#Δεν ανήκεις εδώ. Ποτέ δεν ανήκες...
Explore tagged Tumblr posts
thewomengr · 27 days ago
Text
Δεν ανήκεις εδώ. Ποτέ δεν ανήκες...
[Γράφει η Άνδρεα Αρβανιτίδου] Δεν ανήκες σε έναν κόσμο τόσο άσχημο, εσύ ήσουν άγγελος που χάθηκε στην διαδρομή. Μα ίσως για κάποιο λόγο ήρθες σε τούτη την ζωή. Για να χαρίσεις την δική σου καρδιά κάπου που θα αξίζει, κάπου που η αγάπη σου ήταν μάθημα.
Μια ψυχή τόσο διάφανη σαν την δική σου γεννήθηκε σε λάθος εποχή ή μήπως γενικά σε λάθος κόσμο…Χαμογελούσες σε κάθε κακία και έπνιγες μέσα σου τον πόνο. Στην δυστυχία απαντούσες με χαμόγελο, εκείνο το λαμπερό, το αληθινό που έβγαινε μέσα από την ψυχή σου. Δύο μάτια γεμάτα αγάπη μετέδιδαν ό,τι πιο όμορφο σε όποιον ήταν τυχερός να σταθεί δίπλα σου.Μια καρδιά γενναιόδωρη που το μόνο που έκανε ήταν να…
0 notes
roomsbyadverbzine · 4 months ago
Text
cuphook [0x976]
Tumblr media
γράφει η Ξένια Παραστατίδου | read it in english here
Την πρώτη φορά που συναντηθήκαμε, ανταλλάξαμε μόνο μια ματιά. Ξέραμε και οι δυο ότι δεν έπρεπε να βγούμε τόσο έξω από τα φυλλώματα των δέντρων.  Παντού υπάρχουν πινακίδες  κόκκινες, τετράγωνες και με μαύρα γράμματα, «απαγορεύεται». Εμείς, τα κατώτερα στρώματα των κλαδιών και των φύλλων, μαθαίνουμε ότι είναι επικίνδυνο να πλησιάσουμε τα επάνω φυλλώματα και να βγούμε στην ατμόσφαιρα.
Από μικρή θυμάμαι τη γιαγιά μου να μας διηγείται ιστορίες για τα ξωτικά που ζουν έξω από τα δέντρα, για τη δημιουργία του κόσμου μας, για εμάς. Η αγαπημένη μου ήταν αυτή με τα Ιερά κτίρια, οι άκρες τους ακουμπούν τις άκρες των αστεριών, θυμάμαι να λέει. Εκεί ξεκίνησαν όλα. Η ύπαρξη μας, η ενέργειά μας και οι παραδόσεις μας είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με την δημιουργία των τριών Ιερών δέντρων. Μας έπλασαν, μας  σχημάτισαν και έδωσαν ζωή σε όλα αυτά που μας περιτριγυρίζουν. Έχτισαν απο τις ρίζες μέχρι τα τελευταία κλαδιά την κοινωνία μας. και πάνω ��ε όλα αυτά τοποθέτησαν τους τρεις ναούς. Μια φορά η γιαγιά μου, στο τέλος της ιστορίας, ψιθύρισε μόνο σε εμένα: «Αν θες ποτέ να τους βρεις, να κοιτάς ψηλά». 
Ανέβαινα  κάθε βράδυ για να βρω τις άκρες που μπλέκονται. Κάθε βράδυ προσπαθούσα να φτάσω και πιο ψηλά. Μέχρι να ξημερώσει. Είχα μάθει τις διαδρομές που ακολουθούσε η βραδινή περιπολία και προσπαθούσα να την αποφύγω. Κρυβόμουν μέσα στα πυκνά φυλλώματα, στις κούφιες τρύπες των κορμών, ξάπλωνα στα χοντρά κλαδιά. Κάθε βράδυ προσπαθούσα να βρω καινούργιες και πιο σύντομες διαδρομές, να φτάσω ψηλά. 
Ένα από εκείνα τα βράδια σε είδα. Τρόμαξα. Φοβήθηκα ότι με είχες δει. Γνώριζα τις επιπτώσεις αν με έπιαναν πιο ψηλά από κει που άνηκα. Βούτηξα πάλι μέσα και πίσω στο μικρό κουκουνάρι μου. Ελπίζοντας να μην με είχες προσέξει. 
