#Ροσελίνι
Explore tagged Tumblr posts
Text
Ιζαμπέλα Ροσελίνι: Γεννήθηκε σαν σήμερα, 18 Ιουνίου του 1952
Ιζαμπέλα Ροσελίνι: Γεννήθηκε σαν σήμερα, 18 Ιουνίου του 1952
Σαν σήμερα στις 18 Ιουνίου του 1952 γεννήθηκε η Ιζαμπέλα Ροσελίνι. Η διάσημη ηθοποιός και μοντέλο γεννήθηκε στην Ρώμη. Είναι κόρη του γνωστού Ιταλού σκηνοθέτη Ρομπέρτο Ροσελίνι και της επίσης διάσημης Σουηδέζας σταρ του Χόλιγουντ, Ίνγκριντ Μπέργκμαν. (more…)
View On WordPress
0 notes
Text
Το κείμενο του Gilles Deleuze δημοσιεύθηκε αρχικά στο Γαλλικό περιοδικό «L’autre journal», τον Μάη τον 1990. Περιλαμβάνεται στο βιβλίο του Pourparlers (1972-1990), εκδόσεις Minuit, Παρίσι 1990.
Εισαγωγικό σημείωμα του Giuseppe Caccia
«Ο Ντελέζ είναι νεκρός, όλα είναι δυνατά!», έτσι είχε γραφτε�� με κόκκινο σπρέι σ’ ένα τοίχο του πανεπιστημίου στο Jussieu, τις πιο θερμές μέρες της κοινωνικής εξέγερσης εναντίον τον σχεδίου Ζυπέ, τον περασμένο Δεκέμβρη [1995]. Μια περίεργη σύμπτωση, «μια ζαριά» που θα έλεγε ο φιλόσοφος: μερικές μέρες μετά το θάνατό του, στην πόλη του, εξερράγη το πρώτο μεγάλο μαζικό κίνημα που, με μια απροσδόκητη ριζοσπαστικότητα, κατάφερε να αναχαιτίσει τη νεοφιλελεύθερη αντεπανάσταση που εδώ και δεκαπέντε χρόνια, σ’ αυτό το μέρος, φαινομενικά έμοιαζε ακαταμάχητη. Είναι η νίκη του «άκαιρου», η επιδρομή του συμβάντος στην κανονικοποιημένη καθημερινότητα. Οι «νέοι φιλόσοφοι» που ο Ντελέζ τόσο αντιπάλεψε τα χρόνια που μόλυναν την ατμόσφαιρα, αλαζόνες υμνωδοί των υπέροχων πεπρωμένων της καπιταλιστικής μεταμοντερνικότητας, τραυλίζουν σήμερα στις τηλεοπτικές οθόνες, παραληρώντας για ένα «κίνημα που υπερασπίζεται τα προνόμια». Σωπάστε και λίγο, τουλάχιστον από σεμνότητα!
Η εξέγερση που, μπλοκάροντας την κινητικότητα, για 25 μέρες έπληξε τη μηχανή της καπιταλιστικής κοινωνικής παραγωγής, είναι η «απραγματοποίητη» επανάσταση της ζωής, η κραταιά επιβεβαίωση εκ μέρους της σύνθετης κοινωνικής εργασίας, του αναπαλλοτρίωτου δικαιώματος της στην απελευθέρωση τον χρόνου και στην απόσπαση προσόδου από την καπιταλιστική προσταγή.
Οι μορφές του αγώνα για πρώτη φορά προσαρμόστηκαν στη νέα οργάνωση της παγκοσμιοποιημένης κοινωνικής παραγωγής, δικτυωμένης και επικοινωνιακής· μοιάζει λες κι αυτός ο θερμός «γαλλικός Δεκέμβρης» να αρχίζει να υποδηλώνει μερικά από τα «νέα όπλα» που, μαζί με τον Ντελέζ, αναζητούμε. Γι᾽ αυτόν και τον Γκουατταρί, ένα από τα πολλαπλά επίπεδα της πρακτικής θεωρίας, ίσως το πιο σημαντικό, ήταν πάντοτε εκείνο που διακατεχόταν από μια ηθικο-πολιτική τάση: η ακριβής έρευνα της συγκροτημένης σχέσης της φιλοσοφίας με τη μη-φιλοσοφία που —στο Τι είναι η φιλοσοφία;— αυτοί εκφράζουν ως «γίγνεσθαι πάντοτε διπλό, γίγνεσθαι διφορούμενο που συγκροτεί το μελλοντικό λαό και τη νέα γη». Ως εκ τούτου «ο φιλόσοφος οφείλει να γίνει μη φιλόσοφος, μέχρις ότου η μη φιλοσοφία να γίνει η γη και ο λαός της φιλοσοφίας»
Το κείμενο που δημοσιεύουμε εδώ ολόκληρο, είναι ένα άρθρο του Ζύλ Ντελέζ που κυκλοφόρησε το 1990 με τίτλο «Υστερόγραφο για τις Κοινωνίες του Ελέγχου». Συνδέεται καθ’ ολοκληρίαν με τους άξονες της σκέψης που εγκαινίασε το 1980 το βιβλίο «Χίλια Επί πεδα», την απόπειρα δηλαδή άρθρωσης μιας οντολογικής κατανόησης της μετα-μοντερνικότητας. Την αφετηρία πρόσφερε μια φουκωϊκή υπόθεση για το πέρασμα από τις κοινωνίες της «κυριαρχίας» σ’ εκείνες της «πειθαρχίας» και απ’ αυτές στις «κοινωνίες του ελέγχου».
