#λ��θη
Explore tagged Tumblr posts
Text
#Chaos#
Το αίμα στις φλέβες μου είναι φτιαγμένο από λάθη.
Και τα λ-ά-θη από τη λ-ή-θη μια ήττα δρόμος.
via @dna-desmash
#συγγραφή#��λληνικα στιχακια#ελληνικο μπλογκ#ελληνικα στατους#γρικ κουοτς#γκρικ ποστ#γρεεκ κουοτς#γρεεκζ#γρεεκ ποστς
17 notes
·
View notes
Text
Ἕνας χωρισμός -Μάριος Χάκκας
Έβαλες τη γάτα στὴν καπελιέρα, μετὰ τὴν κυλότα, ἐνῶ ἔξω ὁ νέος ἐραστής σου κόρναρε. Βιαζόσουνα τόσο ποὺ φόρεσες πρῶτα τὶς γόβες καὶ μετὰ τὸ καλτσόν.
Ἔφυγες καὶ μ’ ἄφησες μιὰ μουτζούρα στὴ μύτη (ἀπὸ τὰ μάτια σου ποὺ ξεβάψανε κλαίγοντας), τὶς τρίχες τῆς γάτας σου, καθὼς καὶ μιὰ γεύση ἀποσμητικοῦ στὰ χείλη.
Ἀπόμεινα ἕνας γερο-παλιάτσος ζητώντας βούρτσα καὶ καθρεφτάκι στ’ ἀναστατωμένο δωμάτιο, προσπαθώντας νὰ βγάλω ἀπὸ πάνω μου τὰ τελευταῖα ἀπομεινάρια σου.
Εἶπα νὰ γλιτώσω ἀπὸ σένα, ὅμως νιώθω τὴ γάτα σου νὰ μπήγει τὰ νύχια στὶς σάρκες μου, κι ἡ μουτζούρα νὰ κουλουριάζεται δίπλα μου στὶς νύχτες, πολλὲς φορὲς νὰ παραμένει ἐκεῖ ἀνεξίτηλο στίγμα, – τσακάρισμα γιὰ νὰ δηλώνει ἕναν ἀπὸ τοὺς χίλιους χωρισμούς σου.
Τὴν τελευταία στιγμὴ θυμήθηκες τὴ γλάστρα κι ἔξω κόρναρε ἀσταμάτητα ὁ μαντράχαλος. Χαίνουσα πληγὴ ἡ κάμαρα, ξεκοιλιασμένα τὰ συρτάρια, ὅλ’ ἀνακατωμένα καὶ ρημάδια.
Ξέχασες κι ἕνα στηθόδεσμο μαζὶ μὲ τρία κυλοτάκια, νὰ μουλιάζουν στὸν μπιντέ. Πάντα σοῦ ἔλεγα νὰ πάρεις βρακιὰ ποὺ νὰ φτάνουν ὣς τὴ μέση σου, ὄχι αὐτά, τέσσερα δάχτυλα ὕψος. Θὰ μοῦ κρυώσεις καὶ θὰ τρέχεις στοὺς γιατρούς. Ἀλλὰ τί μὲ νοιάζει τώρα; Τώρα γιὰ μένα μιὰ κουκκίδα, στὴν ἀπόσταση εἶναι ἕνας ἄνθρωπος ποὺ φεύγει, ὁ πανσὲς πανσές, κι ἡ πεταλούδα πεταλούδα.
Ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἱστορία βγῆκες πιὸ κερδισμένη. Κράτησες τὸν Κεραμεικὸ κι ἐμένα τὸ νεκρὸ ἐσὺ ἡ νεκρή στὴν ἀγκαλιά σου, μιὰ μικρὴ πευκόφυτη πλαγιὰ μὲ κάτω τὶς ἀνασκαφές, πιὸ πέρα μπαλωμένα μάρμαρα ἀπ’ τὶς ἀναστηλώσεις. Πῆρες καὶ τὸ κουλὸ ἄγαλμα ποὺ στεκόταν στὴ βροχὴ κάνοντας ντούς, φέρνοντας τὰ χέρια σὲ στήθη καὶ γοφοὺς (στὴν πλάτη πάντα δύσκολα). Τί κατάλαβες; Ἔφυγες καὶ μ’ ἄφησες χωρὶς χέρια, νὰ μὴ μπορῶ πιὰ νὰ τὸ συντροφέψω, νὰ περπατήσω στὴ βροχὴ ἢ νὰ στεγνώσω ἀχνίζοντας μαζί του στὴ λιακάδα, ἀπολαμβάνοντας μιὰ κάποια ἐλευθερία.
Τὸ κυριότερο: Πῆρες τὴ γλάστρα μὲ τὶς πεταλοῦδες ποὔμοιαζαν πανσέδες.
