοσμων, να εξαπλωνεται σαν καρκινος κατα πλατος των πορφυρων ουρανων. Δεν υπηρχε πλεον ανατολη, ο κατω κοσμος αναδυοταν, ανεβλυζε μεσω μιας ανοθευτης καταργησης οτιδηποτε φυσ��κου, μια σκηνη βγαλμενη απο τα πιο βαθια, τα πιο παγωμενα, τα πιο σκοτεινα πεδια ολοκληρης της υπαρξης…
Η μαζα παλοταν και σφαδαζε, καταιγιδες ολοκληρες να εχουν ξεσπασει αναμεσα στα πλοκαμια της, και καθως προσπαθω να επαναφερω αυτες τις ανατριχιαστικες μνημες, ενθυμουμαι κοπαδια αστραπων να ξεχυνονται απο τις κοιλοτητες του κολοσσιαιου της σωματος. Αλλα πανω απο οτιδηποτε αλλο, ηταν ενα μιασματικο βδελυγμα, ολα του τα χαρακτιριστικα μια προσβολη προς τον κοσμο τον οποιον αυτη την στιγμη εναγκαλιζε. Τολμω να πω οτι κανενα ον, θνητο ή ατρωτο δε θα μπορουσε ποτέ να βρεθει σε θεση να συνγχωρεσει αυτο το ειδεχθες τερατουργημα για το απλο εγκλημα της υπαρξης του και μονο, ουτε θα μπορουσε ποτε να υπαρξει θεος αρκετα ικανος ωστε να προστατευσει τα δημιουργηματα του απο μια οργη τετοιας κοσμικης ισχυος, διοτι οτιδηποτε και να ερχοταν σε επαφη με τα πολυαριθμα ματια και αποληξεις του, θα μολυνοταν απευθειας και δια παντος!
Ενα βαθυ, απαισιο βουητο τοτε γεμισε την ατμοσφαιρα, φερνοντας στο νου σκεψεις απο εκκατομυρια βασανισμενες ψυχες που ουρλιαζαν απελπισμενα. Με εριξε στο χωμα και αρχισα να τρεμω εκτος ελεγχου σε εμβρυακη σταση. Αυτο που βιωνα με εκανε να καλωσορισω τον θανατο, και ετσι εβγαλα την μασκα, επιτρεποντας στα βλαβερα αερια να εισελθουν στα πνευμονια, και τα ματια μου, καθ'οτι ερμητικα κλειστα, ανιχνευαν σκοταδι να με περικλυει ταχεως απο καθε πλευρα.
Και αυτο ηταν το τελος της υλικης μου υποστασης, και η αρχη μιας καταστασης, πολυ πιο δυσοιωνης απο οτιδηποτε, θα μπορουσα ποτε να φανταστω…
Μερος ΙΙ
Η ψυχη μου, προς ελλειψην καλυτερου λεκτικου χαρακτηρισμου, επεζησε τον κατακλυσμο, ενω υποπτευομαι οτι η μοιρα του σωματος μου ηταν να αφομοιωθει πεπτικα με τα σπηλαιωδη εγκατα του Ζοφερου Αστρου. Το βρισκω δυσκολο να κατανοησω αυτη την εξελιξη, το πως μπορω ακομα να κατεχω συνειδητοτητα μεσα σε αυτην, χωρις να καταφευγω στις πιο φρικτες νοητικες εικονες, αυτες που απεικονιζουν τον εγκεφαλικο μου ιστο να διακλαδωνεται με τα εγκαυματικα, καρκινοιεδη πλοκαμια του Αστρου, οι παραλυτικες εκπομπες του να διαρεουν το εκτεθιμενο μου νευρικο συστημα και να με καταστελλουν προς τις μυστηριωδεις βουλες του, καθως παραλληλα να μου παρεχει και τα αισθητηρια αυτης της επιπλαστης και παραπλανητικης πραγματικοτητας. Η διαυγεια με την οποια επεξεργαζομουν αυτη την ιδεα ηταν, το λιγοτερο που μπορω να πω, ανατριχιαστικη.
Θα ηθελα ολοψυχα να παραδεχτω οτι το Αστρο μου μιλησε, αλλα θεωρω οτι θα ηταν πιο σωστο να πω οτι πλεον γνωριζα πραγματα που πριν μου ηταν αγνωστα. Μια μεγαλη ποικιλια απο αλλοκωτα και αποκρυφα γεγονοτα, καποια απ'αυτα τοσο φρικτα που δεν τολμω καν να τα αναφερω. Αλλα τωρα το γνωριζα οτι το Ζοφερο Αστρο δεν ηταν ποτε Αστρο. Απλα φανταζε ετσι λογω της ανακλασης του ηλιακου φωτός, μια ψευδαισθηση αρκετα παρομοια με αυτες που μου προξενουσαν τα πλανητικα σωματα οταν ημουν παιδι. Η πραγματικη του μορφη ηταν παντα αυτο το χαοτικο συμπλεγμα κακοηθων αποληξεων, να στριφογυριζουν και να συσπειρωνονται με δολο στο απολυτο κενο του διαστηματος, λες και ηταν ενα τιτάνιο βακτηριο στην πρωτοπλασματικη σουπα της αρχεγωνης συμπαντικης δημιουργιας, αλλαζοντας σχημα κατα την εκαστωτε του βουληση και σκοπο, ωστε να καταβροχθιζει την ενεργεια πλουμιστων αστερισμων και ολοκληρων ηλιακων συστηματων.
Ηξερα επισης οτι ο μαντης που κατακρεουργησα, ηταν υψιστης σημασιας στα ματια του Αστρου, σημασιας τετοιου επιπεδου παρομοιο με αυτο που καποιος θα συναντουσε σε αρχαια θρησκευτικα κειμενα, να περιγραφουν τον τροπο με τον οποιον ενας υποτιθεμενα πραγματικος θεος απεδιδε τιμη στον εκλεκτο του προφητη. Αυτη η συνειδητοποιηση με φοβισε και διστασα να ανοιξω τα ματια, γνωριζοντας οτι πιθανως και να δολοφονησα το δεξι χερι του αφωτικού Θρόνου και κατα συνεπεια να εξοργισα τον ιδιο τον σκοτεινο μοναρχη, αυτοπροσωπως. Πραγματι, υπηρχε φαινομενικα μια μοναρχια, μια μονο-εξουσιαστικη δομη που κρατουσε αυτη την καταραμενη διασταση απο την απολυτη διαλυση.
Και το ζωντανο επουρανιο σωμα στην κεφαλη αυτης της μοναρχιας, η παλλωμενη οργανικη μαστιγα της οποιας μια αποπειρα καθιμολουμενης ονοματικης προσφωνησης δεν θα ηταν τιποτε αλλο παρα απο μια ανευ ορων παραδοση στην ανικανοτητα της ανθρωπινης διαλεκτικης. Ενα ον τοσο μεγαλοπρεπες και αρχαιοτερο απο την ανθρωποτητα, που η μονη του επιτρεπτη συμπεριφορα απεναντι μας ηταν η βαναυση αδιαφορια, οπως θα συμπεριφεροταν ενα μικρο παιδι σε μια χουφτα μηρμηγκια στο εδαφος. Ισως και μεις ανεκαθεν να θεωρουμασταν διεστραμενοι τυρρανοι απο τα μηρμηγκια, ενω για τους εαυτους μας να διατηρουσαμε αποψεις δικαιου και σωστοτητας.
Αυτοι ηταν οι στοχασμοι μου στα σκοτεινα. Και δεν μπορω να πω με σιγουρια ποσο μου πηρε μεχρι να αποφασισω να ανοιξω τα ματια μου, αλλα το γεγονος που εκανε τον φοβο μου να εξαφανιστει, το θυμαμαι πεντακαθαρα.
Σταγονες βροχης προσγειωθηκαν στο μετωπο μου.
Το βλεμμα μου ανοιξε διαπλατα. Μα τους ουρανους, τα λεγομενα του Μαντη ηταν αληθινα, προσφωνησα εξτασιασμενος απο θαυμασμο. Πιστεψα εκεινη τη στιγμη οτι οντως ειχα ανταμοιφθει περαν απο τα πιο μεγαλοπνοα μου ονειρα, διοτι βρισκομουν ξαπλωμενος καταμεσης ενος καταπρασινου λιβαδιου, κατω απο εναν ημισυννεφιασμενο γαλανο ουρανο που εκλαιγε με δακρυα χαρας. Ηταν τοσο ειδιλιακο που ξεπερνουσε κατα πολυ τους προσωπικους μου ορισμους για το τι ειναι παραδεισος. Τιποτα απο ολα εκεινα τα ανιερα πραγματα που στριφογυριζαν πριν στο μυαλο μου δεν ειχαν πλεον σημασεια. Εφτιαξα δικαιολογιες να τα διωξω μακρυα, αποκαλωντας τα τιποτε αλλο παρα απλες αποκλησεις ανευ νοηματος, και προσεδωσα επιτοπου αξιοπιστια στην ριζοσπαστικη πιθανοτητα της ιδεας του Ζοφερου Αστρου να μην ηταν εν τελει, πληρως κακοβουλο.
Καθως σταθηκα ορθιος, αντικρυσα εναν πρασινο λοφο μπροστα μου, πανω στον οποιον στεκοταν πιθανοτατα το πιο ομορφο δεντρο σε ολοκληρη την υπαρξη, το πρασινο στα φυλα του πολυ πιο ζωντανο απο την βλαστηση που το περιστοιχιζε. Αρχιδα να βαδιζω βιαστικα προς το μερος του, η ευτυχια για το σκινηκο που με περιτριγυριζε να με πλημμυριζει. Τι θαυμασια, φανταστικη φυση! Ειχα ακουσει ιστοριες για το πρασινο χρωμα, ενα χρωμα υπερβολικα φρεσκο και ευμενες για να υπαρξει στην διεστραμμενη γη απο οπου προερχομουν, αλλα το να το αντικρυζω με τα ιδια μου τα ματια… Δεν μπορουσα να αρθρωσω τις καταλληλες λεξεις για τα συναισθηματα μου, ακομα και αν αν απο αυτο εξαρτατο η αιωνια της ψυχης μου μοιρα.
Απο την κορυφη του λοφου μπορουσα να διακρινω ενα μικρο χωριο απο περιπου 7 με 8 κτισματα με πετροστρωτες οροφες, καθως και εναν ετοιμορροπο ανεμομυλο να στεκεται απο πανω τους σαν σιωπηλος φυλακας. Εγειρα προς το δεντρο στο κεντρο του λοφου και κοιταξα πανω μεσ'τη φυλλωσια του.
Μηλα. Τοσα πολλα μηλα, αστραφτερα κοκκινα και σαγηνευτικα λαχταριστα. Τεντωσα το χερι μου που ετρεμε και με σχεδον ευλαυικη φροντιδα, τραβηξα ενα απο το κοντινοτερο κλαδι, πριν δαγκωσω την τραγανη του σαρκα ενθουσιασμενα.
Το μετανοιωσα επιτοπου. Το φρουτο ηταν απιστευτα… αβασταχτα… πικρο… Οχι οχι, η γευση του ειχε κατι αλλο εντελως, κατι χειροτερο, κατι που πυροδοτησε καθε αντανακλαστικο ασφαλειας σε ολοκληρο μου το σωμα. Φτυνωντας την ξενικη ουσια και πετωντας το μηλο στο εδαφος, ειδα οτι στο εσωτερικο του ηταν μαυρο και μολυσμενο. Αυτο το θεαμα, και oι ασυλλαβοι στομαχικοι θορυβοι που ξεχυθηκαν απο το λαρυγγι μου σχεδον αμεσως και με μεγαλη βιαιοτητα, με οδηγησαν στο συμπερασμα οτι το φρουτο αυτο ηταν ολωσδιολου κακο.
Ποσο διηρκησε η επιτοπια προσπαθεια της αναρρωσης μου, δε γνωριζω με σιγουρια. Αλλα πρεπει να ηταν το λιγοτερο μια ωρα.
Τι δηλωνει το φρουτο μιας γης για την ιδια αυτην την γη, για το χωμα που θρεφει αυτο το τρισκαταρατο δεντρο? Σκεφτηκα. Καθως ξαπλωσα με τ�� πλατη στο γρασιδι, το μυαλο μου αρχισε να επιστρεφει σε μερη που νομιζα οτι ποτε δε θα επεστρεφε. Ο ουρανος αρχισε να σκοτεινιαζει παραλληλα με τις σκεψεις μου, το επουρανιο γαλαζιο εσβηνε. Και συνειδητοποιησα οτι αν και ο ουρανος συμπεριφεροταν λες και ο ηλιος εδυε, δεν εβλεπα τον ηλιο πουθενα, ουτε καν ενα πιο φωτεινο συννεφο πισω απο το οποιο θα μπορουσε να κρυβοταν.
Το αποκαρδιωμενο μου μυαλο γεμισε με σκεψεις για το γιο μου. Τι να ειχε απογινει ο μικρος; Αναρωτηθηκα. Πριν το τελος της φυσικης μου υπαρξης, αμφεβαλα οτι θα μπορουσε να υπαρχει χειροτερη μοιρα για καποιον απο το να ζει στην γη, εναν κοσμο που υπεθετα οτι πλεον ηταν εντελως κατεστραμενος. Δικια μου ηταν η επιλογη της καταστροφης του πλανητη, και ενω αυτο παραδεχομαι οτι απο μερος μου ηταν επιπολαια λαθος, δεν μπορω να μιλησω για το παιδι. Δε γνωριζω τιποτα για το πως νοιωθει, η αν μπορει εστω καν πλεον να νοιωσει, και πιθανοτατα να μην μαθω και ποτε.
Μπορει ομως και να υπηρχε ακομα ελπιδα, αν και πενιχρη, στο μικρο χωριο που ειδα απο τον λοφο. Αυτη η ελπιδα ηταν ικανη να με σηκωσει στα τρεμαμμενα ποδια μου, και να στρεψει το βλεμμα μου προς τα κτηρια στο βαθος.
