Text
Τουρισμός περιπέτειας – Adventure tourism
Στην αρχική του εννοιολογική κατηγοριοποίηση, το ταξίδι, η διαδικασία του να πορεύεσαι μέσα από ανεξερεύνητες γεωγραφικές περιοχές περιέγραφε ένα εξαντλητικό και επίπονο τρόπο μεταφοράς – περιήγησης. Οι πρώτοι ταξιδιώτες ήταν αβέβαιοι για τις δυσκολίες που θα αντιμετώπι��αν και η επιστροφή τους στην περιοχή στην οποία ξεκίνησαν το ταξίδι τους δεν ήταν πάντοτε σίγουρη (Kane and Tucker, 2004). Με την πάροδο του χρόνου και την μείωση της επικινδυνότητας των ταξιδιών οι ευ κατάστεροι πολίτες που πρώτοι είχαν την ευκαιρία να συμμετάσχουν σε αυτά, ξεκίνησαν να αποτυπώνουν τις εμπειρίες τους, με αποτέλεσμα το 1800 να δημιουργηθούν οι κατάλογοι - βιβλία Grand Tours (Hibbert, 1987).
Μετά τον 18ο αιώνα δεν ήταν μόνο τα εύπορα στρώματα μιας κοινωνίας που συμμετείχαν σε αυτές τις εμπειρίες αλλά και άνθρωποι με χαμηλότερα εισοδήματα και ποικίλα κοινωνική παρουσία (Buzard, 1993). Εξαιτίας αυτής της πολυμορφίας προήλθε η έννοια του ΄ταξιδιώτη – τουρίστα περιπέτειας’ ως παρακλάδι του γενικού όρου του ‘τουρίστα’. Σκοπός του είναι να περιγράψει την τάση του ταξιδιώτη περιπέτειας να πηγαίνει σε οργανωμένες, προσχεδιασμένες διαδρομές ή και αυτοβούλως σε αυτοσχέδιες εξορμήσεις που συνδυάζουν εξωτερικές δραστηριότητες βασισμένες στην εκάστοτε φυσική τοπογραφία κάνοντας χρήση αθλητικού αλλά και ειδικού εξοπλισμού με σκοπό την αίσθηση ικανοποίησης πως ανταπεξήρθαν στις δυσκολίες που τους παρουσίασε η δραστηριότητα συνυπολογίζοντας και την αίσθηση αδρεναλίνης και ενθουσιασμού(Buckley,2006; Beard et. al., 2003). Στην εκτενή του έρευνα ο Varley (2006) προσπαθώντας να φτιάξει το περιγραφικό μοντέλο ενός τέτοιου ταξιδιώτη παρουσίασε δυο άκρα στο φάσμα του περιπετειώδες τουρισμού. Τον μαλακό – σκληρό (soft-hard) προσδιορισμό, με το ένα άκρο (μαλακό) να κατατάσσει τον ταξιδιώτη σε ανειδίκευτο, άπειρο και πρόθυμο να βιώσει ελεγχόμενες καταστάσεις ‘περιπετειωδών’ δραστηριοτήτων και στο αντίθετο άκρο (σκληρό) εντάσσει τους πιο αθλητικούς , συνηθισμένους και εμπείρους συμμετέχοντες προσθέτοντας και την τάση τους για πιο ενθουσιώδεις επισκέψεις, σε καταστάσεις αυξημένες επικινδυνότητας και δυσκολίας.
Η βιομηχανία της φιλοξενίας επωφελήθηκε σε μεγάλο βαθμό από έρευνες σχετικές με τα κίνητρα ενός επισκέπτη που αποζητά την περιπέτεια. Η Giddy (2018) αναφέρεται στα εξατομικευμένα και προσωπικά κίνητρα (push) ενός τουρίστα αδρεναλίνης (Cater, 2006) και τα κυρίως επιζητούμενα χαρακτηριστικά - παροχές (push) των ανάλογων περιοχών που θα κάνουν, τον προ αναφερθέντα, επισκέπτη περιπέτειας να τα επιλέξει.