Λέω νὰ φύγω. Μά, νά, εἶμαι σὰ γερασμένο χελιδόνι, καὶ ποῦ ἀκμῆς φτερὰ πάνω ἀπ’ τὸ πέλαγο, καὶ ποῦ κουράγιο; Μᾶλλον θὰ μείνω γιὰ ξεχειμώνιασμα σὲ τοῦτο τὸ δωμάτιο. Ὄχι πὼς μὲ νοιάζει καὶ πολὺ ἡ ἀπουσία σου. Μὴ νομίσεις πὼς εἶναι ἀβάσταχτες οἱ συνθῆκες. Κάπως νὰ ξεχάσω, μιὰ μικρὴ προσαρμογὴ καὶ θὰ περάσει ὁ δύσκολος καιρός. Ἄλλωστε, μπορεῖ ὁ χειμώνας νἄναι ἤπιος μὲ σιγανὲς βροχὲς καὶ λίγες λάσπες κι ὅλα στεγνώνουνε στὸν ἐπισκέπτη ἥλιο, ψυχή, φτερά, καὶ μάτια.
Γέμισαν τὰ σταχτοδοχεῖα ἀποτσίγαρα, κλεισμένα τὰ παράθυρα κι ἡ τσιγαρίλα δὲ λέει νὰ σκεπάσει τ’ ἄρωμά σου.
Λέω νὰ φέρνω καμιὰ γυναίκα νὰ μοῦ συγυρίζει. Μετὰ θὰ τ’ ἀνακατώνω σὰ νἄσουνα ἐσύ, ἄστατη κι ἀκατάστατη, ὄχι γιὰ νὰ θυμᾶμαι τὴν παρουσία σου, ἀλλὰ ἔτσι, γιὰ νἄχει καὶ κάποια δουλειὰ ἡ γυναίκα ποὺ θὰ συγυρίζει.
Ἔχει καὶ κάποιο ὄφελος αὐτὸς ὁ χωρισμός. Βλέπω πιὰ τὴν ἀνατολὴ τοῦ ἥλιου, κάτι ποὺ τὄχα στερηθεῖ μαζί σου, ἄσχετα βέβαια ἂν περιμένω ἀπ’ τὰ μεσάνυχτα. Ὅμως στὸ λέω, κοντά σου εἶχε χοντρήνει τὸ κεφάλι μου ἀπ’ τὸν ὕπνο, κι ἂν ξαγρυπνάω τώρα εἶναι ποὺ περιμένω τὴν ἀνατολὴ καὶ τίποτε ἄλλο.
Ὅλοι οἱ σελιδοδεῖ��τες στὶς πορνικὲς σκηνὲς τοῦ Χένρυ Μίλλερ. Ὅλα σου τὰ βιβλία φτηνὰ σέξυ ρομάντζα, «ἡ ὡραία τῆς ἡμέρας», «ἡ ματωμένη κομπινεζόν». Τὸ προσφιλές σου βιβλίο Κάμα Σούτρα, διαλυμένο, φύλλα καὶ φτερά, ρούφηξες μέχρι τὰ ἐξώφυλλα. Ὅμως ὁ Θουκυδίδης ποὺ σοῦ χάρισα, ἄκοπος. Κάθε φορὰ ποὺ τὸ παρατηροῦσα μοὔλεγες πὼς εἶχε χαθεῖ ὁ χαρτοκόπτης. Τώρα ψάχνω καὶ βρίσκω κάτω ἀπ’ τὸ κρεβάτι τρυπωμένους πέντε χαρτοκόπτες.
Δὲν ἤσουν ἄνθρωπος ἐσύ, δὲν ἤσουν. Καὶ στὰ μουσεῖα ποὺ σὲ πήγαινα, μόνο γιὰ σάτυρους νοιαζόσουνα καὶ γιὰ φαλλούς. Κι ἂν στάθηκες γιὰ ὥρα μπρὸς στὸ κουλὸ ἄγαλμα, ἦταν τὰ γεννητικά του ὄργανα ποὺ σὲ καθήλωσαν, ἐγκυμονούσα στιγμὴ πρὶν ἀπ’ τὴ στύση.
Δὲ μὲ χωράει τὸ κρεβάτι, ὁ χῶρος σου κι ἡ δύναμή σου, ὁμολογῶ, ἐκεῖ πάνω παραδίνομαι. Ἂν ἑξαιρέσουμε καὶ τὶς καρέκλες ποὺ φοβᾶμαι ὅτι μπορεῖ νὰ κάθεται ἡ γάτα σου, δὲ μένει παρὰ νὰ βηματίζω ὥσπου νὰ φέξει.