Παρατηρησα μια χωματικη αναταραχη αναμεσα τους που πριν μου ειχε διαφυγει, συγκεκριμενα ο ανεμομυλος περιστρεφοταν με μια ανατριχιαστικα αργη δυσκολια που μου προξενουσε αισθηματα ζαλης αν αφηνα τα ματια πανω του για πολυ. Κατευθυνθηκα προς τα κει απελπισμενος, και οσο περισσοτερο πλησιαζα προς τον μυλο, τοσο περισσοτερη ενσυναισθηση ειχα περι της δυσμορφικης κυρταδας που τον χαρακτηριζε, τα δοκαρια που απαρτιζαν το σκαρι του να μου θυμιζουν μια συνχωνευση ξυλινων σκελετων που ο ενας κρατιοταν απο τον αλλον.
Οταν εισηλθα των σκουριασμενων πυλών και αναμεσα στα κτηρια που απαρτιζαν τον οικισμο, αρχισα να σαρωνω οπτικα την περιοχη προς αναζητηση ζωης ή οτιδηποτε ενδιαφεροντος, μια συνηθεια που ειχα τελειοποιησει κατα την διαρκεια ολων εκεινων των νυχτερινων εξορμησεων της προηγουμενης ζωης μου. Και απο οτι ειδα, δεν υπηρχε τιποτα παρα πηχτη μαυριλα πισω απο τα παραθυρα και σκοταδι στο πατο του πηγαδιου που βρισκοταν στο κεντρο του χωριου. Ηταν μια πολη φαντασμα, ενα μερος που βαθια μεσα μου ηξερα οτι δε θα μπορουσε να ικανοποιήσει καμια μου προσδοκια.
Παρ'ολα αυτα, αποφασισα να ελενξω καθε κτηριο ξεχωριστα μηπως και εβρισκα… ναι, αυτο ηταν το παντοτινο μοτιβο της ζωης μου. Ποτε δεν ηξερα τι ακριβως αναζητουσα, ή αν εξ'αρχης υπηρχε εστω και κατι αξιον ανευρεσης.
Το πρωτο σπιτι στο οποιο εισηλθα, μονο που δε με ικετευσε να κανω μεταβολη. Ενα κυμμα μουχλας προσεκρουσε με το προσωπο μου, ξεκαθαρα υποπροιον των καταμαυρων κηλιδων που αντικρυσα να κατατρωνε τα χαλια και της ξυλινες σανιδες στους τοιχους. Αν δεν ηταν αυτες οι ελαχιστες ακτιν��ς λυκοφωτος να φωτιζουν το μερος απο το παραθυρο του σαλονιου, ειμαι βεβαιος οτι ολα θα ηταν βυθισμενα στο σκοταδι, και αυτο ηταν ακριβως που συνεβαινε στα περιφεριακα δωματια και στις ντουλαπες. Σκοταδι τοσο πηχτο που το εννοιωθα να με πνιγει. Τιποτα χρησιμο δεν βρηκα.
Τα επομενα λιγοστα κτηρια που διερευνησα, συμπεριλαμβανομενου μιας εγκαταλελλειμενης εμπορικης αποθηκης και ενος αραχνοπνιγμενου στεγαστρου, μαζι με διαφορα ακομα πιο αχαρακτηριστα οικοδομηματα, ηταν ολα το ιδιο αφιλοξενα οπως το αρχικο. Καπου διεκρινα το ασαφες περιγραμμα ενος σχεδον ανθρωπινου κορμιου με πολλαπλα χερια, να σαπιζει κατω απο μια απειλητικη στοιβα σκονης, αλλα επεισα τον εαυτο μου οτι μαλλον ηταν ψευδαισθηση, καθως οσο οι σκιες τριγυρω μου μακραιναν, η φαντασια μου εκδηλωνοταν ολο και πιο αλλοκωτα.
Το τελευταιο κτηριο που εψαξα ηταν το μεγαλυτερο στον οικισμο, γεματο απο δωματια που δε μπορουσα να κατανοησω τον σκοπο τους, αλλα και με αλλα τα οποια ειχαν αναμφιβολα χρησημοποιηθει για δραστηριοτητες βασανιστηριων, κρινοντας απο τους ξεραμενους λεκεδες αιματος και τα διασπαρτα αιχμηρα δρακοντεια μαραφετια, πριν βρω και εισελθω με μεγαλο αγχος σε ενα απο τα παιδικα υπνοδωματια του σπιτιου.
Σκορπια στο πατωμα ηταν παιχνιδα, τα οποια μετα απο κοντινη εξεταση, διαπιστωσα οτι ηταν κακοποιημενα απο τους ιδιοκτητες τους περαν πασας αναγνωρισης. Ξυλινα αλογακια ακρωτηριασμενα, πορσελανινες κουκλες στερημενες απο τα ματια τους, ολες φαινομενικα πραξεις θυσιας σε μια ξεχωριστη κουκλα που στεκοταν σε μια σκοτεινη γωνια, με παμπολλα ακρα προσκολλημενα στο σωμα της και ματια καταμαυρα να κοιταζουν μεσα απο την πληθωρα των τεχνητων τρυπων στο προσωπο της. Το ηξερα απ'ευθειας οτι αυτη η κουκλα ηταν ενα χυδαιο ομοιωμα του Ζοφερουν Αστρου - καθολου ακριβες στο σουλουπι, αλλα ενδεικτικο της απελπιδας προσπαθειας απο τη μερια του δημιουργου της, να αποδωσει ευχαριστιες στο Αστρο ωστε να απαλλαχθει απο την φρικτη επιροη του. Και για καποιο ανεξηγητο λογο, αυτη η προθεση μου ηταν απευθειας ξεκαθαρη, οπως και τοσα αλλα αποκοσμα πραγματα απο την στιγμη που αφυπνηστικα σε αυτη την σκοτεινη διασταση.
Γυρω απο τον λαιμο του ομοιοματος, ηταν μια λεπτη αλυσιδα, και απο αυτην κρεμοταν ενα αντικλειδι. Και καθως πλησιασα με προσοχη την σκοτεινη γωνεια και ξεριζωσα το κλειδι απο την λαιμο της κουκλας, μονο τοτε αντικρυσα το ποσο αποκρουστικο ηταν. Οι κακοβουλα ροζιασμενοι του βρογχοι και αιχμες, φαινοντουσαν απιστευτα βλασφημοι ως προς τους γεωμετρικους νομους, προξενωντας στο νου μου μια παραλυτικη παρα��οια, η οποια επιδεινωνοταν σταθερα απο τα αμετρητα ματια του ανιερου ομοιοματος που με καρφωνε ψυχωτικα απο τα σκοταδια. Και αν και τα παντα σε κεινο το σκινηκο μου ηταν απο δυσαρεστα εως απωθητικα, εγω εντουτοις εννοιωσα οτι ισως και να το μετανοιωνα αν δεν επερνα το κλειδι μαζι μου, και ετσι το εχωσα στην τσεπη μου με την ελπιδα οτι δε θα χρειαζοταν ποτε να το ξαναδω.
Καθως γυρισα και κατευθηνθηκα προς την πορτα, ο βηματισμος μου εγινε νευρικος λογω ενος παραξενου ποδοβολητου αγνωστου προελευσης. Ειδη εννοιωθα αρκετα ευαλωτα και κλειστοφοβικα απο την σκοτεινη ατμοσφαιρα γυρω μου, αλλα αυτος ο τρεμουλιαστος ηχος με εκανε να σφιχτω και να ανυσηχησω. Επρεπε να βγω απο κει μεσα.
Και ετσι βρεθηκα εξω. Η επιστροφη μου στον εξωτερικο χωρο δεν ηταν οσο ανακουφιστικη περιμενα, διοτι υπηρχε μια αβολη απουσια φρεσκου αερα. Συγκεκριμενα, δεν υπηρχε καθολου αερας - μονο μια βαθια σιωπη που αρνειτο να με παρηγορησει.
Ειχε νυχτωσει πληρως πλεον. Το φως ειχε βυθιστει, οπως και η διαθεση μου. Δεν μπορουσα να αποφασισω ποια μοιρα θα μου ταιριαζε περισοτερο, να μεινω να περιφερομαι μοναχος σε αυτη την αφιλοξενη γη, ή να αναζητησω την συντροφια των νοσηρων πλασματων με τα ποδοβολητα, και τα πολυπληθη ακρα στα οποια με παρεπεμπε η φαντασια μου.
Ο νους μου διχοτομηθηκε αλλη μια φορα. Διαυγεια ή τρελα; Τι προτιμουσα περισσοτερο; Ηθελα να αφεθω στο ελεος πραγματικων τρομων και να κρατησω τα λογικα μου, ή να αντιμετοπισω τους επιπλαστους και να τα χασω; Δυστυχως η επιλογη δεν ηταν καθολου δικια μου, και ολος εκεινος ο στοχασμος αποδειχθηκε ματαιος.
Καθως περιπλανιομουν ασκοπα περιξ της κεντρικης πλατειας του χωριου, αχνες και ασυναρτητες φωνες αρχισαν να με βασανιζουν. Ημουν ετοιμος να τις αποδωσω στον ανεμο, μεχρι που συνειδητοποιησα οτι δεν φυσουσε καθολου.
Εβαλα τα αυτια μου στο χωμα, πολλες φορες και σε πολλες μεριες, ελπιζοντας να εντοπισω την πηγη εκεινων των φωνων, αλλα ματαια. Σταδιακα παρατηρησα οτι γινοντουσαν ολο και πιο βιαστικες, ολο και πιο διαμονικες, ειδικα καθε φορα που προσπερνουσα το κεντρικο πηγαδι, και ετσι το πλησιασα.
Ηταν ξεκαθαρο πλεον οτι οι φωνες ερχοντουσαν απο κει. Ακουμπησα τα χερια μου στην σχετικα γλοιωδη, πετρινη ακρη του και κοιταξα κατω, οπως ειχα κανει οταν πρωτοεισηλθα στις πυλες αυτης της πολης φαντασματος, αλλα αυτη τη φορα με μεγαλυτερη προσοχη. Για αλλη μια φορα ειδα μονο σκοταδι. Μυρισα μεταλλικες αναθυμιασεις παρομοιες με αυτες του αιματος να αναβλυζουν απο τα βαθη. Και τοτε ηταν που τον ακουσα…
“Πατερα…”
Δε ηταν δυνατον… Δε γινοταν να ηταν ο γιος μου, παγιδευμενος στα βαθη αυτου του αθλιου μερους… Μηπως ηταν εκεινος ο παρανοικος μαντης που οτι επρεπε να ηταν νεκρος; Πως συναιβαινε αυτο;! Πως γινοταν;!
“Μικρε!”
Φωναξα με'στο πηγαδι. Αλλα δε πηρα καμια κατανοητη απαντηση, μονο κουφιοι ψιθυροι που αντηχουσαν ολο και πιο ανυπομονα.
Οι θανατερες αναθυμιασεις αρχισαν να επηρεαζουν αλλοκοτα, να με ζαλιζουν και να με ριχνουν σε ληθαργο. Μια ξαφνικη αδυναμια με κυριευσε και με αναγκασε να στηριχθω στο χειλος του πηγαδιου. Προς μεγαλη μου φρικη, η αδυναμια χειροτερευσε σε τετοιο βαθμο που μετα απο μερικα λεπτα εννοιωσα να το κορμι μου να παραλυει και την ισσορροπια μου να χανεται πριν με εναποθεσει στο ελεος της βαρυτητας, μιας δυναμης που αποδειχθηκε εντελως ανελεητη και φροντισε να ρουφηξει το αβοηθητο μου κορμι μεσα απο το ορνθανοιχτο στομα του πηγαδιου.
Με εναν υγρο κροτο και πολυαριθμους ηχους καταγματων, προσεκρουσα με το υπεδαφος. Εννοιωθα λες και ειχα σπασει το παραμικρο κοκκαλο σε ολοκληρο μου το σωμα. Ανοιξα τα ματια, αντικρυζοντας το ρηχο σωμα νερου στο οποιο κοιτομουν μπρουμητα, υδατα πιο σκουρα και σκοτεινα και απο τα θρυλικα νερα του Στυγγιου ποταμου.
Ανασηκωσα το κεφαλι μου παρα τους φρικτους πονους και επιχειρησα ασθενικα να διακρινω τα περιχωρα μου. Περαν του οπτικου, το γνωριζα ειδη οτι βρισκομουν σε καποια υγρη αιθουσα, λογω του αντιλαλου και της υγρασιας. Καταφερα ομως με τα ματια μου να διαπιστωσω την φυση των περιχωρων μου, και ηταν ολα αηδιαστικα… περαν πασας περιγραφης…
Κλουβια με περικυκλωναν, σαν τα κυτταρα ενος Πανοπτικου στο οποιο εγω ημουν ο κεντρικος οφθαλμος. Πλασματα απεριγραπτης αποκρουστικοτητας σφαδαζαν ανυπομονα εντος των κλουβιων, δοντια χτυπουσαν μεταξυ τους, ακρα που ετρεμαν, σαπισμενα λαρρυγια να ξεσπουν κραυγαλεα σε παρανοικες ορεξεις, τωρα που διαισθανθηκαν ευαλωτη λεια αναμεσα τους.
Ολες αυτες οι αποτροπαιες, βασανιστικες κραυγες, ποτε δε θα σωπαιναν, εκτος και αν εγω ο ιδιος τις απελευθερωνα απο τις τρισαθλιες περιφραξε��ς τους, επιτρεπωντας τους να μου κανουν οτιδηποτε επιθυμουσαν. Αναγνωρισα κατευθειαν τις κλειδαροτρυπες στα κλουβια τους, και το χερι μου αναζητησε αυτοματα το διαστροφικο κλειδι που κουβαλουσα στην τσεπη, ωστε να υποβληθω αυτοβουλως στο μικροτερο εκ των δυο φρικιαστικων δεινων.