Αν με τον ορισμό της πρώτης μετάβασης ασχολήθηκε ευρέως ο Μισέλ Φουκώ, δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο για την τελευταία μορφή, που απλώς υπαινίσσεται το έργο του. Τι είναι οι «κοινωνίες τον ελέγχου»; Ούτε λίγο ούτε πολύ —παρατηρεί ο Ντελέζ— οι κοινωνίες στις οποίες ζούμε: πρόκειται για το σενάριο της μαρξιστικής «πραγματικής υπαγωγής» της ζωντανής εργασίας και ολόκληρης της κοινωνίας στην κεφαλαιοκρατική σχέση, τη μορφή που αυτή προσλαμβάνει από την οπτική γωνία της παραγωγικής οργάνωσης και του «μεταφορντισμού», όρος σήμερα της μόδας στον οποίο λίγο-πολύ όλοι αναφέρονται, ενώ, μέχρι πριν από λίγους μήνες, κάτι τέτοιο θεωρούνταν περίπου βλασφημία.
Η εποχιακή μετάβαση στην οποία βρισκόμαστε, επενδύει κάθε διάσταση της ύπαρξης, κάθε πεδίο της γνώσης· η προσπάθεια κατανόησης και η ενεργός τροποποίηση των συνηθισμένων μας παραδειγμάτων που απαιτείται, είναι τεράστιες. Μετά τον ορισμό —που δόθηκε στα Χίλια Επίπεδα— μιας υλιστικής θεωρίας της κοινωνικής ύπαρξης, ο Ντελέζ επιφορτίζεται εδώ με το καθήκον να ορίσει μερικές συντεταγμένες για την ερμηνεία των αλλαγών του παρόντος και τον σχεδιασμό ενός ουσιαστικού προγράμματος εργασίας. Αλλά αυτό που δεσπόζει στην ερευνά του είναι το χαρούμενο πάθος για την επιβεβαίωση της ζωής. Αυτό που λέει κατ’ ουσίαν είναι ότι αυτή, είτε μας αρέσει είτε όχι, είναι η πραγματικότητα στην οποία ζούμε· πάνω σ’ αυτό το έδαφος πρέπει να αναμετρηθεί η παραγωγή της ανταγωνιστικής υποκειμενικότητας, η πολιτική που θέλει να είναι συστατική πράξη της ελευθερίας.
Το εισαγωγικό κεί��ενο του G. Caccia δημοσιεύθηκε στην ιταλική επιθεώρηση Derive Approdi, τεύχος 9/10, Φλεβάρης 1996, στα πλαίσια ενός μικρού αφιερώματος στη μνήμη του Ζ. Ντελέζ.
I. Ιστορία
Ο Φουκώ τοποθέτησε τις πειθαρχικές κοινωνίες ανάμεσα στον 18ο και 19ο αιώνα· στο απώγειο τους έφτασαν στις αρχές του 20ου. Προχώρησαν στην οργάνωση των μεγάλων χώρων εγκλεισμού. Το άτομο δεν σταματά να περνά από τον ένα κλειστό χώρο στον άλλο, που ο καθένας έχει τους δικούς του νόμους: κατ’ αρχάς η οικογένεια, μετά το σχολείο («δεν είσαι πια στην οικογένεια»), μετά ο στρατώνας («δεν είσαι πια στο σχολείο»), μετά στο εργοστάσιο, κάθε τόσο το νοσοκομείο, τελικά η φυλακή, ο κατ’ εξοχήν χώρος εγκλεισμού. Είναι η φυλακή που χρησιμεύει ως αναλογικό υπόδειγμα: ο πρωταγωνιστής της ταινίας του Ροσελίνι «Ευρώπη ᾽51» μπορεί να αναφωνήσει όταν βλέπει τους εργάτες, «πίστεψα ότι έβλεπα καταδίκους …».
Ο Φουκώ ανέλυσε πολύ καλά το ιδανικό πρότυπο του χώρου εγκλεισμού, ιδιαιτέρως ορατού στο εργοστάσιο: συγκέντρωση· κατανομή στον χώρο· οργάνωση του χρόνου· συγκρότηση μέσα στο χώρο-χρόνο μιας παραγωγικής δύναμης, της οποίας το συνολικό αποτέλεσμα οφείλει να υπερτερεί του αθροίσματος των επιμέρους δυνάμεων. Αλλά αυτό που ο Φουκώ επίσης γνώριζε, ήταν η βραχύτητα αυτού του υποδείγματος: ακολούθησαν οι κοινωνίες της κυριαρχίας, στις οποίες αντικείμενο και λειτουργίες ήταν κάτι διαφορετικό (να φορολογήσουν μάλλον παρά να οργανώσουν την παραγωγή, να αποφασίζουν μάλλον για το θάνατο παρά για τη διαχείριση της ζωής)· η μετάβαση δρομολογείται προοδευτικά και φαίνεται πως ο Ναπολέων έκανε πράξη τη μεγάλη μεταστροφή από τη μια κοινωνία στην άλλη.