Τὸ πρόσωπό σου ἡ νύχτα· ἡ μέρα, τὰ μαλλιά σου. Ἂν ξαναμπλέξω μὲ γυναίκα θἄναι νύχτα τὰ μαλλιά της, τὸ πρόσωπό της μέρα. Θὰ βεβαιωθῶ ὅτι μπορεῖ νὰ διαβάσει Θουκυδίδη κι ὅτι κοιτάει τ’ ἀγάλματα στὸ πρόσωπο. Ὅταν βγαίνουμε, θ’ ἀκουμπάει στὰ γόνατα τὴν τσάντα. Δὲν εἶμαι ζηλιάρης καὶ σεμνότυφος, ἀλλὰ θέλω ἡσυχία κι ἠρεμία, ἔστω ἂς εἶναι καὶ νεκροταφείου.
Κατὰ τὰ ἄλλα, πίνω τὸ γάλα μου, πηγαίνω στὴ δουλειά, τ’ ἀπογεύματα κάνω κι ἕναν περίπατο πρὸς τὸν Κεραμεικό, ἀναζητώντας καινούργια μονοπάτια. Σκέφτομαι, ἐδῶ δὲν πάτησε αὐτὴ τὴν πέτρα, ἐκεῖνο τὸ χορτάρι δὲν τὸ εἶδε, ἂν καὶ δὲν εἶμαι βέβαιος ἀπόλυτα, ξέρω γὼ ποῦ ἔπεφτε τὸ μάτι σου; Ὅσο γιὰ τὸ πόδι σου, ἀφοῦ πάτησε πάνω στὴν καρδιά μου, σ’ ὅλο τὸ χῶρο πάτησε καὶ τὸν ἐκαταπάτησε.
Παρατηρῶ τὶς φλέβες τῶν μαρμάρων κι ἀγάλλομαι στὴ σκέψη πὼς κάποια μέρα θὰ γεμίσουνε τὰ πόδια σου μικρὲς φλεβίτσες. Τότε ἔρχεσαι καὶ σβήνεις ἀπ’ τὴ μύτη μου αὐτὴ τὴ μόνιμη μουτζούρα, ἀπ’ τὸ μυαλό μου αὐτὴ τὴ μόνιμη θολούρα. Περπατᾶς ἀνάμεσα στ’ ἀρχαῖα μνήματα ἐναποθέτοντας τὴν ψόφια γάτα σου σὲ κάποια σαρκοφάγο, αὐτὴν τὴ γάτα ποὺ ἔμπηξε τὰ νύχια της σὲ χίλιους ἐραστές, ποὺ σὲ εἶδε ξαπλωμένη σὲ χίλια διαφορετικὰ κρεβάτια κι ἔπαιξε μὲ χίλιες κυλότες σου ποὺ μπερδεύτηκαν μὲ τὰ σεντόνια καὶ τὶς ἐγκατάλειψες. Ἐπιστρέφεις κρατώντας ἀγκαλιὰ τὴ γλάστρα κι ἐγὼ λέω στὸν ἑαυτό μου, μιὰ κουκκίδα στὴν ἀπόσταση εἶναι ἕνας ἄνθρωπος ποὺ ἔρχεται κι αὐτοὶ οἱ πανσέδες μοιάζουνε πολὺ μὲ πεταλούδες.
16 notes
·
View notes
Text
Η Διώρυγα της Κορινθου
Ο Ισθμός αποτελεί το κατεξοχήν στρατηγικό σημείο του ελλαδικού χώρου κι ένα από τα σημαντικότερα της Ανατολικής Μεσογείου. Η διάνοιξή του αποτέλεσε από την αρχαιότητα μείζον θέμα καθώς η δημιουργία της διώρυγας θα έλυνε πολλά προβλήματα και θα διευκόλυνε τη ναυσιπλοΐα και το εμπόριο.Έτσι, πρώτος συνέλαβε το έργο της διάνοιξης του Ισθμού ο τύραννος της Κορίνθου Περίανδρος, περί το 602 π.Χ., ο οποίος τελικά αρκέστηκε στη δημιουργία της διόλκου. Εν συνεχεία ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, ο Ιούλιος Καίσαρ, ο Καλιγούλας και ο Νέρων διαδοχικά μελέτησαν και επιχείρησαν τη διάνοιξη, όμως χωρίς επιτυχία. Μάλιστα ο τελευταίος, κατά το 67 μ.Χ., άρχισε εργασίες εκσκαφής χρησιμοποιώντας χιλιάδες εργάτες και προχωρώντας σε μήκος 3.300 μέτρων. Ο Ηρώδης ο Αττικός, οι Βυζαντινοί στη συνέχεια και οι Ενετοί τέλος ήταν οι “διάδοχοι” του Νέρωνα στο όραμα της διάνοιξης του Ισθμού, αλλά εγκατέλειψαν την προσπάθεια για διάφορους λόγους.