Επιλογος
Αυτη η πραγματικοτητα φερει ολα τα χαρακτηριστικα μιας τεραστιας και απαισιας σκεψης, που συμβαινει εντος μιας τεραστιας και απαισιας μηχανης, της βιολογικης μηχανης που ειναι το ιδιο το Ζοφερο Αστρο. Αραγε… η πραγματικοτητα που βιωνα στο παρελθον; Μηπως ηταν αλλη μια τετοια σκεψη σε καποια αλλη πιθανως μηχανη;
Καμια σημασια δεν εχει. Η φιλοσοφια δε προκειται να με σωσει τωρα, διοτι μ'εχουν φυλακισει με την ισχυ απο χιλιες καταρες, με μια απο αυτες να αυξανει την δυνοτητα της σκεψης μου στο εκατονταπλασιο. Στην προηγουμενη μου ζωη κατι τετοιο θα ηταν ευλογια, αλλα στο εδω και στο τωρα που προκαλει μεγαλη αγωνια. Καθε 7 χρονια εξαναγκαζομαι απο αυτα τα πραγματα, τους βαρβαρους αφεντες μου, να ξαναζω τις φρικες του παρελθοντος, να μυθιστοριογραφω τα τραυματα μου, ετσι ωστε οι κακουχιες…. οι σαδιστικες τους επιδιωξεις, να απαθανατιζονται και να συνυπολογιζονται στην ευνοια που λαμβανουν απο το Ζοφερο Αστρο. Ολες μου οι δοκιμασιες, το μολυσμενο μηλο, το βδελυρο ομοιωμα, το σκοτεινο πηγαδι, και αλλα πολλα για τα οποια αλλου εχω γραψει, ολα πραξεις σχεδιασμου, διατυπωμενα στην λεπτομερεια απο τους υπηκοους ενος πραγματικου διαστρικου Θεου.
Ζω στα γονατα μου, σε μια αιθουσα επιπλωμενη απο εναν πετρινο βωμο, πανω στον οποιο γκριζες, αρρωστημενες περγαμηνες, υαλοειδη μελανοδοχεια και μια μαυρη πενα απο φτερο κορακιου αναπαυονται. Αμετρητα ραφια με περικυκλωνουν απο καθε πλευρα, ραφια μεσα στα οποια οι συγγραφες των κακοτυχιων μου, βαθμολογημενα εμπεριεχονται. Οι γεματες πονο αναμνησεις μου, που γινονται ολο και πιο σαφεις με καθε κινηση της πενας, που επιδεινωνονται απο ενα μοναδικο και αναποφευκτο γεγονος. Καθε μελλοντικη μου μερα θα ειναι το ιδιο - αν οχι και ακομα πιο - χειροτερη απο την προηγουμενη!
Σκιες του τρομου περιπολουν ακουραστα τους διαδρομους. Ακομα και τωρα αισθανομαι μια να με παρατηρει απειλητικα απο τα σκοταδια, το νοιωθω. Οι καταρες μ'εμποδιζουν απο το να βυθιστω σε μια βολικη παρανοια… με φερνουν στα ορια της τρελας, πιεζοντας με ανελλειπως να στοχαζομαι και να συγγραφω… καθε στιγμη και καθε δευτερολεπτο… καθως για την ησυχια της Ληθης, σιωπηλα συνεχιζω να εκληπαρω…
Δωσ'τε μου ολες σας τις βροχερες μερες, Ω Μεγαλοι Παλαιοι, και παρτε ολες μου τις στοιχειωμενες νυχτες!
1 note
·
View note
Text
Ένα μικροσκοπικό σπίτι εμπνευσμένο από βιβλίο
Ένα μικροσκοπικό σπίτι εμπνευσμένο από βιβλίο
Εντελώς απομονωμένο μέσα στη φύση, το Casa Tiny εί��αι ακριβώς αυτό που περιγράφει το όνομά του: Ένα μικροσκοπικό σπίτι σχεδιασμένο για 1-2 άτομα. Η “τσιμεντένια σκηνή”, όπως το αποκαλούν συχνά, είναι το πρώτο ολοκληρωμένο δημιούργημα της Aranza de Arino και βρίσκεται στην Οαχάκα του Μεξικό. Για την κατασκευή του μικροσκοπικού σπιτιού έμπνευση αποτέλεσε το βιβλίο “Walden” του Henry David Thoreau…
View On WordPress
0 notes
Text
ΤΟ ΜΙΚΡΟΣΚΟΠΙΚΟ ΜΠΙΚΙΝΙ ΤΗΣ ΚΥΒΕΛΗΣ ΤΟΥ GNTM ΑΝΑΨΕ ΦΩΤΙΕΣ ΣΤΗΝ ΜΥΚΟΝΟ
ΤΟ ΜΙΚΡΟΣΚΟΠΙΚΟ ΜΠΙΚΙΝΙ ΤΗΣ ΚΥΒΕΛΗΣ ΤΟΥ GNTM ΑΝΑΨΕ ΦΩΤΙΕΣ ΣΤΗΝ ΜΥΚΟΝΟ
Προσοχη πνευματικα δικαιώματα! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση μέσω του συστήματος re-embed του MykonosLiveTV σε ειδησεογραφικά portals καθώς και το κατέβασμα του βιντεο μόνο για τα τηλεοπτικά κανάλια! Η αναδημοσίευση σε πλατφόρμες διαμοιρασμού video (π.χ. YouTube, DailyMotion, Vimeo κτλ) απαγορεύεται ρητά. Η Κυβέλη Χατζηευστρατίου, κάνει μεγάλη καριέρα στον χώρο του μόντελινγκ τόσο στην Ελλάδα όσο…
View On WordPress
0 notes
Note
15, 40, 51, 65
15.δεν ξερω αν θα μπορουσα να τα πω χομπι ακριβως γιατι τα αγαπω περισσοτερο απο αυτο αλλα i guess φωτογραφια, να μουτζουρωνω ενα καημενο τετραδιο που εχω, φλαουτο, χορος40.η δικη του καφκα(ναι) Χομπιτ (ναι) Η αναλφαβητη που ηξερε να μετραει (ναι) Το δερμα των ονειρων του κενω(οχι ακομη) The house on the mango street(οχι και δε μπορω να το βρω πουθενα ελλαδα) 51.κουβα ξεκαθαρα65.ειναι ενα μικροσκοπικο βιβλιαρακι ποιησης no page 165 found
1 note
·
View note
Link
Είναι δίπλα του εδώ και πολλά χρόνια και τον στηρίζει σε κάθε επαγγελματικό βήμα του. Μαζί έχουν αποκτήσει και δύο παιδιά και ζουν την απόλυτη ευτυχία. Ο λόγος για την σύζυγο του Νίκου Αναδιώτη, Βασιλική Σταματοπούλου, η οποία κάλλιστα θα μπορούσε να είναι μοντέλο με τις αναλογίες που διαθέτει. Η σύζυγος του ηθοποιού ποζάρει με μικροσκοπικό μπικίνι σε πισίνα ξενοδοχείου στην Ζάκυνθο, όπου κάνουν διακοπές, ενώ απλώνει την κορμάρα της και πραγματικά κολάζει λουόμενους και πελάτες. Μα κι εσύ ρε κορίτσι μου. Τόσο μικροσκοπικο μαγιό. Λυπήσου τους… Πληροφορίες από nassosblog
0 notes
Note
Χωρις να θελω να θιξω κανεναν και χωρις να θελω να φανω δεικτικη γενικα βλεπω πως κανεις ριποστ καποιες φορες κοπελες υπερβαρες και δεν μιλαμε για 5-10 κιλα παραπανω αλλα κοπελες που πραγματικα εχουν διατροφικο προβλημα ( και οχι, ιατρικα αν το παρεις, δεν πρεπει να φτασει ενας ανθρωπος 50 κιλα πανω απ το φυσιολογικο βαρος για να εχει διατροφικο προβλημα ) δεν μπορω να καταλαβω τι προωθεις με αυτα τα ριποστ προσωπικο μου γουστο ειναι να εχει ο αλλος / η αλλη καποια κιλα παραπανω
αλλα οι διατροφικες διαταραχες δεν πρεπει να προωθουνται για κανενα λογι ειτε προκειται για ατομα που βαδιζουν προς την ανορεξια ειτε για ατομα παχυσαρκα προσπαθωντας να απαλλαχθουμε απο τις στερεοτυπικες μαλακιες που θελουν την γυναικα να υποσιτιζεται για να ειναι αρεστη μας βλεπω να φτανουμε στο αντιθετο ακρο το οποιο ειναι εξισου κακο να προωθειται δεν εχει να κανει με την εικονα εχει να κανει με την υγεια
χιλιες φορες η κοπελα μου να εχει λιγο μικροτερα οπισθια η στηθος παρα να αντιμετωπιζει θεματα με την υγεια της - οσο και να μην το δεχονται καποιοι ναι τα παραπανω κιλα ειναι προβλημα κατα τον ιδιο τροπο χιλιες φορες η κοπελα μου να μην χωραει στο πιο σεξυ μικροσκοπικο μαγιω που κυκλοφορει παρα να εχει θεματα υγειας τα ακρα δεν μας αρεσουν, δεν ειναι υγιη
-------------------------------------------------------------------------
ρε. ρε. ρε. έχεις μπερδευτεί. αρχικά οι υπέρβαρες κοπέλες στις οποίες αναφέρεσαι είναι έτσι; όντως κάνω ριμπλογκ τέτοιους σωματότυπους και το ότι κατευθείαν θεωρείς ότι αυτή π.χ έχει διατροφικό πρόβλημα ενώ μία λεπτή όχι, δε βγάζει νόημα. δεν μπορείς να ξέρεις αν ο άλλος είναι υγιής ή όχι μόνο από το σώμα του εκτός κι αν είναι όντως παχύσαρκος ή ανορεξικός, που εκεί είναι προφανές ότι είναι θέμα για την υγεία
και ντάξει το τελευταίο σκέλος δεν το σχολιάζω καν
νομίζω πρέπει να καταλάβεις ότι “λεπτό” δεν ισούται με “υγιές”
8 notes
·
View notes
Note
Χαχαχα αυτο το 1,70 ακουστηκε τοσο μικροσκοπικο μπροστα στο 1,78😂.Οσο για την κολλητη σου,χαχαχα γιατι λεει να βρει την ηρεμια της,τι τους κανεις επειδη δεν στελνω;;😂Δεν πιστευω να τους εχεις παρει τα αυτια😂,αν ναι παιδια σορρυ για αυτο😳😂
Χαχαχα όχι βρε δεν είσαι κοντουλα, καλό είναι το 1,70 😆 η Νόρα ίσως ενοχλείται λίγο αλλά Νταξει αντέχει ακόμα, διαφορετικά θα ξανακάνει παράπονα 😆😆
0 notes
Photo
Μεσα στην θορυβοδης πολη ενα μωρο που κλαιει, γεννιεται. Ενα μωρο, που φοβαται την σκια του προσπαθει να ακουστει. Κατι τοσο αθωο, τοσο μικροσκοπικο.
0 notes
Note
Πήγες 5ημερη πως ήταν η εμπειρία σου;
πηγα δεν μου αρεσε η φαση γινομαι κωλος σε ενα μικροσκοπικο δωματιο ξενοδοχειο ηθελα να κοιμαμαι αλλα δεν γινοταν
6 notes
·
View notes
Link
Η Ελλη Τρίγγου μπήκε στην τηλεοπτική ζωή μας ξαφνικά τους τελευταίους μήνες. Η μεσαία κόρη στη σειρά Άγριες Μέλισσες, με τα εκφραστικά μάτια, η Ασημίνα, είναι η σοβαρή κυρία Σεβαστού. Ομως στην πραγματική ζωή η Ελλη είναι ένα κορίτσι με πολύ χιούμορ και αυτό το απέδειξε μέσα από τον λογαριασμό της στο Instagram. Πώς; Ανέβηκε στο δέντρο με το μικροσκοπικο μαγιό της και μας κάνει την μαϊμού… Πάρτε μάτι… https://www.instagram.com/p/CD9iWbkpAAi/?utm_source=ig_embed&utm_campaign=loading" data-instgrm-version="12">
0 notes
Text
Το Ζοφερό Άστρο
Συγγραφη : Matthew Varney.
Μεταφραση / Προσαρμογη : The Bearded Night Owl.
Μερος Ι
"Αυτος ποιος ειναι;"
Με ρωτησε ο μικρος, δειχνοντας την ψηλη ζωγραφισμενη φιγουρα πανω στην σκονισμενη και σχεδον διαλυμενη σελιδα μπροστα του. Ως μια αναπαραγωγη, μιας αναπαραγωγης, μιας ακομα αναπαραγωγης, το βιβλιο της ιστοριας θα μπορουσε ανετα να παρεξηγηθει και ως μια συλλογη των σχιζοειδων ορνιθοσκαλισματων καποιου τρωγλοδυτη, καθως μεσ'την σπηλια του πιθανως να παρεπαιε στην παρανοια, διπλα απο την πρωτογονη του εστια θαλπωρης...
"Ενας μεγαλος ηγετης. Ελαχιστοι θυμουνται το ονομα του πλεον, Washington νομιζω τον ελεγαν, αλλα μπορει και να κανω λαθος ή να με εξαπάτησαν τα ανακριβη λεγομενα εκεινων, που αυτοαποκαλουνται ιστορικοι."
Σιγογελασα αναθεματιζοντας, οπως εκανε και ο μικρος.
"Τι ειναι ηγετης;"
Με ξαναρωτησε. Απο το μερος που καταγομουν, δεν ηταν ασυνηθιστο για τα παιδια να διακατεχονται απο απαιτητικη περιεργια.
"Απο οτι εχω ακουσει, ηγετης ειναι ο ανθρωπος που δημιουργει ταξη απο το χαος... Πολλοι ηγετες ειχαν τρανα οραματα για το πως θα μπορουσε να οργανωθει ο κοσμος... στη περιπτωση του Washington, πως θα μπορουσε να οργανωθει το εθνος του. Δεν υπαρχει αμφιβολια οτι πλεον, με την καταρευση των παντων γυρω μας, θα στριφογυριζει κανονικοτατα στο ταφο του..."