Δεν σε ξέχασα.
Κάθε βράδυ από τότε ετοιμαζόμουν  να σε συναντήσω. Σε πέτυχα μερικές πανσελήνους μετά.  Ήμουν πιο περίεργη τώρα. Τα ρούχα σου πρόδιδαν οτι δεν ανήκες στις ομάδες περιπολίας. Ήταν ένα χρώμα που δεν είχα ξανά δει. Τώρα η περιέργεια μου είχε στραφεί σε εσένα. 
Με είχες δει την πρώτη φορά; Ήθελα να με είχες δεις.
Προσπαθώ να ρυθμίσω την αναπνοή μου, να συγχρονίσω την κίνηση μου με τους ήχους τον φυλλωμάτων για να μην με ακούσεις. Ήθελα να με ακούσεις.
Σε έβλεπα να πηδάς από φύλλο σε φύλλο. Θέλω τόσο πολύ να σε ακολουθήσω.
Όσο περνούσε η ώρα, η απόσταση μεταξύ μας μειώνονταν. Δεν μπορούσα να πάρω την ματιά μου από πάνω σου. Δεν μπορούσα να δω την φιγούρα σου καθαρά. Σταμάτησες απότομα και έχασα την ισορροπία μου. Τώρα με είδες σίγουρα.
Έχασα την ψυχραιμία μου. Προσπάθησα να μην αφήσω να φανεί ότι φοβόμουν.
 - Τι κάνεις εδώ; 
Δεν μου απάντησες, παρά μόνο έκατσες μερικά λεπτά παραπάνω για να μοιραστούμε το χώρο. Μου έδωσε τη δυνατότητα να σε επεξεργαστώ. Είχες μια λάμψη στο δέρμα σου, το πρόσωπο σου στρογγυλό και τότε πίστεψα ότι η φιγούρα σου είναι σκούρη. 
Αργότερα, όταν σε πλησίασα παραπάνω, μπόρεσα να διακρίνω και άλλες λεπτομέρειες. Τις φακίδες στον ώμο, το λακκάκι στο πηγούνι, τις γραμμές στην παλάμη σου. Ήταν μετά από μερικά βράδια που μου μίλησες εσύ πρώτος.
 Πού ανήκεις; Οι γονείς μου ανήκουν στη γενιά των υφαντών της μεγάλης κλαίουσας ιτιάς. 
Μια ερώτηση την φορά και πάντα εσύ πρώτος.
Μετά ��φευγες
Δεν μπορούσα να αναγνωρίσω από πού ήσουν. Κάθε φορά έλεγα την επόμενη θα σε ρωτήσω και θα πάρω απάντηση, αλλά εσύ με προλαβαίνεις με τις δικές τους απορίες. 
Πώς σε λένε - Καλυψώ; Πόσο χρονών είσαι; - 16 χρόνια ιτιάς. Ποιο είναι το αγαπημένο σου χρώμα; - Το χρώμα του φύλλων όταν έρχεται το φθινόπωρο.
Είχα σταματήσει να φοβάμαι ότι θα με αναφέρεις. Κάθε βράδυ καθόσουν λίγο παραπάνω. Κάθε βράδυ έψαχνα λίγο θράσος, να σε ρωτήσω για όλα. 
Σήμερα είναι η γιορτή των βελανιδιών. Από το πρωί όλες οι κοινότητες έχουν μαζευτεί, μαγειρεύουν, ετοιμάζουν τα ποτά και στολίζουν. Γιορτάζει ένας από τους τρεις, αυτός που ευθύνεται για την ευζωία μας, για τους καρπούς των δέντρων. Η μεγάλη βελανιδιά θα φωτίζεται σήμερα από όλα τα αστέρια. Οι θρύλοι λένε ότι αν θελεις να βρεις τους Ναούς, σήμερα το φως των αστεριών θα σε οδηγήσει. 
Ήξερα ότι σήμερα όλοι θα διασκεδάζουν. Σε όλα τα κλαδιά θα υπάρχει κόσμος που πίνει, τραγουδάει και χορεύει. Όλοι θα κυνηγιούνται μεχρι αργά. Σήμερα είναι η  ευκαιρία να πάω ψηλά και να γυρίσω χωρίς να καταλάβουν ότι λείπω.