Χάρη στην ποικιλία περιπετειωδών εμπειριών οι adventure επισκέπτες αν το κόσμο έχουν την δυνατότητα να διαλέξουν μέσα από μια μεγάλη ομάδα δραστηριοτήτων. Κάποιες από αυτές είναι το day hiking ( πεζοπορία σε ομαλό έδαφος) backpacking ( ταξίδι με την πλειοψηφία των υλικών υπαρχόντων ασφαλή σε ένα προσωπικό σακίδιο) ορειβασία, ελεύθερη πτώση με αλεξίπτωτο, rafting ( κατάβαση ορμητικών υδάτινων εκβολών) ακόμα και μια απλή βόλτα με τον κατάλληλο εξοπλισμό ποδηλασίας σε μια δύσβατη ορεινή διαδρομή κατηγοριοποιείτε ως περιπετειώδεις δραστηριότητα (Wicker, 2017). Χώρες που προπορεύονται σε αυτήν την μορφή τουρισμού και προσφέρουν βέλτιστα επίπεδά φιλοξενίας είναι η Ισλανδία η Γερμάνια και η Νέα Ζηλανδία (Foxe, 2016) με κάθε μια από αυτές να έχει κάτι ξεχωριστό να παραθέσει στον επισκέπτη συνδυάζοντας και τις μοναδικές αναμνήσεις που θα αποκομίσει από τις επικίνδυνες , γεμάτες με ενθουσιασμό ¨περιπέτειες¨.
Βιβλιογραφία
Kane, M. J. and Tucker, H. (2004) ‘Adventure tourism: The freedom to play with reality’, Tourist Studies, 4(3), pp. 217–234. Available from: doi:10.1177/1468797604057323 (Accessed 5 December 2019).
Hibbert, C. (1987) ���The Grand Tour’, London: Methuen.
Stevenson, C. B. (1995) ‘The Beaten Track: European Tourism, Literature, and the Ways to Culture, 1800-1918’, Victorian Studies, (3), p. 505. Available at: http://search.ebscohost.com.ezproxy.derby.ac.uk/login.aspx?direct=true&db=edsglr&AN=edsgcl.18072716&site=eds-live (Accessed: 5 December 2019).
Buckley, R. (2006) ‘Adventure tourism’ [online], CABI Pub. Available at: http://search.ebscohost.com.ezproxy.derby.ac.uk/login.aspx?direct=true&db=cat01750a&AN=udc.1049931&site=eds-live (Accessed: 5 December 2019).
Beard, C., Swarbrooke, J., Leckie, S. and Pomfret, G. (2003) Adventure Tourism: The New Frontier [online], Routledge. Available from: https://ebookcentral.proquest.com/lib/derby/reader.action?docID=286646 (Accessed 5 December 2019).
Varley, P. (2006) ‘Confecting Adventure and Playing with Meaning: The Adventure Commodification Continuum’, Journal of Sport & Tourism [online], 11(2), pp. 173–194. Available from: doi: 10.1080/14775080601155217 (Accessed 5 December 2019).
Giddy, J. K. (2018) ‘Adventure Tourism Motivations: A push and pull factor approach’, Bulletin of Geography. Socio-economic Series [online], vol.42, no.42, pp. 47-58. Available from: https://doi.org/10.2478/bog-2018-0030 (Accessed 5 December 2019).
Cater, C. I. (2006) ‘Playing with risk? participant perceptions of risk and management implications in adventure tourism’, Tourism Management, [online] vol.27, no.2, pp. 317–325. Available from: doi: 10.1016/j.tourman.2004.10.005. (Accessed 5 December 2019).
Wicker, J. (2017) ‘What is Adventure Tourism?’ [online] Available from: https://headrushtech.com/blogs/what-is-adventure-tourism/ (Accessed 5 December 2019).
Foxe, K. (2016) ‘The best places in the world for lovers of adventure tourism is revealed’ [online] Available from: https://www.lonelyplanet.com/articles/best-places-adventure-tourism (Accessed 5 December 2019).