Ο μικρος τωρα ειχε αφησει το βιβλιο στην ακρη και παρατηρουσε εξω μελανχολικα, αναμεσα απο το κοκκινο τζαμι, με το πηγουνι ακουμπισμενο στα σταυρωμενα του χερια, τα οποια στηριζοντουσαν στο ατσαλινο πλαισιο του παραθύρου, πριν γυρίσει να μου πει σοβαρα :
"Θελω και γω να γινω ενας ηγετης!"
Σπαραξε η καρδια μου διαπιστωνοντας οτι ειχε βλεψεις απιαστες και ονειρα ουτοπικα, ονειρα τα οποια θα επρεπε να ισοπεδωσω συντομα. Αυτη ηταν η μονη αυστηρα επιτρεπομενη αγωγη για τετοιας φυσης ονειρα εκεινους τους καιρους, αλλα η λυπη που με πλημμυρισε τοτε, μου φαινεται ανοητη πλεον μπροστα στην τωρινη μου ματαιη ανυσηχια για το τι να απεγινε η μικρη του ψυχη. Θα μπορουσε να βρικεται οπουδηποτε, η συναμα και πουθενα... και το πιο πιθανο ειναι να μη μαθω ποτε. Προσευχομαι μοναχα σε οτιδηποτε εχει απομεινει ιερο και ελπιζω, να βρισκεται σε καποιο καλυτερο μερος απο αυτο που βρισκομαι εγω.
Συμφωνα με τους ιστορικους, υπηρχαν καποιες ξεκαθαρα και φαινομενικα αθραυστες δυναμεις, αποκαλουμενες "οι νομοι της φυσης", που κυβερνουσαν κατα τους αρχαιους χρονους τον μητρικο μου πλανητη, ενα συνολο απο κανονες τους οποιους μπορουσες να παρακολουθησεις και να μελετησεις προσεχτικα προκειμενου να προβλεψεις την συμπεριφορα των πραγματων και να βρεθεις στον προορισμο που επιθυμουσες. Φυσικα, τιποτα τετοιο δεν χαρακτηριζε την εποχη στην οποια εγω μεγαλωσα. Η ζωη ηταν τοτε ενα αρρωστημενο παιχνιδι της τυχης για ολους μας, ενα παιχνιδι που δε θα δισταζα να αποκαλεσω κολασμενο, αν δεν ημουν πλεον σε θεση να γνωριζω πιο κυριολεκτικα την πραγματικη σημασια του χαρακτιρισμου, φυσικα...
Αποφασισα εδω και καιρο οτι ο μονος τροπος να τελειωσει αυτο το αρρωστο παιχνιδι, θα ηταν να απαλλαγουμε απο την γη ολοκληρωτικα, να αφαιρεθει απο το στερεωμα οπως ενας κακοηθης ογκος αφαιρειται απο ενα φαινομενικα υγειες ατομο. Αν δεν υπηρχε πια ελπιδα για μας σε αυτον τον μικροσκοπικο λευκο πλανητη, θα μπορουσαμε να φερουμε λιγη ισσοροπια στο συμπαν με την εξαλειψη της υπαρξης μας, θεωρησα. Αυτη η ιδεα μπηκε στο νου μου με εναν απο τους πιο περιεργους τροπους, αναρριχηθηκε στο υποσεινηδιτο μου σαν τον αποκοσμο ψιθηρο μιας σκιερης εμπνευσης. Δεν ειχα την παραμικρη ιδεα πως κατι τετοιο θα μπορουσε να πραγματοποιηθει, αλλα το αποζητουσα συχνα, ειδικα κατα τη διαρκεια των νυχτερινων μου στοχασμων... οταν ο ηλιος επαυε να σκορπιζει ραδιενεργεια, μη γνωριζοντας εντουτοις ποτε τι θα σκαρφιστω. Καθε νυχτα διαρκουσε οση η μεγιστη περιστροφικη ταχυτητα της γης, της επετρεπε.
Εβγαλα την βραδινη μεριδα του γιου μου απο το κιβωτιο με τον παγο και του την σερβιρα πανω σε ενα κομματι χαρτονι, χωρις να του αποκαλυψω την προελευση του κρεατος, μη θελωντας να τον αποτρεψω απο το να τραφει σωστα. Εν αγνοια του, τα εθιμα του κυνηγιου που εξιστορουνταν σε παλιες ιστοριες ειχαν προ πολλου αφανιστει, αφηνοντας μονο τα παγωμενα ημι-σκελετωμενα πτωματα του δικου μας ειδους, απο τα οποια τρεφομασταν πλεον αποκλειστικα. Για ενα μεγαλο μερος της δικης μου παιδικης ηλικιας, η τροφη μου απαρτιζοταν απο υγειινες προμηθειες οσπριων και ρυζιου, αποθηκευμενες στα εγκατα του καταφυγιου, αλλα πλεον ως γονιος, φαινοταν ξεκαθαρα οτι το παιδι μου δεν θα ειχε την ιδια τυχη. Θα ψευδομουν αν ελεγα οτι δεν ειχα ειδη μετανοιωσει το να τον φερω σε αυτον τον διαλλυμενο κοσμο, πολλακις...
Οι δυνατοτητες θρεψης ελαχιστοποιουνταν καθημερινα, οποτε αποφασισα να κρατησω αθικτη την μεριδα μου εκεινο το βραδυ. Οχι οτι η ωμη ανθρωπινη καρδια φανταζε ιδιαιτερα εκλυστικη, ακομα και σε αυτη μου την απελπιστικη κατασταση... Θα ειχα τουλαχιστον μαγειρεψει την μεριδα του παιδιου, αν οι νομοι της φυσικης συνεργαζονταν αρκετα, αλλα αλιμονο! Καθε προσπαθεια να αναψω εστω και ενα σπιρτο, ποσο μαλλον να πυροδοτησω μια χουφτα απο μικρα ξυλα, κατεληγε σε μια πενιχρη αναφλεξη που διαρκουσε μερικα κλασματα του δευτερολεπτου, διογκωνωμενη προς τα εξω σαν πυρινη σφαιρα και γλυφωντας τις τριχες των χεριων μου πριν εξαφανιστει εντελως. Οι ιδιοτητες των στοιχειων, και ειδικα της φωτιας, ενναλασονταν σε ισχυ απο μερα σε μερα, προδιδοντας με τις διακυμανσεις τους καθε μας απεγνωσμενη προσμονη. Και τετοια τυχαιοτητα καθοριζε πλεον και τη μοιρα των ανθρωπων, και φοβομουν οτι συντομα θα καταδικαζε και τη δικια μου και του γιου μου, πριν μου δωθει η ευκαιρια να κανω αυτο που επρεπε.
Ο ηλιος αρχισε να βυθιζεται στην ανυπαρξια, προμηνυοντας ενα νεο μεσοδιαστημα σκοταδιου. Ειχε ερθει η ωρα.
"Θα επιστρεψω."
Ειπα του μικρου, καθως φορεσα τα γαντια, τις μποτες και το δερματινο παλτο, σκεπαζοντας το κεφαλι μου με τη γουνινη κουκουλα του, και εφοδιαστικα με μια παλια αλλα ακομα λειτουργικη ασφυξιογονο μασκα. Δε μπορουσα να του πω ποτε ακριβως θα επεστρεφα, λογω των απροβλεπτων χρονικων ρευματων. Το αν θα τα καταφερνα γενικα να επιστρεψω ηταν επισης αβεβαιο, αλλα μερικα ψεμματα ειναι απαραιτητα, ειδικα οταν εμπλεκονται παιδια.
Ο μικρος δε με ρωτησε που πηγαινα, διοτι δεν ηταν τοσο αφελης ωστε να πιστεψει οτι ειχα συγκεκριμενο προορισμο. Τα σχεδια αλλαζαν με το κλιμα και τον καιρο. Και μιλωντας για καιρο, παντα μου φαινοταν ειρωνικα διασκεδαστικο το οτι αυτος ο ορος, λεγεται οτι καποτε συμπεριελαμβανε αρκετη ποικιλια. Την θερμοκρασια, τον ηλιο, τα συννεφα, τον ανεμο και μερικες ακομα ασημαντες πλεον εννοιες. Καθοτι, δεδομενου οτι τα λογια των ιστορικων στεκουν ως αληθή, οι αρχαιοι πληθυσμοι, σιγουρα δεν ηταν τιποτε αλλο παρα μαλθακες μαζες διχως το παραμικρο λογο ανυσηχιας. Εχω αντιμετωπισει τις αδαμαστες ορεξεις ενος παραφρων θεου και τις αποκαλεσα καιρο, ενω τα βιβλια τις ιστοριας παραθετουν παραβολες για την μελανχολικη υφη της βροχης, η οποια απο οτι εχω ακουστα ηταν ενα φαινομενο οπου μικροσκοπικες σταγόνες αγνου, κρυσταλικου νερου, επεφταν απο τον ουρανο. Αυτο σε μενα αντηχει σαν ενα ουτοπικο ονειρο, διχως ιχνος μελανγχολιας...
Σε καθε περιπτωση, θα εδινα τα παντα ωστε τα προβληματα μου να σχετιζονταν με τη βροχη παρα με την ωρα και τους νομους της φυσικης. Για να μην αναφερω προβληματα με τα διαφορετικα πεδια πραγματικοτητας που πλεον αντιμετωπιζα καταπροσωπα, προβληματα που δεν μπορουσα να ονοματισω ή να χαρακτηρισω ακομα και αν η ιδια μου η ζωη εξαρτατο απ'αυτο, μη πω ο ιδιος μου ο θανατος, καθοτι πλεον ο θανατος σφετεριζεται την επιβιωση για την ηγετικοτερη θεση στους σκοπους μου. Υπαρχουν σκοτεινα, σκοτεινα πραγματα που ελλοχευουν στο σκοτος αναμεσα στις επουρανιες μαζες, και τα εχω δει, τα εχω βιωσει, εχω επιτρεψει στον εαυτο μου να χαθει μεσα τους.
Δωσ'τε μου ολες σας τις βροχερες μερες, Ω Μεγαλοι Παλαιοι, και παρτε ολες μου τις στοιχειωμενες νυχτες!
Οταν εσπρωξα δυνατα προς τα κατω το ατσαλινο πομολο της θυρας, η πιεση στο δωματιο αλλαξε αποτομα και ενα ισχυρο ρευμα ανεμου αλυχτησε απο το διακενο, και πριν οι θανατερες αναθυμιασεις απ'εξω γεμισουν το θαλαμο, βρισκομουν ειδη εξωτερικα, και η θυρα ξανασφραγισε.
Τα παραθυρα του οωειδους φυλακιου στο οποιο ειχαμε βρει καταφυγιο ηταν εντονα επικαλυμενα για εναν πολυ συγκεκριμενο λογο, να φιλτραρουν τις καυτες ακτινες του ηλιου. Και ως παρενεργεια της επικαλυψης, δεν ειχαμε την δυνατοτητα να παρατηρησουμε το τοπιο οπως ακριβως ηταν, παρα μονο οταν βρισκομασταν εκτος καταφυγιου. Τωρα που το αντικρυζα παλι με τα ιδια μου τα ματια, και οχι διαμεσου των αιματόχρωμων φιλτρων, χωρις των οποιων τα σωματα μας θα δυσμορφουσαν μεσα σε λιγα λεπτα εκθεσης, με πλημμυρησαν ταυτοχρονα συναισθηματα δεους αλλα και τρομου...
Μπροστα μου στον οριζοντα απλονωνταν θεωρατοι ανεμοδαρμενοι αμμολοφοι απο χιονι. Μαυροι, πανυψηλοι πυργοι προεκτεινονταν απο μεσα τους, καθως το συγλονιστικο τους υψος εκρυβε πολλους απο τους πυκνους αστερισμους του στερεωματος απο τα ματια μου.
Και διπλα δεσποζε, το στην καθουμιλομενη αποκαλουμενο, Ζοφερο Αστρο, το μεγαλειωδες βυσσινι φως του να πυροδοτει τους αιθερες. Η παρορμηση να θαυμασω την απειλιτικη του ομορφια επεστρεψε γνωριμα, αλλα το ενστικτο μου επικρατεισε οριακα και αποτραβηξα την ματια μου εγκαιρως, αποφευγοντας το δελεαρ καποιας υπουλης παγιδας. Για μενα πλεον, ηταν μηχανικο στη συμπεριφορα μου να αμφισβητω τα παντα. Στο παρελθον ειχαν χαιδεψει τα αυτια μου πολλοι φρικτοι μυθοι ωστε να μου επιτρεψω να ειμαι κατι αλλο εκτος απο προσεκτικος. Αλλα τωρα γνωριζω βιωματικα την καταγωγη ολων αυτων των μυθων. Τωρα ξερω, οτι τελικα δεν ημουν, οσο προσεκτικος επρεπε...
Οπως καθε φορα, αρχισα να διερευνω το τοπιο, ψαχνοντας για νεες ευκαιριες που θα μπορουσαν με καποιον τροπο να μας βελτιωσουν την κατασταση. Δεν ηταν καθολου ασυνηθιστο για τα διαφορα χτισματα να αλλαζουν τοποθεσια κατα τη διαρκεια της νυχτας, ή ακομα και για μερικα καινουργια αντικειμενα να πηγαινοερχονται με την χρονικη παλοιρια. Παρατηρησα κατι να ξεχωριζει μακρια στον οριζοντα, αλλα πρωτου σπαταλησω αλλο χρονο διερωτομενος, σηκωσα το ρολοι τσεπης που ειχα και ρυθμισα το χρονομετρο να με ειδοποιησει στα 35 λεπτα, δηλαδη ενα ακριβως λεπτο πριν την πληρη διαρκεια της νυχτας. Μετα υψωσα το χαλκινο μονοκυαλι μου, ρακοσυλλεκτικο ενθυμιο απο τα νατια μου, και προσπαθησα να διακρινω το σκοτεινο και μυτερο ογκο που στεκοταν στη μεση της κοιλαδας αναμεσα απο δυο λοφισκους χιονιου.
