Άκουσε ο λόγος είναι των στερνών η φρόνηση Κι ο χρόνος ��λύπτης των ανθρώπων παράφορος Κι ο ήλιος στέκεται από πάνω του θηρίο ελπίδας Κι εσύ πιο κοντά του σφίγγεις έναν έρωτα Έχοντας μια πικρή γεύση τρικυμίας στα χείλη. Δεν είναι για να λογαριάζεις γαλανή ως το κόκαλο άλλο καλοκαίρι, Για ν’ αλλάξουνε ρέμα τα ποτάμια Και να σε πάνε πίσω στη μητέρα τους, Για να ξαναφιλήσεις άλλες κερασιές Ή για να πας καβάλα στο μαΐστρο. Στυλωμένη στους βράχους δίχως χτες και αύριο, Στους κινδύνους των βράχων με τη χτενισιά της θύελλας Θ' αποχαιρετήσεις το αίνιγμά σου.
Don't wanna be here? Send us removal request.
Photo
Sea and Sun, 1925, Max Ernst
Medium: oil,canvas
138 notes
·
View notes
Photo
29K notes
·
View notes
Photo
Three Nudes in the Forest, Ernst Ludwig Kirchner
87 notes
·
View notes
Photo
56K notes
·
View notes
Photo
39K notes
·
View notes
Text
60 notes
·
View notes
Text
[τελευταίος μήνας του φανταστικού όντος: του χρόνου]
Θέλω να συνεχίσω, εγώ και εσύ, και εκείνη, αυτός
να σπάμε πόρτες και να ανοίγουμε κτίρια νεκρά
που τρώνε, και σχεδόν χωνεύουν την σκόνη αυτής της πόλης.
τα δέρματα της γειτονιάς, τα νεκρά από καιρό κομμάτια επιδερμίδας
να μάθουμε τον χορό και τα βήματα να χάνουμε
να τους βλέπουμε από κοντά ανθρώπους να φυσάνε στον ρυθμό
να σαλιώνουν και να μουρμουρίζουν-
να συναντιούνται και να μιλάνε.
Η σόλα μου ξεκόλλησε- η μισή
ο τσαγκάρης μου μού είχε πει πως δίχως βροχή δεν κινδύνευε
μα, τελευταία όλοι μας κινδυνεύουμε
χωρίς να κινδυνολογούμε
φοβιστικά κι ας μη φοβόμαστε
Μου άρεσε
τα πρόσωπα σας γνώριμα και άλλα που γίνονται
πάνω κάτω να κινούνται
χείλη υγραίνονται , πόδια αλλάζουν θέσεις
οι σκάλες αγαπιούνται
Ξεκόλλησε η σόλα μου, χορέψαμε, εντάξει
Μου άρεσε που μπήκαμε- κάποιοι πιο θαραλέοι και δημιουργικοί από εμάς
-πρίν από εμάς
Να γελάμε με αυτούς που θέλησαν τα τούβλα να ρημάξουν
που πούλησαν το κενό αντί να το γεμίσουν
και τελευταία όλα υγρά, στάζουν οι στέγες μας πυκνά
στάζει και στο σαλόνι μας βγάζουμε κουβάδες
-βλέπεις δεν φυσάει αρκετά για να στεγνώσει
ή του τσιγάρου σου της γόπας η φωτιά να φουντώσει-
τα νωπά σφουγγαρίζουμε με ανάμεικτα αισθήματα
αφήσαμε τον κουβά με τα βρωμόνερα στο χωλ.
Στραγγίζουμε με δύναμη και όλο μυρίζει κάτι που σαπίζει
είναι τα σαν λωτοί και μεις οι λωττοφάγοι
και τα ζουμιά μας στα κτίρια της πόλης
στάζουν , αλλάζουν χρώμα και υφή
το είπαμε υγρασία- συνηθίζουμε να κατηγορούμε τον καιρό.
σφουγγαρίζουμε την υγρασία από τους τοίχους
μην τη πασαλείψουμε και μείνει εκεί
Μου άρεσε που ήρθαμε και τώρα με το κρύο
κάνει ρεύμα, τρίζει μυρίζει, αρρωσταίνουμε εδώ μέρα
τώρα που στάζει στο κεφάλι μας που νιώθουμε,
την υγρασία,
τώρα θέλω,
τώρα θέλω να κάτσουμε,
να βάλουμε κάτι να παίζει και να σφουγγαρίζουμε στα γόνατα , στις μύτες
να κάτσουμε- όπου ακούμπησα άφησα σκόνη
όπου ακουμπάω είναι πηκτά και ανατριχιάζω
ο,τι πιάσαμε λιώνει με το νερό, σαν το σαπούνι
και με τα δάκρυα αφρίζει, μου θυμίζει διάφορα.
Να κάτσουμε, θα στεγνώσουμε το κέλυφος, κι αν όχι
θα μαζέψουμε όλα τα υγρά μας σε άλλους κουβάδες, να ζήσουμε
να κάτσουμε, ανοίγω τα παράθυρα να μπεί
όποιος μπαίνει και από τρύπες.
11 notes
·
View notes
Photo
Joan Miró
1893-1983
ALBUM 19, 1961
One of 19 lithographs, 17 printed in colours on BFK Rives wove paper 690 x 550 mm | 27 1/8 x 22in
84 notes
·
View notes
Photo
11K notes
·
View notes
Photo
Joan Miró
1893-1983
GARGANTUA, 1977
Aquatint and etching printed in colors with carborundum on Arches wove paper 594 x 1197 mm | 62 ¾ x 47 1/8 in
45 notes
·
View notes
Photo
38K notes
·
View notes
Photo
by Eikoh Hosoe / 細江英公 Simon: A Private Landscape / シモン私風景 (1971)
3K notes
·
View notes
Photo
Reclining nude - Jean Jansem, 1972
French-Armenian, 1920-2013
Lithograph, 74.5 x 54.5 cm
9K notes
·
View notes