Αλλά οι πειθαρχήσεις γνώρισαν με τη σειρά τους την κρίση προς όφελος των νέων δυνάμεων που έμπαιναν αργά στη θέση τους, επιταχυνόμενες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο: οι πειθαρχικές κοινωνίες είναι ήδη κάτι που δεν υπάρχει, κάτι που σταμάτησε να υπάρχει. Βρισκόμαστε σε μια γενικευμένη κρίση όλων των χώρων εγκλεισμού, φυλακή, νοσοκομείο, εργοστάσιο, σχολείο και οικογένεια. Η οικογένεια είναι ένα «στεγανό» σε κρίση, όπως όλα τα άλλα στεγανά, σχολικά, επαγγελματικά κλπ. Οι αρμόδιοι υπουργοί δεν σταματούν να αναγγέλουν τ��ς θεωρούμενες σαν αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Ν’ αλλάξει το σχολείο, το εργοστάσιο, το νοσοκομείο, ο στρατός, η φυλακή: αλλά ο καθένας γνωρίζει ότι αυτοί οι θεσμοί τελειώνουν, κατά το μάλλον ή ήττον, μακροπρόθεσμα. Πρόκειται μονάχα για τη διαχείριση των αγωνιών τους και για τη διατήρηση απασχολημένου του πλήθους, μέχρι την εγκατάσταση των νέων δυνάμεων που ήδη κρούουν τη θύρα. Είναι οι κοινωνίες του ελέγχου που έρχονται να αντικαταστήσουν τις πειθαρχικές κοινωνίες.
Michel Foucault
William Burroughs
Paul Virilio
Ο «έλεγχος» είναι το όνομα που ο Μπάροουζ πρότεινε για να περιγράφει αυτό το νέο τέρας, που και ο Φουκώ αναγνωρίζει ως το προσεχές μέλλον μας. Επίσης ο Paul Virilio δεν σταματά να αναλύει τις υπερταχείες μορφές ελέγχου στον ανοιχτό χώρο, που αναπληρώνουν τις παλιές πειθαρχικές λειτουργίες σ’ ένα κλειστό σύστημα. Δεν είναι ανάγκη να θυμηθούμε τα ασυνήθιστα φαρμακευτικά προϊόντα, τους πυρηνικούς σχηματισμούς, τα γενετικά πειράματα, όσο και αν ήταν προορισμένα να παρέμβουν στη νέα διαδικασία. Δεν είναι ανάγκη να διερωτηθούμε ποιο ήταν το πιο σκληρό καθεστώς ή το πιο ανεκτικό, γιατί στο καθένα απ’ αυτά συγκρούονται ελευθερίες και υποδουλώσεις. Παραδείγματος χάριν, μέσα στην κρίση του νοσοκομείου ως χώρου εγκλεισμού, οι κλινικές της γειτονιάς, το «day-hospital», η κατ’ οίκον νοσηλεία, μπορεί να σηματοδοτούν μια νέα ελευθερία, αλλά μπορεί επίσης να αποτελέσουν μέρος των μηχανισμών ελέγχου που θα ανταγωνιστούν τις πιο σκληρές μορφές εγκλεισμού. Δεν είναι η ώρα ούτε να κλάψουμε, ούτε να ελπίσουμε, χρειάζεται μάλλον να αναζητήσουμε νέα όπλα.
II. Λογική
Οι διαφορετικοί «εγκλεισμοί» ή χώροι εγκλεισμού μέσω των οποίων περνά το άτομο, είναι ανεξάρτητες μεταβλητές: κάθε φορά εικάζεται ότι ξαναρχίζουμε από το μηδέν και παρότι υπάρχει μια κοινή γλώσσα σ’ όλους αυτούς τους χώρους, αυτή είναι αναλογική. Τόσο που οι διαφορετικοί «ελεγχόμενοι» είναι εξαρτημένες μεταβλητές που σχηματίζουν ένα σύστημα ευμετάβλητης γεωμετρίας, του οποίου η γλώσσα είναι ψηφιακή (κάτι που δεν σημαίνει ότι είναι απαραιτήτως δυαδική). Οι εγκλεισμοί είναι καλούπια, ευδιάκριτα προπλάσματα, ενώ οι έλεγχοι είναι ένας μετατονισμός, σαν ένα αυτοπαραμορφούμενο πρόπλασμα που αλλά ζει συνεχώς από τη μια στιγμή στην άλλη, ή σαν ένα κόσκινο του οποίου οι τρύπες διαφέρουν η μία από την άλλη. Αυτό το βλέπεις καλά στο ζήτημα των μισθών: το εργοστάσιο ήταν ένα σώμα που έφερνε τις εσωτερικές του δυνάμεις σ’ ένα σημείο ισορροπίας, το υψηλότερο δυνατό για την παραγωγή, το χαμηλότερο δυνατό για τους μισθούς· αλλά στην κοινωνία του ελέγχου, η επιχείρηση υποκατέστησε το εργοστάσιο, και η επιχείρηση είναι μία ψυχή, ένα αέριο.