Ηταν ενα πανινο κιοσκι, μια σκηνη. Ειχα ξαναδει πολλες τετοιες προχειρες κατασκευες στο παρελθον, καθως οι ιστορικοι συχνα θα εμφανιζονταν να συγκεντρωνονται σε λευκες σκηνες, στον διαρκη αγωνα να πουλησουν τις πραμματειες τους, οι οποιες θα αποτελουνταν στην καλυτερη απο αντικειμενα αμφισβητισιμης προελευσης, στην χειροτερη απο γελοιες απομιμησεις. Αλλα αυτη η σκηνη ηταν μαυρη και μοναχικη. Η αισιοδοξη πλευρα μου ενθουσιαστηκε, διοτι αυτο που παρατηρουσα πιθανως να εκρυβε ανειπωτες εκπληξεις, ενω η απαισιοδοξη πλευρα μου γνωριζε πολυ καλα ποσο επικυνδινα μακρια βρισκοταν, και ολο μου το σωμα σφιχτηκε λες και προσπαθουσε να με αποτρεψει απο το να πλησιασω. Καμια δυναμη δε θα μπορουσε να με προστατεψει απο τη ραδιενεργο ακτινοβολια του ηλιου, σε περιπτωση που δε καταφερνα να επιστρεψω πισω στο καταφυγιο μας εγκαιρως...
Οι χρυσαφενιες ακτινες του ηλιου οστοσο, οσο ζεστες και αν φαινοντουσαν, δεν αρκουσαν ποτε ωστε να ξεπαγωσει ο πλανητης, αλλα μη νομισεις στιγμη οτι δεν ειχαν την απολυτη ικανοτητα να διαπερασουν προστατευτικα, σαρκες και οστα, και να απονεμουν ανιερα δεινα σε οποιον αποδεικνυοταν αρκετα ανεγκεφαλος ωστε να εκτεθει σε αυτες. Εχω δει τα αποτελεσματα τετοιων δηλητηριασεων, και δεν ειναι καθολου ομορφα, εκτος και αν εισαι αρκετα ψυχωτικος ωστε να βρισκεις την ομορφια στην σταδιακη νεκρωση του δερματος, στην αποσυνθεση του χονδρου, και στην σηψη της φαιας ουσιας.
Παρατηρωντας σκεπτικα το σημειο που με ενδιεφερε, εκανα κατι που τωρα αναγνωριζω ως την χειροτερη αποφαση της ζωης μου, ξεκινησα την πορεια μου προς αυτο. Το επιθετικο κρυο ειχε ειδη αρχισει να με μουδιαζει, και ηταν εκεινη τη στιγμη που ενα πανισχυρο ρευμα ανεμου απειλησε να με παρασυρει, αναγκαζοντας με να ακινητοποιηθω γονατιστος για καποια λεπτα. Το φιλτρο της μασκας μου εκανε αξιεπαινη δουλεια στο να με κραταει ζωντανο, αλλα ο αερας εξακολουθουσε να μυριζει αμμωνια και αρκετα ακομα αφιλοξενα χημικα. Ο πονοκεφαλος ηταν αναποφευτκος.
Οι χρονικες παλλοιριες, ετυχως, ηταν σε υφεση εκεινη τη νυχτα, διαπιστωνοντας το ριχνοντας μια κοφτη ματια στο χρονομετρο με ελαφρως τρεμαμμενα χερια. Θα μπορουσα να χρησιμοποιησω τις παλιρροιες προς οφελος μου αν ειχα αρκετες γνωσεις ως προς την συμπεριφορα τους, αλλα μονο οι ιστορικοι και οι αφεντες τους κατειχαν τετοιου ειδους πληροφοριες. Φημολογειτο οτι οι μαυροι πυργοι ευθυνονταν για αυτες τις συμπεριφορες, και οτι οι αφεντες των ιστορικων ηταν στην πραγματικοτητα εξωγηινες οντοτητες που ηταν εξ'αρχης υπεθυνες για την υπαρξη των πυργων. Αλλα ποιος αλλος θα μπορουσε να το πει με σιγουρια περαν απο τους ιδιους τους ιστορικους και τους αστρικους ερευνητες; Περιεργιες τετοιας θεματικης γεμιζαν το νου μου καθ'ολη τη διαρκεια της πορειας μου απο το καταφυγιο προς την μυστηριωδη σκηνη.
Τα πανινα τειχωματα της τρεμοπαιζαν στον ανεμο καθως την πλησιαζα. Κατι απροσδιοριστο στην οψη της με γεμιζε με φοβο τωρα που μπορουσα να την παρατηρησω απο πιο κοντα. Αναστατωμενος χωρις καποια εμφανη αιτια, εννοιωσα την αναγκη να κανω επιτοπου μεταβολη και να επιστρεψω πισω, αλλα η περιεργια και η ελπιδα με κρατουσαν κλειδωμενο στο στοχο. Εναντια στα ηχηροτατα πλεον ενστικτα μου αποστροφης, βαδισα αποφασισμενος προς το πανι της εισοδου, το τραβηξα στην ακρη απαλα και αντικρυσα την αλλοκωτη παρουσια που βρισκοταν μεσα.
Καθιστη στο σκουριασμενο μεταλλικο πλεγμα ενός γυμνου κρεββατιου χωρις στρωμα, ηταν μια κουκουλοφορεμενη φιγουρα, με το κεφαλι της ακουμπισμενο στις παλαμες, μια φιγουρα που υπεθεσα οτι ηταν αρσενικη. O μανδυας του, οντας ειδη αρκετα μεγεθη μεγαλυτερος απο το μεγεθος του οντος, καλυπτε τα παντα εκτος απο τα κατωχρα χερια του. Δεν φαινοταν να φορα ασφυξιογονο μασκα στο προσωπο, και μου προξενησε απορεια ως προς το πως καταφερνε να εισπνεει την τοξικη ατμοσφαιρα με τετοια ανεση.
Ακομα πιο ενδιαφερον ομως απο το ιδιο το μυστιριωδες ων, ηταν ο καθρευτης, μεγαλος και τριγωνικος, τοποθετημενος σε ενα ειδος καβαλετου ακριβως απο πισω του. Με υπνωτισε απευθειας, διοτι δεν αντικατοπριζε καθολου τα περιεχομενα του χωρου μπροστα του, αλλα ηταν ενα μαγευτικα πραγματικο παραθυρο προς τα αμορφα βαθη του διαστηματος. Αντικρυσα στην επιφανεια του ενα αστροφωτιστο νεφελωμα απειρων χρωματων, καθως βρισκομουν σε πληρη συγχυση για το πως γινοταν να βλεπω κατι τετοιο με τοση ευκρινεια διαμεσου ενος απλου φαινομενικα καθρευτη σε ασημενιο πλαισιο.
Μερικα σφυριλατα σιδερενια κηροπηγια ηταν ακουμπισμενα διασπαρτα στα περιθωρια της σκηνης, και πανω στα κερια τους χορευαν αποκοσμες φλογες που ειχαν την αποχρωση της αστραπης. Σε καποιον αλλο κοσμο ισως και να τις αποκαλουσα ομορφες, αλλα εκεινη τη στιγμη για μενα, δεν ηταν τιποτε αλλο παρα φρικτες θυμισες του Ζοφερου Αστρου. Μου προξενησαν ολα εκεινα τα ανεπιθυμιτα συναισθηματα της ανικανοτητας και της ναυτιας που ειχα συνηθισει να συνδεω με το βυσσινι φως στους ουρανους, απλα σε μικροτερη κλιμακα. Ηταν αναμεσα απο τις αρρωστημενες λαμψεις τους που παρατηρησα μια θηλια, διπλωμενη κατω απο το πλεγμα του κρεββατιου.
H ρηχη ανασα της φιγουρας ηταν η μονη της κινηση. Και λογω της αβολης σιωπης αλλα και της ανατριχιαστικης του εμφανισης, σε κεινο το σημειο αρχισα να χανω την ψυχραιμια μου. Σηκωσα να κοιταξω το ρολοι μου, μου απεμεναν 20 λεπτα. 15 χρειαζομουν μονο για να επιστρεψω πισω στο καταφυγιο. Τι ηλπιζα οτι θα μπορουσα να καταφερω μεσα στα 5 λεπτα που μου απεμεναν? Αναρωτηθηκα, και οταν καμια προχειρη απαντηση δε με ικανοποιησε, αφησα το πανι της εισοδου να κλεισει και γυρισα την πλατη μου στη σκηνη.
Ηταν τοτε που ακουσα μια ψυχρη, κουφια φωνη, να με καλει ψιθυριζοντας υποκωφα απο το εσωτερικο της σκηνης πισω μου.
"Πατερα..."
Σταματησα να περπατω.
"Πατερα!"
Μου ειπε ξανα, το ανυσηχο καλεσμα του να προδιδει μια μιξη ενθουσιασμου και εντονης απελπισιας.
Επεστρεψα στην σκηνη, αυτη την φορα περπατωντας αργα προς ��ο μερος του πριν βρεθουμε αντιμετωποι. Το κεφαλι του δεν ηταν πλεον γυρτο στην αραχνωδη αγκαλια των χλωμων δαχτυλων του, αλλα το προσωπο του εξακολουθουσε να ειναι πληρως επισκιασμενο απο το σκοταδι της κουκουλας. Η ανασα του ηταν ορατη στον παγωμενο αερα και ερεε αποκοσμα απο εκει που υποτιθεται οτι θα επρεπε να ηταν το στομα του.
"Σε περιμενα, Πατερα... Ζωες ολοκληρες σε περιμενα..."
Η φωνη του απιστευτα σιγανη, τα λογια του τα διεκρινα με δυσκολια...
"Δε... Δεν ειμαι ο πατερας σου...."
"Καποιος θα πιστευε οτι η αθανασια εξυψωνει, οτι θα μπορουσε μεσω αυτης να αγγιξει τα υψη της υπαρξης... Αλλα οχι πατερα... Το μονο που εκανε ειναι να με οδηγησει σε αυτη την μιζερη απομιμηση ζωης.... Αιωνες εχω που ποθω για ενα συναισθημα ευτυχιας παρομοιο με αυτο που η αφιξη σου μου προσεφερε... Μια ευτυχια που νομιζα οτι μπορουσα να βιωσω μοναχα μπροστα στην παρουσια του ιδιου του Ζοφερου Αστρου..."
Εννοιωσα ενα ριγος να με μουδιαζει στο ακουσμα των λεγωμενων του, μια μακαβρια περιεργια αρχισε να με κυριευει και να σκαρφαλωνει στον λογισμο μου - μια περιεργια τοσο ισχυρη που παρομοια δεν ειχα ξανανοιωσει...
"Τι ξερεις για το Ζοφερο Αστρο; Πως γινεται να ξερεις το οτιδηποτε γι'αυτο;"
Ειχα στο παρελθον αμφιβαλει περι των θρυλων που παρουσιαζαν το αστρο σαν καποια κακοβουλη μορφη νοημοσυνης που εμποτιζε τους εφιαλτες αβοηθητων θυματων, με σκοπο καποιου ειδους αναζητησης, οπως ενας δαιμονας θα αναζητουσε καποιο σωμα να κυριευσει. Και εντουτοις δε μπορουσα πλεον να το αρνηθω. Αυτο το φως στους ουρανους ηταν κατι πολυ παραπανω απο ενα συνολο παραδοξων ακτίνων με ανυσηχητικες ιδιοτητες.
"Μου μιλαει... Και για αυτο το προνομοιο μου στερηθηκε η δυνατοτητα που ειχα ΕΓΩ να του απευθυνομαι... Διοτι δεν επιθυμει τις επικλησεις παρα μονο απο οσους επιβιωνουν εν αγνοια... Μου στερισε την ανθρωπια μου... Το προσωπο μου... Και ολα αυτα σε ανταλαγμα για αυτη την... μιζερη ��παρξη... Σε ανταλλαγμα για την ευκαιρια να... τι ηταν... α ναι, να φερω την ταξη στο χαος.... Εχω που υπομενω αυτη την νεκρη ζωη για αιωνες... Οι ιδιες μου οι επιθυμιες καταπλακωθηκαν απο ερμαφροδιτο σκοτος, απο χαοτικο φως... απο γκχ..."
Καθως τον αντικρυσα να βυθιζεται σε εναν παροξυσμο απο ακατανοητα βογγητα, θρηνοντας και τρεμοντας, εννοιωσα την παρουσια του να με απωθει, ακομα και αν πλεον τον θεωρουσα κατι αρκετα παραπανω απο ενα απλο ων. Ηταν ενας αγγελιοφορος, ενας προφητης - ένας μαντης της ανιερότερης επιρροης και παραδειγματος. Εκεινη τη στιγμη, ηταν για μενα το σκοτεινοτερο πλασμα που ειχα ερθει ποτε σε επαφη, και εντουτοις μεσα σε ολη μου την αποστροφη καπου εννοιωθα και λυπηση για αυτον...
"Δε θα πρεπε να μαι δω... Δεν υπαρχει τιποτα εδω για μενα. Με συγωρεις... Πρεπει να φυγω--"
"Θελεις να μαθεις το ονομα του; Το ξερω οτι το θελεις, την νοιωθω την επιθυμια σου..."
"Οχι, δεν..."
Πριν προλαβω να φερω αντιρρηση, μου βεβηλωσε τα αυτια και την ψυχη με μια παραμορφωμενη φραση που τολμω να πω οτι κανεις θνητος δε θα μπορουσε σε καμια περιπτωση να επαναλαβει. Προεφερε την αποκρουστικη ονομασια του Ζοφερου Αστρου, την φρικτη υπογραφη μιας εξωγηινης παρουσιας ανελπιστα μακρυα απο καθε ιχνος ανθρωπινης κατανοησης. Αυτος ο θορυβος αφυπνησε εντελως καινουργιες αισθησεις στον ψυχισμο μου, κατακλυζοντας την συνειδηση μου με υπεραισθητικα ερεθισματα απεριγραπτης προσβολης, ενα συναισθημα που θα το συνεκρινα μοναχα με την βιαιη αφυπνηση απο εναν βαθυ υπνο, μην εχοντας ποτε πριν βιωσει πραγματικη αυπνια, απο το εφιαλτικοτερο ουρλιαχτο σ'ολοκληρη την υπαρξη!