0 notes
Text
Ο οινοτουρισμός και η φιλοξενία
Για πρώτη φορά το 1920 έκανε την είσοδο της η έννοια του οινοτουρισμού ως μια από τις κατηγορίες εναλλακτικού τουρισμού (Αλεμπάκη, 2017). Είχε την μορφή μιας ¨οινικής διαδρομής¨, δηλαδή την καθιέρωση, δημιουργία και παράθεση μιας διαδρομής σε έντυπη μορφή (χάρτες, τουριστικοί κατάλογοι), στην οποία εκθετόταν οινοποιεία, αμπελώνες και ιστορικοί προορισμοί σχετικοί με την προέλευση του εκάστοτε είδος οίνου και καρπού της αναδειχθέντας περιοχής (Frochot, 2000). Η πρώτη εκ τον οποίων ήταν οργανώθηκε στο Schweigen της περιοχής Rhineland-Palatinate στην Γερμάνια (Cambourne et. al., 2000).
Όταν αναφερόμαστε στον οινοτουρισμό καλούμαστε να περιγράψουμε την παροχή υπηρεσιών και την δυνατότητα συμμετοχής σε δραστηριότητες άμεσα συνδεδεμένες με την παραγωγή κρασιού από σταφύλια, την επίσκεψη σε αμπελοκαλλιέργειες, εκθέσεις και παρουσιάσεις τοπικών οίνο - προϊόντων (Hall, 1996) δίχως όμως να περιοριζόμαστε μόνο σε αυτά. Σύμφωνα με τους Hall και Johnson (1997) δεν είναι απαραίτητο να θεωρούμε όλους τους επισκέπτες σε αμπελοκαλλιέργειες και οινοποιεία ως ¨τουρίστες¨ μιας και τα κριτήρια τους δεν είναι αποκλειστικά να δούνε την συνολική εικόνα μια τέτοιας περιοχής, δηλαδή το αίθριο κλίμα που έχουν οι περιοχές στις οποίες καλλιεργείτε ο καρπός , τις ενασχολήσεις με την παραγωγή. Ο Peters (1997) βασιζόμενος σε αυτή την παρατήρηση και αναδεικνύοντας την σχέση φιλοξενίας και οινοτουρισμού είπε πως υπάρχουν πολλά κριτήρια που ενθαρρύνουν τον εκάστοτε επισκέπτη. Όπως είναι η γενικότερη εμπειρία που προσφέρει μια τέτοια έκταση – εγκατάσταση (εργοστάσιο εμφιάλωσης) το οποίο και χαρακτήρισε ως ¨winescape¨. Αυτό το είδος επισκεπτών δεν ενδιαφέρονται μόνο να δοκιμάσουν αποκλειστικά προϊόντα οίνου αλλά να πάρουν μέρος στις εξωτερικές δραστηριότητές, να δούνε τις περιοχές που περιλαμβάνονται στις ¨wine routes¨ διαδρομές που ακολουθούν αλλά και να γνωρίσουν την τοπική κουλτούρα ακόμα και την ιστορία τις ευρύτερης γεωγραφίας (Macionis, 1999). Για να καταλάβουμε το πόσο απροσδιόριστα είναι τα κριτήρια ενός τέτοιου ¨οίνο – επισκέπτη¨ μπορούμε να αναφέρουμε το παράδειγμα που φέρνει ο Hall et. al. (2000). Περιγράφει την πραγματική λεκτική ανταλλαγή μεταξύ μιας ομάδας θρησκευτικών επισκεπτών που είχαν βρεθεί στο Martinborough της Νέας Ζηλανδίας και παρόλο που παίρνανε μέρος σε όλες τις δραστηριότητες του ¨winescape tour¨ που είχαν προαγοράσει , δεν επιθυμούσ��ν να δοκιμάσουν τον οίνο που τους παρείχαν καθ΄ όλη την διάρκεια τις επίσκεψής τους αλλά ενδιαφερόντουσαν πολύ να μάθουν για το μέρος που καλλιεργούταν ο καρπός και για όλη τη διαδικασία από την οποία και παραγόταν το τελικό αποτέλεσμα, το κρασί.