Χωρίς αμφιβολία το εργοστάσιο γνώριζε ήδη το σύστημα των επιβραβεύσεων, αλλά η επιχείρηση δουλεύει βαθύτερα για να επιβάλλει τον μετατονισμό κάθε μισθού, σε συνθήκες αδιάκοπης αστάθειας που συμβαίνουν μέσω προκλήσεων, διαγωνισμών και συναντήσεων υπερβολικά αστείων. Αν τα τηλεοπτικά παιχνίδια έχουν τόση επιτυχία, είναι γιατί εκφράζουν πλήρως την κατάσταση στις επιχειρήσεις. Το εργοστάσιο συγκροτούσε τα άτομα σε σώμα, προς διπλό όφελος των αφεντικών που επιτηρ��ύσαν κάθε στοιχείο εντός της μάζας και των συνδικάτων που κινητοποιούσαν μια μάζα αντίστασης· αλλά η επιχείρηση δεν σταματά να εισαγάγει μια ανελέητη αντιπαλότητα σαν θεραπευτική άμιλλα, κατ’ εξοχήν αιτία που αντιπαραθέτει τα άτομα μεταξύ τους και διαπερνά το καθένα χωριστά, κατακερματίζοντάς τα. Η μετατονική αρχή «μισθός ανάλογα με την αξία» δεν παραλείπει να δελεάζει και αυτή την ίδια την εθνική εκπαίδευση: πράγματι όπως η επιχείρηση αντικαθιστά το εργοστάσιο, η διαρκής εκπαίδευση τείνει να αντικαταστήσει το σχολείο και ο συνεχής έλεγχος παίρνει τη θέση των εξετάσεων. Αυτό είναι το πιο σίγουρο σύστημα για να συνδεθεί το σχολείο με την επιχείρηση. Στις πειθαρχικές κοινωνίες κάτι τέτοιο δεν σταμάτησε ποτέ να ξαναρχίζει (από το σχολείο στον στρατώνα, από τον στρατώνα στο εργοστάσιο), ενώ στις κοινωνίες του ελέγχου δεν σταμάτησε ποτέ, με τίποτα, όσον αφορά την επιχείρηση, την εκπαίδευση, τη στρατιωτική θητεία. Αυτές είναι ευμετάβλητες και συνυπάρχουσες καταστάσεις του ίδιου μετατονισμού, σαν ένα οικουμενικό σύστημα παραμόρφωσης.
Ο Κάφκα που βρέθηκε στο μεταίχμιο των δύο τύπων της κοινωνίας, περιέγραψε στη Δίκη τις πιο φοβερές δικαστικές μορφές: Η φαινομενική απαλλαγή των πειθαρχικών κοινωνιών (ανάμεσα σε δύο εγκλεισμούς) και η απεριόριστη αναστολή των κοινωνιών του ελέγχου (σε μια συνεχή ποικιλία), είναι δύο πολύ διαφορετικοί τρόποι δικαστικής ζωής, και αν ο δικός μας νόμος είναι διατακτικός, ευρισκόμενος ο ίδιος σε κρίση, αυτό οφείλεται στο ότι εγκαταλείπουμε μια κατάσταση για να μπούμε σε μια άλλη. Οι πειθαρχικές κοινωνίες έχουν δύο πόλους: την υπογραφή που υποδηλώνει το άτομο και τον αριθμό μητρώου που υποδηλώνει τη θέση του σε μια μάζα. Οι πειθαρχικές κοινωνίες δεν γνώρισαν ποτέ μια ασυμβατότητα ανάμεσα σ᾽ αυτούς τους δύο, η εξουσία βρίσκεται ταυτοχρόνως να είναι μαζοποιητική και εξατομικευτική, δηλαδή συνθέτει ως σώμα εκείνους στους όποιους ασκείται και διαμορφώνει την ατομικότητα οποιουδήποτε μέλους αυτού του σώματος (ο Φουκώ είδε τις απαρχές αυτής της διπλής μέριμνας στην ποιμενική εξουσία του παπά —το ποίμνιο και το καθένα από τα ζώα— αλλά η κοσμική εξουσία προσπάθησε με τη σειρά της με άλλα μέσα να γίνει «ποιμενική», λαϊκή). Στις κοινωνίες του ελέγχου, αντιθέτως, το ουσιώδες δεν είναι πια ούτε μια υπογραφή ούτε ένας αριθμός, αλλά ένα ψηφίο: το ψηφίο είναι ένας mot de passe [λέξη-κλειδί με την έννοια του pass-word, του κωδικού πρόσβασης σ.τ.Μ.] ενώ οι πειθαρχικές κοινωνίες είναι ρυθμισμένες βάσει ενός mot d’ ordre [λέξη-κλειδί με την έννοια του slogan, του συνθήματος σ.τ.Μ.] τόσο από την άποψη της ενσωμάτωσης, όσο και της αντίστασης. Η ψηφιακή γλώσσα του ελέγχου είναι φτιαγμένη από ψηφία που σηματοδοτούν ή την πρόσβαση στην πληροφόρηση ή την απόρριψη. Δεν βρισκόμαστε πλέον μπροστά στο ζεύγος μάζα/άτομο. Τα άτομα δημιουργούνται από τις «διαιρέσεις» και οι μάζες από τα στατιστικά δείγματα, τα δεδομένα, τις αγορές ή τις «τράπεζες πληροφοριών». Είναι ίσως το χρήμα που εκφράζει καλύτερα τη διάκριση μεταξύ των δύο κοινωνιών, αφού η πειθαρχία πάντοτε σχετιζόταν με το τυπωμένο νόμ��σμα που επανεπιβεβαίωνε τον χρυσό ως αξία αναφοράς, ενώ ο έλεγχος παραπέμπει σε κυμαινόμενες ισοτιμίες, ρυθμιζόμενες σύμφωνα με την τιμή που επιβάλλεται από μια ομάδα δεδομένων νομισμάτων. Ο νομισματικός γερο-τυφλοπόντικας είναι το ζώο των χώρων εγκλεισμού, ενώ το ερπετό εκείνο των κοινωνιών του ελέγχου.