Τελικώς, μετά την Τουρκοκρατία το νεοσύστατο ελληνικό κράτος εξέτασε σοβαρά την περίπτωση της διάνοιξης και πάλι. Το 1852 ο Λ. Λυγούνης, ο οποίος είχε διατελέσει διευθυντής των έργων του Νείλου, επεξεργάστηκε σχέδιο τομής του Ισθμού και κατέθεσε την πρότασή του στην Ελληνική Κυβέρνηση, ενώ δέκα χρόνια αργότερα ο Γάλλος μηχανικός Grimant De Caux κατέθεσε τις δικές του προτάσεις στην ελληνική βουλή. Αμφότερες όμως, κρίθηκαν από το ελληνικό κράτος ανεδαφικές. Όταν, όμως, το 1869 πραγματοποιήθηκε η διάνοιξη της Διώρυγας του Σουέζ, η τότε Κυβέρνηση του Θρ. Ζαΐμη έλαβε -επιτέλους- την απόφαση τομής του Ισθμού κι ένα χρόνο αργότερα υπέγραψε σχετική σύμβαση με Γάλλους μηχανικούς, η οποία όμως ατόνησε και έτσι το 1881 το έργο κατακυρώθηκε στον στρατηγό Στέφανο Τυρρ μαζί με το προνόμιο εκμετάλλευσης της γέφυρας για 99 χρόνια. Οι εργασίες άρχισαν στις 23-4/5-5 του επομένου έτους με μεγάλη επισημότητα, παρόντος του βασιλιά και της βασιλικής οικογένειας, ενώ προκρίθηκε ως οικονομικότερη και σωστότερη η χάραξη που είχε εφαρμόσει ο Νέρων με συνολικό μήκος 6.300 μέτρα. Στις 25-7/7-8 του 1893 -κι αφού το έργο είχε αναλάβει πια η ελληνική εταιρεία με την επωνυμία “Εταιρεία της διώρυγος της Κορίνθου” υπό τον Α. Συγγρό- εν τω μέσω κανονιοβολισμών η Βασίλισσα Όλγα έκοψε με χρυσό ψαλίδι την κορδέλα των εγκαινίων της Διώρυγος, ενώ το πρώτο πλοίο τη διέπλεε επισήμως. Η Διώρυγα, για τη δημιουργία της οποίας είχαν χρησιμοποιηθεί 2.500 εργάτες και τα τελειότερα μηχανήματα της εποχής, ήταν συνολικού μήκους 6.343 μέτρων, πλάτους στην επιφάνεια της θάλασσας 24,6 μέτρων και στο βυθό της 21,3 με ωφέλιμο βάθος 7,5 έως 8 μέτρα και είχαν εξορυχθεί 12 εκατομμύρια κυβικά μέτρα χωμάτων για την κατασκευή της, ενώ σε όλο το μήκος της είχαν κατασκευαστεί κρηπιδότοιχοι μέχρι ύψους 2 μέτρων πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.Η “Εταιρεία της Διώρυγος της Κορίνθου” εκμεταλλεύτηκε τη Διώρυγα μέχρι το 1906, οπότε την ανέλαβε η Εθνική Τράπεζα μέσω της “Νέας Ανωνύμου Εταιρείας της Διώρυγος της Κορίνθου”. Τέλος, από την 1η Νοεμβρίου του 1980 η εκμετάλλευση της Διώρυγας περιήλθε στο Ελληνικό Δημόσιο το οποίο με το Ν. 1067/80 συνέστησε την “Ανώνυμο Εταιρεία Διώρυγος Κορίνθου” . Στα 107 χρόνια της λειτουργίας της η Διώρυγα έχει κατά καιρούς κλείσει, κυρίως λόγω των καταπτώσεων των πρανών της, εξαιτίας της ιδιόμορφης γεωλογικής σύστασης της περιοχής. Έτσι μέχρι το 1940 παρέμεινε κλειστή συνολικά 4 χρόνια λόγω καταπτώσεων -με αποκορύφωμα το 1923 (2 χρόνια). Το 1944 κατά την αποχώρησή τους οι Γερμανοί προκάλεσαν την πτώση 60.000 κυβικών μέτρων χωμάτων και οι εργασίες εκφράξεως κράτησαν 5 χρόνια. Στη Διώρυγα λειτουργούν σήμερα δύο βυθιζόμενες γέφυρες. Μία στην Ποσειδωνία και μία στην Ισθμία που εξυπηρετούν την επικοινωνία μεταξύ Στερεάς και Πελοποννήσου, ενώ κάθε χρόνο το πιο διάσημο κανάλι του ελλαδικού χώρου διαπλέεται από 15.000 περίπου πλοία, 50 τουλάχιστον διαφορετικών εθνικοτήτων, αποτελώντας αυτή τη στιγμή τον αδιαμφισβήτητο θαλασσινό “ομφάλιο λώρο” μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Μεσογείου.
0 notes