Και τοτε το ηξερα οτι ειχα τυχαια συναντησει κατι, με το οποιο το ειδος μου - ή πιο συγκεκριμενα, οτιδηποτε ενδημικο στην τριτη διασταση - δεν θα επρεπε ποτε να ερθει σε επαφη. Ειχα εκτεθει σε ενα δεινο που επιβεβαιωνε ενα και μονο πραγμα στα ματια μου. Ο μικροσκοπικος μου ασπρος πλανητης ηταν πληρως εγκαταλελειμμενος απο τον θεο, παρατημενος στο ελεος δυναμεων στις οποιες ουτε εκεινος ο ιδιος δεν θα τολμουσε να αντιταχθει.
"Γεια χαρα!" Φωναξα τρομοκρατημενος, βαδιζοντας προς τα πισω ωστε να βγω απο την σκηνη.
"ΟΧΙ!!!!"
Ουρλιαξε ο μάντης, πριν σηκωθει αποτομα στα ποδια του. Ηταν μια στριγκλια σαν αυτη της κουκουβαγιας αλλα θυμιζε ελαφρως και μουγκρητο λιονταριου, και οι δυο ηχοι να επανερχονται στην μνημη μου απο υποτιθεμενες αρχαιες ηχογραφησεις...
"Τα συμφεροντα μας ειναι κοινα, πατερα... Θελουμε και οι δυο να δωσουμε ενα τελος σε αυτο το... σ'αυτο το χαος. Δεν μπορω να τα καταφερω χωρις εσενα, δε το ξερεις;"
"Τι ζητας απο μενα;"
Του φωναξα. Μπορουσα ανετα να το βαλω στα ποδια, αλλα ενα πνιχτο ανγχος με γεμισε φοβο και διστασα...
"Σε χρειαζομαι να επικαλεστεις το Ζοφερο Αστρο... ωστε να καταβροχθισει αυτο τον διεφθαρμενο κοσμο και να επαναφερει την κοσμικη ισσοροπια. Θα αντιμιφθεις περαν απο τα πιο μεγαλοπνοα σου ονειρα για αυτη τη πραξη πατερα! Πιστεψε με!"
Εχασα σχεδον την επαφη μου με την λογικη οταν τον ακουσα να αναφερει το τελος του κοσμου για δευτερη φορα. Η καταστροφη της γης ηταν αλλωστε επιθυμια μου, και τωρα φαινοταν οτι η μοιρα βρισκοταν με το μερος μου. Αυτος ο παρανοικος προφητης ηταν η ευκαιρια που εξαρχης εψαχνα...
"Και ο γιος μου;"
Τον ρωτησα, ξεχνωντας στιγμιαια τις ψευδαισθησεις του περι συγγενιας μαζι μου.
"Τι θα απογινει το παιδι μου;"
Ο μαντης με κοιταξε, η σιωπη του προς απαντηση μου, και εννοιωσα τo καλλυμενo του βλεμμα κατω απο την κουκουλα να με διαπερνα...
Προσπαθωντας ματαια να εκλογικευσω ολους τους πιθανους τροπους εκβασης αυτης της καταστασης, αρχισα να εξεταζω τις σκεψεις που ετρεχαν μεσ'το μυαλο μου. Τελικα τον ρωτησα...
"Τι πρεπει να κανω;"
"Σκοτωσε με..."
Με ικετευσε με ενα τραχυ ψιθυρο...
"Σκοτωσε με!"
Αυτο ηταν, αρκετα. Δε μπορουσα να διαχειριστω την επικοινωνια με ενα τοσο διεστραμενο πλασμα, ως εδω! Βγηκα βιαστικα εξω στην αστροφωτισμενη νυχτα και προσανατολιστηκα με κατευθυνση το καταφυγιο, βγαζοντας να κοιταξω το ρολοι απο την τσεπη μου χωρις δευτερη σκεψη.
Προς μεγαλη μου εκπληξη διαπιστωσα οτι ο χρονος μου ειχε σχεδον τελειωσει. Ενα λεπτο απεμενε.
Ουρλιαξα καταρες προς τον ουρανο... Πως ηταν δυνατον να ειχε περασει τοση ωρα; Ισως να ειχα χασει εντελως την επαφη με το χρονο κατω απο την ηχητικη επιροη του βδελυρου ονοματος του Ζοφερου αστρου, συνειδητοποιησα. 'Η ισως μια χρονικη καταιγιδα να ειχε διαπερασει το σημειο που στεκομουν εν αγνοια μου. Ο πανικος με διαπερασε. Αν ηταν να καταληξω νεκρος παρα την οποιαδηποτε επομενη μου κινηση, τι αλλη επιλογη ειχα απο το να γυρισω πισω και να συναινεσω στην παρανοικη απαιτηση του μαντη;
Και μ'αυτο, τραβηξα τον σουγια μου και εσφιξα τη λαβη του, ετοιμαζομενος για αυτο που νομιζα οτι θα συμβει, αλλα τιποτα δε θα μπορουσε ποτε να με προετοιμασει για αυτο που οντως συνεβη.
H ζεστη, ξερη μου ανασα αρχισε να με ζαλιζει καθως συσσορευοταν στο τζαμακι της φτωχα αεριζομενης μασκας μου, αλλα εντουτοις αυτο δε με εμποδισε απο το γυρισω και να ορμηξω μεσα στην σκηνη, καρφωνωντας με επιτυχια τη λαμα μου στη καρωτιδα του μαντη, καθως επεσε προς τα πισω πανω στο μεταλλικο πλεγμα του κρεββατιου, και η κουκουλα γλυστρισε απο το κεφαλι του.
Απεστρεψα το βλεμα μου ενστικτωδως, αν και προλαβα να τον δω εστω και για χιλιοστα του δευτερολεπτου, το προσωπο του απανθρωπο και τερατωδες. Καθως μαζευτηκα, παρατηρησα το μαχαιρι και το μανικι μου, λερωμενα με αιμα που ηταν πιο μαυρο και απο την πισσα, καθολου σα το κοκκινο που περιμενα.
Ακουσα ενα ρωγχο να βγαινει απο τον μαντη, χωρις αμφιβολια προιον του φρεσκοτραυματισμενου του λαρρυγα και ενος απο καιρου παραφρωνα νου. Εχωντας δωσει ορκο στον εαυτο μου να βαλω ενα τελος στη μιζερη του υπαρξη, εκλεισα τα ματια και αρχισα να τον μαχαιρωνω με μανια, στο προσωπο του, στο λαιμο του, επαννηλειμενα και για αμετρητες φορες. Εννοιωθα υγρα να εκτιναζονται σε καθε χτυπημα, αφυσικα παγωμενα και παχυρευστα αιματα.
Με την ανασα κομμενη, ολοκληρωσα τελικα την επιθεση μου και ανοιξα τα ματια με προσοχη. Το προσωπο του ηταν πλεον δυσδιακριτο πισω απο τα μελανα υγρα του σωματος του, και ως εκ τουτου ελαφρως λιγοτερο αποκρουστικο, αλλα και παλι πιο αποκρουστικο απο οτιδηποτε αλλο ειχα ποτε αντικρυσει. Κειτοταν εκει, αγκομαχοντας με καθε ανασα, ζορισμενες δεσμιδες αερα να ξεφευγο��ν απο τις κοιλοτητες του προσωπου του, μεχρι που βογγηξε για μια τελευταια φορα και εμεινε ακινητος σαν ενα αποκεφαλισμενο φυδι.
Ολα τα κερια εσβησαν αυτοματα με το θανατο του, σκοτεινιαζοντας περαιτερω το ειδη σκοτεινο μερος, και ο εντυπωσιακος τριγωνικος καθρευτης επαψε πλεον να ειναι εντυπωσιακος, καθως στεκοταν πλεον σαν ενας συμβατικος καθρευτης, λερωμενος απο μια καθολου συμβατικη ουσια. Μια ξαφνικη θυελα ξεσπασε εξω, αναταραζοντας τα πανινα τοιχωματα της σκηνης..
"Τι εκανα..."
Βγηκα βιαστικα εξω εξεταζοντας τα περιχωρα μου, παρατηρωντας αμεσως οτι το Ζοφερο Αστρο ειχε εξαφανιστει απο τον ουρανο, ειχε ειτε παψει να υπαρχει ειτε ειχε μετακινηθει. Το πως το φως του ειχε καταφερει να εξαφανιστει τοσο γρηγορα με ξεπερνουσε, διοτι περι της θεωριας της σχετικοτητας - ή εστω καποια απο τις λανθασμένες της ερμηνευσεις - ειχα ειδη αρκετη γνωση. Αλλα και παλι, αν ηταν ενα μερος στο οποιο το υστατο οριο της ταχυτητας του συμπαντος θα μπορουσε να ξεπεραστει, θα ηταν αναμφιβολα σε εκεινο το αναθεματισμενο σημειο χωροχρωνου στο οποιο στεκομουν...
Ακουσα το ρολοι της τσεπης μου να χτυπα, ενα νεο κυμμα πανικου να με κατακλυζει προμηνυοντας το χαμο μου. Ο θανατος ηταν πλεον αναποφευκτος, αν και ειχα μια τελευταια επιλογη... εκθεση στη ραδιενεργεια, χημικη ασφυξια, αιμοραγγια... ισως και υποθερμια...
Πριν αναλογιστω με βεβαιοτητα τις επιλογες μου, ο πυρακτωμενος ηλιος ξεπροβαλε στον οριζοντα. Σηκωσα ματαια τα χερια να προστατεψω τα ματια μου απ'το τραχυ λυκοφως που με εριξε κατω στα γονατα, ξεροντας καλα μεσα μου οτι οι ακτινες του ηταν ασταματητες.
Αλλα αυτη η τρομακτικη φωτεινοτητα δεν κρατησε πολυ, διοτι κατι εκθετικα πιο χυδαιο αποτομα επισκιασε την φλεγομενη σφαιρα απο τα χαμηλα και κατεπνιξε το φως της.
Εκεινη τη στιγμη που κατεβασα το χερι μου, τα μετανοιωσα ολα... Καθε αποφαση που με οδηγησε σε κεινο το μερος, καθε στιγμη που συνεχιζα να ζω...
Μεσα ενα εκτυφλωτικο πανδαιμονιο, ειδα μια γιγαντιαια πλοκαμοειδη μαζα να ορθωνεται στον οριζοντα, εναν ανιερο καταστροφεα κοσμων, να εξαπλωνεται σαν καρκινος κατα πλατος των πορφυρων ουρανων. Δεν υπηρχε πλεον ανατολη, ο κατω κοσμος αναδυοταν, ανεβλυζε μεσω μιας ανοθευτης καταργησης οτιδηποτε φυσικου, μια σκηνη βγαλμενη απο τα πιο βαθια, τα πιο παγωμενα, τα πιο σκοτεινα πεδια ολοκληρης της υπαρξης...
Η μαζα παλοταν και σφαδαζε, καταιγιδες ολοκληρες να εχουν ξεσπασει αναμεσα στα πλοκαμια της, και καθως προσπαθω να επαναφερω αυτες τις ανατριχιαστικες μνημες, ενθυμουμαι κοπαδια αστραπων να ξεχυνονται απο τις κοιλοτητες του κολοσσιαιου της σωματος. Αλλα πανω απο οτιδηποτε αλλο, ηταν ενα μιασματικο βδελυγμα, ολα του τα χαρακτιριστικα μια προσβολη προς τον κοσμο τον οποιον αυτη την στιγμη εναγκαλιζε. Τολμω να πω οτι κανενα ον, θνητο ή ατρωτο δε θα μπορουσε ποτέ να βρεθει σε θεση να συνγχωρεσει αυτο το ειδεχθες τερατουργημα για το απλο εγκλημα της υπαρξης του και μονο, ουτε θα μπορουσε ποτε να υπαρξει θεος αρκετα ικανος ωστε να προστατευσει τα δημιουργηματα του απο μια οργη τετοιας κοσμικης ισχυος, διοτι οτιδηποτε και να ερχοταν σε επαφη με τα πολυαριθμα ματια και αποληξεις του, θα μολυνοταν απευθειας και δια παντος!
Ενα βαθυ, απαισιο βουητο τοτε γεμισε την ατμοσφαιρα, φερνοντας στο νου σκεψεις απο εκκατομυρια βασανισμενες ψυχες που ουρλιαζαν απελπισμενα. Με εριξε στο χωμα και αρχισα να τρεμω εκτος ελεγχου σε εμβρυακη σταση. Αυτο που βιωνα με εκανε να καλωσορισω τον θανατο, και ετσι εβγαλα την μασκα, επιτρεποντας στα βλαβερα αερια να εισελθουν στα πνευμονια, και τα ματια μου, καθ'οτι ερμητικα κλειστα, ανιχνευαν σκοταδι να με περικλυει ταχεως απο καθε πλευρα.
Και αυτο ηταν το τελος της υλικης μου υποστασης, και η αρχη μιας καταστασης, πολυ πιο δυσοιωνης απο οτιδηποτε, θα μπορουσα ποτε να φανταστω...