Περάσαμε από το ένα ζώο στο άλλο, από τον τυφλοπόντικα στο ερπετό, στο καθεστώς στο οποίο ζούμε, αλλά επίσης στον τρόπο ζωής μας και στις σχέσεις μας με τους άλλους. Ο άνθρωπος των πειθαρχήσεων ήταν ένας ασυνεχής παραγωγός ενέργειας, ενώ ο άνθρωπος του ελέγχου είναι μάλλον κυματοειδής, αγγελιοφόρος σε τροχιά συνεχούς φάσματος. Γι’ αυτό το surf έχει ήδη αντικαταστήσει τα παλιά αθλήματα. Είναι εύκολο να αντιστοιχίσουμε σε κάθε κοινωνία τύπους μηχανών, όχι γιατί οι μηχανές είναι προσδιοριστικός παράγων, αλλά γιατί εκφράζουν εκείνες τις κοινωνικές που είναι ικανές να τις γεννήσουν και να τις χρησιμοποιήσουν. Οι παλιές κοινωνίες της κυριαρχίας χειρίζονταν απλές μηχανές, μοχλούς, τροχαλίες, ρολόγια· ενώ οι πιο πρόσφατες πειθαρχικές κοινωνίες είχαν για εξοπλισμό τις μηχανές ενέργειας, με τον παθητικό κίνδυνο της εντροπίας και τον ενεργητικό κίνδυνο του σαμποτάζ στις κοινωνίες του ελέγχου λειτουργούν μηχανές τρίτου τύπου, μηχανές πληροφορικής και υπολογιστές, στις οποίες ο παθητικός κίνδυνος είναι το θόλωμα του μυαλού και ο ενεργητικός εκείνος της πειρατείας και της εισαγωγής των ιών.
Δεν πρόκειται να υπάρξει μια τεχνολογική εξέλιξη χωρίς να συμβεί βαθιά μετάλλαξη του καπιταλισμού. Είναι ένας μετασχηματισμός ήδη αρκετά γνωστός, που μπορεί να συγκεφαλαιωθεί ως εξής: ο καπιταλισμός του XIX αιώνα είναι αυτός της συγκέντρωσης, τόσο της παραγωγής όσο και της ιδιοκτησίας. Ανήγειρε λοιπόν το εργοστάσιο ως τόπο εγκλεισμού, όντας ο καπιταλιστής ιδιόκτητης των μέσων παραγωγής, αλλά επίσης, προοδευτικά, και άλλων χώρων που τους αντιλαμβάνεται με ανάλογο τρόπο (το οικογενειακό σπίτι του εργάτη, το σχολείο). Όσο για την αγορά, αυτή κατακτήθηκε τόσο με την εξειδίκευση, όσο και με τη δημιουργία αποικιών και τη μείωση του κόστους παραγωγής. Αλλά στις σημερινές συνθήκες, ο καπιταλισμός δεν ασχολείται πια με την παραγωγή, που συχνά εξορίζεται στις περιφέρειες του τρίτου κόσμου, ακόμα και στις σύνθετες μορφές του υφαντουργικού, μεταλλουργικού και πετροχημικού τομέα. Είναι ένας καπιταλισμός της ανώτερης τάξης της παραγωγής. Δεν αγοράζει πια πρώτες ύλες για να τις μεταπουλήσει ως τελικά προϊόντα: αγοράζει αντιθέτως τελικά προϊόντα, ή συγκεντρώνει ξεχωριστά κομμάτια. Αυτό που θέλει να πουλήσει είναι οι υπηρεσίες, αυτό που θέλει να αποκτήσει είναι μετοχές. Δεν είναι πια ένας καπιταλισμός για την παραγωγή, αλλά για το προϊόν, δηλαδή για την πώληση και την αγορά. Αυτός είναι επίσης κατ’ ουσίαν διάχυτος, με το εργοστάσιο να παραχωρεί τη θέση του στην επιχείρηση. Η οικογένεια, το σχολείο, ο στρατός, το εργοστάσιο δεν είναι πια τα διακριτά αναλογικά περιβάλλοντα που συγκλίνουν προς έναν ιδιοκτήτη, το κράτος ή την ιδιωτική εξουσία, αλλά ψηφιακές φιγούρες, παραμορφώσιμες και μετασχηματιζόμενες, αυτής της ίδιας της επιχείρησης που δεν διαθέτει τίποτα άλλο από μετόχους.