Προσπαθώντας να προσδιορίσουν τον χαρακτήρα του οινοτουρισμού, συμπεριλαμβάνοντας και τα κίνητρα ενός επισκέπτη που επιλεγεί αυτή την ενναλακτική μορφή τουρισμού, ο Charters και Ali-Knight (2002) πρότειναν ένα τρισδιάστατο μοντέλο με τις πτυχές των κινήτρων , πρόθεσης και της παροχής υπηρεσιών του γενικότερου πλαισίου τουριστικών δραστηριοτήτων.
Μπορεί να διαφέρουν οι λόγοι των ¨οίνο – τουριστών¨ στην απόφασή τους να ταξιδέψουν στους τόπους αμπελοκαλλιεργειών, σίγουρα όμως όλοι επιθυμούν ένα διάλειμμα από την καθημερινότητα είτε γευόμενοι κάποιο εκλεκτό κρασί είτε απλά ως συμμετέχοντες στις ποικίλες υπηρεσίες που έχει να προσφέρει μια εν λόγω περιοχή.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΕΙΑ
Αλεμπάκη, Μ. (2017) ‘Οινοτουρισμός: Ιστορική εξέλιξη, θεωρητικό πλαίσιο και σύγχρονες ερευνητικές τάσεις’, [online] pp.313-320. Available from: https://www.agreri.gr/sites/default/files//%CE%91%CE%BB%CE%B5%CE%BC%CF%80%CE%AC%CE%BA%CE%B7_2017.pdf
ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΕΙΑ
Frochot, I. (2000) ‘Wine tourism in France: a paradox?’, in Hall, M. C., Sharples, L., Cambourne, B. and Macionis, N. (ed.). ‘Wine Tourism Around the World: Development, management and markets’, Abingdon: Routledge, pp.67-80.
Cambourne, B., Hall, C.M., Johnson, G., Macionis, N., Mitchell, R.D. and Sharples, L. (2000). ‘The maturing wine tourism product: An international overview’, In: Hall, C.M., Sharples, L., Cambourne, B., Macionis, N., Mitchell, R. and Johnson, G. (ed.). ‘Wine tourism Around the World: Development, management and markets’, Oxford: Butterworth-Heinemann, pp. 24-66.
Hall, C.M. (1996). ‘Wine tourism in New Zealand’, In ‘Proceedings of Tourism Down Under II: A Tourism Research Conference’, University of Otago, pp.9-19.
Hall, M. C. and Johnson, G. (1997) ‘Wine tourism in New Zealand: larger bottles or better relationships?’, ACADEMIA [online], Available from: https://www.academia.edu/163164/Wine_tourism_in_New_Zealand_larger_bottles_or_better_relationships (Accessed 19 November 2019)
Peters, G.L. (1997) ‘American Winescapes: The Cultural Landscapes of America's Wine Country’, [online] Westview Press. Available from: https://epdf.pub/american-winescapes-the-cultural-landscapes-of-americas-wine-country.html (Accessed 19 November 2019)
Macionis, N., (1999) ‘Wineries and tourism: perfect partners or dangerous liaisons?’, in: Dowling, R. and Carlsen, J., (ed.) ‘Wine Tourism: Perfect Partners’, [online], Available from: https://scholar.google.com/scholar_lookup?hl=en&publication_year=1999&pages=35-49&author=N+Macionisauthor=R+Dowlingauthor=J+Carlsen&title=+Wineries+and+tourism%3A+perfect+partners+or+dangerous+liaisons%3F+
Hall, M. C., Johnson, G., Cambourne, B., Macionis, N., Mitchell, R., and Sharples, L. (2000), in Hall, C.M., Sharples, L., Cambourne, B., Macionis, N., Mitchell, R. and Johnson, G. (ed.) ‘Wine tourism Around the World: Development, management and markets’, Oxford: Butterworth-Heinemann, pp.1-23
Charters, S., Ali-Knight, J. (2002), ‘Who is the wine tourist?’, Tourism Management, ACADEMIA [online], vol.23, 17 November, pp.311- 319. Available from: https://www.academia.edu/20222936/Charters_S_and_Ali-Knight_J._2002_.Who_is_the_Wine_Tourist_Tourism_Management_23_3_
0 notes
Text
Γαστρονομικός Τουρισμός
Η έννοια τις γαστρονομίας ετυμολογικά έχει τις ρίζες τις στην αρχαιά ελληνική γλώσσα. Το πρώτο συνθετικό τις λέξης είναι η ¨γαστέρα¨ δηλαδή το στομάχι και ως δεύτερο συνθετικό το ρήμα ¨νέμω¨ δηλαδή ο νόμος (Μεθενίτης, 2018) . Ως αυτούσια λέξη έκανε πρώτη φορά την εμφάνιση της το 1804 σε ένα ποίημα του Γάλλου ποιητή Jacques Berchoux (Hjalager and Richards, 2003).
