#Magnus π
Explore tagged Tumblr posts
idahocomicsgroupinc · 9 months ago
Text
Please support Tomorrow Girl Vol. 3: Fight For Justice! Featuring Herbie (The Fat Fury), Fatman: The Human Flying Saucer, and Atomic Mouse! A lot of fun stories.
1 note · View note
kapsales1595 · 6 years ago
Text
Ένα απόφθεγμα
Το ταλέντο του ανθρώπου αναπτύσσεται μέσα στην απομόνωση, ο χαρακτήρας του όμως διαμορφώνεται μέσα στις τρικυμίες της ζωής.
【Γκαίτε】
Tumblr media
Johann Wolfgang von Goethe, 1749-1832, Γερμανός ποιητής & φιλόσοφος
Υπήρξε ένας από τους γίγαντες του ευρωπαϊκού και παγκόσμιου πνεύματος. Διακρίθηκε ως ποιητής, συγγραφέας, δραματουργός, φιλόσοφος, ζωγράφος, θεολόγος, επιστήμονας και πολιτικός. Απέκτησε την παγκόσμια φήμη σε ηλικία 25 ετών με τη δημοσίευση του μυθιστορήματος "Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου". Το magnus opus είναι ο "Φάουστ", έργο πάνω στο οποίο δούλεψε για 60 χρόνια.
Άλλα έργα του "Ο Γκαιτς φον Μπερλίχινγκεν με το σιδερένιο χέρι", "Ταξίδι στην Ιταλία", τα δράματα "Ιφιγένεια εν ταύροις", "Έγκμοντ", το έπος "Ερμάνος και Δωροθέα", "Τα χρόνια μαθητείας του Βίλχελμ Μάιστερ", η υπέροχη αυτοβιογραφία του με τίτλο "Ποίηση και Αλήθεια". Ήταν ο εμπνευστής της ιδέας της Weltliteratur(παγκόσμια λογοτεχνία) δείχνοντας μεγάλο ενδιαφέρον για τις λογοτεχνίες των άλλων δυτικών χωρών καθώς και της Αραβικής, της Περσικής και της Αρχαιοελληνικής. Ήταν από τους πρωταγωνιστές της κίνησης "Κλασικισμός της Βαϊμάρης".
Φάουστ (απόσπασμα)
Συγγραφέας: Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε
Μεταφραστής: Λορέντζος ΜαβίληςΤα έργα του Λορέντσου Μαβίλη (1922)
Ἰδὲς πῶς εἰς τὸ φῶς τοῦ ἡλιοῦ ποῦ βασιλεύει
Ἀστράφτουν οἱ καλύβαις μὲς τὴν πρασινάδα.
Κατεβαίνει, βυθᾷ κ’ ἡ μέρα ξεψυχάει
Κι’ ἀλλοῦ ἡ ζωὴ νὰ δώσῃ τ’ ἄστρο τηες πηγαίνει.
Γιατὶ φτερὰ δὲ μὲ σηκόνουν νὰ εἰμπορέσω
Κατόπι πάντοτε κατόπι νὰ πετάω!
Ἥσυχον θἄβλεπα τὸν κόσμο κάτωθέν μου
Παντοτεινὰ ’ς ταῖς δειλιναῖς φλόγαις νὰ λάμπῃ
Ταῖς κορυφαῖς ὅλαις φωτιά, κάθε λαγκάδι
Σιωπηλὸ καὶ τ’ ἀσημένιο ποταμάκι
Κάτω μὲ ρέμματα χρυσᾶ νὰ ροβολάῃ.
Τ’ ἄγριο τότε βουνὸ μ' ὅλους τοὺς φάραγγές του
Δὲν θὲ νἀμπόδιζε τὸ πέταμα τὸ θεῖο.
Ἰδοὺ τὸ ἐκστατικὸ βλέμμα ξανοίγει τώρα
Μὲ λιμάνια θερμὰ τὴν θάλασσαν ἐμπρός του.
Ὁ ἥλιος φαίνεται πῶς τέλεια βασιλεύει·
Ὄμως καὶ πάλι ὁ πόθος εἰς ἐμὲ ξυπνάει,
Φεύγω ’ς τὸ ἀθάνατό του φῶς νὰ ξεδιψάσω,
Μὲ τὴν ἡμέραν ἐμπροστά, τὴν νύκτα ὀπίσω,
Ψηλὰ τὸν οὐρανό, τὰ κύματα ἀπὸ κάτω.
Ὡραῖον ὄνειρο, καὶ ὡς τόσο βασιλεύει.
Ἄχ! ’ς τὰ φτερὰ τοῦ λογισμοῦ ��ὲν θὰ μπορέσουν
Εὔκολα νὰ ἑνωθοῦν ωματικαῖς φτερούγαις.
Ἀλλ’ εἰς καθένα φυσικὸν εἶναι νὰ στέργῃ
Νὰ πεταχθῇ ψηλὰ κ’ ἐμπρός, ὅταν ἐπάνω
Ἀκοῦμε τὸν κορυδαλὸν εἰς τὸ γαλάζιο
Διάστημα πλέρια τὸ τραγούδι του νὰ ψάλλῃ
Κι’ ὅταν ἀπὸ τὰ πεῦκα εἰς κορφοβοῦνι
Ὁ σταυραητὸς πετᾷ μὲ τεντωταῖς φτερούγαις,
Ἢ ὁ γερανὸς π’ ἐνῷ περνᾷ κάμπους καὶ λίμνες
Πρὸς τὴν πατρίδα του μ’ ἀσποῦδ’ ἀερολάμνει.
0 notes