Ακόμη και η τέχνη άφησε τους χώρους εγκλεισμού για να μπει στα ανοιχτά κυκλώματα των τραπεζών. Η κατάκτηση της αγοράς πραγματοποιείται με την απόκτηση του ελέγχου και όχι πλέον με τη διαμόρφωση της πειθαρχίας, μάλλον με τη σταθεροποίηση των ανταλλακτικών αξιών παρά με τη μείωση του κόστους, περισσότερο με τον μετασχηματισμό του προϊόντος παρά με την εξειδίκευση της παραγωγής. Η διαφθορά αποκτά εδώ μια νέα δυναμική. Οι υπηρεσίες προς πώληση έγιναν το κέντρο και η «ψυχή» της επιχείρησης. Μαθαίνουμε ότι οι υπηρεσίες έχουν ψυχή, κάτι που είναι η πιο τρομακτική είδηση τ��υ κόσμου. Το μάρκετινγκ είναι τώρα το εργαλείο του κοινωνικού ελέγχου και διαμορφώνει την αναίσχυντη ράτσα των κυρίων μας. Ο έλεγχος είναι βραχυπρόθεσμος και σε ταχεία περιστροφή, αλλά επίσης συνεχής και απεριόριστος, όπως η πειθαρχία ήταν μακράς διαρκείας, αέναη και ασυνεχής. Ο άνθρωπος δεν είναι πια ο έγκλειστος άνθρωπος, αλλά ο άνθρωπος-χρεώστης. Είναι αλήθεια ότι ο καπιταλισμός διατήρησε ως σταθερά του την ακραία δυστυχία των 3/4 της ανθρωπότητας, πολύ φτωχή για να ξεχρεώσει, πολυάριθμη για να εγκλειστεί: ο έλεγχος τώρα δεν θα πρέπει να αντιμετωπίσει μονάχα την εξαφάνιση των συνόρων, αλλά και την έκρηξη των φτωχογειτονιών και των γκέτο.
III. Πρόγραμμα
Δεν χρειαζόμαστε την επιστημονική φαντασία για να κατανοήσουμε έναν μηχανισμό ελέγχου, που θα έδινε σε κάθε στιγμή τη θέση ενός στοιχείου σε ανοιχτό περιβάλλον, ζώο σε προστατεύομενη περιοχή, άνθρωπος σε επιχείρηση φορώντας ένα ηλεκτρονικό κολλάρο. Ο Φελίξ Γκουατταρί φαντάστηκε μια πόλη στην οποία ο καθένας μπορεί ν’ αφήσει το διαμέρισμά του, το δρόμο του, τη γειτονιά του, χάρις στην ηλεκτρονική του κάρτα που θα σήκωνε τον ένα ή τον άλλο φράκτη, ενώ με τον ίδιο τρόπo η κάρτα θα μπορούσε να απορριφθεί σε μια δεδομένη μέρα ή μεταξύ συγκεκριμένων ωρών· αυτό που μετρά δεν είναι ο φράκτης, αλλά ο υπολογιστής που αποκαλύπτει τη θέση του καθενός, θεμιτή ή αθέμιτη και επιδρά σ’ έναν οικουμενικό μετατονισμό.
Η κοινωνικοτεχνική μελέτη των μηχανισμών του ελέγχου, ιδωμένων από τη στιγμή της γέννησής τους, όφειλε να κατηγοριοποιήσει και να περιγράψει αυτό που βρίσκεται ήδη έτοιμο να μπει στη θέση των χώρων του πειθαρχικού εγκλεισμού, του οποίου τα πάντα αναγγέλλουν την κρίση. Μπορεί να ειπωθεί ότι τα παλιά μέσα, σημαντικά για τις παλιές κοινωνίες της κυριαρχίας, ξαναεμφανίζονται στη σκηνή, αλλά με τις αναγκαίες προσαρμογές. Αυτό που μετρά είναι ότι εμείς βρισκόμαστε στην αρχή κάποιου πράγματος.
Στο καθεστώς των φυλακών: η έρευνα των «υποκατάστατων» ποινών, τουλάχιστον για τη μικρή παραβατικότητα, η χρήση των ηλεκτρονικών κολλάρων που υποχρεώνουν τον καταδικάσθεντα να μένει στο σπίτι του συγκεκριμένες ώρες.
Στο καθεστώς της εκπαίδευσης: οι μορφές του συνεχούς ελέγχου και η πράξη της διαρκούς εκπαίδευσης στο σχολείο, η αντίστοιχη εγκατάλειψη κάθε έρευνας στα πανεπιστήμια, η εισαγωγή της «επιχείρησης» σε όλα τα επίπεδα της μαθητείας.
Στο νοσοκομειακό καθεστώς: η νέα ιατρική του «χωρίς γιατρό ούτε άρρωστος», που νοσηλεύει εν δυνάμει αρρώστους και υποκείμενους σε κίνδυνο, δεν μαρτυρά απολύτως μια πρόοδο προς την ακριβή διάγνωση, όπως λέγεται, αλλά αντικαθιστά ένα σώμα ατομικό ή αριθμητικό, με το ψηφίο μιας προς έλεγχο «διαιρεμένης» ύλης.
Στο καθεστώς της επιχείρησης: η νέα μεταχείριση του χρήματος, των προϊόντων και των ανθρώπων, δεν περνά πια από την παλιά μορφή-εργοστάσιο.
Αυτά είναι ελάχιστα παραδείγματα, αλλά επιτρέπουν να καταλάβουμε καλύτερα τι εννοείται με την κρίση των θεσμών, δηλαδή με την προοδευτική και διάχυτη εγκατάσταση ενός νέου καθεστώτος κυριαρχίας.