Στην σύγχρονη κοινωνία του σήμερα ο τουρισμός και τα έσοδα που σχετίζονται και προέρχονται από αυτόν υποστηρίζουν άμεσα το εκάστοτε κράτος, χρηματοδοτώντας όλες τις κρατικές και μη υποδομές του(Sormaz et. al.,2015). Το σύνολο των ανθρώπων που προσφέρουν υπηρεσίες καθώς οι επισκέπτες ταξιδεύουν αναγκάζετε να εξελιχθεί ώστε να ανταποκριθεί στις όλο και αυξανόμενες ανάγκες αυτών (Sormaz et. al., 2015). Ως αποτέλεσμα, στα πλαίσια αυτής της εξέλιξης, ο γαστρονομικός τουρισμός μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια από τις ενέργειες που αποσκοπούν προς την υλοποίηση νέων , ποικίλων και πρωτοποριακών μορφών τουρισμού (Everett and Aitchison, 2008). Συγκεκριμένα ο γαστρονομικός τουρισμός δεν περιγράφεται με μια λέξη αλλά πολλές φορές εμφανίζετε και ως οινοτουρισμός, ¨τουρισμός του φαγητού¨ ή και με τον αγγλικό όρο ¨gourmet tourism¨ (Hall and Mitchel, 2005). Οι προαναφερθέντες ορισμοί σύμφωνα με τον Karim και Chi (2010) υποδηλώνουν τον λόγο για τον οποίο ένα ταξιδιώτης θα επισκεφτεί συγκεκριμένα μέρη, στην αναζήτηση του για μια καινούρια και διαφορετική γαστρονομική εμπειρία. Δεν πρέπει να συνχέουμε την έννοια του γαστροτουρισμού με την έννοια τις σίτισης, μιας και οι γαστρονομικοί τουρίστες ενδιαφέρονται να επισκεφτούν τοπικές επιχειρήσεις, οινοποιεία , παραδοσιακές εκθέσεις τροφίμων και βρώσιμων αγαθών ή ακόμα και να συμμετάσχουν οι ίδιοι σε κάποιο κομμάτι της διαδικασίας παραγωγής, χωρίς να έχουν ως πρωταρχικό κίνητρο για την επίσκεψη τους, την επισίτισή τους αυτήν καθαυτή (Santich, 2004).