Μερος ΙΙ
Η ψυχη μου, προς ελλειψην καλυτερου λεκτικου χαρακτηρισμου, επεζησε τον κατακλυσμο, ενω υποπτευομαι οτι η μοιρα του σωματος μου ηταν να αφομοιωθει πεπτικα με τα σπηλαιωδη εγκατα του Ζοφερου Αστρου. Το βρισκω δυσκολο να κατανοησω αυτη την εξελιξη, το πως μπορω ακομα να κατεχω συνειδητοτητα μεσα σε αυτην, χωρις να καταφευγω στις πιο φρικτες νοητικες εικονες, αυτες που απεικονιζουν τον εγκεφαλικο μου ιστο να διακλαδωνεται με τα εγκαυματικα, καρκινοιεδη πλοκαμια του Αστρου, οι παραλυτικες εκπομπες του να διαρεουν το εκτεθιμενο μου νευρικο συστημα και να με καταστελλουν προς τις μυστηριωδεις βουλες του, καθως παραλληλα να μου παρεχει και τα αισθητηρια αυτης της επιπλαστης και παραπλανητικης πραγματικοτητας. Η διαυγεια με την οποια επεξεργαζομουν αυτη την ιδεα ηταν, το λιγοτερο που μπορω να πω, ανατριχιαστικη.
Θα ηθελα ολοψυχα να παραδεχτω οτι το Αστρο μου μιλησε, αλλα θεωρω οτι θα ηταν πιο σωστο να πω οτι πλεον γνωριζα πραγματα που πριν μου ηταν αγνωστα. Μια μεγαλη ποικιλια απο αλλοκωτα και αποκρυφα γεγονοτα, καποια απ'αυτα τοσο φρικτα που δεν τολμω καν να τα αναφερω. Αλλα τωρα το γνωριζα οτι το Ζοφερο Αστρο δεν ηταν ποτε Αστρο. Απλα φανταζε ετσι λογω της ανακλασης του ηλιακου φωτός, μια ψευδαισθηση αρκετα παρομοια με αυτες που μου προξενουσαν τα πλανητικα σωματα οταν ημουν παιδι. Η πραγματικη του μορφη ηταν παντα αυτο το χαοτικο συμπλεγμα κακοηθων αποληξεων, να στριφογυριζουν και να συσπειρωνονται με δολο στο απολυτο κενο του διαστηματος, λες και ηταν ενα τιτάνιο βακτηριο στην πρωτοπλασματικη σουπα της αρχεγωνης συμπαντικης δημιουργιας, αλλαζοντας σχημα κατα την εκαστωτε του βουληση και σκοπο, ωστε να καταβροχθιζει την ενεργεια πλουμιστων αστερισμων και ολοκληρων ηλιακων συστηματων.
Ηξερα επισης οτι ο μαντης που κατακρεουργησα, ηταν υψιστης σημασιας στα ματια του Αστρου, σημασιας τετοιου επιπεδου παρομοιο με αυτο που καποιος θα συναντουσε σε αρχαια θρησκευτικα κειμενα, να περιγραφουν τον τροπο με τον οποιον ενας υποτιθεμενα πραγματικος θεος απεδιδε τιμη στον εκλεκτο του προφητη. Αυτη η συνειδητοποιηση με φοβισε και διστασα να ανοιξω τα ματια, γνωριζοντας οτι πιθανως και να δολοφονησα το δεξι χερι του αφωτικού Θρόνου και κατα συνεπεια να εξοργισα τον ιδιο τον σκοτεινο μοναρχη, αυτοπροσωπως. Πραγματι, υπηρχε φαινομενικα μια μοναρχια, μια μονο-εξουσιαστικη δομη που κρατουσε αυτη την καταραμενη διασταση απο την απολυτη διαλυση.
Και το ζωντανο επουρανιο σωμα στην κεφαλη αυτης της μοναρχιας, η παλλωμενη οργανικη μαστιγα της οποιας μια αποπειρα καθιμολουμενης ονοματικης προσφωνησης δεν θα ηταν τιποτε αλλο παρα απο μια ανευ ορων παραδοση στην ανικανοτητα της ανθρωπινης διαλεκτικης. Ενα ον τοσο μεγαλοπρεπες και αρχαιοτερο απο την ανθρωποτητα, που η μονη του επιτρεπτη συμπεριφορα απεναντι μας ηταν η βαναυση αδιαφορια, οπως θα συμπεριφεροταν ενα μικρο παιδι σε μια χουφτα μηρμηγκια στο εδαφος. Ισως και μεις ανεκαθεν να θεωρουμασταν διεστραμενοι τυρρανοι απο τα μηρμηγκια, ενω για τους εαυτους μας να διατηρουσαμε αποψεις δικαιου και σωστοτητας.
Αυτοι ηταν οι στοχασμοι μου στα σκοτεινα. Και δεν μπορω να πω με σιγουρια ποσο μου πηρε μεχρι να αποφασισω να ανοιξω τα ματια μου, αλλα το γεγονος που εκανε τον φοβο μου να εξαφανιστει, το θυμαμαι πεντακαθαρα.
Σταγονες βροχης προσγειωθηκαν στο μετωπο μου.
Το βλεμμα μου ανοιξε διαπλατα. Μα τους ουρανους, τα λεγομενα του Μαντη ηταν αληθινα, προσφωνησα εξτασιασμενος απο θαυμασμο. Πιστεψα εκεινη τη στιγμη οτι οντως ειχα ανταμοιφθει περαν απο τα πιο μεγαλοπνοα μου ονειρα, διοτι βρισκομουν ξαπλωμενος καταμεσης ενος καταπρασινου λιβαδιου, κατω απο εναν ημισυννεφιασμενο γαλανο ουρανο που εκλαιγε με δακρυα χαρας. Ηταν τοσο ειδιλιακο που ξεπερνουσε κατα πολυ τους προσωπικους μου ορισμους για το τι ειναι παραδεισος. Τιποτα απο ολα εκεινα τα ανιερα πραγματα που στριφογυριζαν πριν στο μυαλο μου δεν ειχαν πλεον σημασεια. Εφτιαξα δικαιολογιες να τα διωξω μακρυα, αποκαλωντας τα τιποτε αλλο παρα απλες αποκλησεις ανευ νοηματος, και προσεδωσα επιτοπου αξιοπιστια στην ριζοσπαστικη πιθανοτητα της ιδεας του Ζοφερου Αστρου να μην ηταν εν τελει, πληρως κακοβουλο.
Καθως σταθηκα ορθιος, αντικρυσα εναν πρασινο λοφο μπροστα μου, πανω στον οποιον στεκοταν πιθανοτατα το πιο ομορφο δεντρο σε ολοκληρη την υπαρξη, το πρασινο στα φυλα του πολυ πιο ζωντανο απο την βλαστηση που το περιστοιχιζε. Αρχιδα να βαδιζω βιαστικα προς το μερος του, η ευτυχια για το σκινηκο που με περιτριγυριζε να με πλημμυριζει. Τι θαυμασια, φανταστικη φυση! Ειχα ακουσει ιστοριες για το πρασινο χρωμα, ενα χρωμα υπερβολικα φρεσκο και ευμενες για να υπαρξει στην διεστραμμενη γη απο οπου προερχομουν, αλλα το να το αντικρυζω με τα ιδια μου τα ματια... Δεν μπορουσα να αρθρωσω τις καταλληλες λεξεις για τα συναισθηματα μου, ακομα και αν αν απο αυτο εξαρτατο η αιωνια της ψυχης μου μοιρα.
Απο την κορυφη του λοφου μπορουσα να διακρινω ενα μικρο χωριο απο περιπου 7 με 8 κτισματα με πετροστρωτες οροφες, καθως και εναν ετοιμορροπο ανεμομυλο να στεκεται απο πανω τους σαν σιωπηλος φυλακας. Εγειρα προς το δεντρο στο κεντρο του λοφου και κοιταξα πανω μεσ'τη φυλλωσια του.
Μηλα. Τοσα πολλα μηλα, αστραφτερα κοκκινα και σαγηνευτικα λαχταριστα. Τεντωσα το χερι μου που ετρεμε και με σχεδον ευλαυικη φροντιδα, τραβηξα ενα απο το κοντινοτερο κλαδι, πριν δαγκωσω την τραγανη του σαρκα ενθουσιασμενα.
Το μετανοιωσα επιτοπου. Το φρουτο ηταν απιστευτα... αβασταχτα... πικρο... Οχι οχι, η γευση του ειχε κατι αλλο εντελως, κατι χειροτερο, κατι που πυροδοτησε καθε αντανακλαστικο ασφαλειας σε ολοκληρο μου το σωμα. Φτυνωντας την ξενικη ουσια και πετωντας το μηλο στο εδαφος, ειδα οτι στο εσωτερικο του ηταν μαυρο και μολυσμενο. Αυτο το θεαμα, και oι ασυλλαβοι στομαχικοι θορυβοι που ξεχυθηκαν απο το λαρυγγι μου σχεδον αμεσως και με μεγαλη βιαιοτητα, με οδηγησαν στο συμπερασμα οτι το φρουτο αυτο ηταν ολωσδιολου κακο.
Ποσο διηρκησε η επιτοπια προσπαθεια της αναρρωσης μου, δε γνωριζω με σιγουρια. Αλλα πρεπει να ηταν το λιγοτερο μια ωρα.
Τι δηλωνει το φρουτο μιας γης για την ιδια αυτην την γη, για το χωμα που θρεφει αυτο το τρισκαταρατο δεντρο? Σκεφτηκα. Καθως ξαπλωσα με τη πλατη στο γρασιδι, το μυαλο μου αρχισε να επιστρεφει σε μερη που νομιζα οτι ποτε δε θα επεστρεφε. Ο ουρανος αρχισε να σκοτεινιαζει παραλληλα με τις σκεψεις μου, το επουρανιο γαλαζιο εσβηνε. Και συνειδητοποιησα οτι αν και ο ουρανος συμπεριφεροταν λες και ο ηλιος εδυε, δεν εβλεπα τον ηλιο πουθενα, ουτε καν ενα πιο φωτεινο συννεφο πισω απο το οποιο θα μπορουσε να κρυβοταν.
Το αποκαρδιωμενο μου μυαλο γεμισε με σκεψεις για το γιο μου. Τι να ειχε απογινει ο μικρος; Αναρωτηθηκα. Πριν το τελος της φυσικης μου υπαρξης, αμφεβαλα οτι θα μπορουσε να υπαρχει χειροτερη μοιρα για καποιον απο το να ζει στην γη, εναν κοσμο που υπεθετα οτι πλεον ηταν εντελως κατεστραμενος. Δικια μου ηταν η επιλογη της καταστροφης του πλανητη, και ενω αυτο παραδεχομαι οτι απο μερος μου ηταν επιπολαια λαθος, δεν μπορω να μιλησω για το παιδι. Δε γνωριζω τιποτα για το πως νοιωθει, η αν μπορει εστω καν πλεον να νοιωσει, και πιθανοτατα να μην μαθω και ποτε.
Μπορει ομως και να υπηρχε ακομα ελπιδα, αν και πενιχρη, στο μικρο χωριο που ειδα απο τον λοφο. Αυτη η ελπιδα ηταν ικανη να με σηκωσει στα τρεμαμμενα ποδια μου, και να στρεψει το βλεμμα μου προς τα κτηρια στο βαθος.
Παρατηρησα μια χωματικη αναταραχη αναμεσα τους που πριν μου ειχε διαφυγει, συγκεκριμενα ο ανεμομυλος περιστρεφοταν με μια ανατριχιαστικα αργη δυσκολια που μου προξενουσε αισθηματα ζαλης αν αφηνα τα ματια πανω του για πολυ. Κατευθυνθηκα προς τα κει απελπισμενος, και οσο περισσοτερο πλησιαζα προς τον μυλο, τοσο περισσοτερη ενσυναισθηση ειχα περι της δυσμορφικης κυρταδας που τον χαρακτηριζε, τα δοκαρια που απαρτιζαν το σκαρι του να μου θυμιζουν μια συνχωνευση ξυλινων σκελετων που ο ενας κρατιοταν απο τον αλλον.
Οταν εισηλθα των σκουριασμενων πυλών και αναμεσα στα κτηρια που απαρτιζαν τον οικισμο, αρχισα να σαρωνω οπτικα την περιοχη προς αναζητηση ζωης ή οτιδηποτε ενδιαφεροντος, μια συνηθεια που ειχα τελειοποιησει κατα την διαρκεια ολων εκεινων των νυχτερινων εξορμησεων της προηγουμενης ζωης μου. Και απο οτι ειδα, δεν υπηρχε τιποτα παρα πηχτη μαυριλα πισω απο τα παραθυρα και σκοταδι στο πατο του πηγαδιου που βρισκοταν στο κεντρο του χωριου. Ηταν μια πολη φαντασμα, ενα μερος που βαθια μεσα μου ηξερα οτι δε θα μπορουσε να ικανοποιήσει καμια μου προσδοκια.
Παρ'ολα αυτα, αποφασισα να ελενξω καθε κτηριο ξεχωριστα μηπως και εβρισκα... ναι, αυτο ηταν το παντοτινο μοτιβο της ζωης μου. Ποτε δεν ηξερα τι ακριβως αναζητουσα, ή αν εξ'αρχης υπηρχε εστω και κατι αξιον ανευρεσης.
Το πρωτο σπιτι στο οποιο εισηλθα, μονο που δε με ικετευσε να κανω μεταβολη. Ενα κυμμα μουχλας προσεκρουσε με το προσωπο μου, ξεκαθαρα υποπροιον των καταμαυρων κηλιδων που αντικρυσα να κατατρωνε τα χαλια και της ξυλινες σανιδες στους τοιχους. Αν δεν ηταν αυτες οι ελαχιστες ακτινες λυκοφωτος να φωτιζουν το μερος απο το παραθυρο του σαλονιου, ειμαι βεβαιος οτι ολα θα ηταν βυθισμενα στο σκοταδι, και αυτο ηταν ακριβως που συνεβαινε στα περιφεριακα δωματια και στις ντουλαπες. Σκοταδι τοσο πηχτο που το εννοιωθα να με πνιγει. Τιποτα χρησιμο δεν βρηκα.