Μια από τις πιο σημαντικές ερωτήσεις αφορά στην ανικανότητα των συνδικάτων: συνδεδεμένα σ’ ολόκληρη την ιστορία τους με τον αγώνα εναντίον των πειθαρχήσεων ή των χώρων εγκλεισμού, θα είναι σε θέση να προσαρμοστούν, ή θ’ αφήσουν τη θέση τους στις νέες μορφές αντίστασης εναντίον των κοινωνιών του ελέγχου; Μπορούμε να αντιληφθούμε τις πρώτες εκδηλώσεις αυτών των μελλοντικών μορφών, ικανών να απειλήσουν τις χαρές του μάρκετινγκ;
Πολλοί νέοι απαιτούν, παραδόξως, να τους παρέχονται «κίνητρα», αξιώνουν περιόδους μαθητείας και διαρκή εκπαίδευση· σ’ αυτούς έγκειται να ανακαλύψουν αυτό που πρόκειται να υπηρετήσουν, όπως οι πρόγονοί τους ανακάλυψαν, όχι χωρίς δυσκολία, τις πειθαρχίες. Οι σπείρες ενός ερπετού είναι ακόμα πιο πολύπλοκες από τις τρύπες ενός τυφλοπόντικα.
Αναφορά
G.Deleuze Η Κοινωνία του Ελέγχου
Οι κοινωνίες του ελέγχου. Κείμενο του Gilles Deleuze που πρωτοδημοσιεύθηκε το 1990. Το κείμενο του Gilles Deleuze δημοσιεύθηκε αρχικά στο Γαλλικό περιοδικό «L’autre journal», τον Μάη τον 1990.
#Gilles Deleuze#Γουίλιαμ Μπάροουζ#Ευρώπη &039;51#Ζιλ Ντελέζ#Κοινωνίες ελέγχου#Μισέλ Φουκώ#Ροσελίνι#Φελίξ Γκουαταρί#Paul Virilio#Pourparlers
0 notes
Text
Προβολή ταινίας: Ρώμη, ανοχύρωτη πόλη, του Ρομπέρτο Ροσελίνι
Προβολή ταινίας: Ρώμη, ανοχύρωτη πόλη, του Ρομπέρτο Ροσελίνι
Πανόραμα Ιταλικού Κινηματογράφου, από τους Φίλους των Γραμμάτων και των Τεχνών, στα Χανιά
Ο πολιτιστικός σύλλογος “ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΤΕΧΝΩΝ” συνεχίζοντας αυτόν τον χειμώνα το “ΠΑΝΟΡΑΜΑ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ”θα προβάλει σε συνεργασία με τη NEW STAR την Κυριακή, 29 Ιανουαρίου 2017 στις 20.00μ.μ. στην αίθουσα ορόφου του Τ.Ε.Ε. Δυτικής Κρήτης (Νεάρχου 23, είσοδος από Γιαμπουδάκη) την…
View On WordPress
#προβολές ταινιών#Οι φίλοι των γραμμάτων και των τεχνών#Πανόραμα Ιταλικού κινηματογράφου#Ρώμη ανοχύρωτη πόλη#Ροσελίνι#Χανιά#αφιέρωμα στον Ιταλικό κινηματογράφο
0 notes
Text
«Γερμανία - έτος μηδέν» μόνο που δεν θα είναι σαν την ταινία του Ρομπέρτο Ροσελίνι
«Γερμανία – έτος μηδέν» μόνο που δεν θα είναι σαν την ταινία του Ρομπέρτο Ροσελίνι
View On WordPress
0 notes
Photo
Ίνγκριντ Μπέργκμαν: Το κινηματογραφικό είδωλο, το Χόλιγουντ και ο Ροσελίνι https://ift.tt/3hKJy3p
0 notes
Photo
Φεντερίκο Φελίνι
Ο Φεντερίκο Φελίνι (Federico Fellini, 20 Ιανουαρίου 1920 – 31 Οκτωβρίου 1993) ήταν πολυβραβευμένος Ιταλός σκηνοθέτης και σεναριογράφος. Ξεχώρησε με το ιδιαίτερο του στυλ, που αναμιγνύει εικόνες φαντασίας και μπαροκ αισθητικής με απλές καθημερινές στιγμές, και θεωρείτε σήμερα ως ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες όλων των εποχών.
Γεννήθηκε στο Ρίμινι και σε ηλικία 12 ετών, το έσκασε από το σπίτι του για να ακολουθήσει ένα τσίρκο. Ένα στοιχείο που μαζί με πολλά άλλα, εξηγεί την αγάπη του για τους κλόουν που εμφανίζονται σε όλα τα έργα του. Στα 17 του εγκατέλειψε την ηρεμία της επαρχιακής λουτρόπολης, στην οποία γεννήθηκε και μεγάλωσε, για να πά��ι στη Ρώμη. Εκεί έζησε αρχικά σαν σκιτσογράφος και στη συνέχεια γράφοντας παρλάτες και σκετς για κομφερανσιέ και άλλους καλλιτέχνες του music hall. Το 1943, σε ηλικία 23 ετών, παντρεύτηκε την ηθοποιό Τζουλιέτα Μαζίνα, πλάι στην οποία έζησε 50 χρόνια, μέχρι το θάνατο του. Το 1946 συνεργάστηκε για πρώτη φορά με τον Ρομπέρτο Ροσελίνι. Το 1954 κέρδισε τον Χρυσό Λέοντα στο Φεστιβάλ της Βενετίας, το 1960 τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών. Το 1956, το 1961 και το 1974 κέρδισε το βραβείο της Ένωσης Κριτικών της Νέας Υόρκης. Πήρε τέσσερις φορές, το Όσκαρ Καλύτερης Ξένης Ταινίας: το 1956 για το «La Strada», το 1957 για το «Le notti di Cabiria», το 1963 για το «8 ½» και το 1974 για το «Amarcord» και προτάθηκε τέσσερις φορές για Όσκαρ Σκηνοθεσίας για τις ταινίες: «Dolce Vita» το 1961, «8 ½» το 1963, «Σατυρικόν» το 1970 και «Amarcord» το 1975. Το 1993 η Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου του απένειμε Τιμητικό Όσκαρ για το σύνολο του έργου του. Πέθανε στη Ρώμη στις 31 Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς.