Έδεσα τα κορδόνια μου μάζεψα τα μαλλιά μου σε ενα ψηλό κότσο, έβαλα τον χάρτη στην πίσω τσέπη του παντελονιού μου. Τον δίπλωσα τέσσερις φορές, να γίνει μικρός, αν τον έβλεπαν θα ήξεραν πού πάω. Όταν βγήκα έξω, όλοι μιλούσαν δυνατά, τραγουδούσαν ή έλεγαν ιστορίες. Κανένας δεν θα μου έδινε σημασία.
Ήταν εύκολο να περάσω στα ψηλά στρώματα της ιτιάς. Τα ήξερα. Ήταν το δέντρο μου, αυτό που είχα εξερευνήσει παραπάνω. Δύο στροφές δεξιά και ήδη η μουσική ακουγόταν πιο χαμηλή. Το κλαδί που ένωνε το δέντρο μου με την μεγάλη βελανιδιά ήταν πλέον στο οπτικό μου πεδίο. 
Όλο ευθεία, για να βγω στα πλαϊνά εξωτερικά φυλλώματα. Ήθελα να δω τα αστέρια να φωτίζουν το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσω. 
Τώρα έτρεχα. Ένιωθα το αίμα μου να κυλάει πιο γρήγορα.
Αδρεναλίνη δεν λένε εκείνο το συναίσθημα που - σπασμένο κλαράκι, προσοχή, να μην πιαστεί το ρούχο μου. Δεν κατάλαβα ποτέ ποιος περιποιείται ολα αυτα τα δρομάκια.
Κανείς μάλλον.
Δεν χρειάζεται,  πετάμε κάποια εκατοστά πιο πάνω από τα κλαδιά. Σήμερα ίσως τα καταφέρω. 
Πάλι μπροστά σου ένιωσα αμήχανα. Δεν είχα προσέξει ότι ήσουν στο τέλος της ένωσης. Έπεσα πάνω σου. Πλέον μοιραζόμασταν το ίδιο φύλο και οι αποστάσεις μας είναι μικρότερες από ένα κουκουνάρι. Ανέπνευσα, Δεν πήρα τα μάτια μου από πάνω σου. Ούτε εσύ. Γύριζα το κεφάλι μου δεξιά και αριστερά, να βεβαιωθώ ότι είμαστε μόνοι. Εγω αναγνώριζα μόνο την ήρεμη φωνή σου, ενώ εσύ με είχες ακούσει αγχωμένη - όπως τώρα - φοβισμένη - όπως την πρώτη φορά που συναντηθήκαμε - αμήχανη - όλες τις φορές που απαντούσα σε όλες τις ερωτήσεις σου-
-Γιατί είσαι εδώ;
Η ήρεμη φωνή σου
Σου είχα δώσει αρκετες πληροφορίες για μένα και πάντα μου ζητούσες και άλλες. Ήθελα τόσο πολύ να κρατήσω αυτή για μένα. Με εντυπωσιάζεις, ένιωθα οτι μου έδινες προσοχή. Όχι, απλά εγώ δεν μπορούσα να κρατήσω την σκέψη μου όταν σε έβρισκα.
Είχα σταματήσει να ανεβαίνω στα δέντρα για να βρω τους ναούς. Είχα ξεκινήσει να ψάχνω εσένα. Δεν ξέρω γιατί και δεν θα μάθαινα ποτέ, αλλά ήθελα να μοιραζόμαστε τον χώρο και ας μην έφτανα ποτέ ψηλά. 
Δεν μπορούσα να πω αυτό.
- Κυνηγάω μύθους, ψάχνω τους ναούς που μας έφτιαξαν
Ούτε αυτό κανονικά μπορούσα να πω. Ξεγλίστρησε από μέσα μου. Ήθελα να σε κρατήσω γύρω μου και ας μην ήξερα γιατί.
- Ψάχνεις εμένα!
Ψάχνω εσένα 
γράφει η Ξένια Παραστατίδου
φωτογράφιση: Φανή Τρανού | εμφάνιση: Στέλλα Παραστατίδου, Χρήστος Βογιατζής | graphic design: Στράτος Πολίτης | a&r: Κωνσταντίνος Καραΐσκος
0 notes