Ο σύγχρονος επισκέπτης ε��τε εγχώριος είτε προερχόμενος από την παγκόσμια αγορά αναζητάει κάτι νέο όσο αφορά τις γεύσεις και τις συνολικές εμπειρίες γύρο από αυτές (Smith and Costello, 2009). Οι γαστρονομικοί αυτοί επισκέπτες και οι ποικιλομορφία στις απαιτήσεις τους, διαφοροποιήσαν την ευρύτερη αγορά (Henderson, 2009). Πλην της ετερογένειας της αγοράς και σύμφωνα με τον Shenoy (2005) οι ¨gourmet travellers¨ χρήζουν κατηγοριοποίησης και τις ομαδοποιεί στις ακόλουθες τρείς . Στο πρώτο από τα τρία είδη ο επισκέπτης χαρακτηρίζει ως μέγιστη προτεραιότητα την ενεργή παρακολούθηση και συμμέτοχή του σε γαστρονομικές εκδηλώσεις. Στην δεύτερη κατηγορία ο επισκέπτης σχετίζει το φαγητό με την συνολική εμπειρία του αλλά δεν αποτελεί καταλυτικό παράγοντα αν θα παραβρεθεί σε ένα μέρος και στο τρίτο και τελευταίο υποσύνολο, ο επισκέπτης τρέφει λίγο ενδιαφέρον για τις γαστρονομικές δυνατότητες της περιοχής που επισκέπτεται.
Ο γαστρονομικός τουρισμός και η ζήτηση για νέες γευσιγνωστικές εμπειρίες, ακμάζει. Όπως συνηθίζεται να αποκτούμε και να κρατάμε διαχρονικά μερικά σουβενίρ από της περιοχές που επισκεπτόμαστε έτσι είναι και οι ευχάριστες γαστρονομικές μας αναμνήσεις (Pine and Gilmore, 1998).
Ελληνική βιβλιογραφία
Μεθενίτης, Π. (2018) Γαστρονομία, μαγειρική και κουζίνα [online]. Available from: https://www.news247.gr/sthles/skoufakia/gastronomia-mageiriki-koyzina.6672617.html (Accessed 4 November 2019)
Ξενόγλωσση βιβλιογραφία
Hjalager, A. and Richards, G. (ed.) (2003) Tourism and Gastronomy, London: Routedge
Sormaz, U., Akmese, H., Gunes, A., Aras, S. (2015) ‘Gastronomy in Tourism’ in 3rd GLOBAL CONFERENCE ON BUSINESS, ECONOMICS, MANAGEMENT AND TOURISM. Rome, Italy, 26-28 November, 2015, pp.725-730
Everett, S., and Aitchison, C. (2008), Journal of Sustainable Tourism, ‘The Role of Food Tourism in Sustaining Regional Identity’, A Case Study of Cornwall, South West England, vol.16, no.2, 29 July, pp.150-167
Hall, M. and Mitchell, R. (2005) Gastronomic tourism: comparing food and wine tourism experiences, in Novelli, M. (ed.). Niche Tourism, Contemporary Issues, pp.89-100
Karim, A. S. and Chi, C. G. Q. (2010) Culinary Tourism as a Destination Attraction: An Empirical Examination of Destinations' Food Image. Journal of Hospitality Marketing & Management, Abingdon: Taylor and Francis, pp. 531-555
Santich, B. (2004) ‘The Study of Gastronomy and Its Relevance to Hospitality Education and Training’ [online], vol 23, pp.15-24. Available from: https://www.academia.edu/3273075/The_study_of_gastronomy_and_its_relevance_to_hospitality_education_and_training (Accessed 4 November 2019)
Smith, S. and Costello, C. ‘Segmenting Visitors to a Culinary Event: Motivations, Travel Behavior, and Expenditures’, Journal of Hospitality Marketing and Management, 2 January, pp. 44-67
Henderson, J. (2009) ‘Food tourism reviewed’, British Food Journal, 18 April, pp. 317-326
Shenoy, S. S. (2005) Food tourism and the culinary tourist, PhD thesis, South Carolina: Clemson University. Available at: http://docshare03.docshare.tips/files/9957/99576448.pdf (Accessed 4 November 2019)
Pine, J. and Gilmore, H. J. (1998) Welcome to the Experience Economy , Harvard business review [online], Available from: http://rushkolnik.ru/tw_files/4995/d-4994348/7z-docs/4.pdf (Accessed 4 November 2019)
1 note
·
View note