Αύριο Παρασκευή, 20 Ιανουαρίου, συμπληρώνονται 97 χρόνια από τη γέννηση του.
* Τα βιογραφικά στοιχεία έχουν ληφθεί από το αντίστοιχο λήμμα της Βικιπαίδειας.
In Memoriam – Μια “μικρή” στήλη με αποφθέγματα μεγάλων ανθρώπων.
Η στήλη αποτελεί μεταφορά, προσαρμογή και επέκταση του “Quotes Project”, ενός συνεχιζόμενου εβδομαδιαίου -γραφιστικού πρωτίστως- project της FNK.
Γραφιστική αποτύπωση / Επιμέλεια κειμένου: Νικόλαος Ι. Καββαδίας – Graphic Designer nikolaos.kavadias[at]gmail.com
0 notes
Photo
Στη γειτονιά μου έχω ένα λόφο που το περπατώ από μικρός. Όλο το 5ο Δημοτικό Καλλιθέας, χέρι χέρι σε δυάδες, ανεβαινε την οδό Σαπφούς, όταν πηγαίναμε εκδρομή, μετά διασχίζαμε τη Χαμοστέρνας και μέσω Ρούμελης φτάναμε στην αλάνα της Δώρας Στράτου και στο μισοτελειωμένο αμφιθέατρο του Μεταξά, στο πλάι της Κοίλης οδού, που ξηλώθηκε εδώ και μία δεκαετία. Για εμάς τους κατοίκους, αυτό το πέτρινο υπόλειμμα είχε “αρχαιολογική” αξία. Λυπήθηκα για την απώλειά του. Στα σπιτάκια εκεί δίπλα γυρίστηκε και η ταινία του Αλέκου Αλεξανδράκη “Συνοικία το όνειρο”, επηρεασμένη από τον Ντε Σίκα και το Ροσελίνι. Ο λόφος είναι ζωντανός όπως πάντα. Αν ανεβείς ψηλά προς το Λουμπαρδιάρη, βλέπεις τη θάλασσα… https://www.instagram.com/p/BszcJLHnscP/?utm_source=ig_tumblr_share&igshid=9picc5vkrfex
0 notes
Link
Πριν από λίγες ημέρες ο Κώστας Βουτσάς μίλησε στο περιοδικό Λοιπόν και είπε ότι δεν θα ήθελε να γίνει ο γιος του Φοίβος ηθοποιός στην Ελλάδα, γιατί είναι δύσκολο κάποιο παιδί να ξεπεράσει τον πατέρα του.
Ο ίδιος είχε αναφερθεί μάλιστα και στην Σμαράγδα Καρύδη, λέγοντας πως έγινε πρωταγωνίστρια, επειδή ο πατέρας της δεν ήταν πρωταγωνιστής.
Στις δηλώσεις αυτές απάντησε ο Ντίνος Καρύδης, ο οποίος ανέβασε στο Instagram μια κοινή του φωτογραφία με τον Κώστα Βουτσά και έγραψε ένα μακροσκελές κείμενο όπου αναφερόταν στη σχέση του με τον ηθοποιό αλλά και στην καριέρα της κόρης του Σμαράγδας.
Σαν να μην έφτανε αυτό όμως, ο ηθοποιός ξαναχτυπα με νέο μήνυμα-καρφί στις δηλώσεις του Κώστα Βουτσά.
Συγκεκριμένα ο ηθοποιός αυτή τη φορά έγραψε στο Instagram: «Πλανάται η εντύπωση, ότι τα “βαριά ονόματα” των καλλιτεχνών, είναι εμπόδιο στην ανάδειξη των παιδιών τους. Αναφέρω κάποια παραδείγματα παιδιών, που ανατρέπουν αυτήν την εντύπωση.
Κάποια παιδιά, έχουν κάνει ακόμη και μεγαλύτερη καριέρα από τους γονείς τους. Η αξία, δεν χάνεται. (Σε παρένθεση τα “βαριά» ονόματα των γονιών). Τζέιμι Λι Κέρτις (Τόνι Κέρτις – Τζάνετ Λι) Τζέραλντιν Τσάπλιν (Τσάρλι Τσάπλιν “ Σαρλό”) Κίφερ Σάντερλαντ (Ντόναλντ Σάντερλαντ) Μάικλ Ντάγκλας (Κερκ Ντάγκλας) Ρομίνα Πάουερ (Τάιρον Πάουερ) Ισαμπέλλα Ροσελίνι (Ρομπέρτο Ροσελλίνι – Ίνγκριντ Μπέργκμαν) Τζεφ Μπρίτζες – Μπο Μπρίτζες (Λόιντ Μπρίτζες)».
Πηγή: http://ift.tt/2eOX1w1 http://ift.tt/2eOX0YZ
0 notes