Τα επομενα λιγοστα κτηρια που διερευνησα, συμπεριλαμβανομενου μιας εγκαταλελλειμενης εμπορικης αποθηκης και ενος αραχνοπνιγμενου στεγαστρου, μαζι με διαφορα ακομα πιο αχαρακτηριστα οικοδομηματα, ηταν ολα το ιδιο αφιλοξενα οπως το αρχικο. Καπου διεκρινα το ασαφες περιγραμμα ενος σχεδον ανθρωπινου κορμιου με πολλαπλα χερια, να σαπιζει κατω απο μια απειλητικη στοιβα σκονης, αλλα επεισα τον εαυτο μου οτι μαλλον ηταν ψευδαισθηση, καθως οσο οι σκιες τριγυρω μου μακραιναν, η φαντασια μου εκδηλωνοταν ολο και πιο αλλοκωτα.
Το τελευταιο κτηριο που εψαξα ηταν το μεγαλυτερο στον οικισμο, γεματο απο δωματια που δε μπορουσα να κατανοησω τον σκοπο τους, αλλα και με αλλα τα οποια ειχαν αναμφιβολα χρησημοποιηθει για δραστηριοτητες βασανιστηριων, κρινοντας απο τους ξεραμενους λεκεδες αιματος και τα διασπαρτα αιχμηρα δρακοντεια μαραφετια, πριν βρω και εισελθω με μεγαλο αγχος σε ενα απο τα παιδικα υπνοδωματια του σπιτιου.
Σκορπια στο πατωμα ηταν παιχνιδα, τα οποια μετα απο κοντινη εξεταση, διαπιστωσα οτι ηταν κακοποιημενα απο τους ιδιοκτητες τους περαν πασας αναγνωρισης. Ξυλινα αλογακια ακρωτηριασμενα, πορσελανινες κουκλες στερημενες απο τα ματια τους, ολες φαινομενικα πραξεις θυσιας σε μια ξεχωριστη κουκλα που στεκοταν σε μια σκοτεινη γωνια, με παμπολλα ακρα προσκολλημενα στο σωμα της και ματια καταμαυρα να κοιταζουν μεσα απο την πληθωρα των τεχνητων τρυπων στο προσωπο της. Το ηξερα απ'ευθειας οτι αυτη η κουκλα ηταν ενα χυδαιο ομοιωμα του Ζοφερουν Αστρου - καθολου ακριβες στο σουλουπι, αλλα ενδεικτικο της απελπιδας προσπαθειας απο τη μερια του δημιουργου της, να αποδωσει ευχαριστιες στο Αστρο ωστε να απαλλαχθει απο την φρικτη επιροη του. Και για καποιο ανεξηγητο λογο, αυτη η προθεση μου ηταν απευθειας ξεκαθαρη, οπως και τοσα αλλα αποκοσμα πραγματα απο την στιγμη που αφυπνηστικα σε αυτη την σκοτεινη διασταση.
Γυρω απο τον λαιμο του ομοιοματος, ηταν μια λεπτη αλυσιδα, και απο αυτην κρεμοταν ενα αντικλειδι. Και καθως πλησιασα με προσοχη την σκοτεινη γωνεια και ξεριζωσα το κλειδι απο την λαιμο της κουκλας, μονο τοτε αντικρυσα το ποσο αποκρουστικο ηταν. Οι κακοβουλα ροζιασμενοι του βρογχοι και αιχμες, φαινοντουσαν απιστευτα βλασφημοι ως προς τους γεωμετρικους νομους, προξενωντας στο νου μου μια παραλυτικη παρανοια, η οποια επιδεινωνοταν σταθερα απο τα αμετρητα ματια του ανιερου ομοιοματος που με καρφωνε ψυχωτικα απο τα σκοταδια. Και αν και τα παντα σε κεινο το σκινηκο μου ηταν απο δυσαρεστα εως απωθητικα, εγω εντουτοις εννοιωσα οτι ισως και να το μετανοιωνα αν δεν επερνα το κλειδι μαζι μου, και ετσι το εχωσα στην τσεπη μου με την ελπιδα οτι δε θα χρειαζοταν ποτε να το ξαναδω.
Καθως γυρισα και κατευθηνθηκα προς την πορτα, ο βηματισμος μου εγινε νευρικος λογω ενος παραξενου ποδοβολητου αγνωστου προελευσης. Ειδη εννοιωθα αρκετα ευαλωτα και κλειστοφοβικα απο την σκοτεινη ατμοσφαιρα γυρω μου, αλλα αυτος ο τρεμουλιαστος ηχος με εκανε να σφιχτω και να ανυσηχησω. Επρεπε να βγω απο κει μεσα.
Και ετσι βρεθηκα εξω. Η επιστροφη μου στον εξωτερικο χωρο δεν ηταν οσο ανακουφιστικη περιμενα, διοτι υπηρχε μια αβολη απουσια φρεσκου αερα. Συγκεκριμενα, δεν υπηρχε καθολου αερας - μονο μια βαθια σιωπη που αρνειτο να με παρηγορησει.
Ειχε νυχτωσει πληρως πλεον. Το φως ειχε βυθιστει, οπως και η διαθεση μου. Δεν μπορουσα να αποφασισω ποια μοιρα θα μου ταιριαζε περισοτερο, να μεινω να περιφερομαι μοναχος σε αυτη την αφιλοξενη γη, ή να αναζητησω την συντροφια των νοσηρων πλασματων με τα ποδοβολητα, και τα πολυπληθη ακρα στα οποια με παρεπεμπε η φαντασια μου.
Ο νους μου διχοτομηθηκε αλλη μια φορα. Διαυγεια ή τρελα; Τι προτιμουσα περισσοτερο; Ηθελα να αφεθω στο ελεος πραγματικων τρομων και να κρατησω τα λογικα μου, ή να αντιμετοπισω τους επιπλαστους και να τα χασω; Δυστυχως η επιλογη δεν ηταν καθολου δικια μου, και ολος εκεινος ο στοχασμος αποδειχθηκε ματαιος.
Καθως περιπλανιομουν ασκοπα περιξ της κεντρικης πλατειας του χωριου, αχνες και ασυναρτητες φωνες αρχισαν να με βασανιζουν. Ημουν ετοιμος να τις αποδωσω στον ανεμο, μεχρι που συνειδητοποιησα οτι δεν φυσουσε καθολου.
Εβαλα τα αυτια μου στο χωμα, πολλες φορες και σε πολλες μεριες, ελπιζοντας να εντοπισω την πηγη εκεινων των φωνων, αλλα ματαια. Σταδιακα παρατηρησα οτι γινοντουσαν ολο και πιο βιαστικες, ολο και πιο διαμονικες, ειδικα καθε φορα που προσπερνουσα το κεντρικο πηγαδι, και ετσι το πλησιασα.
Ηταν ξεκαθαρο πλεον οτι οι φωνες ερχοντουσαν απο κει. Ακουμπησα τα χερια μου στην σχετικα γλοιωδη, πετρινη ακρη του και κοιταξα κατω, οπως ειχα κανει οταν πρωτοεισηλθα στις πυλες αυτης της πολης φαντασματος, αλλα αυτη τη φορα με μεγαλυτερη προσοχη. Για αλλη μια φορα ειδα μονο σκοταδι. Μυρισα μεταλλικες αναθυμιασε��ς παρομοιες με αυτες του αιματος να αναβλυζουν απο τα βαθη. Και τοτε ηταν που τον ακουσα...
"Πατερα..."
Δε ηταν δυνατον... Δε γινοταν να ηταν ο γιος μου, παγιδευμενος στα βαθη αυτου του αθλιου μερους... Μηπως ηταν εκεινος ο παρανοικος μαντης που οτι επρεπε να ηταν νεκρος; Πως συναιβαινε αυτο;! Πως γινοταν;!
"Μικρε!"
Φωναξα με'στο πηγαδι. Αλλα δε πηρα καμια κατανοητη απαντηση, μονο κουφιοι ψιθυροι που αντηχουσαν ολο και πιο ανυπομονα.
Οι θανατερες αναθυμιασεις αρχισαν να επηρεαζουν αλλοκοτα, να με ζαλιζουν και να με ριχνουν σε ληθαργο. Μια ξαφνικη αδυναμια με κυριευσε και με αναγκασε να στηριχθω στο χειλος του πηγαδιου. Προς μεγαλη μου φρικη, η αδυναμια χειροτερευσε σε τετοιο βαθμο που μετα απο μερικα λεπτα εννοιωσα να το κορμι μου να παραλυει και την ισσορροπια μου να χανεται πριν με εναποθεσει στο ελεος της βαρυτητας, μιας δυναμης που αποδειχθηκε εντελως ανελεητη και φροντισε να ρουφηξει το αβοηθητο μου κορμι μεσα απο το ορνθανοιχτο στομα του πηγαδιου.
Με εναν υγρο κροτο και πολυαριθμους ηχους καταγματων, προσεκρουσα με το υπεδαφος. Εννοιωθα λες και ειχα σπασει το παραμικρο κοκκαλο σε ολοκληρο μου το σωμα. Ανοιξα τα ματια, αντικρυζοντας το ρηχο σωμα νερου στο οποιο κοιτομουν μπρουμητα, υδατα πιο σκουρα και σκοτεινα και απο τα θρυλικα νερα του Στυγγιου ποταμου.
Ανασηκωσα το κεφαλι μου παρα τους φρικτους πονους και επιχειρησα ασθενικα να διακρινω τα περιχωρα μου. Περαν του οπτικου, το γνωριζα ειδη οτι βρισκομουν σε καποια υγρη αιθουσα, λογω του αντιλαλου και της υγρασιας. Καταφερα ομως με τα ματια μου να διαπιστωσω την φυση των περιχωρων μου, και ηταν ολα αηδιαστικα... περαν πασας περιγραφης...
Κλουβια με περικυκλωναν, σαν τα κυτταρα ενος Πανοπτικου στο οποιο εγω ημουν ο κεντρικος οφθαλμος. Πλασματα απεριγραπτης αποκρουστικοτητας σφαδαζαν ανυπομονα εντος των κλουβιων, δοντια χτυπουσαν μεταξυ τους, ακρα που ετρεμαν, σαπισμενα λαρρυγια να ξεσπουν κραυγαλεα σε παρανοικες ορεξεις, τωρα που διαισθανθηκαν ευαλωτη λεια αναμεσα τους.
Ολες αυτες οι αποτροπαιες, βασανιστικες κραυγες, ποτε δε θα σωπαιναν, εκτος και αν εγω ο ιδιος τις απελευθερωνα απο τις τρισαθλιες περιφραξεις τους, επιτρεπωντας τους να μου κανουν οτιδηποτε επιθυμουσαν. Αναγνωρισα κατευθειαν τις κλειδαροτρυπες στα κλουβια τους, και το χερι μου αναζητησε αυτοματα το διαστροφικο κλειδι που κουβαλουσα στην τσεπη, ωστε να υποβληθω αυτοβουλως στο μικροτερο εκ των δυο φρικιαστικων δεινων.
Επιλογος
Αυτη η πραγματικοτητα φερει ολα τα χαρακτηριστικα μιας τεραστιας και απαισιας σκεψης, που συμβαινει εντος μιας τεραστιας και απαισιας μηχανης, της βιολογικης μηχανης που ειναι το ιδιο το Ζοφερο Αστρο. Αραγε... η πραγματικοτητα που βιωνα στο παρελθον; Μηπως ηταν αλλη μια τετοια σκεψη σε καποια αλλη πιθανως μηχανη;
Καμια σημασια δεν εχει. Η φιλοσοφια δε προκειται να με σωσει τωρα, διοτι μ'εχουν φυλακισει με την ισχυ απο χιλιες καταρες, με μια απο αυτες να αυξανει την δυνοτητα της σκεψης μου στο εκατονταπλασιο. Στην προηγουμενη μου ζωη κατι τετοιο θα ηταν ευλογια, αλλα στο εδω και στο τωρα που προκαλει μεγαλη αγωνια. Καθε 7 χρονια εξαναγκαζομαι απο αυτα τα πραγματα, τους βαρβαρους αφεντες μου, να ξαναζω τις φρικες του παρελθοντος, να μυθιστοριογραφω τα τραυματα μου, ετσι ωστε οι κακουχιες.... οι σαδιστικες τους επιδιωξεις, να απαθανατιζονται και να συνυπολογιζονται στην ευνοια που λαμβανουν απο το Ζοφερο Αστρο. Ολες μου οι δοκιμασιες, το μολυσμενο μηλο, το βδελυρο ομοιωμα, το σκοτεινο πηγαδι, και αλλα πολλα για τα οποια αλλου εχω γραψει, ολα πραξεις σχεδιασμου, διατυπωμενα στην λεπτομερεια απο τους υπηκοους ενος πραγματικου διαστρικου Θεου.
Ζω στα γονατα μου, σε μια αιθουσα επιπλωμενη απο εναν πετρινο βωμο, πανω στον οποιο γκριζες, αρρωστημενες περγαμηνες, υαλοειδη μελανοδοχεια και μια μαυρη πενα απο φτερο κορακιου αναπαυονται. Αμετρητα ραφια με περικυκλωνουν απο καθε πλευρα, ραφια μεσα στα οποια οι συγγραφες των κακοτυχιων μου, βαθμολογημενα εμπεριεχονται. Οι γεματες πονο αναμνησεις μου, που γινονται ολο και πιο σαφεις με καθε κινηση της πενας, που επιδεινωνονται απο ενα μοναδικο και αναποφευκτο γεγονος. Καθε μελλοντικη μου μερα θα ειναι το ιδιο - αν οχι και ακομα πιο - χειροτερη απο την προηγουμενη!
Σκιες του τρομου περιπολουν ακουραστα τους διαδρομους. Ακομα και τωρα αισθανομαι μια να με παρατηρει απειλητικα απο τα σκοταδια, το νοιωθω. Οι καταρες μ'εμποδιζουν απο το να βυθιστω σε μια βολικη παρανοια... με φερνουν στα ορια της τρελας, πιεζοντας με ανελλειπως να στοχαζομαι και να συγγραφω... καθε στιγμη και καθε δευτερολεπτο... καθως για την ησυχια της Ληθης, σιωπηλα συνεχιζω να εκληπαρω...
Δωσ'τε μου ολες σας τις βροχερες μερες, Ω Μεγαλοι Παλαιοι, και παρτε ολες μου τις στοιχειωμενες νυχτες!
0 notes